20.-(1) Απαγορεύεται:
(α) η μετακίνησις παντός ελεγχόμενου φαρμάκου εκ του μεταφορικού μέσου, δι’ ου ήχθη εν τη Δημοκρατία υπό διαμετακόμισιν˙ ή
(β) καθ’ οιονδήποτε τρόπον μεταφορά παντός τοιούτου ελεγχομένου φαρμάκου εν τη Δημοκρατία καθ’ οιονδήποτε χρόνον μετά την μετακίνησιν αυτού εκ του τοιούτου μεταφορικού μέσου,
εκτός δυνάμει αδείας, εν τω καθωρισμένω τύπω, και εν τω παρόντι Νόμω αναφερομένης ως “Άδεια Μεταφοράς” εκδιδομένης υπό του Υπουργού. Ο Υπουργός κέκτηται εν πάση περιπτώσει διακριτικήν εξουσίαν εκδόσεως ή μη της Αδείας Μεταφοράς.
(2) Απαγορεύεται η έκδοσις Αδείας Μεταφοράς δια την μετακίνησιν παντός τοιούτου ελεγχόμενου φαρμάκου εις οιονδήποτε μεταφορικόν μέσον επί τω τέλει μεταφοράς αυτού εκτός της Δημοκρατίας, μέχρις ού προσαχθή τω Υπουργώ έγκυρος και εν ισχύϊ άδεια εξαγωγής ή πιστοποιητικόν αλλαγής κατευθύνσεως˙ το παρόν εδάφιον δεν τυγχάνει εφαρμογής εις περιπτώσεις καθ’ ας το ελεγχόμενον φάρμακον προέρχεται εκ χώρας μη Μέλους της Ενιαίας Συμβάσεως ή της Συμβάσεως επί των Ψυχοτρόπων Ουσιών.
(3) Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν τυγγάνουσιν εφαρμογής επί ελεγχομένων φαρμάκων υπό διαμετακόμισιν δια του Ταχυδρομείου.