ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 114/2024)

 

15 Ιουλίου, 2024

 

[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Ν. Φ. ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 11/05/2024 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΙΩΝ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 27 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ 155 ΚΑΙ 29(3) ΤΟΥ Ν.29(Ι)/1977

...................

Μ. Αρμεύτης, για τον Αιτητή

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΕΦΡΑΙΜ, Δ.Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με το ένταλμα έρευνας ημερ. 11.5.2024 στο διαμέρισμα του.  

        Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται η Αίτηση είναι οι ακόλουθοι:

(i)       H αίτηση βασίστηκε σε πληροφορία η οποία δεν αποτελούσε επαρκή μαρτυρία που να δικαιολογούσε την έκδοση του υπό κρίση εντάλματος έρευνας.

(ii)      Δεν υπήρχε μαρτυρία που να δικαιολογούσε όπως η εκτέλεση του εντάλματος έρευνας παρέμενε ανοικτή.

(iii)     Δεν υπήρχε μαρτυρία που να συνέδεε τηλεφωνικές συσκευές με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.

(iv)    Δεν υπήρχε χρονικός προσδιορισμός για το πότε η Αστυνομία είχε λάβει τη σχετική πληροφορία.

(v)      Δημιουργούνται εύλογα ερωτηματικά ως προς το γιατί η Αστυνομία δεν ανέκοψε τα πρόσωπα τα οποία κατ'  ισχυρισμόν θεάθηκαν να ανταλλάσσουν κάτι «χέρι με χέρι».

(vi)    Η έκδοση του εντάλματος έρευνας παραβιάζει τα συνταγματικά δικαιώματα του Αιτητή στην ιδιωτική ζωή και στο άσυλο της κατοικίας.

        Στην ένορκη δήλωση η οποία συνοδεύει την Αίτηση, ο Αιτητής βασικά υιοθετεί τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η Αίτηση.

Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1(A) A.A.Δ. 116, ο σκοπός των ενταλμάτων certiorari είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της απόφασης. Για να χορηγηθεί άδεια, ο αιτητής θα πρέπει να τεκμηριώσει συζητήσιμη υπόθεση. Τα προνομιακά εντάλματα χορηγούνται κατ'  εξαίρεση και όταν διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, είτε πλάνη περί τον Νόμο, είτε παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. 

        Το Άρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, προνοεί για τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να δικαιολογείται η έκδοση εντάλματος έρευνας και το Άρθρο 28 του ιδίου Νόμου, προνοεί για το περιεχόμενο και την ισχύ τέτοιου εκδοθέντος εντάλματος.

        Στον όρκο που συνόδευε το αίτημα της Αστυνομίας για την έκδοση του υπό κρίση εντάλματος έρευνας, αναφέρεται πως στις 28.4.2024 και στις 10.5.2024 δόθηκαν πληροφορίες στην ΥΚΑΝ ότι ο ύποπτος ασχολείται με τη χρήση και διακίνηση ελεγχόμενων φαρμάκων τάξεων Α και Β. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον πληροφοριοδότη, ο ύποπτος έχει στην κατοχή του και αποκρύπτει στην οικία του ποσότητες ναρκωτικών, τις οποίες στη συνέχεια προμηθεύει σε άλλα πρόσωπα τα οποία τον επισκέπτονται είτε εκεί, είτε σε διάφορα άλλα σημεία στη Λεμεσό, όπου ο ίδιος μεταβαίνει με κλοπιμαίο μοτοποδήλατο. Η πληροφορία δόθηκε από πρόσωπο το οποίο έχει ιδίαν αντίληψη των πιο πάνω καθότι πρόκειται για πρόσωπο του στενού περιβάλλοντος του και είναι δεόντως καταχωρημένη στα μητρώα της Αστυνομίας.

        Όπως αναφέρεται στον όρκο, από τη λήψη της πληροφορίας δόθηκαν οδηγίες αφενός για διακριτική παρακολούθηση της οικίας και ενός προσώπου και αφετέρου για τη διενέργεια εξετάσεων για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της πληροφορίας.  Από τις διακριτικές εξετάσεις και τις παρακολουθήσεις που διενεργήθηκαν πρόσφατα, κυρίως κατά τις βραδινές ώρες μέχρι και τις πρωινές ώρες, διαπιστώθηκε ότι ο ύποπτος διαμένει στην εν λόγω οικία και παρατηρήθηκαν ύποπτες κινήσεις, με πρόσωπα να εισέρχονται στην οικία και να έχουν συναντήσεις μαζί του. Οι επισκέψεις διαρκούν μικρό χρονικό διάστημα, κάτι το οποίο εντείνει τις υποψίες για παράνομες συναλλαγές. Στον όρκο αναφέρεται επίσης ότι πρόσφατα, κατά τις παρακολουθήσεις, εντοπίστηκε ο ύποπτος να οδηγεί μοτοποδήλατο χωρίς αριθμούς εγγραφής, να μεταβαίνει σε διάφορα σημεία σε κοντινή απόσταση από την οικία του και να έχει ολιγόλεπτες συναντήσεις με άλλα πρόσωπα τα οποία καταφθάνουν εκεί είτε πεζά είτε με όχημα και φαίνεται να ανταλλάσσουν κάτι χέρι με χέρι και στη συνέχεια να αναχωρούν.

        Σύμφωνα πάντα με τον όρκο, ο ύποπτος δεν έχει σταθερά ωράρια και επιστρέφει στην οικία του αργά το βράδυ και ή τα ξημερώματα, εξού και το ένταλμα ζητείται όπως παραμείνει ανοικτό για εκτέλεση σε οποιαδήποτε ώρα, εντός ενός μηνός από την έκδοση του. Η έκδοση κρίνεται ευλόγως αναγκαία με σκοπό τον εντοπισμό των παράνομων ναρκωτικών και προς αποφυγή απόκρυψης, καταστροφής και ή διάθεσης αυτών και άλλων τεκμηρίων όπως προσδιορίζονται πιο κάτω. Ειδικότερα, αναφέρεται ότι η έκδοση του εντάλματος έρευνας της οικίας ζητείται προς διευκόλυνση των αστυνομικών ερευνών και με σκοπό την ανεύρεση, περισυλλογή και φύλαξη ναρκωτικών και άλλων τεκμηρίων, όπως αλεστήρων, ζυγαριών ακριβείας, μεγάλων χρηματικών ποσών, κινητών τηλεφώνων και άλλων αντικειμένων που σχετίζονται με τη χρήση και ή την αγοραπωλησία ναρκωτικών.

        Παρόλο που στον όρκο δεν κατονομάζεται ο πληροφοριοδότης, εντούτοις αναφέρεται ότι πρόκειται για πρόσωπο του στενού περιβάλλοντος του υπόπτου και ότι έχει προσωπική γνώση των όσων περιέγραψε στην Αστυνομία. Περαιτέρω, στον όρκο προσδιορίζεται και ο χρόνος λήψης των πληροφοριών, ήτοι ότι δόθηκαν στις 28.4.24 και στις 10.5.2024.

        Με βάση το περιεχόμενο του όρκου, είχαν τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου τα στοιχεία για την ταυτότητα του πληροφοριοδότη, την πηγή της γνώσης του και τον χρόνο παροχής των πληροφοριών στην Αστυνομία.  Αυτά τα στοιχεία διακρίνουν την υπό κρίση περίπτωση από τις υποθέσεις στις οποίες παρέπεμψε ο Αιτητής. Πρόκειται για την υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του A.D.S., Πολ. Έφεση Αρ. 340/2021, ημερ. 6.7.2023, στην οποία επισημάνθηκε ότι στην ένορκη δήλωση που υποστήριζε το αίτημα για την έκδοση εντάλματος έρευνας δεν είχε καταγραφεί πότε δόθηκε η πληροφορία στην Αστυνομία ότι στην συγκεκριμένη οικία φυλάσσονταν κατά διαστήματα ναρκωτικά, ούτε και η πηγή γνώσης του πληροφοριοδότη είχε αποκαλυφθεί. Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μ.Β., Πολ. Έφεση Αρ. 10/2024, ημερ. 14.6.2024, και πάλι αποφασίστηκε ότι η μαρτυρία που συνέθετε την πληροφορία δεν είχε τεθεί ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου και δεν είχε αποκαλυφθεί η πηγή του πληροφοριοδότη.

        Στην υπό κρίση περίπτωση, η ίδια η πληροφορία αναφερόταν στον ύποπτο ονομαστικά και ουδέποτε ετέθη ζήτημα αδυναμίας ή αμφιβολίας αναγνώρισης ή ταυτοποίησης του. Αντιθέτως, μέσα από το όλο περιεχόμενο του όρκου, διαφαίνεται ότι η πληροφορία ήταν συγκεκριμένη και αφορούσε στον ύποπτο και ότι η Αστυνομία εντόπισε το συγκεκριμένο πρόσωπο, για το οποίο, κατόπιν πρόσφατης παρακολούθησης και των δικών της ενεργειών, επιβεβαίωσε ότι πράγματι διέμενε στην εν λόγω οικία. 

        Περαιτέρω, η πληροφορία περιέγραφε τη συμπεριφορά του υπόπτου προσώπου αναφορικά με την ανάμειξη του στη φύλαξη και διακίνηση ναρκωτικών, τόσο στην οικία του όσο και σε διάφορα άλλα σημεία με τη χρήση κλοπιμαίου μοτοποδηλάτου. Ακολούθησαν οι παρακολουθήσεις της Αστυνομίας οι οποίες κατέδειξαν τέτοια συμπεριφορά του Αιτητή, όπως περιγράφεται ανωτέρω, που εύλογα δημιουργούσε την υποψία ότι αυτός ασχολείται με την κατοχή και προμήθεια ναρκωτικών. Δεν πρόκειται δηλαδή, για μια γενική και αόριστη αναφορά περιεχόμενη σε πληροφορία, αλλά σε μια πληροφορία από συγκεκριμένο πρόσωπο με περιγραφή συγκεκριμένου τρόπου δράσης και η οποία φέρεται να επιβεβαιώθηκε από τις παρακολουθήσεις της Αστυνομίας.

        Σύμφωνα πάντα με την υπάρχουσα μαρτυρία, οι επισκέψεις προσώπων στην οικία του Αιτητή, κυρίως κατά τις βραδινές μέχρι και τις πρωινές ώρες και η σύντομη διάρκεια αυτών, καθώς επίσης η διακίνηση του Αιτητή με μοτοποδήλατο χωρίς αριθμούς εγγραφής σε διάφορα σημεία κοντά στην οικία του και οι ολιγόλεπτες συναντήσεις του με άλλα πρόσωπα τα οποία έρχονταν πεζά ή με όχημα, όπου αντάλλαζαν κάτι χέρι με χέρι, σε συνδυασμό με την πληροφορία ότι ο Αιτητής ασχολείτο με τη διακίνηση ναρκωτικών τόσο στην οικία του όσο και πλησίον αυτής, δημιουργεί εύλογη υποψία ή πιθανότητα ότι οι συναντήσεις τόσο στην οικία όσο και στα σημεία εκτός αυτής, η χρονική διάρκεια τους και η ανταλλαγή μεταξύ τους, αφορούσαν σε διακίνηση ναρκωτικών.

        Επομένως, υπήρχε ικανοποιητική μαρτυρία η οποία να δημιουργούσε εύλογη υποψία για τη σύνδεση του Αιτητή και της οικίας του με τα υπό διερεύνηση αδικήματα. Η απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση του A.S., Πολ. Έφεση Αρ. 36/2023, ημερ. 21.3.2024, δεν κρίνεται βοηθητική για τον Αιτητή. Αυτή αφορούσε μαρτυρία για απλή πληροφορία χωρίς οτιδήποτε περαιτέρω και επιπλέον η μόνη μαρτυρία ήταν η επίσκεψη προσώπων στην οικία σε ακανόνιστες ώρες και για πολύ λίγο χρονικό διάστημα. Στην υπό κρίση περίπτωση, υπάρχει μαρτυρία τόσο για την πληροφορία όσο και για την όλη συμπεριφορά και στάση του Αιτητή, η οποία συνεκτιμάται συνολικά και όχι αποσπασματικά. Και η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μ.Κ., Πολ. Αίτηση Αρ. 155/2023, ημερ. 23.11.2023, διακρίνεται από την παρούσα καθότι εκεί δεν είχε αποκαλυφθεί η πηγή γνώσης των πληροφοριοδοτών και δεν φαινόταν να υπήρχε μαρτυρία που να δημιουργεί εύλογη υποψία ότι στην οικία και στον προαύλιο χώρο της αποκρύπτονταν ναρκωτικά.

        Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Κ.Μ., Πολ. Αίτηση Αρ. 64/2024, ημερ. 30.4.2024, στην οποία επίσης παρέπεμψε ο Αιτητής, γίνεται μια διαφωτιστική παραπομπή στη νομολογία αναφορικά με τη μαρτυρία που απαιτείται για στοιχειοθέτηση της εύλογης υπόνοιας. Οι διαπιστώσεις του Δικαστηρίου σε εκείνη την υπόθεση εφαρμόζονται και στην παρούσα. Και τούτο καθότι η Αστυνομία δεν επικαλέστηκε μια ανώνυμη πληροφορία περί εμπλοκής του Αιτητή σε κατοχή και διακίνηση ναρκωτικών, αλλά αναφέρθηκε σε συγκεκριμένο πληροφοριοδότη ο οποίος είχε ιδία γνώση των γεγονότων και επομένως η πληροφορία προερχόταν από συγκεκριμένο πληροφοριοδότη με συγκεκριμένο περιεχόμενο και συνέδεε τον Αιτητή και την οικία του με ελεγχόμενα φάρμακα. Αυτή η πληροφορία φαίνεται να συνήδε με τις κινήσεις και γενικά την όλη συμπεριφορά και δράση του Αιτητή όπως διαπιστώθηκε αργότερα από την Αστυνομία κατά τις παρακολουθήσεις της.

        Η παράλειψη της Αστυνομίας να ανακόψει τα πρόσωπα τα οποία κατ'  ισχυρισμόν είδε να ανταλλάσσουν κάτι «χέρι με χέρι» δεν εξαφανίζει, δίχως άλλο, την εύλογη υποψία περί πιθανότητας σύνδεσης του Αιτητή και της οικίας του με ναρκωτικά, ούτε και θέτει εκ προοιμίου τη συμπεριφορά της Αστυνομίας εν αμφιβόλω ως προς τα κίνητρα της. Όπως αναφέρεται στον όρκο, πρόκειται για διακριτικές παρακολουθήσεις τις οποίες χειρίζεται η Αστυνομία.

Στη βάση όλων των δεδομένων που τέθηκαν ενώπιον του, το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε μαρτυρία, τόσο από τον πληροφοριοδότη όσο και από τις παρακολουθήσεις, η οποία αποτέλεσε επαρκή βάση για τη δυνατότητα έκδοσης του υπό κρίση εντάλματος έρευνας.

Όπως αναφέρεται στον όρκο, το ένταλμα έρευνας ζητείτο για την ανεύρεση και παραλαβή ναρκωτικών και άλλων τεκμηρίων, συμπεριλαμβανομένων κινητών τηλεφώνων. Αποτελεί θέση του Αιτητή ότι από τον όρκο δεν προκύπτει μαρτυρία για τη σχετικότητα των αναζητούμενων τηλεφωνικών συσκευών με τα υπό διερεύνηση αδικήματα και επομένως δεν δικαιολογείτο η αναζήτηση αυτών.

Μέσα από το σύνολο της τεθείσας μαρτυρίας, γίνεται λόγος για σύντομες επισκέψεις κατά τις βραδινές μέχρι και τις πρωινές ώρες από διάφορα πρόσωπα στην οικία του Αιτητή, ο οποίος δεν έχει σταθερό ωράριο και επιστρέφει στην οικία αργά το βράδυ και ή τα ξημερώματα. Γίνεται επίσης λόγος για συναντήσεις του Αιτητή σε παρακείμενο στην οικία του χώρο με διάφορα πρόσωπα με τα οποία ανταλλάσσουν κάτι στο χέρι. Από τη στιγμή που το σύνολο της μαρτυρίας δημιουργούσε εύλογη σύνδεση του Αιτητή και της οικίας του με ναρκωτικά, εύλογα δημιουργείται και η υποψία ότι για την παράδοση ναρκωτικών και για τη διευθέτηση των πιο πάνω συναντήσεων, ενδεχομένως ο Αιτητής να χρησιμοποιεί το τηλέφωνο του. Επομένως, δικαιολογείτο η έκδοση του εντάλματος έρευνας και για τις τηλεφωνικές συσκευές του Αιτητή.

Το άρθρο 29(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, προνοεί ότι ένταλμα έρευνας δύναται να εκτελεστεί μεταξύ της πέμπτης πρωινής ώρας και της όγδοης νυκτερινής οποιασδήποτε μέρας. Παρέχει επίσης διακριτική εξουσία στον Δικαστή να εξουσιοδοτήσει την εκτέλεση του σε οποιαδήποτε ώρα.

Στην προκειμένη περίπτωση, το ένταλμα εξουσιοδοτεί την εκτέλεση του σε οποιαδήποτε ώρα και μέρα εντός του ενός μηνός ισχύος αυτού.

Ο λόγος για τον οποίο η εκτέλεση του εντάλματος αφέθηκε ανοικτή καθόλη τη διάρκεια του 24ώρου είναι προφανώς η αναφορά στον όρκο περί μη σταθερού ωραρίου του Αιτητή και περί της επιστροφής του στην οικία του αργά το βράδυ και ή τα ξημερώματα. Εξού και οι επισκέψεις στην οικία του Αιτητή γίνονταν κυρίως τις βραδινές μέχρι και τις πρωινές ώρες.

Το ζήτημα επαφίεται βάσει του Νόμου στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της αίτησης για την έκδοση του εντάλματος έρευνας. Δεν διαφαίνεται πως το Δικαστήριο έλαβε οτιδήποτε άλλο υπόψη εκτός από το ασταθές ωράριο και τις ακανόνιστες ώρες επιστροφής του Αιτητή στην οικία του. Αυτοί οι παράγοντες καθιστούν την εκτέλεση του εντάλματος στις προκαθορισμένες στον Νόμο ώρες δύσκολη, αν όχι αδύνατη. Εύκολα γίνεται αντιληπτό πως ο Νομοθέτης είχε υπόψη του ότι ενδεχομένως να εμφανίζονται ανάλογες περιπτώσεις, εξού και προέβλεψε και τη δυνατότητα διαφορετικής ρύθμισης κατ'  ενάσκηση της ευχέρειας του εκδίδοντος Δικαστή. Ως εκ τούτου, με βάση το σύνολο της τεθείσας μαρτυρίας, δεν έχει καταδειχθεί λόγος που να δημιουργεί συζητήσιμη υπόθεση επί τούτου.

Δεν διαφεύγει την προσοχή του παρόντος Δικαστηρίου η παραπομπή στην απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση του Ν.Π., Πολ. Αίτηση Αρ. 118/2023, ημερ. 26.9.2023, ECLI:CY:AD:2023:D298, την οποία επίσης επικαλέστηκε ο Αιτητής. Σε εκείνη την υπόθεση ο Γενικός Εισαγγελέας συγκατατέθηκε στην έκδοση του εντάλματος Certiorari  για την ακύρωση του εντάλματος έρευνας καθότι δεν υπήρχε επαρκής μαρτυρία που να δικαιολογούσε την έκδοση του. Το Δικαστήριο ακύρωσε το ένταλμα σε εκείνη τη βάση. Πρόσθεσε πως η μαρτυρία για τη συνήθεια του εκεί αιτητή ότι «κινείται σε ακαθόριστες ώρες επιστρέφοντας στην οικία του αργά το βράδυ» δεν δικαιολογούσε την άσκηση της εξουσίας του κατώτερου Δικαστηρίου να εξουσιοδοτήσει την εκτέλεση του εντάλματος οποιαδήποτε ώρα. Επεσήμανε πως πρόκειται για μια αναχρονιστική πρόνοια που θεσπίστηκε στη βάση των τότε κοινωνικών συνθηκών και που χρήζει τροποποίησης ώστε να καλύπτει άλλο ωράριο.

Στην προκειμένη περίπτωση, εκτός από τη μαρτυρία για τις ώρες επιστροφής του Αιτητή στην οικία του, διεφάνη και μέσα από τις παρακολουθήσεις ότι αυτός επέστρεφε στην οικία του κατά τις ώρες εκτός αυτών που καθορίζονται από τον Νόμο για την εκτέλεση του εντάλματος έρευνας, καθιστώντας έτσι αναγκαία την εξουσιοδότηση εκτέλεσης του οποιαδήποτε ώρα. Χρήσιμη αναφορά γίνεται στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Ανδρέα Αντωνίου (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 656, στην οποία στον όρκο αναφερόταν πως ο ύποπτος, εκεί αιτητής, κινείτο σε ακατάλληλες ώρες και επέστρεφε στην οικία του αργά το βράδυ και η αίτηση για την έκδοση εντάλματος Certiorari για την ακύρωση του εντάλματος έρευνας απερρίφθη.

Από τη στιγμή που υπήρχε μαρτυρία η οποία δικαιολογούσε την έκδοση του εντάλματος έρευνας, τότε δεν μπορεί να γίνεται λόγος για παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων του Αιτητή.

        Για όλους τους λόγους που αναλύονται ανωτέρω, κρίνεται πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να καταδείξει επαρκή λόγο για τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας.

        Η Αίτηση απορρίπτεται.

 

                                                                   Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο