ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 335/2015)
26 Ιουλίου, 2024
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΔΑΥΙΔ, Δ/στές]
UMAHAN ISMAIL FUAT,
Εφεσείουσα/Ενάγουσα,
ν.
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ
ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ,
2. MEHMET SAMI, EROH MEHMET ΚΑΙ ΜΙΧΑΛΗ ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΥ,
ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ MEHMET SALIH USDA ΤΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ
ΠΟΤΑΜΙΑ, ΩΣ Η ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΠ' ΑΡ. 309/08 ΤΟΥ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Εφεσίβλητων/Εναγομένων.
____________________________________________________________________
Γ. Χατζησωτηρίου για Λ. Παπαφιλίππου & Σία ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα.
Ουδεμία εμφάνιση για τον Εφεσίβλητο 1.
Β. Πιερίδου (κα), για τους Εφεσίβλητους 2.
___________________________________________________________________
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
___________________________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας Έφεσης είναι η ορθότητα της Απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (εφεξής πρωτόδικο Δικαστήριο) που εκδόθηκε στην Αγωγή υπ' αρ. 7888/2006, με την οποία απερρίφθη η απαίτηση της Εφεσείουσας δια της οποίας, μεταξύ άλλων, αξίωνε δήλωση του Δικαστηρίου ότι δικαιούτο να εγγραφεί ως ιδιοκτήτρια του ½ μεριδίου σε συγκεκριμένο ακίνητο δυνάμει σύμβασης αγοράς με τον αποθανόντα Τουρκοκύπριο Mehmet Salih Usda.
Στην πιο πάνω Αγωγή, Εναγόμενοι ήσαν ο Υπουργός Εσωτερικών υπό την ιδιότητα του ως Κηδεμόνας των Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Εναγόμενος 1) και οι Διαχειριστές της περιουσίας του αποβιώσαντος Mehmet Salih Usda (Εναγόμενοι 2).
Η εκδοχή της Εφεσείουσας με βάση τους δικογραφημένους ισχυρισμούς ήταν ότι το 1958 είχε συνάψει γραπτή Συμφωνία με τον Τουρκοκύπριο Mehmet Salih Usda, με την οποία ο τελευταίος της είχε πωλήσει στην τιμή των ΛΚ100 το ½ μερίδιο κτήματος που βρίσκεται στην Ποταμιά. Αποτέλεσε ισχυρισμό της ότι η συμφωνηθείσα τιμή είχε καταβληθεί στον πωλητή σύμφωνα με τους όρους της Συμφωνίας. Αμέσως μετά την υπογραφή της Συμφωνίας και με βάση τους όρους της, ο πωλητής παρέδωσε στην Εφεσείουσα το ½ μερίδιο του κτήματος που της είχε πωλήσει. Τούτο διαχωρίστηκε επί τόπου και η Εφεσείουσα έλαβε το μέρος του κτήματος που ευρίσκετο προς το δρόμο. Με βάση πάντοτε τους δικογραφημένους ισχυρισμούς, η Εφεσείουσα, με τη συγκατάθεση και υπογραφή του πωλητή, εξασφάλισε άδεια οικοδομής για την ανέγερση κατοικίας επί του ακινήτου και κατά ή περί το 1959 άρχισε την ανέγερση κατοικίας με δικές της δαπάνες, η οποία συμπληρώθηκε εκτός από την τοποθέτηση πορτοπαράθυρων ένεκα των διακοινοτικών ταραχών που είχαν αρχίσει το Δεκέμβριο του 1963.
Ήταν η θέση της Εφεσείουσας ότι, παρά το γεγονός ότι είχε ζητήσει από τον Εναγόμενο 1, ως τον κατά Νόμο υπεύθυνο Διαχειριστή των Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, να της αποδοθεί το ½ μερίδιο επί του επίδικου ακινήτου μαζί με την οικία, αυτός παρέλειψε να λάβει οποιαδήποτε μέτρα προς υλοποίηση της σχετικής Συμφωνίας. Ισχυρίστηκε, επίσης, πως με δεδομένο ότι η Συμφωνία ουδέποτε τερματίστηκε, ήταν υποχρέωση των Εναγόμενων 2, υπό την ιδιότητα τους ως Διαχειριστές της περιουσίας του πωλητή, να εκτελέσουν την πιο πάνω Συμφωνία και να μεταβιβάσουν το ακίνητο επ' ονόματι της, κάτι το οποίο δεν έγινε.
Η εκδοχή των Εναγόμενων 2 με βάση την Υπεράσπιση τους ήταν ότι ουδέποτε ο αποβιώσας Mehmet Salih Usda, εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του επίδικου τεμαχίου, είχε συνάψει οιαδήποτε συμφωνία με την Εφεσείουσα, απορρίπτοντας, τοιουτοτρόπως, την εκδοχή της Εφεσείουσας. Απέρριψαν, επίσης, τον ισχυρισμό της ότι ο αποβιώσας της είχε παραδώσει οποιοδήποτε μέρος του ακινήτου, ισχυριζόμενοι ότι ουδέποτε αυτός συγκατατέθηκε ή υπέγραψε οποιοδήποτε έγγραφο για την ανέγερση οικίας ή άλλου οικοδομήματος στο εν λόγω ακίνητο. Ήταν, ακόμη, η θέση τους ότι ουδεμία αίτηση για διαχωρισμό του ακινήτου είχε γίνει από την Εφεσείουσα και ότι καμία κατοικία δεν υφίστατο σε αυτό. Οι ίδιοι, ως Διαχειριστές της περιουσίας του αποβιώσαντος, ως ήταν η εκδοχή τους, ήταν οι μόνοι που είχαν δικαίωμα στην περιουσία του αποβιώσαντος.
Παρεμβάλλεται στο σημείο αυτό ότι παρά το γεγονός ότι είχε καταχωρηθεί Υπεράσπιση και από πλευράς του Εναγόμενου 1, ενόψει του ότι είχε μεσολαβήσει, στις 25/9/2014, κοινή δήλωση των διάδικων μερών με την οποία περιορίστηκαν τα επίδικα θέματα μόνο στο κατά πόσο υπήρξε Συμφωνία πώλησης του επίδικου ακινήτου, η πλευρά του Εναγόμενου 1 δήλωσε ότι δεν θα συμμετείχε ενεργώς στην ακροαματική διαδικασία, όπως και έπραξε. Επισημαίνεται ότι στην εν λόγω κοινή δήλωση είχε συμφωνηθεί ότι, σε περίπτωση που το Δικαστήριο θα κατέληγε ότι είχε λάβει χώρα η επίδικη πώληση, τότε θα εκδίδονταν Διατάγματα προς όφελος της Εφεσείουσας για να εγγραφεί ως ιδιοκτήτρια του ½ μεριδίου του ακινήτου, καθώς και Διάταγμα που να διατάσσει τους Εναγόμενους 2 να παραδώσουν σε αυτή το ½ μερίδιο του ακινήτου και όλες τις οικοδομές επί αυτού. Είναι ενόψει των πιο πάνω που δηλώθηκε εκ μέρους του Εναγόμενου 1 ότι δεν θα συμμετείχε ενεργώς στην ακροαματική διαδικασία, καθότι θα δεσμεύετο από την πιο πάνω κοινή δήλωση.
Ενώπιον του Δικαστηρίου κατέθεσαν για την πλευρά της Εφεσείουσας η ίδια η Εφεσείουσα (Μ.Ε.1), ο Β. Γιαζός, Κτηματολογικός Λειτουργός Β΄ (Μ.Ε.2), Π. Ιατρού, Πρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου Ποταμιάς από την 1/1/2002 (Μ.Ε.3), ενώ από πλευράς των Εφεσίβλητων 2 κατέθεσαν δύο μάρτυρες, η σύζυγος του αποβιώσαντα Samis Usda, υιού του αποβιώσαντα Mehmet Salih Usda (Μ.Υ.1) και ο Hussein Hani, Τουρκοκύπριος Κοινοτάρχης Ποταμιάς το 2011 (Μ.Υ.2).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε την προσαχθείσα μαρτυρία, δεν αποδέχτηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία των μαρτύρων της πλευράς των Εφεσίβλητων 2 και αποδέχτηκε ως πλήρως αξιόπιστη τη μαρτυρία της Εφεσείουσας. Στη βάση αυτής της αξιολόγησης κατέληξε ότι δεν μπορούσε να καταλήξει ως εύρημα γεγονότος ότι κατά ή περί το έτος 1958 η Εφεσείουσα είχε συνάψει γραπτή Συμφωνία με τον Mehmet Salih Usda, με την οποία αυτός της είχε πωλήσει στην τιμή των ΛΚ100 το ½ μερίδιο του επίδικου ακινήτου, αλλά στο ότι «η όποια συμφωνία υποστηρίζεται από την ίδια την ενάγουσα ότι υπήρξε είναι μεταξύ του πατέρα της και του Mehmet Salih».
Ενόψει της πιο πάνω διαπίστωσης καθώς και του γεγονότος ότι τέτοια συμφωνία, όπως αυτή που υποστηρίχθηκε από τη μαρτυρία της Εφεσείουσας, δεν ήταν επίδικη αφού δεν δικογραφείτο, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι η Εφεσείουσα είχε αποτύχει να αποδείξει την απαίτηση της και, συνεπακόλουθα, απέρριψε την Αγωγή της.
Η ορθότητα της πιο πάνω Απόφασης αμφισβητείται με δύο Λόγους Έφεσης.
Με τον 1ο Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα εξέτασε και/ή διατύπωσε ευρήματα σχετικά με το κατά πόσο υπήρξε ή όχι Συμφωνία πώλησης του επίδικου ακινήτου μεταξύ της Εφεσείουσας και του αποβιώσαντος Mehmet Salih Usda, αφού κάτι τέτοιο δεν αποτελούσε επίδικο ζήτημα στην Αγωγή, σύμφωνα με την προφορική δήλωση των δικηγόρων των διαδίκων ημερ. 25/9/2014.
Στο πλαίσιο προώθησης του 1ου Λόγου Έφεσης η πλευρά της Εφεσείουσας διατείνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε και/ή δεν έλαβε υπόψη την προφορική δήλωση των δικηγόρων όλων των διαδίκων μερών ενώπιον του Δικαστηρίου ημερ. 25/9/2014, σύμφωνα με την οποία παρέμεινε ως μόνο και εναπομείναν επίδικο θέμα της Αγωγής το κατά πόσο υπήρξε ή όχι η επίδικη Συμφωνία πώλησης του ακινήτου ως γεγονός «ανεξαρτήτως των συμβαλλομένων μερών αυτής». Σε άλλο σημείο της αγόρευσης της Εφεσείουσας προβάλλεται ότι το ζητούμενο της απόδειξης στην παρούσα διαδικασία ήταν η ύπαρξη της Συμφωνίας πώλησης, ήτοι κατά πόσο υπήρξε Συμφωνία πώλησης ακινήτου ως αναφέρεται στην Έκθεση Απαίτησης.
Καθίσταται, επομένως, σημαντικό να παρατεθεί αυτούσια η παράγραφος (5) της Έκθεσης Απαίτησης η οποία αναφέρεται στη Συμφωνία πώλησης και η οποία έχει ως ακολούθως:
«Κατά ή περί το έτος 1958 η Ενάγουσα συνήψε γραπτή συμφωνία («η Συμφωνία») με τον ομοχώριο της τουρκοκύπριο Mehmet Salih, κάτοχο κυπριακού δελτίου ταυτότητας αρ. 109452 (που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως ο «Πωλητής») με την οποία ο Πωλητής επώλησε στην τιμή των £100 στην Ενάγουσα το εν δεύτερο μερίδιο κτήματος που βρίσκεται κοντά στο χωριό Ποταμιά, Επαρχίας Λευκωσίας με αριθμό εγγραφής 3187, Τεμ. 600, Φύλλο 31, Σχέδιο 49, έκτασης 4348 τ.μ., που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως το «Κτήμα». Η συμφωνηθείσα τιμή των £100 καταβλήθηκε στον Πωλητή σύμφωνα με τους όρους της Συμφωνίας.»
Η σχετική αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με τη δήλωση που έγινε στις 25/9/2014 στην Απόφασή του, έχει ως ακολούθως:
«Σε ημερομηνία (25.9.2014) μετά την τελευταία τροποποίηση, η οποία κατέστησε διαδίκους τους εναγόμενους 2, και πριν την από μέρους τους καταχώρηση υπεράσπισης, οι διάδικες πλευρές προέβηκαν σε συμφωνία και δήλωσαν τα εξής, ως προς τα επίδικα θέματα. Εκ συμφώνου περιορίστηκαν τα επίδικα θέματα με παραμένον επίδικο, ως δηλώθηκε, μόνο το κατά πόσον υπήρξε η συμφωνία πώλησης του επίδικου ακινήτου ως αναφέρεται στην έκθεση απαίτησης. Συμφωνήθηκε, συναφώς, και δηλώθηκε ότι σε περίπτωση που το Δικαστήριο καταλήξει ότι έγινε η επίδικη πώληση τότε θα εκδοθούν τα υπό παρ. (α), (γ) και (δ) στην έκθεση απαίτησης διατάγματα εναντίον και των δύο εναγομένων. Μεταξύ ενάγουσας και εναγομένου 1 δηλώθηκε επίσης η συμφωνία τους ως προς τα έξοδα, ώστε η κάθε πλευρά να επωμιστεί τα δικά της έξοδα.»
Το πλέον σημαντικό για τους σκοπούς εξέτασης του 1ου Λόγου Έφεσης είναι ασφαλώς το ίδιο το περιεχόμενο της προφορικής δήλωσης που έγινε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου στις 25/9/2014. Η εν λόγω δήλωση, όπως προκύπτει από το φάκελο του Δικαστηρίου, έχει ως εξής:
«Ο κ. Θεοδώρου: Έχουμε συμφωνήσει, στο πλαίσιο περιορισμού των επίδικων θεμάτων, τα εξής:
Θα παραμείνει επίδικο μόνο το κατά πόσο υπήρξε η συμφωνία πώλησης του επίδικου ακινήτου ως αναφέρεται στην έκθεση απαίτησης. Σημειώνεται μεταξύ των πλευρών και δηλώνεται ότι σε περίπτωση που το Δικαστήριο καταλήξει ότι έγινε η επίδικη πώληση, τότε θα εκδοθούν οι υπό παράγραφοι (α), (γ) και (δ) διάταγμα στην έκθεση απαίτησης εναντίον και των δύο Εναγομένων.
Η κα Φλουρέντζου: Συμφωνώ.
Ο κ. Βλαδιμήρου: Συμφωνώ με τη δήλωση.
Δικαστήριο: Η δήλωση των πλευρών σημειώνεται και καθίσταται δεσμευτική.»
Προσπάθησε η πλευρά της Εφεσείουσας με διάφορους ισχυρισμούς στην Αγόρευση της να προβάλει, μεταξύ άλλων, ότι η επίδικη Συμφωνία πώλησης «αφορά» την Εφεσείουσα και ότι αυτό που αφορούσε η επίδικη διαφορά ήταν «κατά πόσο υπήρχε σύμβαση πώλησης σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης κατά τρόπο που να υπήρχε συμφέρον της Ενάγουσας/Εφεσείουσας επί της εν λόγω ακίνητης ιδιοκτησίας».
Με κάθε σεβασμό, οι πιο πάνω θέσεις δεν είναι βάσιμες.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, έχοντας κατά νου τη δικογραφία σε συνάρτηση και με τη δήλωση ημερ. 25/9/2014, ορθώς εξέτασε κατά πόσο, με βάση τη μαρτυρία που αποδέχτηκε ως αξιόπιστη, θα μπορούσε να καταλήξει σε «εύρημα γεγονότος ότι κατά ή περί το έτος 1958 η ενάγουσα (Umahan Ismail Fuat) συνήψε γραπτή συμφωνία με τον Mehmet Salih με την οποία αυτός της πώλησε στην τιμή των £100,- το ½ μερίδιο του υπό αναφορά τεμαχίου».
Έχοντας δε αποδεχτεί τη μαρτυρία της Εφεσείουσας ως αξιόπιστη, ήταν σαφές ότι από αυτή προέκυπτε ότι το επίδικο ακίνητο το είχε αγοράσει ο πατέρας της το έτος 1958 από το θείο του, τον Mehmet Salih Usda, στη συμφωνηθείσα τιμή των Λ.Κ.100, έχοντας προς τούτο συνάψει γραπτή συμφωνία. Κατά συνέπεια, ορθώς το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι δεν μπορούσε να καταλήξει στο πιο πάνω εύρημα γεγονότος, επισημαίνοντας, συγχρόνως, ότι «η όποια συμφωνία υποστηρίζεται από την ίδια την ενάγουσα ότι υπήρξε είναι μεταξύ του πατέρα της και του Mehmet Salih. Τέτοια συμφωνία δεν είναι επίδικη αφού δεν δικογραφείται».
Με δεδομένο, όπως έχει κατ' επανάληψη αναφερθεί στη νομολογία, ότι τα δικόγραφα συνιστούν το θεμέλιο της δίκης και αποτελούν το αποκλειστικό μέσο για τον προσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων (Homeros Th. Courtis and Others v. Panos K. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180, Christakis Loucaides v. CD. Hay and Sons Ltd (1971) 1 C.L.R. 134 και Παπαγεωργίου ν. Λούη Κλάππα (Investments Services Ltd) (1991) 1 Α.Α.Δ. 24), το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να επεκταθεί, και ορθώς δεν το έπραξε, στην επίλυση θεμάτων που δεν περιλαμβάνονταν στα επίδικα θέματα (βλ. Votarco Ltd v. Bitech Komi Holdings Ltd κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 92/2013, ημερ. 20/7/2020, ECLI:CY:AD:2020:A252).
Με το 2ο Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα προέβη σε εύρημα ότι η επίδικη Συμφωνία καταρτίστηκε μεταξύ του πατέρα της Εφεσείουσας και του αποβιώσαντος Mehmet Salih Usda, ενώ η μόνη μαρτυρία ενώπιον του, η οποία έμεινε αναντίλεκτη, ήταν ότι την επίδικη Συμφωνία πώλησης του επίδικου ακινήτου είχε καταρτίσει ο πατέρας της Εφεσείουσας εκ μέρους της.
Εν πρώτοις ουδέποτε υπήρξε δικογραφημένος ισχυρισμός από μέρους της Εφεσείουσας ότι την επίδικη Συμφωνία την είχε καταρτίσει ο πατέρας της εκ μέρους της. Το τι έχει δικογραφηθεί αναφορικά με το ζήτημα της επίδικης Συμφωνίας περιλαμβάνεται στην παράγραφο 5 της Έκθεσης Απαίτησης η οποία έχει ήδη εκτεθεί ανωτέρω.
Έχουμε ήδη, εν συνόψει, αναφερθεί στην εκδοχή που η Εφεσείουσα είχε προωθήσει κατά την ακροαματική διαδικασία και πουθενά δεν διαπιστώνεται να ήταν ποτέ η εκδοχή της ότι ο πατέρας της είχε συνάψει την επίδικη Συμφωνία εκ μέρους της.
Το πιο κάτω απόσπασμα από τη μαρτυρία της Εφεσείουσας κατά την αντεξέταση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά, είναι αποκαλυπτικό ως προς την εκδοχή της:
«Ο κ. Θεοδώρου: Μπορείτε να μας πείτε τι έγινε το 1958 σε σχέση με κάποιο οικόπεδο στην Ποταμιά το οποίο σας αφορά, αν σας αφορά;
Α. Μάλιστα, ο πατέρας μου το αγόρασε.
Ε. Πως ξέρεις γι' αυτή τη συμφωνία;
Α. Μου το είπε ο πατέρας μου.
Ε. Εσείς πότε γεννηθήκατε;
Α. Ήμουν δεκαεπτά, δεν ολοκλήρωσα την δέκατη όγδοη ηλικία το 1958.
Ε. Από ποιον αγόρασε το οικόπεδο αυτό ο πατέρας σας;
Α. Από τον Mehmet Salih Usda που ήταν ο θείος του.
Ε. Ποια η τιμή που συμφώνησαν να το αγοράσει ο πατέρας σου;
Α. £100,00».
(Η έμφαση είναι του Δικαστηρίου)
Όσον αφορά τη θέση της Εφεσείουσας ότι οι Εφεσίβλητοι 2 δεν είχαν προβάλει στην Υπεράσπιση τους ότι είχε μεν καταρτισθεί συμφωνία αλλά μεταξύ μη διαδίκων, κατά τρόπο που να αμφισβητείται η νομιμοποίηση της Ενάγουσας/Εφεσείουσας στην καταχώριση και προώθηση της αξίωσης της, δεν είναι αντιληπτό γιατί θα έπρεπε να προβληθεί από μέρους των Εφεσίβλητων 2 ένας τέτοιος ισχυρισμός. Επισημαίνεται, εν προκειμένω, ότι οι ισχυρισμοί περί συμφωνίας μεταξύ μη διαδίκων είναι από την ίδια τη μαρτυρία της Εφεσείουσας που προήλθαν. Οι δικογραφημένοι ισχυρισμοί της Εφεσείουσας οι οποίοι αναφέρονταν σε σύναψη Συμφωνίας από την ίδια με τον Mehmet Salih Usda, έτυχαν από μέρους των Εφεσίβλητων 2 άρνησης καθιστώντας, με αυτό τον τρόπο, το εν λόγω ζήτημα επίδικο (βλ. παραγράφους 5 και 6 της Υπεράσπισης).
Κατ' ακολουθίαν όλων των πιο πάνω και οι δύο Λόγοι Έφεσης είναι αβάσιμοι.
Ως εκ τούτου, η Έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Επιδικάζονται έξοδα ύψους €2,500, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, υπέρ των Εφεσίβλητων 2 και εναντίον της Εφεσείουσας.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.