ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 2174

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 325/94

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

 

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

CARIBBEAN NIGHT SPOT AND DISCO LIMITED εκ Λεμεσού

Αιτητών

και

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

1. Υπουργού Οικονομικών

2. Του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος

Καθ΄ων η αίτηση

---------------------

12 Σεπτεμβρίου, 1997

Για την αιτήτρια: Κος. Χρ. Κουνιάς για κ. Γ.Λ. Σαββίδη.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: Κα. Λ. Χριστοδουλίδου-Ζανέττου για κ. Γ. Λαζάρου,

Δικηγόρο της Δημοκρατίας Α.

-----------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια εταιρεία ιδρύθηκε το 1982 με κύριο σκοπό τη διαχείριση των δισκοθηκών "CARIBBEAN". Η αιτήτρια εταιρεία υπέβαλε εξελεγμένους λογαριασμούς και προσδιορισμούς φορολογητέου εισοδήματος για τα χρόνια 1982 - 1987. Μετά την καταχώριση ενστάσεων και διαβουλεύσεων της εταιρείας με το Γραφείο Φόρου Εισοδήματος, στις 10.2.94 το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων ειδοποίησε εγγράφως την αιτήτρια εταιρεία ότι απεφάσισε τον καθορισμό του φόρου εισοδήματος, φορολογιών έκτακτης εισφοράς και φορολογιών έκτακτης εισφοράς για την άμυνα σύμφωνα με τα έντυπα Α, Β και Γ που είχαν επισυναφθεί στην αίτηση. Το συνολικό ποσό των φορολογιών ανέρχεται σε £270.532,60 σεντ.

Είναι η θέση της αιτήτριας εταιρείας ότι είχε παρουσιάσει τα βιβλία της και άλλα έγγραφα στους καθ΄ων η αίτηση και ότι η απόφαση του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος να αναθεωρήσει τα εισοδήματα της αιτήτριας εταιρείας για τα χρόνια 1982 - 1987 με βάση ποσοστό μικτού κέρδους 380% πάνω στις αγορές ποτών, είναι αυθαίρετη και δεν στηρίζεται σε καμιά νομική ή πραγματική βάση.

Από μια προσεκτική εξέταση του φακέλλου της εταιρείας και από τα άλλα σχετικά στοιχεία που υπάρχουν ενώπιον του Δικαστηρίου φαίνεται ότι οι ισχυρισμοί της αιτήτριας εταιρείας δεν μπορούν να ευσταθήσουν.

Αναφορικά με την παρουσίαση των σχετικών στοιχείων φαίνεται ότι η αιτήτρια εταιρεία παρέλειψε να παρουσιάσει αποδεικτικά στοιχεία για τις εισπράξεις από το 1982 - 1987. Ενδεικτικό της εικόνας αυτής είναι το ότι σε συνάντηση που είχαν ο Διευθύνων Σύμβουλος και οι ελεγκτές της εταιρείας στις 13.4.92 στα Γραφεία του Εφόρου Εισοδήματος στη Λεμεσό, με τον προϊστάμενο του Γραφείου Φόρου Εισοδήματος Λεμεσού και τον Ανώτερο Φοροθέτη που εξέταζε τα βιβλία της εταιρείας, ο σύμβουλος και οι ελεγκτές παραδέχθηκαν ότι δεν μπορούσαν να υποβάλουν αποδεικτικά στοιχεία για τις εισπράξεις που διεξήγαγε η εταιρεία και πιο συγκεκριμένα δεν μπορούσαν να παρουσιάσουν αντίγραφα διπλοτύπων για τις εισπράξεις εισόδου και τα ρολά των ταμειακών μηχανών για τις εισπράξεις πωλήσεων. Πρέπει να αναφερθεί ότι η πιο πάνω εισήγηση των καθ΄ων η αίτηση δεν αντικρούστηκε από την αιτήτρια εταιρεία.

΄Ενα άλλο στοιχείο το οποίο παρέμεινε αδιευκρίνιστο από την αιτήτρια εταιρεία είναι και οι διάφορες καταθέσεις που έκαμαν προς όφελος της εταιρείας οι δυο σύμβουλοι Κ. Αταλιώτης και Μ. Αλεξάνδρου από το 1982 - 1987. Οι πιο πάνω σύμβουλοι κατέθεσαν στην εταιρεία, ο μέν πρώτος £101.272 ο δε δεύτερος £93.403. Παρά τις εκκλήσεις των καθ΄ων η αίτηση, η αιτήτρια εταιρεία δεν παρουσίασε αποδεικτικά στοιχεία αναφορικά με την προέλευση των πιο πάνω ποσών.

Ως αποτέλεσμα της παράλειψης παρουσίασης των αναγκαίων αποδεικτικών στοιχεία από την αιτήτρια εταιρεία, οι καθ΄ων η αίτηση καθόρισαν σαν επιπρόσθετο εισόδημα για τα φορολογικά έτη 1982 - 1987 ποσοστό μεικτού κέρδους 380%. Το ποσοστό αυτό καθορίστηκε κατόπιν ελέγχου άλλων παρόμοιων επιχειρήσεων. Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι η ίδια η αιτήτρια εταιρεία δέχθηκε, σε μια προσπάθεια εξώδικης διευθέτησης του καθορισμού των φορολογητέων ποσών, όπως το "mark-up" της εταιρείας (περιθώριο κέρδους σε σχέση με το κόστος) για τα έτη 1982 - 1987 αυξηθεί για τα χρόνια 1983, 1984 και 1985 κατά 280%.

Ο φορολογούμενος έχει την υποχρέωση να τηρεί κανονικά βιβλία και να κρατεί σωστούς λογαριασμούς έτσι που ο καθορισμός του εισοδήματός του να καθίσταται δυνατός. Παράλειψη του φορολογούμενου να παρουσιάζει τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία του κύκλου των εργασιών του, παρέχει στον Έφορο τη διακριτική ευχέρεια να προχωρήσει, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 51 του Νόμου 4/78, στον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος και στην άρνηση παραχώρησης εκπτώσεων, νοουμένου πάντοτε ότι οι ενέργειες του Εφόρου δεν θα βασίζονται σε υποθέσεις ή εικασίες αλλά θα είναι το αποτέλεσμα κάποιας έρευνας. (΄Ιδε Περικλέους ν. Δημοκρατίας ΑΕ 1435 - 9.4.96).

Οι πρόνοιες του άρθρου 51 εξετάστηκαν σε διάφορες υποθέσεις στις οποίες τονίστηκε ότι η ευθύνη των αρχών δεν είναι η αναζήτηση δεδομένων για την εισοδηματική κατάσταση του φορολογουμένου, αλλά ο έλεγχος της ορθότητας των δηλώσεων που υποβάλλει ο φορολογούμενος. Ο τελευταίος είναι το πρόσωπο που έχει μοναδική γνώση των εισοδημάτων του αφού έχει κάθε ευχέρεια να συλλέξει τα απαραίτητα στοιχεία που θα πρέπει να παρουσιάσει για τον ορθό υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος. (΄Ιδε Tryphonos v. Republic (1984) 3 CLR 846.

Η μέθοδος της αύξησης του μεικτού κέρδους με γνώμονα το μεικτό κέρδος παρόμοιων επιχειρήσεων έχει υιοθετηθεί και έχει τύχει δικαστικής αναγνώρισης. ΄Οπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Ζαχαροπλαστικές Επιχειρήσεις ΟΚΑΠΙ Λτδ ν. Δημοκρατίας ΑΕ 1172 της 7.2.95,

"΄Εχουμε και εμείς την άποψη πως, κάτω από αυτές τις περιστάσεις, η μεθοδος είναι παραδεκτή γιατί βασίζεται στη λογική των πραγμάτων. Επιχειρήσεις με παρόμοιο κύκλο εργασιών, που έχουν τα ίδια έξοδα εργατικών και υλικών για την παραγωγή του προϊόντος τους, είναι λογικό να αναμένουν το ίδιο περίπου μικτό κέρδος".

΄Εχω εξετάσει με πολλή προσοχή κάθε εκδοχή της υπόθεσης με ιδιαίτερη αναφορά στο φάκελλο της διοίκησης που αφορά τον κύκλο εργασιών της αιτήτριας εταιρείας και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ως αποτέλεσμα της μή τήρησης αποδεικτικών στοιχείων για τις εισπράξεις της εταιρείας και τις χωρίς εξηγήσεις καταθέσεις των δυο συμβούλων προς όφελος της εταιρείας, ο ΄Εφορος ορθά προέβηκε στον καθορισμό των φορολογικών ποσών χωρίς να έχει υπερβεί τα όρια της εξουσίας του. Ο καθορισμός των σχετικών ποσών ήταν εύλογα επιτρεπτός με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του.

Επίσης ως αποτέλεσμα της μή τήρησης και παρουσίασης των αναγκαίων εκείνων αποδεικτικών στοιχείων, ορθά ο ΄Εφορος κατέφυγε στον καθορισμό της αύξησης του μεικτού κέρδους συγκριτικά με εισπράξεις άλλων παρόμοιων επιχειρήσεων, ο δε καθορισμός του ποσοστού 380% ήταν εύλογα επιτρεπτός.

 

 

 

Συνεπακόλουθα η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας εταιρείας.

 

Τ. Ηλιάδης

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΣι.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο