ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1269/2000.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

CYEMS CO. LIMITED,

Αιτητών

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος,

Καθ' ων η αίτηση.

__________________

27 Σεπτεμβρίου, 2001.

Για τους αιτητές: Σπ. Ευαγγέλου.

Για τους καθ' ων η αίτηση: Δ. Κούσιου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας

εκ μέρους του Γ-Ε.

____________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια εταιρεία (η αιτήτρια) ζητά την πιο κάτω θεραπεία:

«1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ' ου η αίτηση, που περιέχεται στην επιστολή του με αρ. Φακ. 12010064Υ και ημ. 17.8.2000, να απορρίψει την ένσταση που υπέβαλε η αιτήτρια, κατά της ειδοποίησης επιβολής φορολογίας φόρου εισοδήματος με αναφορά 119992886672, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα.

2. Επιπρόσθετα και/ή διαζευκτικά, δήλωση του δικαστηρίου ότι η ειδοποίηση επιβολής φορολογίας φόρου εισοδήματος για το έτος 1993 είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα.»

Τα πραγματικά περιστατικά.

Η προσφυγή σχετίζεται με τη φορολογία φόρου εισοδήματος για το φορολογικό έτος 1993 (το επίδικο φορολογικό έτος). Επειδή η αιτήτρια δεν υπέβαλε εξελεγμένους λογαριασμούς ούτε δήλωση εισοδήματος για το επίδικο φορολογικό έτος, στις 29.12.1999 ο καθ' ου η αίτηση (ο 'Εφορος) επέβαλε αρχική φορολογία Φόρου Εισοδήματος με βάση εισόδημα που υπολογίστηκε κατά την κρίση του.

Η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση κατά της πιο πάνω φορολογίας την 2.6.2000 μέσω των δικηγόρων της. Υποστήριξε, ανάμεσα σ' άλλα, ότι η φορολογία επιδόθηκε κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 19 του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου (Ν 4/78, όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενέστερα), στη διεύθυνση τρίτου προσώπου και όχι στη «συνήθη προσωπική ή επαγγελματική» διαμονή της αιτήτριας όπως απαιτεί το προαναφερθέν άρθρο. Συγκεκριμένα, η Φορολογία στάληκε ταχυδρομικώς στην ταχυδρομική θυρίδα 1612 στη Λευκωσία, η οποία, ανήκει στους πρώην λογιστές/ελεγκτές της αιτήτριας κ.κ. PRICEWATERHOUSE COOPERS.

Ταυτόχρονα οι δικηγόροι της αιτήτριας ανέφεραν ότι η τελευταία αντιλαμβάνεται ότι η ένσταση της είναι εκπρόθεσμη. 'Ομως θεωρεί ότι υπάρχει εύλογος λόγος για αυτό και ως εκ τούτου, ζήτησε όπως ο 'Εφορος ασκήσει τη διακριτική ευχέρεια που του παρέχει το άρθρο 20 του πιο πάνω Νόμου και αποδεχθεί την ένσταση.

Ο 'Εφορος δεν έκαμε αποδεκτή την ένσταση. Με επιστολή του ημερ. 17.8.2000 πληροφόρησε τους δικηγόρους της αιτήτριας ότι η ένσταση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή «καθότι δεν εμπίπτει στα χρονικά πλαίσια του άρθρου 20(1) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων (Ν 4/78 όπως τροποποιήθηκε).

Η επιστολή του Εφόρου καταλήγει ως εξής:

«'Οσον αφορά την διεύθυνση της εταιρείας, η τελευταία δήλωση εισοδήματος της εταιρείας ήταν αυτή του 1992, όπου σαν διεύθυνση αλληλογραφίας δηλώθηκε η Τ.Θ. 21612, 1591 Λευκωσία. Παρακαλώ όπως μας πληροφορήσετε την τωρινή διεύθυνση της εταιρείας για να ενημερώσουμε ανάλογα το μηχανογραφημένο μας σύστημα.»

Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την προσφυγή αποτελούν κοινό έδαφος. Το μόνο επίδικο θέμα είναι η εγκυρότητα της απόφασης του Εφόρου με την οποία η ένσταση της αιτήτριας έχει απορριφθεί ως εκπρόθεσμη.

Ο κ. Ευαγγέλου υπέβαλε ότι η αιτήτρια δεν έλαβε ορθή ειδοποίηση (proper notice) για την επίδικη φορολογία και/ή ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι έλαβε ορθή ειδοποίηση. Το άρθρο 47 του Νόμου 4 του 1978 - συνέχισε ο κ. Ευαγγέλου - μιλά για «την τελευταία γνωστή επαγγελματική ή ιδιωτική διεύθυνση» του φορολογούμενου (και όχι διεύθυνση τρίτου). Ο κ. Ευαγγέλου σημείωσε ότι η διεύθυνση της αιτήτριας ήταν γνωστή στον 'Εφορο γιατί η Αίτηση 453/2000 (για την είσπραξη της επίδικης φορολογίας) επιδόθηκε στην αιτήτρια σε αυτή, δηλαδή, στο εργοστάσιο που διατηρούσε στον παλαιό δρόμο Λευκωσίας/Λεμεσού.

Εν όψει των πιο πάνω - κατέληξε ο κ. Ευαγγέλου - η απόφαση του Εφόρου να μην αποδεκτεί την υποβληθείσα ένσταση ήταν αποτέλεσμα κακής άσκησης της διακριτικής εξουσίας του και θα πρέπει να ακυρωθεί με έξοδα εις βάρος της Δημοκρατίας.

Από την άλλη πλευρά η κα. Κούσιου, εκ μέρους του Εφόρου, υπέβαλε ότι η επίδικη φορολογία ταχυδρομήθηκε στην τελευταία γνωστή, στον 'Εφορο, διεύθυνση της αιτήτριας. Αυτή η διεύθυνση ήταν εκείνη του Ελεγκτικού Οίκου Pricewaterhouse Coopers. Στην τελευταία δήλωση που υποβλήθηκε από την αιτήτρια, η οποία αφορούσε το φορολογικό έτος 1992 (οικονομικό έτος που έληξε στις 30.6.93) αναφέρεται σαν διεύθυνση αλληλογραφίας η διεύθυνση του πιο πάνω ελεγκτικού οίκου. Εφόσον η ταχυδρόμηση της φορολογίας στη διεύθυνση του εν λόγω ελεγκτικού οίκου δεν έχει αμφισβητηθεί η ειδοποίηση φορολογίας έχει λάβει χώραν με τον τρόπο που προβλέπεται από το άρθρο 47 του Νόμου 4/78.

Το γεγονός ότι η διαδικασία για την είσπραξη του φόρου επιδόθηκε στην αιτήτρια είναι άσχετο. Η φορολογική αίτηση - κατέληξε η κα. Κούσιου - «σύμφωνα με τα όσα ισχύουν για την επίδοση δικαστηριακών υποθέσεων δεν μπορούσε να επιδοθεί σε ταχυδρομική θυρίδα».

Στην Φυτείαι Φοϊζα Λτδ ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 1225/99/31.10.2000 η φορολογία ταχυδρομήθηκε στη γνωστή στον 'Εφορο διεύθυνση των αιτητών. Οι τελευταίοι πρόβαλαν τη θέση ότι δεν είχαν παραλάβει την επίδικη φορολογία και έλαβαν γνώση της όταν τους επιδόθηκε η αίτηση για είσπραξη της φορολογίας. Κρίθηκε ότι ορθά ο 'Εφορος απέρριψε την ένσταση ως εκπρόθεσμη. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

«Το θέμα της επίδοσης ειδοποίησης φορολογίας διέπεται από το άρθρο 47, όπως αναριθμήθηκε, του πιο πάνω Νόμου 4/78. Το άρθρο αυτό έχει εξεταστεί στην Παφίτη ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 522 στην οποία είχε εξεταστεί και θέμα συνταγματικότητας του σχετικού άρθρου. Στην απόφαση της Ολομέλειας το θέμα τέθηκε ως εξής:

'Το άρθρο 47, όπως αναριθμήθηκε, του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου του 1978, Ν. 4/78, προνοεί:

'47. Αι ειδοποιήσεις επιδίδονται προσώπω τινί είτε δια προσωπικής επιδόσεως είτε δια συστημένης επιστολής αποστελλομένης εις την τελευταίαν αυτού γνωστήν επαγγελματικήν ή ιδιωτικήν διεύθυνσιν, και εις την τελευταίαν περίπτωσιν αι ειδοποιήσεις λογίζονται επιδοθείσαι εις μεν την περίπτωσιν προσώπων διαμενόντων εν τη Δημοκρατία ουχί βραδύτερον της εβδόμης ημέρας αφ' ης η επιστολή εταχυδρομήθη, εις δε την περίπτωσιν προσώπων μη διαμενόντων εν τη Δημοκρατία ουχί βραδύτερον της τριακοστής ημέρας αφ' ης εταχυδρομήθη. Τοιαύτη επίδοσις αποδεικνύεται επαρκώς εάν αποδειχθή ότι η εμπεριέχουσα την ειδοποίησιν επιστολή έφερε την ορθήν διεύθυνσιν και εταχυδρομήθη δεόντως.'

Από την άλλη, σύμφωνα με το άρθρο 20 κάθε φορολογούμενος που αμφισβητεί την επιβληθείσα φορολογία μπορεί με έγγραφη ένσταση να αποταθεί στο Διευθυντή για επανεξέταση και αναθεώρηση της φορολογίας. Η ένσταση θα πρέπει να κατατεθεί όχι αργότερα του τέλους του μηνός που έπεται του μηνός εντός του οποίου η ειδοποίηση δόθηκε στο φορολογούμενο. Σύμφωνα πάντα με το άρθρο 20, νοείται ότι αν ο Διευθυντής ικανοποιηθεί ότι λόγω απουσίας στο εξωτερικό, ασθενείας ή άλλης εύλογης αιτίας ο φορολογούμενος εμποδίστηκε από του να καταθέσει την ειδοποίηση ένστασης μέσα στη ρηθείσα προθεσμία, χορηγεί εύλογη παράταση. Σίγουρα το τεκμήριο που τίθεται με το άρθρο 47 σχετικά με την επίδοση της ειδοποίησης είναι μαχητό, γι' αυτό εξ άλλου υπάρχει και η πρόνοια του άρθρου 20 με την οποία ο Διευθυντής παρέχει παράταση αν ικανοποιηθεί ότι λόγω εύλογης αιτίας η ένσταση δεν καταχωρήθηκε έγκαιρα. Δε συμφωνούμε με τον εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι έγινε κανονική επίδοση των επίδικων φορολογιών. 'Οπως είπαμε και πιο πάνω σύμφωνα με το άρθρο 47 η ειδοποίηση τεκμαίρεται ότι επιδόθηκε αν ικανοποιηθούν οι δύο προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο, δηλαδή η σωστή διεύθυνση και η ταχυδρόμηση του φακέλου. Η ορθή διεύθυνση, παρά τους κάποιους ισχυρισμούς του εφεσείοντος, ουσιαστικά δεν αμφισβητήθηκε, αφού είναι φανερό, όπως προκύπτει εξ άλλου και από το διοικητικό φάκελο, ότι η διεύθυνση στην οποία αποστάληκε η ειδοποίηση ήταν η αληθινή διεύθυνση του εφεσείοντος. Η ειδοποίηση στάληκε μέσα σε φάκελο με διαφανή θυρίδα μέσα από την οποία διαβάζεται η διεύθυνση του προσώπου στο οποίο αποστέλλεται. Η διεύθυνση αυτή ήταν εκείνη που φέρει η επιστολή που συνόδευε τις δύο ειδοποιήσεις. Δε δίδουμε οποιαδήποτε σημασία στο γεγονός ότι στις δύο ειδοποιήσεις που συνόδευαν την επιστολή παρουσιαζόταν ελαφρά διαφορετική διεύθυνση, ούτε ότι στην τρίτη δεν υπήρχε καθόλου διεύθυνση.

.................................. .................................................. ......

Ο εφεσείων παραπονείται επίσης ότι το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε εσφαλμένα ότι δεν καταχώρησε ένσταση και συνεπώς απώλεσε το δικαίωμα προσφυγής. Θα συμφωνήσουμε και με την πιο πάνω κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου. Η ένσταση καταχωρήθηκε μεν αλλά εκπρόθεσμα, με αποτέλεσμα ο Διευθυντής να μην την εξετάσει. Το παράπονο αυτό σχετίζεται και με τον ισχυρισμό ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα δεν επελήφθηκε του δεύτερου λόγου της προσφυγής, ότι δηλαδή ήταν εύλογο κάτω από τις περιστάσεις να δοθεί από το Διευθυντή παράταση της προθεσμίας για καταχώρηση της ένστασης, κάτι που ο Διευθυντής παρέλειψε να πράξει. Ούτε και με αυτή την εισήγηση συμφωνούμε. Ο Διευθυντής είχε ενώπιόν του μια εκπρόθεσμη ένσταση και συνεπώς δεν είχε άλλη εκλογή από του να την απορρίψει. Ο εφεσείων σ' εκείνο το στάδιο θα έπρεπε να υποβάλει αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρησης της ένστασης, όπως προβλέπεται από το άρθρο 20 και κατά πάσα πιθανότητα η μη παραλαβή της ειδοποίησης θα εθεωρείτο από το Διευθυντή ως εύλογη αιτία, με αποτέλεσμα να του παρεχόταν εύλογη παράταση για καταχώρηση ένστασης.'

.................................. .................................................. .....

Στην παρούσα υπόθεση η ταχυδρόμηση δεν έχει αμφισβητηθεί. 'Εχει αποδειχθεί ταχυδρόμηση με συστημένη επιστολή γιατί έχει παρουσιασθεί σχετική απόδειξη του Ταχυδρομείου. Ούτε και έχει αμφισβητηθεί ουσιαστικά ότι η διεύθυνση στην οποία είχε ταχυδρομηθεί η ειδοποίηση της φορολογίας δεν ήταν η σωστή διεύθυνση της αιτήτριας. 'Επεται πως έχουν ικανοποιηθεί οι δύο προϋποθέσεις που θέτει ο Νόμος για την επαρκή απόδειξη της επίδοσης της ειδοποίησης επιβολης φορολογίας. Ορθά λοιπόν ο Διευθυντής αποφάνθηκε ότι η ένσταση ήταν εκπρόθεσμη και ορθά αρνήθηκε να την εξετάσει εφόσον ήταν εκπρόθεσμη. Ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.»

 

Στην παρούσα υπόθεση, όπως και στην περίπτωση της υπόθεσης Φυτείαι Φοϊζα Λτδ (πιο πάνω) η ταχυδρόμηση της φορολογίας δεν έχει αμφισβητηθεί. Ούτε έχει αμφισβητηθεί ότι η διεύθυνση στην οποία έχει ταχυδρομηθεί ήταν η τελευταία γνωστή στον 'Εφορο διεύθυνση της αιτήτριας. Ακολουθεί πως έχουν ικανοποιηθεί οι δύο προϋποθέσεις που θέτει ο Νόμος για την επαρκή απόδειξη της επίδοσης της ειδοποίησης επιβολής φορολογίας. Νόμιμα λοιπόν ο 'Εφορος αποφάνθηκε ότι η ένσταση ήταν εκπρόθεσμη. Ο σχετικός - μοναδικός - λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί. Αποτελεί υποχρέωση των φορολογούμενων όχι μόνο να υποβάλλουν λογαριασμούς εντός των προθεσμιών που προβλέπονται από το Νόμο αλλά και να ενημερώνουν το 'Εφορο για την τυχόν αλλαγή της διεύθυνσης τους. Στην παρούσα υπόθεση η αιτήτρια παρέλειψε να υποβάλει, ως όφειλε, λογαριασμούς για το φορολογικό έτος 1993. Ούτε και πληροφόρησε τον 'Εφορο για την αλλαγή της διεύθυνσης της. Δεν νομιμοποιείται να επικαλείται τις δικές της παραλείψεις και παραβάσεις του Νόμου ως βοήθημα στην προσφυγή εναντίον της απόφασης του Εφόρου.

Ο κ. Ευαγγέλου δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε επιχείρημα σε σχέση με το αιτητικό 2 της προσφυγής. Το εκλαμβάνω ότι το έχει εγκαταλείψει. Προσθέτω ότι εν όψει της πιο πάνω κατάληξης μου δεν είναι δυνατή η εξέταση του αιτητικού 2 της προσφυγής γιατί δεν στρέφεται εναντίον εκτελεστής πράξης. Στρέφεται κατά της ουσίας της επίδικης φορολογίας. 'Ασκηση τέτοιας προσφυγής είναι δυνατή μόνο με την υποβολή και εξέταση ένστασης. Εφόσον η ένσταση δεν έχει εξεταστεί δεν υπάρχει εκτελεστή απόφαση εναντίον της οποίας μπορεί να ασκηθεί τέτοια προσφυγή (βλ. Pandelidou v. Republic (1986) 3 C.L.R. 687). 'Επεται πως το αιτητικό 2 πρέπει να απορριφθεί λόγω έλλειψης εκτελεστότητας.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα τα οποία θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται στην ολότητά της.

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο