30.(1) Οποιοσδήποτε παραλείπει να καταγγείλει περίπτωση που περιέρχεται σε γνώση του, όπου εμπλέκεται παιδί ή παιδί με διανοητική ή ψυχική ανεπάρκεια σε αδικήματα που προβλέπονται στα άρθρα 6 μέχρι 10 και 15 του παρόντος Νόμου ή δεν προωθεί σχετική καταγγελία, διαπράττει αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης μέχρι δεκαπέντε (15) έτη ή σε χρηματική ποινή μέχρι είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, κατά την επιμέτρηση της ποινής το δικαστήριο λαμβάνει ως επιβαρυντική περίσταση το γεγονός ότι το πρόσωπο που παραλείπει να καταγγείλει ή δεν προωθεί καταγγελία, είναι εκπαιδευτικός, λειτουργός των κοινωνικών υπηρεσιών ή δικηγόρος ο οποίος ασκεί το επάγγελμα ή μέλος του αστυνομικού σώματος ή επαγγελματίας υγείας, όπως ψυχίατρος, ιατρός οποιασδήποτε άλλης ειδικότητας, νοσηλευτής, ψυχολόγος ή άλλος επαγγελματίας με συναφείς προς το αντικείμενο δραστηριότητες.
(3) Κατά την επιμέτρηση της ποινής για την διάπραξη του αδικήματος που προβλέπεται στο εδάφιο (1) δεν αποτελεί υπεράσπιση ότι τα άτομα που αναφέρονται στο εδάφιο (2) παρέλειψαν να προβούν σε καταγγελία λόγω του επαγγελματικού τους απόρρητου.