ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

 

 

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 179/19)

 

4 Νοεμβρίου, 2024

 

 

[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ

Εφεσείοντας/Αιτητής

και

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Εφεσίβλητοι/Καθ΄ ων η αίτηση

 

______________________

   

      Ξ. Ευγενίου (κα) για Α. Σ. Αγγελίδης ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.

     Μ. Κυπριανού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄ εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.

    Καμία εμφάνιση, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

       _______________________

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

     _______________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

    

     ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.H Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), μετά από ακυρωτική απόφαση προήγαγε στη μόνιμη θέση Επιθεωρητή Πλοίων Α΄, Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας (επίδικη θέση), τους Α. Δαμιανού και Χρ. Αταλιανή. Ο εφεσείοντας, με προσφυγή (916/2013) αμφισβήτησε την πιο πάνω απόφαση της ΕΔΥ να διορίσει τον Χρ. Αταλιανή, ενώ η προσφυγή του Γ. Παλατέ (1545/2013) στρεφόταν εναντίον της προαγωγής και των δύο επιλεχθέντων.

 

    Αντικείμενο της υπό κρίση έφεσης αποτελεί η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να απορρίψει την προσφυγή του εφεσείοντα.

 

    Κρίνουμε ορθό, στο στάδιο αυτό, να παραθέσουμε το όλο ιστορικό που περιβάλλει την υπό εξέταση περίπτωση.

 

    Αρχικά, η  ΕΔΥ, στις 20.8.2004, προήγαγε στις επίδικες θέσεις,  τους Γ. Παλατέ και Χρ. Αταλιανή.   Οι εφεσείοντες στην υπόθεση  Αττάς κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2012) 3 Α.Α.Δ. 438, αξίωσαν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την  οποία αφενός επικυρώθηκε η προαγωγή του Γ. Παλατέ στην επίδικη θέση και αφετέρου απορρίφθηκαν συγκεκριμένοι ισχυρισμοί τους σε  σχέση με τον άλλο διορισθέντα, η προαγωγή του οποίου όμως ακυρώθηκε πρωτοδίκως.  Με την τελευταία αυτή απόφαση, το Ανώτατο Δικαστήριο, κατά την ενάσκηση της δευτεροβάθμιας του δικαιοδοσίας, παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση και συνακόλουθα ακύρωσε την προσβαλλόμενη πράξη. 

 

    Η ΕΔΥ με απόφαση της, ημερ. 10.12.2012, αποφάσισε την επαναφορά στην κατάσταση που ίσχυε πριν την πιο πάνω ακυρωθείσα απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σε συνεδρία της, ημερ. 23.1.2013, προέβη σε επανεξέταση της πλήρωσης των δύο επίδικων θέσεων, οι οποίες παρέμειναν κενές μετά την πιο πάνω απόφαση. Κατά την εν λόγω συνεδρία παρέστη ο Αναπληρωτής Διευθυντής του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας ο οποίος, αφού σύστησε για προαγωγή στην επίδικη θέση τον Γ. Παλατέ[1] και τον Α. Δαμιανού[2], αποχώρησε. Ακολούθως, η συνεδρία αναβλήθηκε για περαιτέρω υπηρεσιακή μελέτη. 

 

    Η ΕΔΥ, στις 24.1.2013, προχώρησε με επανεξέταση, όπου αποφάσισε όπως επιλέξει τους Α. Δαμιανού και Χρ. Αταλιανή για την πλήρωση των δύο πιο πάνω θέσεων.  

 

    Ακολούθως, ο εφεσείοντας καταχώρησε την Προσφυγή με αρ. 916/13 με την οποία στρεφόταν εναντίον της προαγωγής του Χρ. Αταλιανή, ενώ ο Γ. Παλατέ καταχώρησε την Προσφυγή 1545/13 η οποία στρεφόταν εναντίον της προαγωγής και των δύο επιλεχθέντων.  Κατόπιν σχετικής αίτησης οι δύο προσφυγές συνεκδικάστηκαν.   

 

    Ως αναφέρθηκε  τόσον ο εφεσείοντας όσον και ο Χρ. Αταλιανής δεν συστήθηκαν από τον Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας. Από το πρακτικό της απόφασης της ΕΔΥ, ημερ. 24.1.2013, αναφορικά με το κριτήριο της (ετήσιας βαθμολογημένης) αξίας, προκύπτει  ότι ο Χρ. Αταλιανής, σε σχέση και με τον εφεσείοντα, δεν υστερεί σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη, στα οποία, δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα, και αξιολογήθηκε  ως καθόλα «Εξαίρετος».  

 

    Το αποφασιστικό κριτήριο για την επιλογή του Χρ. Αταλιανή από την ΕΔΥ έναντι και του εφεσείοντα αποτέλεσε η κατοχή διδακτορικού τίτλου, ο οποίος κρίθηκε ότι είναι σχετικός  με τα καθήκοντα της θέσης, αν και δεν απαιτείται ή αποτελεί πλεονέκτημα σύμφωνα με το οικείο σχέδιο υπηρεσίας.   Επίσης, η ΕΔΥ δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη της ότι ο πιο πάνω επιλεγείς υστερεί κατά ένα χρόνο περίπου σε αρχαιότητα έναντι του εφεσείοντα, του Γ. Παλατέ και του Γ. Δημητριάδη, η οποία αρχαιότητα ανάγεται στην παρούσα θέση.  Ωστόσο η Επιτροπή έκρινε «. ότι η υπεροχή του Αταλιανή σε προσόντα ως κάτοχος υψηλού επιπέδου προσόντος, σχετικού με τα καθήκοντα της θέσης, υπερακοντίζει την υπεροχή των Κυριάκου[3]  και Δημητριάδη στο κριτήριο αρχαιότητας».

 

    Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού έκανε αναφορά σε νομολογία, έκρινε ότι η απόφαση της ΕΔΥ να κρίνει ότι ο Χρ. Αταλιανής υπερτερούσε του εφεσείοντα σε  προσόντα «. ένεκα της κατοχής από το ενδιαφερόμενο μέρος συναφούς με τα καθήκοντα του οικείου σχεδίου υπηρεσίας διδακτορικού, είναι εύλογο.  Όπως εύλογη και εντός των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας [έκρινε] είναι και η κρίση της καθ'  ης η αίτηση ότι, τέτοια υπεροχή σε προσόντα, δύναται να αντισταθμίσει και να υπερκεράσει ενός και  μόνο έτους αρχαιότητα, ως αυτή που ο αιτητής είχε έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους». Έτσι, απέρριψε την Προσφυγή 916/13.   Η απόφαση που εκδόθηκε στο πλαίσιο της πιο πάνω προσφυγής είναι που αποτελεί το αντικείμενο της υπό κρίση έφεσης. 

 

    Πρόσθετα δε, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας την Προσφυγή 1545/13, για τους λόγους που εξηγούνται στην απόφαση, την απέρριψε ως προς την προαγωγή του Α. Δαμιανού, Ε/Μ 1, και έτσι η σχετική απόφαση της αρμόδια αρχής επικυρώθηκε ενώ, επέτυχε ως προς την προσβολή της προαγωγής του Χρ.  Αταλιανή, Ε/Μ 2. Έτσι, η απόφαση της ΕΔΥ αναφορικά με τον τελευταίο ακυρώθηκε.

 

   Ο εφεσείοντας αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με δύο λόγους, εφόσον ο λόγος έφεσης αρ. 2 αποσύρθηκε από μέρους του ευπαιδεύτου συνηγόρου  του εφεσείοντα.  Ειδικότερα, προβάλλει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο: (i) ενώ διαπίστωσε μικρή υπεροχή σε αξία και αρχαιότητα 15 μηνών του εφεσείοντα και με δεδομένο ότι ο τελευταίος και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο (Χρ. Αταλιανής) δεν είχαν υπέρ τους τη σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή, εντούτοις εσφαλμένα θεώρησε ότι το διδακτορικό του τελευταίου προσώπου, που δεν ήταν απαραίτητο προσόν, μπορούσε να αποτελέσει νόμιμο λόγο επιλογής (λόγος έφεσης αρ. 1) και (ii) ο αιτήτης στην Προσφυγή 1545/13 είχε υπέρ του τη σύσταση και δυνάμει αυτής ακυρώθηκε η προαγωγή του  Χρ. Αταλιανή. Η ακύρωση αυτή ίσχυε έναντι «. τούτου και καθιστούσε αχρείαστη την απόρριψη της προσφυγής του Εφεσείοντα / Αιτητή και μάλιστα με έξοδα».  (λόγος έφεσης αρ. 3).

 

     Ως έχει ήδη αναφερθεί, ο επιλεγείς Χρ. Αταλιανής, σε αντίθεση με τον εφεσείοντα κατέχει και διδακτορικό τίτλο. Η κατοχή όμως διδακτορικού διπλώματος δεν θεωρείται από το οικείο σχέδιο υπηρεσίας ως πλεονέκτημα ή επιπρόσθετο προσόν.

 

    Στην πρόσφατη απόφαση Δημητρίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 107/19, 108/19 και 112/19, ημερ. 23.10.24, υιοθετήθηκε ο λόγος της     Πούρος ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374, όπου επισημάνθηκε ότι:  « τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης.  Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης.  Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων» (Βλ., επίσης, Παναγή ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 639, Θεοκλέους ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας κ.ά., Α.Ε. 90/13, ημερ. 26.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:C490 και Γρουτίδης ν. Δημοκρατίας κ.ά., Α.Ε. 169/14, 170/14 και 174/14, ημερ. 1.11.2021).

 

    Στην υπό εξέταση περίπτωση, ως αναφέρθηκε, τόσον ο εφεσείοντας  όσον και ο Χρ. Αταλιανής δεν συστήθηκαν από τον Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας.  Ο μεν πρώτος υπερείχε κατ'  ένα έτος σε αρχαιότητα από τον δεύτερο.  Ο δε τελευταίος κατείχε διδακτορικό τίτλο, μη προβλεπόμενο από το σχέδιο υπηρεσίας πλην όμως συναφές με τα καθήκοντα της θέσης. 

 

   Όπως δε έχει υποδειχθεί στη Γιωργούδη ν. Δημοκρατίας (2009)3 Α.Α.Δ. 116, το σύστημα αξιολόγησης πρέπει ακριβώς να στοχεύει στην ανάδειξη του καταλληλότερου υποψηφίου, με μόνη δέσμευση να εξυπηρετείται η αξιοκρατία και το δημόσιο συμφέρον.

 

   Όπως έχει νομολογηθεί η  αρχαιότητα αποτελεί θεσμοθετημένο κριτήριο το οποίο προσλαμβάνει αποφασιστική σημασία όταν οι υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι ως προς τα υπόλοιπα κριτήρια, ήτοι την αξία και τα προσόντα (βλ. Αναστασία Βιολάρη ν. Δημοκρατίας, Α/Ε 162/10, ημερ. 11.4.17 και Βασιλειάδης ν. Τσιάππα (2005) 3 (Α) ΑΑΔ 403 και Πιερίδου v.Δημοκρατίας Α.Ε 107/2014 ημερ. 10/12/2020, ECLI:CY:AD:2020:C423 ).

 

   Ο τρόπος αξιολόγησης πρόσθετου μη απαιτούμενου προσόντος εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας αρχής ώστε, να σταθμίσει κατά περίπτωση τη σημασία του, αποφεύγοντας τα δύο  άκρα ως έχουν καθοριστεί  πιο πάνω και δεν χρήζουν επανάληψης. 

 

    Η ΕΔΥ διερεύνησε, ως όφειλε, την κατοχή του πρόσθετου προσόντος και  αφού καθόρισε την σχετικότητα του, προέβη σε συγκριτική αξιολόγηση των υποψηφίων και κατέληξε στην πιο πάνω απόφαση της. Πρόσθετα δε, δεν παραγνωρίστηκε από την αρμόδια αρχή η αρχαιότητα του εφεσείοντα. Δεν εντοπίζεται, στην υπό εξέταση περίπτωση, ότι η αρμόδια αρχή έχει εκφύγει των ακραίων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας (Βλ. Ευαγγέλου κ.ά. ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (1989) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3051). Αντιθέτως, κινήθηκε εντός των εύλογων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας.

 

    Ως αναφέρθηκε η διαφορά στην αρχαιότητα δεν ήταν μεγάλη. Ο δε επιλεγείς κατείχε διδακτορικό τίτλο ο οποίος ήταν συναφές με την επίδικη θέση. Στην υπό κρίση περίπτωση, δεν διαπιστώνεται έκδηλη υπεροχή του εφεσείοντα έναντι του Ε/Μ. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά έκρινε ότι η υπεροχή σε  προσόντα του Χρ. Αταλιανή δύναται να αντισταθμίσει την ενός και μόνον έτους αρχαιότητα του εφεσείοντα. 

 

    Συνακόλουθα ο λόγος έφεσης αρ. 1 απορρίπτεται.

 

    Αναφορικά με τον έτερο λόγο έφεσης ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα επισήμανε ότι ο αιτητής στην Προσφυγή 1543/13 είχε υπέρ του τη σύσταση και δυνάμει αυτής ακυρώθηκε η προαγωγή του Χρ. Αταλιανή. Η ακύρωση αυτή, ως ανάφερε, ίσχυε «.έναντι τούτου.» και καθιστούσε αχρείαστη την απόρριψη της προσφυγής του εφεσείοντα και μάλιστα με έξοδα.

 

    Ο Χρ. Αταλιανή, Ε/Μ 2 στην Προσφυγή 1545/13, δεν υστερούσε σε προσόντα του εκεί αιτητή, Γ. Παλατέ, ενώ αμφότεροι είχαν υπέρ τους τη σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή.  Και οι δύο διορίστηκαν την ίδια ημερομηνία ενώ η  μόνη τους διαφορά συνίστατο στην ηλικία τους.  Ο επιλεγείς ήταν μεγαλύτερος σε ηλικία κατά 1 χρόνο και 8 μήνες περίπου.  Όσον αφορά τα δεδομένα του εκεί αιτητή σε σχέση με τον Α. Δαμιανού, Ε/Μ 1, η ΕΔΥ έκρινε ότι, υπήρχε ουσιαστική ισοβαθμία των εν λόγω υποψηφίων σε (βαθμολογημένη) αξία με έμφαση στις βαθμολογίες των τελευταίων ετών.  

 

     Το  πρωτόδικο Δικαστήριο - αφού επισήμανε ότι η ηλικιακή αρχαιότητα ήταν οριακής φύσης και ελλείψει οποιουδήποτε άλλου στοιχείου υπεροχής του ενός έναντι του άλλου το οποίο μπορούσε να αντισταθμίσει ή υπερκεράσει την ηλικιακή αρχαιότητα του Α. Δαμιανού - έκρινε ότι, ορθά χρησιμοποιήθηκε η οριακή αρχαιότητα στην ηλικία για σκοπούς της επίδικης επιλογής. Έτσι, η προσφυγή απέτυχε ως προς την προσβολή της προαγωγής του Α. Δαμιανού.

 

      Αναφορικά με τα δεδομένα του εκεί αιτητή, Γ. Παλατέ,  με το Χρ. Αταλιανή, Ε/Μ 2,  το  πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ορθή την κρίση της ΕΔΥ ως προς την ουσιαστική ισοβαθμία των εν λόγω υποψηφίων σε (βαθμολογημένη) αξία με έμφαση στις βαθμολογίες των τελευταίων ετών.  Πρόσθετα δε, ο εκεί αιτητής υπερείχε του Ε/Μ αρ. 2 κατά ένα χρόνο σε αρχαιότητα και επίσης είχε υπέρ του τη σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή σε αντίθεση με το Ε/Μ αρ. 2. Το τελευταίο, ως αναφέρθηκε, κατείχε διδακτορικό τίτλο, το οποίο ήταν πρόσθετο, μη προβλεπόμενο από το σχέδιο υπηρεσίας προσόν, πλην όμως συναφές προς τα καθήκοντα της θέσης. 

 

     Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η ΕΔΥ «. όφειλε να συμπεριλάβει στο συλλογισμό της και τη σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή υπέρ του αιτητή, ως (νόμιμο) πρωτογενές, ουσιώδες και αυτοτελές στοιχείο κρίσεως, ως επιτάσσει η νομολογία».   Έτσι, έκρινε ότι η ΕΔΥ απέτυχε στο εν λόγω  καθήκον της και η κατοχή του διδακτορικού δεν συνιστούσε νόμιμη ειδική αιτιολογία ικανή για ανατροπή της υπεροχής του εκεί αιτητή έναντι του Ε/Μ αρ. 2 αθροιστικά σε αρχαιότητα και στη σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι λανθασμένα και χωρίς νόμιμη αιτιολογία παραγνωρίστηκε η σύσταση του τελευταίου υπέρ του εκεί αιτητή από την ΕΔΥ. Έτσι, η προσφυγή πέτυχε ως προς την προσβολή της προαγωγής του Χρ. Αταλιανή, Ε/Μ αρ. 2, και ο διορισμός του ακυρώθηκε.

 

     Κατόπιν σχετικής αίτησης, που καταχωρίστηκε από την εφεσίβλητη, εκδόθηκε διάταγμα συνένωσης των δύο πιο πάνω προσφυγών. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε αρχικά την προσφυγή του εφεσείοντα (916/2013), η οποία προηγείτο της 1545/13 και ακολούθως, εξέτασε την τελευταία.  

 

    Για τους λόγους που εξηγούνται πιο πάνω, το Δικαστήριο απέρριψε την Προσφυγή 916/13. Η δε Προσφυγή 1545/13 απέτυχε ως προς την προαγωγή του Α.Δαμιανού, Ε/Μ 1 και η προαγωγή του επικυρώθηκε ενώ πέτυχε ως προς την προσβολή της προαγωγής του Χρ. Αταλιανή, Ε/Μ αρ. 2, η οποία ακυρώθηκε. 

 

   Όπως έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί,  η ακυρωτική απόφαση παράγει απόλυτο και ουσιαστικό δεδικασμένο ως προς το αποτέλεσμα της (erga omnes) και δεσμεύει κάθε όργανο ή αρχή ενώ, η απορριπτική ισχύει inter partes. Πρόσθετα δε όπου προσβάλλεται μία διοικητική πράξη με δύο προσφυγές, η ακύρωση της στην πρώτη καθιστά τη δεύτερη χωρίς αντικείμενο ( βλ. Αρχή Λιμένων Κύπρου ν. Παπαδάκη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 140, Παπαδόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε 213/2012, ημερ. 20/12/2018, ECLI:CY:AD:2018:C552, Γεωργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε 65 και 69/2011 ημερ. 22/12/2016 και Δημοκρατία v. Φλωρεντιάδης Κατασκευαί Λτδ κ.α Α.Ε 34/2014 ημερ. 24/7/2020, ECLI:CY:AD:2020:C266).

 

    Στην υπό εξέταση περίπτωση, η πρώτη χρονολογικά υπόθεση αποφασίστηκε. Το τί κρίθηκε σε σχέση με τον αιτητή στην Προσφυγή 1545/13 και τα εκεί Ε/Μ δεν επηρεάζει το αποτέλεσμα της προηγηθείσας Προσφυγής 916/13, που καταχωρίστηκε από τον εφεσείοντα. Συνεπώς και ο συγκεκριμένος λόγος έφεσης απορρίπτεται.   

                  

    Για τους λόγους που εξηγούνται, η έφεση απορρίπτεται.   Τα έξοδα, εκ  ποσού €4.000, επιδικάζονται υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντα.

 

                                                         

                                                          Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

                                                          ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

 

                                                          Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

 

 

/ΕΑΠ.



[1]  Αιτητή στην προσφυγή 1545/13.

[2]  Ενδιαφερόμενο Μέρος αρ. 1 στην Προσφυγή 1545/13.

[3]  Εφεσείοντας


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο