ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ.: 89/2023)

 

1 Νοεμβρίου, 2024

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

 

TRICOR LIMITED ΥΠΟ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΔΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΗ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,

Εφεσείοντες/Καθ' ων η Αίτηση,

 

v.

 

EUROBANK CYPRUS LTD,

Εφεσίβλητοι/Αιτητές.

 

Aίτηση ημερομηνίας 31.05.2024 για Ασφάλεια Εξόδων

 

____________________

 

Φ. Ζωμενής για Χάρης Κυριακίδης Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητές/Εφεσίβλητους.

Χρ. Νεοφύτου για κ.κ. Νεοφύτου & Νεοφύτου Δ.Ε.Π.Ε., για Καθ' ων η Αίτηση/Εφεσείοντες.

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.:  Οι εφεσείοντες εφεσιβάλλουν πρωτόδικη απόφαση, ημερομηνίας 17.02.2023, με την οποία διατάχθηκαν να πληρώσουν, ως εγγυητές σε δύο δάνεια που παραχωρήθηκαν, από τους εφεσίβλητους, σε άλλο νομικό πρόσωπο, ως πρωτοφειλέτη, το ποσό των €216.000,00 πλέον τόκους από 01.09.2012, με δικαίωμα κεφαλαιοποίησης των τόκων μέχρι εξοφλήσεως.  Επιπλέον εκδόθηκε διάταγμα εκποίησης υποθήκης επί ακινήτου των εφεσειόντων.  Η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης αμφισβητείται με δεκαοκτώ (18) λόγους έφεσης.

 

Στις 31.05.2024 οι εφεσίβλητοι - στο εξής οι Αιτητές - καταχώρησαν αίτηση  - στο εξής η επίδικη Αίτηση - με την οποία αιτούνται διατάγματος για παροχή ασφάλειας εξόδων, εκ μέρους των εφεσειόντων - στο εξής Καθ' ων η Αίτηση -, καθώς, και διατάγματος για αναστολή της διαδικασίας της έφεσης μέχρι οι Καθ' ων η Αίτηση να συμμορφωθούν με το υπό έκδοση διάταγμα και τέλος, διατάγματος με το οποίο να προνοείται πως αν οι Καθ' ων η Αίτηση δεν συμμορφωθούν με το υπό έκδοση διάταγμα η έφεση να θεωρείται απορριφθείσα με έξοδα υπέρ των Αιτητών.

 

Η επίδικη Αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση υπαλλήλου των Αιτητών, ο οποίος αναφέρεται, κατ' αρχήν, στο περιεχόμενο της πρωτόδικης απόφασης, ημερομηνίας 17.02.2023, που εκδόθηκε εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση, αλλά και στην καταχώρηση της παρούσας έφεσης η οποία επιδόθηκε στους Αιτητές δεκαπέντε (15) σχεδόν μήνες από την καταχώρηση της.  Περαιτέρω, δηλώνεται ότι οι Καθ' ων η Αίτηση βρίσκονται υπό εκκαθάριση, με διάταγμα Δικαστηρίου ημερομηνίας 13.01.2016, και τούτο λόγω αδυναμίας τους να ικανοποιήσουν απαίτηση πληρωμής του ποσού  των €5.900,00 περιλαμβανομένου Φ.Π.Α..  Ως εξηγείται το εν λόγω ποσό αφορούσε αξίωση της εταιρείας Unibrand Secretarial Services Ltd, ως αμοιβή για υπηρεσίες που πρόσφερε ως γραμματέας των Καθ' ων η Αίτηση.  Γραμματέας δε και διευθυντής της Unibrand είναι ο Α. Νεοφύτου, νυν εκκαθαριστής των Καθ' ων η Αίτηση και συνέταιρος στο δικηγορικό γραφείο των Νεοφύτου & Νεοφύτου Δ.Ε.Π.Ε., ήτοι των δικηγόρων των Καθ' ων η Αίτηση.  Λόγω της αδυναμίας πληρωμής των Καθ' ων η Αίτηση, που ως αποτέλεσμα τελούν υπό εκκαθάριση, αυτοί είναι αφερέγγυοι, ενώ δεν ασκούν οποιαδήποτε εργασία.  Τεκμαίρεται, ως εκ τούτου, ότι δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσουν οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα που τυχόν θα εκδοθεί εναντίον τους στην παρούσα έφεση.  Περιπλέον, μετά την έκδοση του διατάγματος εκκαθάρισης, εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση, έχουν συσσωρευθεί και άλλες οφειλές, ήτοι δικαστικές αποφάσεις για ποσά (α) €2.873,50 ως έξοδα πλέον Φ.Π.Α. επί ποσού €2.582,00 στην αγωγή 3498/2012 Ε.Δ. Λάρνακας (ημερομηνία διαταγής 22.06.2023), (β) €5.500,50 ως έξοδα πλέον Φ.Π.Α. επί ποσού €5.244,00 στην ίδια αγωγή (ημερομηνία διαταγής 15.03.2024), (γ) €6.800,00 ως έξοδα πλέον Φ.Π.Α., με διαταγή του Εφετείου ημερομηνίας 15.01.2024 στην έφεση Ε57/2022, με εφεσείοντες τους Καθ' ων η Αίτηση, η οποία απορρίφθηκε.  Δηλώνει, ακόμη, ο ενόρκως δηλών, ότι εξ' όσων γνωρίζει, από σχετική έρευνα που έκανε, οι Καθ' ων η Αίτηση δεν έχουν περιουσία η οποία να μην είναι επιβαρυμένη προς όφελος των πιστωτών τους, και η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την πληρωμή των, τυχόν, εξόδων των Αιτητών οι οποίοι θα μπορέσουν μόνο να πληρωθούν αν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.  Άλλωστε, το μόνο περιουσιακό στοιχείο των Καθ' ων η Αίτηση είναι το υποθηκευμένο, προς όφελος των Αιτητών, ακίνητο, η αξία του οποίου, το 2021, ήταν €105.700,00 και η οποία όμως δεν αρκεί για να καλύψει το εξ' αποφάσεως χρέος των Καθ' ων η Αίτηση προς τους Αιτητές.  Τέλος, δηλώνεται ότι τα έξοδα της παρούσας έφεσης αναμένεται να ξεπεράσουν το ποσό των €10.683,30, τα δε έξοδα της επίδικης Αίτησης θα ξεπεράσουν το ποσό των €11.411,48.  Τα μόνα ποσά που εισέπραξαν οι Αιτητές για τα έξοδα που επιδικάστηκαν υπέρ τους είναι μέσω συμψηφισμού, κατόπιν διατάγματος Δικαστηρίου, και το συνολικό ποσό που τους οφείλεται, από επιδικασθέντα έξοδα, ξεπερνά τις €60.000,00. 

 

Ενάντια στην επίδικη Αίτηση, οι Καθ' ων η Αίτηση καταχώρησαν Ένσταση βασιζόμενοι σε δεκαεννέα (19) λόγους οι οποίοι, συνοπτικά, αφορούν στις θέσεις ότι η Αίτηση είναι θνησιγενής, καθ' ότι δεν εξασφαλίστηκε άδεια προγενέστερα από το Ε.Δ. Λευκωσίας σύμφωνα με το Άρθρο 220 του Κεφ. 113, ότι αποσκοπεί στην αποστέρηση του δικαιώματος πρόσβασης, των Καθ' ων η Αίτηση, στο Δικαστήριο, ότι αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας και είναι καταπιεστική, ότι υπάρχει απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων και διαδικασιών, ότι δεν υποστηρίζεται από αξιόπιστη μαρτυρία, ότι οι Αιτητές εμποδίζονται να ζητούν ασφάλεια εξόδων καθ' ότι δεν ζήτησαν τέτοια θεραπεία στην αγωγή που ηγέρθηκε εναντίον του Επίσημου Παραλήπτη, εμποδίζονται δε και λόγω συμπεριφοράς αφού δεν προχώρησαν με μέτρα εκτέλεσης, εναντίον των εναγομένων 1-3 που δέχθηκαν απόφαση στις αγωγές 3498/2012 και 489/2011 Ε.Δ. Λάρνακας ή στο πλαίσιο των Εφέσεων Ε66/2020 και Ε57/2022, και, γενικότερα ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

Οι λόγοι ένστασης υποστηρίζονται από ένορκη δήλωση του εκκαθαριστή των Καθ' ων η Αίτηση, ο οποίος αρνείται, κατ' αρχήν, το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την Αίτηση.  Ως αναφέρει, ο διορισμός του έγινε από το Δικαστήριο χωρίς ένσταση εκ μέρους οποιουδήποτε προσώπου, και ιδιαίτερα από τους Αιτητές.  Επαναλαμβάνει δε, αχρείαστα, το περιεχόμενο των λόγων ένστασης.  Περαιτέρω, αναφέρει ότι οι Καθ' ων η Αίτηση τέθηκαν υπό εκκαθάριση, μεταξύ άλλων, λόγω διαπίστωσης γενικής αφερεγγυότητας με εξέταση της οικονομικής τους κατάστασης συνολικά και, μεταξύ άλλων, λόγω απουσίας οικονομικών καταστάσεων από το 2006 και ετήσιων εκθέσεων από το 2002, και όχι μόνο εξ αιτίας της συγκεκριμένης απαίτησης των Unibrand Secretarial Services Ltd (Τεκμήριο 2 η σχετική απόφαση του Δικαστηρίου).  Αναπτύσσεται δε, ανεπίτρεπτα (στις ένορκες δηλώσεις μόνο γεγονότα παρατίθενται), και επιχειρηματολογία ως προς τους λόγους που οι Καθ' ων η Αίτηση πιστεύουν ότι οι Αιτητές εμποδίζονται, λόγω συμπεριφοράς, να ζητούν ασφάλεια εξόδων στην παρούσα έφεση, αφού δεν ζήτησαν σε άλλες προγενέστερες διαδικασίες, καθώς και επιχειρηματολογία ως προς τις πιθανότητες επιτυχίας της έφεσης.  Γίνεται, επίσης, αναφορά και σε γεγονότα που έλαβαν χώραν κατά τη διάρκεια πρωτόδικων διαδικασιών και άλλων εφέσεων μεταξύ των Αιτητών και της εταιρείας Tricor

 

Νομική βάση της επίδικης Αίτησης αποτελούν τα Μέρη 1, 23, 26, 32 και 41 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023 και τα Άρθρα 232(2) και 382 του Κεφ. 113 καθώς και οι συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου.  Το Μέρος 26.1(1) προβλέπει τα ακόλουθα:

 

«Ενάγων (και, σε σχέση με ανταπαίτηση η οποία δεν είναι μόνο υπό μορφή συμψηφισμού, εναγόμενος), ο οποίος έχει τη συνήθη διαμονή του εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της απαίτησης, να διαταχθεί να παράσχει ασφάλεια εξόδων αν και μπορεί να διαμένει προσωρινά εντός της Κύπρου ή σε Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

 

 

Το Μέρος 41.12(1) προνοεί ότι:

 

«(1) Σε σχέση με έφεση το Εφετείο έχει όλες τις εξουσίες του κατώτερου δικαστηρίου.»

 

 

Το Άρθρο 382 του Κεφ. 113, προνοεί τα εξής:

 

«Όταν εταιρεία είναι ενάγουσα σε οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία, κάθε δικαστής που έχει δικαιοδοσία στο θέμα δύναται, αν φαίνεται με αξιόπιστη μαρτυρία ότι υπάρχει λόγος να πιστεύει ότι η εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα έξοδα του εναγομένου αν αυτός επιτύχει στην υπεράσπιση του, να ζητήσει να δοθεί ικανοποιητική εγγύηση για τα έξοδα εκείνα, και δύναται να αναστείλει όλες τις διαδικασίες μέχρι να δοθεί η εγγύηση.»

 

Στην υπόθεση American University of Cyprus (AUCY) Ltd κ.α. v. S.C.F.B. LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε6/2022 (i-justice), ημερομηνίας 22.11.2023, με αναφορά σε σχετική νομολογία, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Στην απόφαση Λεωνίδας Κίμωνος, ως εκκαθαριστής της Blue Seal Shoes Ltd v. Χρ. Ιωάννου & Υιοί (Υποδήματα) Λτδ, (2015) 1(Α) Α.Α.Δ. 147, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Ως προς το ουσιαστικό μέρος της αίτησης, αν δηλαδή η εφεσείουσα εταιρεία είναι ικανή ή όχι να πληρώσει τα έξοδα της εφεσίβλητης σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης, όντως το Άρθρο 382* του περί Εταιρειών Νόμου προβλέπει πως η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου να διατάξει την παροχή ασφάλειας εξόδων προϋποθέτει ότι ο αιτητής έχει αποσείσει το βάρος των ισχυρισμών του περί αφερεγγυότητας της εταιρείας με αξιόπιστη μαρτυρία. Στην υπό κρίση όμως περίπτωση η εφεσείουσα εταιρεία τελεί υπό εκκαθάριση και το γεγονός αυτό αποτελεί prima facie μαρτυρία ότι αδυνατεί να καταβάλει τα έξοδα, εκτός αν δοθεί προς το αντίθετο σχετική μαρτυρία (βλ. Genemp Trading Ltd (ανωτέρωη οποία παραπέμπει στην Northhampton Goal, Iron & Waggon Co. v. Midland Wagon Co. [1878] 7 Ch.D. 500). Tο βάρος επομένως απόδειξης ότι η εφεσείουσα εταιρεία έχει τη δυνατότητα να καταβάλει τα έξοδα της εφεσίβλητης σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης μετήλθε σ' αυτή...»

 

..............................

 

Τίθεται, συναφώς το ερώτημα: έχει φανεί με αξιόπιστη μαρτυρία ότι υπάρχει λόγος το Εφετείο να πιστεύει ότι οι εφεσείοντες 1 είναι ανίκανοι να πληρώσουν τα έξοδα των εφεσιβλήτων αν η έφεση απορριφθεί; Έχουν, με άλλα λόγια, οι εφεσίβλητοι αποσείσει το βάρος του ισχυρισμού τους περί αφερεγγυότητας των εφεσειόντων 1 με αξιόπιστη μαρτυρία, ώστε να μετέλθει σ' αυτούς το βάρος απόδειξης ότι έχουν τη δυνατότητα να καταβάλουν τα έξοδα των εφεσιβλήτων σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης;

 

    Στην DEMETRIS ELIA PROPERTIES LTD (ανωτέρω), το Ανώτατο Δικαστήριο, ανέλυσε την έννοια «ειδικές περιστάσεις», ως προβλέπεται στη Δ.35 Θ.2, με αναφορά και σε νομολογία, υποδεικνύοντας ότι ο όρος δεν περιορίζεται μόνο στο κριτήριο της έλλειψης περιουσίας ή οικονομικής ανικανότητας αλλά μπορεί να ικανοποιείται και από άλλα ανεξάρτητα κριτήρια ώστε να είναι δίκαιο να διαταχθεί ασφάλεια (Ayda Karaoglanian a.o. v. Hagop Boyadjian, (2016) 1 ΑΑΔ 1526). Έκρινε δε, ότι η απλή αναγραφή ότι έχει εκδοθεί ένταλμα κατάσχεσης κινητών για αντικείμενα σε συγκεκριμένη διεύθυνση και έχει επιστραφεί ανεκτέλεστο, πόρρω απέχει από την έννοια των ειδικών περιστάσεων. Πόσο μάλλον στην παρούσα περίπτωση στην οποία οι πρόνοιες του Άρθρου 382 περιορίζονται ουσιαστικά στην αδυναμία των εφεσειόντων να καταβάλουν τα έξοδα της έφεσης.

 

    Εις δε την STIRUP INVESTMENTS LTD (ανωτέρω), στην οποία εξετάστηκε ανάλογο αίτημα στη βάση του Άρθρου 382, λόγω μη επίκλησης της Δ.35 Θ.2, λέχθηκε:

 

«Είναι κατάληξη μας ότι τα στοιχεία δεν είναι τέτοια που να καταδεικνύουν προφανή αφερεγγυότητα της Εφεσείουσας/Καθ' ης η Αίτηση.  Το γεγονός της μη εξόφλησης από μέρους της των εξόδων των Εφεσίβλητων/Αιτητών της πρωτόδικης διαδικασίας, σε συνάρτηση  με το γεγονός της καταχώρησης  αίτησης διάλυσης της Εφεσείουσας εταιρείας από μέρους των Εφεσιβλήτων/Αιτητών, που σε κάποιο στάδιο αποσύρθηκε λόγω μη επίδοσης, από μόνα τους δεν οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα είναι αφερέγγυα εταιρεία.  Η αναφορά στην παράγραφο 6 της Ένορκης Δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση «Αφού κατέστη αδύνατον να επιδοθεί η εν λόγω αίτηση μετά από σχετική έρευνα που έκαναν οι Εφεσίβλητοι μέσω των δικηγόρων τους, ανακάλυψαν ότι η εφεσείουσα έχει χρέη τα οποία δεν δύναται να καταβάλει και είναι αφερέγγυος» χωρίς την παρουσίαση συγκεκριμένων στοιχείων για την περιουσία που κατέχει η εφεσείουσα ή τα χρέη της, κρίνουμε ότι δεν  είναι ικανοποιητική προς στοιχειοθέτηση του ισχυρισμού ότι η εταιρεία είναι αφερέγγυα ή  αδυνατεί να πληρώσει τα έξοδα της έφεσης αν και είχε το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού.  Μάλιστα η εξακολούθηση εγγραφής της εταιρείας στο Μητρώο Εταιρειών οδηγεί σε αντίθετη διαπίστωση.  Καταλήγουμε ότι η διακριτική μας ευχέρεια, θα πρέπει να ασκηθεί, σε βάρος της αίτησης.»

 

    Έχοντας υπόψη τα στοιχεία που αφορούν την παρούσα περίπτωση, καταλήγουμε ότι αυτά δεν είναι τέτοια που να φανερώνουν αφερεγγυότητα των εφεσειόντων 1 και αδυναμία τους να καταβάλουν τα έξοδα των εφεσιβλήτων σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης. Η επιστροφή εντάλματος κατάσχεσης κινητών σε συγκεκριμένη διεύθυνση ως ανεκτέλεστου, από μόνη της, αλλά και ιδιαιτέρως υπό περιστάσεις ως αναλύονται ανωτέρω, κρίνουμε ότι ουδόλως οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι εφεσείοντες 1 είναι αφερέγγυοι, ώστε το βάρος να μετέλθει σ' αυτούς να αποδείξουν ότι είναι σε θέση να καταβάλουν τα έξοδα των εφεσιβλήτων σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης.»

 

Έχουμε εξετάσει και αξιολογήσει τους λόγους ένστασης. Αποτελεί κατάληξη μας ότι ουδείς δύναται να επιτύχει. Κατ' αρχήν οφείλουμε να επισημάνουμε πως το αντικείμενο της παρούσας Αίτησης είναι πολύ συγκεκριμένο, συνεπώς ανάλογη είναι και η επικέντρωση μας στα ουσιώδη στοιχεία και προϋποθέσεις που απαιτούνται για την επιτυχία της, διαφορετικά το αποτέλεσμα θα είναι η αποτυχία.  Κατ' επέκταση τα όσα προωθούνται περί αναξιόπιστου μάρτυρα, ως προς την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, και για γεγονότα άλλων διαδικασιών μεταξύ των διαδίκων, δεν θα μας απασχολήσουν.  Υπενθυμίζουμε ότι το γεγονός της εκκαθάρισης, το οποίο θέτουν οι Αιτητές ως κύριο υπόβαθρο προς υποστήριξη της Αίτησης τους, δεν αμφισβητείται.  Συνεπώς, οι λόγοι ένστασης 11 και 12 κρίνονται αβάσιμοι. 

 

Το γεγονός δε ότι οι Αιτητές δεν ζήτησαν ασφάλεια εξόδων σε άλλες διαδικασίες, που διεξάχθηκαν μεταξύ των διαδίκων, ή ότι οι Αιτητές δεν έλαβαν μέτρα εκτέλεσης εναντίον άλλων προσώπων που δεν είναι διάδικοι στην έφεση, κρίνουμε πως δεν αποτελεί εμπόδιο για διεκδίκηση τέτοιας ασφάλειας στην παρούσα διαδικασία της έφεσης.  Ως εκ τούτου, οι λόγοι ένστασης 14, 15 και 16 κρίνονται επίσης αβάσιμοι. 

 

Ούτε οι λόγοι 17 και 18 κρίνονται βάσιμοι.  Το γεγονός ότι δεν γίνεται αναφορά, από τους Αιτητές, περί διαφόρων ποσών ως οφειλόμενων, χωρίς να υπάρχει ακρίβεια για τα ποσά, αλλά και το γεγονός ότι δεν αναφέρθηκε πως αυτοί έχουν καταχωρήσει αίτηση πτώχευσης εναντίον του εκκαθαριστή, κρίνουμε πως έχει ουδέτερη σημασία για την παρούσα Αίτηση, όπως και τα όσα αναφέρονται περί μη επαλήθευσης του χρέους γι' αυτό και κρίνεται αβάσιμος και ο λόγος ένστασης 2.  

 

Όσον αφορά στη θέση ότι οι Αιτητές χρειάζονταν άδεια για καταχώρηση της Αίτησης τους, επίσης δεν γίνεται αποδεκτή.  Δεν πρόκειται για έναρξη διαδικασίας εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση, αλλά για ενδιάμεσο αίτημα για θεραπεία σε διαδικασία που οι Καθ' ων η Αίτηση ξεκίνησαν εναντίον των Αιτητών.  Συνεπώς, είναι αβάσιμος και ο πρώτος λόγος ένστασης.  Δεν εντοπίζουμε δε γεγονότα τα οποία να είναι ικανά να στοιχειοθετήσουν τον λόγο ένστασης 5, με τον οποίο προβάλλεται η θέση περί κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας εκ μέρους των Αιτητών.  Η διεκδίκηση ενός θεσμοθετημένου δικονομικού διαβήματος και δικαιώματος, από μόνη της, δεν συνιστά κατάχρηση διαδικασίας.  

 

Ομοίως κρίνουμε αβάσιμους και τους λόγους ένστασης 6, 7, 8, 9 και 10 οι οποίοι προωθούν επιχειρήματα που αφορούν στην ουσία της έφεσης με περιεχόμενο το οποίο δεν μας επιτρέπει να καταλήξουμε σε συμπέρασμα ότι βρισκόμαστε ενώπιον έφεσης με αυξημένες πιθανότητες επιτυχίας.  Ως συναφής, και ταυτόχρονα, αβάσιμος, κρίνεται και ο λόγος ένστασης 4.

 

Ως προς τον λόγο ένστασης 3, και δη πως με την έγκριση της Αίτησης οι Καθ' ων η Αίτηση θα αποστερηθούν του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη, τον κρίνουμε επίσης αβάσιμο και παραπέμπουμε στα όσα ειπώθηκαν σε πρόσφατη νομολογία (βλέπε Demetris Elia Properties Ltd v. Κούρρη, Πολιτική Έφεση Αρ. 286/2019, ημερομηνίας 18.09.2023) τα οποία έχουν ως ακολούθως:

 

«Το ζήτημα παροχής ασφάλειας εξόδων από διάδικο o οποίος είναι εταιρεία, ρυθμίζεται ειδικά από το Άρθρο 382 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, το οποίο «πρέπει να αποτελεί την αφετηρία εξέτασης τέτοιων αιτήσεων όταν στρέφονται εναντίον εταιρειών» (G. K. Theonell Building & Construction Ltd v. AIG Europe Limited, Πολιτική Έφεση 98/17, ημερ. 03.06.2019, ECLI:CY:AD:2019:A249, ECLI:CY:AD:2019:A249).

 

Το Άρθρο 382 του Κεφ. 113 προνοεί τα ακόλουθα:

«Όταν εταιρεία είναι ενάγουσα σε οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία, κάθε Δικαστής που έχει δικαιοδοσία στο θέμα δύναται, αν φαίνεται με αξιόπιστη μαρτυρία ότι υπάρχει λόγος να πιστεύει ότι η εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα έξοδα του εναγόμενου αν αυτός πετύχει στην Υπεράσπιση του, να ζητήσει να δοθεί ικανοποιητική εγγύηση για τα έξοδα εκείνα, και δύναται να αναστείλει όλες τις διαδικασίες μέχρι να δοθεί η εγγύηση.»



Στην απόφαση G. K. Theonell Building & Construction Ltd v. AIG Europe Limited (ανωτέρω), τονίστηκαν τα ακόλουθα αναφορικά με το Άρθρο 382 του Κεφ. 113:


«Οι πρόνοιες του άρθρου 382 εξετάστηκαν πρόσφατα στην
Y. Liasides Developers Ltd v. Mιχαήλ κ.α., Πολιτική Έφ. 123/2012, ημερ. 2.6.2017, ECLI:CY:AD:2017:A211, ECLI:CY:AD:2017:A211, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Θα πρέπει, κατ΄ αρχάς, να λεχθεί ότι, σε αντιδιαστολή προς τη γενική ρύθμιση περί παροχής ασφάλειας εξόδων δια της Διαταγής 60 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, το εν λόγω άρθρο 382 αποτελεί ειδική πρόνοια, με την οποία ρυθμίζεται το ζήτημα της παροχής ασφάλειας εξόδων από εταιρείες.

 

Αναφορικά µε φυσικά πρόσωπα,  αποκρυσταλλωμένη είναι η αρχή ότι δεν εκδίδεται διάταγμα για παροχή ασφάλειας εξόδων εναντίον ενάγοντα ο οποίος στερείται µέσων. Όπως ετέθη στην Cowell ν. Taylor (1885) 31 Ch D 34, 38 «the general rule is that poverty is no bar to a litigant, that, from time immemorial, has been the rule at common law, and also, in equity».  Άλλως η διαταγή για παροχή ασφάλειας εξόδων θα απέληγε σε στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο (Conway v. Ηλία (2002) 1 ΑΑΔ 1653).

 

Τέτοια αρχή, όμως, δεν ισχύει προκειμένου περί εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, όπου ο κανόνας αντιστρέφεται. Το ζήτημα εξηγείται από τον Megarry VC στην υπόθεση Pearson ν. Naydler [1977] 3 ΑΙΙ ER 531, 532, µε αναφορά στο άρθρο 447 του Companies Act 1948[1], το οποίο αντιστοιχούσε στο άρθρο 382 του δικού µας Νόµου:

 

"In the case of a limited company, there is no basic rule conferring immunity from any liability to give security for costs.  The basic rule is the opposite; section 447 applies to all limited companies, and subjects them all to the liability to give security for costs.  The whole concept of the section is contrary to the rule developed by the cases that poverty is not to be made a bar to bringing an action.  There is nothing in the statutory language (the substance of which goes back at least as far as the Companies Act 1862, section 69) to indicate that there are any exceptions to what is laid down as a broad and general rule for all limited companies.  Nor is it surprising that there should be such a rule.  A man may bring into being as many limited companies as he wishes, with the privilege of limited liability; and section 447 provides some protection for the community against litigious abuses by artificial persons manipulated by natural persons.  One should be as slow to whittle away this protection as one should be to whittle away a natural person's right to litigate despite poverty."»

 

Η νομοθετική πρόνοια του άρθρου 382, ερμηνευόμενη ως άνω, κατισχύει της διαδικαστικής ρύθμισης της Δ.35, κ.2 η οποία προϋποθέτει «ειδικές περιστάσεις» ώστε να διαταχθεί η παροχή ασφάλειας.»

 

 

Προχωρώντας στην εξέταση της επίδικης Αίτησης στο πλαίσιο της νομικής βάσης επί της οποίας εδράζεται, και δη στη βάση του Άρθρου 382 του Κεφ. 113, έχοντας κατά νου τα προαναφερόμενα σχετικά νομολογηθέντα, σε συνυφασμό με το πραγματικό υπόβαθρο που οι Αιτητές έθεσαν ενώπιον μας, κρίνουμε ότι οι τελευταίοι έχουν αποδείξει πως το Εφετείο έχει λόγο να πιστεύει πως οι Καθ' ων η Αίτηση είναι ανίκανοι να πληρώσουν τα έξοδα της έφεσης αν αυτή απορριφθεί.  Κοντολογίς, οι Αιτητές απέσεισαν το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού τους, με αξιόπιστη μαρτυρία, ότι οι Καθ' ων η Αίτηση είναι προφανώς αφερέγγυοι.  Το γεγονός, άλλωστε, ότι οι Καθ' ων η Αίτηση βρίσκονται υπό εκκαθάριση από το 2016 είναι παραδεκτό, και ταυτόχρονα αυτοί καμία αξιόπιστη μαρτυρία έθεσαν ενώπιον μας περί ικανότητας να πληρώσουν τα τυχόν έξοδα της έφεσης, αν αυτά επιδικασθούν εναντίον τους και προς όφελος των Αιτητών. 

 

Υπό τις δεδομένες περιστάσεις και τη μαρτυρία που έθεσαν οι Αιτητές ενώπιον του Εφετείου, κρίνουμε πως μετατέθηκε το βάρος απόδειξης στους Καθ' ων η Αίτηση να αποδείξουν ότι είναι φερέγγυοι, πλην όμως απέτυχαν να το αποδείξουν.

 

Όσον αφορά στο ζήτημα των πιθανοτήτων επιτυχίας ή μη της έφεσης, θεωρούμε ότι δεν βρισκόμαστε ενώπιον τέτοιων στοιχείων τα οποία θα ήταν επιτρεπτό να μας οδηγήσουν σε συμπέρασμα ότι η έφεση είναι προορισμένη σε επιτυχία ή έχει σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας, ως είναι η θέση των Καθ' ων η Αίτηση.  Ως εκ τούτου δεν αποτελεί το γεγονός αυτό στοιχείο υπολογίσιμο για να καθορίσει την αποτυχία της Αίτησης.  Αντίθετα, θα λέγαμε, χωρίς να αποφασίζουμε το θέμα, πως, θα προκύψει σοβαρό ζήτημα για συζήτηση, ενόψει των όσων ανέφεραν οι Αιτητές επί της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την Αίτηση τους, αλλά και στο περίγραμμα αγόρευσης τους, όπου διαφαίνεται ότι αυτοί θα επιμείνουν στη θέση τους και/ή θα την προωθήσουν, συνεπώς οι Καθ' ων η Αίτηση θα βρεθούν αντιμέτωποι με αυτήν, και δη πως η έφεση είναι απορριπτέα λόγω του ότι οι Καθ' ων η Αίτηση, παρ' ότι είναι υπό εκκαθάριση, δεν εξασφάλισαν άδεια για καταχώριση της έφεσης, ως προνοούν τα Άρθρα 232 και 233(1)(α) του Κεφ. 113.

 

Συνοπτικά, κρίνουμε πως αποδείχθηκε ενώπιον μας ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος οι Καθ' ων η Αίτηση να είναι ανίκανοι να πληρώσουν τυχόν έξοδα τα οποία, πιθανόν, να επιδικαστούν εναντίον τους στην παρούσα έφεση. Συνακόλουθα κρίνουμε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων, ως εκ τούτου, απορρίπτεται και ο λόγος ένστασης 19. 

 

Ο λόγος ένστασης 13 σχετίζεται με τη θέση ότι το ζητούμενο ποσό είναι διογκωμένο. Θα λάβουμε υπόψη μας την εν λόγω θέση στη συνέχεια.

 

Ενόψει όλων των προλεγόμενων, η Αίτηση επιτυγχάνει.  Έχουμε υπόψη τον ενδεικτικό κατάλογο εξόδων που επισύναψαν οι Αιτητές επί της Αίτησης τους.  Λαμβάνοντας όμως υπόψη και το ποσό που επιδικάζεται συνήθως από το Εφετείο σε ίδια κλίμακα ως η κλίμακα της παρούσας έφεσης (κυρίως όμως το ποσό της πρωτόδικης εκκαλούμενης απόφασης), κρίνουμε ότι το ποσό των €4.000,00 πλέον Φ.Π.Α. είναι εύλογο ως ασφάλεια για τα έξοδα των Αιτητών για την έφεση.  Περαιτέρω, θεωρούμε ορθό στο ποσό ασφάλειας εξόδων, εφόσον η Αίτηση επιτυγχάνει, να προστεθεί και το ποσό των €2.400,00 το οποίο θα αφορά ασφάλεια εξόδων της παρούσας Αίτησης. Συνεπώς, το συνολικό ποσό της ασφάλειας εξόδων, που θεωρούμε εύλογο, καθορίζεται στο ποσό των €6.400,00 πλέον Φ.Π.Α..

 

Συνακόλουθα εκδίδονται τα ακόλουθα διατάγματα:

 

1.  Διάταγμα με το οποίο οι εφεσείοντες διατάσσονται να παράσχουν ασφάλεια για τα έξοδα των εφεσίβλητων εντός 45 ημερών από σήμερα, για το ποσό των €6.400,00, πλέον Φ.Π.Α., δια της κατάθεσης του εν λόγω ποσού στην Πρωτοκολλητή του Εφετείου ή δια παράδοσης σε αυτήν ανέκκλητης τραπεζιτικής εγγύησης προς όφελος των εφεσίβλητων.

 

2.  Διάταγμα με το οποίο διατάσσεται η αναστολή κάθε διαδικασίας στην παρούσα έφεση έως ότου οι εφεσείοντες συμμορφωθούν με το προειρημένο διάταγμα ασφάλειας εξόδων.

 

3.  Διάταγμα με το οποίο διατάσσεται όπως σε περίπτωση που οι εφεσείοντες δεν συμμορφωθούν με το προειρημένο διάταγμα ασφάλειας εξόδων, η παρούσα έφεση θα θεωρείται απορριφθείσα με έξοδα προς όφελος των εφεσίβλητων και εναντίον των εφεσειόντων.

 

Επιδικάζονται έξοδα της επίδικης Αίτησης, προς όφελος των Αιτητών - εφεσίβλητων και εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση - εφεσειόντων, ύψους €2.400,00 πλέον Φ.Π.Α. εάν υπάρχει.

 

 

                                                                   Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

                                                                   Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

                                                                   Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο