ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ. E261/2015)

 

28 Δεκεμβρίου, 2023

                                                        

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π., ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΤΑΥΡΟΥ,

 

                                                              Eφεσείουσα/Ενάγουσα,

                                             

ΚΑΙ

 

ΧΡΙΣΤΟΣ ΗΛΙΑΔΗΣ,

 

                                            Εφεσίβλητος/Εναγόμενος.

 

____________________

 

Για την Εφεσείουσα:                          κα Μαριλένα Μηλιώτου για  Κούσιος, Κορφιώτης,

Παπαχαραλάμπους ΔΕΠΕ.

Για τον Εφεσίβλητο:                          Καμία εμφάνιση.

Για τις Γενικές Ασφάλειες Κύπρου:     κ. Σωκράτης Κόκκινος για

Χρυσαφίνης και Πολυβίου ΔΕΠΕ.

 

____________________

 

 

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από τη Σταματίου, Π.

­­­____________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.: Η εφεσείουσα προσβάλλει την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία απορρίφθηκε αίτησή της για (A) επαναφορά της αγωγής, (Β) ανανέωση του κλητηρίου εντάλματος και (Γ) υποκατάστατη επίδοση του κλητηρίου εντάλματος.

 

Η αγωγή καταχωρίστηκε στις 26.3.2013 και με αυτή αξιώνονταν γενικές και ειδικές αποζημιώσεις που υπέστη η εφεσείουσα, συνεπεία τροχαίου ατυχήματος, κατ΄ ισχυρισμό υπαιτιότητι του εφεσίβλητου.

 

Την ίδια ημέρα απεστάλη με συστημένη επιστολή πιστό αντίγραφο του κλητηρίου εντάλματος στην ασφαλιστική εταιρεία του εφεσίβλητου, σύμφωνα με το άρθρο 15 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης Έναντι Τρίτου) Νόμου του 2000, Ν.96(Ι)/2000. Στις 9.4.2013 η ασφαλιστική εταιρεία απέστειλε επιστολή προς τους δικηγόρους της εφεσείουσας εκδηλώνοντας την πρόθεσή της για συζήτηση της υπόθεσης με σκοπό την εξώδικη διευθέτησή της, προτού δοθούν οδηγίες στους δικηγόρους της για  καταχώρηση σημειώματος εμφάνισης εκ μέρους του εφεσίβλητου, ασφαλισμένου οδηγού. Στη συνέχεια, ανταλλάγηκαν επιστολές και έγιναν προφορικές συζητήσεις.

 

Το κλητήριο ένταλμα δεν επιδόθηκε στον εφεσίβλητο, κάτι που διαπιστώθηκε στις 6.8.2014, μετά από έρευνα από τους δικηγόρους της εφεσείουσας στο φάκελο του Δικαστηρίου. Το κλητήριο είχε δοθεί σε επιδότρια, η οποία δεν κατόρθωσε να το επιδώσει, καθότι ο εφεσίβλητος είχε εγκαταλείψει τη δοθείσα διεύθυνση. Σύμφωνα με την επιδότρια, αυτό είχε αναφερθεί στο δικηγορικό γραφείο της εφεσείουσας αλλά, για κάποιον άγνωστο  λόγο, δεν έλαβε γνώση η δικηγορική υπάλληλος και η δικηγόρος που χειριζόταν  την υπόθεση. Λόγω της επιστολής της ασφαλιστικής εταιρείας ημερομηνίας 9.4.2013 στην οποία γινόταν αναφορά σε καταχώρηση σημειώματος εμφάνισης, οι δικηγόροι της εφεσείουσας εξέλαβαν ότι η αγωγή είχε επιδοθεί κανονικά και δεν είχαν ερευνήσει το θέμα της επίδοσης.

 

Στις 8.8.2014 καταχωρίστηκε εκ μέρους της εφεσείουσας μονομερής αίτηση με την οποία ζητείτο η επαναφορά της αγωγής, η ανανέωση του κλητηρίου εντάλματος και υποκατάστατη επίδοσή του στην ενδιαφερόμενη ασφαλιστική εταιρεία.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έδωσε οδηγίες όπως η αίτηση επιδοθεί. Η εφεσείουσα επέδωσε την αίτηση στην προαναφερόμενη ασφαλιστική εταιρεία, η οποία εμφανίστηκε και καταχώρησε ένσταση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξέτασε τις θέσεις των δύο πλευρών, κατέληξε ως ακολούθως:

 

«(i)           Φαίνεται να έχει παρατηρηθεί περιφρονητική καθυστέρηση εκ μέρους της ενάγουσας στην παρούσα υπόθεση. Έχω υπόψη μου το ιστορικό της υπόθεσης όπως προκύπτει από το φάκελο και τα γεγονότα στην ένορκη δήλωση της αιτήτριας. Θεωρώ ότι έχει επιδειχθεί αδιαφορία σε σχέση με την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος αφού από τις 26.3.2013 ή ευθέως αργότερα που αναντίλεκτα δόθηκαν τα αντίγραφα του κλητηρίου εντάλματος στην επιδότη μέχρι τον Αύγουστο 2014 οι ενάγοντες δεν μερίμνησαν να ενδιαφερθούν για τη τύχη της επίδοσης. Το κατά πόσο οι συνήγοροι της ενάγουσας είχαν επικοινωνία με τη μη διάδικο ασφαλιστική εταιρεία είναι αδιάφορο για σκοπούς της παρούσας. Ούτε και θεωρώ εύλογη την υπόθεση της παραγράφου 5 της ένορκης δήλωσης της αιτήτριας ότι από την επιστολή της ασφαλιστικής εταιρείας ημερ. 9/4/13 συνάγεται κανονική επίδοση του κλητηρίου στον εναγόμενο. Θεωρώ πως η αρχή της τελεσιδικίας θα υφίστατο σοβαρό πλήγμα αν γινόταν δεκτό ότι παρόμοια λάθη ή παραλείψεις δικηγόρων αποτελούν συνάμα και δικαιολογητικό λόγο για επαναφορά.

(ii)         Όσον αφορά το αιτητικό (Β) ακόμη και αν η αιτήτρια είχε προβεί στο κατάλληλο δικονομικό διάβημα δηλαδή την επιδίωξη παράτασης του χρόνου για ανανέωση του κλητηρίου δεν θα ανανέωνα το κλητήριο ένταλμα αφού δεν έχει αναφερθεί με λεπτομέρεια τί προσπάθειες έγιναν για επίδοση του κλητηρίου (π.χ με ένορκη δήλωση του επιδότη).

    

Στο χρόνο που έχει παρέλθει έχει αφεθεί το κλητήριο ένταλμα να εκπνεύσει με το γνωστό αποτέλεσμα της απόρριψης της αγωγής. Θεωρώ συνεπώς πως τα πιο πάνω δεν συνάδουν και δεν αποτελούν εύλογες προσπάθειες επίδοσης της αγωγής στα πλαίσια της συνταγματικής επιταγής του άρθρου 30. Ούτε και έχει προβληθεί άλλος ικανοποιητικός λόγος.»

 

Η εφεσείουσα, με δύο λόγους έφεσης προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση, ισχυριζόμενη ότι αυτή είναι εσφαλμένη καθότι βασίζεται σε εσφαλμένη εκτίμηση των πραγμάτων, λήφθηκε υπό νομική πλάνη, εσφαλμένη καθοδήγηση και λανθασμένη άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου (1ος λόγος έφεσης). Προβάλλεται ακόμη το εύρημα του Δικαστηρίου πως είχε παρατηρηθεί περιφρονητική καθυστέρηση και πως το κατά πόσο οι δικηγόροι της εφεσείουσας είχαν επικοινωνία με την ασφαλιστική εταιρεία, ήταν αδιάφορο για σκοπούς της αίτησης (2ος λόγος έφεσης).

 

Οι δύο λόγοι έφεσης θα εξεταστούν μαζί λόγω της συνάφειας τους.

 

Σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.4 θ.1[1] των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας το κλητήριο ένταλμα παραμένει σε ισχύ για 12 μήνες. Κλητήριο ένταλμα που δεν έχει επιδοθεί μέσα στους 12 μήνες από της εκδόσεως του παύει να βρίσκεται σε ισχύ μόνο για τους σκοπούς επίδοσής του. Στη Σαββίδης κ.ά. ν. Σαζείδης & Υιός Λτδ κ.ά. (2014) 1(Β) ΑΑΔ 1248,  επαναλήφθηκαν οι αρχές που διέπουν την ανανέωση κλητηρίου εντάλματος τις οποίες παραθέτουμε:

 

«Σύμφωνα με τη Δ.4, Θ.1, κλητήριο ένταλμα ισχύει για σκοπούς επίδοσης για 12 μήνες. Ο ενάγων μπορεί, πριν από τη λήξη της 12μηνης ισχύς του, να αποταθεί στο δικαστήριο για ανανέωση του για άλλους έξι μήνες. Το δικαστήριο έχει εξουσία για ανανέωση του κλητηρίου αν ικανοποιηθεί ότι καταβλήθηκαν εύλογες προσπάθειες για επίδοση που δεν τελεσφόρησαν ή για άλλο ικανοποιητικό λόγο. Οι ίδιες αρχές εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής της αίτησης, άσχετα δηλαδή αν η αίτηση υποβλήθηκε πριν ή μετά την εκπνοή του κλητηρίου εντάλματος για σκοπούς επίδοσης (βλ. Nigerian Produce v. Sonora Shipping (1979 1 C.L.R. 395). Ως προς τη φύση των λόγων που δυνατό να θεωρηθούν ότι ικανοποιούν αυτή τη διάταξη, χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στην υπόθεση Battersby v. Anglo- American Oil Co. [1944] 2 All E.R. 391όπου στη σελ. 391 διαβάζουμε τα ακόλουθα:

 

«In every case care should be taken to see that the renewal will not prejudice any right of defence then existing, and in any case it should only be granted where the court is satisfied that good reasons appear to excuse the delay in service as, indeed, is laid down in the order. The best reason, of course, would be that the defendant has been avoiding service, or that his address is unknown, and there may well be others. But ordinarily it is not a good reason that the plaintiff desires to hold up the proceedings while some other case is tried, or to await some future development. It is for the court and not for one of the litigants to decide whether there should be a stay, and it is not right that people should be left in ignorance that proceedings have been taken against them if they are here to be served.»

 

Κλητήριο ένταλμα που δεν έχει επιδοθεί μέσα στους 12 μήνες από της εκδόσεως του παύει να βρίσκεται σε ισχύ μόνο για τους σκοπούς επίδοσής του. Δεν παύει όμως να είναι έγκυρο κλητήριο ένταλμα για όλους τους άλλους σκοπούς. Οι δε πρόνοιες της Δ.4 υπόκεινται σε επέκταση του χρόνου δυνάμει των προνοιών της Δ.57,Θ.2 (βλ. Stylianides v. Flair Fashion (1982) 1 C.L.R. 786). Αποφασίστηκε στην υπόθεση The Cyprus Potato Marketing Board v. Thetis Shipping Co. PTE Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 397, όπου η αίτηση για ανανέωση υποβλήθηκε μετά την εκπνοή της ισχύος του κλητηρίου εντάλματος, ότι η καταβολή λογικών προσπαθειών για την έγκαιρη επίδοση του κλητηρίου εντάλματος στον εναγόμενο, αν αποδειχθεί, συνιστά ικανοποιητικό λόγο για την ανανέωση του.».

 

 

Η κάθε υπόθεση κρίνεται στη βάση των δικών της ειδικών περιστάσεων.

 

Εν προκειμένω, στις 14.7.2014 καταχωρίστηκε στο φάκελο της υπόθεσης ειδοποίηση από τον Πρωτοκολλητή  ότι το κλητήριο ένταλμα εξέπνευσε στις 25.3.2014, «σύμφωνα με τη Δ.4 Καν.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και δεν έχει ανανεωθεί, ως εκ τούτου το κλητήριο ένταλμα παύει να είναι σε ισχύ για σκοπούς επίδοσης.». Η πλευρά της εφεσείουσας, κατά την κρίση μας, λανθασμένα εξέλαβε ότι η αγωγή είχε απορριφθεί και, ως εκ τούτου, ζήτησε και την επαναφορά της αγωγής. Αυτό ενδεχομένως  προκάλεσε σύγχυση στο Δικαστήριο, το οποίο διέταξε επίδοση της αίτησης και εξέτασε το συγκεκριμένο αίτημα, θεωρώντας ότι επρόκειτο για περίπτωση απόρριψης αγωγής λόγω έλλειψης προώθησής της, στη βάση της Δ.26 θ.14. Ενώπιόν μας, κατά τη συζήτηση της έφεσης, η ευπαίδευτη συνήγορος της εφεσείουσας (στο μεταξύ είχε γίνει αλλαγή δικηγόρου) αναγνώρισε ότι εσφαλμένα ζητήθηκε επαναφορά της αγωγής. Με δεδομένο ότι η αγωγή ουδέποτε απορρίφθηκε εναντίον του εφεσίβλητου, δεν ετίθετο ζήτημα επαναφοράς της και, εν κατακλείδι, η απόφαση να μην «επαναφερθεί» δεν είχε καμιά σημασία.

 

Το Δικαστήριο διέταξε επίδοση της αίτησης, χωρίς να αναφέρει σε ποιο πρόσωπο θα γινόταν η επίδοση. Η εφεσείουσα επέδωσε την αίτηση στην ασφαλιστική εταιρεία η οποία δεν ήταν διάδικος στη διαδικασία. Πρόκειται βέβαια για εσφαλμένη ενέργεια η οποία όμως δεν επηρεάζει καθ΄ οιονδήποτε τρόπο τα ζητήματα που παραμένουν προς εξέταση στην έφεση δηλαδή την απόφαση του πρωτόδικου  Δικαστηρίου να μην ανανεώσει το κλητήριο ένταλμα, κάτι για το οποίο δεν απαιτείται να γίνει επίδοση της αίτησης. Εν πάση περιπτώσει, το πραγματικό υπόβαθρο επί του οποίου στηρίχθηκε η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν αυτό που επικαλέστηκε η πλευρά της εφεσείουσας.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αναφέρθηκε στην αιτούμενη ανανέωση του κλητηρίου εντάλματος, ως προκύπτει από το απόσπασμα της απόφασης που έχουμε παραθέσει πιο πάνω. Από την ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση προκύπτει ότι δεν έγινε οποιαδήποτε προσπάθεια για επίδοση του κλητηρίου στον εφεσίβλητο, εκτός από το να δοθεί το κλητήριο για επίδοση, χωρίς να υπάρξει παρακολούθηση της πορείας επίδοσης. Η επιστολή της ασφαλιστικής εταιρείας, με την οποία πληροφορούσε τους δικηγόρους για συζήτηση της υπόθεσης, προτού δοθεί στους δικηγόρους της για καταχώριση σημειώματος εμφάνισης ή ακόμα και το γεγονός ότι η ασφαλιστική εταιρεία συζητούσε την υπόθεση με τους δικηγόρους της εφεσείουσας, δεν δικαιολογούσε την θεώρηση από πλευράς των δικηγόρων της εφεσείουσας ότι είχε επιδοθεί η αγωγή στον εφεσίβλητο. Παρενθετικά αναφέρεται ότι δεν επρόκειτο για περίπτωση όπου η αγωγή στρεφόταν εναντίον της ασφαλιστικής εταιρείας, δυνάμει των προνοιών του άρθρου 16Α του Ν.96(Ι)/2000, τις οποίες επικαλέστηκε η πλευρά της εφεσείουσας για να δικαιολογήσει το αίτημά της για υποκατάστατη επίδοση στην ασφαλιστική εταιρεία.

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου για ανανέωση του κλητηρίου εντάλματος, ακόμη και σε περίπτωση που το αίτημα υποβάλλεται εντός των δώδεκα μηνών από την καταχώρησή του, ασκείται με φειδώ. Αποτελεί ευθύνη του ενάγοντα να επιδώσει το κλητήριο ένταλμα έγκαιρα και για να επιτύχει ανανέωση του κλητηρίου θα πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχουν καλοί λόγοι που δεν επέτρεψαν την έγκαιρη επίδοση. Στην παρούσα περίπτωση, πέραν της αναφοράς ότι το κλητήριο δόθηκε για επίδοση σε συγκεκριμένο επιδότη όταν καταχωρίστηκε η αγωγή, ουδεμία άλλη ενέργεια έγινε για να διαπιστωθεί ότι η επίδοση επιτεύχθηκε. Το γεγονός ότι απεστάλη το κλητήριο στην ασφαλιστική εταιρεία δυνάμει του άρθρου 15 του Ν.96(Ι)/2000, συνιστά ενέργεια που έπρεπε να γίνει για να μπορεί η εφεσείουσα να εκτελέσει εναντίον της ασφαλιστικής εταιρείας τυχόν απόφαση που ήθελε εκδοθεί προς όφελός της. Το άρθρο 16Α του Ν.96(Ι)/2000, έδιδε τη δυνατότητα στην εφεσείουσα να εγείρει αγωγή εναντίον της ασφαλιστικής εταιρείας, κάτι που δεν έπραξε.  Ούτε έπραξε οτιδήποτε από την καταχώριση της αγωγής προς την κατεύθυνση της επίδοσής της στον εναγόμενο πέραν από το να παραδώσει σε επιδότη το κλητήριο ένταλμα για επίδοση. Οι επιστολές που ανταλλάγησαν με την ασφαλιστική εταιρεία δεν δικαιολογούσαν την αδράνεια που επέδειξε η εφεσείουσα όλο αυτό το χρονικό διάστημα.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται. Υπό το φως των ιδιαίτερων περιστατικών της υπόθεσης, δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

 

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

 

/ΧΤΘ

 



[1] No writ of summons shall be in force for more than 12 months from the day of its issue including that day; but if any defendant named in it has not been served, the plaintiff may, before the 12 months expire, apply for an order to renew the writ; and the Court, if satisfied that reasonable efforts have been made to serve such defendant, or for other good reasons, may order that the writ be renewed for six months from the date of such renewal inclusive, and so from time to time during the currency of the renewed writ. And the writ shall in such case be marked in red ink by the registrar with the words " Renewed by order dated the  day of , 19  ", or words to the like effect; and a writ so renewed shall remain in force and be available to prevent the operation of any law whereby the time for the commencement of the action may be limited, and for all other purposes, from the date of the issuing of the original writ of summons.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο