ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε135/2023)

 

18 Νοεμβρίου 2024

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ,  Δ/στες]

 

Μ.Ρ.Λ.,

Εφεσείουσα

v.

 

Ι.Κ.Ο.,

Εφεσίβλητου

 

M. Κιτρομηλίδης για Μ. Κιτρομηλίδης Δικηγόροι ΔΕΠΕ για Εφεσείουσα

Μ. Βιολάρης για Μ. Βιολάρης  ΔΕΠΕ για Εφεσίβλητο

 

------------------------------

 

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.

 

----------------------

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ: Παρά το ότι οι διάδικοι, πρώην σύζυγοι, έλυσαν τις περιουσιακές τους διαφορές, από το έτος 2013, με την έκδοση εκ συμφώνου απόφασης, ακόμη εκκρεμούν στα Δικαστήρια διαδικασίες που αφορούν την εκτέλεση της εν λόγω απόφασης. Είναι χρήσιμη, υπό τας περιστάσεις, η συνοπτική αναφορά στην προϊστορία της επίδικης, στην παρούσα, πρωτόδικης διαδικασίας.

 

Ως αποτυπώνεται στο πρακτικό του Οικογενειακού Δικαστηρίου, ημερομηνίας 30.4.2013, οι διάδικοι διευθέτησαν τις περιουσιακές τους διαφορές με τον εξής τρόπο:

 

«Δικαστήριο:

Μετά από κοινό αίτημα των δύο πλευρών ο φάκελος ήρθε ενώπιον μου σήμερα με σκοπό να εκδοθεί απόφαση. 

Κ.Κλεόπας:

΄Εχουμε καταλήξει και στη δήλωση μας καταθέτουμε ως Τεκμήριο Α αντίγραφο συμφωνητικού εγγράφου σε σχέση βεβαίως μόνο με το θέμα των περιουσιακών διαφορών και ζητούμε όπως εκδοθεί απόφαση και Διάταγμα ως ακολούθως: 

1.Απόφαση και Διάταγμα εναντίον του Καθ΄ου η αίτηση και υπέρ της Αιτήτριας για το ποσό του €1.000,000 το οποίο θα καταβληθεί ως ακολούθως: 

(α)  €200.000 μέχρι τις 31.12.2013 το αργότερο και

(β)  €800.000 μέχρι τις 31.12.2014 το αργότερο.

 

Παράλειψη πληρωμής, εκτός των άλλων νομικών συνεπειών, θα φέρει νόμιμο τόκο από την ημέρα που τα ανωτέρω ποσά καταστούν πληρωτέα.

2. Ο Καθ' ου η αίτηση διατάσσεται να μεταβιβάσει στην Αιτήτρια το οικόπεδο με στοιχεία .... που σήμερα είναι εγγεγραμμένο στην εταιρεία .... Ltd.

3.Εις αντάλλαγμα των πιο πάνω, ήτοι §§ 1 και 2, η Αιτήτρια διατάσσεται να μεταβιβάσει στον Καθ' ου η αίτηση το μερίδιο της ήτοι 1/2 του συνόλου εις στην ημιτελή οικία των διαδίκων που βρίσκεται στο ..... .

4. Το ποσό των €200.000 το οποίο θα καταβληθεί από τον Καθ' ου η αίτηση στην Αιτήτρια ως η § 1 ανωτέρω και η μεταβίβαση του οικοπέδου υπ' αριθμό εγγραφής ..... από τον Καθ' ου η αίτηση στην Αιτήτρια ως η §2 ανωτέρω να γίνουν ταυτόχρονα με τη μεταβίβαση του μεριδίου της Αιτήτριας στην ημιτελή οικία των διαδίκων που βρίσκεται στο ..... επ ' ονόματι του Καθ' ου η αίτηση ως ανωτέρω διαλαμβάνεται στην § 3.

5. Η Αιτήτρια δικαιούται να εγγράψει memo επί του μεριδίου της στην ημιτελή κατοικία ταυτόχρονα με τη μεταβίβασή του στον Καθ' ου η αίτηση.

6. Οι πίνακες και τα αντικείμενα, λεπτομέρειες των οποίων αναφέρονται στο παράρτημα στο οποίο αναφορά γίνεται στην § 3 του Τεκμηρίου A, όσοι και όσα είναι σημειωμένα με Χ και ευρίσκονται στη συζυγική οικία στην οποία διαμένει η Αιτήτρια να επιστρέψουν στον Καθ' ου η αίτηση εντός δύο μηνών από σήμερα και θα αποτελούν ιδιοκτησία του Καθ' ου η αίτηση.

Η υπόλοιπη κινητή περιουσία που βρίσκεται στη συζυγική οικία ανήκει στην Αιτήτρια και ουδεμία αξίωση έχει ο Καθ' ου η αίτηση.

7.Ο Καθ' ου η αίτηση αποποιείται από οποιοδήποτε δικαίωμα επιστροφής διατροφής, το οποίο πιθανόν να δικαιούται μέχρι σήμερα.

8. Οποιαδήποτε άλλη κινητή ή ακίνητη περιουσία βρίσκεται στην κατοχή και/ή ιδιοκτησία οποιουδήποτε από τους διαδίκους, παραμένει στην ιδιοκτησία και κατοχή του καθενός από τους διαδίκους.

Ο Καθ' ου η αίτηση αναλαμβάνει να κάμει ενέργειες ούτως ώστε οι τράπεζες απαλλάξουν την Αιτήτρια από οποιαδήποτε εγγύηση της προς όφελος του ή των εταιρειών του Καθ' ου η αίτηση, το οποίο ζητούμε να καταγραφεί απλώς δήλωση και όχι μέρος της απόφασης ή του Διατάγματος. 

Η κάθε πλευρά να επωμισθεί τα έξοδα της. 

κ. Θεοδώρου:

Συμφωνώ. Η κάθε πλευρά τα έξοδα της. 

Δικαστήριο:

Εκ συμφώνου εκδίδεται απόφαση και Διάταγμα δικαστηρίου ως οι δηλώσεις των δύο πλευρών με την οποία επιλύονται όλες οι περιουσιακές διαφορές μεταξύ των διαδίκων ως πρώην συζύγων, που αφορούν τόσο κινητή όσο και ακίνητη περιουσία.

Οι μεταβιβάσεις οι οποίες θα γίνουν ως ανωτέρω διαλαμβάνεται, θα είναι απαλλαγμένες από μεταβιβαστικά τέλη, Φόρο Κεφαλαιουχικών Κερδών και/ή από οποιουσδήποτε άλλους φόρους για τους οποίους με βάση τον νόμο υπάρχει απαλλαγή καταβολής, εφόσον οι μεταβιβάσεις από τον έναν διάδικο στον άλλον γίνονται με απόφαση Δικαστηρίου για διευθέτηση και επίλυση περιουσιακών διαφορών ως πρώην συζύγων. 

Η κάθε πλευρά τα έξοδα της.

 Οποιαδήποτε προηγούμενη διαταγή για έξοδα ακυρώνεται».

 

          (Σημ.: Γίνεται απάλειψη από το κείμενο συγκεκριμένων δεδομένων, ως εμφαίνεται ανωτέρω, ως αχρείαστα για σκοπούς κατανόησης του κειμένου).

 

            Εκ συμφώνου, περαιτέρω, υπήρξε δήλωση αναστολής συγκεκριμένων ενεργειών, ως αποτυπώνεται στο πρακτικό, ημερομηνίας 7.3.2014:

 

«κ.Πανάγος:

Περαιτέρω ζητούμε όπως καταγραφούν ως απλές δηλώσεις των δικηγόρων τα ακόλουθα:

Η πληρωμή των €200.000 και η μεταβίβαση του οικοπέδου που αναφέρονται στην Απόφαση ημερ. 30/4/2013, αναστέλλονται μέχρι τις 21/12/2014.  Το ποσό των €200.000 θα φέρει νόμιμο τόκο από 31/12/2013 μέχρι την εξόφληση του. 

Επίσης η πληρωμή του ποσού των €800.000 που αναφέρεται στην απόφαση ημερ. 30/4/2013 θα παραταθεί μέχρι τις 30/6/2015.  Το εν λόγω ποσό θα φέρει τόκο 5% από 31/12/2014 μέχρι την εξόφληση του. 

Κα Μιχαηλίδου:

Συμφωνώ είναι κοινές δηλώσεις.

Δικαστήριο

Οι δηλώσεις των δύο πλευρών έχουν καταγραφεί.»

 

          Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, είχαν τεθεί διάφορες αιτήσεις για μέτρα εκτέλεσης του μέρους της απόφασης που αφορούσε την υποχρέωση του εφεσίβλητου να καταβάλει τα ως άνω ποσά. Οι προσπάθειες αυτές της εφεσείουσας ήταν ανεπιτυχείς. Τέσσερεις τέτοιες απορριπτικές αποφάσεις αποτέλεσαν αντικείμενο έφεσης. Πρόκειται για τις Εφέσεις 9/22, 28/22, 29/22 και 30/22 οι οποίες αποφασίστηκαν από το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο, ως ήταν τότε, στις 21.3.2023. Κρίθηκε ότι η προβληματική όλων των αποφάσεων ήταν κοινή. Είχε ως επίκεντρο την εκ συμφώνου απόφαση, ημερομηνίας 30.4.2013, και το πως ερμηνεύτηκε σε σχέση με τις υπό κρίση, εκεί, αιτήσεις που αφορούσαν τρόπο άμεσης ή έμμεσης εκτέλεσης. Λέχθηκε συναφώς:

 

«Εκείνο που ουσιαστικά κρίθηκε πρωτοδίκως ήταν ότι η απόφαση με τις πολλές επάλληλες υποχρεώσεις που αφορούσαν διαφορετικά αντικείμενα ή ακίνητα ή στο χρηματικό μέρος δημιουργούσαν πρόβλημα στην εκτελεστότητα αυτής, ώστε η Εφεσείουσα να μην μπορεί να θεωρηθεί «εξ αποφάσεως πιστωτής» και ή κατ΄επέκταση ο Εφεσίβλητος «εξ αποφάσεως οφειλέτης».  Εξετάζοντας προσεκτικά το περιεχόμενο της εκ συμφώνου απόφασης παρατηρούμε πως ήταν ένα πλαίσιο υποχρεώσεων και δικαιωμάτων και για τους δύο διάδικους.  Μάλιστα αφορούσε και υποχρεώσεις μεταβίβασης ενός ακινήτου που ανήκε σε τρίτο νομικό πρόσωπο.  Περιλάμβανε δε αριθμό πράξεων και αντικειμένων, διαμορφούμενων υποχρεώσεων που αναστάλθηκαν.  Συνεπώς, δέον να θεωρηθεί ότι ήταν μια απόφαση υποκείμενη σε όρους ή προϋποθέσεις.  Συνεπώς τύγχανε εφαρμογής η Δ.40 θ.3 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας[1].  Και αυτό αφορά όλες τις επίδικες αιτήσεις.  ΄Ηταν προαπαιτούμενο το «ξεκαθάρισμα» του ποίος όρος της απόφασης πληρώθηκε, από ποίο και από πότε.  Αντ΄αυτού, η Εφεσείουσα επιδίωξε σ΄όλες τις αιτήσεις να απλοποιήσει τα πράγματα θεωρώντας ότι μια επιστολή που έστειλε στον Εφεσίβλητο για συμμόρφωση ήταν αρκετή για να ενεργοποιήσει όλες τις διαδικασίες.  Το ίδιο συμβαίνει και με την αίτηση καταδολίευσης ή με την αίτηση για κατάσχεση εις χείρας τρίτου.  Πέραν αυτού όμως, θα επιχειρηθεί η κατ΄έφεση ανάλυση των δεδομένων, ώστε να καταδειχθεί πως η πρωτόδικη κρίση ήταν ορθή.»

 

          Το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο, στην ως άνω απόφαση του, έχοντας εντοπίσει το γεγονός ότι κατά το χρόνο που η εφεσείουσα κάλεσε τον εφεσίβλητο να παρουσιαστεί στο Κτηματολόγιο για τη μεταβίβαση, αυτό ήταν υποθηκευμένο, περιέλαβε στο απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση που με επιδοκιμασία, ως προκύπτει, παρέθεσε και το ότι:

 

«Το ζητούμενο δεν είναι αν η Αιτήτρια κάλεσε τον Καθ' ου η αίτηση 1 τη συγκεκριμένη ημέρα στο κτηματολόγιο και δήλωνε ότι επεδείκνυε ετοιμότητα συμπληρώνοντας σχετικά έγγραφα, αλλά αν όντως τη συγκεκριμένη μέρα ήταν σε θέση να προβεί στη μεταβίβαση προκειμένου οι εκατέρωθεν υποχρεώσεις γίνουν ταυτόχρονα, κάτι για το οποίο δεν έχω πεισθεί.»

 

          Προχώρησε δε, με τη δική του κρίση, ως εξής:

 

«Η Εφεσείουσα παραπονείται πως το Δικαστήριο παρέλειψε να ασχοληθεί με τη Δ.40 θ.2 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.[2] Εκτός του ότι η Διαταγή αυτή δεν περιέχεται στη βάση της Αίτησης, στην ουσία το Δικαστήριο ασχολήθηκε με το θέμα αυτό ακριβώς διότι θεώρησε την απόφαση εκδοθείσα με όρους που δεν πείσθηκε ότι ικανοποιήθηκαν.  Γι΄αυτό και έκρινε πως δεν στοιχειοθετείτο η έννοια του εξ αποφάσεως οφειλέτη ή πιστωτή.  Αυτό ακριβώς αποτελεί και έτερο λόγο έφεσης ότι κακώς δηλαδή το Δικαστήριο δεν πείσθηκε πως η Εφεσείουσα θα μπορούσε να προχωρήσει με τη μεταβίβαση.  Όμως και αυτό το θέμα κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο στο ευρύτερο πλαίσιο των όρων της απόφασης που δεν τηρήθηκαν. 

 

Η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν ορθή, συμβαδίζει δε με τη Δ.40 θ.2 αλλά κυρίως με τη Δ.40 θ.3 με βάση την οποία συνάγεται ότι όταν  πρόκειται για απόφαση υπ΄όρους δέον να προηγηθεί αίτηση για άδεια για εκτέλεση, κάτι που εδώ δεν έγινε. Δεν παρέχεται λοιπόν πεδίο επέμβασης μας.

Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στο «The Annual Practice 1955», O.42, rr.7-9, (σελ.747) από όπου συνάγεται ως αναγκαία η προηγούμενη άδεια για εκτέλεση όταν πρόκειται για απόφαση υπό όρους.  "For leave to issue execution". Leave must be applied for in the following cases:  . Where the judgment or order is conditional or contingent upon some act to be done by the party claiming relief ..".  (Βλεπίσης Halsbury's Laws of England, 3rd ed. Vol.16, p.6 και Morgan v Brisco (1885), 31 Ch.D. 216; and Bell v. Denver (1886), 54 L. T. 729). 

Η πρωτόδικη κρίση υπήρξε ορθή, όπως ήδη έχουμε αναφέρει πιο πάνω, και την επικυρώνουμε.  Η αίτηση με την οποία ζητείτο άδεια για εκτέλεση έπρεπε να προηγηθεί του όποιου μέτρου εκτέλεσης, αφού ακριβώς διασαφήνιζε πολλά θέματα που αφορούσαν την ίδια την εκτελεστότητα της απόφασης και συνεπώς τους όρους εξ αποφάσεως δανειστής ή οφειλέτης.  Γι΄αυτό και δεν κρίνουμε ορθό να εμβαθύνουμε στους εκατέρωθεν ισχυρισμούς και επιχειρήματα.»

 

          Με αυτά τα δεδομένα, η εφεσείουσα καταχώρησε, στις 6.4.2023, την υπό κρίση πρωτόδικη διαδικασία/αίτηση, με την οποία ζητείτο, μεταξύ άλλων:

 

«Α) "Διάταγμα του Δικαστηρίου για έκδοση άδειας για εκτέλεση της εκ συμφώνου Απόφασης και/ή Διατάγματος του Δικαστηρίου ημερομηνίας 30/04/2013 και του πρακτικού του Δικαστηρίου ημερομηνίας 07/03/2014, τα οποία εκδόθηκαν στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση, με το οποίο να κρίνεται και αποφασίζεται από το Δικαστήριο ότι το εξ αποφάσεως χρέος είναι υποκείμενο σε εκτέλεση και/ή η απόφαση εκτελεστή και ότι η Αιτήτρια είναι εξ αποφάσεως πιστωτής του Καθ' ου η Αίτηση και ο Καθ' ου η Αίτηση είναι εξ αποφάσεως οφειλέτης της Αιτήτριας.

Β) Διάταγμα και/ή Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η Αιτήτρια ήταν σε θέση να ανταποκριθεί στα όσα η εκ συμφώνου απόφαση ημερομηνίας και/ή Διάταγμα 30/04/2013 και το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερομηνίας 07/03/2014, τα οποία εκδόθηκαν στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση, την διέταζε να πράξει προκειμένου να πραγματοποιηθεί ταυτόχρονα η υλοποίηση της απόφασης και/ή διατάγματος και/ή ότι η Αιτήτρια από πλευράς της έπραξε ότι διατάχθηκε να πράξει δυνάμει της απόφασης και/ή διατάγματος ημερομηνίας 30/04/2013 και του πρακτικού του Δικαστηρίου ημερομηνίας 07/03/2014, αλλά δεν ήταν εφικτό να γίνουν λόγω της μη ανταπόκρισης και/ή εμφάνισης και/ή παρουσίας του Καθ' ου η Αίτηση.»

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, εξετάζοντας την αίτηση έκρινε ότι αυτή δεν μπορεί να επιτύχει για το λόγο ότι η εφεσείουσα δεν ήταν δυνατό να εκπληρώσει τη δική της υποχρέωση η οποία έπρεπε να γίνει ταυτόχρονα με την υποχρέωση από πλευράς του εφεσίβλητου.  Σ' αυτό το συμπέρασμα οδήγησε η επιβάρυνση του ακινήτου της εφεσείουσας με ΜΕΜΟ το οποίο ο εφεσίβλητος είχε εγγράψει επ' αυτού για οφειλόμενα προς αυτόν και από μέρους της εφεσείουσας έξοδα. Όπως το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε, το ακίνητο με το εμπράγματο βάρος δεν ήταν δυνατό να μεταβιβαστεί.

 

Είναι αυτή την απόφαση που προσβάλλει η παρούσα έφεση.  Προβάλλονται δύο λόγοι έφεσης.  Ο πρώτος λόγος έφεσης αποδίδει στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι λανθασμένα απέρριψε την ως άνω αίτηση της εφεσείουσας κρίνοντας και αποφασίζοντας ότι η εφεσείουσα δεν ήταν δυνατό να εκπληρώσει τη δική της υποχρέωση η οποία έπρεπε να γίνει ταυτόχρονα με την υποχρέωση από πλευράς του εφεσίβλητου, με μοναδικό λόγο ότι το εν λόγω ακίνητο της εφεσείουσας, κατά τον χρόνο εξέτασης της αίτησης, βαρύνετο με εμπράγματο βάρος και δεν ήταν δυνατό να μεταβιβαστεί.  Αιτιολογικά, προβάλλονται οι θέσεις της εφεσείουσας ως προς τις, σύμφωνα με αυτήν, παραλείψεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου και λανθασμένες κρίσεις του.  Με τον δεύτερο λόγο έφεσης, αποδίδεται σφάλμα στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τις πρόνοιες του Άρθρου 12(1) του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου του 1965 (Ν. 9/1965)

Έχουμε εξετάσει καθετί σχετικό με τα υπό κρίση θέματα, περιλαμβανομένης της επιχειρηματολογίας της κάθε πλευράς.

 

Ως προκύπτει από τη δικογραφία της πρωτόδικης διαδικασίας, η εξέταση αίτησης περιελάβανε, στη νομική της βάση, τη Δ.40 Θ.Θ. 2 και 3 των, σε ισχύ τότε, Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.  Περαιτέρω δε, έθετε, ενώπιον του Δικαστηρίου, μαρτυρία, ισχυρισμούς υποστηριζόμενους από σχετικά Τεκμήρια, ως προς το ότι, κατά τον χρόνο κατά τον οποίο η εφεσείουσα κάλεσε τον εφεσίβλητο να μεταβούν στο Κτηματολόγιο για μεταβίβαση (2.8.2022), το ακίνητο που αυτή όφειλε να μεταβιβάσει ταυτόχρονα με τις υποχρεώσεις του εφεσίβλητου, ήταν ελεύθερο παντός βάρους. Τέθηκε, επίσης μαρτυρία για πλήρη συμμόρφωση της εφεσείουσας με όλες τις δικές της υποχρεώσεις, την ειδοποίηση του εφεσίβλητου αλλά και το ότι το ακίνητο που ο εφεσίβλητος ανέλαβε, με βάση την εκ συμφώνου απόφαση, να μεταβιβάσει στην εφεσείουσα, είχε πωληθεί από την εταιρεία επ' ονόματι της οποίας ήταν εγγεγραμμένο, στις 21.11.2019, κατά παράβαση των συμφωνηθέντων. 

 

Τα ως άνω ουδόλως φαίνεται να αμφισβητήθηκαν ως υπαρκτά γεγονότα από τον εφεσίβλητο, ο οποίος, στην ένσταση του, προέβαλε τις δικές του εξηγήσεις και θέσεις για αυτά, με κύρια, περαιτέρω, ουσιαστική θέση την ύπαρξη, από τις 4.11.2022, εγγραφής, από μέρους του, ΜΕΜΟ επί του ακινήτου της εφεσείουσας, για απλήρωτα έξοδα.  Προέβαλε, επίσης, τη μη κλήση και της εταιρείας, επ' ονόματι της οποίας ήταν εγγεγραμμένο το ακίνητο που αυτός ανέλαβε να μεταβιβάσει, αν και αποδέκτηκε, εξηγώντας το γιατί, ότι αυτό πωλήθηκε.

 

Ορθό είναι να λεχθεί ότι, αν και στην παράγραφο Β του αιτητικού της αίτησης, δεν γίνεται αναφορά σε ημερομηνία κατά την οποία η εφεσείουσα ήταν σε θέση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της, από το κείμενο της ένορκης δήλωσης της, εμφανώς προκύπτει ότι αφορούσε την ημερομηνία κατά την οποία αυτή κάλεσε τον εφεσίβλητο να μεταβούν στο Κτηματολόγιο για ταυτόχρονη ικανοποίηση υποχρεώσεων, ήτοι την 2.8.2022.

 

Ορθό είναι, επίσης, να λεχθεί ότι οι αναφορές, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση, από πλευράς εφεσίβλητου, για το περιεχόμενο της μεταξύ των μερών ευρύτερης συμφωνίας, ουδόλως αφορούν τα υπό κρίση, αφού, ως ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο υπέδειξε, «. το μοναδικό λεκτικό που αντικατοπτρίζει τις προθέσεις των μερών ως προς την εκ συμφώνου απόφαση είναι το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερομηνίας 30/4/2013 και όχι το περιεχόμενο της συμφωνίας στην ολότητα της».  Κρίση η οποία, άλλωστε, δεν εφεσιβλήθηκε.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο περιορίστηκε στην εξέταση των όσων αφορούσαν το εμπόδιο που το υπό αναφορά ΜΕΜΟ έθετε στη μεταβίβαση του ακινήτου της εφεσείουσας, καταλήγοντας ότι, λόγω τούτου, η εφεσείουσα δεν ήταν σε θέση να εκπληρώσει την ταυτόχρονη υποχρέωση της.  Έκρινε, προς τούτο, ότι ο ουσιώδης χρόνος για την έκδοση διακηρυκτικής απόφασης είναι  η μέρα που το Δικαστήριο αποφασίζει και, κατ' εκείνη τη μέρα, το ακίνητο ήταν επιβαρυμένο.  Λόγω δε τούτου, δεν θεώρησε ορθό να προχωρήσει και να αποφανθεί επί των λοιπών θεμάτων της αίτησης για να μην προκαταβάλει την όποια, ενδεχομένως, μελλοντική κρίση.

 

Εντοπίζουμε σφάλμα στην προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σφάλμα το οποίο το οδήγησε σε εσφαλμένη τελική κρίση της αίτησης που είχε να εξετάσει και αποφασίσει.

 

Θα πρέπει να διέλαθε της προσοχής του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα, μεταξύ άλλων, αναζητούσε αναγνώριση του ότι, όταν κάλεσε τον εφεσίβλητο στο Κτηματολόγιο, στις 2.8.2022, για ταυτόχρονη μεταβίβαση (ημερομηνία ειδοποίησης 16..6.2022 και 26.7.2022), το ακίνητο που όφειλε, σύμφωνα με τους όρους της εκ συμφώνου απόφασης, να μεταβιβάσει, ήταν ελεύθερο παντός βάρους και ότι η ίδια είχε συμμορφωθεί με όλες τις υποχρεώσεις της.

 

Δεδομένης της μαρτυρίας που το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε ενώπιον του και από τις δύο πλευρές, αυτό προέκυπτε ως γεγονός.

 

Παρέλειψε, όμως, επίσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο, να ασχοληθεί με την από μέρους του εφεσίβλητου αδυναμία να ανταποκριθεί στην από μέρους του ταυτόχρονη υποχρέωση να πετύχει μεταβίβαση συγκεκριμένου ακινήτου στην εφεσείουσα, ως προέκυπτε από την εκ συμφώνου απόφαση, λόγω πώλησης του από πολύ προηγουμένως, ήτοι από 21.11.2019.  Ένα τέτοιο γεγονός, το οποίο και πάλι δεν αμφισβητήθηκε ως γεγονός, όχι μόνο αφορά την εφαρμογή των προνοιών της Δ.40 Θ.2, αλλά παράλληλα αφορά και τις πρόνοιες της Δ.40 Θ.3, τηρουμένης της από μέρους της εφεσείουσας εκπλήρωσης των δικών της υποχρεώσεων και της ειδοποίησης του εφεσίβλητου. 

 

Επομένως, ο περιορισμός, από μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου, στην εξέταση της επίδρασης του αναφερόμενου ΜΕΜΟ, αυτοεγκλώβισε το πρωτόδικο Δικαστήριο στο να παραγνωρίσει το τι ουσιαστικά ζητείτο από αυτό.  Που δεν ήταν άλλο από το ότι στο ως άνω συγκεκριμένο χρονικό σημείο, η εφεσείουσα είχε πλήρως συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της, δυνάμει της εκ συμφώνου απόφασης, και κάλεσε τον εφεσίβλητο να προβούν σε ταυτόχρονη υλοποίηση των υποχρεώσεων τους.  Και ότι ο εφεσίβλητος, ούτε παρουσιάστηκε προς τούτο, ούτε θα μπορούσε, εκ των πραγμάτων να υλοποιήσει όλες τις δικές του υποχρεώσεις.  Αυτό είναι που, σε εκείνο το χρονικό σημείο, έδωσε στην εφεσείουσα το δικαίωμα να αποταθεί στο Δικαστήριο για άδεια έκδοσης μέτρων εκτέλεσης, αφού αυτή κατέστη εξ αποφάσεως πιστωτής και ο εφεσίβλητος εξ αποφάσεως οφειλέτης.

 

Καθετί άλλο εκφεύγει, υπό τας περιστάσεις της παρούσας, των επίδικων σ' αυτήν θεμάτων και δύναται, αναλόγως της περίπτωσης, να τεθεί ως λόγος ένστασης σε ενδεχόμενο μέτρο εκτέλεσης, εκεί όπου το Δικαστήριο θα μπορεί, ενδεχομένως, να θέσει κατάλληλους όρους.  Άλλωστε, διαφορετική προσέγγιση θα επιβράβευε τον εφεσίβλητο για τη μη ανταπόκριση του σε ταυτόχρονη υλοποίηση της εκ συμφώνου απόφασης κατά τις 2.8.2022, με μη εκπλήρωση της, λόγω ΜΕΜΟ που αυτός καταχώρησε μεταγενέστερα.

 

Είναι στη βάση των ως άνω που κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλλε στην κρίση του, καθιστώντας επιβεβλημένη την παρέμβαση μας.

 

Κρίνουμε ότι, με βάση όσα τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αναπόφευκτη ήταν η κατάληξη στα ως άνω συμπεράσματα και, κατά συνέπεια, η έγκριση της υπό κρίση αίτησης.

 

Βάσιμος κρίνεται, εκ των πραγμάτων, ο πρώτος λόγος έφεσης, συμπαρασύροντας και τον δεύτερο, χωρίς να παρίσταται ανάγκη να λεχθεί οτιδήποτε περαιτέρω.

 

Η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται, περιλαμβανομένης της διαταγής για τα έξοδα.

 

Εκδίδεται διάταγμα ως η παράγραφος Α της αίτησης, ημερομηνίας 6.4.2023.  Υπό τα δεδομένα, τα υπόλοιπα αιτητικά κρίνονται αχρείαστα.

 

Επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον του εφεσίβλητου τόσο τα πρωτόδικα έξοδα όσο και τα έξοδα της έφεσης.  Τα πρωτόδικα έξοδα καθορίζονται να είναι ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή του πρωτόδικου Δικαστηρίου και εγκριθούν από το πρωτόδικο Δικαστήριο.  Τα έξοδα της έφεσης καθορίζονται να είναι στο ποσό των €5.400,00 πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει.

 

 

 

 

 

                                                                   Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο