19Α.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους, φαρμακοποιός πολίτης κράτους μέλους, εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος, ο οποίος ασκεί νόμιμα το φαρμακευτικό επάγγελμα στο εν λόγω κράτος μέλος, δύναται να παρέχει υπηρεσίες φαρμακοποιού στη Δημοκρατία.
(2) Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται μόνο σε περίπτωση που ο πάροχος της υπηρεσίας μετακινείται στη Δημοκρατία προκειμένου να ασκήσει προσωρινά και περιστασιακά τις υπηρεσίες φαρμακοποιού.
(3) Το Συμβούλιο Φαρμακευτικής κρίνει κατά περίπτωση τον προσωρινό και περιστασιακό χαρακτήρα της παροχής υπηρεσιών και ιδιαίτερα σε σχέση με τη διάρκεια, συχνότητα, περιοδικότητα και το συνεχή χαρακτήρα της συγκεκριμένης παροχής.
(4) Σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών δυνάμει του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται τα άρθρα 9Β, 9Γ και 9Δ καθώς και το Μέρος ΙΙ του περί Φαρμακοποιών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείων Συντάξεων) Νόμου.
19.Β-(1) Οι φαρμακοποιοί που παρέχουν υπηρεσίες δυνάμει του άρθρου 19Α και είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος, απαλλάσσονται από τις απαιτήσεις που επιβάλλονται στους εγγεγραμμένους φαρμακοποιούς που είναι εγκατεστημένοι στη Δημοκρατία και οι οποίες αφορούν:
(α)την προσχώρηση στον Παγκύπριο Φαρμακευτικό Σύλλογο. Προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή των πειθαρχικών διατάξεων που ισχύουν στη Δημοκρατία, το Συμβούλιο Φαρμακευτικής απαιτεί προσωρινή εγγραφή που γίνεται αυτόματα στον Παγκύπριο Φαρμακευτικό Σύλλογο, υπό τον όρο ότι η διαδικασία αυτή δεν καθυστερεί ούτε περιπλέκει με οποιοδήποτε τρόπο την παροχή υπηρεσιών και δεν συνεπάγονται περαιτέρω δαπάνες για τον πάροχο υπηρεσιών. Το Συμβούλιο Φαρμακευτικής αποστέλλει στον Παγκύπριο Φαρμακευτικό Σύλλογο, αντίγραφο της δήλωσης του παρόχου η οποία αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 19Γ, η οποία αποτελεί αυτόματη προσωρινή εγγραφή και η οποία συνοδεύεται από αντίγραφο των εγγράφων που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 19Γ·
(β)την εγγραφή σε φορέα κοινωνικής ασφάλισης δημοσίου δικαίου, ώστε να ρυθμίζονται με ασφαλιστικό φορέα οι λογαριασμοί που σχετίζονται με τις δραστηριότητες που ασκούνται προς όφελος των ασφαλισμένων.
(2) Ο πάροχος ενημερώνει το φορέα που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), σχετικά με την παροχή υπηρεσιών πριν ή, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, μετά την εν λόγω παροχή.
19.Γ-(1) Ο πάροχος, κατά την πρώτη μετακίνησή του στη Δημοκρατία, πληροφορεί σχετικά το Συμβούλιο Φαρμακευτικής, με προηγούμενη γραπτή του δήλωση που περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με οποιεσδήποτε ασφαλιστικές εγγυήσεις ή ανάλογα μέσα προσωπικής ή συλλογικής προστασίας όσον αφορά την επαγγελματική ευθύνη.
(2) Η δήλωση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) ανανεώνεται ετησίως εάν ο πάροχος προτίθεται να παράσχει προσωρινά ή ευκαιριακά υπηρεσίες στη Δημοκρατία κατά τη διάρκεια αυτού του έτους. Ο πάροχος μπορεί να υποβάλλει τη δήλωση με οποιοδήποτε μέσον.
(3) Κατά την πρώτη παροχή υπηρεσιών ή σε περίπτωση ουσιαστικής αλλαγής της κατάστασης την οποία πιστοποιούν τα έγγραφα που αναφέρονται στο εδάφιο (1), το Συμβούλιο Φαρμακευτικής απαιτεί η δήλωση να συνοδεύεται από τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
(α) Απόδειξη ιθαγένειας του παρόχου·
(β) βεβαίωση ότι ο πάροχος είναι νόμιμα εγκατεστημένος σε κράτος μέλος για την άσκηση της φαρμακευτικής και ότι δεν του έχει απαγορευθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση αυτών των δραστηριοτήτων τη στιγμή της χορήγησης της βεβαίωσης·
(γ) αποδεικτικά των επαγγελματικών του προσόντων.
(4) Η παροχή υπηρεσίας πραγματοποιείται βάσει του επαγγελματικού τίτλου του κράτους μέλους εγκατάστασης, εφόσον σε αυτό το κράτος μέλος υφίσταται νομοθετικά κατοχυρωμένος τίτλος. Ο εν λόγω τίτλος αναγράφεται στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους εγκατάστασης, ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε σύγχυση με τον επαγγελματικό τίτλο της Δημοκρατίας. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται επαγγελματικός τίτλος στο κράτος μέλος εγκατάστασης, ο πάροχος αναφέρει τον τίτλο εκπαίδευσής του, στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους εγκατάστασης.
19Δ.-(1) Το Συμβούλιο Φαρμακευτικής ζητά, για κάθε παροχή υπηρεσιών, από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης οποιαδήποτε σημαντική πληροφορία που έχει σχέση με τη νομιμότητα της εγκατάστασης και την ορθή συμπεριφορά του παρόχου καθώς και με την απουσία πειθαρχικών ή ποινικών κυρώσεων επαγγελματικού χαρακτήρα.
(2) Το Συμβούλιο Φαρμακευτικής εξασφαλίζει την ανταλλαγή όλων των απαιτούμενων πληροφοριών ώστε να διεκπεραιώνονται κατάλληλα όλες οι καταγγελίες αποδέκτη υπηρεσίας κατά παρόχου υπηρεσίας και ενημερώνει σχετικά με την έκβαση της καταγγελίας τους αποδέκτες της υπηρεσίας.
19Ε. Στις περιπτώσεις που η παροχή πραγματοποιείται βάσει του επαγγελματικού τίτλου του κράτους μέλους εγκατάστασης ή βάσει του τίτλου εκπαίδευσης του παρόχου πέραν των άλλων απαιτήσεων ενημέρωσης που προβλέπονται στο κοινοτικό δίκαιο, στο Συμβούλιο Φαρμακευτικής δύναται να ζητήσει από τον πάροχο, κατά περίπτωση, να παράσχει στον αποδέκτη της υπηρεσίας τις ακόλουθες πληροφορίες:
(α) Εάν ο πάροχος είναι εγγεγραμμένος σε εμπορικό μητρώο ή σε άλλο ανάλογο δημόσιο μητρώο, το μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένος και τον αριθμό μητρώου του, ή ισοδύναμα μέσα εξακρίβωσης της ταυτότητας που περιέχονται στο εν λόγω μητρώο·
(β) εάν η δραστηριότητα υπόκειται σε καθεστώς αδειοδότησης στο κράτος μέλος εγκατάστασης, τα στοιχεία της αρμόδιας εποπτικής αρχής·
(γ) κάθε επαγγελματική ένωση ή ανάλογο φορέα στον οποίο είναι εγγεγραμμένος ο πάροχος·
(δ) τον επαγγελματικό τίτλο ή, εφόσον δεν υπάρχει τέτοιος τίτλος, τον τίτλο εκπαίδευσης του παρόχου και το κράτος μέλος στο οποίο χορηγήθηκε·
(ε) εάν ο πάροχος ασκεί δραστηριότητα που υπόκειται στην καταβολή ΦΠΑ, τον αριθμό φορολογικού μητρώου που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 της Οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17 Μαίου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας: Ομοιόμορφη φορολογική βάση·
(στ) λεπτομέρειες σχετικά με τυχόν ασφαλιστική κάλυψη ή άλλα μέσα προσωπικής ή συλλογικής προστασίας όσον αφορά την επαγγελματική ευθύνη.