ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 156/2023)
12 Δεκεμβρίου, 2023
[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Ν.Π. ΜΕ Α.Δ.Τ. [ ] ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 04/10/23, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 752 Ε. ΘΕΟΦΙΛΟΥ, ΓΙΑ ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 155, ΑΡΘΡΑ 18 ΚΑΙ 19.
Αλ. Κληρίδης, για Φοίβος Χρ. Κληρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με το ένταλμα σύλληψης ημερ. 4.10.2023 το οποίο εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εναντίον του.
Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται η Αίτηση είναι ότι δεν υπήρχε αναγκαιότητα έκδοσης του εντάλματος, ότι αυτό εκδόθηκε συνεπεία κατάχρησης της διαδικασίας λόγω της απουσίας αναγκαιότητας και αναλογικότητας και για σκοπό που δεν δικαιολογούσε την έκδοση του, καθώς επίσης ότι αυτό εκδόθηκε κατά παράβαση συνταγματικών προνοιών και θεμελιωδών δικαιωμάτων του Αιτητή.
Στην Έκθεση και στην ένορκη δήλωση του Αιτητή οι οποίες συνοδεύουν την Αίτηση, αναφέρεται ότι στις 10.10.2023 ο Αιτητής έλαβε τηλεφωνική κλήση από την Τροχαία Λεμεσού κατά την οποία ενημερώθηκε πως είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης εναντίον του για διερεύνηση κατ' ισχυρισμό διάπραξης ποινικών αδικημάτων. Σύμφωνα με τον Αιτητή, μόλις έλαβε την πληροφορία, αμέσως μετέβη στην Τροχαία Λεμεσού όπου και εκτελέστηκε το ένταλμα και τότε πληροφορήθηκε ότι η Τροχαία διερευνούσε τροχαία αδικήματα εναντίον του για τα οποία ο ίδιος δεν γνώριζε οτιδήποτε. Κατόπιν αιτήματος των δικηγόρων του, αυτοί έλαβαν αντίγραφο του εντάλματος και του όρκου που το συνόδευε την 1.11.2023.
Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι το ένταλμα εκδόθηκε κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας και ότι ο λόγος έκδοσης του, ήτοι η διευκόλυνση των αστυνομικών εξετάσεων, δεν αποτελεί βάσιμη δικαιολογία για τη σύλληψη του. Σύμφωνα με τον Αιτητή, δεν προβλήθηκε ισχυρισμός πως το ανακριτικό έργο κινδύνευε να επηρεαστεί με οποιονδήποτε τρόπο, είτε με τον επηρεασμό μαρτύρων είτε με την καταστροφή τεκμηρίων, και πως αυτός δεν ήταν διατεθειμένος να παρουσιαστεί στον ανακριτή οικειοθελώς. Εν πάση περιπτώσει, ο Αιτητής αρνείται κατηγορηματικά ότι δεν ανταποκρίθηκε στην κλήση της Τροχαίας στις 2.10.2023. Ισχυρίζεται πως η Αστυνομία δεν προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια για τον εντοπισμό του από τις 3.10.2023 και δεν εξέτασε εναλλακτικό μέτρο προς τούτο πριν αποταθεί για την έκδοση εντάλματος σύλληψης, ιδιαίτερα εφόσον θα μπορούσε να τον κατηγορήσει χωρίς την ανάγκη λήψης κατάθεσης από αυτόν. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι κατά την τηλεφωνική τους επικοινωνία, ενημέρωσε πως θα μιλούσε πρώτα με τον δικηγόρο του, όπως και έγινε, και στη συνέχεια μετέβη μόνος στον Σταθμό όπου και συνελήφθη. Αποτελεί ισχυρισμό του Αιτητή ότι η έκδοση του εντάλματος έγινε καθαρά για εκφοβισμό του και ότι η εκτέλεση του ήταν δυσανάλογη αφού τον ανάγκασαν να αφαιρέσει όλα τα ρούχα του για σκοπούς σωματικής έρευνας.
Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι το ένταλμα εκδόθηκε κατά παράβαση του Άρθρου 11 του Συντάγματος, του Άρθρου 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Άρθρου 6 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τέλος, ισχυρίζεται ότι αυτό εκδόθηκε και κατά παράβαση του Άρθρου 11 του Συντάγματος καθότι το Δικαστήριο που εξέδωσε το ένταλμα παρέλειψε να ζητήσει περαιτέρω λεπτομέρειες.
Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Πέτρου Ευδόκα (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 3018 περιέχει το ακόλουθο διαφωτιστικό απόσπασμα:
«Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696).
Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464).
Στην πρόσφατη υπόθεση, Στυλιανού (2015) 1 Α.Α.Δ. 1382, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
"Είχαμε σχετικά πρόσφατα επισημάνει στην Πολιτική Έφεση Αρ. 20/2014, Στέλιος Στυλιανίδης, 17.3.2015, με παραπομπή στην Μαρκιτανής v. Μουζούρη (2000) 1 Α.Α.Δ. 923, τις περιπτώσεις που δικαιολογείται επέμβαση του Εφετείου τις οποίες και κρίνεται αναγκαίο να επαναλάβουμε, ως εκ της αυξητικής τάσης που παρατηρείται στην καταχώριση αιτήσεων και εφέσεων αναλόγως, για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων:
«HOLDCO άδεια για καταχώρηση αίτησης χορηγείται κατά διακριτική ευχέρεια (βλ. και The Supreme Court Practice 1999, σελ. 908). Εφόσο πρόκειται για απόφαση που απορρέει από άσκηση διακριτικής ευχέρειας επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται:
(α) Όπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες.
(β) Όπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο (Αρέστη v. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988, 989, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 A.A.Δ. 710).
(γ) Όπου υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Νεάρχου v. Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 954, Donald Campbell & Co. Ltd v. Pollak [1927] A.C. 732, Evans v. Bartlam [1937] A.C. 473, Young v. Thomas [1892] 2 Ch. 234 και Egerton v. Jones [1939] 3 All E.R. 892)."»
Το Certiorari δεν στοχεύει στην αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατωτέρου Δικαστηρίου, ούτε σκοπεύει στην αντικατάσταση της διακριτικής του εξουσίας και του τρόπου ενέργειας δυνάμει αυτής, ούτε και θα πρέπει να επιδιώκει την επανακρόαση του ζητήματος που ηγέρθη (βλ. R. v. Nortumberland Compensation Appeal Tribunal - ex parte Shaw [1952] 1 K.B. 338).
Με βάση τα όσα τέθηκαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, προκύπτει πως στις 4.10.2023 εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης του Αιτητή στη βάση όρκου στον οποίο αναφερόταν ότι στις 2.10.2023, κατά τη διάρκεια μηχανοκίνητης περιπολίας, ο Αιτητής θεάθηκε από μέλη της Τροχαίας Λεμεσού να οδηγεί μοτοσικλέτα χωρίς πινακίδες εγγραφής και κράνος ασφαλείας. Του έγινε σήμα να σταματήσει και αυτός άρχισε να οδηγεί επικίνδυνα σε διάφορες οδούς στην περιοχή για να διαφύγει τον έλεγχο με τρόπο που έθετε τους πεζούς και τους οδηγούς σε κίνδυνο. Ο Αιτητής κλήθηκε τηλεφωνικώς να προσέλθει στην Τροχαία Λεμεσού για να ανακριθεί, χωρίς να το πράξει. Αναζητήθηκε στην οικία του αλλά δεν εντοπίστηκε εκεί. Στις 3.10.2023 ο Αιτητής θεάθηκε και πάλι να οδηγεί τη μοτοσικλέτα χωρίς πινακίδες εγγραφής και κράνος ασφαλείας και σε σήμα Αστυνομικού να σταματήσει, αυτός ανέπτυξε ιλιγγιώδη ταχύτητα και, οδηγώντας επικίνδυνα, κατάφερε να διαφύγει. Ο Αιτητής αναγνωρίστηκε και τις δύο φορές καθότι είχε απασχολήσει παλαιότερα την Αστυνομία. Γι' αυτό ζητείτο η έκδοση εντάλματος σύλληψης του Αιτητή «προς διευκόλυνση των αστυνομικών εξετάσεων».
Όπως αναφέρεται στο ένταλμα, αυτό εκδόθηκε στη βάση της ύπαρξης μαρτυρίας η οποία δημιουργεί εύλογες υποψίες ότι ο Αιτητής ενέχεται στα αδικήματα της μη συμμόρφωσης σε σήμα Αστυνομικού, αλόγιστης και επικίνδυνης οδήγησης, καθώς και οδήγησης χωρίς κράνος ασφαλείας και χωρίς πινακίδες εγγραφής.
Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Κυριάκου v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολ. Έφ. Αρ. 355/2019, ημερ. 16.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:A257, για να εκδοθεί ένα ένταλμα σύλληψης, αφού το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη υποψία πως το πρόσωπο εναντίον του οποίου στρέφεται το ένταλμα διέπραξε αδίκημα, θα πρέπει να θεωρήσει τη σύλληψη του υπόπτου εύλογα αναγκαία. Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Shahak Avni, Πολ. Αίτηση αρ. 104/2000, ημερ. 1.12.2020, περιέχεται ένα διαφωτιστικό απόσπασμα αναφορικά με την αναγκαιότητα της έκδοσης εντάλματος σύλληψης:
«Υπό αυτή την έννοια τίθεται στο προσκήνιο η έτερη προϋπόθεση, αυτή της αναγκαιότητας της έκδοσης του εντάλματος σύλληψης και ή κράτησης, σε συνάρτηση με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Στην Κυπριανού 2013 1 ΑΑΔ 17 λέχθηκαν από τον Χ΄Χαμπή, Δ. (όπως ήταν τότε τα εξής):
Ο δικαστής δεν ενεργεί μηχανικά σε τέτοιες περιπτώσεις αλλά πρέπει να λαμβάνει υπ' όψη του τις συνέπειες του εντάλματος σύλληψης και να ικανοποιείται απόλυτα ότι υπάρχει τόσο η εύλογη υπόνοια όσο και η αναγκαιότητα για τη σύλληψη. Έχει σε σωρεία υποθέσεων υποδειχθεί η σημασία των αρχών αυτών και δεν πρέπει να υποτιμάται ακόμα και στην ελάχιστη των υποθέσεων».»
Όταν εγείρεται ζήτημα αναγκαιότητας, υπεισέρχεται και η αρχή της αναλογικότητας η οποία εξετάζεται με βάση τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διερευνώνται, τη φύση τους και τις συνθήκες που τα περιβάλλουν.
Για σκοπούς της παρούσας Αίτησης, λαμβάνω υπόψη τη φύση των αδικημάτων τα οποία διερευνούσε η Αστυνομία, τις ημερομηνίες της φερόμενης διάπραξης αυτών και την άρνηση του Αιτητή ότι έλαβε τηλεφώνημα από την Τροχαία στις 2.10.2023 και δεν εμφανίστηκε στον Σταθμό οικειοθελώς. Λαμβάνω επίσης υπόψη την ημερομηνία έκδοσης του εντάλματος σύλληψης σε συνάρτηση με τον χρόνο εκτέλεσης του, ήτοι έξι μέρες αργότερα, η οποία έγινε κατόπιν της ειδοποίησης του Αιτητή και της οικειοθελούς μετάβασης του στον Σταθμό, και τον σκοπό για τον οποίο ζητήθηκε το ένταλμα.
Με βάση την ενώπιον μου τεθείσα μαρτυρία, διαφαίνεται πως η Αστυνομία παρουσίασε μαρτυρία η οποία δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ως προς την τηλεφωνική κλήση στις 2.10.2023 και την άρνηση του Αιτητή να παρουσιαστεί, πως αφότου η Αστυνομία εξασφάλισε το ένταλμα δεν προχώρησε άμεσα στην εκτέλεση του και πως αυτό εκτελέστηκε με την οικειοθελή αυθημερόν μετάβαση του Αιτητή στον Σταθμό, αφότου ο Αιτητής ενημερώθηκε για το ένταλμα τηλεφωνικώς και του ζητήθηκε να μεταβεί στον Σταθμό.
Ως εκ τούτου, και χωρίς να υπεισέρχομαι σε εξέταση της ουσίας (βλ. In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250), ικανοποιούμαι ότι ο Αιτητής έχει αποκαλύψει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση στη βάση όλων των λόγων στους οποίους στηρίζεται η Αίτηση, πλην του μέρους του τέταρτου λόγου που αφορά στην παράλειψη του Δικαστηρίου που εξέδωσε το ένταλμα να ζητήσει περισσότερες λεπτομέρειες για όλες τις παραβιάσεις του Άρθρου 11 του Συντάγματος. Το Δικαστήριο είχε εξουσία και ευχέρεια να ικανοποιηθεί ή όχι, στη βάση της προσαχθείσας μαρτυρίας, και να εκδώσει ή μη το αιτούμενο ένταλμα σύλληψης. Προφανώς και έκρινε ότι αυτή η μαρτυρία ήταν ικανή να δικαιολογήσει την έκδοση του εντάλματος σύλληψης, χωρίς να τίθετο ζήτημα περισσότερων λεπτομερειών.
Ως εκ τούτου παρέχεται άδεια στον Αιτητή να καταχωρίσει δια κλήσεως αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari περιοριζόμενη στους λόγους που προσδιορίζονται ανωτέρω. Η αίτηση να καταχωριστεί σε επτά μέρες και να επιδοθεί στον Γενικό Εισαγγελέα τουλάχιστον τρεις μέρες πριν τη δικάσιμο. Εφόσον καταχωριστεί, η Πρωτοκολλητής να την ορίσει στις 8.1.2024 στις 08:30 για οδηγίες.
Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.
/κβπ