ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 8/2024)
2 Ιουλίου, 2024
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΔΑΥΙΔ, Δ/στές]
ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΔΙΚΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 40/2024
ΥΠΟ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ:
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΕΩΣ (ΑΡ. 3) ΤΟΥ 2022
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ 2018 ΚΑΙ 2023
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ACP TRADING I LLC ΑΠΟ CAYMAN ISLANDS ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 13/03/2024 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ ΑΡ. 128/2023 (I-JUSTICE) ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑ ΚΛΗΣΕΩΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΗΜΕΡ. 3/07/2023
________________________________________________
Γ. Τριανταφυλλίδης με Κ. Κωνσταντινίδη και Μ. Τριανταφυλλίδη (κα) για ’ντης Τριανταφυλλίδης & Υιοί ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα.
_____________________________________________________________________
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
_____________________________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας Έφεσης είναι η Απόφαση που εκδόθηκε στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου (πρωτόδικο Δικαστήριο) στις 4/4/2024, στην Πολιτική Αίτηση αρ. 40/2024. Με την ως άνω Απόφαση του, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μονομερή αίτηση που η Εφεσείουσα είχε καταχωρίσει για να της επιτραπεί να καταχωρίσει Αίτηση δια Κλήσεως για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari, με το οποίο να ακυρώνεται η ενδιάμεση Απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Κατώτερο Δικαστήριο), ημερ. 13/3/2024, που εξεδόθη, κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, στο πλαίσιο Αίτησης Εκκαθάρισης που η Εφεσείουσα είχε καταχωρίσει κατά της υπό διαχείριση Εταιρείας G.N. Terminal Enterprises Ltd (G.N.T.).
Για σκοπούς ευχερούς κατανόησης των ζητημάτων που εγείρονται κρίνεται επιβεβλημένη η παράθεση, συνοπτικά, των γεγονότων που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση, ως αναδύονται από το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η Εφεσείουσα, υπό την ιδιότητα του δανειστή της G.N.T. επέδωσε επιστολές απαίτησης πληρωμής (statutory demand), ημερ. 11/1/2023, στην G.N.T., στη βάση των ’ρθρων 211(ε), 212(α) και 212(στ) του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113. Λόγω της παράλειψης της G.N.T. να αποπληρώσει το απαιτούμενο χρέος μετά την παρέλευση 21 ημερών από την παραλαβή της απαίτησης πληρωμής, η Εφεσείουσα, την 1/3/2023, προέβη στην καταχώριση Αίτησης Εκκαθάρισης και ταυτόχρονα μονομερούς αίτησης για διορισμό της κας Ευφροσύνης Μονού ως Προσωρινής Εκκαθαρίστριας της Εταιρείας G.N.T. Εκκρεμούσης της Αίτησης Εκκαθάρισης διορίστηκε με Διάταγμα του Δικαστηρίου ημερ. 10/3/2023 η κα Ευφροσύνη Μονού, αδειούχος σύμβουλος αφερεγγυότητας, ως Προσωρινή Εκκαθαρίστρια της G.N.T., με συγκεκριμένες εξουσίες και αρμοδιότητες υπό τις περιστάσεις που περιγράφονται στη συνέχεια. Η αίτηση διορισμού Προσωρινής Εκκαθαρίστριας ορίστηκε για πρώτη φορά ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου στις 3/3/2023. Κατά την εν λόγω ημερομηνία το Δικαστήριο και συγκεκριμένα Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, άλλη από αυτήν που εξέδωσε την Απόφαση ημερ. 13/3/2024, αφού έκρινε ότι δεν πληρείτο το στοιχείο του κατεπείγοντος, διέταξε την επίδοση της μονομερούς αίτησης «στην άλλη πλευρά» και όρισε την αίτηση για το σκοπό αυτό στις 10/3/2023. Στις 10/3/2023 η ίδια Δικαστής σημείωσε τα ακόλουθα:
«Διαπιστώνω ότι η αίτηση έχει επιδοθεί στον Διαχειριστή, στον Έφορο Εταιρειών, και στο εγγεγραμμένο γραφείο της Καθ΄ ης η αίτηση. Δεν υπήρξε καμία εμφάνιση εκ μέρους του Επίσημου Παραλήπτη και της Καθ΄ ης η Αίτηση. Εκ μέρους της Καθ΄ ης η Αίτηση εμφανίζεται ο συνήγορος που ενεργεί στη βάση οδηγιών του διαχειριστή/παραλήπτη Κρις Ιακωβίδη.
Εκδίδεται εκ συμφώνου διάταγμα ως το Α της Αίτησης ημερομηνίας 01/03/2023. Τα έξοδα της αίτησης ημερ. 01/03/2023 θα είναι στην πορεία της κυρίως. Όσον αφορά την Κυρίως Αίτηση, αυτή ορίζεται για ακρόαση στις 10/04/2023 και ώρα 09:00 π.μ. και η Αιτήτρια να προβεί σε δημοσιεύσεις της αίτησης στην Επίσημη Εφημερίδα και σε μία εφημερίδα έγκυρης εμβέλειας εντός 20 ημερών από σήμερα. Οι Αιτητές να παραδώσουν αντίγραφο του διατάγματος εντός τριών ημερών από τη σύνταξή του στον Έφορο Εταιρειών.»
Ακολούθησε, στις 3/7/2023, Αίτηση δια Κλήσεως εκ μέρους των Volodymyr Naumenko, Waylink Assets Ltd, Dusan Denic και Sergiy Groza, υπό την ιδιότητα τους ως πρώην μέτοχοι και τέως Διευθυντές της G.N.T., με την οποία ζητούσαν, ανάμεσα σε άλλες θεραπείες, τη διαγραφή (strike out) και/ή παραμερισμό (set aside) και/ή ακύρωση (discharge) του Διατάγματος ημερ. 10/3/2023, το οποίο εξεδόθη στην απουσία τους. Επιπλέον, οι πιο πάνω Αιτητές καταχώρισαν την ίδια ημερομηνία, δηλ. στις 3/7/2023, και μονομερή αίτηση με την οποία ζητούσαν προσωρινό διάταγμα με το οποίο να αναστέλλονται «οι εξουσίες και/ή δικαιώματα» της διορισθείσας κας Ευφροσύνης Μονού, μέχρι την τελική εκδίκαση και έκδοση απόφασης στην Αίτηση δια Κλήσεως ημερ. 3/7/2023, που αυτοί είχαν καταχωρίσει.
Tο Κατώτερο Δικαστήριο ενέκρινε εν μέρει τη μονομερή αίτηση και εξέδωσε προσωρινό διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν στην πιο πάνω διορισθείσα «από το να προβαίνει σε οιαδήποτε ενέργεια και/ή πράξη και/ή συνδιαλλαγή εκ μέρους της Εταιρείας G.N. Terminal Enterprises Ltd (Υπό Διαχείριση) (ΗΕ 137171) και/ή οποιαδήποτε πράξη και/ή ενέργεια που αφορά την εκκαθάριση οποιαδήποτε άμεσα ή έμμεσα θυγατρικής εταιρείας της εταιρείας G.N. Terminal Enterprises Ltd (Υπό Διαχείριση) (ΗΕ 137171 είτε υπό την ιδιότητα της ως Προσωρινός Εκκαθαριστής της εταιρείας είτε άλλως πως, μέχρι την τελική εκδίκαση και έκδοση Απόφασης Δικαστηρίου στην Αίτηση των Ενδιαφερόμενων Μερών και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου».
Η Αίτηση διά Κλήσεως ημερ. 3/7/2023 των ενδιαφερόμενων μερών, οδηγήθηκε σε ακρόαση. Ως ελέχθη, Δικαστής, άλλη από αυτήν που εξέδωσε το Διάταγμα Διορισμού της κας Ευφροσύνης Μονού, ήτοι το Κατώτερο Δικαστήριο, ακύρωσε με την πιο πάνω ενδιάμεση Απόφασή του το Διάταγμα Διορισμού της και παραμέρισε πράξεις και ενέργειες στις οποίες αυτή είχε προβεί ως Προσωρινή Εκκαθαρίστρια.
Στις σελίδες 28 και 29 της ενδιάμεσης Απόφασης, καταγράφονται τα ακόλουθα:
«Συνεπώς, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όταν το Δικαστήριο διέτασσε την επίδοση στην άλλη πλευρά εννοούσε την πλευρά των Αιτητών, οι οποίοι κατ΄ ισχυρισμό επιχείρησαν να αποξενώσουν περιουσιακά στοιχεία της GNT ή/και προέβησαν στην αποξένωση των περιουσιακών στοιχείων της εν λόγω εταιρείας.
[.]
Αφ΄ ης στιγμής οι οδηγίες του Δικαστηρίου ήταν η επίδοση της αίτησης στην άλλη πλευρά, που ως έχει διασαφηνιστεί/επεξηγηθεί πιο πάνω, η πλευρά αυτή ήταν η πλευρά των Αιτητών, όφειλαν να συμμορφωθούν με τις οδηγίες του Δικαστηρίου.
Διέλαθε όμως την προσοχή του Δικαστηρίου, το γεγονός ότι δεν τηρήθηκαν οι προηγούμενες οδηγίες για επίδοση της αίτησης στους Αιτητές. Κατ΄ ακολουθίαν, στις 10/03/2023 η διαδικασία προχώρησε στην απουσία «της άλλης πλευράς» έχοντας ως αποτέλεσμα την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε στην πάγια νομολογία συμφώνως της οποίας δεν επιτρέπεται σε ένα πρωτόδικο Δικαστήριο να κρίνει ως Εφετείο απόφαση άλλου πρωτόδικου Δικαστηρίου, αποφάνθηκε ότι, στην προκείμενη περίπτωση, αν και ένας Δικαστής, στο πλαίσιο ζωντανής διαδικασίας ενώπιον του, μπορεί να ερμηνεύσει τις οδηγίες άλλου Δικαστή και στη βάση αυτής της ερμηνείας να προχωρήσει στα περαιτέρω, με δεδομένη την αναφορά του Κατώτερου Δικαστηρίου στο ότι είχε διαλάθει την προσοχή του το γεγονός ότι δεν είχαν τηρηθεί οι προηγούμενες οδηγίες για επίδοση της αίτησης στους Αιτητές, η οποία αναφορά, όπως σημείωσε, παρέπεμπε σε εφετειακή δικαιοδοσία, εγείρετο, εκ πρώτης όψεως υπέρβαση δικαιοδοσίας εκ μέρους του Κατώτερου Δικαστηρίου. Θεωρώντας, δε, δεδομένη τη δυνατότητα καταχώρισης έφεσης κατά της Απόφασης του Κατώτερου Δικαστηρίου, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε στη συνέχεια το κατά πόσο υφίσταντο, εν προκειμένω, εξαιρετικές περιστάσεις τέτοιες «οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα», με βάση τα λεχθέντα από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με παραπομπή στη σχετική επί του θέματος νομολογία, απέρριψε σχετική εισήγηση εκ μέρους της Εφεσείουσας, κρίνοντας ότι η σοβαρότητα των σφαλμάτων και η υπέρβαση δικαιοδοσίας, δεν δικαιολογούσαν αφ' εαυτών τη χορήγηση της αιτούμενης θεραπείας.
Παρέπεμψε, συναφώς και στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μιτέλα για ’δεια για την Καταχώριση Αίτησης για την Έκδοση Προνομιακού Ευτάλματος Certiorari και/ή Prohibition, Πολιτική Έφεση Αρ. 3/2019, ημερ. 2/4/2019, επισημαίνοντας ότι τούτο εφαρμόζετο και στην υπό κρίση περίπτωση:
«Ακόμη όμως και η διαπίστωση εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης δεν είναι αρκετή προς ενεργοποίηση της προνομιακής εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπου εντοπίζεται ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, δεν παρέχεται άδεια για καταχώρηση αίτησης, εκτός εάν ο αιτητής, που φέρει το βάρος, αποδείξει ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, τέτοιες που να δικαιολογούν παρέκκλιση από το γενικό κανόνα. Έχει επίσης νομολογηθεί ότι η αρχή των εξαιρετικών περιστάσεων ισχύει γενικά, ανεξαρτήτως δηλαδή εάν ο λόγος για τον οποίο επιδιώκεται η ακύρωση ενός διατάγματος σχετίζεται με έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας.
[.]
Περαιτέρω, έστω και αν εντοπιζόταν συζητήσιμη υπόθεση, απέτυχε να στοιχειοθετήσει συνδρομή εξαιρετικών περιστάσεων, δεδομένης της νομικής διάστασης του θέματος, όπως την έχουμε αναπτύξει αμέσως προηγουμένως και με αναφορά στα διαλαμβανόμενα στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου (ανωτέρω). -Προσθέτουμε μόνο ότι η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο της έφεσης ή άλλων ένδικων μέσων, ούτε είναι λόγος ενεργοποίησης της εφεδρείας της δικαιοδοσίας αυτής του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο τυχόν σημαντικός χρόνος που απαιτείται για διεκπεραίωση εναλλακτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της έφεσης. Εάν υπάρχει κάτι το εξαιρετικά επείγον, παρέχεται, βεβαίως, πάντοτε η ευχέρεια αναζήτησης ταχύτερης εκδίκασης των εφέσεων, μετά από σχετικό αίτημα.»
Ήταν, τελικώς, η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν συνέτρεχαν στην υπό κρίση περίπτωση «εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας, σε μία υπόθεση όπου με το ένδικο μέσο της έφεσης είναι δυνατή η παροχή πλήρους και εξίσου αποτελεσματικής θεραπείας».
Η ορθότητα της υπό κρίση Απόφασης προσβάλλεται με τέσσερις, συνολικά, Λόγους Έφεσης. Με τον 1ο Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι λανθασμένα αποφασίστηκε ότι η Εφεσείουσα είχε στη διάθεση της εναλλακτική θεραπεία και/ή εναλλακτικό ένδικο μέσο, ενώ με το 2ο Λόγο Έφεσης ότι δεν αξιολογήθηκε ορθά η αποτελεσματικότητα της εναλλακτικής θεραπείας της Έφεσης και οι επιπτώσεις της μη έγκρισης της Αίτησης και της μη χορήγησης της αιτούμενης άδειας. Μέσω του 3ου Λόγου Έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένη η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας. Με τον 4ο Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι δεν λήφθηκαν υπόψη και δεν εξετάστηκαν επιχειρήματα της Εφεσείουσας, ότι το Κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε με έκδηλη πλάνη Νόμου και/ή καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του με την Απόφαση του να ακυρώσει εξ υπαρχής τις πράξεις της Προσωρινής Εκκαθαρίστριας και της Απόφασης του να την διατάξει να προβεί σε ένορκη αποκάλυψη των ενεργειών και διαβημάτων που είχε λάβει υπό την ιδιότητα της Προσωρινής Εκκαθαρίστριας.
Είναι σαφές ότι το Ανώτατο Δικαστήριο υπό την πρωτοβάθμια δικαιοδοσία του, κατά την απόφανση παροχής (ή όχι) άδειας καταχώρισης αίτησης για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari, ενασκεί διακριτική ευχέρεια. Πότε το Εφετείο επεμβαίνει στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, επαναλήφθηκε και στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Aristo Developers Ltd, Αλκιβιάδη Γαβριηλίδου και της Λυδίας Μελίσσα Γαβριηλίδου, Πολιτική Έφεση αρ. 104/2022, ημερ. 6/7/2022, ECLI:CY:AD:2022:B220, στο ακόλουθο απόσπασμα:
«..το Εφετείο για να παρέμβει προς ανατροπή μιας τέτοιας κρίσης πρέπει κατά κανόνα να πεισθεί για τη λανθασμένη ενάσκηση διακριτικής ευχέρειας από το πρωτόδικο δικαστήριο όταν διαπιστώνει ότι τούτη συνέβη εκτός παρεχόμενου νομοθετικού πλαισίου (όπως διά παρείσφρησης εξωγενών παραγόντων) ή οδηγεί σε πασιφανή αδικία, αλλά και όταν εντοπίζει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου ή εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, υιοθέτηση άλλων άσχετων στοιχείων και αστοχία συνεκτίμησης δεδομένων σχετικών προς το ζητούμενο (Αναφορικά με την Αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Π.Ε. 213/21, ημ. 1.3.22, ECLI:CY:AD:2022:A82, Αναφορικά με την Αίτηση του Ιωσήφ, Π.Ε. 289/21, ημ. 17.1.22, ECLI:CY:AD:2022:A16, Αναφορικά με την Αίτηση των Θεοχαρίδη και ’λλων, Π.Ε. 426/19, ημ. 20.7.21, ECLI:CY:AD:2021:A354, Αναφορικά με την Αίτηση των Σιακόλα και ’λλων, Π.Ε. 7/20, ημ. 7.6.21, ECLI:CY:AD:2021:A239, Αναφορικά με την Αίτηση του Λοϊζίδη, Π.Ε. 455/19, ημ. 8.4.21, ECLI:CY:AD:2021:A141, Αναφορικά με την Αίτηση του Νικολάου, Π.Ε. 117/16, ημ. 25.5.17, ECLI:CY:AD:2017:A188).»
Μέσω του 1ου Λόγου 'Εφεσης η Εφεσείουσα διατείνεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι το ένδικο μέσο της έφεσης ήταν διαθέσιμο στην ιδία, δεδομένου του γεγονότος ότι η προθεσμία καταχώρισης έφεσης κατά της Απόφασης, ημερ. 13/3/2024, είχε εκπνεύσει στις 27/3/2024, ήτοι δύο ημέρες προτού η Αίτηση οριστεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, χωρίς η Εφεσείουσα να εξασκήσει στο μεσοδιάστημα το δικαίωμα της για καταχώριση έφεσης. Όπως συναφώς υποστηρίχθηκε, κατά το χρόνο ακρόασης της Αίτησης, η Εφεσείουσα δεν είχε στη διάθεση της άλλο ένδικο μέσο παρά το ένδικο μέσο του Εντάλματος Certiorari και, ως εκ τούτου, δεν είχε υποχρέωση να αποδείξει ότι συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις.
Στην προκείμενη περίπτωση εκείνο που προκύπτει είναι ότι η παρέλευση της προβλεπόμενης προθεσμίας για σκοπούς έφεσης εναντίον της Απόφασης του Κατώτερου Δικαστηρίου οφείλετο στο γεγονός ότι η Εφεσείουσα, αξιολογώντας προφανώς τα δεδομένα που είχε ενώπιον της, συνειδητά επέλεξε να προωθήσει, ως κατάλληλο ένδικο μέσο προσβολής της εν λόγω Απόφασης, το Προνομιακό Ένταλμα Certiorari. Ουδεμία, επομένως, σημασία μπορεί ή πρέπει να αποδοθεί στο πότε η Αίτηση για ’δεια είχε οριστεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο και αν, κατ' εκείνο το στάδιο, είχε παρέλθει η προθεσμία της έφεσης. Ο κρίσιμος χρόνος που εν προκειμένω ενδιαφέρει για σκοπούς διαπίστωσης του κατά πόσο η Εφεσείουσα είχε στη διάθεση της εναλλακτική θεραπεία και άλλο ένδικο μέσο, δεν μπορεί να είναι άλλος από το χρόνο της έκδοσης της Απόφασης του Κατώτερου Δικαστηρίου. Κατ' αυτόν δε το χρόνο η Εφεσείουσα είχε να αποφασίσει με ποιο ένδικο μέσο θα προχωρούσε στην προσβολή της Απόφασης αυτής. Η άσκηση έφεσης σαφώς και ήταν ένα από τα διαθέσιμα ένδικα μέσα. Η καταχώριση αίτησης για άδεια για προνομιακό ένταλμα, αναμφίβολα συνιστούσε, εν προκειμένω, την επιλογή της Εφεσείουσας ως προς το κατάλληλο ένδικο μέσο. Ορθώς, επομένως, κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι το ένδικο μέσο της έφεσης ήταν διαθέσιμο στην ίδια.
Η Εφεσείουσα μέσω του 4ου Λόγου Έφεσης παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψιν του και/ή δεν εξέτασε τα επιχειρήματα της αναφορικά με το ότι το Κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε με έκδηλη πλάνη Νόμου και/ή καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του με την Απόφαση του να ακυρώσει εξ υπαρχής τις πράξεις της Προσωρινής Εκκαθαρίστριας και της Απόφασης του να την διατάξει να προβεί σε ένορκη αποκάλυψη των ενεργειών και διαβημάτων που είχε λάβει υπό την ιδιότητα της Προσωρινής Εκκαθαρίστριας.
Κατ' αρχάς είναι σαφές ότι το Δικαστήριο δεν είναι υπόχρεο να εξετάζει κάθε εισήγηση και κάθε επιχείρημα που τίθεται ενώπιόν του, εκτός και αν κρίνει ότι κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο. Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Καλλικάς ν. Ελληνική Τράπεζα (2010) 1 Α.Α.Δ. 1238, 1260, ότι «. τα δικαστήρια δεν έχουν καμιά υποχρέωση να απαντούν σε κάθε επιχείρημα που τίθεται ενώπιον τους, εκτός κι αν κρίνουν ότι κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο» (βλ., επίσης, Μακαρούνα ν. Μιχαήλ και ’λλων (2014) 1(Α) Α.Α.Δ. 851, 859). Πέραν τούτου, για να υπάρξει ανατροπή θα πρέπει η παράλειψη να είναι ουσιώδης (βλ. Ευαγγελίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2015) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2549, 2557).
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να ασχοληθεί με καθετί που η Εφεσείουσα επέλεξε να προωθήσει ως επιχειρηματολογία καθ' ην στιγμή στην ουσία των όσων αναπτύχθηκαν, το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε εμπεριστατωμένως επί των γεγονότων και της σχετικής νομολογίας.
Μέσω του 3ου Λόγου Έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένη η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας. Στο πλαίσιο προώθησης του εν λόγω Λόγου, υποστηρίχθηκε η θέση ότι η υπέρβαση δικαιοδοσίας έχει επανειλημμένα αναγνωριστεί ως περίσταση που θεωρείται ότι στοιχειοθετεί εξαιρετική περίσταση.
Το τι συνιστά εξαιρετική περίσταση δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί εκ των προτέρων. Το ζήτημα κρίνεται πάντοτε με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (P.S.P. Freestyle Ltd (1993) 1 A.A.Δ. 626, 632). Όπως υπογραμμίστηκε στην υπόθεση Lucan Invest Ltd κ.ά. (2011) 1 Α.Α.Δ. 1904, «Τι συνιστά εξαιρετικές περιστάσεις είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια και το ζήτημα κρίνεται με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Οι εξαιρετικές περιστάσεις διακριβώνονται με τη σύγκριση των δυνατοτήτων που προσφέρει η διαδικασία των προνομιακών ενταλμάτων από τη μια και η διαθέσιμη θεραπεία στη συγκεκριμένη περίπτωση».
Στην υπόθεση Κτηματικές Επιχειρήσεις Ανδρέα Ευριπίδη Διογένους Λτδ (2005) 1(Β) Α.Α.Δ. 1342, γίνεται αναφορά στη Hellenger Trading Ltd (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1965, όπου διευκρινίστηκε ορθά ότι η αρχή των εξαιρετικών περιστάσεων ισχύει γενικά ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα. Έστω δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας (βλ., επίσης, Μαρκίδης κ.ά. (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 552).
Στη Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1Γ Α.Α.Δ. 1535, 1541-2, αναφέρθηκε ότι:
«Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα. (Βλ., μεταξύ άλλων, R. v. Secretary of State [1986] 1 All ER 717, Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, Στ. Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469 και Χρ. Μιχαήλ και Στ. Μιχαηλίδη (2001) 1 Α.Α.Δ. 247). Στη Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965, διευκρινίστηκε, ορθά, ότι η αρχή αυτή "ισχύει γενικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα". Έστω, δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας. (Βλ., επίσης, Σ. Μαρκίδης κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 552). Αν δε, παρά τη μη ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για certiorari, η μη ύπαρξη τέτοιων περιστάσεων συνιστά, a fortiori, λόγο απόρριψης της αίτησης.»
(Ο τονισμός είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Αυτή η προσέγγιση ακολουθήθηκε από την πλειοψηφία της Ολομέλειας στην Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 878, 887-90. Η εμβέλεια της απόφασης αναδύεται μέσα από το πιο κάτω απόσπασμα στη Καμηλάρης (2013) 1(Β) Α.Α.Δ. 1001, 1005-6:
« . η διαπίστωση εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης δεν είναι αρκετή. Σύ΅φωνα ΅ε την πάγια νο΅ολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπου φαίνεται ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο ΅έσο ή άλλη θεραπεία, δεν δίδεται άδεια για καταχώρηση αίτησης, εκτός εάν αποδειχθεί από τον Αιτητή, ο οποίος έχει το σχετικό βάρος, ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την παρέκκλιση από το γενικό κανόνα. Η συγκεκρι΅ένη αρχή επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από την Ολο΅έλεια στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου Δη΅όσια Εταιρεία Λτδ (Αρ. 2) (2012) 1 Α.Α.Δ. 878, στην οποία έγινε ανασκόπηση της νο΅ολογίας επί του θέ΅ατος και των διαφόρων νο΅ολογιακών τάσεων που επικρατούν. Ζητήθηκε από την Ολο΅έλεια να αναγνωρίσει ΅ια ευρύτερη προσέγγιση όταν το θέ΅α που τίθεται είναι δικαιοδοτικό. Σύ΅φωνα ΅ε την προσέγγιση αυτή, ακό΅η και αν υπήρχε άλλο διαθέσι΅ο εναλλακτικό ΅έσο όπως αυτό της έφεσης, δεν υπάρχει ανάγκη να διακριβώνονται εξαιρετικές περιστάσεις. Η πλειοψηφία της Ολο΅έλειας απέρριψε την εισήγηση, επιβεβαιώνοντας την πάγια θέση της νο΅ολογίας, ότι όταν υπάρχουν άλλα ένδικα ΅έσα θα πρέπει απαραίτητα να αποδεικνύεται η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων. Η Ολο΅έλεια διαφοροποιήθηκε από τις θέσεις που εκφράζονται στο Σύγγρα΅΅α Halsbury's Laws of England, 3η Έκδοση, Τό΅ος 11, σελ. 140, παρ. 265 και επιβεβαίωσε επί του θέ΅ατος την αυστηρότερη άποψη της δικής ΅ας νο΅ολογίας, όπως εκφράστηκε στις υποθέσεις Ανθί΅ου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, Μεστάνα (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469, Hellenger Trading Ltd (2000) 1 A.A.Δ. 1965 και Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535.»
Είναι, συνεπώς, σαφές, με βάση την πάγια νομολογία, ότι εκεί όπου υφίσταται άλλο ένδικο μέσο πρέπει να αποδεικνύονται εξαιρετικές περιστάσεις ανεξαρτήτως του λόγου για τον οποίο επιδιώκεται η εξασφάλιση άδειας. Η υπέρβαση δικαιοδοσίας καθώς και το έκδηλο νομικό σφάλμα δεν συνιστούν αφ' εαυτών και χωρίς κάτι άλλο εξαιρετικές περιστάσεις, αλλά μόνο λόγους για τους οποίους αξιώνεται η άδεια. Το ότι μπορεί στα περιστατικά μιας υπόθεσης η διαπίστωση εξόφθαλμης υπέρβασης δικαιοδοσίας ή παράβασης των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης ή παρανομίας έκδηλης στο πρακτικό να οδηγήσει στην έκδοση διατάγματος της φύσης Certiorari, παρά το διαθέσιμο άλλου ένδικου μέσου, δεν διαφοροποιεί τα πράγματα.
Στο βαθμό που στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Ευθύμιου Ανδρέου, Πολιτική Έφεση Αρ. 283/2022, ημερ. 6/7/2023, λέχθηκε ότι εξαιρετικές περιστάσεις θεωρείται ότι υπάρχουν «στις περιπτώσεις που η αίτηση βασίζεται σε έλλειψη δικαιοδοσίας ή σε νομικό σφάλμα ή παρανομία που είναι εμφανής στο πρακτικό» δεν συνάδει με την πάγια και αποκρυσταλλωμένη νομολογία στην οποία αναφερθήκαμε ανωτέρω, με συνέπεια η εν λόγω αναφορά να μπορεί να θεωρηθεί ότι λέχθηκε per incuriam.
Με το 2ο Λόγο Έφεσης προβλήθηκε ότι δεν αξιολογήθηκε ορθά η αποτελεσματικότητα της εναλλακτικής θεραπείας της Έφεσης και οι επιπτώσεις της μη έγκρισης της Αίτησης και της μη χορήγησης της αιτούμενης ’δειας. Ειδικότερα υποστηρίχθηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει δεόντως υπόψη του τις συνέπειες ακύρωσης του διορισμού της Προσωρινής Εκκαθαρίστριας ως είχε προβληθεί. Έρεισμα για την πιο πάνω θέση αποτέλεσε η ακόλουθη αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου:
«Όσον αφορά στη θέση της αιτήτριας (παρ. 80 από την Ένορκη Δήλωση της κας Μ. Βασιλείου), ότι η ακύρωση του διορισμού της κας Μονού «ουσιαστικά συνεπάγεται ότι η GNT δεν τυγχάνει πια της εν λόγω προστασίας και η κατάσταση αυτή θα συνεχίσει μέχρι την ακύρωση ή τον παραμερισμό της απόφασης κατ΄ έφεση», θα επαναλάβω απλώς πως είχε ήδη χορηγηθεί προσωρινή θεραπεία, στο πλαίσιο αίτησης των ενδιαφερόμενων μερών, στη βάση της οποίας η κα Μονού είχε διαταχθεί να μην προβαίνει ως εκκαθαρίστρια σε συγκεκριμένες ενέργειες και/ή πράξεις εκ μέρους της εταιρείας «GNT».»
Δεν συγκλίνουμε με την πιο πάνω εισήγηση. Όπως προκύπτει, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού σχολίασε τη θέση που του είχε προβληθεί ως προς τις επιπτώσεις που μπορούσε να έχει η μη παραχώρηση της αιτούμενης ’δειας, δεν παρέλειψε να επισημάνει και το γεγονός ότι, στο μεταξύ, είχε παραχωρηθεί προσωρινή θεραπεία με βάση την οποία η Προσωρινή Εκκαθαρίστρια είχε διαταχθεί να μην προβαίνει σε συγκεκριμένες ενέργειες εκ μέρους της Εταιρείας. Επιπλέον, έχοντας κατά νου την πάγια νομολογία, παρέπεμψε, μεταξύ άλλων, και στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του ΧΧΧ Μιτέλα για ’δεια για την Καταχώριση Αίτησης για την Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari και/ή Prohibition, Πολιτική Έφεση Αρ. 43/2019, ημερ. 2/4/2019, ECLI:CY:AD:2019:A121, όπου τονίσθηκε ότι «η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο της έφεσης ή άλλων ένδικων μέσων, ούτε είναι λόγος ενεργοποίησης της εφεδρείας της δικαιοδοσίας αυτής του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο τυχόν σημαντικός χρόνος που απαιτείται για διεκπεραίωση εναλλακτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της έφεσης. Εάν υπάρχει κάτι το εξαιρετικά επείγον, παρέχεται, βεβαίως, πάντοτε η ευχέρεια αναζήτησης ταχύτερης εκδίκασης των εφέσεων, μετά από σχετικό αίτημα.» Επιπλέον δεν πρέπει να λησμονείται ότι οι όποιες επιπτώσεις από μία λανθασμένη απόφαση ή προσέγγιση ενός Κατώτερου Δικαστηρίου, για θέμα για το οποίο έχει εξουσία ή αρμοδιότητα, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τη χορήγηση Προνομιακών Ενταλμάτων. Όπως σημειώθηκε στη Σιμιλλίδης κ.ά. (Αρ. 2) (1996) 1 Α.Α.Δ. 469, «Η ορθότητα μπορεί να αναθεωρηθεί μόνο στο πλαίσιο έφεσης όποιες και αν είναι στο μεταξύ οι επιπτώσεις που δυνατόν να προκύπτουν από μία λανθασμένη προσέγγιση κατώτερου δικαστηρίου».
Η ύπαρξη εναλλακτικού μέσου, αυτού της έφεσης, ορθώς λοιπόν θεωρήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ως λόγος για απόρριψη της Αίτησης για ’δεια, ιδιαίτερα λαμβανομένου υπόψιν και του γεγονότος ότι δεν είχαν καταδειχθεί επαρκώς από την Εφεσείουσα εξαιρετικές περιστάσεις τέτοιες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διαφορετικές προσεγγίσεις. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε εντός του πλαισίου των παρεχόμενων σε αυτό εξουσιών εφαρμόζοντας πιστά την πάγια και διαχρονική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Υπό το πρίσμα των πιο πάνω αρχών και υπό το φως των δεδομένων που καλύπτουν την υπό κρίση περίπτωση, ουδείς εκ των Λόγων Έφεσης είναι βάσιμος.
Η Έφεση απορρίπτεται.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.