ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. Ε22/2017)
27 Οκτωβρίου, 2023
[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]
POLYTROPO ADVERTISING LTD,
Εφεσείουσα/Ενάγουσα
ν.
VELOS ADVERTISING LTD,
Εφεσίβλητης/Εναγομένης
_________________________
Μ. Χατζηδάκης για Ανδρέας Γ. Δανός & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσείουσα.
Α. Δαμιανού για Α. Καριτζής & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη.
_________________________
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Ιωαννίδη, Δ.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την υπό εκδίκαση έφεση, προσβάλλεται ως εσφαλμένη η απόφαση ημερ. 27.1.2017, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία παραμερίστηκε η απόφαση ημερ. 29.5.2014, για χρηματικό ποσό, που εξεδόθη προς όφελος της εφεσείουσας και εναντίον της εφεσίβλητης λόγω παράλειψης της τελευταίας να εμφανιστεί στη διαδικασία. Η δικογραφημένη απαίτηση της εφεσείουσας, για την οποία εξεδόθη δικαστική απόφαση, αφορούσε σε παρασχεθείσες εκ μέρους της υπηρεσίες «κατά την περίοδο 01.01.1998 έως και κατά ή περί την 30.04.2012», για λογαριασμό της εφεσίβλητης.
Η εφεσίβλητη είχε καταχωρίσει στις 3.12.2015 αίτηση για παραμερισμό της εκδοθείσας απόφασης, η οποία βασιζόταν επί της Δ.17 θ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Αυτή υποστηριζόταν από Ένορκες Δηλώσεις του Διευθυντή και Γραμματέα αυτής, και από Ένορκη Δήλωση της μητέρας του. Η εφεσείουσα εταιρεία καταχώρισε ένσταση προβάλλοντας αρκετούς λόγους, ανάμεσα σε αυτούς, πως η αίτηση καταχωρίστηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση, η οποία ισοδυναμούσε με περιφρόνηση της δικαστικής διαδικασίας, και πως μοναδικός σκοπός της εφεσίβλητης εταιρείας ήταν η αποφυγή πληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους της. Η ένσταση υποστηριζόταν από Ένορκη Δήλωση της υπεύθυνης του λογιστηρίου της εφεσείουσας. Ήταν η θέση της, πως η εφεσίβλητη όχι μόνο επέδειξε «ασύγγνωστον καθυστέρησιν», αλλά ούτε και εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση απεκάλυψε.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέπεμψε στην πλούσια νομολογία σε σχέση με τις αρχές που αυτή έχει καθιερώσει για τον παραμερισμό μίας δικαστικής απόφασης που εξεδόθη κανονικά και νομότυπα, λόγω παράλειψης του εναγομένου να καταχωρίσει σημείωμα εμφάνισης. Δεν χρειάζεται να την παραθέσουμε και εμείς. Ορθά σημείωσε πως αυτό που εξετάζεται είναι κατά πόσο ένας αιτητής έχει αποκαλύψει εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση, ενώ εξετάζονται επίσης, τόσο οι λόγοι της μη εμφάνισής του, όσο και η εν γένει συμπεριφορά του.
Στη Βίκα Πίκα Ντίσκο κ.ά. ν. Χάπυ Στρήτς Ντίσκο Λτδ (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 28, στην οποία παρέπεμψε το πρωτόδικο Δικαστήριο, λέχθηκε πως άκαμπτοι κανόνες δεν υπάρχουν και πως το βασικό κριτήριο είναι κατά πόσο ένας εναγόμενος έχει ικανοποιήσει το Δικαστήριο πως έχει εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση, και πως όλα τα άλλα, όπως π.χ., η επιμέλεια την οποία επέδειξε και η ταχύτητα με την οποία έδρασε μετά την έκδοση της απόφασης, είναι μεν στοιχεία που μετρούν στην κρίση του Δικαστηρίου, δεν αναιρούν όμως το πιο ουσιώδες, που είναι η ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης. Στη Λαϊκή Κυπρ. Τράπ. (Χρημ.) Λτδ ν. Ιακώβου κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 457, η εκδοθείσα στην απουσία των εναγομένων απόφαση, δεν παραμερίστηκε αφού εκεί η εν γένει συμπεριφορά των τελευταίων κρίθηκε, για λόγους που καταγράφονται, αδικαιολόγητη και κατακριτέα.
Eν κατακλείδι, αυτό που πρέπει να επαναλάβουμε, είναι ότι τα Δικαστήρια έχουν ευρεία διακριτική εξουσία, η οποία ασκείται αφού εξισορροπηθούν αρκετοί παράγοντες. Η αποκάλυψη εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης δεν είναι πάντα καθοριστικός παράγων για τον παραμερισμό μίας δικαστικής απόφασης, αφού είναι δυνατόν οι λόγοι της παράλειψης σε δικαστική διαδικασία, όταν αυτοί ανάγονται σε περιφρονητική συμπεριφορά, και η ανεξήγητη καθυστέρηση στην καταχώριση αίτησης παραμερισμού, να ασκήσουν έντονα αρνητική επίδραση κατά του διαδίκου που επιδιώκει τον παραμερισμό. (Μine & Quarry Serv. Ltd v. Γεωργίου (1993) 1 Α.Α.Δ. 26).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι η επίδοση της αγωγής στην εφεσίβλητη εταιρεία, ήταν καλή. Να υπενθυμίσουμε πως η καλή επίδοση συνδέεται με τη δυνατότητα του ενδιαφερομένου να γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους εγκαλείται στο Δικαστήριο. Πρόκειται για θεμελιώδες ατομικό δικαίωμα (Ιερά Μητρόπολη Λεμεσού ν. Chr. P. Michaelides (Estates) Ltd (2002) 1(A) A.A.Δ. 43, στην οποία παρέπεμψε το πρωτόδικο Δικαστήριο). Όταν η επίδοση δεν είναι καλή, δεν τίθεται θέμα άσκησης διακριτικής ευχέρειας και η εκδοθείσα απόφαση είναι ακυρωτέα «ex debito justitiae» (Γιωργαλλίδης ν. Χρίστου (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 247 και Ηλία Μανώλη ν. Ελληνικής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ, Πολ. Έφεση 413/2011, ημερ. 3.2.2017, ECLI:CY:AD:2017:A37).
Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η επίδοση της αγωγής ήταν καλή, δεν προσβάλλεται και συνεπώς δεν καλούμαστε να αποφασίσουμε κατά πόσο η απόφαση θα έπρεπε να είχε παραμεριστεί «ex debito justitiae». Πρέπει όμως να πούμε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε, παρόλο που βρήκε πως η επίδοση ήταν καλή, ότι «οι λόγοι που προβάλλονται στις ένορκες δηλώσεις για το ότι οι εναγόμενοι δεν έλαβαν γνώση της αγωγής, είναι, κρίνω, εύλογοι».
Ούτε το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι η εφεσίβλητη είχε αποκαλύψει εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση, προσβάλλεται. Να πούμε εδώ πως η εφεσίβλητη αρνείται οποιαδήποτε συμβατική σχέση με την εφεσείουσα εταιρεία, και κατ΄ επέκταση οποιαδήποτε οφειλή σε αυτή. Εις επίρρωση της θέσης της λέγει, ανάμεσα σε άλλα, πως αυτή συνεστήθη στις 10.12.2012, ενώ η αξίωση της εφεσείουσας αφορούσε σε κατ΄ ισχυρισμόν παρασχεθείσες υπηρεσίες από το 1998.
Όσον αφορά στους λόγους της μη εμφάνισης της εφεσίβλητης στην αγωγή, και στην εν γένει συμπεριφορά αυτής, το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε πως δόθηκαν ικανοποιητικοί λόγοι για τη μη εμφάνιση της και πως τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιόν του, δεν απεκάλυπταν αδιαφορία ή περιφρονητική συμπεριφορά. Ουσιαστικά είναι αυτήν την προσέγγιση που η εφεσείουσα θεωρεί εσφαλμένη.
Η αγωγή επεδόθη στη γιαγιά του Διευθυντή της εφεσίβλητης, στο εγγεγραμμένο γραφείο της εφεσίβλητης, η οποία όμως δεν ήταν εξουσιοδοτημένη υπάλληλός της, ως εσφαλμένα είχε καταγραφεί στην ένορκη δήλωση επίδοσης. Το κλητήριο ένταλμα έγινε αντιληπτό από τη μητέρα του Διευθυντή, η οποία το εξέλαβε ως έγγραφο που αφορούσε σε άλλη εταιρεία και συγκεκριμένα στην υπό εκκαθάριση εταιρεία VELOS ADVERTISING & DESIGN, η οποία στη συνέχεια μετονομάστηκε σε VELOS BRANDING & DESIGN LTD. Συνεπεία της πιο πάνω πλάνης, η μητέρα του Διευθυντή απέστειλε με ταχυδρομείο το κλητήριο ένταλμα στον εκκαθαριστή της εταιρείας, κ. Κρις Ιακωβίδη, καθώς και στον κ. Νίκο Νικολάου (Insolvency Manager). Η εφεσίβλητη έλαβε γνώση για πρώτη φορά της δικαστικής απόφασης στις 16.9.2015, όταν επεδόθη κλήση στον Διευθυντή αυτής, για να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου στις 22.9.2015 και εξεταστεί σε σχέση με την ικανότητά της να εξοφλήσει το εξ αποφάσεως χρέος της με τη διαδικασία των μηνιαίων δόσεων. Τότε είναι που προέβη, μέσω του Διευθυντή της, σε σχετικές ενέργειες, οι οποίες της πήραν κάποιο χρόνο, για να διαπιστώσει τι ακριβώς είχε συμβεί. Η αίτηση για παραμερισμό καταχωρίστηκε στις 3.12.2015.
Ως ελέχθη, η εξουσία των Δικαστηρίων όταν επιλαμβάνονται αιτήσεων που αφορούν σε παραμερισμό αποφάσεων, οι οποίες έχουν εκδοθεί κανονικά και νομότυπα, έχει διακριτικό χαρακτήρα. Καταλήγουμε πως, στο πλαίσιο των πιο πάνω στοιχείων που είχαν τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ήταν επιτρεπτό γι΄ αυτό να καταλήξει ότι η εφεσίβλητη είχε δώσει ικανοποιητικό λόγο για τη μη εμφάνισή της στην αγωγή και ότι η συμπεριφορά της δεν απεκάλυπτε αδιαφορία ή περιφρόνηση της δικαστικής διαδικασίας. Δεν δικαιολογείται η παρέμβασή μας στον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου (Λευκίδου ν. Κανναουρίδη (1999) 1 Α.Α.Δ. 528). Οι λόγοι έφεσης 1-3 κρίνονται αβάσιμοι και απορρίπτονται.
Με τον τέταρτο και τελευταίο λόγο έφεσης, η εφεσείουσα παραπονείται για το γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο την καταδίκασε, χωρίς να παραθέσει τους λόγους, στα έξοδα της αίτησης. Ο συγκεκριμένος λόγος έφεσης είναι βάσιμος. Πράγματι, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν κατέγραψε τους λόγους για τους οποίους την είχε καταδικάσει στα έξοδα της αίτησης, όταν μάλιστα βρήκε πως η επίδοση της αγωγής ήταν καλή.
Το μέρος αυτό της απόφασης θα πρέπει να παραμεριστεί και παραμερίζεται. Τα έξοδα της αίτησης παραμερισμού, επιδικάζονται προς όφελος της εφεσείουσας και εναντίον της εφεσίβλητης, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και εγκριθούν από το οικείο Δικαστήριο.
Εν κατακλείδι, η έφεση επιτυγχάνει μόνο σε σχέση με τη διαταγή του πρωτόδικου Δικαστηρίου για τα έξοδα της αίτησης. Όσον αφορά στα έξοδα της έφεσης, θεωρούμε ορθό και δίκαιο, υπό το φως των πιο πάνω, όπως μην εκδώσουμε και δεν εκδίδουμε διαταγή.
Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.
/ΣΓεωργίου