15.(1) Σε περίπτωση που η Δημοκρατία είναι το κράτος εκτέλεσης, το Δικαστήριο δύναται να ανακαλέσει τα μέτρα που λήφθηκαν για την εκτέλεση της ευρωπαϊκής εντολής προστασίας, αν-
(α) Υπάρχουν σαφή στοιχεία ότι το προστατευόμενο πρόσωπο δεν κατοικεί ούτε διαμένει στη Δημοκρατία ή έχει εγκαταλείψει οριστικά το έδαφός της.
(β) σύμφωνα με το δίκαιο που εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία, η μέγιστη διάρκεια ισχύος των μέτρων που είχαν ληφθεί κατ’ εφαρμογή της ευρωπαϊκής εντολής προστασίας έχει παρέλθει.
(γ) το κράτος έκδοσης έχει ανακαλέσει ή αποσύρει την ευρωπαϊκή εντολή προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου.
(δ) η δικαστική απόφαση, κατά την έννοια του άρθρου 2 της Απόφασης – Πλαίσιο 2008/947/ΔΕΥ ή η απόφαση περί μέτρων επιτήρησης, κατά την έννοια του άρθρου 4 της Απόφασης – Πλαίσιο 2009/829/ΔΕΥ έχει διαβιβασθεί στη Δημοκρατία μετά την αναγνώριση της ευρωπαϊκής εντολής προστασίας.
(2) Το δικαστήριο ενημερώνει αμελλητί την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης αναφορικά με την ανάκληση και, όπου είναι δυνατό, το προστατευόμενο πρόσωπο.
(3) Πριν τη λήψη απόφασης για ανάκληση μέτρων δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), το Δικαστήριο δύναται να καλέσει την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης να παράσχει πληροφορίες αναφορικά με την αναγκαιότητα συνέχισης της προστασίας που παρέχεται δυνάμει της ευρωπαϊκής εντολής προστασίας υπό το φως των συγκεκριμένων περιστάσεων.