ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
E.M.K. Snack Pub (2003) 1 ΑΑΔ 292
Kυριακίδης Hλίας και Άλλοι ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Yπουργικού Συμβουλίου (1997) 3 ΑΑΔ 485
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2021:D191
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 84/2021)
17 Μαΐου, 2021
[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ
XXX ΓΕΝΟΦΚΙΑΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ PROHIBITION
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
ΗΜΕΡ. 20.04.2021 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ
ΜΕ ΑΡ. 1/2015, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 285 ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ Κ.Δ.Π. 53/1989
________________________
Ανδρέας Κυπρίζογλου, για τον Αιτητή.
Αιτητής παρών.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής στην παρούσα αίτηση είναι Ειδικός Αστυφύλακας και, από το 2015, τελεί σε διαθεσιμότητα. Βρέθηκε στην κατάσταση αυτήν, όταν τού αποδόθηκε η διάπραξη ποινικού αδικήματος. Ακολούθως, καταχωρίστηκε εναντίον του, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, η ποινική υπόθεση αρ. 21736/2015. Με αυτήν, κατηγορήθηκε για το αδίκημα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιού, κατά παράβαση των άρθρων 2 και 7(1) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου του 2014, (Ν. 91(Ι)/2014). Στην πορεία, η πιο πάνω υπόθεση εκδικάστηκε και απορρίφθηκε, ως μη αποδειχθείσα. Συνακόλουθα, ο αιτητής αθωώθηκε και απαλλάχθηκε της κατηγορίας.
Συγχρόνως με την ποινική υπόθεση, ο αιτητής αντιμετώπισε ενώπιον Πειθαρχικής Επιτροπής την πειθαρχική υπόθεση αρ. 1/2015. Αυτή αφορούσε στο πειθαρχικό αδίκημα της ανάρμοστης συμπεριφοράς. Ο αιτητής, μετά την αθώωσή του στην ποινική υπόθεση, ζήτησε από την Πειθαρχική Επιτροπή τη διακοπή της εν λόγω πειθαρχικής υπόθεσης και την αποκατάστασή του στις τάξεις της Αστυνομικής Δύναμης. Η απάντηση που έλαβε ήταν αρνητική. ΄Οπως δε πληροφορήθηκε, η πειθαρχική υπόθεση θα οριζόταν για εκδίκαση.
Με δεδομένη την πιο πάνω κατάσταση πραγμάτων, ο αιτητής, ενεργώντας διά του συνηγόρου του, υπέβαλε ενώπιον της Πειθαρχικής Επιτροπής προδικαστικό αίτημα. Με αυτό, ζητούσε τη διακοπή της πειθαρχικής υπόθεσης. Υποστήριξε το αίτημά του, εισηγούμενος ότι η πειθαρχική υπόθεση θα στηριχθεί στο ίδιο μαρτυρικό υλικό, στο οποίο βασίστηκε η ποινική υπόθεση, η οποία κατέληξε στην αθώωσή του. Στο πλαίσιο, ανωτέρω, ο αιτητής παρέδωσε στην Πειθαρχική Επιτροπή αντίγραφο κατηγορητηρίου και αντίγραφο απόφασης, που αφορούσαν την εν λόγω ποινική υπόθεση. Το πιο πάνω αίτημά του εξετάστηκε από την Πειθαρχική Επιτροπή και απορρίφθηκε, με αιτιολογημένη απόφαση ημερομηνίας 20.4.2021.
Με την παρούσα μονομερή αίτηση, ο αιτητής ζητά να τού επιτραπεί να προβεί στην προώθηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος prohibition, δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος. Με αυτό, θα απαγορεύεται στην Πειθαρχική Επιτροπή να προβεί στην εκδίκαση της πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον του. ΄Οπως προκύπτει από τη σχετική δικογραφία, ο λόγος τον οποίο θα προβάλει θα είναι ο ίδιος που επικαλέστηκε και ενώπιον της Πειθαρχικής Επιτροπής, στο πλαίσιο του προδικαστικού αιτήματός του. Εισηγείται δε, συναφώς, ότι, αν επιτραπεί η εκδίκαση της πειθαρχικής υπόθεσης, θα παραβιαστεί η θεμελιακή αρχή στο ΄Αρθρο 12.2 του Συντάγματος.
Η Πειθαρχική Επιτροπή, στην απόφασή της, υιοθετώντας σχετική εισήγηση του εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής, κατέληξε πως: «Η πειθαρχική και η ποινική αποτελούν δύο διαφορετικές διαδικασίες έτσι δεν υφίσταται θέμα εφαρμογής της αρχής n.b.i.i (ne bis in idem) όταν για μία πράξη ή παράλειψη συνίσταται η αντικειμενική υπόσταση ενός ποινικού και ενός πειθαρχικού αδικήματος με την επιβολή μίας ποινικής και μίας πειθαρχικής ποινής στο ίδιο πρόσωπο.» Τοιουτοτρόπως, η Πειθαρχική Επιτροπή, στην πραγματικότητα, αγνόησε την προαναφερθείσα εισήγηση εκ μέρους του αιτητή αλλά και τη σχετική πρόνοια στον Κ. 52 των περί Αστυνομίας (Πειθαρχικών) Κανονισμών του 1989, (Κ.Δ.Π. 53/1989), (οι «Κανονισμοί»).
Ο πιο πάνω Κανονισμός προβλέπει: «Μέλος της Δύναμης που δικάστηκε για ποινικό αδίκημα και δε βρέθηκε ένοχο δεν μπορεί να διωχθεί πειθαρχικά με την ίδια κατηγορία, αλλά μπορεί να διωχθεί για πειθαρχικό αδίκημα που προκύπτει από τη διαγωγή του η οποία σχετίζεται με την ποινική υπόθεση, αλλά δεν εγείρει το ίδιο επίδικο θέμα όπως η κατηγορία κατά την ποινική δίωξη». Πασιφανώς, το περιεχόμενό του αντανακλά την αρχή στο ΄Αρθρο 12.2 του Συντάγματος ότι: «Ο απαλλαγείς ή καταδικασθείς δεν δικάζεται εκ δευτέρου διά το αυτό αδίκημα.» Το Ανώτατο Δικαστήριο αναγνώρισε, στην υπόθεση Κυριακίδης κ.ά. ν. Αστυνομίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 485, ότι η πιο πάνω αρχή εφαρμόζεται σε σχέση και με πειθαρχικό αδίκημα, εφόσον έχει προηγηθεί αθώωση του πειθαρχικά διωκομένου σε όμοιας φύσεως ποινικό αδίκημα.
Εν προκειμένω, η Πειθαρχική Επιτροπή είχε ενώπιόν της αίτημα για διακοπή της πειθαρχικής υπόθεσης που αντιμετώπιζε ο αιτητής, στη βάση ότι εκδίκασή της θα οδηγούσε στην παραβίαση της αρχής του ΄Αρθρου 12.2 του Συντάγματος, ανωτέρω. Το εν λόγω αίτημα επέβαλλε την εξέταση του κατά πόσο συνέτρεχε η σχετική πρόνοια του Κ. 52 των Κανονισμών. Η διαδικασία η οποία, κατά πάσα πιθανότητα, έπρεπε να είχε ακολουθηθεί, σε τέτοια περίπτωση, είναι η ίδια με εκείνην που προβλέπεται στο άρθρο 69(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, όταν γίνεται επίκληση της πρόνοιας του εδαφίου (1)(β) στο ίδιο άρθρο. Σχετική επί τούτου είναι η υπόθεση E.M.K. Snack Pub (2003) 1 Α.Α.Δ. 292.
Πασιφανώς, η Πειθαρχική Επιτροπή δεν ασχολήθηκε με την πιο πάνω πτυχή του αιτήματος του αιτητή. Αντιθέτως, αφού παρατήρησε ότι: «Υπάρχει πράγματι αυτονομία και ανεξαρτησία μεταξύ ποινικής και πειθαρχικής δίκης ...», το απέρριψε. Η κατάληξη, ανωτέρω, της Πειθαρχικής Επιτροπής δεν επιτρέπει τη διαπίστωση, όπως είναι η θέση του αιτητή, ότι, με την εκδίκαση της πειθαρχικής υπόθεσης από αυτή, θα υπάρξει παραβίαση του ΄Αρθρου 12.2 του Συντάγματος. Στην απουσία τέτοιας διαπίστωσης, δε διαπιστώνεται η ύπαρξη συζητήσιμης υπόθεσης. Ως εκ τούτου, δε δικαιολογείται η έκδοση του αιτούμενου εντάλματος prohibition.
Για τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Γ.Ν. Γιασεμής,
Δ.
/ΜΠ