ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(β)(i) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 93/17)
19 Ιανουαρίου, 2024
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΠΠΑ
2. ΑΛΕΞΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΠΠΑ,
Εφεσείοντες, ν.
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ
ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
2. ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ
Εφεσίβλητων.
______________________
Δ. Νικολετόπουλος, για Ευστάθιο Κ. Ευσταθίου Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.
Μ. Δρυμιώτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για Γενικό Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.
_______________________
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δοθεί από την Καλλιγέρου, Δ.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ.: Οι εφεσείοντες είχαν προσβάλει με προσφυγή τους στο Διοικητικό Δικαστήριο τη νομιμότητα της απόφασης του Υπουργού Γεωργίας Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, η οποία περιέχετo σε επιστολή του, ημερομηνίας 3/12/2012, με την οποία απέρριψε το αίτημα τους για παραχώρηση σε αυτούς ποσοστώσεων ή επιδοτήσεων, τις οποίες κατά την θέση τους δικαιούνταν, ως νεοεισερχόμενοι αγελαδοτρόφοι, ώστε να καθίστατο το επάγγελμά τους ως αγελαδοτρόφων βιώσιμο στο μέλλον.
Αφού η προσφυγή τους εκδικάστηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο και απορρίφθηκε, ακολούθησε η καταχώριση εκ μέρους τους της παρούσας έφεσης.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, οι εφεσείοντες τυγχάνουν παιδιά αγελαδοτρόφου από τα Λύμπια. Από παιδικής ηλικίας ασχολούνται με την γεωργοκτηνοτροφία. Διέκοψαν μάλιστα και την φοίτησή τους στο γυμνάσιο προκειμένου να ασχοληθούν με το επάγγελμα του γεωργοκτηνοτρόφου και να βοηθούν την οικονομική επιχείρηση του πατέρα τους. Η αγάπη τους για το επάγγελμα και το γεγονός ότι ήταν το μόνο επάγγελμα το οποίο μπορούσαν να ασκήσουν και να βιοπορισθούν αυτοί και οι οικογένειες τους, οδήγησαν τους εφεσείοντες όπως αιτηθούν εισαγωγή τους στο επάγγελμα του αγελαδοτρόφου και να τύχουν του ευεργετήματος της νομοθεσίας, προκειμένου να τους παραχωρούνταν ποσοστώσεις από το εθνικό απόθεμα, προκειμένου να καθίστατο δυνατή η άσκηση του επαγγέλματός τους.
Τη 10/2/2012 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας διάταγμα του Υπουργού Γεωργίας βάσει του άρθρου 58Β του Ν. 4/69 για την κατανομή των ποσοστώσεων του εθνικού αποθέματος γάλακτος στους παραγωγούς (Κ.Δ.Π. 31/2012).
Με επιστολές τους, ημερομηνίας 11/9/2012 και 20/11/2012, οι εφεσείοντες είχαν θέσει το αίτημά τους όπως τους παραχωρείτο ποσόστωση γάλακτος. Λόγω μη απαντήσεως, επανήλθαν στο θέμα με νέα επιστολή τους, ημερομηνίας 1/12/2012. Την 3/12/2012 εξεδόθη η προσβληθείσα με την προσφυγή απόφαση, με την οποία απερρίφθησαν οι αιτήσεις τους.
Με ένα μόνο λόγο έφεσης, οι εφεσείοντες βάλλουν κατά της ορθότητας της εκκαλούμενης δικαστικής απόφασης. Υποστηρίζουν ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή των εφεσειόντων, καταλήγοντας στο εσφαλμένο συμπέρασμα ότι η αίτησή τους προς τους εφεσίβλητους, με την οποία είχαν αιτηθεί την είσοδό τους στο επάγγελμα του γεωργοκτηνοτρόφου/παραγωγού και/ή όπως τους παραχωρούντο ποσοστώσεις υπό καθεστώς νεοεισερχόμενων αγελαδοτρόφων, ήταν ανύπαρκτη και ήταν ως εάν αυτή να μην υπήρχε, για τον λόγο ότι δεν είχε υποβληθεί «σε συγκεκριμένο έντυπο και κατά συγκεκριμένες ημερομηνίες όπως αυτές προνοούνται σε σχετικό Διάταγμα που ανακοινώνεται και στον ημερήσιο τύπο», αλλά είχαν υποβληθεί μέσω επιστολής των εφεσειόντων. Θεωρούν πως η πιο πάνω προσέγγιση του Δικαστηρίου είναι παντελώς εσφαλμένη και αντίκειται στις αρχές του Διοικητικού Δικαίου, της Νομολογίας και της Θεωρίας του Δικαίου.
Έχουμε μελετήσει τον πρωτόδικο φάκελο μαζί με τα εκεί Παραρτήματα και διαπιστώνουμε πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή, θεωρώντας αιτιολογημένη την απόρριψη του αιτήματος των εφεσειόντων επειδή δεν υπήρχε ενώπιον του διοικητικού οργάνου συμπληρωμένο το έντυπο/«αίτηση», όπως αυτό προκαθορίστηκε με την ανακοίνωση στον τύπο, παρά μόνον οι σχετικές επιστολές τους, με τις οποίες ζητούσαν να περιληφθούν στο σχέδιο χορηγιών.
Προκύπτει από τα Παραρτήματα στην ένσταση, πως οι εφεσίβλητοι απαντώντας στους εφεσείοντες σε σχέση με το αίτημα τους, αιτιολόγησαν την απόρριψη του αιτήματός τους στην επιστολή ημερομηνίας 3/12/2012, ως ακολούθως:
« 3 Δεκεμβρίου 2012
Αγαπητοί κύριοι,
Αίτημα για παραχώρηση ποσόστωσης γάλακτος
Αναφέρομαι στη σχετική με το πιο πάνω θέμα επιστολή σας, ημερ. 11/09/12 και επιθυμώ να σας πληροφορήσω τα ακόλουθα:
Η παραχώρηση ποσόστωσης γίνεται κατά καιρούς εφόσον υπάρχει διαθέσιμο απόθεμα και για το σκοπό αυτό, εκδίδεται σχετικό Υπουργικό Διάταγμα. Το εν λόγω Διάταγμα δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας και επιπρόσθετα, γίνονται ανακοινώσεις στον Ημερήσιο Τύπο σχετικά με τις ημερομηνίες υποβολής αιτήσεως στον Οργανισμό Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας. Η υποβολή αιτήσεων γίνεται με συγκεκριμένο έντυπο και όχι με επιστολές, το οποίο θα πρέπει να υποβληθεί στις συγκεκριμένες ημερομηνίες που ανακοινώνονται.
Τονίζεται ότι η παραχώρηση ποσόστωσης σε νεοεισερχόμενους παραγωγούς, επιβάλλει ότι οι τελευταίοι θα πρέπει να λειτουργήσουν ως ξεχωριστή οντότητα (σε ξεχωριστή μονάδα, σε ξεχωριστή γεωγραφική θέση, με ξεχωριστό εξοπλισμό κ.λ.π.).
Επειδή το καθεστώς των ποσοστώσεων αναμένεται να ισχύσει μόνο μέχρι το 2015, οπότε μετά το έτος αυτό θα απελευθερωθεί η παραγωγή γάλακτος, μπορείτε να περιμένετε την απελευθέρωση του όλου συστήματος μετά το 2015, οπότε και θα μπορείτε να παράγετε γάλα ελεύθερα και πιθανόν στην ίδια μονάδα με τον πατέρα σας. Με τον τρόπο αυτό, θα αποφύγετε σημαντικές επενδύσεις τις οποίες απαιτεί μια νέα μονάδα.
[....]
Υπουργός»
Η διοίκηση οφείλει να ενεργεί πάντοτε καλόπιστα και αναλογικά σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, αναφορικά με τα αιτήματα των διοικούμενων. Στην προκειμένη περίπτωση, η ίδιοι οι εφεσείοντες ανέφεραν στην επιστολή τους ότι δεν είχαν συμπληρώσει τη βασική εκπαίδευσή τους επειδή αποφάσισαν να ασχοληθούν με την αγελαδοτροφία από μικρή ηλικία. Κάλλιστα η διοίκηση μπορούσε (αν απαραιτήτως όφειλε να είχε συμπληρωθεί έντυπο, όπως αυτό ανακοινώθηκε στον ημερήσιο τύπο), να ενημερώσει τους εφεσείοντες προς τούτο εντός ευλόγου χρόνου για να είναι η αίτησή τους και τύποις ορθή, ώστε να περιλαμβάνει με πληρότητα τα δεδομένα που απαιτούνταν. Νοουμένου ότι δεν υποδεικνύεται από τους εφεσίβλητους το άρθρο του Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή το άρθρο της εθνικής νομοθεσίας, σύμφωνα με το οποίο όλες οι αιτήσεις που δεν υποβάλλονται μέσω του εντύπου αυτές θα απορρίπτονται και ούτε οι εφεσίβλητοι κατέθεσαν στο Δικαστήριο οτιδήποτε σχετικό, συνάγεται πως ο «τύπος» για την υποβολή της αίτησης δεν ήταν ουσιώδης για τα ουσιαστικά δικαιώματα του διοικουμένου, αλλά τύπος προς υποβοήθηση της πληρότητας των λεπτομερειών που απαιτούνταν να προσκομιστούν. Σημειώνεται πως στην Κ.Δ.Π. 31/2012, Διάταγμα του Υπουργού Γεωργίας που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα και είναι συνημμένο στην ένσταση ως Παράρτημα, δεν αναφέρεται οτιδήποτε περί συμπλήρωσης εντύπου από τους ενδιαφερόμενους ως ουσιώδης τύπος της διαδικασίας.
Υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, η απόρριψη τόσο σοβαρής αίτησης σχετικά με τις ποσοστώσεις γάλακτος αγελαδοτρόφων μόνον με την αιτιολογία ότι δεν υποβλήθηκε στο κατάλληλο έντυπο, κρίνεται ως πεπλανημένα αιτιολογημένη και κατά παράβαση της χρηστής διοίκησης. Επομένως, λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι μια τέτοια αιτιολογία μπορούσε να υποστηρίξει νόμιμα την απόρριψη του αιτήματος. Κάτι τέτοιο αντιστρατεύεται τα άρθρα 13 και 50 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/1999), τα οποία παραθέτουμε πιο κάτω.
Το άρθρο 13 με τίτλο «Τήρηση των τύπων»:
«13.(1) Η διοίκηση οφείλει να τηρεί τους τύπους που απαιτεί ο νόμος για την έκδοση μιας διοικητικής πράξης. Παράβαση ουσιώδους τύπου καθιστά την πράξη παράνομη.
(2) Το αποφασιστικό κριτήριο του διαχωρισμού των τύπων σε ουσιώδεις και επουσιώδεις είναι η ενδεχόμενη επίδραση της μη τήρησής τους στο περιεχόμενο της πράξης. Αν η παρατυπία επέδρασε στο αποτέλεσμα της απόφασης που πάρθηκε, θεωρείται ουσιώδης.
(3) Αν υπάρχει αντικειμενική αδυναμία τήρησης της διαδικασίας που προβλέπει ο νόμος, η διοίκηση μπορεί να ακολουθήσει μια παραπλήσια διαδικασία που παρέχει τα ίδια εχέγγυα με την προβλεπόμενη από το νόμο.»
Και το άρθρο 50 με πλαγιότιτλο «Περιεχόμενο των αρχών της χρηστής διοίκησης»:
«50. Οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν στα διοικητικά όργανα, κατά την άσκηση της διακριτικής τους εξουσίας, να ενεργούν σύμφωνα με το περί δικαίου αίσθημα, ώστε κατά την εφαρμογή των σχετικών νομοθετικών διατάξεων σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση να αποφεύγονται ανεπιεικείς και άδικες λύσεις.»
Η πιο πάνω κατάληξή μας οδηγεί και σε απόφαση ακύρωσης της διοικητικής πράξης, καθότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε άλλη αιτιολογία στην απόφαση του Υπουργού για την μη έγκριση του αιτήματος των εφεσειόντων, πέραν της παραίνεσής του να ανέμεναν οι τότε αιτητές (εφεσείοντες) την θέση σε ισχύ στο μέλλον, δηλαδή μέχρι το 2015, της απελευθέρωσης της παραγωγής γάλακτος για να μπορούν να παράγουν γάλα ελεύθερα στην ίδια φάρμα του πατέρα τους, ώστε να αποφύγουν σημαντικές δικές τους επενδύσεις. Αυτό το σκέλος της απόφασης δεν μπορεί να αποτελεί μέρος της αιτιολογίας της απόφασης, ώστε να ελεγχθεί ως προς τη νομιμότητά της, αλλά είναι πληροφοριακό σε σχέση με τα αναμενόμενα να τεθούν σε ισχύ στο μέλλον.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη δικαστική απόφαση παραμερίζεται.
Η επίδικη στην προσφυγή διοικητική απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται έξοδα τόσο πρωτόδικα και κατ' έφεση, €6.000, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον των εφεσιβλήτων.
Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Ν. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
Μ. ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ.
/ΓΓ