ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 124/2023)
(I-justice)
19 Οκτωβρίου, 2023
[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ Μ.Σ. Δ.Τ.:[ ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 28ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2023 ΚΑΙ ΩΡΑ 18:48, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 1965 Κ. ΧΑΤΖΗΣΩΤΗΡΙΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 155, ΑΡΘΡΑ 27, 28 ΚΑΙ 29 ΚΑΙ ΝΟΜΟ 29/77 ΑΡΘΡΟ 29(3)
Δημήτρης Τσολακίδης για Δημήτρης Τσολακίδης ΔΕΠΕ, για την Αιτήτρια.
____________________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δοθείσα Αυθημερόν)
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Κατόπιν αιτήματος της Αστυνομίας υποστηριζόμενης από Ένορκη Δήλωση του Αστ. 1965 Κ. Χατζησωτηρίου της ΥΚΑΝ Λεμεσού, Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού εξέδωσε Ένταλμα Έρευνας της οικίας, των υποστατικών και οχημάτων της Αιτήτριας επί τη βάσει εύλογης υποψίας ότι αυτά παράνομα χρησιμοποιούνται για τη φύλαξη, χρήση και διακίνηση ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α΄ και Β΄.
Το ουσιώδες μέρος από την εν λόγω Ένορκη Δήλωση του Αστυνομικού που τέθηκε ενώπιον του Δικαστή για σκοπούς εξασφάλισης του υπό κρίση Εντάλματος Έρευνας, είχε ως εξής:
«Πληροφορία που δόθηκε στην ΥΚΑΝ στις 09/08/2023, αναφέρει ότι η Σ. έχει στην κατοχή της και διακινεί ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α' και Β'. Συγκεκριμένα η πληροφορία αναφέρει ότι η Σ. έχει στην κατοχή της ναρκωτικές ουσίες τις οποίες και προμηθεύει σε άλλα πρόσωπα τα οποία την επισκέπτονται στην οικία όπου διαμένει στις πιο πάνω οδούς. Η Σ. σύμφωνα με την πληροφορία, φαίνεται να έχει αναλάβει τις παράνομες δραστηριότητες του συμβίου της Π.Π., Δ.Τ.: [ ], ο οποίος εκτίει ποινή φυλάκισης για υπόθεση ναρκωτικών. Από εξετάσεις και παρακολουθήσεις που διενεργήθηκαν από μέλη της ΥΚΑΝ, στην πιο πάνω αναφερόμενη οικία, παρατηρήθηκαν ύποπτες κινήσεις, με την Σ. να κινείται σε ακατάλληλες ώρες και να επιστρέφει στην οικία της αργά το βράδυ.................................
... ............Επίσης διαπιστώθηκε ότι την Σ. την επισκέπτονται στην οικία της πρόσωπα τα οποία δεν είναι ένοικοι της οικίας, για λίγο χρονικό διάστημα και αναχωρούν. Ως εκ τούτου παρακαλώ όπως το ένταλμα παραμείνει ανοιχτό για εκτέλεση οποιαδήποτε ημέρα και ώρα. Η πιο πάνω πληροφορία, δόθηκε από πρόσωπο το οποίο συνεργάστηκε ξανά με την Αστυνομία με θετικά αποτελέσματα. Η πληροφορία αξιολογήθηκε θετικά και είναι δεόντως καταχωρημένη στα μητρώα της Αστυνομίας.»
Με την παρούσα Αίτηση η Αιτήτρια ζητά άδεια για να καταχωρίσει Αίτηση για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari προς ακύρωση του εκδοθέντος Εντάλματος Έρευνας, ημερ. 28/8/2023.
Η Αίτηση συνοδεύεται από Έκθεση και από Ένορκη Δήλωση της Αιτήτριας.
Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται το αίτημα εξειδικεύονται στην Έκθεση, και θα μπορούσαν να συνοψιστούν, ως ακολούθως:
1) Επάρκεια Όρκου. Μελέτη του ΄Ορκου καταδεικνύει ότι η Αστυνομία βασίζεται σε πληροφορία η οποία παρουσιάζει μόνο συμπεράσματα και καταλήξεις, χωρίς αναφορά ως προς τις λεπτομέρειες της πηγής της πληροφορίας, για την οποία ως τέτοια, πληροφορία, το Επαρχιακό Δικαστήριο θα έπρεπε να είχε περισσότερες λεπτομέρειες για να μπορέσει να καταλήξει το ίδιο σε συμπεράσματα ουσίας.
2) Αναγκαιότητα έκδοσης: Δεν υπάρχει προσδιορισμός της χρονικής στιγμής αναφορικά με το πότε ο πληροφοριοδότης έλαβε γνώση για τα όσα αναφέρει, ούτε και επεξηγείται πώς έλαβε γνώση ο εν λόγω πληροφοριοδότης.
3) Διερεύνηση της υπόθεσης: Όπως φαίνεται από τον Όρκο η Αστυνομία ζητά το Ένταλμα για «ανεύρεση, περισυλλογή και φύλαξη ναρκωτικών και άλλων τεκμηρίων για διερεύνηση της πιο πάνω υπόθεσης». Η διερεύνηση της υπόθεσης είναι λόγος άγνωστος στο νόμο για την έκδοση εντάλματος έρευνας και, συνεπώς, το Ένταλμα Έρευνας θα πρέπει να ακυρωθεί ως πράξη εκτός δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.
4) Προσωποπαγές ένταλμα: Μελέτη του Όρκου καταδεικνύει ότι ουδεμία αναφορά γίνεται ως προς τη σύνδεση της οικίας της Αιτήτριας με τη διάπραξη των αδικημάτων, ούτε η πληροφορία φαίνεται να συνδέει την οικία της με την αποθήκευση και διατήρηση ναρκωτικών ουσιών.
5) Αναλογικότητα: Αν όντως παρακολουθείτο η Αιτήτρια στο μεσοδιάστημα μεταξύ της λήψης της πληροφορίας και της έκδοσης του Εντάλματος, το γράμμα του Νόμου θα μπορούσε να εφαρμοστεί χωρίς την έκδοση εντάλματος έρευνας και, σε περίπτωση που αυτή διέπραττε ενώπιον της Αστυνομίας το οποιοδήποτε αδίκημα, θα μπορούσε να συλληφθεί και ερευνηθεί.
6) Κατάχρηση Έκδοσης και Εκτέλεσης: Η παραμονή του εκδοθέντος Εντάλματος Έρευνας «ανοικτού» έδινε στην Αστυνομία μια ανεξάντλητη και ανέλεγκτη εξουσία να επέμβει στα συνταγματικά δικαιώματα της Αιτήτριας.
7) Η έκδοση του επίδικου Εντάλματος παραβίασε τα Άρθρα 15 και 16 του Συντάγματος και τα αντίστοιχα Άρθρο 8 της ΕΣΔΑ και Άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτόκολλου της ΕΣΔΑ και τα αντίστοιχα Άρθρα 7 και 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία ορίζουν αυστηρές προϋποθέσεις για την επέμβαση στην ιδιωτική ζωή ενός ατόμου και στην άρση του ασύλου της κατοικίας και, ως εκ τούτου, αποτελεί υπέρβαση εξουσίας και/ή δικαιοδοσίας.
Έχω διεξέλθει με προσοχή την προσβαλλόμενη Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου, καθώς επίσης και ό,τι η Αιτήτρια μέσω του ευπαίδευτου συνηγόρου της έχει θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν μέσω γραπτή αγόρευσης.
Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης προς έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari έχουν κατ' επανάληψη αναφερθεί στη νομολογία μας. Η πιο κάτω περικοπή από την υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Ευδόκα, Πολιτική Έφεση Αρ. 219/2015, ημερ. 29/12/2016, είναι απόλυτα σχετική:
«Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696).
Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464). »
Είναι επίσης νομολογημένο ότι ο έλεγχος σε ζητήματα ενταλμάτων έρευνας λαμβάνει χώρα - και είναι η μόνη οδός - μέσω προνομιακών ενταλμάτων με στόχευση, βεβαίως, τη νομιμότητα της διαδικασίας έκδοσης τους (Σιακαλλή (Αρ. 1) (2001) 1 Α.Α.Δ. 282 και Αναφορικά με την Αίτηση του Κληρίδη, Πολιτική Αίτηση Αρ. 172/2021, ημερ. 13/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:D394). Το Certiorari ως δραστικό μέτρο αναχαιτίζει στη ρίζα του το διάταγμα που εκδόθηκε αν προκύπτει έλλειψη νομιμοποίησης προς έκδοση του (Αναφορικά με την Αίτηση του Αρτέμη Κκολού, Πολιτική Αίτηση Αρ. 1/2017, ημερ. 31/1/2017).
Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση «Σύνδεσμος για Πρόληψη της Βίας στα Γήπεδα» (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 1014, ένα ένταλμα έρευνας στοχεύει στην ανεύρεση και κατάσχεση πραγμάτων. Προκειμένου δε να εκδοθεί ένταλμα έρευνας με βάση το Άρθρο 27 του Κεφ. 155, θα πρέπει να στοιχειοθετηθεί η ύπαρξη εύλογης αιτίας συναρτημένης προς τα αντικείμενα για τα οποία επιδιώκεται η ανεύρεση ώστε να τεκμηριώνεται η απαραίτητη προϋπόθεση δικαιοδοτικής φύσεως.
Με βάση τα διαλαμβανόμενα στο εν λόγω Άρθρο το Δικαστήριο πρέπει να ικανοποιείται πως, με βάση τον Όρκο που τίθεται ενώπιον του, υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι στα υποστατικά του Αιτητή υπάρχει οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχθηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχθηκε ή υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος. Η εύλογη υπόνοια είναι του ίδιου του Δικαστή που εκδίδει το ένταλμα, ο οποίος οφείλει να εξαγάγει το δικό του συμπέρασμα με βάση τα γεγονότα όπως αυτά περιέχονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει το αίτημα και να αιτιολογήσει δεόντως την έκδοση του εντάλματος έρευνας ικανοποιούμενος από τη μαρτυρία που παρουσιάζεται ενώπιόν του ότι η υποψία είναι εύλογη (Αναφορικά με την Αίτηση του Steven James Moran, Πολιτική Έφεση Αρ. 346/2014, ημερ. 31/3/2016 και Ανδρέου v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση Αρ. 103/2020, ημερ. 21/4/2021, ECLI:CY:AD:2021:A164).
Όσον αφορά στον 1ο λόγο που αναφέρεται στη μη αποκάλυψη της πηγής γνώσης του πληροφοριοδότη και της μη παράθεσης στοιχείων που να οδηγούν στα καταληκτικά συμπεράσματα, πέραν της γενικής αναφοράς σε προηγούμενη συνεργασία με τον πληροφοριοδότη η οποία είχε θετικό αποτέλεσμα, σχετική είναι και η υπόθεση στην Αίτηση του Ι. Παύλου, Πολιτική Αίτηση Αρ. 114/2020, ημερ. 20/10/2020, ECLI:CY:AD:2020:D356, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Πρέπει να λεχθεί ακόμη πως ανεξαρτήτως αν καλώς χρησιμοποιείται η λέξη «πληροφορία», σημασία έχει ότι ουδέποτε και πουθενά στον όρκο, η πληροφορία δεν συγκεκριμενοποιείται σε κάτι απτό. Ακόμη και αν δεν κατονομάζεται ο πληροφοριοδότης (κάτι τέτοιο δεν απαιτείται) θα πρέπει να υπάρξει κάποιου είδους τεκμηρίωση, από πού και με ποίον τρόπο η πληροφορία οδήγησε στα καταληκτικά συμπεράσματα. Στην πράξη, επί του όρκου, μόνο συμπεράσματα καταγράφονται.
Η ανάγκη παρουσίασης ενός είδους μαρτυρίας για στοιχειοθέτηση της εύλογης υπόνοιας, βεβαίως δεν σημαίνει καταγραφή στοιχείων με αποδεικτική αξία σε υψηλό επίπεδο. (Βλ. C.P.S. Freight Services Ltd v. Γεν. Εισαγγελέα, Πολ. Εφ. 219/14, 29.2.2016). Έστω και σε χαμηλό επίπεδο όμως, πρέπει να δοθούν στοιχεία και όχι απλά συμπεράσματα ή καταλήξεις, όπως συμβαίνει εν προκειμένω.»
Τα πιο πάνω επαναλήφθηκαν και στην πρόσφατη απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση του A.D.S., Πολιτική Έφεση Αρ. 340/2021, ημερ. 6/7/2023.
Για την επάρκεια του μαρτυρικού υλικού που τίθεται ενώπιον Δικαστηρίου για να μπορέσει το ίδιο το Δικαστήριο να διαμορφώσει τη δική του κρίση, παραπέμπω και στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Σταύρου Βαρνάβα (2013) 1(Β) Α.Α.Δ. 1143.
Ο 2ος Λόγος είναι ότι δεν υφίστατο αναγκαιότητα για την έκδοση του επίδικου Εντάλματος Έρευνας, στη βάση του ότι δεν υπήρχε χρονικός προσδιορισμός για το πότε ο πληροφοριοδότης είχε λάβει γνώση για τα όσα είχε αναφέρει. Υποστηρίχθηκε από πλευράς της Αιτήτριας ότι η απουσία αναγκαιότητας επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι το Ένταλμα εκτελέστηκε 23 ημέρες μετά τη λήψη της πληροφορίας. Αυτή η θέση δεν είναι βάσιμη. Εκείνο που εξετάζεται, εν προκειμένω, είναι η νομιμότητα του εντάλματος κατά το στάδιο της έκδοσης του και δεν επηρεάζεται από τον τρόπο εκτέλεσης του. Ό,τι θα μπορούσε να έχει σημασία είναι η περίπτωση όπου ο πληροφοριοδότης αναφερόταν σε παλαιά και όχι πρόσφατα γεγονότα, οπόταν το Ένταλμα δεν θα ήταν αναγκαίο.
Ο 3ος Λόγος αφορά στο ότι ο Όρκος καταλήγει ότι το Ένταλμα ζητείται «για διερεύνηση και εξιχνίαση της πιο πάνω υπόθεσης». Όπως υποστηρίχθηκε, η «διερεύνηση της υπόθεσης» είναι λόγος άγνωστος στο νόμο για την έκδοση Εντάλματος Έρευνας εφόσον κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται στο Άρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 και, συνεπώς, αυτό θα πρέπει να ακυρωθεί ως πράξη εκτός δικαιοδοσίας. Έγινε προς τούτο επίκληση στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση Ε.Ε., Πολιτική Αίτηση Αρ. 146/2022, ημερ. 30/9/2022, ECLI:CY:AD:2022:D368, όπου με αναφορά στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Συνδέσμου για την Πρόληψη της Βίας στα Γήπεδα (1997) 1 Α.Α.Δ. 1014, αναφέρθηκε ότι το Ένταλμα Έρευνας εκδίδεται μόνο για ανεύρεση και παραλαβή πραγμάτων σύμφωνα με την εξουσία που παρέχει ο Νόμος και όχι για διευκόλυνση των αστυνομικών ανακρίσεων, λόγος άγνωστος στο νόμο για την έκδοση Εντάλματος Έρευνας.
Στην υπό εξέταση περίπτωση στον Όρκο αναφερόταν ότι ο σκοπός της έρευνας ήταν «για την ανεύρεση, περισυλλογή και φύλαξη ναρκωτικών και άλλων τεκμηρίων», καθώς και η περαιτέρω αναφορά «για διερεύνηση και εξιχνίαση της πιο πάνω υπόθεσης». Η τελευταία αυτή αναφορά δεν διαφοροποιούσε την ουσία του πράγματος. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι με το εκδοθέν Ένταλμα ό,τι εξουσιοδοτείτο η Αστυνομία ήταν να εισέλθει στην οικία, υποστατικά και όχημα της Αιτήτριας και να ερευνήσει «για τα αναφερόμενα πράγματα» και, εφόσον αυτά ανευρεθούν, να τα προσκομίσει ενώπιον Δικαστηρίου.
Ο 4ος Λόγος αναφέρει ότι το Ένταλμα είναι «προσωποπαγές» στη βάση του ότι η πληροφορία αφορούσε «τις ενέργειες της ίδιας της Αιτήτριας και ουδεμία αναφορά γίνεται ως προς τη σύνδεση της οικίας της με τη διάπραξη οποιωνδήποτε αδικημάτων ούτε και η πληροφορία φαίνεται να συνδέει την οικία της με την αποθήκευση και/ή διατήρηση ναρκωτικών ουσιών». Όπως υποστηρίχθηκε, η μοναδική πληροφορία που είχε ενώπιον του το Δικαστήριο ήταν ότι η Αιτήτρια διέμενε στην εν λόγω τοποθεσία, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σύνδεση του υποστατικού της με τη διάπραξη συγκεκριμένου ποινικού αδικήματος.
Μέσω του 5ου Λόγου εγείρεται ζήτημα αναλογικότητας. Αναφέρεται ότι «το γράμμα του νόμου θα μπορούσε να εφαρμοστεί και χωρίς την έκδοση του εντάλματος έρευνας σε περίπτωση που η Αστυνομία θεωρούσε ότι το ύποπτο άτομο διέπραττε ενώπιον τους το οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα θα μπορούσαν να συλλάβουν αυτό και ερευνήσουν αυτόν και την περιουσία του κινητή και ακίνητη». Τέτοια θα ήταν η περίπτωση όπου η πληροφορία αναφερόταν στην Αιτήτρια ως άτομο το οποίο είχε στην κατοχή της και μετέφερε ναρκωτικά.
Ο 6ος Λόγος αφορά στο ότι το Ένταλμα αδικαιολόγητα εξουσιοδοτούσε την έρευνα οποιαδήποτε ώρα και τούτο, όπως γίνεται αντιληπτό, στη βάση του ότι η Αιτήτρια «κινείται σε ακατάλληλες ώρες και .. επιστρέφει στην οικία της αργά το βράδυ».
Απόλυτα συναφές προς το Λόγο αυτό είναι το Άρθρο 29(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, το οποίο προνοεί ότι:
«Ένταλμα έρευνας δύναται να εκδοθεί και εκτελεστεί σε οποιαδήποτε ημέρα περιλαμβανομένης Κυριακής ή δημόσιας αργίας, πρέπει δε να εκτελείται μεταξύ της πέμπτης πρωϊνής ώρας και της όγδοης νυκτερινής, αλλά ο Δικαστής δύναται, κατά τη διακριτική του εξουσία, να εξουσιοδοτήσει την εκτέλεση του εντάλματος σε οποιαδήποτε ώρα.»
Με τον 7ο Λόγο καταλογίζεται στο Κατώτερο Δικαστήριο ότι με την έκδοση του Εντάλματος παραβίασε τα δικαιώματα της Αιτήτριας που αφορούν την ιδιωτική και/ή οικογενειακή ζωή.
Δεν χρειάζεται τώρα να ενδιατρίψω στο τεθέν ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρικό υλικό. Στο στάδιο αυτό το Ανώτατο Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της αίτησης, ούτε εξετάζει την υπόθεση σε βάθος. Εξετάζει μόνο αν από το μαρτυρικό υλικό που τίθεται ενώπιον του υπάρχει συζητήσιμο θέμα που να δικαιολογεί τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας (Ex-parte Costas Papadopoulos (1968) 1 C.L.R. 496, In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250, Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 και Sidnell v. Wilson (1966) 1 All E.R. 681).
Υπό το φως των πιο πάνω, βρίσκω ότι υπάρχει συζητήσιμο θέμα σε σχέση με τα ζητήματα που εγείρονται στους Λόγους 1, 2, 4, 6 και 7 ώστε να χορηγηθεί στην Αιτήτρια άδεια για να καταχωρίσει αίτηση για Certiorari για ακύρωση του επίδικου Εντάλματος Έρευνας. Επίσης, είναι φανερό πως δεν παρέχεται άλλο ένδικο μέσο στην Αιτήτρια προς επιδίωξη οποιασδήποτε θεραπείας. Ως εκ τούτου, θα παραχωρηθεί η αιτούμενη άδεια.
Συνεπώς, δίδεται άδεια για την καταχώριση Αιτήσεως δια κλήσεως, προς το σκοπό έκδοσης Εντάλματος Certiorari σε σχέση με το εν λόγω Ένταλμα Έρευνας. Η Αίτηση δια κλήσεως να καταχωρηθεί εντός 5 ημερών από σήμερα και αντίγραφο της να επιδοθεί στο Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος δύναται να καταχωρίσει Ένσταση εντός 4 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης. Εφόσον καταχωριστεί Αίτηση ως ανωτέρω, ο Πρωτοκολλητής να την ορίσει για Οδηγίες στις 2/11/2023 η ώρα 8.45 π.μ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
Δ.