15.-(1) Πας ιδιοκτήτης όστις υποβάλλει δήλωσιν της ακινήτου αυτού ιδιοκτησίας καταβάλλει ταυτοχρόνως τον φόρον δια το έτος 1980 συμφώνως προς την τοιαύτην δήλωσιν.
(2) Πας ιδιοκτήτης οφείλει δι' έκαστον επόμενον έτος όπως καταβάλλη τον φόρον συμφώνως προς την αρχικήν αυτού δήλωσιν ακινήτου ιδιοκτησίας και οιανδήποτε αναθεωρημένην τοιαύτην, προ της 30ης Σεπτεμβρίου εκάστου έτους.
(3) Οσάκις ο φόρος δεν κατεβλήθη ομού μετά της δηλώσεως ακινήτου ιδιοκτησίας, ούτος εισπράττεται προ ή κατά την 30ην Σεπτεμβρίου εκάστου έτους συμφώνως προς τας διατάξεις του εκάστοτε εν ισχύϊ περί Εισπράξεως Φόρων Νόμου.
(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (1), (2) και (3) του παρόντος άρθρου, ο Διευθυντής δύναται εις περίπτωσιν καθ' ην κατά την κρίσιν του, ο υπόχρεως διά καταβολήν φόρου ιδιοκτήτης δεν είναι εις θέσιν να καταβάλη τον φόρον ως προνοείται εν τω παρόντι άρθρω να αναστείλη την πληρωμήν του τοιούτου φόρου διά τοιούτο χρονικόν διάστημα ως υπό τας περιστάσεις ήθελε κρίνει αναγκαίον, εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρου 17.
(5) Ο δυνάμει του εδαφίου (4) αναστελλόμενος φόρος θα συνιστά εμπράγματον βάρος επί της ακινήτου ιδιοκτησίας και θα έχη προτεραιότητα έναντι άλλων εμπραγμάτων βαρών, είτε ταύτα συνεστήθησαν πρό είτε μετά την ημερομηνίαν καθ' ην ο αναστελλόμενος φόρος κατέστη καταβλητέος, και ουδεμία μεταβίβασις τοιαύτης ακινήτου ιδιοκτησίας θα εγγράφηται ή υποθηκεύηται, εκτός εάν ο ούτως αναστελλόμενος φόρος έχη καταβληθή ως προνοείται εν τω παρόντι Νόμω:
(α) δωρεάς ή πωλήσεις υπό γονέων προς τέκνον·
(β) δωρεάς υπό συγγενούς προς συγγενή μέχρι και του τρίτου βαθμού συγγενείας, κατ' ευθείαν ή εξ πλαγίου, άλλως ή υπό γονέως προς τέκνον·
(γ) ανταλλαγάς μεταξύ συγγενών μέχρι και του τρίτου βαθμού συγγενείας, κατ' ευθείαν ή εκ πλαγίου· ή
(δ) μεταβιβάσεις υπό ή εκ μέρους εταιρείας τινός της οποίας οι μέτοχοι είναι σύζυγοι ή και τα τέκνα αυτών εις σύζυγον ή τέκνον του τοιούτου μετόχου ή εις συγγενή του τοιούτου μετόχου μέχρι και του τρίτου βαθμού συγγενείας, κατ' ευθείαν ή εκ πλαγίου.
(6) Η δυνάμει του εδαφίου (4) αναστολή της πληρωμής αίρεται οσάκις οιονδήποτε εκ των εν τοις παραγράφοις (α) έως (δ) της επιφυλάξεως του εδαφίου (5) πρόσωπον επ' ονόματι του οποίου εγένετο η μεταβίβασις είναι, κατά την κρίσιν του Διευθυντού, εις θέσιν να καταβάλη τον ανασταλέντα φόρον.
(7) (α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου, ο ιδιοκτήτης ακινήτου ιδιοκτησίας υποκειμένης εις εμπράγματον βάρος δύναται να μεταβιβάση ταύτην διά δηλώσεως πωλήσεως και καταθέσεως ολοκλήρου του τιμήματος πωλήσεως εις το αρμόδιον Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον εφ' όσον το εν αυτή δηλούμενον τίμημα πωλήσεως ικανοποιεί τον Διευθυντήν ότι δεν είναι χαμηλότερον του ανασταλέντος φόρου, συμπεριλαμβανομένου του δυνάμει του άρθρου 17 του παρόντος Νόμου τόκου, ή ο ως προείρηται ιδιοκτήτης είναι εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης ετέρας ιδιοκτησίας αξίας υπερβαινούσης τον ανασταλέντα φόρον και τόκον.
(β) Πας μη ικανοποιούμενος εκ της αποφάσεως του Διευθυντού δύναται εντός δεκαπέντε ημερών το αργότερον από της ημερομηνίας καθ' ην εξεδόθη η απόφασις του Διευθυντού, να αιτήση παρά του Επαρχιακού Δικαστηρίου, εν τη επαρχία εν η κείται η ρηθείσα ακίνητος ιδιοκτησία, αναθεώρησιν της αποφάσεως του Διευθυντού ως το Δικαστήριον ήθελε κρίνει δίκαιον υπό τας περιστάσεις.