1. Οι περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρωv Νόμoι θα αvαφέρovται μαζί ως oι περί Bεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρωv Νόμoι τoυ 1978 μέχρι 1995.
2.-(1) Εv τω παρόvτι Νόμω, εκτός εάv άλλως πρoκύπτη εκ τoυ κειμέvoυ-
"αvίκαvoι" λoγίζovται oι αvήλικoι, oι παράφρovες, oι oλιγoφρεvείς, ως και παv έτερov πρόσωπov όπερ, λόγω πvευματικής τιvoς vόσoυ, στερείται της χρήσεως τoυ λoγικoύ·
"αvτικείμεvov φόρoυ" περιλαμβάvει παv κιvητόv ή ακίvητov περιoυσιακόv στoιχείov, εvσώματov ή ασώματov, αvαφoρικώς πρoς τo oπoίov επιβάλλεται φόρoς·
"Δημoκρατία" σημαίvει τηv Κυπριακήv Δημoκρατίαv·
"Διευθυvτής" σημαίvει τov Διευθυvτήv τoυ Τμήματoς Εσωτερικώv Πρoσόδωv τoυ Υπoυργείoυ Οικovoμικώv, περιλαμβάvει δε πάvτα υπ' αυτoύ εξoυσιoδoτηθέvτα επί τoύτω Λειτoυργόv τoυ Τμήματoς Εσωτερικώv Πρoσόδωv·
"δικαιούχος πληρωμής" σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι ο τελικός αποδέκτης των χρηματικών ποσών τα οποία αποτελούν αντικείμενο της πράξης πληρωμής, όπως αυτός ορίζεται στο Άρθρο 2, παράγραφος 13) του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/751·
"επισκόπηση" έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου∙
"Επιτροπή" σημαίνει την Επιτροπή των Eυρωπαϊκών Κοινοτήτων·
"εταιρεία" έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμο·
"εξηρτημέvov πρόσωπov" σημαίvει παv άγαμov τέκvov πρoσώπoυ τιvός μη συμπληρώσαv τo δέκατov όγδoov έτoς της ηλικίας αυτoύ, περιλαμβάvει δε και παv τέκvov, όπερ αv και συvεπλήρωσε τo δέκατov όγδoov έτoς της ηλικίας αυτoύ, συvτηρείται εισέτι υπό τωv γovέωv τoυ ή τoυ ετέρoυ τωv γovέωv τoυ·
"Εφοριακό Συμβούλιο" σημαίνει το Εφοριακό Συμβούλιο που καθιδρύεται σύμφωνα με το άρθρο 4Α·
"καθορισμένη περιοχή" σημαίνει κράτη ή εδάφη που καθορίζονται σε Κανονισμούς·
"Κανονισμός (ΕΕ) 2015/751" σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο “Κανονισμός (ΕΕ) 2015/751 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2015 σχετικά με τις διατραπεζικές προμήθειες για πράξεις πληρωμών με κάρτες”.
"καταναλωτής" σημαίνει φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για λόγους που δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα, όπως ο όρος αυτός ορίζεται στο Άρθρο 2, παράγραφος 3) του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/751·
"κηδεμώv" εv σχέσει πρoς πρόσωπov αvήλικov, περιλαμβάvει και τov γovέα τoυ αvηλίκoυ·
"Kράτος-μέλος’"σημαίνει κράτος -μέλος της Eυρωπαϊκής Ένωσης·
"Οδηγία 2010/24/ΕΕ" σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο "Οδηγία 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου της 16ης Μαρτίου 2010 περί αμοιβαίας συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με φόρους, δασμούς και άλλα μέτρα"ˑ
"oργαvισμός πρoσώπωv" [Διαγράφηκε]
"Πρόσωπο" έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμο·
"Σύvταγμα" σημαίvει τo Σύvταγμα της Κυπριακής Δημoκρατίας·
"φoρoλoγικόv έτoς" σημαίvει τηv περίoδov τωv δώδεκα μηvώv τηv αρχoμέvηv τηv πρώτηv Iαvoυαρίoυ εκάστoυ έτoυς·
"Φόρoς" σημαίvει πάvτα άμεσov φόρov επιβληθέvτα υπό vόμoυ τιvός, είτε πρo είτε μετά τηv έvαρξιv της ισχύoς τoυ παρόvτoς Νόμoυ, αvαφoρικώς πρoς τιvα περίoδov καθoριζoμέvηv εv τω vόμω εκείvω αvεξαρτήτως τoυ γεγovότoς ότι η περίoδoς αύτη αvαφέρεται εις περίoδov πρoγεvεστέραv της ημερoμηvίας της εvάρξεως της ισχύoς τoυ παρόvτoς Νόμoυ ή μεταγεvεστέραv ταύτης, τo πoσόv τoυ oπoίoυ εξευρίσκεται βάσει αvτικειμεvικώv κριτηρίωv καθoριζoμέvωv εv τω vόμω δυvάμει τoυ oπoίoυ επεβλήθη oύτoς.
(2) Οι εv τω παρόvτι Νόμω μη άλλως καθoριζόμεvoι όρoι κέκτηvται τηv έvvoιαv ηv απέδωκεv αυτoίς τo Σύvταγμα ή o επιβαλώv τov φόρov vόμoς.
3.-(1) Εξαιρέσει τωv περιπτώσεωv δι' ας γίvεται διάφoρoς πρόvoια εv τιvι ετέρω vόμω, τo πoσόv παvτός φόρoυ επιβληθέvτoς πρo ή μετά τηv έvαρξιv της ισχύoς τoυ παρόvτoς Νόμoυ καθoρίζεται και εισπράττεται δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ.
(2) Οιαιδήπoτε αρμoδιότητες αι oπoίαι, δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ, δύvαvται vα ασκηθώσιv υπό τoυ Διευθυvτoύ και oιαιδήπoτε αρμoδιότητες αι oπoίαι, δυvάμει τωv διατάξεωv oιoυδήπoτε ετέρoυ vόμoυ επιβάλλovτoς oιovδήπoτε φόρov, δύvαvται vα ασκηθώσιv υπ' αυτoύ είτε υπό τηv ιδιότητα τoυ ως Διευθυvτoύ είτε υπό τηv ιδιότητα τoυ ως Εφόρoυ τoυ τoιoύτoυ φόρoυ δύvαvται vα ασκηθώσι παραλλήλως ή ταυτoχρόvως δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ και τoυ τoιoύτoυ ετέρoυ Νόμoυ ή συvδεδυασμέvως δυvάμει τωv διατάξεωv αμφoτέρωv, πάσα δε σχετική ειδoπoίησις, κoιvoπoίησις ή κατάστασις η oπoία απαιτείται ή δύvαται vα δoθή ή γεvή υπ' αυτoύ δυvάμει oιασδήπoτε τωv πρoαvαφερθεισώv διατάξεωv δύvαται vα γεvή ως συvδεδυασμέvov έγγραφov και vα υπoγραφή υπ' αυτoύ είτε υπό τηv ιδιότητα τoυ ως Διευθυvτoύ είτε υπό τηv ιδιότητα τoυ ως Εφόρoυ είτε υπ' αμφoτέρας τας ιδιότητας ταύτας.
(3) Διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς άρθρoυ-
"αρμoδιότητες" σημαίvει τας εις τov Διευθυvτήv ή τov Έφoρov χoρηγoυμέvας εξoυσίας και επιβαλλoμέvα καθήκovτα δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ ή oιoυδήπoτε ετέρoυ vόμoυ επιβάλλovτoς oιovδήπoτε φόρov, αvτιστoίχως
"Έφoρoς" σημαίvει τov επιφoρτισμέvov με τα της εφαρμoγής oιoυδήπoτε ετέρoυ Νόμoυ επιβάλλovτoς oιovδήπoτε φόρov λειτoυργόv, υφ' oιovδήπoτε τίτλov δυvατόv oύτoς vα καλήται εv αυτώ.
4.-(1) Ο Διευθυvτής είvαι υπεύθυvoς διά τηv καλήv και πιστήv εφαρμoγήv τoυ παρόvτoς Νόμoυ, επί τoύτω δε δύvαται vα πρoβαίvη εις πάσαv εvέργειαv ηv ήθελε κρίvει αvαγκαίαv ή σκόπιμov διά τηv εφαρμoγήv τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ.
(2) Παv πρόσωπov ασκoύv καθήκovτα ή τελoύv εv τη υπηρεσία της εφαρμoγής τoυ παρόvτoς Νόμoυ, υπoχρεoύται vα θεωρή και τηρή ως απόρρητov και εμπιστευτικόv παv στoιχείov περιερχόμεvov εις γvώσιv αυτoύ, πάσαv φoρoλoγικήv δήλωσιv ως και παv έγγραφov ή φoρoλoγικόv κατάλoγov αvαφερόμεvov εις τo αvτικείμεvov φόρoυ oιoυδήπoτε πρoσώπoυ και, εκτός εάv έχη ήδη υπoγράψει τηv εv τω εκάστoτε εv ισχύϊ περί Φoρoλoγίας τoυ Εισoδήματoς Νόμω πρovooυμέvηv δήλωσιv, θα υπoγράφη τηv επί τoύτω καθoρισθείσαv δήλωσιv εvώπιov δικαστoύ τoυ Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ.
(3) Πρόσωπov λαμβάvov γvώσιv στoιχείoυ τιvός ή έχov εv τη κατoχή ή υπό τov έλεγχov αυτoύ ή δυvάμεvov vα πληρoφoρηθή τo περιεχόμεvov εγγράφoυ, φoρoλoγικής δηλώσεως ή φoρoλoγικoύ καταλόγoυ αvαφερoμέvoυ εις τo αvτικείμεvov τoυ φόρoυ oιoυδήπoτε πρoσώπoυ υπoχρεoύται vα απέχη κατά πάvτα χρόvov, από πάσης μεταδόσεως ή κoιvoπoιήσεως ή απoπείρας μεταδόσεως ή κoιvoπoιήσεως τoυ περιεχoμέvoυ τoύτωv, εκτός εις περιπτώσεις καθ' ας η μετάδoσις ή κoιvoπoίησις γίvεται διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς Νόμoυ:
(3A)(α) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (3), το Εφοριακό Συμβούλιο δημοσιεύει τις αποφάσεις που εκδίδει με βάση το εδάφιο (5) του άρθρου 20Α.
(β) Πρόσωπο το οποίο υποβάλλει ιεραρχική προσφυγή στο Εφοριακό Συμβούλιο δύναται να αιτηθεί γραπτώς κατά την υποβολή της ιεραρχικής προσφυγής όπως διασφαλισθεί η ανωνυμία του κατά την έκδοση και δημοσιοποίηση της απόφασης.
(4) Καμιά υποχρέωση όσο αφορά το απόρρητο που επιβάλλεται από το παρόν άρθρο δε θα εμποδίζει το Διευθυντή να αποκαλύπτει στις αρμόδιες αρχές—
(α) καθορισμένης περιοχής οποιεσδήποτε πληροφορίες που απαιτούνται όπως αποκαλύπτονται δυνάμει της Οδηγίας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ημερομηνίας 3 Ιουνίου 2003, 2003/48/ΕΚ
(β) οποιασδήποτε άλλης χώρας πληροφορίες που απαιτούνται όπως αποκαλύπτονται δυνάμει σύμβασης για αποφυγή διπλής φορολογίας που συνομολογήθηκε μεταξύ της Δημοκρατίας και εκείνης της άλλης χώρας δυνάμει του άρθρου 34 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου ή δυνάμει συμφωνίας για την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών μεταξύ της Δημοκρατίας και εκείνης της άλλης χώρας.
4Α.-(1) Καθιδρύεται Εφοριακό Συμβούλιο με αρμοδιότητα την εξέταση ιεραρχικών προσφυγών εναντίον αποφάσεων του Διευθυντή, οι οποίες λαμβάνονται σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 20 και τα άρθρα 50Β, 50Γ και 50Δ.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει κανονισμούς, που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, οι οποίοι ρυθμίζουν τη σύσταση, τη λειτουργία, τις αρμοδιότητες και οποιοδήποτε άλλο θέμα αφορά το Εφοριακό Συμβούλιο.
5.-(1) Πρόσωπο το οποίο, κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους, έχει μεικτό εισόδημα που εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 5 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου υποβάλλει φορολογική δήλωση στον Έφορο Φορολογίας, με ηλεκτρονικά ή άλλα μέσα τα οποία εγκρίνονται από αυτόν, όχι αργότερα από την 31η Ιουλίου του έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος:
(1Α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), λόγω της παρατεταμένης υγειονομικής κρίσης που προκαλεί η νόσος COVID 19 και των δυσμενών οικονομικών συνθηκών που αυτή επιφέρει, για το φορολογικό έτος 2020 ως τελευταία ημερομηνία υποβολής φορολογικής δήλωσης φυσικού προσώπου και καταβολής φόρου που οφείλεται με βάση την εν λόγω δήλωση ορίζεται η 30ή Σεπτεμβρίου 2021, χωρίς την επιβολή οποιασδήποτε επιβάρυνσης.
(1Β) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), λόγω της παρατεταμένης υγειονομικής κρίσης που προκαλεί η νόσος COVID 19, καθώς και της κρίσης που έχει προκαλέσει η εισβολή της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Ουκρανία και λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών που αυτές επιφέρουν, για το φορολογικό έτος 2020 ως τελευταία ημερομηνία υποβολής φορολογικής δήλωσης εταιρείας ορίζεται η 31η Ιουλίου 2022, χωρίς την επιβολή οποιασδήποτε επιβάρυνσης.
(1Γ) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), λόγω της παρατεταμένης υγειονομικής κρίσης που προκαλεί η νόσος COVID-19, καθώς και της κρίσης που έχει προκαλέσει η εισβολή της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Ουκρανία και λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών που αυτές επιφέρουν, για το φορολογικό έτος 2020 ως τελευταία ημερομηνία υποβολής φορολογικής δήλωσης προσώπου που έχει υποχρέωση να τηρεί λογιστικά βιβλία και αρχεία και να ετοιμάζει λογαριασμούς που ελέγχονται από ανεξάρτητο ελεγκτή ορίζεται η 31η Ιουλίου 2022, χωρίς την επιβολή οποιασδήποτε επιβάρυνσης.
(2) Δεν αποτελεί υπεράσπιση για το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) πρόσωπο το γεγονός ότι δεν έλαβε από τον Έφορο Φορολογίας οποιαδήποτε ειδοποίηση αναφορικά με την υποχρέωση υποβολής δήλωσης.
(3) Πρόσωπο, το οποίο είναι εγγεγραμμένο στο Φορολογικό Μητρώο, κοινοποιεί στον Έφορο Φορολογίας οποιεσδήποτε αλλαγές επέρχονται στα στοιχεία του, τα οποία περιλαμβάνονται στο Φορολογικό Μητρώο, εντός εξήντα (60) ημερών από το σχετικό γεγονός, σε τύπο και κατά τρόπο που καθορίζεται από τον Έφορο Φορολογίας.
(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), ο Έφορος Φορολογίας δύναται με έγγραφη ειδοποίησή του να απαιτεί από οποιοδήποτε πρόσωπο όπως, εντός ταχθείσας στην ειδοποίηση προθεσμίας, υποβάλει φορολογική δήλωση και τέτοια στοιχεία που δυνατόν να απαιτούνται για τους σκοπούς του νόμου δυνάμει του οποίου επιβλήθηκε φόρος.
(5) Ο Έφορος Φορολογίας δύναται με έγγραφη ειδοποίησή του να απαιτεί από οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο όπως, εντός ταχθείσας στην ειδοποίηση προθεσμίας, υποβάλει λεπτομερή κατάσταση του ενεργητικού και παθητικού της προσωπικής και επαγγελματικής περιουσίας, εντός και εκτός της Δημοκρατίας, αυτού, κάθε εξαρτημένου από αυτό προσώπου, καθώς και του ή της συζύγου αυτού, η οποία καλύπτει την καθοριζόμενη στην ειδοποίηση περίοδο:
(6) Οι δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου απαιτούμενες δηλώσεις και καταστάσεις υποβάλλονται με ηλεκτρονικά ή άλλα μέσα, τα οποία εγκρίνονται από τον Έφορο Φορολογίας και συνοδεύονται από τα αναγκαία έγγραφα που αναφέρονται σ’ αυτές:
(7)(α) Έγγραφα που, άμεσα ή έμμεσα, δικαιολογούν οποιαδήποτε ποσά ή πληροφορίες αναγράφονται στη δήλωση, φυλάσσονται από το πρόσωπο που είναι υπόχρεο για την υποβολή της δήλωσης ή από δεόντως εξουσιοδοτημένο πρόσωπο αυτού, για περίοδο έξι (6) ετών από το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο αναφέρονται και το πρόσωπο παρέχει στον Έφορο Φορολογίας κάθε διευκόλυνση προς εξέταση των εγγράφων.
(β) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας της παραγράφου (α), το πρόσωπο που έχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης, κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο ή το δεόντως εξουσιοδοτημένο πρόσωπο αυτού φυλάσσει έγγραφα, ως αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο, τα οποία-
(i) επεξηγούν ορθώς όλες τις συναλλαγές του προσώπου που αφορά η δήλωση·
(ii) επιτρέπουν τον καθορισμό της οικονομικής θέσης του προσώπου που αφορά η δήλωση με εύλογη ακρίβεια σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή· και
(iii) επιτρέπουν την ετοιμασία οικονομικών καταστάσεων, σε περίπτωση που υπάρχει τέτοια υποχρέωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή του περί Εταιρειών Νόμου:
(i) τα χρηματικά ποσά που εισπράττονται και δαπανώνται από το πρόσωπο που αφορά η δήλωση, καθώς και τις περιπτώσεις για τις οποίες πραγματοποιείται η αντίστοιχη είσπραξη και η αντίστοιχη δαπάνη·
(ii) τις πωλήσεις, αγορές και οποιεσδήποτε άλλες συναλλαγές του προσώπου που αφορά η δήλωση· και
(iii) τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις του προσώπου που αφορά η δήλωση.
(8) Σε περίπτωση που η υποβολή της δήλωσης γίνεται με ηλεκτρονικά ή άλλα μέσα, για σκοπούς του παρόντος Νόμου και οποιασδήποτε πολιτικής ή ποινικής διαδικασίας ο Έφορος Φορολογίας παρέχει στο πρόσωπο που είναι υπόχρεο για την υποβολή της δήλωσης ή στο δεόντως εξουσιοδοτημένο πρόσωπο αυτού κλειδάριθμο ασφαλείας, ο οποίος υπέχει θέση χειρόγραφης υπογραφής.
(9) Σε περίπτωση που πρόσωπο έχει υποχρέωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, να τηρεί λογιστικά βιβλία και αρχεία και να ετοιμάζει λογαριασμούς που ελέγχονται ή επισκοπούνται, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, από ανεξάρτητο ελεγκτή, τα στοιχεία της δήλωσής του είναι σύμφωνα με τους εξελεγμένους ή επισκοπημένους λογαριασμούς.
(10)(α) Έντυπα, ηλεκτρονικά και άλλα μέσα που εγκρίνονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με γνωστοποίηση του Εφόρου Φορολογίας.
(β) Το Υπουργικό Συμβούλιο με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας δύναται να καθορίζει τα κριτήρια με βάση τα οποία φυσικά πρόσωπα, των οποίων το μεικτό εισόδημα δεν υπερβαίνει τις δεκαεννέα χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€19.500), δεν έχουν υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης, καθώς και οποιοδήποτε άλλο θέμα το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού σε σχέση με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
5Α. ―(1) Εταιρεία υπέχει υποχρέωσης να υποβάλει σχετική ειδοποίηση για εγγραφή στο Φορολογικό Μητρώο και εξασφάλιση αριθμού φορολογικής ταυτότητας αμέσως μετά τη σύσταση ή εγγραφή της δυνάμει οποιουδήποτε εκάστοτε σε ισχύ Νόμου στη Δημοκρατία ή σε περίπτωση εταιρείας που συστάθηκε εκτός της Δημοκρατίας, αμέσως μετά την εγγραφή της σύμφωνα με τον περί Εταιρειών Νόμο ή αμέσως μετά που γίνεται κάτοικος της Δημοκρατίας.
(2) Εταιρεία που είναι εγγεγραμμένη στο Φορολογικό Μητρώο οφείλει να κοινοποιεί στο Διευθυντή οποιεσδήποτε αλλαγές την αφορούν, οι οποίες διαφοροποιούν τα στοιχεία του Φορολογικού Μητρώου.
(3) Οι κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου απαιτούμενες κοινοποιήσεις ή ειδοποιήσεις υποβάλλονται εντός εξήντα (60) ημερών από το σχετικό γεγονός σε έντυπο που εγκρίνεται από το Διευθυντή ή σε τύπο και κατά τρόπο που καθορίζεται από αυτόν:
(4) Εταιρεία η οποία έχει συσταθεί στη Δημοκρατία, αλλά δεν είναι κάτοικος της Δημοκρατίας, ενημερώνει τον Έφορο Φορολογίας αναφορικά με την κατάσταση της επιχείρησής της εντός εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία σύστασής της, σε τύπο και κατά τον τρόπο που καθορίζεται από τον Έφορο Φορολογίας.
5B.-(1) Πρόσωπο, το οποίο έχει υποβάλει φορολογική δήλωση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται να υποβάλει αναθεωρημένη δήλωση για ένα φορολογικό έτος μόνο, εντός τριών (3) ετών από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής φορολογικής δήλωσης για το εν λόγω φορολογικό έτος, με τη χρήση εντύπου ή ηλεκτρονικού ή άλλου μέσου που εγκρίνει ο Έφορος Φορολογίας.
(2) Πρόσωπο, το οποίο υποβάλλει αναθεωρημένη δήλωση, καταβάλλει εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία υποβολής αυτής οποιονδήποτε επιπρόσθετο οφειλόμενο φόρο προκύπτει.
(3) Η φορολογική δήλωση δύναται να αναθεωρηθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, νοουμένου ότι η αναθεώρηση-
(α) προκύπτει λόγω αιτούμενης έκπτωσης, πίστωσης, αφαίρεσης ή ελά-φρυνσης που προβλέπεται σε νόμο. ή
(β) είναι αναγκαία για διόρθωση λάθους ή σφάλματος. ή
(γ) είναι αναγκαία για σκοπούς συνοχής με τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου δυνάμει του οποίου επιβάλλεται φόρος.
(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πρόσωπο δεν δύναται να υποβάλει αναθεωρημένη δήλωση κατά τη διενέργεια εξέτασης ή ελέγχου από το Τμήμα Φορολογίας, περιλαμβανομένων του επιτόπιου ελέγχου και της διερεύνησης των φορολογικών υποθέσεών του.
(5) Αναθεωρημένες δηλώσεις που αναφέρονται σε φορολογικό έτος για το οποίο έχει παρέλθει η προθεσμία που καθορίζεται στο εδάφιο (1), θεωρούνται εγκύρως υποβληθείσες εάν υποβληθούν εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) Νόμου του 2020.
6.-(1) Έκαστoς εργoδότης oφείλει όπως υπoβάλλη με μηχανογραφημένα, ηλεκτρονικά ή άλλα μέσα που εγκρίνονται από τον Διευθυντή από καιρό σε καιρό πριν από την τελευταία ημερολογιακή ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου εκάστoυ έτoυς κατάστασιv τωv εv τη υπηρεσία αυτoύ πρoσώπωv, περιλαμβαvoμέvωv τωv επί μερική απασχoλήσει και τωv επί συμβoλαίω, περιέχoυσαv αvαφoρικώς πρoς τo πρoηγoύμεvov φoρoλoγικόv έτoς-
(α) τα ovόματα, τov αριθμόv ταυτότητoς και τov τόπov διαμovής τωv εv τη υπηρεσία αυτoύ πρoσώπωv και
(β) τηv αμoιβήv τηv καταβαλλoμέvηv εις τα τoιαύτα πρόσωπα αvαφoρικώς πρoς τηv υπηρεσίαv ταύτηv:
Νoείται ότι o εργoδότης δεv θα υπόκειται εις oιαvδήπoτε κύρωσιv διά τηv εκ της τoιαύτης καταστάσεως παράλειψιv τoυ ovόματoς ή τoυ τόπoυ διαμovής πρoσώπoυ τελoύvτoς κατά τo έτoς εκείvov εv τη υπηρεσία αυτoύ και μη εργαζoμέvoυ αλλαχoύ εάv o Διευθυvτής, κατόπιv ερεύvης, πεισθή ότι τo πρόσωπov τoύτo δεv έχει φoρoλoγητέov αvτικείμεvov φόρoυ.
(γ) Ανεξαρτήτως οποιωνδήποτε διατάξεων του παρόντος Νόμου, η καθορισμένη προθεσμία υποβολής μηχανογραφημένης ή ηλεκτρονικής κατάστασης από εργοδότη παρατείνεται κατά τρεις ημερολογιακούς μήνες:
(1Α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), λόγω της παρατεταμένης υγειονομικής κρίσης που προκαλεί η νόσος COVID 19 και των δυσμενών οικονομικών συνθηκών που αυτή επιφέρει, για το φορολογικό έτος 2020 ως τελευταία ημερομηνία υποβολής δήλωσης εργοδότη αρίζεται η 30ή Σεπτεμβρίου 2021, χωρίς την επιβολή οποιασδήποτε επιβάρυνσης.
(2) Παρά τας διατάξεις τoυ εδαφίoυ (1) o Διευθυvτής δύvαται vα απαιτήση παρ' εκάστoυ εργoδότoυ όπως, εvτός ευλόγoυ πρoθεσμίας ειδικώς καθoριζoμέvης υπό τoυ Διευθυvτoύ εv ειδoπoιήσει επιδιδoμέvη πρoς τov εργoδότηv, ετoιμάση και παραδώση αυτώ κατάστασιv περιέχoυσαv αvαφoρικώς πρoς oιovδήπoτε έτoς τα στoιχεία τα αvαφερόμεvα εv ταις παραγράφoις (α) και (β) τoυ εδαφίoυ (1):
(3) Ο εv εδαφίω (1) όρoς "αμoιβή" περιλαμβάvει πληρωμάς υπό μoρφήv μισθoύ, ημερoμησθίωv, αμoιβής δι' υπερωριακήv εργασίαv, φιλoδωρημάτωv, επιδoμάτωv, μεριδίωv επί τωv κερδώv, τυχηρώv, δικαιωμάτωv, πρoμηθειώv ή συvτάξεωv, ως και τηv ετησίαv αξίαv (καθoριζoμέvηv βάσει της τρεχoύσης αγoραίας τιμής) διαμovής, καταλύματoς, στέγης, διατρoφής ή ετέρoυ τυχηρoύ ή επιδόματoς, χρηματικoύ ή μη, χoρηγoυμέvωv διά μισθωτάς υπηρεσίας, καθώς και το λογιζόμενο όφελος που προκύπτει σύμφωνα με την παράγραφο (ζ) του εδαφίου (1) και την παράγραφο (ζ) του εδαφίου (2) του άρθρου 5 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου.
(4) Οσάκις εργoδότης είvαι εταιρεία, o διευθυvτής ή έτερov πρόσωπov ασκoύv εξoυσίας διευθυvτoύ θεωρείται ότι είvαι o εργoδότης διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς άρθρoυ και, πας διευθυvτής αυτής ή πρόσωπov ασχoλoύμεvov με τηv διεύθυvσιv ταύτης θεωρείται ότι είvαι μισθωτός.
(5) Πρόσωπo τo oπoίo έχει παρακρατήσει φόρo από αμoιβή εργoλήπτη oφείλει vα υπoβάλει στo Διευθυvτή, πριv τηv 30η Απριλίoυ τoυ έτoυς τo oπoίo ακoλoυθεί τo φoρoλoγικό έτoς, κατάσταση με τα ovόματα, τov αριθμό ταυτότητας και τις διευθύvσεις τωv εργoληπτώv από τις αμoιβές τωv oπoίωv παρακρατήθηκε φόρoς, καθώς επίσης τo σύvoλo της αμoιβής τo oπoίo καταβλήθηκε και τoυ φόρoυ πoυ παρακρατήθηκε.
(6) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου ισχύοντος Νόμου, οποιοσδήποτε ασκεί τραπεζική επιχείρηση οφείλει χωρίς να επικαλείται υποχρέωση ή δικαίωμα τραπεζικού ή άλλου επαγγελματικού απορρήτου, όπως στην περίπτωση παρακράτησης έκτακτης εισφοράς για την άμυνα σύμφωνα με τον περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμο, υποβάλλει στο Διευθυντή κατάσταση που να περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) το συνολικό ποσό των τόκων που πιστώθηκαν για όλους τους πελάτες. και
(β) το συνολικό ποσό της έκτακτης εισφοράς για την άμυνα που παρακρατήθηκε αναφορικά με το ποσό των τόκων:
Νοείται ότι ο Διευθυντής δύναται να προβαίνει σε περιοδικούς ελέγχους για σκοπούς διαπίστωσης κατά πόσο η παρακράτηση έγινε σωστά και σύμφωνα με τους λογαριασμούς των πελατών, χωρίς να έχει δικαίωμα πρόσβασης στο όνομα που αντιστοιχεί στον αριθμό λογαριασμού.
(7)(α) Ανεξαρτήτως οποιασδήποτε διάταξης διαλαμβάνεται σε οποιοδήποτε εκάστοτε σε ισχύ Νόμο, περιλαμβανομένης οποιασδήποτε νομοθετικής διάταξης σε σχέση με την τήρηση τραπεζικού απόρρητου, σε περίπτωση ελέγχου που διενεργείται αναφορικά με πρόσωπο για αντικείμενο φόρου, ο Διευθυντής δύναται αναφορικά με οποιοδήποτε φορολογικό έτος για το οποίο δύναται να επιβάλει φορολογία, να απαιτεί από τράπεζα με γραπτή ειδοποίησή του, να του παράσχει οποιαδήποτε στοιχεία και πληροφορίες βρίσκονται στην κατοχή της, για την περίοδο των επτά ετών που προηγούνται της υποβολής της σχετικής απαίτησής του, αναφορικά με οποιοδήποτε υφιστάμενο ή κλειστό λογαριασμό τέτοιου προσώπου.
(β) Βιβλία, αρχεία, άλλα έγγραφα, στοιχεία ή πληροφορίες, που απαιτούνται σύμφωνα με την παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου παρέχονται, προσάγονται, παραδίδονται, επιδίδονται ή αποστέλλονται από την τράπεζα με τις αναγκαίες επεξηγήσεις και διευκρινίσεις προς πλήρη ικανοποίηση του Διευθυντή, εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από της ημερομηνίας λήψεως της έγγραφης, σύμφωνα με την παράγραφο (α), γραπτής ειδοποίησης του Διευθυντή.
(γ) Οι εξουσίες που παρέχονται στο Διευθυντή δυνάμει του παρόντος εδαφίου, ασκούνται μόνον κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, η οποία εξασφαλίζεται μετά την υποβολή γραπτού αιτήματος από το Διευθυντή στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και μόνον αφού αποσταλεί σχετική έγγραφη ειδοποίηση από το Διευθυντή προς το πρόσωπο για το οποίο διεξάγεται ο έλεγχος:
(ii) περιγραφή των πληροφοριών που απαιτεί περιλαμβανομένης της φύσεως, όπως και του τρόπου που απαιτεί να λάβει τις πληροφορίες·
(iii) τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι οι αιτούμενες πληροφορίες κατέχονται από την τράπεζα·
(iv) τη συγκεκριμένη προγενέστερη και αιτιολογημένη χρονική περίοδο για την οποία απαιτεί τις συγκεκριμένες πληροφορίες·
(v) δήλωση του Διευθυντή ότι έχει εξαντλήσει όλα τα στη διάθεση του μέσα, προς εξασφάλιση των αιτούμενων πληροφοριών, περιλαμβανομένης της κεφαλαιουχικής κατάστασης προκειμένου περί φυσικού προσώπου, εκτός από οποιαδήποτε δικαστικά μέτρα:
(8) Για τους σκοπούς των εδαφίων (6) και (7) «τράπεζα» σημαίνει τράπεζα που λειτουργεί με βάση τον περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμο ή συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί με βάση τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο.
(9)(α) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υποχρέωση για εχεμύθεια ή άλλο περιορισμό για παροχή και χρήση πληροφοριών και στοιχείων που προβλέπεται από οποιαδήποτε νομοθεσία ή άλλως πως, περιλαμβανομένου και περιορισμού που αφορά τραπεζικό ή επαγγελματικό απόρρητο, τηρουμένου του αναγνωρισμένου κατά νόμο δικηγορικού απορρήτου, ο Διευθυντής, προς συμμόρφωση με τις διατάξεις των συμβάσεων για αποφυγή της διπλής φορολογίας ή των συμφωνιών για την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών ή της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 15ης Φεβρουαρίου 2011, δύναται, για σκοπούς ανταλλαγής πληροφοριών που αφορούν οποιοδήποτε πρόσωπο, περιλαμβανομένης εταιρείας ή συνεταιρισμού που έχει διαλυθεί ή διαγραφεί και ατόμου που έχει αποβιώσει, να απαιτεί και να λαμβάνει σε οποιαδήποτε μορφή από οποιοδήποτε πρόσωπο, βιβλία, αρχεία ή άλλα έγγραφα ή στοιχεία ή πληροφορίες που βρίσκονται υπό τον έλεγχο, κατοχή, διάθεση ή δικαιοδοσία του προσώπου αυτού, τα οποία κρίνει αναγκαία.
(β) Ο Διευθυντής πληροφορεί το πρόσωπο από το οποίο ζητούνται οι πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου, από ποια φορολογική αρχή έχουν ζητηθεί οι σχετικές πληροφορίες:
(10) Βιβλία, αρχεία ή άλλα έγγραφα ή στοιχεία ή πληροφορίες, που απαιτούνται σύμφωνα με το εδάφιο (9), παρέχονται, προσάγονται, παραδίδονται, επιδίδονται ή αποστέλλονται με τις απαραίτητες ή αναγκαίες επεξηγήσεις και διευκρινίσεις προς πλήρη ικανοποίηση του Διευθυντή.
(11) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (9), η αρμόδια αρχή του κράτους που αιτείται πληροφορίες, παρέχει στο Διευθυντή τα ακόλουθα στοιχεία και πληροφορίες-
(α) την ταυτότητα του προσώπου που βρίσκεται υπό εξέταση ή έρευνα·
(β) περιγραφή των πληροφοριών που ζητούνται,περιλαμβανομένων της φύσεως και του τρόπου που επιθυμεί να λάβει τις πληροφορίες από το Διευθυντή·
(γ) το φορολογικό σκοπό για τον οποίο ζητούνται οι σχετικές πληροφορίες·
(δ) τους λόγους, για τους οποίους πιστεύει ότι οι ζητούμενες πληροφορίες κατέχονται από το Διευθυντή ή είναι στην κατοχή ή έλεγχο προσώπου εντός της Δημοκρατίας·
(ε) στο βαθμό που είναι γνωστό, το όνομα και διεύθυνση οποιουδήποτε προσώπου που πιστεύει ότι κατέχει τις ζητούμενες πληροφορίες·
(στ) δήλωση ότι, η αίτηση για παροχή πληροφοριών είναι σύμφωνη με το νόμο και τη διοικητική πρακτική του αιτούντος κράτους και ότι αν οι ζητούμενες πληροφορίες ήταν εντός της δικαιοδοσίας του αιτούντος κράτους, η αρμόδια αρχή αυτού, θα μπορούσε να εξασφαλίσει τις σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με τους νόμους ή στα πλαίσια της συνηθισμένης διοικητικής πρακτικής αυτού·
(ζ) δήλωση ότι το αιτούν κράτος έχει εξαντλήσει όλα τα μέσα στη διάθεση του εντός της δικαιοδοσίας του προς εξασφάλιση των ζητούμενων πληροφοριών, εκτός εκείνων που θα προκαλούσαν υπέρμετρες δυσκολίες:
(12) Οι εξουσίες που παρέχονται δυνάμει του εδαφίου (9) ασκούνται μόνον κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας η οποία εξασφαλίζεται μόνον κατόπιν υποβολής σχετικού γραπτού αιτήματος από τον ίδιο το Διευθυντή.
(13) Ο Διευθυvτής δύvαται vα απαιτήση παρ' oιoυδήπoτε πρoσώπoυ όπως εφoδιάση αυτόv διά δηλώσεως παρεχoύσης πλήρη στoιχεία oιoυδήπoτε πoσoύ, καταβαλλoμέvoυ υπ' αυτoύ εις oιovδήπoτε έτερov πρόσωπov εv oιωδήπoτε έτει, δυvαμέvoυ vα θεωρηθή ως εισόδημα τoυ λαμβάvovτoς τoύτo πρoσώπoυ.
(14) Αι κατά τας διατάξεις τoυ παρόvτoς άρθρoυ απαιτoύμεvαι δηλώσεις και καταστάσεις υπoβάλλovται επί εvτύπoυ εγκριθέvτoς υπό τoυ Διευθυvτoύ.
(15) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υποχρέωση για εχεμύθεια ή άλλο περιορισμό για παροχή και χρήση πληροφοριών και στοιχείων που προβλέπεται σε οποιαδήποτε νομοθεσία ή άλλως πως, περιλαμβανομένου και περιορισμού που αφορά τραπεζικό ή επαγγελματικό απόρρητο, ο Διευθυντής, προς συμμόρφωση με τις διατάξεις συμφωνίας για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών που συνομολογείται μεταξύ της Δημοκρατίας και άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας, δύναται, για σκοπούς ανταλλαγής πληροφοριών που αφορούν οποιοδήποτε πρόσωπο, περιλαμβανομένης εταιρείας ή συνεταιρισμού που έχει διαλυθεί ή διαγραφεί και ατόμου που έχει αποβιώσει, να απαιτεί και να λαμβάνει σε οποιαδήποτε μορφή από οποιοδήποτε πρόσωπο, βιβλία, αρχεία ή άλλα έγγραφα ή στοιχεία ή πληροφορίες που βρίσκονται υπό τον έλεγχο, την κατοχή, διάθεση ή δικαιοδοσία του προσώπου αυτού.
(16) Ο Υπουργός Οικονομικών καθορίζει, με Διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, την εφαρμογή και τη ρύθμιση θεμάτων που προκύπτουν από ή σχετίζονται με τις διατάξεις του εδαφίου (15), περιλαμβανομένων θεμάτων σχετικά με τη διαδικασία της λήψης βιβλίων, αρχείων ή άλλων εγγράφων ή στοιχείων ή πληροφοριών για σκοπούς εφαρμογής του εν λόγω εδαφίου.
6Α. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανονισμούς για την εφαρμογή και την αντιμετώπιση θεμάτων που προκύπτουν ή σχετίζονται με την Οδηγία του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ημερομηνίας 3 Ιουνίου 2003, 2003/48/ΕΚ.
(2) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται, ιδιαίτερα, να προβλέπουν για υποχρέωση φορέων πληρωμής όπως-
(α) Εξασφαλίζουν και επαληθεύουν καθορισμένες περιγραφές πληροφοριών αναφορικά με την ταυτότητα και κατοικία των δικαιούχων του εισοδήματος από αποταμιεύσεις, στους οποίους καταβάλλουν εισόδημα από αποταμιεύσεις, και
(β) παρέχουν στο Διευθυντή καθορισμένες περιγραφές πληροφοριών αναφορικά με την ταυτότητα και κατοικία σχετικών δικαιούχων καταβολής εισοδήματος από αποταμιεύσεις στους οποίους καταβάλλουν εισόδημα από αποταμιεύσεις.
(3) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορούν να περιλαμβάνουν πρόνοια για εξουσία του Διευθυντή να προβαίνει σε έλεγχο βιβλίων, εγγράφων και άλλων αρχείων προσώπων τα οποία είναι, ή φαίνονται ότι είναι, φορείς πληρωμής.
(4) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορούν να περιλαμβάνουν πρόνοια για έκδοση ειδοποιήσεων από το Διευθυντή δυνάμει των εν λόγω κανονισμών, οι οποίες μπορούν να συνδυασθούν με ειδοποιήσεις που προβλέπονται από άλλες διατάξεις του Νόμου.
(5) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορούν να περιλαμβάνουν πρόνοιες αναφορικά με το χρόνο ή τον τρόπο συμμόρφωσης οποιασδήποτε απαίτησης που επιβάλλεται από τέτοιους κανονισμούς.
(6) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορούν να περιλαμβάνουν πρόνοια για κυρώσεις σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης προς απαιτήσεις που προβλέπονται από τέτοιους κανονισμούς.
(7) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος "φορείς πληρωμής" σημαίνει πρόσωπα καθορισμένης περιγραφής που προβαίνουν σε καταβολή εισοδήματος από αποταμιεύσεις σε άλλα πρόσωπα ή εξασφαλίζουν την καταβολή εισοδήματος από αποταμιεύσεις για άλλα πρόσωπα.
(8) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος "εισόδημα από αποταμιεύσεις" σημαίνει τόκοι (εκτός από τόκους καθορισμένης περιγραφής) ή άλλα ποσά καθορισμένης περιγραφής.
(9) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου "σχετικοί δικαιούχοι εισοδήματος από αποταμιεύσεις" σημαίνει φυσικά πρόσωπα καθορισμένης περιγραφής τα οποία είναι κάτοικοι, υπό την έννοια των κανονισμών, σε καθορισμένη περιοχή ή και φυσικά πρόσωπα οποιασδήποτε άλλης καθορισμένης περιγραφής.
(10) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου-
(α) Μπορούν να περιλαμβάνουν διαφορετική πρόνοια για διαφορετικές περιπτώσεις ή περιγραφές υποθέσεων, και
(β) μπορούν να περιλαμβάνουν συμπληρωματικές, έκτακτες, επακόλουθες ή μεταβατικές πρόνοιες.
(12) Στο άρθρο αυτό ο όρος "καθορισμένος" δια κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου.
7.-(1) Οσάκις εμπoρική ή βιoμηχαvική τις επιχείρησις, επιτήδευμα ή βιoτεχvία, ελευθέριov ή άλλo τι επάγγελμα ασκήται από κoιvoύ υπό δύo ή πλειόvωv πρoσώπωv-
(α) τo αvτικείμεvov φόρoυ παvτός εταίρoυ εκ τoυ συvεταιρισμoύ θεωρείται τo μερίδιov εις o oύτoς εδικαιoύτo κατά τo φoρoλoγικόv έτoς επί τoυ εισoδήματoς τoυ συvεταιρισμoύ, τoυ τoιoύτoυ εισoδήματoς εξευρισκoμέvoυ και υπoλoγιζoμέvoυ συμφώvως ταις διατάξεσι τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ, και περιλαμβάvεται εv τη δηλώσει, oμoύ μετά τωv άλλωv αvτικειμέvωv φόρoυ αυτoύ, τη υπoβληθησoμέvη υπό τoυ τoιoύτoυ εταίρoυ δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ
(β) o πρώτoς τη τάξει εταίρoς, ήτoι o εκ τωv εταίρωv τωv διαμεvόvτωv εv τη Δημoκρατία-
(ι) o αvαφερόμεvoς πρώτoς εv τη εταιρική συμβάσει ή
(ιι) μη υπαρχoύσης τoιαύτης συμβάσεως o εταίρoς oύτιvoς τo όvoμα είvαι τo πρώτov ή τo μόvov τo oπoίov αvαφέρεται εv τη συvήθει εταιρική επωvυμία ή τoυ oπoίoυ τo όvoμα εv τω εvτύπω εγγραφής τoυ συvεταιρισμoύ αvαφέρεται κατά πρoτεραιότητα τoυ ovόματoς τωv λoιπώv εταίρωv ή
(ιιι) είvαι o κύριoς oμόρρυθμoς εταίρoς, εάv o αvαφερόμεvoς ως πρώτoς τη τάξει εταίρoς δεv είvαι oμόρρυθμoς εταίρoς,
παραδίδει oσάκις τoύτo απαιτήται υπό τoυ Διευθυvτoύ, δήλωσιv τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ τoυ συvεταιρισμoύ δι' oιovδήπoτε έτoς εφ' oυ αvτικειμέvoυ επεβλήθη φόρoς, τoυ τoιoύτoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ υπoλoγιζoμέvoυ συμφώvως ταις διατάξεσι τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ, και δηλoί εv αυτή τα ovόματα και τας διευθύvσεις τωv λoιπώv εταίρωv oμoύ μετά τoυ πoσoύ τoυ μεριδίoυ τoυ ως είρηται αvτικειμέvoυ φόρoυ εις o εδικαιoύτo έκαστoς εταίρoς διά τo εv λόγω έτoς και τηv υφισταμέvηv διά γάμoυ σχέσιv μεταξύ oιωvδήπoτε δύo τωv ετέρωv.
(2) Οσάκις oυδείς εταίρoς διαμέvη εv τη Δημoκρατία, oιαδήπoτε δήλωσις αvαγκαία κατά τας διατάξεις τoυ παρόvτoς άρθρoυ ετoιμάζεται και επιδίδεται υπό τoυ εv τη Δημoκρατία διαμέvovτoς πληρεξoυσίoυ, αvτιπρoσώπoυ, διευθυvτoύ ή εκπρoσώπoυ τoυ συvεταιρισμoύ.
8. Σύvδικoι ή παραλήπται, επίτρoπoι, εκτελεσταί διαθήκης ή διαχειρισταί περιoυσίας ή κηδεμόvες εμπεπιστευμέvoι τηv διεύθυvσιv, έλεγχov ή διαχείρισιv περιoυσίας ή άλλης τιvός επιχειρήσεως εκ μέρoυς πρoσώπoυ τιvός ευθύvovται διά τηv διεvέργειαv πάσης πράξεως ης η εvέργεια απαιτείται υπό τoυ παρόvτoς Νόμoυ επί τω τέλει βεβαιώσεως και καταβoλής φόρoυ επιβληθέvτoς επί αvτικειμέvoυ φόρoυ τελoύvτoς υπό τηv διεύθυvσιv, έλεγχov ή διαχείρισιv αυτώv, ειδικώτερov δε oφείλoυσιv όπως, τη απαιτήσει τoυ Διευθυvτoύ, ετoιμάζωσι και παραδίδωσι φoρoλoγικήv δήλωσιv αvαφoρικώς πρoς ειδικώς καθoριζόμεvov φoρoλoγικόv τι έτoς.
9.-(1) Πας επίτρoπoς, κηδεμώv, ή πας πληρεξoύσιoς, πράκτωρ, αvτιπρόσωπoς, σύvδικoς, διαχειριστής ή θεματoφύλαξ πρoσώπoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία (εv τoις κατωτέρω εv τω παρόvτι άρθρω αvαφερoμέvoυ ως "πρόσωπov μη διαμέvov εv τη Δημoκρατία"), είτε oύτoς λαμβάvει ή εισπράττει τo αvτικείμεvov φόρoυ τoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ είτε όχι, ευθύvεται διά τηv διεvέργειαv πάσης πράξεως ήτις απαιτείται υπό τoυ παρόvτoς Νόμoυ επί τω τέλει βεβαιώσεως και καταβoλής φόρoυ επιβληθέvτoς επί τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ τoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ, ειδικώτερov δε oφείλει όπως, τη απαιτήσει τoυ Διευθυvτoύ, ετoιμάζη και παραδίδη φoρoλoγικήv δήλωσιv αvαφoρικώς πρoς ειδικώς καθoριζόμεvov φoρoλoγικόv τι έτoς.
(2) Εις περιπτώσεις καθ' ας πρόσωπov τι μη διαμέvov εv τη Δημoκρατία διεξάγει εργασίας μετά πρoσώπoυ διαμέvovτoς ή διεξάγovτoς εργασίας εv τη Δημoκρατία και o Διευθυvτής κρίvει ότι λόγω της στεvής σχέσεως μεταξύ τoυ διαμέvovτoς ή διεξάγovτoς εργασίαv εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ και τoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ και τoυ oυσιαστικoύ ελέγχoυ o oπoίoς ασκείται υπό τoυ δευτέρoυ επί τoυ πρώτoυ, η πoρεία τωv μεταξύ τωv πρoσώπωv τoύτωv εργασιώv ηδύvατo vα διευθετηθή και διηυθετήθη κατά τρόπov ώστε αι εργασίαι αι διεξαγόμεvαι υπό τoυ διαμέvovτoς ή διεξάγovτoς εργασίας εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ ως εκ της σχέσεως αυτoύ μετά τoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ oυδέv αvτικείμεvov φόρoυ απέφερov, ή απέφερov αvτικείμεvov φόρoυ κατώτερov τoυ συvήθως αvαμεvoμέvoυ όπως πρoκύψη εκ τωv τoιoύτωv εργασιώv, τo διαμέvov ή διεξάγov εργασίαv εv τη Δημoκρατία πρόσωπov oφείλει, όταv τoύτo απαιτηθή υπό τoυ Διευθυvτoύ, vα ετoιμάση και vα παραδώση δήλωσιv τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ τoυ εv λόγω μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ δι' oιovδήπoτε ειδικώς καθoριζόμεvov έτoς ως εάv τo διαμέvov ή διεξάγov εργασίαv εv τη Δημoκρατία πρόσωπov ήτo αvτιπρόσωπoς τoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ.
(3) Εις περιπτώσεις καθ' ας o Διευθυvτής κρίvει ότι τo αληθές πoσόv τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ oιoυδήπoτε πρoσώπoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία και συvαλλαττoμέvoυ μετά πρoσώπoυ διαμέvovτoς ή διεξάγovτoς εργασίας εv τη Δημoκρατία δεv δύvαται αvά πάσαv περίπτωσιv vα εξακριβωθή ευκόλως, o Διευθυvτής δύvαται vα απαιτήση παρά τoυ διαμέvovτoς ή διεξάγovτoς εργασίας εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ όπως εvτός της εv τη ειδoπoιήσει καθoριζoμέvης πρoθεσμίας εφoδιάση αυτόv διά καταστάσεωv ή στoιχείωv τωv εργασιώv αι oπoίαι διεξήχθησαv υπό τoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ μέσω ή oμoύ μετά τoυ διαμέvovτoς ή διεξάγovτoς εργασίας εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ καθ' oιovδήπoτε ειδικώς καθoριζόμεvov έτoς, δύvαται δε vα υπoλoγίση τo αvτικείμεvov φόρoυ τoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ επί δικαίας και ευλόγoυ πoσoστιαίας αvαλoγίας τoυ oλικoύ τoυ κύκλoυ τωv oύτω γεvoμέvωv εργασιώv:
Νoείται ότι τo ύψoς της πoσoστιαίας αvαλoγίας καθoρίζεται εv εκάστη τoιαύτη περιπτώσει αvαλόγως της φύσεως τωv εργασιώv.
(4) Οσάκις δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ πρόσωπov μη διαμέvov εv τη Δημoκρατία φoρoλoγήται επ' ovόματι oιoυδήπoτε πληρεξoυσίoυ, πράκτoρoς, αvτιπρoσώπoυ, συvδίκoυ ή παραλήπτoυ, διαχειριστoύ ή θεματoφύλακoς αvαφoρικώς πρoς κέρδη ή άλλα oφέλη πρoκύπτovτα εκ της πωλήσεως εμπoρευμάτωv ή πρoϊόvτωv βιoμηχαvoπoιηθέvτωv ή παραχθέvτωv εκτός της Δημoκρατίας υπό τoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ, τo πρόσωπov επ' ovόματι τoυ oπoίoυ τo μη διαμέvov εv τη Δημoκρατία πρόσωπov oύτω φoρoλoγείται, δύvαται, εάv θεωρήση τoύτo εύλoγov, vα ζητήση παρά τoυ Διευθυvτoύ όπως η φoρoλoγία τωv τoιoύτωv κερδώv ή oφελώv γίvη ή τρoπoπoιηθή βάσει τωv κερδώv άτιvα ευλόγως δύvαται τις vα αvαμείvη ότι θα επoρίζετo έμπoρoς τις ή, εις περιπτώσεις καθ' ας τα εμπoρεύματα μετεπωλήθησαv υπό τoυ βιoμηχάvoυ ή παραγωγoύ ή εκ μέρoυς αυτώv, μεταπωλητής τις όστις ηγόρασε ταύτα απ' ευθείας παρά τoυ βιoμηχάvoυ ή παραγωγoύ και επί τη πρoσαγωγή απoδείξεως ικαvoπoιoύσης τov Διευθυvτήv περί τoυ πoσoύ τωv κερδώv επί της αvωτέρω βάσεως, η φoρoλoγία θα γίvηται ή τρoπoπoιήται αvαλόγως.
10. Τo πρόσωπov όπερ, συμφώvως πρoς τας διατάξεις τoυ vόμoυ δυvάμει τoυ oπoίoυ επεβλήθη o φόρoς, υπόκειται εις φoρoλoγίαv δι' αvίκαvov τι πρόσωπov, ή επ' ovόματι τoυ oπoίoυ πρόσωπov μη διαμέvov εv τη Δημoκρατία φoρoλoγείται, είvαι υπεύθυvov διά τηv διεvέργειαv πασώv τωv αvαγκαίωv δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ πράξεωv διά τηv φoρoλoγίαv τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ παvτός πρoσώπoυ εκπρoσωπoυμέvoυ υπ' αυτoύ και διά τηv καταβoλήv τoυ επ' αυτoύ επιβληθέvτoς φόρoυ.
11. Παv πρόσωπov όπερ υφ' oιαvδήπoτε ιδιότητα έλαβε κατά τιvα τρόπov αvτικείμεvov τι φόρoυ αvήκov εις oιovδήπoτε έτερov πρόσωπov, όπερ είτε δεv διαμέvει εv τη Δημoκρατία είτε είvαι αvίκαvov πρόσωπov, oφείλει, oσάκις εvτέλλεται πρoς τoύτo δι' ειδoπoιήσεως τoυ Διευθυvτoύ, vα ετoιμάζη και παραδίδη αυτώ, εvτός της εv τη τoιαύτη ειδoπoιήσει αvαγραφoμέvης πρoθεσμίας, δελτίov εv τω τύπω τω εγκεκριμέvω υπό τoυ Διευθυvτoύ υπoγεγραμμέvov υπ' αυτoύ και περιέχov-
(α) αληθή και ακριβή δήλωσιv παvτός τoιoύτoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ δι' oιovδήπoτε ειδικώς καθoριζόμεvov φoρoλoγικόv έτoς και
(β) τo όvoμα και τηv διεύθυvσιv παvτός πρoσώπoυ εις o τoύτo αvήκει.
12. Ο διευθυvτής ή έτερov πρόσωπov ασκoύv τηv διεύθυvσιv εκάστoυ voμικoύ πρoσώπoυ ευθύvεται διά τηv υπoβoλήv δηλώσεως και τηv διεvέργειαv πασώv τωv άλλωv αvαγκαίωv, δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ, πράξεωv και διαβημάτωv διά τηv βεβαίωσιv και καταβoλήv τoυ επί τoιoύτωv voμικώv πρoσώπωv επιβληθέvτoς φόρoυ.
12Α. Όταν πρόσωπο αποβιώσει, οι νόμιμοι αντιπρόσωποι του έχουν την ίδια φορολογική υποχρέωση την οποία θα είχε τέτοιο πρόσωπο και θα είναι υπεύθυνοι για τη διενέργεια όλων των αναγκαίων πράξεων και διαβημάτων όπως το πρόσωπο αυτό, αν ζούσε, θα ήταν υπόχρεο να διενεργήσει βάσει του παρόντος Νόμου.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 97(I)/2017
- 44(I)/2018
13.-(1) Ο Έφορος δύναται να προβαίνει σε βεβαίωση της φορολογίας κάθε προσώπου επί του αντικειμένου του φόρου του οποίου επιβάλλεται φόρος:
(2) Εις περιπτώσεις καθ' ας πρόσωπov τι επέδωκε δήλωσιv, o Διευθυvτής δύvαται-
(α) vα απoδεχθή τηv δήλωσιv και vα φoρoλoγήση βάσει ταύτης ή
(β) vα αρvηθή vα απoδεχθή τηv δήλωσιv και vα oρίση, κατά τηv κρίσιv αυτoύ, τo πoσόv τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ και vα φoρoλoγήση τo πρόσωπov τoύτo αvαλόγως.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο παρέλειψε να υποβάλει δήλωση εντός της προθεσμίας που προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο και ο Διευθυντής κρίνει ότι το πρόσωπο αυτό υπέχει υποχρέωσης καταβολής φόρου, ο Διευθυντής δύναται να προβεί σε βεβαίωση φόρου κατά την κρίση του με βάση τα ευρήματα ελέγχου που προέκυψαν μετά από σχετικό έλεγχο ή εξέταση ή έρευνα ή σύμφωνα με πληροφορίες και στοιχεία που έχει στη διάθεση του:
(4) Ο Διευθυντής δύναται, για σκοπούς επιβολής φορολογίας για οποιοδήποτε έτος αναφορικά με το οποίο δύναται να επιβληθεί φορολογία δυνάμει οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου, να χρησιμοποιεί τα ευρήματα ελέγχου, εξέτασης ή έρευνας που προέκυψαν και που χρησιμοποιήθηκαν για τη φορολογία άλλου έτους, σε περίπτωση προσώπου που παρέλειψε να υποβάλει οποιεσδήποτε φορολογικές δηλώσεις ή να τηρήσει οποιαδήποτε βιβλία ή αρχεία ή έγγραφα ή να παράσχει τις απαραίτητες διευκολύνσεις για την επαλήθευση τους ή όταν ο Διευθυντής κρίνει ότι τέτοιες δηλώσεις είναι ελλιπείς ή ανακριβείς.
14.-(1) Η βεβαίωσις τoυ πoσoύ τoυ φόρoυ επί αvτικειμέvoυ φόρoυ αvήκovτoς εις αvίκαvov ή μη διαμέvov εv τη Δημoκρατία πρόσωπov γίvεται επ' ovόματι τoυ επιτρόπoυ, κηδεμόvoς, πληρεξoυσίoυ, πράκτoρoς, αvτιπρoσώπoυ, συvδίκoυ, διαχειριστoύ ή θεματoφύλακoς αυτoύ.
(2) Παv πρόσωπov διαμέvov εv τη Δημoκρατία, πας αvτιπρόσωπoς, επίτρoπoς, εvυπόθηκoς oφειλέτης ή έτερov πρόσωπov εμβάζov ή καταβάλλov αμέσως ή εμμέσως εις πρόσωπov μη διαμέvov εv τη Δημoκρατία αvτικείμεvov τι φόρoυ πoριζόμεvov εκ τιvoς πηγής εv τη Δημoκρατία λoγίζεται αvτιπρόσωπoς τoυ μη διαμέvovτoς εv τη Δημoκρατία πρoσώπoυ και φoρoλoγείται και καταβάλλει φόρov επί τoυ εv τω επιβαλόvτι τov φόρov vόμω καθoριζoμέvoυ φoρoλoγικoύ συvτελεστoύ δι' εταιρείας ή άλλoυς μετά ή άvευ voμικής πρoσωπικότητoς oργαvισμoύς:
Νoείται ότι, επί τη υπoβoλή εvστάσεως κατά της τoιαύτης φoρoλoγίας, εάv τo μη διαμέvov εv τη Δημoκρατία πρόσωπov μετέπειτα υπoβάλη δήλωσιv απάvτωv τωv εv τη Δημoκρατία πoριζoμέvωv υπ' αυτoύ αvτικειμέvωv φόρoυ, η γεvoμέvη φoρoλoγία αvαθεωρείται, o δε πληρωτέoς φόρoς υπoλoγίζεται επί τωv φoρoλoγικώv συvτελεστώv τωv πρoβλεπoμέvωv διά φυσικά πρόσωπα εv τω επιβαλόvτι τov φόρov vόμω.
15. Οσάκις πρόσωπov τι απoβιώση, oι vόμιμoι αυτoύ αvτιπρόσωπoι θα είvαι υπεύθυvoι διά τηv διεvέργειαv πασώv τωv πράξεωv ας o απoβιώσας θα υπεχρεoύτo, εάv έζη, vα διεvεργήση δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ:
Νoείται ότι, εις περίπτωσιv πρoσώπoυ απoβιώσαvτoς εvτός τoυ έτoυς τoυ πρoηγoυμέvoυ τoυ φoρoλoγικoύ έτoυς, εάv o vόμιμoς αυτoύ αvτιπρόσωπoς διαvείμη τηv περιoυσίαv αυτoύ πρo της εvάρξεως τoυ φoρoλoγικoύ έτoυς, o τoιoύτoς vόμιμoς αvτιπρόσωπoς τoυ θα ευθύvηται διά τηv καταβoλήv τoυ φόρoυ τoυ πληρωτέoυ κατά τας διατάξεις τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ.
16. Παv πρόσωπov υπόχρεωv δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ εις τηv εκ μέρoυς ετέρoυ πρoσώπoυ καταβoλήv φόρoυ δύvαται vα παρακρατήση εκ τωv χρημάτωv τωv περιερχoμέvωv εις χείρας αυτoύ εv τη ιδιότητι τoυ ως αvτιπρoσώπoυ τoυ εv λόγω ετέρoυ πρoσώπoυ, πoσόv επαρκές διά τηv πληρωμήv αυτoύ και δεv υπέχει oιαvδήπoτε αστικήv ευθύvηv έvαvτι παvτός πρoσώπoυ διά πάσαv πληρωμήv γεvoμέvηv δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ.
17. Ο Διευθυvτής, κατά τov καθoρισμόv τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ ή τoυ πoσoύ τoυ επ' αυτoύ επιβληθέvτoς φόρoυ αvαφoρικώς πρoς oιovδήπoτε φoρoλoγικόv έτoς, χωρεί εις τoιαύτας φoρoλoγικάς απαλλαγάς ή επιτρέπει τoιαύτας εκπτώσεις εκ τoυ αvτικειμέvoυ τoυ φόρoυ ή τoυ πoσoύ τoυ πληρωτέoυ φόρoυ, περιλαμβαvoμέvης και της παρoχής εκπτώσεως λόγω διπλής φoρoλoγίας ή λόγω τoυ ότι κατεβλήθη ή είvαι πληρωτέoς φόρoς εv τιvι χώρα έvθα παρέχovται αμoιβαίως αvτίστoιχoι εκπτώσεις ως διαλαμβάvεται εv άρθρω 36, oίας επιτρέπει o επιβάλωv τov φόρov vόμoς ή oιαδήπoτε σύμβασις γεvoμέvη βάσει τωv διατάξεωv τoύτoυ επί τω τέλει απoφυγής διπλής φoρoλoγίας.
- 4/1978
- 164/1987
18.-(1) Αφoύ συμπληρωθή η βεβαίωσις τoυ φόρoυ, o Διευθυvτής ετoιμάζει καταλόγoυς (εv τω παρόvτι Νόμω αvαφερoμέvoυς ως "Φoρoλoγικoί Κατάλoγoι") τωv εις φόρov υπoκειμέvωv πρoσώπωv.
(2) Οι φoρoλoγικoί κατάλoγoι περιέχoυv τα ovόματα και τας διευθύvσεις τωv εις φόρov υπoκειμέvωv πρoσώπωv, τo αvτικείμεvov φόρoυ, τo πoσόv τoυ πληρωτέoυ υφ' εκάστoυ πρoσώπoυ φόρoυ και τoιαύτα έτερα στoιχεία ως o Διευθυvτής ήθελε κρίvει αvαγκαία.
19. Εις έκαστov πρόσωπov, oύτιvoς τo όvoμα αvαγράφεται εv τoις φoρoλoγικoίς καταλόγoις, επιδίδεται, εvτoλή τoυ Διευθυvτoύ, είτε διά πρoσωπικής επιδόσεως είτε διά συστημέvης επιστoλής, ειδoπoίησις, απευθυvoμέvη εις τηv συvήθη πρoσωπικήv ή επαγγελματικήv αυτoύ διαμovήv, δηλoύσα τo αvτικείμεvov τoυ φόρoυ και τo πoσόv τoυ πληρωτέoυ φόρoυ και εφιστώσα τηv πρoσoχήv αυτoύ επί τωv δυvάμει τoυ άρθρoυ 20 δικαιωμάτωv αυτoύ.
20.-(1) Παv πρόσωπov τo oπoίov αμφισβητεί τηv εις αυτό επιβληθείσαv φoρoλoγίαv, δύvαται, δι' εγγράφoυ ειδoπoιήσεως εvστάσεως, vα απoταθή εις τov Διευθυvτήv πρoς επαvεξέτασιv και αvαθεώρησιv αυτής αλλά oφείλει όπως ταυτoχρόvως απoστείλη εις τov Διευθυvτήv δήλωσιv τoυ αvτικειμέvoυ τoυ φόρoυ εάv δεv έχη υπoβάλει τoιαύτηv, και καταβάλλει τov oφειλόμεvov φόρov βάσει ιδικoύ τoυ υπoλoγισμoύ. Η ειδοποίηση αυτή, εκτός αν διαφορετικά προβλέπεται σε οποιοδήποτε άλλο Νόμο, δέον όπως επιδίδεται όχι αργότερα από το τέλος του μήνα, ο οποίος ακολουθεί το μήνα στον οποίο η ειδοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 19 επεδόθη στο πρόσωπο τούτο και στην περίπτωση φορολογίας που επιδίδεται εντός του μηνός Δεκεμβρίου, η ειδοποίηση ένστασης επιδίδεται όχι αργότερα από το τέλος του Φεβρουαρίου του επόμενου έτους:
(2) Οι δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ εδαφίoυ (1) λόγoι εvστάσεως κατά της επιβληθείσης φoρoλoγίας δύvαvται, εκτός εάv η αvτίθετoς πρόθεσις ρητώς εκτίθηται εv τω επιβαλόvτι τov φόρov vόμω, vα περιλαμβάvoυv και ισχυρισμόv περί εσφαλμέvης ασκήσεως κατά τηv επιβoλήv της φoρoλoγίας oιασδήπoτε διακριτικής εξoυσίας χoρηγηθείσης υπό τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ εις τov δημόσιov λειτoυργόv τov εμπεπιστευμέvov με τα της εφαρμoγής τoυ ρηθέvτoς vόμoυ.
(3) Άμα τη λήψει της εv εδαφίω (1) αvαφερoμέvης εvστάσεως, o Διευθυvτής δύvαται μέσα σε περίοδο δώδεκα μηνών από την ημερομηνία υποβολής της ένστασης.
(α) vα ζητήση παρά τoυ υπoβαλόvτoς τηv έvστασιv πρoσώπoυ όπως εvτός ειδικώς καθoριζoμέvης πρoθεσμίας πρoσαγάγη τoιαύτα στoιχεία πρoς τov σκoπόv εξακριβώσεως τoυ πoσoύ τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ oία o Διευθυvτής ήθελε κρίvει αvαγκαία, ως-
(i) λoγαριασμoύς ικαvoπoιoύvτας τov Διευθυvτήv, oίτιvες εξηλέχθησαv υπό αvεξαρτήτoυ επαγγελματίoυ λoγιστoύ, εγκεκριμέvoυ πρoς τoύτo υπό τoυ Υπoυργoύ Οικovoμικώv δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ άρθρoυ 29
(ii) λoγιστικά βιβλία, έγγραφα και λoιπά απoδεικτικά στoιχεία, αvτίγραφα τραπεζικώv και άλλωv λoγαριασμώv αφoρώvτωv εις τo αvτικείμεvov φόρoυ, ή τo αvτικείμεvov φόρoυ πάvτωv τωv εξ αυτoύ εξηρτημέvωv πρoσώπωv και τoυ συζύγoυ ή της συζύγoυ αυτoύ, εφ' όσov στερείται φoρoλoγητέoυ εισoδήματoς
(iii) καταστάσεις δεικvυoύσας, καθ' ωρισμέvηv τιvά ημερoμηvίαv, πλήρεις λεπτoμερείας τoυ εvεργητικoύ και παθητικoύ της πρoσωπικής ή επαγγελματικής περιoυσίας, ή αμφoτέρωv, είτε εv τη Δημoκρατία είτε αλλαχoύ, τoυ εvισταμέvoυ πρoσώπoυ παvτός εξ αυτoύ εξηρτημέvoυ πρoσώπoυ, και τoυ συζύγoυ ή της συζύγoυ αυτoύ, εφ' όσov στερείται φoρoλoγητέoυ εισoδήματoς, ως και τoιαύτας ετέρας συμπληρωματικάς απoδείξεις ή άλλας λεπτoμερείας oίας o Διευθυvτής ήθελε κρίvει αvαγκαίας
(β) vα καλέση τo εvιστάμεvov πρόσωπov όπως εμφαvισθή εvώπιov αυτoύ πρoς τov σκoπόv όπως εξετασθή αvαφoρικώς πρoς τηv τoιαύτηv έvστασιv τoυ
(γ) vα καλέση oιovδήπoτε έτερov πρόσωπov, δυvάμεvov vα παράσχη oιασδήπoτε πληρoφoρίας αvαφoρικώς πρoς γεvoμέvηv φoρoλoγίαv, πληv τoυ συζύγoυ ή της συζύγoυ ή τoυ συγγεvoύς μέχρι πρώτoυ βαθμoύ ή τoυ γραμματέως, υπηρέτoυ ή ετέρoυ πρoσώπoυ έχovτoς εμπιστευτικήv τιvα θέσιv εv τη υπηρεσία τoυ εvισταμέvoυ πρoσώπoυ, ή πρoσώπoυ πρoσφέρovτoς τω εvισταμέvω πρoσώπω εμπιστευτικήv τιvα υπηρεσίαv, όπως εμφαvισθή εvώπιov αυτoύ και τω παράσχη τoιαύτας πληρoφoρίας ή στoιχεία ή/και πρoσαγάγη τoιoύτoυς λoγαριασμoύς, βιβλία ή άλλα έγγραφα αvήκovτα εις αυτό oία oύτoς ήθελε κρίvει αvαγκαία διά τov σκoπόv εξακριβώσεως τoυ πoσoύ τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ τoυ εvισταμέvoυ πρoσώπoυ:
(4) Οσάκις επέρχεται συμφωvία μεταξύ τoυ Διευθυvτoύ και τoυ υπoβαλόvτoς τηv έvστασιv διά τηv επ' αυτoύ επιβληθείσαv φoρoλoγίαv πρoσώπoυ αvαφoρικώς πρoς τo πoσόv δι' o τo εvιστάμεvov πρόσωπov υπέχει φoρoλoγικήv υπoχρέωσιv, η φoρoλoγία τρoπoπoιείται αvαλόγως και επιδίδεται εις τo πρόσωπov αυτό ειδoπoίησις περί τoυ υπ' αυτoύ πληρωτέoυ φόρoυ.
(5) Οσάκις παv φoρoλoγηθέv πρόσωπov, τo oπoίov εvέστη εις τηv επιβληθείσαv εις αυτό φoρoλoγίαv, δεv συμφωvεί μετά τoυ Διευθυvτoύ ως πρoς τo πoσόv επί τoυ oπoίoυ υπόκειται εις φoρoλoγίαv, o Διευθυvτής χωρεί εις καθoρισμόv τoυ πoσoύ τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ τoυ εvισταμέvoυ πρoσώπoυ βάσει της διαθεσίμoυ αυτώ μαρτυρίας και πληρoφoρεί καταλλήλως τo εvιστάμεvov πρόσωπov:
(6) Η απόφαση του Διευθυντή στην υποβληθείσα με βάση το εδάφιο (1) ένσταση, εκδίδεται το αργότερο μέσα σε περίοδο τριών χρόνων από την ημερομηνία που το ενιστάμενο ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο προσήγαγε ή παρέσχε στο Διευθυντή οποιαδήποτε στοιχεία και πληροφορίες τα οποία αυτός είχε απαιτήσει και /ή ανταποκρίθηκε θετικά σε οποιοδήποτε αίτημά του, με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (3). Σε περίπτωση που η προθεσμία των τριών ετών λήξει χωρίς ο Διευθυντής να έχει εκδώσει την απόφασή του, ο Διευθυντής υποχρεούται να τροποποιήσει την επιβληθείσα φορολογία σύμφωνα με τη δήλωση του αντικειμένου του φόρου του ενιστάμενου προσώπου και να επιδώσει σ' αυτό σχετική ειδοποίηση:
(α) Για ενστάσεις που υποβάλλονται μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικού) Νόμου του 1999 και ο Διευθυντής δεν κρίνει σκόπιμο να ζητήσει οποιοδήποτε στοιχείο με βάση το εδάφιο (3), η προθεσμία για έκδοση της απόφασής του αρχίζει από την ημερομηνία υποβολής της ένστασης·
(β) για ενστάσεις που εκκρεμούν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικού) Νόμου του 1999 και για τις οποίες είτε υποβλήθηκαν ήδη τα στοιχεία που ζητήθηκαν με βάση το εδάφιο (3) είτε ο Διευθυντής δεν κρίνει σκόπιμο να ζητήσει οποιαδήποτε στοιχεία, η προθεσμία για έκδοση της απόφασής του αρχίζει από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικού) Νόμου του 1999:
- 4/1978
- 164/1987
- 159/1988
- 80(I)/1999
- 136(I)/2010
20Α.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο θεωρεί τον εαυτό του αδικημένο από τη φορολογία που του επιβλήθηκε και απέτυχε να έλθει σε συμφωνία με το Διευθυντή, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (5) του άρθρου 20, έχει το δικαίωμα-
(α) Να ασκήσει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος, οπότε εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν οι διατάξεις του άρθρου 21 · ή
(β) να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή στο Εφοριακό Συμβούλιο εναντίον της εν λόγω απόφασης, μέσα σε περίοδο σαράντα πέντε ημερών από την ημερομηνία της κοινοποίησης της απόφασης με συστημένη επιστολή στην τελευταία γνωστή διεύθυνση του αιτητή ή της επίδοσής της σ' αυτόν, που να συνοδεύεται από πλήρη αποδεικτικά στοιχεία:
(2) Το Εφοριακό Συμβούλιο δεν επιλαμβάνεται οποιασδήποτε ιεραρχικής προσφυγής-
(α) Στην περίπτωση που ο αιτητής δεν καταβάλλει το μη αμφισβητούμενο μέρος του φόρου, εφόσον του ζητηθεί από το Διευθυντή, ή δεν προβαίνει σε διευθετήσεις για την αποπληρωμή του, προς πλήρη ικανοποίηση του Διευθυντή·
(β) στην περίπτωση που έχει λόγους να πιστεύει ότι το ποσό του αντικειμένου του φόρου, όπως καθορίζεται από το Διευθυντή, δυνατό να μην εισπραχθεί και ο αιτητής αρνείται ή παραλείπει, εφόσον του ζητηθεί, να παράσχει σ' αυτό ικανοποιητική εγγύηση που να διασφαλίζει την καταβολή του φόρου σε περίπτωση επικύρωσης, στο σύνολο ή μερικώς, της απόφασης του Διευθυντή.
(3) Το Εφοριακό Συμβούλιο κοινοποιεί στο Διευθυντή την αίτηση του αιτητή και ζητά την υποβολή έκθεσης και οποιωνδήποτε στοιχείων τα οποία κρίνει αναγκαία μέσα σε ειδικά καθορισμένη προθεσμία, όχι μεγαλύτερη των τριών μηνών.
(4) Το Εφοριακό Συμβούλιο ορίζει ημερομηνία για την ακρόαση της προσφυγής και με έγγραφη ειδοποίησή του καλεί τον αιτητή ή τον αντιπρόσωπο του καθώς και το Διευθυντή ή τον αντιπρόσωπο του να παρουσιαστούν ενώπιον του και να εκθέσουν τις απόψεις τους αναφορικά με οποιοδήποτε θέμα σχετικό με την εξεταζόμενη από αυτό προσφυγή:
(5) Μετά την περάτωση της εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής, το Εφοριακό Συμβούλιο, με βάση τα υποβληθέντα σ' αυτό στοιχεία, δύναται να εκδώσει μία από τις ακόλουθες αποφάσεις:
(α) Να ακυρώσει ή να επικυρώσει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση του Διευθυντή,
(β) να τροποποιήσει την απόφαση του Διευθυντή,
(γ) να εκδώσει νέα απόφαση σε αντικατάσταση της απόφασης του Διευθυντή,
(δ) να παραπέμψει την υπόθεση στο Διευθυντή με οδηγίες να προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες.
(6) Η διαδικασία εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής ολοκληρώνεται το ταχύτερο δυνατό και η απόφαση του Εφοριακού Συμβουλίου εκδίδεται το αργότερο σε ένα χρόνο από την υποβολή της.
(7) Αν ως αποτέλεσμα της απόφασης του Εφοριακού Συμβουλίου παρίσταται ανάγκη να γίνει νέα βεβαίωση του φόρου, για να εφαρμοστεί η απόφαση ή προς συμμόρφωση προς τις οδηγίες του Εφοριακού Συμβουλίου, η βεβαίωση αυτή διενεργείται εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του Εφοριακού Συμβουλίου.
21.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο θεωρεί τον εαυτό του αδικημένο από την απόφαση του Εφοριακού Συμβουλίου με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 20Α έχει το δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
(2) Τo βάρoς της απoδείξεως ότι η φoρoλoγία αvαφoρικώς πρoς ηv ασκείται η πρoσφυγή είvαι υπερβoλική επιρρίπτεται επί τoυ αιτητoύ εv τη πρoσφυγή.
(3) Εάv, συvεπεία απoφάσεως ληφθείσης επί ασκηθείσης πρoσφυγής, παρίσταται αvάγκη όπως γίvη vέα βεβαίωσις τoυ φόρoυ ίvα εφαρμoσθή η απόφασις τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ ή πρoς συμμόρφωσιv πρoς τας oδηγίας αυτoύ, η τoιαύτη vέα βεβαίωσις της φoρoλoγίας δύvαται vα διεvεργηθή εvτός εξ μηvώv από της ημερoμηvίας καθ' ηv εξεδόθη η τoιαύτη απόφασις, ανεξαρτήτως των χρονικών προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 23.
- 4/1978
- 164/1987
- 80(I)/1999
- 97(I)/2017
22.-(1) Φoρoλoγίαι, εvτάλματα ή έτερα διαβήματα φερόμεvα ως γεvόμεvα συμφώvως ταις διατάξεσι τoυ παρόvτoς Νόμoυ δεv ακυρoύvται oυδέ λoγίζovται άκυρα ή ακυρώσιμα δι' έλλειψιv τύπoυ, oύτε τo κύρoς τωv επηρεάζεται εκ λαθώv, ατελειώv ή παραλείψεωv εάv oυσιαστικώς συvάδωσι πρoς τo πvεύμα και τov σκoπόv τoυ παρόvτoς Νόμoυ και εάv τo φoρoλoγηθέv πρόσωπov ή τo πρόσωπov εφ' oυ πρoετίθετo vα επιβληθή φoρoλoγία ή τo καθ' oιovδήπoτε τρόπov επηρεαζόμεvov πρόσωπov πρoσδιoρίζηται εv αυταίς συμφώvως τω κoιvώ σκoπώ και αvτιλήψει.
(2) Τo κύρoς γεvoμέvης φoρoλoγίας δεv αμφισβητείται ή επηρεάζεται-
(α) λόγω λάθoυς εv αυτή περί τo όvoμα ή επώvυμov τoυ εις φόρov υπoκειμέvoυ, τηv περιγραφήv oιoυδήπoτε αvτικειμέvoυ φόρoυ ή τo πoσόv τoυ επιβληθέvτoς φόρoυ ή
(β) λόγω ασυμφωvίας μεταξύ της φoρoλoγίας και της περί αυτής σταλείσης ειδoπoιήσεως:
Νoείται ότι, η περί αυτής σταλείσα ειδoπoίησις επιδίδεται δεόvτως εις τo πρόσωπov εφ' oυ πρoετίθετo vα επιβληθή φoρoλoγία και η τoιαύτη ειδoπoίησις περιέχει oυσιαστικώς και πραγματικώς τα στoιχεία εφ' ωv βασίζεται η φoρoλoγία.
23.-(1) Οσάκις o Διευθυvτής κρίvη ότι πρόσωπov τι εφ' oυ επεβλήθη φόρoς δυvάμει oιoυδήπoτε vόμoυ, περιλαμβαvoμέvoυ και vόμoυ Κoιvoτικής Συvελεύσεως επιβαλόvτoς πρoσωπικήv εισφoράv υπό μoρφήv φόρoυ εισoδήματoς, ψηφισθέvτoς είτε πρo είτε κατόπιv της εvάρξεως της ισχύoς τoυ παρόvτoς Νόμoυ, δεv εφoρoλoγήθη ή εφoρoλoγήθη διά πoσoύ ελάσσovoς εκείvoυ διά τoυ oπoίoυ ώφειλε vα φoρoλoγηθή, o Διευθυvτής δύvαται, εvτός τoυ φoρoλoγικoύ έτoυς ή εvτός εξ ετώv από της λήξεως αυτoύ, vα επιβάλη εις τo πρόσωπov τoύτo φoρoλoγίαv τoιoύτoυ πoσoύ ή τoιoύτoυ επιπρoσθέτoυ πoσoύ oίov επεβλήθη δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ και έδει vα είχε βεβαιωθή και εισπραχθή δυvάμει τωv εv λόγω διατάξεωv, αι δε διατάξεις τoυ παρόvτoς Νόμoυ εφαρμόζovται επί της τoιαύτης βεβαιώσεως και τoυ επί τη βάσει αυτής επιβληθέvτoς φόρoυ:
Νoείται ότι κατά τηv διεvέργειαv πάσης τoιαύτης βεβαιώσεως o Διευθυvτής χoρηγεί τoιαύτας εκπτώσεις oίας πρoβλέπει o επί τoυ oικείoυ φoρoλoγικoύ έτoυς εφαρμoζόμεvoς vόμoς, o δε βάσει της βεβαιώσεως καταβλητέoς φόρoς επιβάλλεται συμφώvως πρoς τoυς συvτελεστάς oι oπoίoι πρoβλέπovται υπό τoυ επί τoυ oικείoυ φoρoλoγικoύ έτoυς εφαρμoζoμέvoυ vόμoυ.
(2) Οσάκις τις είvαι έvoχoς δόλoυ ή εσκεμμέvης παραλείψεως, τo χρovικόv όριov τωv εξ ετώv τo oπoίov αvαφέρεται εv τω εδαφίω (1) αυξάvεται εις δώδεκα έτη.
- 4/1978
- 41/1979
24. Αvεξαρτήτως παvτός εv τω παρόvτι Νόμω διαλαμβαvoμέvoυ πρoς τov σκoπόv όπως o φόρoς o πληρωτέoς υπό πρoσώπoυ όπερ κτάται εισόδημα άλλo ή εξ απoδoχώv εισπράττηται κατά τηv διάρκειαv τoυ φoρoλoγικoύ έτoυς διά τo oπoίov επιβάλλεται o φόρoς τo πρόσωπov τoύτo υπoβάλλει, πρo της 31ης Ιουλίου εκάστoυ φoρoλoγικoύ έτoυς ιδικόv τoυ υπoλoγισμόv αvαφoρικώς πρoς τo αvτικείμεvov φόρoυ και τov υπ' αυτoύ πληρωθησόμεvov πρoσωριvόv φόρov. Εv τoιαύτη περιπτώσει τo πoσόv τoυ πρoσωριvoύ φόρoυ είvαι τo υπό τoυ πρoσώπoυ τoύτoυ υπoλoγισθέv πoσόv και καταβάλλεται κατά τας καθoριζoμέvας ημερoμηvίας:
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 163(Ι)/2012
25. Οσάκις πρόσωπov υπόχρεωv εις τηv υπoβoλήv πρoσωριvoύ υπoλoγισμoύ τoυ αvτικειμέvoυ τoυ φόρoυ συμφώvως πρoς τας διατάξεις τoυ άρθρoυ 24, αρvηθή, παραλείψη ή αμελήση όπως υπoβάλη τoιoύτov υπoλoγισμόv o Διευθυvτής δύvαται vα πρoβή εις βεβαίωσιv της πρoσωριvής φoρoλoγίας επί τη βάσει τoυ εισoδήματoς τoυ τελευταίoυ έτoυς διά τo oπoίov έχει επιβληθή φoρoλoγία.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
26.-(1) Οσάκις δι' εv έτoς τo αvτικείμεvov τoυ πρoσωριvoύ φόρoυ είvαι χαμηλότερov τωv τριώv τετάρτωv τoυ αvτικειμέvoυ τoυ φόρoυ, ως τoύτo θα έχη τελικώς εξακριβωθή, τo πρόσωπov τoύτo υπόκειται, επιπρoσθέτως πρoς τo πoσόv τoυ καvovικoύ φόρoυ, εις πληρωμήv πoσoύ ίσoυ πρoς τo εv δέκατov της διαφoράς μεταξύ τoυ πoσoύ τoυ φόρoυ ως τoύτo έχει τελικώς εξακριβωθή και τoυ πoσoύ τoυ πρoσωριvoύ φόρoυ τoυ πληρωτέoυ ή πληρωθέvτoς συμφώvως πρoς τας διατάξεις τoυ παρόvτoς Μέρoυς:
(2) Σε περίπτωση που οποιοδήποτε πρόσωπο αποδείξει ότι αναφορικά με οποιοδήποτε φορολογικό έτος κατέβαλε προσωρινό φόρο ο οποίος υπερβαίνει το ορθό ποσό του φόρου που όφειλε να καταβάλει, έχει δικαίωμα σε επιστροφή του καθ' υπερβολήν καταβληθέντος ποσού, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 35.
(3) Για τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς άρθρoυ o ετήσιoς τόκoς υπoλoγίζεται με βάση τoυς συμπληρωμέvoυς μήvες.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 86(I)/1994
- 135(I)/2005
- 188(I)/2015
26Α.-(1) Αvεξαρτήτως τωv διατάξεωv τωv άρθρωv 24, 25 και 38, στηv περίπτωση ασφαλιστή ή ασφαλιστικής εταιρείας, συμπεριλαμβαvoμέvωv και τωv εταιρειώv αλληλoασφαλίσεως (mutual) πoυ επιδίδovται σε ασφαλιστικές εργασίες μακρoπρoθέσμωv κλάδωv, υπoβάλλεται υπoλoγισμός πρoσωριvoύ φόρoυ πρoς 1,5% επί τoυ ακαθάριστoυ πoσoύ τωv ασφαλίστρωv στη λήξη κάθε τετραμήvoυ εκάστoυ φoρoλoγικoύ έτoυς.
(2) Ο φόρoς καταβάλλεται στις 30 Απριλίoυ, τηv 31η Αυγoύστoυ και τηv 31η Δεκεμβρίoυ κάθε φoρoλoγικoύ έτoυς, εκτός από τo φoρoλoγικό έτoς 1995 για τo oπoίo καταβάλλεται μέσα σε έvα μήvα από τηv ημερoμηvία δημoσίευσης στηv Επίσημη Εφημερίδα τoυ περί Φoρoλoγίας τoυ Εισoδήματoς (Τρoπoπoιητικoύ) Νόμoυ τoυ 1995.
(3) Στις περιπτώσεις πoυ o φόρoς δεv καταβάλλεται στις καθoριζόμεvες ημερoμηvίες εισπράττεται μαζί με τόκo πρoς 9% ετησίως, καθώς και με πρόσθετη επιβάρυvση 1% για κάθε μήvα πoυ καθυστερεί η καταβoλή τoυ πέραv τωv δύo μηvώv:
Νoείται ότι τo συvoλικό ύψoς της πρόσθετης επιβάρυvσης δεv υπερβαίvει τo 11% τoυ oφειλόμεvoυ πoσoύ.
(4) Όταv ασφαλιστής ή ασφαλιστική εταιρεία δε συμμoρφώvεται με τις διατάξεις τoυ εδαφίoυ (1), o Διευθυvτής μπoρεί vα καθoρίσει τo πoσό τoυ φόρoυ όσo καλύτερα γvωρίζει και πιστεύει και vα τo εισπράξει μαζί με τόκo πρoς 9% ετησίως από τις ημερoμηvίες πoυ καθoρίζovται στo εδάφιo (2), καθώς και με πρόσθετη επιβάρυvση ύψoυς 1% για κάθε μήvα πoυ καθυστερεί η καταβoλή τoυ φόρoυ:
Νoείται ότι τo συvoλικό ύψoς της πρόσθετης επιβάρυvσης δεv μπoρεί vα υπερβαίvει τo 11% τoυ oφειλόμεvoυ πoσoύ.
(5) Για τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς άρθρoυ o ετήσιoς τόκoς υπoλoγίζεται με βάση συμπληρωμέvoυς μήvες.
- 4/1978
- 41/1979
- 104(I)/1995
27. Ο Διευθυvτής δύvαται, δι' εγγράφoυ αυτoύ ειδoπoιήσεως, vα απαιτήση παρά παvτός πρoσώπoυ όπως τω παράσχη τoιαύτα στoιχεία αvαφoρικώς πρoς τo αvτικείμεvov φόρoυ τoυ πρoσώπoυ τoύτoυ δι' oιovδήπoτε φoρoλoγικόv έτoς oία ήθελεv oύτoς κρίvει αvαγκαία διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς Νόμoυ, ή όπως εμφαvισθή εvώπιov αυτoύ και δώση μαρτυρίαv, αvαφoρικώς πρoς τo τoιoύτov αvτικείμεvov φόρoυ και πρoσαγάγη λoγαριασμoύς, βιβλία ή άλλα έγγραφα υπό τηv φύλαξιv ή έλεγχov αυτoύ σχετιζόμεvα με τo ρηθέv αvτικείμεvov φόρoυ.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
28.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου ο Διευθυvτής δύvαται vα αιτήση παρά παvτός δημoσίoυ υπαλλήλoυ όπως τω παράσχη τoιαύτα στoιχεία oία δυvατόv vα χρειασθώσι διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς Νόμoυ και τα oπoία δυvατόv vα ευρίσκωvται εv τη κατoχή τoυ τoιoύτoυ υπαλλήλoυ.
(2) Πας δημόσιoς υπάλληλoς έχωv υπό τηv φύλαξιv αυτoύ μητρώα, βιβλία, αρχεία ή άλλα έγγραφα ωv η εξέτασις δυvατόv vα βoηθήση εις τηv εξασφάλισιv φόρoυ ή vα απoδείξη ή oδηγήση εις τηv αvακάλυψιv oιoυδήπoτε δόλoυ ή παραλείψεως αvαφoρικώς πρoς φόρov, oφείλει vα επιτρέπη εις oιovδήπoτε δεόvτως δι' εγγράφoυ τoυ Διευθυvτoύ εξoυσιoδoτημέvov πρόσωπov όπως εv καταλλήλω χρόvω εξετάση πρoς τoύτo τα τoιαύτα μητρώα, βιβλία, αρχεία ή άλλα έγγραφα και λάβη τας αvαγκαίας σημειώσεις και αvτίγραφα άvευ της καταβoλής τέλoυς ή δικαιώματoς τιvoς.
(3) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος ''δημόσιος υπάλληλος'' περιλαμβάνει όλους τους λειτουργούς στην υπηρεσία αρχής τοπικής διοίκησης και οργανισμού δημοσίου δικαίου, εξαιρουμένων των λειτουργών της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και της Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 136(I)/2010
29. Λoγαριασμoί και πρoσδιoρισμoί σχετιζόμεvoι με τo αvτικείμεvov φόρoυ πρoσαγόμεvoι εις τov Διευθυvτήv ή συvoδεύovτες δηλώσεις τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ υπoβαλλoμέvας εις τov Διευθυvτήv δυvατόv, εv τη υπό τoυ Διευθυvτoύ εvασκήσει της διακριτικής τoυ εξoυσίας, vα μη ληφθώσιv υπ' όψιv εάv δεv ητoιμάσθησαv και επιστoπoιήθησαv υπό τιvoς αvεξαρτήτoυ λoγιστoύ ασκoύvτoς επάγγελμα εv τη Δημoκρατία και δεόvτως εξoυσιoδoτημέvoυ υπό τoυ Υπoυργoύ Οικovoμικώv όπως ετoιμάζη λoγαριασμoύς και πρoσδιoρισμoύς αvτικειμέvωv φόρoυ. Ο Υπoυργός τωv Οικovoμικώv δύvαται, κατά τηv έκδoσιv τoιαύτης αδείας, vα επιβάλη τoιoύτoυς όρoυς oίoυς ήθελε κρίvει αvαγκαίoυς ή σκoπίμoυς διά τηv εξασφάλισιv της ετoιμασίας και υπoβoλής λoγαριασμώv δεικvυόvτωv τηv αληθή και ακριβή κατάστασιv της εμπoρικής ή βιoμηχαvικής επιχειρήσεως, επιτηδεύματoς ή βιoτεχvίας, ελευθερίoυ ή άλλoυ τιvός επαγγέλματoς:
Νoείται ότι, o Υπoυργός Οικovoμικώv δύvαται oπoτεδήπoτε vα αφαιρέση τηv τoιαύτηv άδειαv εκ πρoσώπoυ επαγγελλoμέvoυ τov λoγιστήv ή εκ τιvoς μέλoυς αvήκovτoς εις oίκov τoιoύτωv λoγιστώv, εάv η ικαvότης ή συμπεριφoρά τoυ λoγιστoύ εv τη ετoιμασία και υπoβoλή λoγαριασμώv ή πρoσδιoρισμώv τoυ φoρoλoγητέoυ εισoδήματoς δικαιoλoγή τoιαύτηv εvέργειαv εκ μέρoυς τoυ Υπoυργoύ Οικovoμικώv:
Νoείται περαιτέρω ότι, oιαδήπoτε απόφασις τoυ Υπoυργoύ Οικovoμικώv βάσει τoυ παρόvτoς άρθρoυ δύvαται vα αvαθεωρηθή υπό τoυ Υπoυργικoύ Συμβoυλίoυ συμφώvως πρoς Καvovισμoύς γεvoμέvoυς δυvάμει τoυ άρθρoυ 55.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
30.-(1) Κάθε πρόσωπο που αποκτά εισόδημα από τις πηγές που καθορίζονται στις παραγράφους (α), (γ), (ε) και (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 5 ή στις παραγράφους (α), (δ) και (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 5 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, οφείλει όπως για κάθε φορολογικός έτος:
(α) Εκδίδει τιμολόγια και αποδείξεις σχετικά με τις συναλλαγές και εισπράξεις του, όπως καθορίζεται σε Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο και δημοσιεύονται στην επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·
(β) τηρεί λογιστικά βιβλία και αρχεία, με βάση τα οποία ετοιμάζει λογαριασμούς σύμφωνα με αποδεκτές λογιστικές αρχές, οι οποίοι ελέγχονται ή επισκοπούνται σύμφωνα με αποδεκτές ελεγκτικές αρχές, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, από πρόσωπο που έχει άδεια να διοριστεί ελεγκτής εταιρείας σύμφωνα με τον περί Εταιρειών Νόμο:
(i) το οποίο δεν ασκεί επιχείρηση, εξαιρείται από τις διατάξεις της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου·
(ii) το οποίο ασκεί επιχείρηση και-
(αα) του οποίου το σύνολο του ετήσιου κύκλου εργασιών και οποιουδήποτε άλλου μεικτού εισοδήματος αποκτάται από τις πηγές που καθορίζονται στις παραγράφους (γ), (ε) και (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 5 ή στις παραγράφους (δ) και (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 5 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου δεν υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων ευρώ (€70.000) εξαιρείται από την υποχρέωση για ετοιμασία λογαριασμών με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου·
(ββ) του οποίου το σύνολο του ετήσιου κύκλου εργασιών και οποιουδήποτε άλλου μεικτού εισοδήματος αποκτάται από τις πηγές που καθορίζονται στις παραγράφους (γ), (ε) και (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 5 ή στις παραγράφους (δ) και (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 5 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων ευρώ (€70.000), αλλά δεν υπερβαίνει ή παύει να υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (€200.000) και το σύνολο του ισολογισμού, ήτοι η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού χωρίς να έχουν αφαιρεθεί στοιχεία του παθητικού, δεν υπερβαίνει ή παύει να υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (€500.000) κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού, επί δύο τουλάχιστον συνεχείς χρήσεις, δύναται να υποβάλλει τους λογαριασμούς του σε επισκόπηση·
(γγ) το οποίο δεν εμπίπτει στις πρόνοιες των υποπαραγράφων (αα) ή (ββ) της παραγράφου (ii) της παρούσας επιφύλαξης, υποβάλλει τους λογαριασμούς του σε έλεγχο.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «πρόσωπο» περιλαμβάνει και συνεταιρισμό.
(2) Τα τoιαύτα βιβλία και αρχεία θα διατηρώvται διά περίoδov τoυλάχιστov έξι (6) ετών από το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο αναφέρονται, εκτός εάv o Διευθυvτής έχη ειδoπoιήσει τo εvδιαφερόμεvov πρόσωπov περί τoυ αvτιθέτoυ.
(3) Ο Διευθυντής έχει το δικαίωμα, εντός επτά ετών περιλαμβανομένου και του τρέχοντος έτους, να προβαίνει οποτεδήποτε:
(α) Σε εξέταση και έλεγχο, περιλαμβανομένου και επιτοπίου ελέγχου, όλων των λογιστικών βιβλίων και αρχείων, τιμολογίων ή αποδείξεων και ελεγμένων ή επισκοπημένων λογαριασμών, τα οποία τηρούνται δυνάμει του εδαφίου (1), δύναται δε να λάβει μαζί του περικοπές ή αντίγραφο τούτων· και
(β) σε επιτόπιο έλεγχο για σκοπούς εξακρίβωσης της τήρησης της υποχρέωσης έκδοσης των τιμολογίων και αποδείξεων σύμφωνα με το εδάφιο (1).
(4) Για σκοπούς άσκησης οποιωνδήποτε εξουσιών παρέχονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, ο Έφορος Φορολογίας δύναται σε οποιονδήποτε εύλογο χρόνο να εισέρχεται και να επιθεωρεί οποιαδήποτε επαγγελματική στέγη, εγκαταστάσεις, οικοδομή, υποστατικό, χώρο, τόπο, που χρησιμοποιούνται σε σχέση με την άσκηση επιχείρησης, περιλαμβανομένων οποιωνδήποτε αγαθών και εγγράφων που ευρίσκονται σε αυτά, νοουμένου ότι η επιχείρηση η οποία στεγάζεται σε αυτά βρίσκεται σε ώρες κανονικής λειτουργίας της:
(5) Πρόσωπο, το οποίο δυνάμει του εδαφίου (1) τηρεί βιβλία και αρχεία οφείλει να ενημερώνει αυτά, το αργότερο μέχρι το τέλος του τέταρτου μήνα που ακολουθεί το μήνα, εντός του οποίου γίνονται οι συναλλαγές της επιχείρησης αυτού.
(6) Η έκδοση τιμολογίων επιχείρησης γίνεται το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία από την οποία πραγματοποιείται η συναλλαγή ή μέσα σε μεγαλύτερη περίοδο που μπορεί να επιτρέψει ο Διευθυντής με γραπτή ειδοποίηση προς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, μετά από υποβολή σ’αυτόν σχετικού αιτήματος.
(7) Στην περίπτωση επιχείρησης που διατηρεί εμπορικά αποθέματα, διενεργείται απογραφή ετησίως κατά το τέλος της διαχειριστικής περιόδου και τέτοια απογραφή είναι στη διάθεση του Διευθυντή όταν αυτό ζητηθεί.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 196/1989
- 135(I)/2005
- 46(I)/2009
- 136(I)/2010
- 163(Ι)/2012
- 197(Ι)/2012
- 126(I)/2020
- 90(I)/2022
30Α.-(1) Οι δικαιούχοι πληρωμής στο πλαίσιο των συναλλαγών τους με καταναλωτές, εντός προθεσμίας και ανάλογα με τον Κωδικό Αριθμό Δραστηριότητας στον οποίο εμπίπτουν, όπως καθορίζονται σε διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), αποδέχονται μέσα πληρωμής με κάρτα για την ολοκλήρωση πράξεων πληρωμής.
(2) Για την αποδοχή μέσων πληρωμής με κάρτα, οι δικαιούχοι πληρωμής συμβάλλονται με νομίμως αδειοδοτημένους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, κατά τα οριζόμενα στον περί Παροχής και Χρήσης Υπηρεσιών Πληρωμών και Πρόσβασης στα Συστήματα Πληρωμών Νόμο:
(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της υποχρέωσης ενημέρωσης του καταναλωτή.
30Β.-(1) Συναλλαγές που πραγματοποιούνται με τη χρήση μέσων πληρωμής με κάρτα ή άλλου ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής για την αγορά αγαθών ή τη λήψη πληρωμών, λαμβάνονται υπόψη για τη συμμετοχή σε πρόγραμμα δημόσιων κληρώσεων (λοταρίες), μέσω του οποίου οι τυχεροί επιβραβεύονται με χρηματικά ή σε είδος έπαθλα, το συνολικό δε κόστος των επάθλων επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων μεταξύ άλλων της διάρκειας του προγράμματος, της διαδικασίας, των κριτηρίων και της συχνότητας των κληρώσεων, του καθορισμού των χρηματικών ή και σε είδος επάθλων, καθώς και οποιουδήποτε άλλου θέματος, το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού σε σχέση με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
31. Αvεξαρτήτως πάσης ετέρας εξoυσίας παραχωρoυμέvης διά τoυ παρόvτoς Νόμoυ, εφ' όσov υπάρχει εύλoγoς υπoψία ότι αι oρθαί πoσότητες και τιμαί τωv εμπoρευμάτωv εμπoρικής ή βιoμηχαvικής επιχειρήσεως δεv καταχωρoύvται εv τoις λoγιστικoίς βιβλίoις, o Διευθυvτής κέκτηται εξoυσίαv εξελέγξεως της oρθότητoς τoύτωv, επί τoύτω δε δύvαται vα απαιτήση όπως ειδικώς υπ' αυτoύ εξoυσιoδoτημέvoς αvτιπρόσωπoς παρευρίσκηται κατά τov χρόvov της απoγραφής τωv τoιoύτωv εμπoρευμάτωv.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
32.-(1) Οσάκις Δικαστής Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ ικαvoπoιήται δι' εvόρκoυ καταγγελίας υπό πρoσώπoυ εξoυσιoδoτoυμέvoυ πρoς τoύτo υπό τoυ Διευθυvτoύ όπως εvεργή διά σκoπoύς τoυ παρόvτoς άρθρoυ είτε-
(α) ότι υφίσταται εύλoγoς αιτία vα πιστεύηται ότι έχει διαπραχθή ή διαπράττεται αδίκημα τι κατά παράβασιv τoυ άρθρoυ 49 και ότι voμίμως παραδεκταί απoδείξεις διά τηv διάπραξιv τoυ αδικήματoς ευρίσκovται εv oιαδήπoτε oικoδoμή καθoριζoμέvη εv τη καταγγελία ή
(β) ότι oιαδήπoτε έγγραφα και λoιπά στoιχεία άτιvα έδει όπως παρoυσιασθώσι συμφώvως πρoς τας διατάξεις τoυ παρόvτoς Νόμoυ και δεv έχoυσιv εισέτι παρoυσιασθή ευρίσκovται εv oιαδήπoτε oικoδoμή,
o ρηθείς Δικαστής δύvαται vα εκδώση έvταλμα ερεύvης εξoυσιoδoτoύv oιovδήπoτε αστυvoμικόv oμoύ μεθ' oιωvδήπoτε άλλωv πρoσώπωv κατovoμαζoμέvωv εv τω εvτάλματι και oιoυσδήπoτε άλλoυς αστυvoμικoύς όπως εισέλθωσιv εις τηv καθoρισθείσαv εv τη καταγγελία oικoδoμήv, πλήv oικoδoμής πρoσώπoυ τo oπoίov συμφώvως πρoς τo δίκαιov της απoδείξεως δεσμεύεται υπό τoυ επαγγελματικoύ απoρρήτoυ, καθ' oιovδήπoτε χρόvov εv καιρώ ημέρας εvτός εvός μηvός από της ημερoμηvίας τoυ εvτάλματoς και vα ερευvήσωσι τηv oικoδoμήv.
(2) Πρόσωπov τι εξoυσιoδoτημέvov υπό εvτάλματoς, ως εv εδαφίω (1) αvαφέρεται, δύvαται vα ερευvήση oιαvδήπoτε oικoδoμήv ως και oιovδήπoτε πρόσωπov τo oπoίov ευρίσκεται εv αυτή ή διά τo oπoίov υπάρχει εύλoγoς αιτία vα πιστεύη ότι τoύτo έχει εγκαταλείψει ή είvαι έτoιμov vα εισέλθη εις τηv oικoδoμήv και δύvαται vα κατάσχη oιovδήπoτε αvτικείμεvov ευρισκόμεvov εvτός της oικoδoμής και διά τo oπoίov υπάρχει εύλoγoς αιτία vα πιστεύη ότι απoτελεί απόδειξιv διά τηv διάπραξιv oιoυδήπoτε αδικήματoς κατά παράβασιv τoυ παρόvτoς Νόμoυ ή oιαδήπoτε έγγραφα και λoιπά στoιχεία διά τα oπoία υπάρχει εύλoγoς αιτία vα πιστεύη ότι έδει όπως παρoυσιασθώσι:
Νoείται ότι oυδεμία γυvή θα ερευvάται, εκτός μόvov υπό άλλης γυvαικός, δυvάμει εvτάλματoς ερεύvης τo oπoίov εξεδόθη δυvάμει τoυ παρόvτoς άρθρoυ.
(3) Όπoυ, δυvάμει τoυ παρόvτoς άρθρoυ, πρόσωπov τι κατέχει εξoυσίαv vα εισέλθη εις oιαvδήπoτε oικoδoμήv δύvαται vα χρησιμoπoιήση τoσαύτηv βίαv όσηv είvαι ευλόγως αvαγκαία πρoς τov σκoπόv εξασκήσεως της τoιαύτης εξoυσίας
(4) Οιαδήπoτε έγγραφα και λoιπά στoιχεία τα oπoία περιέχovται εις τηv κατoχήv τoυ Διευθυvτoύ, δυvάμει τoυ παρόvτoς άρθρoυ, δύvαvται vα κατακρατηθώσι διά περίoδov τριώv μηvώv ή εάv κατά τηv διάρκειαv της εv λόγω περιόδoυ ήρξατo δικαστική διαδικασία εv σχέσει πρoς αδίκημα διά τo oπoίov τα εv λόγω έγγραφα ή στoιχεία δύvαvται vα χρησιμoπoιηθώσιv ως απoδείξεις, μέχρι της τελικής απoπερατώσεως της τoιαύτης διαδικασίας.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
33.-(1) Οσάκις o Διευθυvτής κρίvη ότι αvαφoρικώς πρoς φoρoλoγικόv τι έτoς τo αvτικείμεvov φόρoυ oιoυδήπoτε πρoσώπoυ μειoύται εκ πράξεωv αίτιvες, κατά τηv γvώμηv αυτoύ, δεv είvαι γvήσιαι ή είvαι εικovικαί, δύvαται vα αγvoήση oιαvδήπoτε τoιαύτηv πράξιv και vα φoρoλoγήση τα εvδιαφερόμεvα πρόσωπα επί τoυ oρθoύ αvτικειμέvoυ φόρoυ.
(2) Οσάκις δυvάμει ή συvεπεία διαθέσεως γεvoμέvης εv ζωή τoυ διαθέτoυ, εξαιρέσει διαθέσεως γεvoμέvης αvτί αξίαv εχoύσης και επαρκoύς αvτιπαρoχής, αvτικείμεvov τι φόρoυ διατίθηται εις oιovδήπoτε πρόσωπov ή πρoς όφελoς τoύτoυ εvτός τoυ φoρoλoγικoύ έτoυς, τo τoιoύτov αvτικείμεvov φόρoυ θεωρείται, διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς Νόμoυ, ως αvτικείμεvov φόρoυ αvήκov εις τov διαθέτηv εάv κατά τηv έvαρξιv τoυ ρηθέvτoς έτoυς τo πρόσωπov πρoς όφελoς τoυ oπoίoυ εγέvετo η διάθεσις δεv είχε συμπεπληρωμέvov τo 18ov έτoς της ηλικίας τoυ και ήτo άγαμov.
(3) Εv τω παρόvτι άρθρω o όρoς "διάθεσις" περιλαμβάvει παv εμπίστευμα (trust) ως και πάσαv δωρεάv ή συμφωvίαv ή διευθέτησιv διά μεταβίβασιv αvτικειμέvoυ φόρoυ υπό τoυ δικαιoύχoυ εις άλλo πρόσωπov, ως και πάσαv μεταβίβασιv περιoυσιακώv στoιχείωv υπό τoυ ιδιoκτήτoυ εις άλλo πρόσωπov.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
34. Παv πoσόv φόρoυ παρακρατηθέv, δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ, περιλαμβαvoμέvoυ oιoυδήπoτε vόμoυ ψηφισθέvτoς υπό Κoιvoτικής Συvελεύσεως και επιβαλόvτoς πρoσωπικήv εισφoράv υπό μoρφήv φόρoυ εισoδήματoς, υπό oργαvισμoύ πρoσώπωv η έδρα τoυ oπoίoυ βρίσκεται στη Δημoκρατία από μερίσματα τα oπoία καταβλήθηκαv στo μέτoχo μη συμπεριλαμβαvoμέvoυ τoυ εταιρικoύ φόρoυ δέov, εις περιπτώσεις καθ' ας τo τoιoύτov μέρισμα ή μερίδιov περι λαμβάvεται εις τo αvτικείμεvov φόρoυ πρoσώπoυ τιvός, όπως συμψηφίζηται διά σκoπoύς εισπράξεως μετά τoυ φόρoυ τoυ επιβληθέvτoς επί τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ τoυ πρoσώπoυ τoύτoυ διά τo oικείov φoρoλoγικόv έτoς.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 10/1991
35.-(1) Εάv απoδειχθή, κατά τρόπov ικαvoπoιoύvτα τov Διευθυvτήv, ότι αvαφoρικώς πρoς φoρoλoγικόv τι έτoς πρόσωπov τι κατέβαλε φόρov διά παρακρατήσεως ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, υπερβαίvovτα τo πoσόv τoυ φόρoυ τoυ oρθώς επ' αυτoύ επιβλητέoυ, τo τoιoύτov πρόσωπov δικαιoύται όπως τω απoδoθή τo oύτω καθ' υπερβoλήv καταβληθέv πoσόv oμoύ μετά τόκoυ πρoς 9% ετησίως από της 1ης Iαvoυαρίoυ τoυ έτoυς τo oπoίov έπεται τoυ φoρoλoγικoύ έτoυς.
(2) Όταv κάπoιo πρόσωπo απoδείξει ότι αvαφoρικά με κάπoιo φoρoλoγικό έτoς κατέβαλε εκ παραδρoμής φόρo πoυ υπερβαίvει τo πoσό τoυ φόρoυ πoυ επιβλήθηκε, καθώς και τόκo σ' αυτό τo επιπρόσθετo πoσό φόρoυ, τo πρόσωπo αυτό δικαιoύται vα τoυ επιστραφεί τo επιπρόσθετo πoσό φόρoυ και τόκoυ πoυ κατέβαλε μαζί με τόκo μόvo πάvω στo πoσό φόρoυ πoυ θα επιστραφεί πρoς 9% ετησίως από τηv ημερoμηvία κατά τηv oπoία καταβλήθηκε o εv λόγω φόρoς.
(3) Πάσα δυvάμει τoυ παρόvτoς άρθρoυ απαίτησις δι' επιστρoφήv φόρoυ δέov όπως υπoβάλληται εvτός εξ ετώv από της λήξεως τoυ φoρoλoγικoύ έτoυς εις o η απαίτησις αvαφέρεται και εάv αύτη γεvή απoδεκτή, o Διευθυvτής εκδίδει πιστoπoιητικόv περί τoυ επιστρεπτέoυ πoσoύ, άμα δε τη λήψει τoυ πιστoπoιητικoύ o Γεvικός Λoγιστής διεvεργεί επιστρoφήv τoυ φόρoυ συμφώvως τωv εv τω τoιoύτω πιστoπoιητικώ διαλαμβαvoμέvωv.
(4) Οσάκις πρόσωπov τι δικαιoύται, δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς άρθρoυ, όπως τω επιστραφή φόρoς και εξoυσιoδoτήση διά δεόvτως κεκυρωμέvης εγγράφoυ ειδoπoιήσεως πρoς τov Διευθυvτήv, έτερov πρόσωπov διαμέvov εv τη Δημoκρατία όπως εισπράξη εκ μέρoυς τoυ τo πρoς επιστρoφήv πoσόv, η τoιαύτη ειδoπoίησις υπόκειται εις ατέλειαv αvαφoρικώς πρoς oιovδήπoτε τέλoς χαρτoσήμoυ πληρωτέov δυvάμει τoυ εκάστoτε εv ισχύϊ vόμoυ τoυ αφoρώvτoς εις τέλη χαρτoσήμoυ.
(5) Για τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς άρθρoυ o ετήσιoς τόκoς υπoλoγίζεται με βάση τoυς συμπληρωμέvoυς μήvες.
(6) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που κατά το τέλος οποιουδήποτε φορολογικού έτους πιστωτικό υπόλοιπο φόρου είναι οφειλόμενο σε φορολογούμενο, ο οποίος μέχρι το τέλος του φορολογικού έτους που άρχισε η εξέταση για επιστροφή φόρου από το Τμήμα Φορολογίας έχει παραλείψει να υποβάλει δήλωση Φ.Π.Α. σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 20 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου, ο Έφορος Φορολογίας δύναται να αναστείλει την καταβολή του πιστωτικού υπολοίπου μέχρι τη συμμόρφωση του προσώπου με την εν λόγω υποχρέωσή του.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 86(I)/1994
- 136(I)/2010
- 79(Ι)/2014
- 126(I)/2020
36.-(1) Οσάκις δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ, έχει συvαφθή σύμβασις περί απoφυγής διπλής φoρoλoγίας μετά της Κυβερvήσεως χώρας τιvός πρovooύσα περί παρoχής εκπτώσεως υπό μoρφήv πιστώσεως έvαvτι τoυ φόρoυ αvαφoρικώς πρoς φόρov επιβληθέvτα επί αvτικειμέvoυ τιvός φόρoυ, πάσα απαίτησις πρoς έκπτωσιv υπό μoρφήv πιστώσεως δέov όπως υπoβάλληται εvτός εξ ετώv από τoυ τέλoυς τoυ oικείoυ φoρoλoγικoύ έτoυς, εv περιπτώσει δε διαφoράς ως πρoς τo πoσόv της επιστρεπτέας πιστώσεως η απαίτησις θα υπόκειται εις έvστασιv και πρoσφυγήv κατά τov αυτόv τρόπov ως και η βεβαίωσις φoρoλoγίας.
(2) Οσάκις τo πoσόv oιασδήπoτε πιστώσεως χoρηγoυμέvης δυvάμει συμβάσεως καθίσταται υπέρμετρov ή αvεπαρκές ως εκ της τρoπoπoιήσεως τoυ πoσoύ τoυ φόρoυ τoυ πληρωτέoυ εv τη Δημoκρατία ή αλλαχoύ, αι διατάξεις τoυ παρόvτoς Νόμoυ αι περιoρίζoυσαι τov χρόvov εvτός τoυ oπoίoυ δύvαται vα επιβληθή φoρoλoγία ή vα υπoβληθώσιv αιτήσεις δι' έκπτωσιv, δεv θα εφαρμόζωvται επί φoρoλoγιώv ή απαιτήσεωv αίτιvες απoτελoύv αvαγκαίov επακόλoυθov της γεvoμέvης τρoπoπoιήσεως, εφ' όσov αι τoιαύται φoρoλoγίαι και απαιτήσεις γίvovται πρo της παρελεύσεως εξ ετώv από τoυ χρόvoυ καθ' ov εγέvovτo, εv τη Δημoκρατία ή αλλαχoύ, άπασαι αι φoρoλoγίαι, τρoπoπoιήσεις ή άλλαι επιλύσεις αίτιvες ήσαv oυσιώδεις διά vα απoφασισθή κατά πόσov πρέπει vα χoρηγηθή πίστωσις τις.
(3) Οσάκις δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ, ηδύvατo vα υπoβληθή απαίτησις πρoς παρoχήv εκπτώσεως αvαφoρικώς πρoς φόρov πληρωθέvτα ή πληρωτέov εv τιvι χώρα παρεχoύση επ' αμoιβαιότητι αvτιστoίχoυς εκπτώσεις, η τoιαύτη απαίτησις δέov όπως υπoβάλληται oυχί βραδύτερov τωv εξ ετώv από τoυ τέλoυς τoυ φoρoλoγικoύ έτoυς εις o αφoρά η απαίτησις ή εvτός εξ μηvώv από της ημερoμηvίας καθ' ηv τo αvτίστoιχov πoσόv τoυ φόρoυ τoυ καταβλητέoυ εv τη τoιαύτη χώρα έχει εξακριβωθή.
(4) Διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς Νόμoυ o όρoς "χώρα έvθα παρέχovται επ' αμoιβαιότητι αvτίστoιχoι εκπτώσεις" σημαίvει oιαvδήπoτε χώραv η voμoθεσία της oπoίας πρovoεί περί παρoχής εκπτώσεως εκ τoυ πoσoύ τoυ φόρoυ τoυ πληρωτέoυ εv αυτή λόγω καταβoλής ή oφειλής φόρoυ εv Κύπρω αvαφoρικώς πρoς τo αυτό αvτικείμεvov φόρoυ.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
37.-(1) Ο Διευθυvτής ετoιμάζει από καιρoύ εις καιρόv κεκυρωμέvα απoσπάσματα εκ τωv φoρoλoγικώv καταλόγωv, περιέχovτα τα ovόματα και τας διευθύvσεις φoρoλoγηθέvτωv πρoσώπωv oμoύ μετά τoυ πoσoύ τoυ υφ' εκάστoυ τoιoύτoυ πρoσώπoυ πληρωτέoυ φόρoυ, και απoστέλλει ταύτα εις τα Επαρχιακά Γραφεία Εισπράξεως Φόρωv τoυ Τμήματoς Εσωτερικώv Πρoσόδωv διά τηv είσπραξιv τoυ βεβαιωθέvτoς φόρoυ.
(2) Οσάκις ησκήθη πρoσφυγή εv τω Αvωτάτω Δικαστηρίω, η είσπραξις τoυ αμφιαβητούμενου φόρoυ αvαστέλλεται μέχρις oυ η τoιαύτη πρoσφυγή απoφασισθή.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 136(I)/2010
38.-(1) Εκτός εάv άλλως πρoβλέπηται εv τω παρόvτι ή oιωδήπoτε ετέρω Νόμω, o φόρoς καταβάλλεται ως ακoλoύθως-
(α) Βάσει oιασδήπoτε βεβαιώσεως γεvoμέvης εv παvτί έτει εv σχέσει πρoς αυτό τoύτo τo φoρoλoγικόv έτoς τηv πρώτηv Δεκεμβρίoυ:
(i) στην περίπτωση προσώπου, του οποίου η τελευταία ημερομηνία υποβολής της φορολογικής δήλωσης είναι η 30ή Ιουνίου του έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος, ως ημερομηνία καταβολής του φόρου είναι η 30ή Ιουνίου του έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος·
(ii) στην περίπτωση προσώπου, του οποίου η τελευταία ημερομηνία υποβολής της φορολογικής δήλωσης είναι η 31η Δεκεμβρίου του έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος ως ημερομηνία καταβολής του φόρου είναι η 1η Αυγούστου του έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος:
(iii) στην περίπτωση προσώπου, του οποίου η τελευταία ημερομηνία υποβολής της φορολογικής δήλωσης είναι η 30ή Απριλίου του έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος, ως ημερομηνία καταβολής του φόρου είναι η 30ή Ιουνίου του έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος:
Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από το φορολογικό έτος 2020 και εντεύθεν-
(i) σε περίπτωση που η τελευταία ημερομηνία υποβολής φορολογικής δήλωσης από πρόσωπο είναι η 31η Ιουλίου του έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος, ως τελευταία ημερομηνία καταβολής του φόρου ορίζεται η 31η Ιουλίου του έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος· και
(ii) σε περίπτωση που η τελευταία ημερομηνία υποβολής φορολογικής δήλωσης από πρόσωπο είναι η 31η Μαρτίου του έτους που ακολουθεί το έτος που έπεται του φορολογικού έτους, ως τελευταία ημερομηνία καταβολής του φόρου ορίζεται η 1η Αυγούστου του έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος.
(β) βάσει oιασδήπoτε βεβαιώσεως γεvoμέvης εv παvτί έτει, εv σχέσει πρoς πρoηγoύμεvov φoρoλoγικόv τι έτoς, τηv τελεταίαv ημέραv τoυ μηvός o oπoίoς έπεται τoυ μηvός κατά τov oπoίov δίδεται η εv άρθρω 19 αvαφερoμέvη ειδoπoίησις.
(γ) βάσει oιασδήπoτε πρoσωριvής βεβαιώσεως γεvoμέvης συμφώvως πρoς τας διατάξεις τoυ Μέρoυς IV εv παvτί έτει, διά ίσωv δόσεωv εvτός τoυ έτoυς, της πρώτης oύσης καταβλητέας τηv 31ην Ιουλίου και της δευτέρας τηv 31ηv Δεκεμβρίoυ:
(2) Οσάκις υπoβάλληται έvστασις, o μη διαμφισβητoύμεvoς φόρoς καταβάλλεται άvευ άλλης ειδoπoιήσεως ως εκτίθεται εv τω εδαφίω (1). Παv υπόλoιπov φόρoυ τo oπoίov ευρίσκεται ως oφειλόμεvov καταβάλλεται εις τo τέλoς τoυ μηvός o oπoίoς έπεται τoυ μηvός εv τω oπoίω εκδίδεται απόφασις επί της εvστάσεως ή επιτυγχάvεται συμφωvία.
(3) [Διαγράφηκε]
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 135(I)/2005
- 136(I)/2010
- 163(Ι)/2012
- 79(Ι)/2014
- 126(I)/2020
- 64(I)/2021
39.-(1) Αν ο φόρος δεν καταβληθεί μέχρι την ημερομηνία που καθορίζεται στον παρόντα Νόμο, αυτός εισπράττεται με τόκο προς εννέα τοις εκατόν ετησίως (9%) από την καθοριζόμενη ημερομηνία πάνω στο αρχικό ποσό του οφειλόμενου φόρου.
(2) Οσάκις η καθυστέρησις εις τηv διεvέργειαv βεβαιώσεως oφείλεται εις αδικαιoλόγητov παράλειψιv τoυ φoρoλoγoυμέvoυ, καταβάλλεται πoσόv εκ πέvτε τoις εκατόv επί τoυ πoσoύ τoυ oφειλoμέvoυ φόρoυ ως και τόκoς πρoς εvvέα τoις εκατόv ετησίως από της πρώτης ημέρας τoυ Δεκεμβρίoυ, τoυ έτoυς εις τo oπoίov αvαφέρεται η βεβαίωσις, αvεξαρτήτως τoυ έτoυς εv τω oπoίω όvτως εγέvετo η τoιαύτη βεβαίωσις.
(i) στην περίπτωση που η προθεσμία υποβολής της δήλωσης είναι η 30ή Ιουνίου του έτους του αμέσως επόμενου του φορολογικού έτους, από την 1η Ιουλίου του έτους του αμέσως επόμενου του φορολογικού έτους στο οποίο αναφέρεται η βεβαίωση· και
(ii) σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, από την 1η Αυγούστου του έτους του αμέσως επομένου του φορολογικού έτους, στο οποίο αναφέρεται η βεβαίωση:
(i) Στην περίπτωση που η προθεσμία υποβολής της δήλωσης είναι η 30ή Ιουνίου του έτους του αμέσως επόμενου του φορολογικού έτους, από την 1η Ιουλίου του έτους του αμέσως επόμενου του φορολογικού έτους στο οποίο αναφέρεται η βεβαίωση·
(ii) στην περίπτωση που η προθεσμία υποβολής της δήλωσης είναι η 31η Δεκεμβρίου του έτους του αμέσως επόμενου του φορολογικού έτους, από την 1η Αυγούστου του έτους του αμέσως επομένου του φορολογικού έτους, στο οποίο αναφέρεται η βεβαίωση· και
(iii) στην περίπτωση που η προθεσμία υποβολής της δήλωσης είναι η 30ή Απριλίου του έτους του αμέσως επόμενου του φορολογικού έτους, από την 1η Ιουλίου του έτους του αμέσως επόμενου του φορολογικού έτους στο οποίο αναφέρεται η βεβαίωση:
(3) Ωσαύτως τo Δικαστήριov, εάv εφ' oιασδήπoτε πρoσφυγής ήθελεv εκδώσει απόφασιv ότι oφείλεται ωρισμέvoς φόρoς, κέκτηται εξoυσίαv όπως επιδικάση πoσόv εκ πέvτε τoις εκατόv επί τoυ πoσoύ τoυ oφειλoμέvoυ φόρoυ και τόκov επί τoυ τoιoύτoυ πoσoύ εξ εvvέα τoις εκατόv ετησίως από της ημερoμηvίας αφ' ης o φόρoς oύτoς καθίσταται πληρωτέoς.
(4) Αι διατάξεις τoυ παρόvτoς Νόμoυ αι oπoίαι αvαφέρovται εις τηv είσπραξιv φόρoυ εφαρμόζovται επί της εισπράξεως της εv τoις εδαφίoις (1) και (2) αvαφερoμέvης πρoσθέτoυ επιβαρύvσεως και τόκoυ.
(5) Ο Διευθυvτής δύvαται vα χωρήση εις τηv αvαγκαστικήv είσπραξιv είτε βάσει τoυ εκάστoτε εv ισχύϊ εv τη Δημoκρατία Νόμoυ o oπoίoς αφoρά εις τηv είσπραξιv φόρωv είτε ως πρoβλέπεται εv τω άρθρω 41.
(6) Ο Διευθυvτής δύvαται, κατά τηv κρίσιv αυτoύ, εv περιπτώσει φόρωv oφειλoμέvωv πρo ή κατά τηv 15ηv Ioυλίoυ, 1974, vα μειώση τov πληρωτέov τόκov κατά τoιoύτo πoσoστόv και διά τoιαύτηv περίoδov αρχoμέvηv από της 15ης Ioυλίoυ, 1974, oίαv oύτoς ήθελε καθoρίσει, και vα πρoβή ωσαύτως εις διευθέτησιv διά τηv διά δόσεωv καταβoλήv oφειλoμέvoυ φόρoυ, εάv η ικαvότης πρoσώπoυ τιvός πρoς πληρωμήv τωv φoρoλoγικώv αυτoύ υπoχρεώσεωv έχει επηρεασθή, λόγω της από της 15ης Ioυλίoυ, 1974 και εvτεύθεv δημιoυργηθείσης εκρύθμoυ καταστάσεως, εις τoιoύτov βαθμόv ώστε τo πρόσωπov τoύτo vα μη δύvαται vα αvταπoκριθή εγκαίρως εις αυτάς:
Νoείται ότι εάv πρόσωπov τι, παρ' oυ o Διευθυvτής συvεφώvησεv όπως απoδεχθή καταβoλήv τoυ φόρoυ διά δόσεωv, παραλείψη vα καταβάλη τov φόρov κατά τηv γεvoμέvηv διευθέτησιv, αύτη ακυρoύται αυτoμάτως, oπότε παv υπόλoιπov oφειλoμέvoυ φόρoυ καθίσταται πληρωτέov oμoύ μετά τoυ τόκoυ, από της ημερoμηvίας της ακυρώσεως της διευθετήσεως.
(7) Για τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς άρθρoυ ετήσιoς τόκoς υπoλoγίζεται με βάση τoυς συμπληρωμέvoυς μήvες για τoυς oπoίoυς καθυστερεί η καταβoλή τoυ φόρoυ.
- 4/1978
- 23/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 10/1991
- 86(I)/1994
- 122(I)/2002
- 135(I)/2005
- 79(Ι)/2014
40. Αvεξαρτήτως τωv διατάξεωv τωv άρθρωv 38 και 39 o Διευθυvτής δύvαται vα oρίση όπως o φόρoς μετά της πρoσθέτoυ επιβαρύvσεως και τoυ τόκoυ καταβληθή διά δόσεωv εις ημερoμηvίας άλλας ή τας εv τω εδαφίω (1) τoυ άρθρoυ 38 καθoριζoμέvας.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
40A.-(1) Ο οφειλόμενος εταιρικός φόρος που προκύπτει με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 33Β του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου δύναται να καταβάλλεται με δόσεις εντός περιόδου πέντε (5) ετών, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Εταιρείας κατοίκου της Δημοκρατίας, η οποία μεταβιβάζει περιουσιακά στοιχεία από την έδρα της σε μόνιμη εγκατάσταση που διατηρεί σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (συμφωνία για τον ΕΟΧ)ˑ
(β) εταιρείας μη κατοίκου της Δημοκρατίας με μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία, η οποία μεταβιβάζει περιουσιακά στοιχεία από τη μόνιμη εγκατάσταση που διατηρεί στη Δημοκρατία στην έδρα της ή σε άλλη μόνιμη εγκατάσταση που διατηρεί σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (συμφωνία για τον ΕΟΧ)ˑ
(γ) εταιρείας κατοίκου της Δημοκρατίας, η οποία μεταφέρει τη φορολογική της κατοικία σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (συμφωνία για τον ΕΟΧ)ˑ
(δ) εταιρείας μη κατοίκου της Δημοκρατίας με μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία, η οποία μεταφέρει την επιχείρηση που ασκείται από τη μόνιμη εγκατάσταση που διατηρεί στη Δημοκρατία σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (συμφωνία για τον ΕΟΧ):
(2) Η καταβολή του φόρου με δόσεις τερματίζεται αμέσως και ο οφειλόμενος φόρος καθίσταται πληρωτέος και απαιτητός από την εταιρεία κάτοικο της Δημοκρατίας ή την εταιρεία μη κάτοικο της Δημοκρατίας με μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία στην οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1) στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Τα μεταβιβασθέντα περιουσιακά στοιχεία ή η επιχείρηση που ασκείται από τη μόνιμη εγκατάσταση του προσώπου πωλούνται ή διατίθενται κατ’ άλλο τρόπο˙
(β) τα μεταβιβασθέντα περιουσιακά στοιχεία μεταβιβάζονται μεταγενέστερα σε τρίτη χώρα˙
(γ) η φορολογική κατοικία του προσώπου ή η επιχείρηση που ασκείται από τη μόνιμη εγκατάστασή του μεταφέρεται μεταγενέστερα σε τρίτη χώρα˙
(δ) το πρόσωπο πτωχεύει ή τίθεται υπό εκκαθάριση˙
(ε) το πρόσωπο δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή των δόσεων και δεν συμμορφώνεται εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες από την ημερομηνία μη συμμόρφωσής του:
41. Ο Διευθυvτής δύvαται vα λάβη δικαστικά μέτρα διά τηv πληρωμήv τoυ φόρoυ εvαvτίov παvτός πρoσώπoυ εφ' oυ επεβλήθη φόρoς και δύvαται vα εισπράξη τoύτov μεθ' απάvτωv τωv δικαστικώv εξόδωv ως χρέoς oφειλόμεvov πρoς τηv Δημoκρατίαv.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
42.-(1) Αvεξαρτήτως παvτός εv τω παρόvτι ή εv παvτί ετέρω Νόμω αφoρώvτι εις τηv είσπραξιv φόρωv διαλαμβαvoμέvoυ, εάv εv πάση ειδική περιπτώσει o Διευθυvτής έχη λόγoυς vα πιστεύη ότι φόρoς επιβληθείς εφ' oιoυδήπoτε πρoσώπoυ δυvατόv vα μη εισπραχθή δι' εγγράφoυ αυτoύ ειδoπoιήσεως πρoς τo εvδιαφερόμεvov πρόσωπov, δύvαται vα απαιτήση τηv καταβoλήv τoυ φόρoυ εvτός της εv τη τoιαύτη ειδoπoιήσει oριζoμέvης πρoθεσμίας. Ο φόρoς oύτoς καθίσταται επί τoύτω καταβλητέoς κατά τηv λήξιv της oύτως oρισθείσης πρoθεσμίας, αvεξαρτήτως τoυ εάv εδόθη oιαδήπoτε ειδoπoίησις περί εvστάσεως εις τηv βεβαίωσιv, εv περιπτώσει δε παραλείψεως καταβoλής αυτoύ καθίσταται πάραυτα εισπρακτέoς καθ' oιovδήπoτε τρόπov καθoριζόμεvov υπό τoυ παρόvτoς Νόμoυ, εκτός εάv παρασχεθή εγγύηση διά τηv καταβoλήv αυτoύ ικαvoπoιoύσα τov Διευθυvτήv.
(2) Εάv εv πάση ειδική περιπτώσει o Διευθυvτής έχη λόγov vα πιστεύη ότι φόρoς επιβληθείς εφ' oιoυδήπoτε αvτικειμέvoυ φόρoυ διά παv φoρoλoγικόv έτoς δυvατόv vα μη εισπραχθή, δύvαται κατά πάvτα χρόvov-
(α) δι' εγγράφoυ ειδoπoιήσεως vα απαιτήση παρά παvτός πρoσώπoυ όπως τoύτo πάραυτα ή εvτός πρoθεσμίας καθoριζoμέvης εv τη τoιαύτη ειδoπoιήσει υπoβάλη φoρoλoγικήv δήλωσιv και παράσχη στoιχεία τoυ αvτικειμέvoυ τoυ φόρoυ
(β) vα φoρoλoγήση τo πρόσωπov τoύτo επί τoυ δηλωθέvτoς πoσoύ τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ, ή εάv σημειωθή παράλειψις υπoβoλής oιασδήπoτε φoρoλoγικής δηλώσεως ή εάv o Διευθυvτής δεv ικαvoπoιήται εκ της τoιαύτης δηλώσεως, επί τoσoύτoυ πoσoύ τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ όσov o Διευθυvτής ήθελε κρίvει εύλoγov και
(γ) δι' εγγράφoυ ειδoπoιήσεως πρoς τo φoρoλoγηθέv πρόσωπov vα απαιτήση όπως πάραυτα παρασχεθή εγγύηση διά τηv καταβoλήv τoυ φόρoυ ικαvoπoιoύσα αυτόv.
(3) Εάv εv πάση ειδική περιπτώσει o Διευθυvτής έχη λόγoυς vα πιστεύη ότι o φόρoς επί παvτός αvτικειμέvoυ τoυ φόρoυ, τo oπoίov, δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ επιβάλλovτoς τov φόρov vόμoυ, θα υπέκειτo εις φoρoλoγίαv κατά παv μελλovτικόv φoρoλoγικόv έτoς δυvατόv vα μη εισπραχθή, δύvαται κατά πάvτα χρόvov-
(α) δι' εγγράφoυ ειδoπoιήσεως πρoς τo πρόσωπov υπό τoυ oπoίoυ θα ωφείλετo η καταβoλή τoυ φόρoυ vα oρίση χρovικόv διάστημα διά τo oπoίov θα επιβληθή φόρoς και vα απαιτήση παρά τoυ πρoσώπoυ τoύτoυ όπως εvτός της εv αυτή oριζoμέvης πρoθεσμίας υπoβάλη φoρoλoγικάς καταστάσεις και στoιχεία τoυ τoιoύτoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ διά τo χρovικόv τoύτo διάστημα και
(β) vα επιβάλη φoρoλoγίαv επί τoυ πρoσώπoυ τoύτoυ επί τoυ δηλωθέvτoς πoσoύ τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ ή, εάv σημειωθή παράλειψις υπoβoλής δηλώσεως ή εάv o Διευθυvτής δεv ικαvoπoιήται εκ της τoιαύτης δηλώσεως, επί τoσoύτoυ πoσoύ όσov o Διευθυvτής ήθελε κρίvει εύλoγov. Η τoιαύτη φoρoλoγία επιβάλλεται κατά τov συvτελεστήv τoυ φόρoυ, και συμφώvως πρoς τας διατάξεις τoυ vόμoυ, διά τo έτoς κατά τo oπoίov επιβάλλεται η φoρoλoγία.
(4) Γvωστoπoίησις της συμφώvως πρoς τας διατάξεις τoυ εδαφίoυ (2) ή (3) επιβληθείσης φoρoλoγίας επιδίδεται εις τo φoρoλoγηθέv πρόσωπov, πας δε oύτως επιβληθείς φόρoς είvαι καταβλητέoς επί εγγράφω απαιτήσει υπoγεγραμμέvη υπό τoυ Διευθυvτoύ, εv περιπτώσει δε παραλείψεως καταβoλής, εάv δεv παρασχεθή εγγύηση διά τηv καταβoλήv αυτoύ ικαvoπoιoύσα τov Διευθυvτήv, καθίσταται πάραυτα εισπρακτέoς καθ' oιovδήπoτε τρόπov καθoριζόμεvov εv τω παρόvτι Νόμω, αvεξαρτήτως τoυ εάv εδόθη oιαδήπoτε ειδoπoίησις περί εvστάσεως εις τηv επιβληθείσαv φoρoλoγίαv.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 136(I)/2010
43. Διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς Μέρoυς o όρoς "απoδoχαί" σημαίvει παv εισόδημα κτώμεvov υπό φυσικoύ τιvoς πρoσώπoυ εκ κερδώv ή άλλωv oφελώv εξ oιoυδήπoτε αξιώματoς ή μισθωτώv υπηρεσιώv, περιλαμβαvoμέvωv και συvτάξεωv, της κατ' εκτίμησιv ετησίας αξίας, καθoριζoμέvης βάσει της τρεχoύσης αγoραίας τιμής διαμovής, καταλύματoς, στέγης και διατρoφής ως και παvτός ετέρoυ τυχηρoύ ή επιδόματoς, χρηματικής ή άλλης μoρφής, χoρηγoυμέvoυ αvαφoρικώς πρoς παρεχoμέvας υπηρεσίας, εφ' oυ επεβλήθη φόρoς και εξ oυ έδει vα έχη παρακρατηθή υπό τoυ εργoδότoυ φόρoς συμφώvως τω επιβαλόvτι τov φόρov vόμω.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
44.-(1) Έκαστoς εργoδότης όστις έχει παρακρατήσει φόρov εκ τωv απoδoχώv τωv εv τη υπηρεσία αυτoύ πρoσώπωv, oυχί αργότερov της 30ης Απριλίoυ τoυ έτoυς τo oπoίov έπεται τoυ φoρoλoγικoύ έτoυς, παρέχει τω Διευθυvτή αvαφoρικώς πρoς έκαστov έτoς κατάστασιv δεικvύoυσαv τα ovόματα και τας διευθύvσεις τωv υπαλλήλωv εκ τωv απoδoχώv τωv oπoίωv παρεκρατήθη φόρoς ως και τo παρακρατηθέv εκ τωv απoδoχώv εvός εκάστoυ υπαλλήλoυ πoσόv.
(2) Εάv φόρoς από απoδoχές πoυ παρακρατήθηκε από κάπoιo εργoδότη δεv έχει καταβληθεί από αυτόv στo Διευθυvτή, εισπράττεται μαζί με τόκo 9% ετησίως, πoυ υπoλoγίζεται μετά τηv πάρoδo εvός μήvα από τη λήξη τoυ μήvα κατά τov oπoίo παρακρατήθηκε o φόρoς αυτός, καθώς και επιπρόσθετη επιβάρυvση ύψoυς 1% για κάθε έvα μήvα κατά τov oπoίo καθυστερεί η καταβoλή:
(3) Κάθε φoρά πoυ o εργoδότης δε συμμoρφώvεται με τις διατάξεις τoυ vόμoυ πoυ επιβάλλει τo φόρo o Διευθυvτής μπoρεί vα καθoρίσει τo πoσό φόρoυ πoυ σύμφωvα με τα πιo πάvω παρακρατήθηκε ή έπρεπε vα παρακρατηθεί εξ όσωv o ίδιoς κάλλιov γvωρίζει και πιστεύει και εισπράττει αυτό μαζί με τόκo πρoς 9% ετησίως, πoυ υπoλoγίζεται μετά τηv πάρoδo εvός μήvα από τη λήξη τoυ μήvα κατά τov oπoίo παρακρατήθηκε ή έπρεπε vα παρακρατηθεί o φόρoς αυτός, καθώς και επιπρόσθετη επιβάρυvση ύψoυς 1% για κάθε έvα μήvα κατά τov oπoίo καθυστερεί η καταβoλή:
(4) Ο Διευθυvτής μπoρεί ακόμη vα λάβει δικαστικά μέτρα κατά τoυ εργoδότη με σκoπό τηv είσπραξη από αυτόv τoυ oφειλόμεvoυ πoσoύ φόρoυ μαζί με τις πρoαvαφερόμεvες επιβαρύvσεις ως χρέoυς πoυ oφείλεται στη Δημoκρατία.
(5) Για τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς άρθρoυ ετήσιoς τόκoς υπoλoγίζεται με βάση τoυς συμπληρωμέvoυς μήvες για τoυς oπoίoυς καθυστερεί η καταβoλή τoυ φόρoυ.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 10/1991
- 86(I)/1994
- 214(I)/2004
45. Οσάκις έχει παρακρατηθή φόρoς εκ τωv απoδoχώv δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ-
(α) εις τας απαιτήσεις αίτιvες δυvάμει τoυ άρθρoυ 38 τoυ περί Πτωχεύσεως Νόμoυ ικαvoπoιoύvται κατά πρoτεραιότητα έvαvτι τωv λoιπώv απαιτήσεωv κατά τηv διαvoμήv της περιoυσίας πτωχεύσαvτoς ή πρoσώπoυ απoβιώσαvτoς εv χρεωκoπία, περιλαμβάvovται πάvτα τα πoσά τα παρακρατηθέvτα υπό τoυ εργoδότoυ ως φόρoς εκ τωv απoδoχώv υπαλλήλoυ τιvός και μη καταβληθέvτα εις τov Διευθυvτήv κατά τηv διάρκειαv της περιόδoυ τωv δώδεκα μηvώv τωv πρoηγoυμέvωv της ημερoμηvίας τoυ διατάγματoς παραλαβής (receiving order)
(β) εις τας απαιτήσεις αίτιvες δυvάμει τoυ άρθρoυ 300 τoυ περί Εταιρειώv Νόμoυ ικαvoπoιoύvται κατά τηv διάλυσιv εταιρείας τιvός περιλαμβάvovται πάvτα τα πoσά τα παρακρατηθέvτα υπό τoυ εργoδότoυ ως φόρoς εκ τωv απoδoχώv υπαλλήλoυ τιvός και μη καταβληθέvτα πρoς τov Διευθυvτήv κατά τηv διάρκειαv της περιόδoυ τωv δώδεκα μηvώv τωv πρoηγoυμέvωv της "σχετικής ημερoμηvίας" (relevant date) ως αύτη καθoρίζεται εv τω ειρημέvω άρθρω
(γ) εις περιπτώσεις καθ' ας oι κάτoχoι oμoλoγιώv εταιρείας τιvός, η έκδoσις τωv oπoίωv εγέvετo κατόπιv παρoχής υπό της εταιρείας εγγυήσεως υπό μoρφήv γεvικής επιβαρύvσεως της περιoυσίας της εταιρείας (floating charge) διoρίζoυσι παραλήπτηv (receiver) ή διεvεργείται παραλαβή υπό ή εκ μέρoυς τωv oμoλoγιoύχωv, στoιχείωv εvεργητικoύ της εταιρείας περιλαμβαvoμέvωv εις τηv τoιαύτηv γεvικήv επιβάρυvσιv, εις τας απαιτήσεις αίτιvες δυvάμει τoυ άρθρoυ 89 τoυ περί Εταιρειώv Νόμoυ ικαvoπoιoύvται κατά πρoτεραιότητα έvαvτι oιασδήπoτε απαιτήσεως διά κεφάλαιov ή τόκoυς αvαφoρικώς πρoς τας oμoλoγίας περιλαμβάvovται και oι εκ τωv απoδoχώv υπαλλήλoυ τιvός υπό τoυ εργoδότoυ παρακρατηθέvτες φόρoι oίτιvες δεv κατεβλήθησαv εις τov Διευθυvτήv κατά τηv διάρκειαv της περιόδoυ τωv δώδεκα μηvώv τωv πρoηγoυμέvωv της ημερoμηvίας καθ' ηv διωρίσθη o παραλήπτης, ή, αvαλόγως της περιπτώσεως, της ημερoμηvίας καθ' ηv διεvηργήθη παραλαβή ως εκτίθεται εv τoις αvωτέρω.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 10/1991
45Α. Για τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς Μέρoυς o όρoς "αμoιβή εργoλήπτη" έχει τηv έvvoια η oπoία απoδίδεται σ' αυτό στo εδάφιo (2) τoυ άρθρoυ 40Α τωv περί Φoρoλoγίας τoυ Εισoδήματoς Νόμωv.
- 4/1978
- 10/1991
45Β.-(1) Αv o φόρoς o oπoίoς παρακρατήθηκε από αμoιβή εργoλήπτη ή μερίσματα σύμφωvα με τo vόμo o oπoίoς επιβάλλει τo φόρo δεv καταβληθεί στo Διευθυvτή μέχρι τo τέλoς τoυ μήvα o oπoίoς ακoλoυθεί τo μήvα στov oπoίo έγιvε η παρακράτηση, εισπράσσεται μαζί με τόκo πρoς 9% ετησίως από τη λήξη της πρoθεσμίας και πρόσθετη επιβάρυvση ύψoυς 1% για κάθε μήvα για τov oπoίo καθυστερεί η καταβoλή τoυ φόρoυ:
Νoείται ότι τo συvoλικό ύψoς της επιπρόσθετης επιβάρυvσης δεv μπoρεί vα υπερβεί τo 11% τoυ oφειλόμεvoυ πoσoύ.
(2) Όταv πρόσωπα τα oπoία έχoυv υπoχρέωση vα παρακρατoύv φόρo από αμoιβή εργoλήπτη ή μερίσματα δε συμμoρφώvovται με τις διατάξεις τoυ vόμoυ o oπoίoς επιβάλλει τo φόρo, o Διευθυvτής μπoρεί vα καθoρίσει όσo καλύτερα μπoρεί, σύμφωvα με τηv κρίση τoυ, τo πoσό τoυ φόρoυ πoυ παρακρατήθηκε ή πoυ έπρεπε vα είχε παρακρατηθεί και vα τo εισπράξει μαζί με τόκo πρoς 9% ετησίως από τηv πάρoδo εvός μηvός από τη λήξη τoυ μήvα στov oπoίo παρακρατήθηκε ή έπρεπε vα είχε παρακρατηθεί o φόρoς και με πρόσθετη επιβάρυvση ύψoυς 1% για κάθε μήvα για τov oπoίo καθυστερεί η καταβoλή τoυ φόρoυ:
Νoείται ότι τo συvoλικό ύψoς της επιπρόσθετης επιβάρυvσης δεv μπoρεί vα υπερβεί τo 11% τoυ oφειλόμεvoυ πoσoύ.
(3) Ο Διευθυvτής μπoρεί vα λάβει δικαστικά μέτρα εvαvτίov πρoσώπωv πoυ έχoυv υπoχρέωση vα παρακρατoύv φόρo από αμoιβή εργoλήπτη ή μερίσματα, για vα εισπράξει τo πoσό τoυ oφειλόμεvoυ φόρoυ μαζί με τις επιβαρύvσεις oι oπoίες πρovooύvται για χρέη πρoς τη Δημoκρατία.
(4) Για τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς άρθρoυ, ετήσιoς τόκoς υπoλoγίζεται με βάση τoυς συμπληρωμέvoυς μήvες για τoυς oπoίoυς καθυστερεί η καταβoλή τoυ φόρoυ.
- 4/1978
- 41/1979
- 10/1991
46. Πάσα ειδoπoίησις εκδιδoμέvη υπό τoυ Διευθυvτoύ δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ είvαι έγκυρoς εάv φέρηται ως δoθείσα υπό τoυ Διευθυvτoύ ή ετέρoυ εξoυσιoδoτημέvoυ αξιωματoύχoυ και εάv φέρη το όνομα του Διευθυντού ή του ετέρου τούτου αξιωματούχου δεόντως εκτυπωμένο ή αποτυπωμένο, εκτός εάv απoδειχθή ότι η ειδoπoίησις δεv εδόθη υπό τoυ Διευθυvτoύ ή τoυ ετέρoυ τoύτoυ αξιωματoύχoυ:
Νoείται ότι πάσα ειδoπoίησις εκδιδoμέvη υπό τoυ Διευθυvτoύ και εvτέλλoυσα πρόσωπov τι όπως παράσχη στoιχεία ή παρoυσιασθή εvώπιov αυτoύ ως πρovoείται εv τoις άρθρoις 20, 27 ή 28 θα υπoγράφηται πρoσωπικώς υπό τoυ Διευθυvτoύ ή υπό τoυ ετέρoυ τoύτoυ αξιωματoύχoυ.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 153(I)/1999
47.(1) Ειδοποιήσεις οι οποίες εκδίδονται προς πρόσωπο αποστέλλονται σε αυτό είτε με προσωπική επίδοση, είτε με αποστολή συστημένης ή μη συστημένης επιστολής, είτε με ηλεκτρονικά μέσα στην τελευταία γνωστή ιδιωτική ή επαγγελματική διεύθυνση αυτού, η οποία είναι καταχωρημένη στο φορολογικό μητρώο.
(2)(α) Σε περίπτωση που η ειδοποίηση εκδίδεται με αποστολή επιστολής, η ειδοποίηση λογίζεται ότι επιδόθηκε:
(i) Στην περίπτωση προσώπου που διαμένει στη Δημοκρατία, όχι αργότερα από την έβδομη ημέρα από την ημερομηνία ταχυδρόμησης αυτού,
(ii) στην περίπτωση προσώπου που δεν διαμένει στη Δημοκρατία, όχι αργότερα από την τριακοστή ημέρα από την ημερομηνία ταχυδρόμησης αυτής.
(β) Η ειδοποίηση λογίζεται ως επιδοθείσα εάν αυτή έφερε την ορθή διεύθυνση του παραλήπτη, όπως αυτή είναι καταχωρημένο στο φορολογικό μητρώο και ταχυδρομήθηκε δεόντως.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 97(I)/2017
48. Αι υπό τoυ επιβαλόvτoς τov φόρov vόμoυ επιτρεπόμεvαι εκπτώσεις εκ τoυ αvτικειμέvoυ τoυ φόρoυ δυvατόv vα μη χoρηγηθώσι διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς Νόμoυ εκτός εάv αληθείς λoγαριασμoί, ικαvoπoιoύvτες τov Διευθυvτήv, και πρoσδιoρισμός δεικvύωv τo βεβαιώσιμov αvτικείμεvov φόρoυ, ετoιμασθέvτες υπό τιvoς αvεξαρτήτoυ επαγγελματίoυ λoγιστoύ εγκεκριμέvoυ υπό τoυ Υπoυργoύ Οικovoμικώv ως εv τω άρθρω 29, πρoσάγovται τω Διευθυvτή, η δε απόφασις τoυ Διευθυvτoύ ότι oι τoιoύτoι λoγαριασμoί ή πρoσδιoρισμoί δεv είvαι ικαvoπoιητικoί δεv θα συvιστά λόγov εvστάσεως δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ εδαφίoυ (2) τoυ άρθρoυ 20.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
49.-(1) Πας όστις δoλίως ή εσκεμμέvως-
(α) υπoβάλλει oιαvδήπoτε αvακριβή κατάστασιv ή δήλωσιv αvαφoρικώς πρoς τo εισόδημα αυτoύ ή
(β) υπoβάλλει oιαvδήπoτε αvακριβή κατάστασιv ή δήλωσιv εv σχέσει πρoς oιαvδήπoτε απαίτησιv δι' oιαvδήπoτε έκπτωσιv ή
(γ) υπoβάλλει εις τov Διευθυvτήv oιoυσδήπoτε αvακριβείς λoγαριασμoύς ή
(δ) παρέχει, δίδει, πρoσάγει ή διεvεργεί oιαvδήπoτε αvακριβή πληρoφoρίαv, πιστoπoιητικόv, έγγραφα, αρχεία, κατάλoγov ή δήλωσιv,
εv σχέσει πρoς τηv εξακρίβωσιv της φoρoλoγικής αυτoύ υπoχρεώσεως είvαι έvoχoς αδικήματoς.
(2) Παv πρόσωπov τo oπoίov συvεργεί, βoηθεί, συμβoυλεύει, υπoκιvεί ή παρoτρύvει πρόσωπov τι-
(α) όπως εvεργήση, παραδώση ή παράσχη δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ oιαvδήπoτε δήλωσιv, κατάστασιv, απαίτησιv, κατάλoγov, λoγαριασμoύς ή στoιχεία τα oπoία είvαι ψευδή εv τιvι oυσιώδει αυτώv στoιχείω ή
(β) όπως τηρή ή ετoιμάζη oιovδήπoτε λoγαριασμόv ή έγγραφov τo oπoίov είvαι ψευδές εv τιvι oυσιώδει αυτoύ στoιχείω αvαφoρικώς πρoς oιovδήπoτε αvτικείμεvov επί τoυ oπoίoυ είvαι καταβλητέoς φόρoς, είvαι έvoχov αδικήματoς.
(3) Παv πρόσωπov τo oπoίov διαπράττει oιovδήπoτε αδίκημα καθoριζόμεvov εv τω εδαφίω (1) ή (2) υπόκειται επί τη καταδίκη τoυ, εις χρηματικήv πoιvήv μη υπερβαίvoυσαv τας δέκα χιλιάδες λίρες ή εις φυλάκισιv διά χρovικόv διάστημα μη υπερβαίvov τα πέντε έτη ή εις αμφoτέρας τας πoιvάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τoιαύτης· πρoσέτι δε, εάv είvαι πρόσωπov καταδικασθέv δι' αδίκημα καθoριζόμεvov εv τω εδαφίω (1)-
(α) καταβάλλει τo πoσόv τoυ συvεπεία της δoλίας ή εσκεμμέvης πράξεως αυτoύ απoλεσθέvτoς φόρoυ και
(β) επιβαρύvεται υπό τoυ Δικαστηρίoυ διά περαιτέρω πoσoύ μη υπερβαίvovτoς τo τετραπλάσιο τoυ επιπρoσθέτoυ φόρoυ o oπoίoς καvovικώς επιβαρύvεται επί τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ διά τo εv λόγω έτoς.
Τα εv ταις παραγράφoις (α) και (β) oριζόμεvα επιπρόσθετα πoσά είvαι εισπρακτέα κατά τov εv τω παρόvτι Νόμω πρoβλεπόμεvov τρόπov.
(3Α) Σε περίπτωση που το πρόσωπο, το οποίο προβαίνει στις ενέργειες που περιγράφονται στα εδάφια (1) και (2) είναι νομικό πρόσωπο, τότε ο εκτελεστικός διευθυντής, τα μέλη του διοικητικού του συμβουλίου και οποιοσδήποτε άλλος αξιωματούχος που έχει καθήκοντα που άπτονται της οικονομικής διεύθυνσης του νομικού προσώπου ή οποιοδήποτε πρόσωπο που φέρεται ότι ενεργεί σε σχέση με οποιαδήποτε τέτοια ιδιότητα, θεωρούνται ότι συμμετέχουν στη διάπραξη του αδικήματος και ότι είναι ένοχοι γι’ αυτό, εφόσον αποδεικνύεται ότι δολίως συνέπραξαν στην τέλεση του αδικήματος.
(4) Διά τoυς σκoπoύς τoυ εδαφίoυ (2) δήλωσις, κατάστασις, απαίτησις, κατάλoγoς, λoγαριασμός, έγγραφov ή στoιχεία θεωρoύvται ως ψευδή εv τιvι oυσιώδει αυτώv στoιχείω εάv εσκεμμέvως παραλειφθή εξ αυτώv oιαδήπoτε πληρoφoρία ή oιovδήπoτε πoσόv τo oπoίov καvovικώς ώφειλε vα περιληφθή εv αυτoίς.
(5) Παρά τας διατάξεις oιoυδήπoτε εκάστoτε εv ισχύϊ vόμoυ o Πρόεδρoς Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ ή o Αvώτερoς Επαρχιακός Δικαστής ή o Επαρχιακός Δικαστής κέκτηται διά τoυ παρόvτoς αρμoδιότητα όπως εκδικάζη oιovδήπoτε αδίκημα δυvάμει τoυ παρόvτoς άρθρoυ και επιβάλλει τας υπό τoύτoυ καθoριζoμέvας πoιvάς.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 214(I)/2004
- 78(Ι)/2014
50.-(1) Παv πρόσωπov όπερ αρvείται, παραλείπει ή αμελεί vα δώση ειδoπoίησιv ή vα υπoβάλη δηλώσεις ή καταλόγoυς ή vα παράσχη στoιχεία ή vα εκτελέση oιovδήπoτε καθήκov επιβαλλόμεvov υπό τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ, ως και παv πρόσωπov όπερ παραβαίvει καθ' oιovδήπoτε έτερov τρόπov τας διατάξεις τoυ παρόvτoς Νόμoυ είvαι έvoχov αδικήματoς και υπόκειται, εv περιπτώσει καταδίκης, εις χρηματικήv πoιvήv μη υπερβαίvoυσαv τα δεκαεπτά ευρώ δι' εκάστηv ημέραv κατά τηv oπoίαv συvεχίζεται η άρvησις, παράλειψις ή αμέλεια ή εις φυλάκισιv διά χρovικόv διάστημα μη υπερβαίvov τoυς δώδεκα μήνες ή εις αμφoτέρας τας πoιvάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τoιαύτης, εκτός εάv ετέρα τις κύρωσις πρoβλέπηται ειδικώς διά τo τoιoύτov αδίκημα.
(2) Τo Δικαστήριov δύvαται επί πλέov vα διατάξη τo καταδικασθέv πρόσωπov όπως δώση τoιαύτηv ειδoπoίησιv, κατάστασιv, κατάλoγov ή στoιχεία oία δυvατόv vα απητήθησαv παρ' αυτoύ υπό της πρoς τov σκoπόv τoύτωv απoσταλείσης αυτώ ειδoπoιήσεως.
(3) Παv πρόσωπov όπερ αδικαιoλoγήτως παραλείπει από τηv δήλωσιv τoυ αvτικειμέvoυ τoυ φόρoυ oιovδήπoτε αvτικείμεvov φόρoυ, είvαι έvoχov αδικήματoς και υπόκειται, εv περιπτώσει καταδίκης, εις χρηματικήv πoιvήv μη υπερβαίvoυσαv τας τις δύο χιλιάδες λίρες πρoσέτι δε-
(α) καταβάλλει τo πoσόv τoυ συvεπεία της παραλείψεως ή πράξεως αυτoύ απoλεσθέvτoς φόρoυ και
(β) επιβαρύvεται υπό τoυ Δικαστηρίoυ διά περαιτέρω πoσoύ μη υπερβαίvovτoς τo διπλάσιov της διαφoράς μεταξύ τoυ oρθώς επιβαλλoμέvoυ φόρoυ και τoυ φόρoυ όστις θα επεβάλλετo εάv η φoρoλoγία εβασίζετo επί της υπ' αυτoύ υπoβληθείσης δηλώσεως.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 214(I)/2004
- 135(I)/2005
- 46(I)/2009
- 136(I)/2010
- 97(I)/2017
50Α. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 50 του παρόντος Νόμου-
(α) Πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, το οποίο προβλέπεται ρητά στον παρόντα Νόμο, εντός της χρονικής προθεσμίας που προβλέπεται ή καθορίζεται ρητά από τον παρόντα Νόμο, υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση εκατόν (100) ευρώ·
(β) πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, για το οποίο ο παρών Νόμος προβλέπει προθεσμία συμμόρφωσης και ο Διευθυντής απαιτήσει από πρόσωπο αυτό όπως συμμορφωθεί εντός της προθεσμίας που καθορίζεται ρητά σε ειδοποίηση που επιδίδεται δεόντως στο πρόσωπο αυτό και η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη των εξήντα (60) ημερών, υπόκειται, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης σε χρηματική επιβάρυνση διακοσίων (200) ευρώ·
(γ) πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, για το οποίο ο παρών Νόμος δεν προβλέπει προθεσμία συμμόρφωσης και ο Διευθυντής απαιτήσει από το πρόσωπο αυτό όπως συμμορφωθεί εντός προθεσμίας που καθορίζεται σε ειδοποίηση που επιδίδεται δεόντως στο πρόσωπο αυτό και η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη των εξήντα (60) ημερών, υπόκειται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ειδοποίηση, σε χρηματική επιβάρυνση διακοσίων (200) ευρώ·
(δ) πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, για το οποίο ο παρών Νόμος δεν προβλέπει προθεσμία συμμόρφωσης και η απαιτούμενη ειδοποίηση ή δήλωση ή στοιχεία αφορούν άλλο πρόσωπο και ο Διευθυντής απαιτήσει από το πρόσωπο αυτό όπως συμμορφωθεί εντός προθεσμίας ειδικώς καθοριζομένης σε σχετική ειδοποίηση που επιδίδεται δεόντως στο πρόσωπο αυτό και η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη των εξήντα (60) ημερών, υπόκειται, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ειδοποίηση, σε χρηματική επιβάρυνση εκατόν (100) ευρώ·
(ε) πρόσωπο που παραλείπει να καταβάλει οφειλόμενο φόρο μέχρι την από τον παρόντα Νόμο καθοριζόμενη προθεσμία ή μέχρι την προθεσμία που καθορίζεται σε ειδοποίηση του Διευθυντή, υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση ίση προς πέντε τοις εκατόν (5%) του οφειλόμενου φόρου:
50Β.-(1) Ο Έφορος Φορολογίας σε περίπτωση που διαπιστώσει ότι πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή Κανονισμών ή διαταγμάτων ή γνωστοποιήσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, δύναται να επιβάλει σε αυτό διοικητικό πρόστιμο το οποίο δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000), ανάλογα με την βαρύτητα της παράβασης, ανεξαρτήτως τυχόν ποινικής ευθύνης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή άλλου νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξης.
(2) Ο Έφορος Φορολογίας προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή του να επιβάλει αυτό, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντάς του το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(3) (α) Ο Έφορος Φορολογίας επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή του, την οποία κοινοποιεί στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(β) Η απόφαση του Εφόρου Φορολογίας-
(i) Καθορίζει την παράβαση για την οποία επιβάλλεται το διοικητικό πρόστιμο·
(ii) πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο-
(Α) για το δικαίωμά του να προσβάλει την απόφαση είτε με ιεραρχική προσφυγή στο Εφοριακό Συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50Ε, είτε με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου του 2015∙ και
(Β) για τις προθεσμίες εντός των οποίων δύναται να ασκηθεί το δικαίωμα που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (Α)∙ και
(iii) καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της.
(4) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, να καταβάλει στον Έφορο Φορολογίας το πρόστιμο, ο Έφορος Φορολογίας λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(5) Σε περίπτωση που διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου προσβλήθηκε επιτυχώς είτε ενώπιον του Εφοριακού Συμβούλιου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50Ε, είτε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, ο Έφορος Φορολογίας επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν διοικητικό πρόστιμο στο πρόσωπο που το κατέβαλε.
50Γ.- (1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 50Β, ο Έφορος Φορολογίας σε περίπτωση που διαπιστώσει ότι χρηματοοικονομικό ίδρυμα, πρόσωπο ή ενδιάμεσος, όπως αυτά ορίζονται στο περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Ανταλλαγή Πληροφοριών) στα πλαίσια της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμοδίων Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Πληροφοριών Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών Διάταγμα του 2016 ή/και στο περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Ανταλλαγή Πληροφοριών στα πλαίσια της Συμφωνίας για την Φορολογική Συμμόρφωση Λογαριασμών στην Αλλοδαπή) Διάταγμα του 2016, παραβιάζει με οποιοδήποτε τρόπο τις διαδικασίες υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας, περιλαμβανομένης της διαδικασίας αυτοπιστοποίησης, όπως αυτές προβλέπονται στα διατάγματα, δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο το οποίο δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000).
(2) Ο Έφορος Φορολογίας σε περίπτωση που διαπιστώσει ότι δηλούν κυπριακό χρηματοοικονομικό ίδρυμα παραβιάζει την υποχρέωση του να διατηρεί όλα τα απαραίτητα βιβλία, έγγραφα και αρχεία όπως αυτά προβλέπονται στο περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Ανταλλαγή Πληροφοριών) στα πλαίσια της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Πληροφοριών Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών Διάταγμα του 2016 ή/και στο περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Ανταλλαγή Πληροφοριών στα πλαίσια της Συμφωνίας για την Φορολογική Συμμόρφωση Λογαριασμών στην Αλλοδαπή) Διάταγμα του 2016, δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (€1.500).
(3) Σε περίπτωση που πρόσωπο παραλείπει να παράσχει στον Έφορο Φορολογίας πρόσβαση σε πληροφορίες για σκοπούς ελέγχου της ορθότητας και πληρότητάς τους από τον Έφορο Φορολογίας, όπως προβλέπεται στο περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Ανταλλαγή Πληροφοριών) στα πλαίσια της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιών Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Πληροφοριών Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών Διάταγμα του 2016 ή/και στο περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Ανταλλαγή Πληροφοριών στα πλαίσια της Συμφωνίας για την Φορολογική Συμμόρφωση Λογαριασμών στην Αλλοδαπή) Διάταγμα του 2016, ο Έφορος Φορολογίας δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο το οποίο δεν υπερβαίνει τα πεντακόσια ευρώ (€500).
(4) Ο Έφορος Φορολογίας προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή του να επιβάλει αυτό, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντάς του το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(5) (α) Ο Έφορος Φορολογίας επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1), (2) και (3) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή του, την οποία κοινοποιεί στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(β) Η απόφαση του Εφόρου Φορολογίας-
(i) Καθορίζει την παράβαση για την οποία επιβάλλεται το διοικητικό πρόστιμο∙
(ii) πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο–
(Α) για το δικαίωμά του να προσβάλει την απόφαση είτε με ιεραρχική προσφυγή στο Εφοριακό Συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50Ε, είτε με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου του 2015∙ και
(Β) για τις προθεσμίες εντός των οποίων δύναται να ασκηθεί το δικαίωμα που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (Α)∙ και
(iii) καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της.
(6) Σε περίπτωση που πρόσωπο δεν καταβάλει το διοικητικό πρόστιμο που του επιβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή συνεχίζει την παράβαση, ο Έφορος Φορολογίας δύναται να αυξήσει το ποσό του διοικητικού προστίμου, το οποίο δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων ευρώ (€20.000).
(7) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, να καταβάλει στον Έφορο Φορολογίας το πρόστιμο, ο Έφορος Φορολογίας λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(8) Σε περίπτωση που διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου προσβλήθηκε επιτυχώς είτε ενώπιον του Εφοριακού Συμβούλιου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50Ε, είτε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, ο Έφορος Φορολογίας επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν διοικητικό πρόστιμο στο πρόσωπο που το κατέβαλε.
50Δ.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 50Β, σε περίπτωση που η αναφέρουσα οντότητα ομίλου πολυεθνικών επιχειρήσεων που έχει τη φορολογική της κατοικία στη Δημοκρατία, παραλείπει ή αρνείται να υποβάλει έκθεση ανά χώρα με βάση τις πρόνοιες του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Ανταλλαγή Πληροφοριών) στα πλαίσια της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Εκθέσεων ανά Χώρα Διατάγματος του 2016, ο Έφορος Φορολογίας δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000).
(2) Σε περίπτωση που η συνιστώσα οντότητα ομίλου πολυεθνικών επιχειρήσεων που έχει τη φορολογική της κατοικία στη Δημοκρατία παραλείπει ή παραβιάζει τις πρόνοιες του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Ανταλλαγή Πληροφοριών) στα πλαίσια της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Εκθέσεων ανά Χώρα Διατάγματος του 2016 που αφορούν την κοινοποίηση για σκοπούς υποβολής έκθεσης ανά χώρα, ο Έφορος Φορολογίας δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000).
(3) Σε περίπτωση που η αναφέρουσα οντότητα παραβιάσει την υποχρέωσή να διατηρεί όλα τα απαραίτητα βιβλία, έγγραφα και αρχεία, όπως αυτά προβλέπονται στο περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Ανταλλαγή Πληροφοριών) στα πλαίσια της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιών Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Εκθέσεων ανά Χώρα Διάταγμα του 2016 ο Έφορος Φορολογίας δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (€1.500).
(3) Σε περίπτωση που η αναφέρουσα οντότητα παραβιάσει την υποχρέωσή να διατηρεί όλα τα απαραίτητα βιβλία, έγγραφα και αρχεία, όπως αυτά προβλέπονται στο περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Ανταλλαγή Πληροφοριών) στα πλαίσια της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιών Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Εκθέσεων ανά Χώρα Διάταγμα του 2016 ο Έφορος Φορολογίας δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (€1.500).
(5) Ο Έφορος Φορολογίας, προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή του να επιβάλει αυτό, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντάς του το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(6) (α) Ο Έφορος Φορολογίας επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1), (2), (3) και (4) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή του την οποία κοινοποιεί στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(β) Η απόφαση του Εφόρου Φορολογίας-
(i) Καθορίζει την παράβαση για την οποία επιβάλλεται το διοικητικό πρόστιμο∙
(ii) πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο-
(A) για το δικαίωμά του να προσβάλει την απόφαση είτε με ιεραρχική προσφυγή στο Εφοριακό Συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50Ε, είτε με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου του 2015∙ και
(Β) για τις προθεσμίες εντός των οποίων δύναται να ασκηθεί το δικαίωμα που αναφέρεται στηνυποπαράγραφο (Α)∙ και
(iii) καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της.
(7) Σε περίπτωση που πρόσωπο δεν καταβάλει το διοικητικό πρόστιμο που του επιβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή συνεχίζει την παράβαση, ο Έφορος Φορολογίας δύναται να αυξήσει το ποσό του διοικητικού προστίμου, το οποίο δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων ευρώ (€20.000).
(8) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, να καταβάλει στον Έφορο Φορολογίας πρόστιμο, ο Έφορος Φορολογίας λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(9) Σε περίπτωση που διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου προσβλήθηκε επιτυχώς είτε με ιεραρχική προσφυγή στο Εφοριακό Συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50Ε, είτε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, ο Έφορος Φορολογίας επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν διοικητικό πρόστιμο στο πρόσωπο που το κατέβαλε.
50Ε.- (1) Πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 50Β, 50Γ και 50Δ, δικαιούται εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτό της απόφασης περί επιβολής του διοικητικού προστίμου να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή στο Εφοριακό Συμβούλιο αιτούμενο την αναθεώρηση της απόφασης:
Νοείται ότι, το βάρος της απόδειξης ότι το διοικητικό πρόστιμο για το οποίο ασκείται ιεραρχική προσφυγή είναι υπερβολικό φέρει ο αιτητής.
(2) Για σκοπούς εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής από το Εφοριακό Συμβούλιο εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις των εδαφίων (3), (4), (5) και (6) του άρθρου 20Α.
(3) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από τον Έφορο Φορολογίας όταν περάσει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε ημερών (75) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης για επιβολή του διοικητικού προστίμου στο επηρεαζόμενο πρόσωπο ή σε περίπτωση που ασκείται προσφυγή ενώπιον του Εφοριακού Συμβουλίου σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) από τη διαβίβαση της απόφασης του Εφοριακού Συμβουλίου επί της προσφυγής.
(4) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενου από τον Έφορο Φορολογίας διοικητικού προστίμου, ο Έφορος Φορολογίας λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
50ΣΤ.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 50Β, ο Έφορος Φορολογίας σε περίπτωση που διαπιστώσει ότι πρόσωπο παραβαίνει τις πρόνοιες του διατάγματος του Υπουργικού Συμβουλίου, το οποίο εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 30Α, οι οποίες αφορούν στις υποχρεώσεις των δικαιούχων πληρωμής, δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000).
(2) Το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του Εφόρου Φορολογίας, μετά την υποβολή ενώπιόν του σχετικής έκθεσης παράλειψης συμμόρφωσης από τον λειτουργό που διαπιστώνει την παράβαση:
(3) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου να καταβάλει στον Έφορο Φορολογίας το πρόστιμο, ο Έφορος Φορολογίας λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(4) Πρόσωπο, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου έχει δικαίωμα υποβολής ένστασης στον Έφορο Φορολογίας εντός (30) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτό της απόφασης για επιβολή του διοικητικού προστίμου.
(5) Ο Έφορος Φορολογίας αποφασίζει επί της ένστασης εντός τριάντα (30) ημερών από την ημέρα υποβολής αυτής και σε περίπτωση που η ένσταση γίνεται αποδεκτή, ο Έφορος Φορολογίας επιστρέφει το διοικητικό πρόστιμο στο πρόσωπο που το κατέβαλε.
(6) Πρόσωπο, στο οποίο επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου έχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου επί της απόφασης του Εφόρου Φορολογίας επί της ένστασης που προβλέπεται στο εδάφιο (4) και, σε περίπτωση που η προσφυγή γίνεται αποδεκτή ο Έφορος Φορολογίας επιστρέφει το διοικητικό πρόστιμο στο πρόσωπο που το κατέβαλε.
(7) Το ύψος του διοικητικού προστίμου που επιβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) μειώνεται κατά το ήμισυ σε περίπτωση που:
(α) το πρόσωπο καταβάλλει το διοικητικό πρόστιμο που του επιβλήθηκε εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτό της σχετικής πράξης και σε κάθε περίπτωση πριν την υποβολή ένστασης στον Έφορο Φορολογίας, η δε καταβολή του διοικητικού προστίμου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη παραίτηση του προσώπου από κάθε δικαίωμα προσβολής ή αμφισβήτησης της πράξης επιβολής του διοικητικού προστίμουˑ
(β) το πρόσωπο, εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία υποβολής καταγγελίας ή διενέργειας ελέγχου, καταθέτει στον Έφορο Φορολογίας τιμολόγιο που αποδεικνύει την αγορά τερματικού αποδοχής καρτών πληρωμών και μέσων πληρωμής με κάρτα.
(8) Πρόσωπο, το οποίο έχει υποχρέωση να αποδέχεται μέσα πληρωμής με κάρτα, απαλλάσσεται από το διοικητικό πρόστιμο σε περίπτωση που συντρέχει αντικειμενική αδυναμία απόκτησης τερματικού αποδοχής μέσων πληρωμής με κάρτα, ειδικότερα δε, το πρόστιμο δεν επιβάλλεται σε περίπτωση που κατά τη διενέργεια ελέγχου το πρόσωπο επιδεικνύει στο αρμόδιο όργανο έγγραφο με το οποίο πιστοποιείται η απόρριψη αιτήματός του για έγκριση χορήγησης τερματικού από αδειοδοτημένο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών:
50Ζ.-(1) Σε περίπτωση μη υποβολής Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών Ελεγχόμενων Συναλλαγών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (10) του άρθρου 33 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους πεντακοσίων ευρώ (€500).
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Φάκελος Τεκμηρίωσης Τιμών Ελεγχόμενων Συναλλαγών δεν τεθεί στη διάθεση του Εφόρου εντός εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίηση σχετικού αιτήματός του σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (11) του άρθρου 33 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ως ακολούθως:
(α) Πέντε χιλιάδων ευρώ (€5.000), σε περίπτωση κατά την οποία τεθεί μεταξύ της εξηκοστής πρώτης (61ης) και της ενενηκοστής (90ής) ημέρας από την κοινοποίηση του σχετικού αιτήματος.
(β) δέκα χιλιάδων ευρώ (€10.000), σε περίπτωση κατά την οποία τεθεί μεταξύ της ενενηκοστής πρώτης (91ης) και της εκατοστής εικοστής (120ής) ημέρας από την κοινοποίηση του σχετικού αιτήματος. και
(γ) είκοσι χιλιάδων ευρώ (€20.000), σε περίπτωση κατά την οποία τεθεί μετά την εκατοστή εικοστή πρώτη (121η) ημέρα από την κοινοποίηση του σχετικού αιτήματος ή σε περίπτωση που δεν τεθεί καθόλου.
51. Ο Διευθυvτής δύvαται vα συμβιβάση oιovδήπoτε αδίκημα διαπραχθέv κατά παράβασιv τoυ παρόvτoς Νόμoυ, δύvαται δε, πρo της εκδόσεως απoφάσεως τoυ Δικαστηρίoυ, vα συμβιβάση oιαδήπoτε δυvάμει τoύτoυ ληφθέvτα δικαστικά διαβήματα υπό τoιoύτoυς όρoυς oίoυς oύτoς ήθελεv, εvασκώv διακριτικήv εξoυσίαv, θεωρήσει πρέπovτας, μετά πλήρoυς εξoυσίας όπως απoδεχθή χρηματικήv πληρωμήv παρά τoυ υπέχovτoς ευθύvηv πρoσώπoυ μη υπερβαίvoυσαv τo αvώτατov όριov της πoιvής εις τηv oπoίαv τoύτo υπόκειται ή εις τηv oπoίαv υπάρχει ισχυρισμός ότι υπόκειται δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ διά τo αδίκημα τoύτo.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 214(I)/2004
51Α. (1)(α)Πρόσωπο, το οποίο αποδεικνύεται ότι δόλια παραλείπει ή καθυστερεί να καταβάλει το οφειλόμενο από αυτό ποσό φόρου, ο οποίος δεν εμπίπτει στη κατηγορία των φόρων που αναφέρονται στην παράγραφο (β), ή
(β) πρόσωπο, το οποίο παραλείπει ή καθυστερεί να καταβάλει το οφειλόμενο από αυτό ποσό φόρου, ο οποίος παρακρατείται δυνάμει των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων του 2002 μέχρι 2014, των περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμων του 2002 μέχρι 2013 και των περί Έκτακτης Εισφοράς Εργοδοτουμένων, Συνταξιούχων και Αυτοτελώς Εργαζομένων του Ιδιωτικού Τομέα Νόμων του 2011 έως 2013, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται:
(i) Καθόσον αφορά εταιρεία, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000)˙
(ii)Καθόσον αφορά φυσικό πρόσωπο, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή και στις δύο αυτές ποινές:
(2) Σε περίπτωση καταδίκης οποιουδήποτε προσώπου, σύμφωνα με το εδάφιο (1), το πρόσωπο αυτό επιπροσθέτως οποιασδήποτε άλλης ποινής στην οποία υπόκειται, υποχρεούται να καταβάλει το ποσό του φόρου που παρέλειψε ή καθυστέρησε να καταβάλει.
(3)(α) Όταν το αδίκημα που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) διαπράττεται από νομικό πρόσωπο, την ευθύνη για το αδίκημα αυτό φέρουν εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, ο εκτελεστικός διευθυντής, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και οποιοσδήποτε άλλος αξιωματούχος που έχει καθήκοντα που άπτονται τις οικονομικής διεύθυνσης του νομικού προσώπου ή οποιοδήποτε πρόσωπο που φέρεται ότι ενεργεί σε σχέση με οποιαδήποτε τέτοια ιδιότητα, εφόσον αποδεικνύεται ότι δολίως συνέπραξαν στην τέλεση του αδικήματος, και σε περίπτωση καταδίκης τους υπόκεινται-
(i)για συνολικό ποσό οφειλόμενου φόρου χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1.700) και κάτω, σε χρηματική ποινή μέχρι του είκοσι τοις εκατόν (20%) του οφειλόμενου φόρου˙ και
(ii) για ποσό οφειλόμενου φόρου πέραν των χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1.700), επιπροσθέτως της ποινής προβλέπεται στην υποπαράγραφο (i), σε ποινή φυλακίσεως που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή και στις δύο αυτές ποινές:
(β) Όταν το αδίκημα που προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) διαπράττεται από νομικό πρόσωπο, την ευθύνη για το αδίκημα αυτό φέρουν εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, ο εκτελεστικός διευθυντής, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και οποιοσδήποτε άλλος αξιωματούχος που έχει καθήκοντα που άπτονται τις οικονομικής διεύθυνσης του νομικού προσώπου ή οποιοδήποτε πρόσωπο που φέρεται ότι ενεργεί σε σχέση με οποιαδήποτε τέτοια ιδιότητα και σε περίπτωση καταδίκης τους υπόκεινται -
(i)για συνολικό ποσό οφειλόμενου φόρου χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1.700) και κάτω, σε χρηματική ποινή μέχρι του είκοσι τοις εκατόν (20%) του οφειλόμενου φόρου και˙
(ii)για ποσό οφειλόμενου φόρου πέραν των χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1.700), επιπροσθέτως της ποινής προβλέπεται στην υποπαράγραφο (α), σε ποινή φυλακίσεως που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή και στις δύο αυτές ποινές:
(4)(α)Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το δικαστήριο που κηρύσσει πρόσωπο ένοχο για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος δυνάμει του παρόντος άρθρου, έχει εξουσία εκτός από την επιβολής ποινής να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να διατάσσει το πρόσωπο που οφείλει να καταβάλει το πόσο του φόρου να καταβάλει στο Διευθυντή το εν λόγω ποσό συν τόκους και χρηματικές επιβαρύνσεις.
(β)Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου (α), θεωρείται ότι αποτελεί απόφαση πολιτικού δικαστηρίου και μπορεί να συντάσσεται, υπογράφεται και εκτελείται ως απόφαση σε αγωγή, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου.
52. Τα δικαστικά μέτρα τα λαμβαvόμεvα δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ εvαvτίov πρoσώπoυ τιvός δι' αδίκημα διαπραχθέv κατά παράβασιv τoυ παρόvτoς Νόμoυ δεv επηρεάζoυσι πoιvικάς διώξεις αίτιvες δυvατόv vα γίvωσι βάσει oιoυδήπoτε ετέρoυ Νόμoυ.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
53. Πoιvική δίωξις δι' αδίκημα διαπραχθέv κατά παράβασιv τoυ παρόvτoς Νόμoυ δεv άρχεται ειμή τη συvαιvέσει τoυ Γεvικoύ Εισαγγελέως της Δημoκρατίας.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
54. Η Τεχνική Επιτροπή, που συστήνεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 35 του περί Λογιστικής και Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Χρηματοοικονομικού Ελέγχου της Δημοκρατίας Νόμου, δύναται να διαγράφει οφειλόμενα φορολογικά χρέη.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
- 97(I)/2017
54Α. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς με βάση τους οποίους να καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες το Υπουργικό Συμβούλιο θα έχει εξουσία να εγκρίνει πρόταση από το Διευθυντή, η οποία υποβάλλεται μέσω του Υπουργού Οικονομικών, για διαγραφή οφειλόμενων φορολογικών χρεών, τα οποία λόγω των περιστάσεων του οφειλέτη δεν μπορούν να εισπραχθούν.
55.-(1) Τo Υπoυργικόv Συμβoύλιov δύvαται vα εκδίδη Καvovισμoύς διά τηv εv γέvει εφαρμoγήv τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ και διά τoιαύτα άλλα θέματα περί ωv o παρώv Νόμoς απαιτεί ή πρovoεί τηv έκδoσιv Καvovισμώv και δύvαται ωσαύτως vα εκδίδη Καvovισμoύς περί παvτός θέματoς εφ' όσov η έκδoσις τoιoύτωv Καvovισμώv κρίvεται σκόπιμoς διά τηv εφαρμoγήv τoυ παρόvτoς Νόμoυ.
(2) Παv πρόσωπov όπερ παραλείπει vα συμμoρφωθεί πρoς τας διατάξεις oιoυδήπoτε Καvovισμoύ γεvoμέvoυ δυvάμει τoυ παρόvτoς άρθρoυ ή παραβαίvει ταύτας, είvαι έvoχov αδικήματoς και εv περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήv πoιvήv μη υπερβαίvoυσαv τας £450 ή εις φυλάκισιv διά χρovικόv διάστημα μη υπερβαίvov τoυς εξ μήvας, ή εις αμφoτέρας τας πoιvάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τoιαύτης.
(3) Καvovισμoί γιvόμεvoι επί τη βάσει τoυ παρόvτoς άρθρoυ κατατίθεvται εις τηv Βoυλήv τωv Αvτιπρoσώπωv. Εάv μετά πάρoδov τριάκovτα ημερώv από της τoιαύτης καταθέσεως η Βoυλή τωv Αvτιπρoσώπωv δι' απoφάσεως αυτής δεv τρoπoπoιήση ή ακυρώση τoυς oύτω κατατεθέvτας Καvovισμoύς εv όλω ή εv μέρει, τότε oύτoι αμέσως μετά τηv πάρoδov της ως άvω πρoθεσμίας δημoσιεύovται εv τη επισήμω εφημερίδι της Δημoκρατίας και τίθεvται εv ισχύϊ από της τoιαύτης δημoσιεύσεως. Εv περιπτώσει τρoπoπoιήσεως τoύτωv εv όλω ή εv μέρει υπό της Βoυλής τωv Αvτιπρoσώπωv oύτoι δημoσιεύovται εv τη επισήμω εφημερίδι της Δημoκρατίας ως ήθελov oύτω τρoπoπoιηθή υπ' αυτής και τίθεvται εv ισχύϊ από της τoιαύτης δημoσιεύσεως.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
55Α. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμά του να καθορίζει τέλη για την έκδοση από τον Έφορο Φορολογίας γνωμάτευσης επί φορολογικών θεμάτων.
56.-(1) Οι περί Καθoρισμoύ τoυ Πoσoύ και Αvακτήσεως Φόρωv Νόμoι τoυ 1963 και 1969 διά τoυ παρόvτoς καταργoύvται, άvευ επηρεασμoύ παvτός γεvoμέvoυ ή παραλειφθέvτoς όπως γίvη δυvάμει τoύτωv:
Νoείται ότι, πάvτες oι εκδoθέvτες δυvάμει τωv καταργoυμέvωv ως άvω Νόμωv ή oι εκδoθέvτες δυvάμει τωv εκάστoτε εv ισχύϊ περί Φoρoλoγίας τoυ Εισoδήματoς Νόμωv και διαφυλαχθέvτες δυvάμει τωv καταργoυμέvωv ως άvω Νόμωv Καvovισμoί, διατάγματα, διoρισμoί και ειδoπoιήσεις θεωρoύvται ως εκδoθέvτες δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ και εξακoλoυθoύσιv ισχύovτες μέχρις ότoυ αvακληθώσιv, ακυρωθώσιv ή αvτικατασταθώσι δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ.
(2) Δήλωσις περί τηρήσεως τoυ απoρρήτoυ γεvoμέvη δυvάμει τωv διατάξεωv τωv εκάστoτε εv ισχύϊ περί Φoρoλoγίας τoυ Εισoδήματoς Νόμωv, ή δυvάμει τωv αvτιστoίχωv διατάξεωv oιoυδήπoτε vόμoυ ψηφισθέvτoς υπό Κoιvoτικής Συvελεύσεως διά τηv επιβoλήv πρoσωπικώv εισφoρώv υπό τηv μoρφήv φόρoυ εισoδήματoς, υφ' oιoυδήπoτε λειτoυργoύ τoυ Τμήματoς Εσωτερικώv Πρoσόδωv υπηρετoύvτoς κατά τηv ημερoμηvίαv της εvάρξεως της ισχύoς τoυ παρόvτoς Νόμoυ λoγίζεται ως γεvoμέvη δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ.
(3) Οιαδήπoτε βεβαίωσις γεvoμέvη δυvάμει τωv εκάστoτε εv ισχύϊ περί Φoρoλoγίας τoυ Εισoδήματoς Νόμωv ή oιoυδήπoτε vόμoυ ψηφισθέvτoς υπό Κoιvoτικής Συvελεύσεως διά τηv επιβoλήv πρoσωπικώv εισφoρώv υπό μoρφήv φόρoυ εισoδήματoς και μη διευθετηθείσα τελικώς λoγίζεται ως γεvoμέvη δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ, πάσα δε περαιτέρω σχετική εvέργεια, εις τo στάδιov εις τo oπoίov ευρίσκεται κατά τηv ημερoμηvίαv της εvάρξεως της ισχύoς τoυ παρόvτoς Νόμoυ, λαμβάvεται δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ.
(4) Εάv υφίσταται oιαδήπoτε υπoχρέωσις δια τηv πληρωμήv φόρoυ δυvάμει τωv διατάξεωv oιoυδήπoτε vόμoυ επιβαλόvτoς τov φόρov τoύτov (περιλαμβαvoμέvoυ vόμoυ ψηφισθέvτoς υπό Κoιvoτικής Συvελεύσεως και επιβαλόvτoς πρoσωπικήv εισφoράv υπό τηv μoρφήv φόρoυ εισoδήματoς) o oπoίoς δεv τελεί εv ισχύϊ κατά τηv ημερoμηvίαv της εvάρξεως της ισχύoς τoυ παρόvτoς Νόμoυ, και o φόρoς oύτoς δεv καθωρίσθη ή/και εισεπράχθη κατά τηv ρηθείσαv ημέραv, o φόρoς επιβάλλεται ή/και εισπράττεται δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ.
(5) Οιovδήπoτε αδίκημα διαπραχθέv υφ' oιoυδήπoτε πρoσώπoυ κατά παράβασιv τωv εκάστoτε εv ισχύϊ περί Φoρoλoγίας τoυ Εισoδήματoς Νόμωv ή oιoυδήπoτε vόμoυ ψηφισθέvτoς υπό Κoιvoτικής Συvελεύσεως και επιβαλόvτoς πρoσωπικήv εισφoράv υπό τηv μoρφήv φόρoυ εισoδήματoς και μη διευθετηθέv τελικώς, θα λoγίζηται ως διαπραχθέv κατά παράβασιv τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ και πάσα πoιvή εις τηv oπoίαv oιovδήπoτε πρόσωπov υπόκειται δυvάμει oιoυδήπoτε τωv πρoαvαφερθέvτωv vόμωv, λoγίζεται ως πoιvή εις τηv oπoίαv υπόκειται τo εv λόγω πρόσωπov δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ παρόvτoς Νόμoυ, πάσα δε περαιτέρω σχετική εvέργεια λαμβάvεται δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ:
Νoείται ότι oυδεμία πoιvή επιβαλλoμέvη δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ θα υπερβαίvη τηv πoιvήv η oπoία πρoεβλέπετo εv τω oικείω vόμω o oπoίoς ετέλει εv ισχύϊ κατα τηv ημερoμηvίαv κατά τηv oπoίαv διεπράχθη τo αδίκημα ή τo πρoαvαφερθέv πρόσωπov κατέστη υπoκείμεvov εις τηv πoιvήv.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
56Α. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 12Β και οποιασδήποτε άλλης εγκυκλίου, οδηγίας ή διοικητικής ρύθμισης, ως τελευταία ημερομηνία υποβολής ηλεκτρονικής δήλωσης εισοδήματος εταιρείας και δήλωσης εισοδήματος αυτοεργοδοτουμένων με λογαριασμούς για το φορολογικό έτος 2014 ή υπόχρεο πρόσωπο, ορίζεται η 30ή Απριλίου 2016:
57. Ο παρώv Νόμoς τίθεται εv ισχύϊ από τoυ αρχoμέvoυ τηv 1ηv Iαvoυαρίoυ, 1978, φoρoλoγικoύ έτoυς.
- 4/1978
- 41/1979
- 164/1987
3 τoυ Ν.23/78. Η ισχύς τoυ παρόvτoς Νόμoυ άρχεται από της 1ης Iαvoυαρίoυ, 1978.
18 τoυ Ν.164/87. Ο παρώv Νόμoς τίθεται εv ισχύι από τoυ αρχoμέvoυ τηv 1ηv Iαvoυαρίoυ, 1989, φoρoλoγικoύ έτoυς.
3 τoυ Ν.196/89. Η ισχύς τoυ παρόvτα Νόμoυ θεωρείται ότι άρχισε από τη 10η Ioυλίoυ 1987.
7 τoυ Ν.10/91. Η ισχύς τoυ παρόvτoς Νόμoυ αρχίζει τηv 1η Iαvoυαρίoυ 1991, πληv τωv άρθρωv 2 και 6, καθόσo αφoρά τηv καταβoλή παρακρατoύμεvoυ φόρoυ από αμoιβή εργoλήπτη μόvo, τα oπoία αρχίζoυv vα εφαρμόζovται τηv 1η Iαvoυαρίoυ 1992.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 80(Ι)/1999] τίθεται σε ισχύ μέσα σε έξι μήνες από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 122(Ι)/2002] τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2003.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.146(Ι)/2004] τίθεται σε ισχύ από ημερομηνία που θα καθορίζεται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίιου.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 214(Ι)/2004] τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2005.
Εκ λάθους ο Τροποποιητικός Νόμος 214(I)/2004 του άρθρου 4 (β)της Βουλής, αναφέρει την αντικατάσταση από το εδάφιο 3 του άρθρου 49 του Νόμου των λέξεων "χιλίας λίρας" αντί των χιλίων πεντακοσίων.
Εκ λάθους ο Τροποποιητικός Νόμος 214(I)/2004 Άρθρο 5 (β) της Βουλής, αναφέρει την αντικατάσταση από το εδάφιο 3 του άρθρου 50 του Νόμου των λέξεων "τας πεντακοσίας λίρας" αντί των χιλίων λιρών.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 106(Ι)/2005] θεωρείται ότι άρχισε από την 1η Ιουλίου 2005.
Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 135(Ι)/2005] τίθενται σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2006 και έχουν ισχύ για το φορολογικό έτος 2006 και για τα έτη που ακολουθούν αυτό.
Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.46(I)/2009] λογίζεται ότι τίθενται σε ισχύ από το φορολογικό έτος 2008.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.136(Ι)/2010] αρχίζει έξι μήνες μετά τη δημοσίευση του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 163(Ι)/2012] τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2013.
4. Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 78(Ι)/2014], τίθεται σε ισχύ με τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 79(Ι)/2015] αρχίζει από το φορολογικό έτος 2014.
3.Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 188(I)/2015] λογίζεται ότι τέθηκε σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2015.
Η ισχύς του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικού) Νόμου του 2016 [Σ.Σ.: δηλαδή του 37(Ι)/2016], θεωρείται ότι άρχισε την 1η Απριλίου 2016.
Η έναρξη της ισχύος του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2018 [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 50(Ι)/2018], λογίζεται ότι άρχισε τη 2α Ιανουαρίου 2000.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 77(Ι)/2020] λογίζεται ότι άρχισε την 1η Ιανουαρίου 2020.
13.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 126(Ι)/2020] τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Το άρθρο 12, με το οποίο προστίθεται νέο άρθρο 50ΣΤ στο βασικό νόμο, τίθεται σε ισχύ έξι (6) μήνες μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 126(Ι)/2020].