ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
(Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας αρ. 31/2020)
7 Νοεμβρίου, 2024
[ΛΙΑΤΣΟΣ Π., ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΚΑΡΑΚΑΝΝΑ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ
Εφεσείοντες,
ν.
ΑΜΙΤ KUMAR
Εφεσίβλητου.
.........
Π. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.
Χ. Χριστούδιας για Νίκος Α. Λοϊζου & Χρίστος Γ. Χριστούδιας, για τον Εφεσίβλητο.
.......
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί ex-tempore.
.......
Α Π Ο Φ Α Σ Η
EX-TEMPORE
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.: Το ενώπιόν μας ζήτημα είναι απλό στη βάση του και στην ουσία του έχει επιλυθεί από προηγούμενη Νομολογία. Συγκεκριμένα, από δύο πρόσφατες αποφάσεις συνθέσεων του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ασκώντας Δευτεροβάθμια Δικαιοδοσία στη βάση των Μεταβατικών Διατάξεων του Νόμου 33/64. Είναι η Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 26/2020, Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου v. Gurdhian Singh, ημερομηνίας 10/9/2024 και η Έφεση, επίσης κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 28/2020, Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Υπηρεσίας Ασύλου v. Pham Thi Hang, ημερομηνίας 1/11/2024.
Στο επίκεντρο βρίσκεται το ζήτημα της εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών Λειτουργών της Υπηρεσίας Ασύλου για έκδοση αποφάσεων επί αιτημάτων Διεθνούς Προστασίας.
Δεν τίθεται ενώπιόν μας προς συζήτηση, δεδομένου ότι δεν απασχόλησε πάνω σε αυτή τη βάση και το πρωτόδικο Δικαστήριο, εάν δεόντως ο αρμόδιος Υπουργός εξουσιοδότησε συγκεκριμένα πρόσωπα προς έκδοση τέτοιων αποφάσεων. Αυτό το οποίο αποτέλεσε τον πυρήνα της ενώπιόν μας διαφοράς, ήταν η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η μονογραφή που έφερε έκθεση/εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, προς απόρριψη του αιτήματος ασύλου του Εφεσίβλητου, δεν διαφαίνεται αν ανήκε σε πρόσωπο που είχε, προς τούτο, εξουσιοδότηση από τον Υπουργό.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά το στάδιο των διευκρινήσεων, που έλαβαν χώρα στις 8.5.2020, εξέτασε αίτημα που τέθηκε από την πλευρά των Εφεσειόντων, Καθ' ων η αίτηση τότε, προς καταχώρηση επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 5.5.2020, η οποία σκοπό είχε τη βεβαίωση των στοιχείων του προσώπου που μονόγραψε. Η πλευρά της Δημοκρατίας έθεσε, στο στάδιο των διευκρινίσεων, το ζήτημα της καταχώρησης της συγκεκριμένης επιστολής, καθότι το υπό συζήτηση θέμα της ταυτοποίησης της υπογραφής τέθηκε για πρώτη φορά κατά την απαντητική αγόρευση της πλευράς του Εφεσίβλητου-αιτητή τότε.
Αφού άκουσε τις δύο πλευρές ως προς το ζήτημα της κατάθεσης της συγκεκριμένης επιστολής, το Δικαστήριο κατάληξε, και διαβάζουμε από το σχετικό πρακτικό της πιο πάνω ημερομηνίας: «Όσον αφορά την επιστολή 5/5/2020 κατατίθεται και σημειώνεται ως Τεκμήριο 3.», προσθέτοντας «Θα το δω και θα αποφασίσω επί τούτου, κυρία Χαραλάμπους, γιατί έγγραφα προσκομίζονται στο Δικαστήριο μόνο με σχετικό αίτημα.».
Παρά την ως άνω αποδοχή της επιστολής, ως Τεκμηρίου 3, το Δικαστήριο, στην απόφασή του, έκρινε ότι «. η μονογραφή αυτή δεν διαφαίνεται σε ποιο πρόσωπο ανήκει ούτε παρουσιάστηκε οτιδήποτε ενώπιόν μου που να αποδεικνύει την ταυτότητα του προσώπου που μονόγραψε».
Τονίζουμε ότι, το κατάλληλο στάδιο προς παρουσίαση εγγράφου και εξέτασης κατά πόσο αυτό ήταν αποδεκτό ως τεκμήριο, ήταν το στάδιο που έγινε η προσπάθεια να κατατεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Ως ήδη λέχθηκε, η ευπαίδευτη Δικαστής, ακούγοντας, σε προηγούμενο στάδιο, τις δύο πλευρές μαζί και την ένσταση, που ηγέρθηκε εκ μέρους του Αιτητή, κατέληξε ότι μπορούσε να κατατεθεί και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 3.
Συνεπώς, ήταν αντιφατική, πλέον, η προσέγγιση, στα πλαίσια της απόφασης, να μη ληφθεί υπόψη και να μη γίνει αναφορά σε αυτό το τεκμήριο. Με αυτή τη συμπεριφορά, όπως κρίθηκε και στη Νομολογία που έχει ήδη παρατεθεί, τα δικαιώματα της πλευράς των Εφεσειόντων είχαν επηρεαστεί, αφού θεωρείτο δεδομένη η αποδεκτότητα, πλέον, της συγκεκριμένης επιστολής, ως Τεκμήριο 3. Υπό το πρίσμα αυτό, δεν της δόθηκε και η ευκαιρία να προβεί σε άλλα δικονομικά διαβήματα προς παρουσίαση μαρτυρίας αυτής της μορφής. Επαναλαμβάνουμε ότι, η ταυτοποίηση της μονογραφής ήταν ένα ζήτημα το οποίο είχε εγερθεί για πρώτη φορά κατά το στάδιο της απαντητικής αγόρευσης της πλευράς του Εφεσίβλητου/Αιτητή.
Με βάση το σύνολο των πιο πάνω, η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται. Η υπόθεση να τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου για επανεκδίκαση, το συντομότερο δυνατό, υπό το πρίσμα των όσων έχουν κριθεί ανωτέρω και με δεδομένο ότι δεν έχει προχωρήσει επί της ουσίας η εξέταση της υπόθεσης.
Η διαταγή για τα πρωτόδικα έξοδα ακυρώνεται. Καμία διαταγή όσον αφορά στα έξοδα της Έφεσης.
Α. Ρ. Λιάτσος, Π.
Δ. Σωκράτους, Δ.
Τ. Καρακάννα, Δ.
/μσ