ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(΄Αρθρο 23(3)(β)(i) του Ν.33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

 ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΡ. 53/2017

 

24 Οκτωβρίου, 2023

Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,  ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω

Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων

(Τμήμα Γραφείου Ευημερίας)

Eφεσείοντες

Και

 

ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΓΚΟΥΝΤΗ

Εφεσίβλητος

---------

T.Iακωβίδου, (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα,   για τους Εφεσείοντες

Γ.Κωνσταντινίδης, για τον Εφεσίβλητο

-----------

Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί

από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Δοθείσα αυθημερόν)

 

Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ:  Ο Εφεσίβλητος ως αιτητής προσέφυγε στο Διοικητικό Δικαστήριο επιδιώκοντας ακύρωση της απόφασης των Εφεσειόντων-καθ΄ων η αίτηση να απορρίψουν το αίτημα του για καταβολή αναπηρικού επιδόματος. 

 

Οι Εφεσείοντες προσβάλλουν δια της εφέσεως την πρωτόδικη απόφαση με ένα μόνο λόγο έφεσης πως εσφαλμένα το Δικαστήριο έκρινε ότι «ο καθ΄ου η αίτηση προτού λάβει την τελική απόφαση για απόρριψη του αιτήματος του αιτητή όφειλε να εξετάσει επίσης την περίπτωση του κατά πόσον ο αιτητής θα ήταν δικαιούχος δημοσίου βοηθήματος στη βάση των εισοδηματικών και οικονομικών του πόρων και όχι να περιοριστεί μόνο στις συνθήκες υγείας του αιτητή». 

 

Θα πρέπει να λεχθεί πως πριν τη διατύπωση της πιο πάνω κρίσης του Δικαστηρίου, η ευπαίδευτη πρωτόδικη Δικαστής εξέτασε τις επιμέρους θέσεις του Εφεσιβλήτου απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς του, τόσο σε σχέση με τη δέουσα έρευνα, όσο και με την ερμηνεία των όρων «ανίκανος προς εργασία» και «σύνταξης ανικανότητας» καθώς και άλλα εγερθέντα θέματα. 

Παρά ταύτα, έκρινε πως οι Εφεσείοντες προτού λάβουν την τελική τους απόφαση για απόρριψη του αιτήματος του Εφεσίβλητου, όφειλαν να προβούν σε δέουσα έρευνα σε σχέση με όλες τις συνθήκες του Εφεσίβλητου και όχι να περιοριστούν στην αναπηρία που επικαλέστηκε.  Αυτό, θεώρησε ότι στηριζόταν στο ΄Αρθρο 3(2) του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου, Ν.95(Ι)/2006.  Να σημειώσουμε πως το ΄Αρθρο αυτό, προνοεί απλώς, γενικά για δικαίωμα δημοσίου βοηθήματος για ευρωπαίους πολίτες με μόνιμη διαμονή στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές των οποίων τα εισοδήματα δεν επαρκούν για την ικανοποίηση βασικών και ειδικών αναγκών. 

 

Συγκεκριμένα, το πρωτόδικο Δικαστήριο έθεσε το ζήτημα ως εξής:

«Συνεπώς, ο καθ' ου η αίτηση προτού λάβει την τελική απόφαση για απόρριψη του αιτήματος του αιτητή όφειλε να εξετάσει επίσης την περίπτωση του κατά πόσο ο αιτητής θα ήταν δικαιούχος δημοσίου βοηθήματος στη βάση των εισοδηματικών και οικονομικών του πόρων και όχι να περιοριστεί μόνο στις συνθήκες υγείας του αιτητή. Από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης και του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε, δεν διαπιστώνω να έγινε κάτι τέτοιο.

 

Για τον λόγο αυτό, καταλήγω ότι ο καθ' ου η αίτηση δεν προέβηκε στη δέουσα έρευνα.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με €150 έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον του καθ' ου η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται».

 

΄Εχουμε μελετήσει τα λεχθέντα από την πλευρά των Εφεσειόντων καθώς και όσα σε απάντηση προβάλλει ο Εφεσίβλητος.  Δεν συμφωνούμε με τη θέση του τελευταίου πως το Δικαστήριο όφειλε να αποφασίσει ως άνω αφού εξετάζει «αυτεπαγγέλτως διάφορα στοιχεία», ενόψει του ρυθμιστικού του ρόλου στη διοικητική δίκη.  Σίγουρα, η έννοια του ρυθμιστικού ρόλου του Δικαστηρίου δεν μπορεί να σημαίνει διεύρυνση θεραπειών πέραν των επιδίκων θεμάτων και του ίδιου του αιτήματος της προσφυγής.  Αυτό δε, δεν διαφοροποιείται επειδή ο Εφεσίβλητος πρωτοδίκως παρουσιάστηκε προσωπικά χωρίς τη βοήθεια δικηγόρου.  Δεν έχει αυτή την έννοια ο Κ.7[1], του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία), (3/1962), ο οποίος αφορά τη δικογραφία και όχι το ίδιο το αίτημα το οποίο προνοείται στον Κ.4.(2)(β).[2] 

Είναι φανερό από το ιστορικό της υπόθεσης πως ο Εφεσίβλητος υπέβαλε ένα συγκεκριμένο αίτημα στη Διοίκηση για παραχώρηση αναπηρικού επιδόματος και προσέφυγε στο Δικαστήριο όταν αυτό απορρίφθηκε.  Εξάλλου, όπως δηλώθηκε, ήταν ήδη λήπτης δημοσίου βοηθήματος στη βάση εισοδηματικών και οικονομικών πόρων.  Προκύπτει πως μοναδικό αντικείμενο της προσφυγής ήταν η απόφαση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας να απορρίψουν το συγκεκριμένο αυτό αίτημα ως προς την καταβολή επιπρόσθετου αναπηρικού επιδόματος στον Εφεσίβλητο.  Εσφαλμένα, συνεπώς το Δικαστήριο, αφού θεώρησε ότι ορθά οι υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας δεν κατέβαλαν στον Εφεσίβλητο αυτό το επιπρόσθετο επίδομα, δεν απέρριψε στη συνέχεια την προσφυγή ως όφειλε, αφού το αντικείμενο της εξαντλείτο στο αποφασισθέν σημείο. 

 

Επιπροσθέτως, θεωρούμε λογικά αυτά που τέθησαν από την ευπαίδευτη συνήγορο των Εφεσειόντων και ως προς τα επακόλουθα αυτού του λάθους του Δικαστηρίου εφόσον θα προκύψει ουσιαστική δυσκολία στον τρόπο που οφείλει περαιτέρω η διοίκηση να ενεργήσει, συνεπεία της ακυρωτικής απόφασης του πρωτόδικου Δικαστή. 

 

Το γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε με θέμα εκτός των επιδίκων, δηλαδή με το θέμα του δημοσίου βοηθήματος, καθιστά την κρίση του λανθασμένη.  Θα έπρεπε η προσφυγή να απορρίπτετο στη βάση της προηγηθείσας αιτιολογίας.

 

Με βάση τα πιο πάνω, η έφεση επιτυγχάνει, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Η προσφυγή απορρίπτεται στη βάση του σκεπτικού που δόθηκε πρωτοδίκως, πριν τη λανθασμένη τελική κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου.  Ως εκ τούτου, η διοικητική πράξη επικυρώνεται.

 

Η κα Ιακωβίδου, ορθά πράττοντας, δεν ζήτησε έξοδα επί της έφεσης, δεχόμενη μάλιστα ότι οι Εφεσείοντες δεν θα επιδιώξουν ανάκτηση των πραγματικών εξόδων που δόθηκαν πρωτοδίκως στον Εφεσίβλητο.

 

Συνεπώς, στη βάση των πιο πάνω, ουδεμία διαταγή για έξοδα ως προς την έφεση, ενώ η πρωτόδικη διαταγή για τα πραγματικά έξοδα του Εφεσίβλητου παραμένει.

                                                                   Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

                                                                   ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

                                                                   H. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.



[1] Έκαστος διάδικος δέον διά των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμόν τούτον.

[2] 4.-...

(2) Οσάκις εκάστη τοιαύτη αίτησις παρουσιάζεται προς σφράγισιν, αύτη δέον να είναι υπογεγραμμένη και χρονολογημένη υπό του αιτητού ή του συνηγόρου αυτού, και δέον:-

.....

(β) να περιλαμβάνη έκθεσιν της υποθέσεως του αιτητού διαλαμβάνουσαν-

 

(i) κατά συνοπτικόν τρόπον όλα τα ουσιώδη γεγονότα, επί των οποίων βασίζεται η τοιαύτη αίτησις, και

 

(ii) ειδικώς την ζητουμένην θεραπείαν, και


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο