ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ KΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 72/2024)

 

17 Σεπτεμβρίου, 2024

 

 

[Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ AΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜHΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. ALPHA BANK CYPRUS LIMITED (HE923), 2. SKY CAC LIMITED (HE 428187), 3. ALPHA CREDIT ACQUISITION COMPANY LIMITED (HE 404233), 4. AGI-CYPRE ERMIS LIMITED (HE 338005), 5. AGI-CYPRE PROPERTY 13 LIMITED (HE 388003), 6. AGI- CYPRE PROPERTY 14 LIMITED (HE 388076), 7. AGI-CYPRE PROPERTY 15 LIMITED (HE 388008), 8. AGI-CYPRE PROPERTY 16 LIMITED (HE 388018), 9. AGI-CYPRE PROPERTY 17 LIMITED (HE 387998), 10 AGI-CYPRE PROPERTY 18 LIMITED (HE 388000), 11. AGI-CYPRE PROPERTY 19 LIMITED (HE 388004), 12. AGI-CYPRE PROPERTY 20 LIMITED (HE 388006) ΚΑΙ 13. AGJ-CΥPRE RES PAFOS LIMITED (HE 388107) ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI.

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΡΕΣ (EX-PARTE) ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 16/04/2024 ΣΤΗΝ ΜΟΝΟΜΕΡΗ (EX PARTE) ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 02/04/2024 ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΕΔ ΠΑΦΟΥ ΑΓΩΓΗ ΥΠ. ΑΡΙΘΜΟ 365/23 ALPHA BANK CYPRUS LIMITED ΚΑ. V ALPHA PANARETΙ PUBLIC LTD Κ.Α.

 

KAI

 

ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 365/23 ΠΟΥ ΕΚΚΡΕΜΕΙ ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

 

.................

 

Στ. Πολυβίου (κα) μαζί με κ.κ. Π. Μακρίδη και Ν. Καλλένο για Χρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε., για τους Αιτητές.

Α. Κασιανής για Ανδρέας Θ. Μαθηκολώνης & Σία Δ.Ε.Π.Ε. μαζί με κ. Π. Βορκά για Μιχάλης Βορκάς & Συνεργάτες, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

         

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

          ΔΑΥΙΔ, Δ.: Έχοντας εξασφαλίσει σχετική προς τούτο άδεια, οι Αιτητές προχώρησαν στην καταχώριση της υπό συζήτηση Αίτησης.  Μέσω της, επιζητούν την έκδοση προνομιακού εντάλματος, τύπου Certiorari, στοχεύοντας στην ακύρωση του μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου («το κατώτερο Δικαστήριο»), ημερομηνίας 16.04.2024, με το οποίο οι Αιτητές διατάχθηκαν όπως εντός 30 ημερών, προβούν σε αποκάλυψη κατά πόσο έχουν υπό την «κατοχή, έλεγχο ή φύλαξη τους» οποιοδήποτε από τα έγγραφα που προσδιορίζονται στο ως άνω διάταγμα.

       Τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό συζήτηση περίπτωση, έχουν ήδη καταγραφεί στην απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου με την οποία παραχωρήθηκε η άδεια καταχώρησης της υπό συζήτηση Αίτησης. Στο βαθμό που ενδιαφέρουν για τους σκοπούς της παρούσας, μεταφέρονται συνοπτικά και στην παρούσα. Οι Αιτητές, στις 03.05.2023, καταχώρισαν στο κατώτερο Δικαστήριο την Αγωγή Αρ. 365/2023, μεταξύ άλλων και σε βάρος των Καθ' ων η Αίτηση στην παρούσα (εναγόμενων 1 - 4 στην ως άνω αγωγή). Οι τελευταίοι καταχώρησαν Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση, με τα δικόγραφα της εν λόγω αγωγής να ολοκληρώνονται στις 12.09.2023. Μετά την συμπλήρωση της δικογραφίας, καταχωρήθηκαν κλήσεις για οδηγίες τόσο στα πλαίσια της Απαίτησης όσο και στα πλαίσια της Ανταπαίτησης. Εκδόθηκαν εκατέρωθεν διατάγματα αποκάλυψης, με τους Αιτητές και τους Καθ' ων η Αίτηση αντίστοιχα να συμμορφώνονται. Παρεμβάλλεται ότι στο πλαίσιο της ως άνω αγωγής μεσολάβησαν διάφορες αιτήσεις και εκδόθηκαν ενδιάμεσα διατάγματα. Ως δε τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου, η ως άνω Αγωγή Αρ. 365/2023, δεν αποτελεί τη μόνη διαφορά και δικαστική διαδικασία που εκκρεμεί μεταξύ των Αιτητών και συνδεόμενων με αυτούς προσώπων από τη μια και διαφόρων εταιρειών και φυσικών προσώπων που αποτελούν μαζί τον «Όμιλο Παναρέτη», από την άλλη. Οι εν λόγω πλευρές εμπλέκονται σε αριθμό Δικαστικών διαδικασιών που αφορούν Αγωγές, Εταιρικές Αιτήσεις, Προσφυγές και Αιτήματα για έκδοση Προνομιακών Ενταλμάτων.  Στις 02.04.2024, οι Καθ' ων η Αίτηση, με μονομερή αίτηση τους που προώθησαν στην ως άνω Αγωγή Αρ. 365/2023, χωρίς αυτή να συνοδεύεται και να υποστηρίζεται με ένορκη δήλωση, αιτήθηκαν την έκδοση διαταγμάτων, ως ακολούθως:

«Α. Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου διατάττον τους ως άνω Ενάγοντες/Καθ' ων η Αίτηση 1-13 όπως αποκαλύψουν δι' ενόρκου δηλώσεως και εντός 15 ημερών άπαντα τα έγγραφα τα οποία σχετίζονται με τα επίδικα θέματα της Αγωγής και ευρίσκονται και/ή ευρίσκοντο εις την κατοχή ή τον έλεγχο ή την φύλαξη αυτών..

Β. Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου διατάττον τους ως άνω Ενάγοντες/Καθ' ων η Αίτηση 1-13 όπως αποκαλύψουν δι' ενόρκου δηλώσεως και εντός 15 ημερών άπαντα τα έγγραφα τα οποία σχετίζονται με τα επίδικα θέματα της Αγωγής και που αναφέρονται σε δικόγραφα και ένορκες δηλώσεις διαφόρων εκκρεμουσών διαδικασιών μεταξύ των ιδίων και/ή συνδεόμενων διαδίκων και/ή συνδεόμενων προς αυτούς προσώπων και συγκεκριμένα στην Γενική Αίτηση υπ' αριθμό 655/2022 και στην Γενική Αίτηση υπ' αριθμό 645/2022 και ιδιαίτερα τα κάτωθι έγγραφα:

(1)       Funded Participation Agreement για την περίοδο του έτους 2012 μεταξύ της Ενάγουσας 1 και της UMERA LIMITED.

(2)       Funded Participation Agreement για την περίοδο του έτους 2014 μεταξύ της Ενάγουσας 1 και του Ενάγοντα 4.

(3)       Funded Participation Agreement ημερομηνίας 3/11/2022 μεταξύ της Ενάγουσας 1 και της Ενάγουσας 2.

(4)       Συμφωνία δανείου (που να περιλαμβάνει όλες τις εγγυήσεις/εξασφαλίσεις) μεταξύ ALPHA BANK LONDON LIMITED και UMERA LIMITED ως περιγράφεται στις Οικονομικές Καταστάσεις ημερ. 31/12/2012 της τελευταίας.

(5)       Συμφωνία δανείου (που να περιλαμβάνει όλες τις εγγυήσεις/εξασφαλίσεις) Alpha Bank Α.Ε 4 Luxembourg Branch και Ενάγοντα 4 ως περιγράφεται στις Οικονομικές Καταστάσεις ημερ. 31/12/2014 του τελευταίου.

(6)       Έγγραφο το οποίο δεικνύει το χρηματικό αντάλλαγμα και/ή αντιπαροχή που καταβλήθηκε στην Ενάγουσα 1 και στον Ενάγοντα 4.

(7)       Έγκριση δανείου της ALPHA BANK LONDON LIMITED και της UMERA LIMITED από την Κεντρική Τράπεζα και/ή από την Κεντρική Τράπεζα του Λονδίνου και/ή από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

(8)       Έγκριση δανείου της Alpha Bank Α.Ε, Luxembourg Branch και του Ενάγοντα 4 από την Κεντρική Τράπεζα και/ή από την Κεντρική Τράπεζα του Λονδίνου και/ή από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

(9)       Άδεια της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την μεταφορά των δανείων από την Ενάγουσα 1 στην UMERA LIMITED.

(10)    Άδεια της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την μεταφορά των δανείων από την Ενάγουσα 1 στον Ενάγοντα 4.

(11)    Επιστολή ημερ. 19/02/2022 της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου η οποία αναφέρεται στην έγκριση μεταφοράς δανείων από την Ενάγουσα 1 προς την UMERA LIMITED και τον Ενάγοντα 4.

(12)    Επιστολή ημερ. 19/08/2022 η οποία αναφέρεται στην έγκριση μεταφοράς των δανείων από Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζά από την Ενάγουσα 1 προς την UMERA LIMITED και τον Ενάγοντα 4.

(13)    Συμφωνία ανάληψης οφειλής ημερ. 18/02/2021 μεταξύ των Εναγόντων 3 και 4.

(14)    Συμφωνία πιστωτικής διευκόλυνσης ημερ. 29/09/2020 μεταξύ Ενάγοντα 3 και Ενάγοντα 4.

(15)    Έγκριση Δικαστηρίου για την παράταση ισχύος του σχεδίου διακανονισμού για σκοπούς αναδιοργάνωσης (χρονοδιάγραμμα) 645/22 και 655/22

(16)    Συμφωνία μεταξύ της Alpha International Holdings Singel Member και της Promontoria Sky Designated Activity Company Ltd στις 14/02/2022.

Γ. Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου όπως η εν λόγω ένορκη δήλωση γίνει υπό των Εναγόντων/Καθ' ων η Αίτηση εντός 15 ημερών από την επίδοση του ζητηθέντος Διατάγματος ή εντός χρονικού διαστήματος που το σεβαστό Δικαστήριο ήθελε κρίνει εύλογο και δίκαιο.

Δ. Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου διατάττον τους Ενάγοντες/Καθ' ων η Αίτηση όπως επιτρέψουν εις τους Εναγόμενους/Αιτητές ή τους Δικηγόρους αυτών να εξετάσουν και/ή λάβουν αντίγραφα των εγγράφων τα οποία εκτίθενται εις την εν λόγω ένορκη δήλωση.»

 

Το κατώτερο Δικαστήριο, επιλαμβανόμενο μονομερώς της ως άνω αίτησης, στις 16.04.2023, εξέδωσε διάταγμα εναντίον των Αιτητών με το οποίο διατάσσονται όπως εντός 30 ημερών από την έκδοση του διατάγματος καταχωρήσουν Ένορκη Δήλωση Αποκάλυψης, αποκαλύπτοντας κατά πόσο είχαν ή έχουν υπό την κατοχή, έλεγχο ή φύλαξη τους, οποιαδήποτε από τα έγραφα που καταγράφονται και απαριθμούνται στο αιτητικό Β της αίτησης (16 τον αριθμό). Σε σχέση με τα υπόλοιπα αιτητικά, η αίτηση ορίστηκε για επίδοση στις 20.05.2024.

       

        Αποτελεί θέση των Αιτητών ότι η έκδοση του εγκαλούμενου διατάγματος, πάσχει, ως αποτέλεσμα:

1.    Έλλειψης και υπέρβασης δικαιοδοσίας του Κατώτερου Δικαστηρίου, ενόψει του γεγονότος ότι εξέδωσε το ως άνω διάταγμα, Ειδικής Αποκάλυψης ως το προσδιορίζουν, κατά παράβαση των σχετικών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ως αυτοί ίσχυαν και καλύπτουν την περίπτωση.

 

2.    Έκδηλης νομικής πλάνης, εμφανούς στα πρακτικά, αναφορικά με την τήρηση των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίοι δεν επέτρεπαν και/η απαγόρευαν την έκδοση διαταγμάτων Ειδικής Αποκάλυψης μονομερώς και

 

3.    Παραβίασης των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης και του δικαιώματος των Αιτητών να ακουστούν και να υπερασπιστούν τα έννομα συμφέροντά τους, ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι το Κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε το ως άνω διάταγμα στην απουσία των αιτητών, κατά παράβαση και καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του και των ως άνω Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

        Διαμετρικά αντίθετη είναι η θεώρηση των πραγμάτων από την πλευρά των Καθ' ων η Αίτηση. Αποτελεί θέση τους, μέσω της ένστασης που καταχώρησαν, ότι το κατώτερο Δικαστήριο κατά τρόπο θεμιτό και δικονομικά ορθό, καθόλα νόμιμα και έχοντας την απαιτούμενη δικαιοδοσία και εξουσία προς τούτο, προχώρησε στην έκδοση του διατάγματος ημερομηνίας 16.04.2024, στη βάση της Δ.28 θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και ασκώντας προς τούτο τη διακριτική του ευχέρεια. Το εν λόγω διάταγμα, υποστηρίζουν, δεν διέταξε Ειδική Αποκάλυψη Εγγράφων κατά τον τρόπο που προβλέπεται τούτο στην Δ.28 θ.11 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Καμία παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης δεν έλαβε χώρα, ούτε παραβιάστηκαν οποιαδήποτε δικαιώματα των Αιτητών, οι οποίοι, μέσω του ως άνω διατάγματος διατάσσονται να προσκομίσουν Ένορκη Δήλωση Αποκάλυψης Εγγράφων στα οποία οι ίδιοι αναφέρονται σε άλλες διαδικασίες και τα οποία παραδέχονται και/ή προκύπτει ότι βρίσκονται στην κατοχή τους.  Προτάσσοντας ότι η προνομιακή δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου δεν αποτελεί υποκατάστατο του δικαιώματος της Έφεσης, υποδεικνύουν ταυτόχρονα ότι οι Αιτητές είχαν και έχουν στη διάθεσή τους εναλλακτικές θεραπείες και διαδικασίες, μέσω των οποίων μπορούν και θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την ορθότητα της έκδοσης του ως άνω διατάγματος. Εν πάση περιπτώσει, σημειώνουν, δεν έχουν καταδειχθεί εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες θα δικαιολογούσαν την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

       Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι με τις αγορεύσεις τους, τις οποίες προνόησαν να καταγράψουν και να θέσουν υπόψιν του Δικαστηρίου, όπως και δια ζώσης κατά το στάδιο της ακρόασης της αίτησης, ουσιαστικά επανέλαβαν και προώθησαν τις θέσεις τους ως προβάλλονται στην Αίτηση και Ένσταση αντίστοιχα, σε συνάρτηση με τους προαναφερθέντες λόγους. Το Δικαστήριο, με πολλή προσοχή, έχει διεξέλθει τόσο την προσβαλλόμενη απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου και το σύνολο των στοιχείων που έχουν τεθεί υπόψη του,  όσο και τις αναφορές, τοποθετήσεις, θέσεις και εισηγήσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων. 

 

        Απλή ανάγνωση του εγκαλούμενου διατάγματος, υποδεικνύουν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των Αιτητών, καταδεικνύει ότι πρόκειται για διάταγμα Ειδικής Αποκάλυψης, κατά τρόπο που θα έπρεπε να τύχουν εφαρμογής οι επιτακτικές προς τούτο πρόνοιες της Δ.28 θ.11 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και όχι για διάταγμα Γενικής Αποκάλυψης, δυνάμενο να εξασφαλιστεί στη βάση της Δ.28 θ.11 των ως άνω Θεσμών . Η Δ.28 θ.11 σε συνδυασμό με τις πρόνοιες των Δ.48 θθ.8 και 9, υποδεικνύουν, επιβάλλουν και επιτάσσουν όπως αυτού του είδους διατάγματα εκδίδονται στα πλαίσια αιτήσεων διά κλήσεως, οι οποίες απαραίτητα θα πρέπει να συνοδεύονται από ένορκη δήλωση. Η ουσιώδης αυτή δικονομική παράβαση, υποστηρίζουν, που οδήγησε στην έκδοση του εγκαλούμενου διατάγματος μονομερώς και χωρίς οι Αιτητές να ενημερωθούν για τη σχετική διαδικασία, συνιστά εκ μέρους του κατώτερου Δικαστηρίου πρόδηλη υπέρβαση εξουσίας και πλάνη περί το νόμο, παραβιάζοντας ταυτόχρονα τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης, αποστερώντας τους την ευκαιρία, τη δυνατότητα και το δικαίωμα που είχαν να παρουσιαστούν και να συμμετέχουν στην ως άνω διαδικασία η οποία τους αφορά και να προβάλουν τις θέσεις τους, κατά παράβαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος αλλά και του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ.

 

        Στην υπό συζήτηση περίπτωση, αντιτείνουν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των καθ' ων η Αίτηση, δεν ζητήθηκε ούτε εκδόθηκε διάταγμα Ειδικής Αποκάλυψης. Αντίθετα, υποδεικνύοντας ότι η έννοια της Γενικής Αποκάλυψης δεν πρέπει να συγχέεται με τη γενικότητα του αιτήματος, επέμεναν, παραπέμποντας στις πρόνοιες της Δ.28 θ.1 (Γενική Αποκάλυψη), ότι η υπό συζήτηση περίπτωση, περιοριζόμενη και αφορώσα συγκεκριμένες κατηγορίες εγγράφων, εντάσσεται σε αυτές που το Δικαστήριο είχε τη δυνατότητα να εκδώσει, ως Γενική Αποκάλυψη, μέσω της Δ.28 θ.1. Συνακόλουθα, υποστηρίζουν, το κατώτερο Δικαστήριο νομότυπα και ορθά, έχοντας την απαιτούμενη δικαιοδοσία και εξουσία να το πράξει και ασκώντας προς τούτο τη διακριτική του ευχέρεια, εξέδωσε το διάταγμα ημερομηνίας 16.04.2024. Κατά τρόπο απαράδεκτο και συγκεκαλυμένο, υποστηρίζουν, επιχειρείται, δίκην Έφεσης, ο έλεγχος της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου, ο τρόπος άσκησης της διακριτικής του εξουσίας του και η ερμηνεία που τούτο απέδωσε στη Δ.28 θ.1. Απορρίπτοντας τη θέση ότι παραβιάστηκαν οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνη και τα δικαιώματα των Αιτητών, υποδεικνύουν παράλληλα ότι το διάταγμα αφορά έγγραφα που οι τελευταίοι, στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας που εκκρεμεί μεταξύ των μερών, παραδέχονται και/ή προκύπτει ότι βρίσκονται στην κατοχή τους ή στα οποία κάνουν αναφορά.  Σε κάθε περίπτωση, σημειώνουν, οι Αιτητές έχουν κάθε δικαίωμα να αντιταχθούν στο εκδοθέν διάταγμα αποκάλυψης και να προχωρήσουν με εναλλακτικές και αποτελεσματικές διαδικασίες προς διασφάλιση των δικαιωμάτων τους, προκρίνοντας ως τέτοιες την δυνατότητα προώθησης αίτησης για παραμερισμό του ή καταχώρισης Έφεσης, ζητώντας μάλιστα αναστολή της θετικής ενέργειας που επέβαλλε το εγκαλούμενο διάταγμα. Εν πάση περιπτώσει, καταλήγουν, με δεδομένο ότι οι Αιτητές μέσω του διατάγματος καλούνται απλώς να αποκαλύψουν κατά πόσο έχουν στην κατοχή τους τα συγκεκριμένα έγγραφα, καμία εξαιρετική περίσταση υφίσταται, ούτε οποιοσδήποτε δυσμενής επηρεασμός στα δικαιώματα των τελευταίων, τα οποία να δικαιολογούν τη χορήγηση του αιτούμενου προνομιακού εντάλματος.         

         Ως αναδύεται από την διαχρονική νομολογία των Δικαστηρίων μας, τα Προνομιακά Εντάλματα, ως κατάλοιπο της εξουσίας του Ανώτατου Δικαστηρίου για έλεγχο των κατώτερων Δικαστηρίων, χορηγούνται κατ' εξαίρεση. Πρόκειται για δικαιοδοσία που ασκείται με ιδιαίτερη φειδώ. Άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, παρέχεται όπου από το πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου διαφαίνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (βλ. σύγγραμμα Πέτρου Αρτέμη, «Προνομιακά Εντάλματα Αρχές και Υποθέσεις», σελ. 109 κ.επ., Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, Perrella (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, και Αίτηση του Κωνσταντινίδη (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298).  

         Η εξουσία του Δικαστηρίου να εκδίδει Προνομιακά Εντάλματα, δεν έχει ως αντικείμενο την ορθότητα των αποφάσεων κατώτερων Δικαστηρίων, ή τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας τους. (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Νεόφυτου Ηλία, (1997) 1 Α.Α.Δ. 869). Μια προνομιακή διαδικασία ως η υπό συζήτηση, δεν συνιστά υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας διαδικασίας ούτε μπορεί να αφεθεί να χρησιμοποιηθεί ως έφεση υπό μεταμφίεση για τον έλεγχο της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων Δικαστηρίων.  Το Ανώτατο Δικαστήριο, μέσω της συγκεκριμένης προνομιακής του δικαιοδοσίας, δεν υποκαθιστά τους χειρισμούς ούτε τη διαδικασία που ακολουθήθηκε από το κατώτερο Δικαστήριο. Ακόμα και στην περίπτωση που το Δικαστήριο έχει λανθασμένα αντιληφθεί και ερμηνεύσει ένα νομοθέτημα, αυτό διορθώνεται κατ' έφεση και όχι μέσω προνομιακών ενταλμάτων (βλ. μεταξύ άλλων: Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116, Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42, Global Consolidation Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464, Αναφορικά με την αίτηση των Junport International Limited κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 321/2017, ημερ. 2/4/2018, ECLI:CY:AD:2018:A145,  και Αναφορικά με την Bank of Cyprus Public Company Ltd, ΠΕ 12/21, ημερ. 06.04.2021).

        Παρέλκει η αναγκαιότητα μεταφοράς στην παρούσα αυτούσιων των προνοιών της Δ.28 θ.θ.1, 2, 3, και 11, και της Δ.48 θ.θ. 8 και 9 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Σε συνδυασμό θεωρούμενες, αποκαλύπτουν ότι αίτηση που προωθείται στη βάση της Δ.28 θ.1 (Γενική Αποκάλυψη), μπορεί να γίνει μονομερώς και δεν χρειάζεται να συνοδεύτε από ένορκη δήλωση. Αντίθετα, αίτηση που προωθείται στη βάση της Δ.28 θ.11 (Ειδική Αποκάλυψη) θα πρέπει να γίνεται δια κλήσεως και να συνοδεύται από ένορκη δήλωση, μέσω της οποίας, μεταξύ άλλων, να προσδιορίζονται τα έγγραφα των οποίων η ειδική αποκάλυψη επιδιώκεται.

        Έχω εξετάσει με προσοχή την εισήγηση των δικηγόρων των Καθ' ων η Αίτηση σε σχέση με τη φύση της αίτησης τους για αποκάλυψη και το εκδοθέν στη βάση της, εγκαλούμενο διάταγμα. Η προβαλλόμενη εκ μέρους τους θέση ότι τα έγγραφα που η αίτηση τους αφορούσε θα πρέπει να θεωρηθούν ότι εμπίπτουν ή εντάσσονται στα έγγραφα ή κατηγορίες εγγράφων, ως οι σχετικοί όροι περιλαμβάνονται στο θ.1 της Δ.28, δυνάμενα να αποτελέσουν αντικείμενο διατάγματος που εκδίδεται στη βάση της Δ.28 θ.1, δεν μπορεί να υιοθετηθεί. Θεώρηση και μόνο του σχετικού αιτητικού και του εκδοθέντος τελικά διατάγματος, καθιστά προφανές ότι τα εν λόγω έγγραφα εμπίπτουν στα εξειδικευμένα έγγραφα ή κατηγορία εγγράφων που καλύπτει ο θ.11 της Δ.28.  Έχοντας ήδη προηγηθεί η έκδοση σχετικών διαταγμάτων αποκάλυψης, εκατέρωθεν, στα οποία οι δύο πλευρές συμμορφώθηκαν, οι καθ' ων η Αίτηση επανήλθαν, διεκδικώντας μέσω της αίτηση τους, ημερομηνίας 02.04.2024, πέραν της γενικής αποκάλυψης, την αποκάλυψη συγκεκριμένων και εξειδικευμένων εγγράφων τα οποία εκ των προτέρων κατονόμαζαν και προσδιόριζαν. Τέτοια, συγκεκριμένα έγγραφα, αφορούσε το διάταγμα που τελικά εκδόθηκε, μονομερώς, στις 16.04.2024.

        Αναπόδραστη κατάληξη των πιο πάνω, είναι ότι το κατώτερο Δικαστήριο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, επιλαμβανόμενο μονομερώς της αίτησης ημερομηνίας 02.04.2024, η οποία εδραζόταν γενικά στην Δ.28, προωθούμενη χωρίς να συνοδεύεται από ένορκη δήλωση, λειτούργησε εκτός του καθορισμένου - δια μέσω των εν ισχύ Διαδικαστικών Κανονισμών - δικονομικού δικαίου και συνακόλουθα καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας, με την ευρεία έννοια του όρου.  Εξέλιξη, που με τη σειρά της, είχε ως αποτέλεσμα την στέρηση ουσιαστικά της ευκαιρίας και του δικαιώματος των Αιτητών να εμφανιστούν ενώπιον του Δικαστηρίου και να προβάλουν τις θέσεις τους επί του ζητήματος.

        Η διαπίστωση της ως άνω παράβασης και υπέρβασης εκ μέρους του κατώτερου Δικαστηρίου και του συνακόλουθου επηρεασμού του δικαιώματος των Αιτητών να ακουστούν στο πλαίσιο μιας δικαστικής διαδικασίας, κατ' επανάληψη έχει διακηρυχθεί από τη νομολογία μας ότι μπορεί να αποτελέσει καλό λόγο για παρέμβαση του Δικαστηρίου στο πλαίσιο της Προνομιακής του Δικαιοδοσίας. Τούτο, βέβαια, εφόσον συντρέχουν οι καλά καθιερωμένες προϋποθέσεις για την άσκηση της προνομιακής αυτής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.

        Συνάρτηση προφανώς των ως άνω προϋποθέσεων και του φειδωλού τρόπου άσκησης της συγκεκριμένης δικαιοδοσίας, αποτέλεσε η εισήγηση της πλευράς των Καθ΄ ων η Αίτηση (παραπέμποντας προς τούτο στη γενική αρχή ότι δεν μπορεί να εκδοθεί προνομιακό ένταλμα Certiorari όπου υπάρχουν εναλλακτικά ένδικα μέσα, εκτός αν αποδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις), ότι στην υπό συζήτηση περίπτωση, πέραν του γεγονότος ότι υπάρχουν εναλλακτικά ένδικα μέσα θεραπείας, δεν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν, την έκδοση του αιτούμενου Εντάλματος.

        Στην Base Metal Trading ltd v. Fastact Developments Ltd κ.α. (2004) 1(Γ) 1535Base Metal Trading ltd, όπου συνοψίστηκαν οι αρχές της νομολογίας για το ζήτημα, υποδείχθηκε μεταξύ άλλων ότι:

«Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα. (Βλ., μεταξύ άλλων, R. v. Secretary of State [1986] 1 All ER 717, Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, Στ. Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469 και Χρ. Μιχαήλ και Στ. Μιχαηλίδη (2001) 1 Α.Α.Δ. 247). Στη Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965, διευκρινίστηκε, ορθά, ότι η αρχή αυτή "ισχύει γενικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα". Έστω, δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας. (Βλ., επίσης, Σ. Μαρκίδης κ.ά.(2004) 1 Α.Α.Δ. 552). Αν δε, παρά τη μη ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για certiorari, η μη ύπαρξη τέτοιων περιστάσεων συνιστά, a fortiori, λόγο απόρριψης της αίτησης.»

 

        Εξετάζοντας κατά προτεραιότητα το ζήτημα της ύπαρξης άλλων, εναλλακτικών ένδικων μέσων και θεραπείας στην υπό συζήτηση περίπτωση, θα πρέπει να εντοπιστεί πως με δεδομένο ότι το διάταγμα ημερομηνίας 16.04.2004, δεν περιλαμβάνεται σε αυτά που η έκδοση τους θα μπορούσε να επιδιωχθεί μονομερώς (ex-parte), κατά τρόπο που να υπόκεινται σε παραμερισμό στα πλαίσια της Δ.48 Θ.8 (4), ως έχει εξηγηθεί στη Landrian Estates Ltd, Πολιτική Αίτηση 172/2023 ημερ. 11.07.2023, προσέγγιση που επικυρώθηκε και στην σχετική Πολιτική Έφεση 9/2023, ημερ. 22.03.2024, η εισήγηση εκ μέρους των Καθ' ων η Αίτηση, ότι υπήρχε η δυνατότητα προώθησης αίτησης παραμερισμού του σχετικού διατάγματος από τους Αιτητές, δεν μπορεί να υιοθετηθεί. Ωστόσο, δεν έχει τεθεί οτιδήποτε υπόψη του Δικαστηρίου από την πλευρά των Αιτητών, σε σχέση με την δυνατότητα καταχώρησης έφεσης εκ μέρους των τελευταίων με ταυτόχρονη δυνατότητα διεκδίκησης αναστολής της εκτέλεσης του εγκαλούμενου διατάγματος. Στη βάση όλων όσων έχουν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου, σε συνδυασμό θεωρούμενα με τις πρόνοιες της Δ.35, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, φαίνεται να υπήρχε για την πλευρά των Αιτητών η εναλλακτική αυτή επιλογή και ένδικα μέσα.

        Ως έχει ήδη σημειωθεί, στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται εναλλακτική θεραπεία, θα πρέπει να συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να συνηγορούν υπέρ της παρέμβασης του Δικαστηρίου κατ' ενάσκηση της Προνομιακής του δικαιοδοσίας. Περαιτέρω, το γεγονός ότι κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε αμφισβητούμενο διάταγμα έχοντας υποπέσει σε νομικό σφάλμα λόγω έκδηλης έλλειψης δικαιοδοσίας, δεν συνιστά από μόνο του εξαιρετική περίσταση, αποτελεί ζήτημα που έχει αποκρυσταλλωθεί από τη νομολογία και κατ' επανάληψη διακηρυχθεί (βλ. Hellenger Trading Ltd (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1965, Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.α. (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 878, Αναφορικά με την Αίτηση της Ελληνικής Τράπεζας Δημόσια Εταιρεία Λτδ για Άδεια για Καταχώριση Αίτησης για Έκδοση Προνομιακών Ενταλμάτων Certiorari και Prohibition, Πολ. Έφ. Αρ. 108/2018, ημερ. 16.5.2019, ECLI:CY:AD:2019:A187, και Αναφορικά με την Αίτηση του ΧΧΧ Μιτέλα Πολ. Έφ. 43/2019, ημερ. 2.4.2019), ECLI:CY:AD:2019:A121.

 

Στην πρόσφατη απόφαση, στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της ACP Trading I LLC, Πολ. Έφ. Αρ. 8/2024, ημερ. 2.7.2024, το Ανώτατο Δικαστήριο υπέδειξε μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

 

«Το τι συνιστά εξαιρετική περίσταση δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί εκ των προτέρων. Το ζήτημα κρίνεται πάντοτε με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (P.S.P. Freestyle Ltd (1993) 1 A.A.Δ. 626, 632). Όπως υπογραμμίστηκε στην υπόθεση Lucan Invest Ltd κ.ά. (2011) 1 Α.Α.Δ. 1904, «Τι συνιστά εξαιρετικές περιστάσεις είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια και το ζήτημα κρίνεται με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Οι εξαιρετικές περιστάσεις διακριβώνονται με τη σύγκριση των δυνατοτήτων που προσφέρει η διαδικασία των προνομιακών ενταλμάτων από τη μια και η διαθέσιμη θεραπεία στη συγκεκριμένη περίπτωση».

 

Στην υπόθεση Κτηματικές Επιχειρήσεις Ανδρέα Ευριπίδη Διογένους Λτδ (2005) 1(Β) Α.Α.Δ. 1342, γίνεται αναφορά στη Hellenger Trading Ltd (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1965, όπου διευκρινίστηκε ορθά ότι η αρχή των εξαιρετικών περιστάσεων ισχύει γενικά ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα. Έστω δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας (βλ., επίσης, Μαρκίδης κ.ά. (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 552).»

 

        Επί του ειδικότερου ζητήματος των «Εξαιρετικών Περιστάσεων», στην υπό συζήτηση περίπτωση, έχει τη δική του σημασία το γεγονός ότι μέσω του διατάγματος, ημερομηνίας 16.04.2024, οι Αιτητές διατάσσονται όπως εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, (30 μέρες) «καταχωρήσουν Ένορκη Δήλωση Αποκάλυψης αποκαλύπτοντας κατά πόσο είχαν ή έχουν υπό την κατοχή, έλεγχο ή φύλαξη τους οποιοδήποτε από τα πιο κάτω έγγραφα ..». Δεν επιζητείται από αυτούς να προσκομίσουν ή να παρουσιάσουν για σκοπούς επιθεώρησης τα συγκεκριμένα έγγραφα. Ομοίως, μέσω του διατάγματος, δεν αναζητούνται οποιεσδήποτε περαιτέρω λεπτομέρειες σε σχέση με αυτά, ούτε τίθεται οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση στους Αιτητές σε σχέση με τα συγκεκριμένα έγγραφα. Παρεμβάλλεται, ως τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου χωρίς ουσιαστική αμφισβήτηση, ότι πρόκειται για έγγραφα στα οποία οι Αιτητές - στο πλαίσιο άλλων δικαστικών διαδικασιών - αναφέρονται, προς στήριξη ισχυρισμών και θέσεων τους, ενώ κάποια από αυτά παρουσιάζονται ενόρκως ότι τα κατέχουν. Δεν διαλανθάνει της προσοχής του Δικαστηρίου η θέση των Αιτητών ότι αυτά δυνατόν να άπτονται ζητημάτων τραπεζικού ή άλλου εμπορικού και προστατευόμενου απορρήτου ή ακόμα να αφορούν τρίτα πρόσωπα. Έχοντας ωστόσο υπόψη τις υποχρεώσεις των Αιτητών, ως αυτές τίθενται και οριοθετούνται στο συγκεκριμένο διάταγμα, δεν φαίνεται να δικαιολογείται η θέση τους ότι τυχόν εφαρμογή του διατάγματος, από μόνη της, θα θέσει τους ίδιους σε δυσμενή θέση, πλήττοντας και επιδρώντας αρνητικά σε δικαιώματα και υποχρεώσεις τους σε σχέση με αυτά. Οποιεσδήποτε τυχόν ενστάσεις σε σχέση με τα πιο πάνω ζητήματα, μπορούν πάντα να προβληθούν στο κατάλληλο στάδιο, εάν και εφόσον αναζητηθεί οποιαδήποτε άλλη ενέργεια σε σχέση με τα ως άνω έγγραφα, η οποία θα μπορούσε, δυνητικά, να θέσει σε αμφισβήτηση ή να επηρεάσει καθ' οιονδήποτε τρόπο εκ του νόμου αναγνωρισμένα δικαιώματα ή υποχρεώσεις τους έναντι τρίτων.

        Υπό τις ειδικότερες περιστάσεις της παρούσας, κρίνεται ότι τα πιο πάνω δεν αποκαλύπτουν Εξαιρετικές Περιστάσεις που να δικαιολογούν τελικά την έκδοση του αιτούμενου Εντάλματος. Στην ουσία, η μη ύπαρξη τους, ως υποδεικνύεται και στην Base Metal Trading ltd (ανωτέρω), συνιστά, a fortiori, λόγο απόρριψης της αίτησης, παρά την παραχώρηση άδειας για την καταχώρηση της.

        Συνακόλουθα, η Αίτηση απορρίπτεται.  

        Τα έξοδα της διαδικασίας, θα επιβαρυνθεί η πλευρά τω Αιτητών, όπως θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο προς τούτο Πρωτοκολλητή.

 

 

                                                                                      Α. ΔΑΥΙΔ, Δ. 

 

 

 

 

/κβπ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο