ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ.134/2016)

 

22 Οκτωβρίου 2024

 

[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΔΑΥΙΔ, Δ/στές]

 

 

ΠΑΥΛΟΣ ΒΑΡΕΛΛΑΣ,

Εφεσείοντας,

ν.

 

ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ (ΠΡΩΗΝ CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO. LTD και MARFIN POPULAR BANK PUBLIC CO. LTD),

Εφεσίβλητη.

____________________

 

Θ. Αναστασιάδης,  για τον Εφεσείοντα. 

Λ. Σιακαλλή (κα) για Τάσσος Παπαδόπουλος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη.

Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Μαλαχτό, Δ.

____________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

    ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:  Με τέσσερις λόγους έφεσης, ο Εφεσείων προσβάλλει ως εσφαλμένη την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία επιδικάστηκε εναντίον του και υπέρ της Εφεσίβλητης Τράπεζας, το ποσό των €228.600,22, πλέον τόκους και διατάχθηκε η πώληση μετοχών του που είχε ενεχυριάσει προς όφελος της Τράπεζας.

 

    Σημειώνουμε ότι στο περίγραμμα αγόρευσης του Εφεσείοντα αναπτύσσεται επιχειρηματολογία σε σχέση με ζητήματα που δεν καλύπτονται από τους λόγους έφεσης.  Η επισήμανση τέθηκε υπόψη του δικηγόρου που παρουσιάστηκε εκ μέρους του κατά τη συζήτηση της έφεσης, ο οποίος μας ανέφερε ότι αντιλαμβάνεται ότι η έφεση περιορίζεται και θα εξεταστεί με βάση τους λόγους που καταγράφονται στην Ειδοποίηση Έφεσης.  Η Έφεση είχε καταχωριστεί από  άλλο δικηγόρο και το περίγραμμα είχε ετοιμαστεί από τον ίδιο τον Εφεσείοντα σε χρόνο που δεν εκπροσωπείτο από δικηγόρο.

 

    Με το λόγο έφεσης 1 καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι λανθασμένα αποδέχθηκε τη μαρτυρία των δύο μαρτύρων της Εφεσίβλητης, υπαλλήλων της, εφόσον κανένας από αυτούς δεν είχε ουσιαστική εμπλοκή στα γεγονότα της υπόθεσης, δηλαδή στο άνοιγμα και τη λειτουργία του επίδικου λογαριασμού.

 

    Η περίπτωση αφορούσε λογαριασμό στη Cyprus Popular Bank Public Co. Ltd, που λειτούργησε μέχρι το 2007, σε χρόνους πριν τις εργασίες της αναλάβει η Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, δυνάμει νόμου το 2013.  Οι δύο μάρτυρες ήταν υπάλληλοι της Popular Bank και από το 2013 της Τράπεζας Κύπρου.  Ο πρώτος, ο Κωνσταντίνου, εργάστηκε από τον Οκτώβριο του 2012 μέχρι την 29.3.2013 στο Τμήμα Επισφαλών Λογαριασμών και Υπηρεσίας Είσπραξης Χρεών της Popular Bank και στη συνέχεια της Τράπεζας Κύπρου.  Ανάμεσα στα καθήκοντα του ήταν και η παρακολούθηση προβληματικών λογαριασμών.  Είχε στην κατοχή και τον έλεγχο του το φάκελο της υπόθεσης.  Ο δεύτερος, ο Κουντούρης, εργαζόταν στο ίδιο Τμήμα από το 2011 και μαζί με τον Κωνσταντίνου χειριζόταν την περίπτωση του Εφεσείοντα.

    Από την πρωτόδικη απόφαση προκύπτει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε πλήρη επίγνωση ότι η εμπλοκή των δύο μαρτύρων συνίστατο στο χειρισμό του λογαριασμού του Εφεσείοντα χρόνια μετά τον τερματισμό της λειτουργίας του.  Ωστόσο, αυτό δεν εμπόδιζε το πρωτόδικο Δικαστήριο να προβεί στα ευρήματα στα οποία κατέληξε, αφού οι θέσεις των μαρτύρων που έγιναν αποδεχτές, εδράζονταν σε στοιχεία που εξάγονταν από έγγραφα, η γνησιότητα και ακρίβεια των οποίων δεν είχαν αμφισβητηθεί.  Οι ουσιώδεις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ανοίχθηκε και λειτούργησε ο επίδικος λογαριασμός προέκυπταν μέσα από τα σχετικά έγγραφα που παρουσιάστηκαν.  Η δε Αιτιολογία του λόγου δεν παραπέμπει σε οιονδήποτε εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου στο οποίο το τελευταίο δεν μπορούσε να αχθεί στη βάση της μαρτυρίας που είχε δοθεί. 

 

    Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι καταστάσεις λογαριασμού του επίδικου λογαριασμού που παρουσιάστηκαν πληρούσαν τις προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 22 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9 και επομένως οι σε αυτούς καταχωρίσεις ήταν δεκτές ως «εκ πρώτης όψεως απόδειξη τέτoιας καταχώρισης και τωv θεμάτωv, δoσoληψιώv και λoγαριασμώv πoυ είvαι καταχωρισμέvα σ' αυτό».  Το περιεχόμενο των καταστάσεων λογαριασμού στοιχειοθετούσε την χρηματική αξίωση και στην απουσία μαρτυρίας περί του αντιθέτου την αποδείκνυε.  Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι καταστάσεις λογαριασμού του επίδικου λογαριασμού πληρούσαν τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του Κεφ.9, όσο και αν συζητείται σε έκταση στο περίγραμμα αγόρευσης του Εφεσείοντα, δεν προσβάλλεται με την έφεση και δεν μπορεί να εξεταστεί.  Καταλήγουμε, επομένως, ότι ο λόγος έφεσης 1 είναι αβάσιμος και απορρίπτεται.

 

    Με το λόγο έφεσης 2 καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν έλαβε υπόψη του ότι οι δύο μάρτυρες της Εφεσίβλητης έδωσαν αλληλοσυγκρουόμενες μαρτυρίες αναφορικά με το πότε είχε ανοιχθεί ο επίδικος λογαριασμός με αρ.001-11-039150, ενώ οι λόγοι έφεσης 3 και 4 αφορούν στη διασύνδεση του επίδικου λογαριασμού με άλλο τρεχούμενο λογαριασμό του Εφεσείοντα που είχε ανοιχθεί το 1984.  Είναι η θέση του Εφεσείοντα ότι ο επίδικος ήταν συνέχεια του λογαριασμού που ανοίχθηκε το 1984 και ότι η Εφεσίβλητη δεν είχε προσκομίσει μαρτυρία περί του αντιθέτου, παραμέτρους που το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν έλαβε υπόψη.

 

    Ο Κωνσταντίνου είχε αναφέρει ότι ο λογαριασμός του Εφεσείοντα που είχε ανοίξει το 1984 έκλεισε το 2000 και το μικρό πιστωτικό του υπόλοιπο εκ Λ.Κ.10,61, μεταφέρθηκε στον επίδικο λογαριασμό που ανοίχθηκε τότε.  Ο Κουντούρης εξήγησε ότι ο επίδικος λογαριασμός δεν είχε καμιά σχέση με τον προηγούμενο με αρ.017-11-000841.  Η τράπεζα δεν επέτρεπε τη μεταφορά και συνέχιση λογαριασμού με τον ίδιο αριθμό από ένα κατάστημα σε άλλο.  Εφόσον ο πελάτης επιθυμούσε να συνεργάζεται με κάποιο άλλο κατάστημα, έπρεπε να κλείσει ο λογαριασμός του και να ανοιχτεί νέος στο κατάστημα της επιλογής του.

 

    Διαπιστώνουμε ότι οι θέσεις των δύο μαρτύρων δεν συγκρούονταν μεταξύ τους.  Απλά ο Κουντούρης έδωσε περισσότερες εξηγήσεις.  Η δε αναφορά του Κωνσταντίνου για τη μεταφορά του υπολοίπου δεν σημαίνει ότι ο επίδικος λογαριασμός ήταν συνέχεια του πρώτου.  Ο λόγος έφεσης 2 κρίνεται αβάσιμος και απορρίπτεται.

 

    Η μαρτυρία ότι ο επίδικος λογαριασμός ήταν νέος λογαριασμός που άνοιξε το 2000 και ήταν ασύνδετος με αυτόν του 1984 ήταν ξεκάθαρη.  Σε κάθε περίπτωση, ο Εφεσείοντας δεν έχει εξηγήσει, και δεν αντιλαμβανόμαστε, ποια σημασία θα μπορούσε να έχει στην έκβαση της αγωγής στην περίπτωση που ο επίδικος ήταν συνέχεια του προηγούμενου.  Οι λόγοι έφεσης 3 και 4 είναι αβάσιμοι και σε κάθε περίπτωση αλυσιτελείς και επίσης απορρίπτονται.

 

    Η έφεση απορρίπτεται.            

 

    €3.500 έξοδα της έφεσης, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα.

 

 

 

 

                                                       Χ. Μαλαχτός, Δ.

 

                                                          Ι. Ιωαννίδης, Δ.        

 

                                                          Α. Δαυίδ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο