ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Aίτηση αρ. 164/2024)
(i-Justice)
15 Οκτωβρίου, 2024
[ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 KAI 9 TΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΔΡΟΣ ΑΝΔΡΕΑ Π. ΠΟΙΗΤΗ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η PROHIBITION
ΚΑΙ
ANΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡ. 10.09.2024 ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΩΝ ΑΣΚΟΥΝΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΑ (ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ) ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 16/2019
_________________
Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά με Κ. Κότροφο.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:- O αιτητής είναι δικηγόρος ο οποίος ασκούσε και συνεχίζει να ασκεί το λειτούργημα του δικηγόρου. Με την υπό εκδίκαση μονομερή αίτηση, αξιώνει από το Ανώτατο Δικαστήριο την άδεια για να καταχωρίσει Αίτηση διά κλήσεως για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari και Prohibition σε σχέση με ενδιάμεση απόφαση ημερ. 10.9.2024 της Επιτροπής Επίλυσης Διαφορών που προκύπτουν από παροχή υπηρεσιών των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις).
Στην Ένορκη Δήλωση της δικηγόρου κας Παντελίτσας Σιήκκη, που υποστηρίζει την μονομερή αίτηση, αναφέρεται ότι: «Ο Αιτητής είναι ο εκτελεστής της διαθήκης της αποβιωσάσης Αντιγόνης Χατζηκώστα, τέως από την Λάρνακα και στις 19.12.2016 διορίσθηκε δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου ως διαχειριστής της περιουσίας της» και ότι αυτός «θέλησε να υπολογίσει τα έξοδα του, όπως εξηγώ πιο πάνω, και επειδή τα έξοδα του δεν ήταν δικαστηριακά, ζήτησε από την Επιτροπή Επίλυσης Διαφορών που προκύπτουν από παροχή υπηρεσιών των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) (εφεξής η «Επιτροπή»), να υπολογίσει τα έξοδα του.»
Aναφέρω από τώρα πως η Επιτροπή ουδέποτε αποφάσισε πως ο αιτητής δεν δικαιούται σε αμοιβή. Η διαδικασία ενώπιον της συνεχίζει να είναι ζωντανή.
Ο αιτητής, αγορεύοντας ενώπιον μου, ανέφερε πως ζωντανή είναι και η διαδικασία της Διαχείρισης. Τούτο σημαίνει πως μπορεί να υπάρξουν περαιτέρω εργασίες και/ή υπηρεσίες για τις οποίες είναι δυνατόν να ζητηθεί η πιστοποίηση αμοιβής. Μάλιστα στην παρ. 21 της Ένορκης Δήλωσης που υποστηρίζει την υπό εκδίκαση Αίτηση, αναφέρεται πως: «Ο αιτητής έχει ήδη αρχίσει να εργάζεται και έχει ήδη συμπληρωθεί μεγάλο μέρος των εργασιών της Διαχείρισης πριν από το 2018, που ετέθη σε εφαρμογή ο νέος Κανονισμός Κ.Δ.Π 171/2018». Να σημειώσω εδώ πως ο αιτητής με την επιστολή του ημερ. 4.3.2019 προς τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο ζήτησε όπως «ψηφισθούν τα έξοδα του», σημειώνοντας πως αυτός «διεξήγαγε τη διαχείριση της περιουσίας της αποβιωσάσης». Όμως η διαχείριση, ως ελέχθη, συνεχίζει να είναι ζωντανή.
Η Επιτροπή με την ενδιάμεση απόφαση της ημερ. 10.9.2024, είχε αποφασίσει, αφού προηγουμένως άκουσε τον αιτητή, ο οποίος παρέθεσε τις θέσεις του με γραπτή αγόρευση που κατέθεσε ενώπιον της, τα ακόλουθα: «Με βάση τις πιο πάνω αποφάσεις (στην απόφαση παρατίθενται οι αποφάσεις στις οποίες η Επιτροπή παρέπεμψε), προκύπτει ότι τα ήδη αποκτηθέντα και αποκρυσταλλωμένα δικαιώματα των Αιτητών ήτοι αφενός, να αποταθούν στην Επιτροπή Επίλυσης Διαφορών και αφετέρου να αιτηθούν τον υπολογισμό της δικηγορικής τους αμοιβής δεν θίγονται ούτε και καταργούνται. Ότι αλλάζει με την Κ.Δ.Π 171/2018 είναι ο τρόπος υπολογισμού της δικηγορικής αμοιβής σε σχέση με αυτόν που προνοείτο από τους προηγούμενους κανονισμούς. Υπό το φως όλων των ανωτέρω καταλήγουμε ότι για την κρινόμενη υπόθεση τυγχάνει εφαρμογής η Κ.Δ.Π 171/2018. Ως εκ τούτου, καλούνται οι Αιτητές όπως καταχωρήσουν Λεπτομερή Κατάλογο Εξόδων με βάση τις πρόνοιες της Κ.Δ.Π 171/2018 μέχρι τις 18/10/2024. Ο κατάλογος να επιδοθεί στους κληρονόμους.»
Στο άρθρο 10 της Κ.Δ.Π 171/2018, αναφέρονται τα ακόλουθα:
«10. Η εύλογη αμοιβή δικηγόρου για εξωδικαστηριακή υπόθεση καθορίζεται με βάση τα κριτήρια:
(α) Το πολύπλοκο της υπόθεσης∙
(β) τα νομικά σημεία τα οποία εγείρονται, ιδιαίτερα εάν αυτά είναι νεοφανή (novelpoints)∙
(γ) την πείρα και εξειδικευμένη γνώση του δικηγόρου και την εργασία και ευθύνη η οποία απαιτείται από αυτόν∙
(δ) τον αριθμό, όγκο και σπουδαιότητα των εγγράφων τα οποία ο δικηγόρος πρέπει να συντάξει ή να μελετήσει∙
(ε) τον τόπο όπου διεξάγεται η εργασία ή παρέχονται οι υπηρεσίες του∙
(στ) το χρόνο τον οποίο ο δικηγόρος θα αναλώσει για την διεκπεραίωση της υπόθεσης∙
(ζ) τις περιστάσεις από τις οποίες διεξάγεται η υπόθεση∙
(η) τη φύση, την αξία και την σπουδαιότητα του αντικειμένου της υπόθεσης∙
(θ) τη σημασία της υπόθεσης και τα χρονικά περιθώρια τα οποία παρέχονται στο δικηγόρο προς διεκπεραίωση της υπόθεσης.»
Και στο άρθρο 11 τα ακόλουθα:
«11.(1) Κάθε δικηγόρος δύναται να ζητήσει πιστοποίηση της αμοιβής του από το Συμβούλιο.
(2) Για την εξασφάλιση της αναφερόμενης στην παράγραφο (1) πιστοποίησης ο Δικηγόρο πρέπει να παραδώσει στο Γραμματέα του Συμβουλίου τα κάτωθι έγγραφα:
(α) Τύπο Διορισμού Δικηγόρου, εάν υπογράφηκε τέτοιος, όπως προβλέπεται, και
(β) λεπτομερή κατάλογο υπηρεσιών για τις οποίες ζητείται η πιστοποίηση της αμοιβής.»
Ο αιτητής, ως έχει κάθε δικαίωμα, διαφωνεί με την ενδιάμεση απόφαση της Επιτροπής. Θεωρεί, για λόγους που παραθέτει και αναπτύσσει (και τους οποίους έχω θέσει ενώπιον μου), πως εφαρμογή έχουν οι Κανονισμοί που ίσχυαν προηγουμένως, δηλαδή οι περί των Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) Κανονισμοί του 1985 έως 2017. Οι εν λόγω Κανονισμοί έχουν καταργηθεί με την Κ.Δ.Π 172/2018, κάτι που η Επιτροπή γνώριζε και κατέγραψε στην ενδιάμεση απόφαση της.
Τελική απόφαση από την Επιτροπή δεν έχει ακόμη εκδοθεί. Με άλλα λόγια, η Επιτροπή ούτε απέρριψε αλλά ούτε ενέκρινε την αίτηση του δικηγόρου, αφού δεν έχει ενώπιον της λεπτομέρειες για τις κατ΄ ισχυρισμόν εργασίες και/ή υπηρεσίες. Κατ΄ επέκταση, δεν μπορεί να γίνει πρόγνωση για το ύψος των εξόδων που τελικά θα πιστοποιηθούν από την Επιτροπή και κατά πόσο αυτά θα είναι περισσότερα ή λιγότερα από αυτά που ο αιτητής αξιώνει.
Δεν θα πω πολλά για τα Προνομιακά Εντάλματα Certiorari και Prohibition. Θα αρκεστώ να παραπέμψω στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση Lindos Constructions Ltd (1989) 1(Ε) 648, όπου ο αείμνηστος Νικήτας, Δ., σημείωσε τα ακόλουθα:
«. Καταρχήν τα δύο αυτά διατάγματα, certiorari και prohibition, αποσκοπούν στον έλεγχο εκτός άλλων και των κατώτερων δικαστηρίων με την έννοια ότι οι ενέργειες ή αποφάσεις τους διατηρούνται αυστηρά μέσα στα πλαίσια δικαιοδοσίας που τους παρέχουν οι σχετικοί νόμοι. Με τη χρήση των ελεγκτικών διαταγμάτων αποτρέπεται ή ακόμα μπορεί να θεραπευθεί κάθε σχετική υπέρβαση ή κατάχρηση της αρμοδιότητας τους. Πιο συγκεκριμένα το διάταγμα prohibition αποτρέπει την άσκηση αρμοδιότητας στην περίπτωση που δεν υπάρχει, απαγορεύοντας τη συνέχιση διαδικασίας καθ' υπέρβαση εξουσίας· ενώ το διάταγμα certiorari εξυπηρετεί διπλό σκοπό: αποτροπή της δράσης ενός δικαστηρίου εκτός της αρμοδιότητάς του ή παροχή άμεσης θεραπείας. Αυτό επιτυγχάνεται με τη διερεύνηση της νομιμότητας του πρακτικού ή διατάγματος του κατώτερου δικαστηρίου και εν ανάγκη την ακύρωση τέτοιου διατάγματος ή απόφασης: R. ν. Electricity Commissioners [1924] 1 Κ.Β. 171 C.A., Frome United Breweries v. Bath JJ [1926] A.C. 586.»
Δεν νομίζω να αμφισβητείται πως η Επιτροπή έχει αρμοδιότητα να ρυθμίζει την ενώπιον της διαδικασία, εξού και έδωσε οδηγίες στον αιτητή να καταχωρίσει λεπτομερή κατάλογο των «εξόδων» του εντός συγκεκριμένης προθεσμίας. Για το θέμα αυτό, παραπέμπω και στα όσα αναφέρονται στο άρθρο 13, παρ. 5, της Κ.Δ.Π. 171/2018.
Στο Σύγγραμμα «Προνομιακά Εντάλματα, Αρχές και Υποθέσεις», Πρώτη Έκδοση 2004, σελ. 121, υπό τον τίτλο «Το Ένταλμα δεν Ρυθμίζει Διαδικασία», του αείμνηστου Πέτρου Αρτέμη, Δ, ως ήταν τότε, καταγράφονται τα ακόλουθα:
«4.15 Το ένταλμα Certiorari δεν αποτελεί μέσο για την εποπτεία της διαδικασίας ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου ή της πρακτικής που ακολουθείται. [Βλ. Halsbury' s Laws of England, 3rd Ed., Vol 11, para 213 και Αίτηση Γενικού Εισαγγελέα (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 442]. Η ρύθμιση της διαδικασίας ανάγεται στην αρμοδιότητα του εκδικάζοντος την υπόθεση δικαστηρίου. Στο σημείο αυτό χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει και στην πρόσφατη απόφαση στη Δημοκρατία ν. Ηρακλέους (Αρ. 2), (1994) 2 Α.Α.Δ. 225.»
Δεν νομίζω επίσης να αμφισβητείται πως η Επιτροπή έχει εξουσία να πιστοποιεί την αμοιβή του δικηγόρου για εξωδικαστηριακές υποθέσεις. Άλλωστε γι΄ αυτόν τον σκοπό ο αιτητής υπέβαλε το αίτημα ενώπιον της.
Αυτό που ουσιαστικά ο αιτητής ζητά τώρα, μέσω των συγκεκριμένων Προνομιακών Ενταλμάτων, είναι να υποδειχθεί στην Επιτροπή, και μάλιστα σε αυτό το στάδιο, ποιον Κανονισμό θα πρέπει να εφαρμόσει για να εκδώσει την τελική απόφαση της, όταν η ίδια κατέληξε για συγκεκριμένους λόγους πως εφαρμογή έχει η Κ.Δ.Π. 171/2018. Ζητά ακόμη να της υποδειχθεί πως δεν αντελήφθη ορθά τις νομικές αυθεντίες στις οποίες αυτή παρέπεμψε για να δικαιολογήσει την ενδιάμεση απόφαση της. Μία από τις πολλές αποφάσεις στις οποίες η Επιτροπή παρέπεμψε, ήταν και η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου Θησέας Μπαγκατζούνης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 571/2015 και 42/2016), ημερ. 16.6.2023. Η Επιτροπή παρέθεσε ένα εκτενές απόσπασμα από την πιο πάνω απόφαση. Αμέσως πιο κάτω παρατίθεται μέρος από το πιο πάνω απόσπασμα:
«Σύμφωνα με τη νομολογία μας η πρόσδοση αναδρομικής ισχύος σε νόμο είναι μεν παραδεκτή, αλλά κατά κανόνα όχι επιθυμητή (Ελληνική Τράπεζα ν. Δημοκρατία (1992) 4 Γ Α.Α.Δ. 2470)
Συγκεκριμένα, εάν επηρεάζει δυσμενώς αποκρυσταλλωμένα δικαιώματα που δημιουργήθηκαν πριν τη θέσπιση του, ο Νόμος είναι (απαγορευμένα) αναδρομικός. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από τη Δημοκρατία ν. Ματθαίου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2452, 2475.
«. νόμος θεωρείται ότι είναι αναδρομικός, ο οποίος αφαιρεί ή μειώνει οποιοδήποτε κεκτημένο δικαίωμα που αποκτήθηκε με βάση τους υπάρχοντες νόμους, ή δημιουργεί νέα υποχρέωση, ή επιβάλλει καθήκον, ή συνάπτει νέα ανικανότητα αναφορικά με συναλλαγές ή λόγους του παρελθόντος. Αλλά νόμος δεν ονομάζεται αναδρομικός νόμος καθαυτό γιατί μέρος των προϋποθέσεων για την ενέργεια του προέρχεται χρονικά πριν τη θέσπιση του - (Craies on Statute Law (1971), 7η έκδοση, σελ. 387).
Νόμος δεν είναι αναδρομικός, επειδή η εφαρμογή του βασίζεται ή εξαρτάται από γεγονότα του παρελθόντος. Είναι αναδρομικός, εάν επηρεάζει δυσμενώς αποκρυσταλλωμένα κεκτημένα δικαιώματα που δημιουργήθηκαν πριν τη θέσπιση του (Tingiridou v. Republic (1987) 2 C.L.R. 1181, 1187, Mαρούλλα Χρ. Γιαννούλα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 241».
[Η υπογράμμιση έχει γίνει από την Επιτροπή]
Στην Αναφορικά με την Αίτηση του Αντρέι Τυχώνοβ για Άδεια για την Καταχώριση Αίτησης για Έκδοση Εντάλματος Certiorari και/ή Prohibition, Πολ. Έφ. Αρ. 5/2024, ημερ. 29.4.2024, σημειώθηκαν τα ακόλουθα:
«Ουκ ολίγες φορές έχει λεχθεί ότι η χορήγηση Προνομιακών Ενταλμάτων Certiorari και/ή Prohibition είναι προαιρετική. Η έκδοσή τους και η παροχή άδειας για τον ίδιο σκοπό, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438). Μάλιστα, όπως υπεδείχθη στην Easygroup Holdings Limited (2016) 1(Β) Α.Α.Δ. 1599:
«Εκεί όπου εκ πρώτης όψεως διαφαίνεται ότι το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία με ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν προχωρεί στην έκδοση προνομιακού εντάλματος επειδή το πρωτόδικο Δικαστήριο ενδεχομένως να αντιλήφθηκε λάθος ένα νομικό σημείο ή να προέβη σε λανθασμένη ερμηνεία νόμου. (βλ. In Re Χρίστου (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 398), In Re Aίτηση της Marewave Shipping and Trading Co. Ltd (1992) 1(A) A.A.Δ. 116 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 878).»
Εν προκειμένω, ο εφεσείων στο πλαίσιο εκδίκασης υπόθεσης που αντιμετωπίζει ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρων, εμφανίστηκε και προέβαλε όλες τις θέσεις και ενστάσεις του, οι οποίες και απορρίφθηκαν.
Το ένταλμα Certiorari δεν μπορεί να χρησιμοποιείται για την εποπτεία της διαδικασίας που λαμβάνει χώρα ή της πρακτικής που ακολουθείται. Ούτε στοχεύει στη διόρθωση λανθασμένης απόφασης. Όπως πολύ ορθά υπέδειξε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο εφεσείων θα μπορεί, εάν στο τέλος κριθεί ένοχος, «να εφεσιβάλει την τελική απόφαση που θα εκδοθεί και, στο πλαίσιο αυτό, να συμπεριλάβει όλα τα ζητήματα που ισχυρίζεται τώρα». Και ούτε είναι ορθό να αμφισβητείται μέσω Προνομιακών Ενταλμάτων ουσιαστικά η ορθότητα ενδιάμεσων αποφάσεων σε μία διαδικασία η οποία συνεχίζει να είναι ζωντανή και στην οποία παρέχεται το δικαίωμα στον εφεσείοντα να προβάλλει και υποστηρίζει όλες τις θέσεις και επιχειρήματά του.»
[Η υπογράμμιση γίνεται από το παρόν Δικαστήριο]
Τα πιο πάνω ισχύουν, κατ΄ αναλογίαν, και εδώ.
Τελειώνοντας θα πρέπει να σημειώσω πως τα όσα αναφέρει ο αιτητής σε σχέση με την αναδρομικότητα των Νόμων και σε σχέση με τα αποκτηθέντα δικαιώματα είναι ορθά. Το ζητούμενο δεν είναι κατά πόσο ο αιτητής δικαιούται σε αμοιβή αλλά πώς αυτή θα υπολογισθεί. Ο αιτητής θεωρεί πως ουσιώδες, για σκοπούς υπολογισμού της αμοιβής του, είναι το γεγονός ότι αυτός ανέλαβε τη διαχείριση της περιουσίας της αποβιωσάσης το 2016. Όπως χαρακτηριστικά καταγράφεται στην παρ. 11 της Ένορκης Δήλωσης που υποστηρίζει την Αίτηση:
«Στις 5.06.2024 ζητήθηκε από την Επιτροπή να παρουσιάσουμε λεπτομερή κατάλογο των εργασιών και των εξόδων του Αιτητή με βάση τους σχετικούς τύπους που προνοεί η Κ.Δ.Π. 171/2018. Ωστόσο, η πλευρά του Αιτητή διαφώνησε ισχυριζόμενη ότι θα έπρεπε να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί που ίσχυαν το 2016, αντί η Κ.Δ.Π. 171/2018, για το λόγο ότι ο Αιτητής είχε αναλάβει την διαχείριση της περιουσίας της αποβιωσάσης το 2016, δηλαδή πολύ πριν υποβάλει την αίτηση του για ψήφιση των εξόδων του το 2019. Με άλλα λόγια η σχέση είχε δημιουργηθεί ήδη από το 2016, με το διάταγμα του Δικαστηρίου για διορισμό του Αιτητή ως διαχειριστή.»
[Η υπογράμμιση γίνεται από το παρόν Δικαστήριο]
Ως ελέχθη, η Επιτροπή είχε άλλη προσέγγιση σε σχέση με το καθεστώς υπολογισμού της αμοιβής του. Με τη διαδικασία που ο αιτητής επιθυμεί να δρομολογήσει, ουσιαστικά θα επιδιώξει να ελέγξει την ορθότητα της πιο πάνω προσέγγισης της Επιτροπής, με απώτερο στόχο να διορθωθεί η κατ΄ ισχυρισμόν λανθασμένη ενδιάμεση απόφαση αυτής. Δεν είναι όμως αυτός ο σκοπός του Προνομιακού Εντάλματος Certiorari.
Υπό το φως των πιο πάνω, και χωρίς να αποφασίζω κατά πόσο η Επιτροπή είναι δικαστικό ή οιονεί δικαστικό Σώμα, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι έχει καταδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση.
Τέλος, να σημειώσω ότι η Επιτροπή στην ενδιάμεση απόφαση της κάνει αναφορά σε «αιτητές». Ένας όμως είναι ο αιτητής. Ο εκτελεστής της διαθήκης, δρ Α. Π. Ποιητής.
Η Αίτηση απορρίπτεται.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
/ΣΓεωργίου