ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ.: 237/2024)
10 Οκτωβρίου 2024
[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
SHIMON MISTRIEL AYKOUT
Εφεσείων
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσίβλητης
‑‑‑‑‑‑‑-------------‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑-----
Μ. Νεοφύτου (κα), για τον Εφεσείοντα
Π. Ευθυβούλου (κα) Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας μαζί με Β. Μπίσσα και Γ. Πιριπίτση για Γενικόν Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Πική, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Δ.: Με πέντε λόγους έφεσης ο Εφεσείων προσβάλλει την ενδιάμεση απόφαση του Κακουργοδικείου Λευκωσίας ημερομηνίας 11.9.2024, με την οποία διατάχθηκε η κράτηση του εκκρεμούσης της δίκης λόγω του κινδύνου φυγοδικίας. Οι πρώτοι τέσσερεις λόγοι έφεσης αφορούν κατ' ισχυρισμό απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση κατά παράβαση του Άρθρου 8 του Συντάγματος και του αντίστοιχου Άρθρου 3 της ΕΣΔΑ, λόγω των συνθηκών κράτησης και προβλημάτων υγείας τα οποία αντιμετωπίζει. Περαιτέρω είναι η θέση του ότι το Κακουργοδικείο εσφαλμένα δεν εξέτασε τους ισχυρισμούς οι οποίοι άπτονται των συνθηκών κράτησης, κρίνοντας ότι δεν μπορούν να καθορίσουν το αποτέλεσμα του αιτήματος, παράλειψη η οποία αποστέρησε τον Εφεσείοντα από τη χρήση αποτελεσματικού ένδικου μέσου θεραπείας προς άρση της συνεχιζόμενης παραβίασης.
Με τον πέμπτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η διαταγή για κράτηση στη βάση του κινδύνου φυγοδικίας. Ο Εφεσείων υποστηρίζει ότι πρωτοδίκως δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στη σοβαρότητα των υπό κατηγορία αδικημάτων σε συνάρτηση με την έλλειψη δεσμών του Εφεσείοντος με την Κυπριακή Δημοκρατία, χωρίς επεξήγηση των λόγων για τους οποίους οι προτεινόμενοι όροι εγγύησης, περιλαμβανομένης χρηματικής εγγύησης ύψους ενός εκατομμυρίου ευρώ, κρίθηκαν ως μη ικανοποιητικοί.
(Ι) Απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση
Οι ισχυρισμοί της συνηγόρου του Εφεσείοντος για απάνθρωπή ή εξευτελιστική μεταχείριση κατά την κράτηση του στις Κεντρικές Φυλακές επικεντρώνονται στα ακόλουθα: (α) Ο προσωπικός του χώρος στο κελί στο οποίο διαμένει είναι μικρότερος από 3 τ.μ., (β) Το βράδυ δεν του επιτρέπεται πρόσβαση στα αποχωρητήρια της πτέρυγας με αποτέλεσμα να αναγκάζεται να ουρεί σε μπουκάλι, (γ) Αντιμετωπίζει αναπνευστικά προβλήματα τα οποία δυσχεραίνονται από παθητικό κάπνισμα στην πτέρυγα των Φυλακών όπου κρατείται, (δ) Πάσχει από ελάσσονα ψυχιατρική διαταραχή ή νοσοφοβία, τουτέστιν φοβία ως προς τα φάρμακα τα οποία του χορηγούνται και κατά πόσον είναι αποτελεσματικά. Παρότι έχει προταθεί συμβουλευτική και συστηματική παρακολούθηση, τούτο δεν έγινε μέχρι σήμερα, (ε) Δέχτηκε επίθεση από άλλο κρατούμενο λόγω της εβραϊκής του καταγωγής.
Πρωτοδίκως, προς υποστήριξη της θέσης περί απάνθρωπής ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσείοντος προσκόμισε αριθμό επιστολών προς τις Κεντρικές Φυλακές και την Επίτροπο Διοικήσεως, στις οποίες αναφέρονται οι κατ' ισχυρισμό συνθήκες κράτησης και προβλήματα υγείας. Παρέδωσε επίσης έκθεση της Επιτρόπου Διοικήσεως ημερομηνίας 17.7.2024, αφορώσα το πρόβλημα υπερπληθυσμού στην Πτέρυγα 1Β των Κεντρικών Φυλακών όπου στα κελιά σε κάθε κρατούμενο αντιστοιχούν λιγότερα από 2 τ.μ. προσωπικός χώρος, το οποίο σύμφωνα με τα πρότυπα της Επιτροπής Πρόληψης Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης (CPT), δεν εξασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων (βλ. παρ. 14). Σημειωτέον ότι με βάση την επιστολογραφία της συνηγόρου του Εφεσείοντος και του Τμήματος Φυλακών, ο Εφεσείων δεν κρατείται στη συγκεκριμένη πτέρυγα. Παραδόθηκε επίσης έκθεση της CPΤ ημερομηνίας 17.5.2024, αφορώσα τη μεταχείριση και συνθήκες κράτησης στις Κεντρικές Φυλακές, την οποία η συνήγορος του Εφεσείοντος επικαλείται εν σχέσει με το πρόβλημα πρόσβασης του σε αποχωρητήριο το βράδυ (παρ. 33, 35, 37). Η έκθεση της CPT αναφέρεται και στο πρόβλημα υπερπληθυσμού στην πτέρυγα στην οποία κρατείται ο Εφεσείων (παρ. 34).
Δεν θεωρούμε σκόπιμο να αναφερθούμε με λεπτομέρεια σε όλο το περιεχόμενο των επιστολών, τις οποίες έχουμε διεξέλθει με προσοχή. Σε σχέση με την κατάσταση της υγείας του Εφεσείοντος επισημαίνουμε ότι σε ιατρική έκθεση του ιδιώτη ιατρού Δρος Στεφάνου ημερομηνίας 9.8.2024, ο οποίος επισκέφθηκε και εξέτασε τον Εφεσείοντα στις Κεντρικές Φυλακές έχοντας πλήρη πρόσβαση στον ιατρικό του φάκελο, αναφέρεται ότι «[η] γενική υγεία είναι κλινικά αρκετά καλή, και απουσιάζει κάτι επείγον ή ιδιαίτερα οξύ», «ενδέχεται να εκδηλώνει ψυχογενή συμπτώματα ή/ και ελάσσονα ψυχιατρική διαταραχή ή και νοσοφοβία» για την οποία προτείνεται συμβουλευτική και συστηματική παρακολούθηση από κλινικό ψυχολόγο (παρ. 9). Από το αρχείο, ιστορικό ή φυσική εξέταση ο Δρ Στεφάνου δεν εντόπισε ότι νοσεί ή χρήζει εξέτασης για τα ακόλουθα: (α) αρρυθμία, (β) χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, (γ) καρδιακή ανεπάρκεια, (δ) υπνική άπνοια, (ε) αναπνευστική ανεπάρκεια (παρ. 4). Προτείνεται όμως αριθμός ιατρικών εξετάσεων προς αποκλεισμό συγκεκριμένων παθήσεων, ήτοι στεφανιαίας νόσου, καρκίνου του παχέος εντέρου (κολονοσκόπηση), σακχαρώδους διαβήτη, παρακολούθησης της απώλειας βάρους και υπέρηχος (ultra sound) ήπατος (παρ. 5, 6). Αναφέρεται καλοήθης υπερπλασία του προστάτη (είναι 74 ετών) και σχετική συμπτωματολογία για την οποία συστήνεται όπως του επιτρέπεται να πηγαίνει στο αποχωρητήριο το βράδυ (παρ. 13). Σχετικά με το παράπονο για παθητικό κάπνισμα η επιστολή αναφέρει ότι ο Εφεσείων είχε δίκιο (παρ. 10), όπως και για τον υπέρμετρο συγχρωτισμό και απάνθρωπες συνθήκες (παρ. 11), χωρίς όμως περαιτέρω εξειδίκευση και χωρίς το παθητικό κάπνισμα να συνδέεται με κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα υγείας.
Όπως διαπιστώσαμε κατά την ενώπιον μας διαδικασία αντίγραφο της επιστολογραφίας της ευπαιδεύτου συνηγόρου του Εφεσείοντος η οποία δόθηκε στο πρωτόδικο Δικαστήριο ως δέσμη εγγράφων μαζί με το γραπτό κείμενο αγορεύσεως, εκ παραδρομής δεν δόθηκε στην άλλη πλευρά. Ένεκα της σοβαρότητας του εγειρόμενου θέματος δόθηκε χρόνος στην πλευρά της Εφεσίβλητης για να τοποθετηθεί. Κατά την επόμενη ημερομηνία αγορεύσεων, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της Εφεσίβλητης μάς παρέδωσαν δέσμη επιστολών οι οποίες στάλθηκαν από το Τμήμα Φυλακών στους εκάστοτε συνηγόρους του Εφεσείοντος. Στις επιστολές καταγράφονται λεπτομερώς όλες οι ιατρικές εξετάσεις στις οποίες υπεβλήθη (τέσσερεις καρδιολογικές, πνευμονολογικές κ.ά.) χωρίς ιδιαίτερα ευρήματα, αριθμός προγραμματισθεισών εξετάσεων και αναλύσεων, η χορήγηση συσκευής (υπνικής) άπνοιας στο κελί του καθ' όλο το 24ωρο, η παροχή όλης της αναγκαίας ιατροφαρμακευτικής αγωγής και περίθαλψης, καθώς και συγκεκριμένης διατροφής (kosher), η οποία εζητήθη από τον ίδιο στο μέτρο του επιτρεπτού. Υπογραμμίζεται ότι: (α) στις 15.7.2024 επισκέφθηκε πνευμονολόγο στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, η οποία ανέφερε ότι οι πνεύμονες του είναι σε πολύ καλή κατάσταση και δεν χρήζει επανεξέτασης, και (β) σε έκθεση της ιατρικής λειτουργού των Φυλακών η κατάσταση της υγείας του χαρακτηρίζεται ως πολύ καλή.
Εν σχέσει με τις συνθήκες κράτησης σημαντικό είναι το περιεχόμενο της επιστολής ημερομηνίας 30.9.2024 αποσταλείσας εκ μέρους του Αναπληρωτή Διευθυντή Φυλακών προς τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, στην οποία αναφέρεται ότι από τις 19.7.2024, ο Εφεσείων διαμένει με ένα άτομο στο κελί του με διαστάσεις 8 τ.μ., το οποίο διαθέτει παράθυρο. Πέραν τούτου και παρόλα τα προβλήματα του υπερπληθυσμού που αντιμετωπίζει το Τμήμα Φυλακών, με απόφαση της Διεύθυνσης, ερωτήθη εάν επιθυμεί να μένει μόνος σε κελί ενδεχόμενο στο οποίο εξέφρασε έντονη διαφωνία, αιτούμενος γραπτώς όπως παραμείνει με τον συγκεκριμένο συγκάτοικο, καθότι τον βοηθά το βράδυ ενόσω κοιμάται με τη συσκευή άπνοιας. Πράγμα το οποίο επιβεβαίωσε με ανάλογο γραπτό αίτημα ο συγκάτοικός του. Περιπλέον αναφέρεται ότι στο συγκεκριμένο κελί υπάρχει κλιματισμός που δύναται να λειτουργεί τις ώρες που επιθυμεί ο Εφεσείων καθόλη τη διάρκεια του 24ώρου, και ότι κατόπιν αιτήματος του ιδίου από τις 30.8.2024, τοποθετήθηκε στο δωμάτιο του ψύκτης αέρος (air cooler).
Στην ίδια επιστολή όπως και σε προηγούμενη ημερομηνίας 13.9.2024 του Αναπληρωτή Διευθυντή Τμήματος Φυλακών προς την Επίτροπο Διοικήσεως, και σε άλλες δυο επιστολές ημερομηνίας 25.7.2024 του Επιθεωρητή Τμήματος Φυλακών προς τη δικηγόρο του Εφεσείοντος αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι: (α) Ο Εφεσείων τοποθετήθηκε στη συγκεκριμένη πτέρυγα όπου τοποθετούνται όλοι οι νεοεισερχόμενοι κρατούμενοι και με γραπτά του αιτήματα ημερομηνίας 26.6.2024 και 25.7.2024 δήλωσε ότι επιθυμεί την παραμονή του σε αυτή την πτέρυγα. Στις επιστολές ημερομηνίας 25.7.2024 αναφέρεται ότι η αλλαγή πτέρυγας δεν συστήνεται και για λόγους ασφάλειας. Επισημαίνεται ότι το δεύτερο αίτημα του Εφεσείοντος για παραμονή στη συγκεκριμένη πτέρυγα υπεβλήθη μετά από επιστολές της συνηγόρου του ημερομηνίας 15.7.2024 και 16.7.2024, για αλλαγή πτέρυγας λόγω παθητικού καπνίσματος επικαλούμενη προβλήματα υγείας, (β) Διαμένει με ένα ακόμη κρατούμενο αφού και οι δυο εξέφρασαν τη συγκατάθεση τους για διαμονή στο ίδιο κελί.
Κατά την ενώπιον μας διαδικασία η συνήγορος του Εφεσείοντος συμφώνησε ότι όντως του δόθηκε η επιλογή να παραμείνει στο ίδιο κελί χωρίς συγκάτοικο, την οποία ο ίδιος αρνήθηκε. Δεν υπήρξε επίσης διαφωνία ότι διαμένει σε κελί διαστάσεων 8 τ.μ. Σχετικά με το παθητικό κάπνισμα μάς μετεφέρθη μέσω της συνηγόρου της Εφεσίβλητης δήλωση από τη Διεύθυνση Φυλακών πως παρότι δεν υπάρχει πτέρυγα μη καπνιστών, στο κελί του υπάρχει παράθυρο, ότι στις 6 π.μ. τα κελιά ανοίγουν και αερίζονται και ότι καθημερινώς από τις 7 π.μ. μέχρι τις 5 μ.μ., οι κρατούμενοι μπορούν να αυλίζονται ώστε να μην έχουν επαφή με καπνιστές. Κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα παρέχεται η δυνατότητα καθαρισμού της πτέρυγας από τους καπνούς. Σε περίπτωση δε που ο Εφεσείων αποδεχόταν να μεταφερθεί σε άλλη πτέρυγα ως του επροτάθη από τη Διεύθυνση Φυλακών, οι κρατούμενοι εκεί είναι πολύ λιγότεροι και ο αριθμός καπνιστών πολύ πιο περιορισμένος, ενώ ισχύουν οι ίδιες συνθήκες αύλησης.
Αναφορικά με τη νυχτερινή ούρηση, συμφώνως της ίδιας επίσημης πληροφόρησης μας ελέχθη από τη συνήγορο της Εφεσίβλητης, ότι σε κάθε κελί υπάρχει κουδούνι και είναι στη διάθεση του κάθε κρατούμενου να το χτυπήσει όσες φορές θέλει οπόταν το κελί ανοίγει με ασφάλεια και οδηγείται στο αποχωρητήριο. Η χρήση δοχείων για νυχτερινή ούρηση δεν είναι υπό την έγκριση της διεύθυνσης των φυλακών.
Έχουμε μελετήσει με προσοχή τις εισηγήσεις της κάθε πλευράς καθοδηγούμενοι από τη σχετική νομολογία στην οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια.
Πρωτοδίκως εκρίθη ότι τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει ο Εφεσείων δεν «μπορούν να κατατάξουν την κατάσταση της υγείας του σε μια άκρως ξεχωριστή περίπτωση που θα υπερφαλάγγιζε την αναγκαιότητα της κράτησης του, όπως έγινε στην υπόθεση Κλεοβούλου ν. Αστυνομίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 251, στην οποία μας παρέπεμψε η υπεράσπιση προς υποστήριξη της επιχειρηματολογίας της». Στην εν λόγω υπόθεση η άκρως εξαιρετική περίσταση αφορούσε «σοβαρή χαρακτηριολογική διαταραχή με έντονη αυτοκαταστροφική συμπεριφορά και τάση αυτοκαταστροφής με καταθλιπτικό ιδεασμό .. ο Εφεσείων εξετάσθηκε και εκτάκτως μετά από απόπειρα αυτοκτονίας με απαγχονισμό, αλλά και κατάποση λάμπας φθορίου». Διαπιστώθηκε πως «[τ]ούτο συναρτάται και προς την κράτηση του αλλά και προς την παρορμητικότητα της επικινδυνότητας και χειριστικότητας προς τον εαυτό του, ώστε μάλιστα να χρήζει και ψυχικής νοσηλείας».
Επισημαίνεται στην εκκαλούμενη απόφαση ότι η Υπεράσπιση δεν ήγειρε ζήτημα επιδείνωσης ή υποτροπής της υγείας του Εφεσείοντος, αλλά ούτε κάτι τέτοιο προκύπτει από τις ιατρικές εκθέσεις οι οποίες τέθηκαν ενώπιον του. Αντιθέτως, δόθηκε άδεια σε ιδιώτη γιατρό της επιλογής του να τον επισκεφθεί και εξετάσει, τού χορηγήθηκε μηχάνημα οξυγόνου εν όψει του προβλήματος υπνικής άπνοιας που αντιμετωπίζει και του χορηγείται σχετική φαρμακευτική αγωγή ως ήδη λάμβανε, ανεξαρτήτως εάν αυτή είναι διαφορετικού σκευάσματος.
Πότε δικαιολογείται απόλυση φυλακισθέντος για λόγους υγείας οι οποίοι καθιστούν την εκτέλεση της ποινής απάνθρωπή μεταχείριση εξετάστηκε εκτενώς στην υπόθεση Κώστα ν. Δημοκρατία, Ποιν. Έφ. 205/20, ημερ. 22.12.2021. Παραθέτουμε αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα:
«Το ερώτημα που τίθεται υπό αυτές τις περιστάσεις είναι κατά πόσο η κατάσταση της υγείας του εφεσείοντα καθιστά την εκτέλεση της ποινής του απάνθρωπη μεταχείριση εν τη εννοία του Άρθρου 3 και του Άρθρου 8, αντιστοίχως.
Σύμφωνα με την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου υφίσταται θετική υποχρέωση των κρατών να οργανώσουν το σωφρονιστικό τους σύστημα με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται στους κρατούμενους ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας (μεταξύ άλλων Tsokas and others v. Greece, Αρ. Υποθ. 41513/12, 18.5.2014). Δεν έχει, όμως, αναγνωριστεί γενική υποχρέωση αποφυλάκισης, ακόμα και αν ο φυλακισμένος πάσχει από μια ιδιαίτερα δύσκολη πάθηση ως προς την αντιμετώπιση της. Παρά ταύτα, δεν αποκλείεται ότι σε «ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις, το Κράτος μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπο με καταστάσεις στις οποίες η ορθή απονομή της δικαιοσύνης απαιτεί τη λήψη μέτρων ανθρωπιστικής φύσης για τη θεραπεία του κρατούμενου ασθενούς. Συνεπώς, σε εξαιρετικές περιστάσεις, όπου η κατάσταση της υγείας του ασθενούς είναι απολύτως ασυμβίβαστη με την κράτηση του, το Άρθρο 3 μπορεί να επιτάσσει την αποφυλάκιση του υπό ορισμένες προϋποθέσεις» (βλ. Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Ερμηνεία κατ' άρθρο, 2η έκδοση ενημερωμένη και εμπλουτισμένη, Διεύθυνση έκδοσης Λίνος-Αλέξανδρος Σισιλιάνος, σελίδα 37 επ.), με αναφορά στις εξής υποθέσεις ΕΔΔΑ, Mouisel κ. Γαλλίας, ό.π., Űrfi çetinkaya κ. Τουρκίας, 23.7.2013, παρ.90, ΕΔΔΑ, Matencio κ. Γαλλίας, 15.1.2004, παρ. 76, Sakkopoulos κ. Ελλάδας, 15.1.2004, παρ.38, ΕΔΔΑ, Rojkov κ. Ρωσσίας, 19.7.2007, παρ. 104, Scoppola κ. Ιταλίας, 10.6.2008, παρ. 50, Gϋlay Çetin κ. Τουρκίας, 5.3.2013, παρ.102, ΕΔΔΑ, Sawoniuk κ. Ηνωμένου Βασιλείου (απόφαση επί του παραδεκτού), 29.5.2001, Papon κ. Γαλλίας (απόφαση επί του παραδεκτού), 7.6.2001.
Παρομοίως, το Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου δεν έχει αναγνωρίσει γενική υποχρέωση απελευθέρωσης κρατουμένου, με δεδομένη βέβαια την υποχρέωση του κράτους να μεριμνά ώστε να παρέχεται η αναγκαία ιατρική διάγνωση και φροντίδα. Όπως υποδείχθηκε πρόσφατα αναφορικά με το Άρθρο 3 της ΕΣΔΑ στην Στυλιανού ν. Διευθυντής Τμήματος Κεντρικών Φυλακών, Πολ. Έφ. Αρ. 273/20, ημερ. 6.10.2021, ECLI:CY:AD:2021:A440, με αναφορά στην Rozhkov v. Russia, Application No. 64140/00, 19.7.2007:
«Το Άρθρο 3 δεν καθιερώνει γενική υποχρέωση στα Κράτη να απελευθερώνουν κρατούμενους για λόγους υγείας, επιβάλλει μάλλον υποχρέωση προστασίας της σωματικής τους υγείας, παρέχοντας, για παράδειγμα, την απαιτούμενη ιατρική αρωγή. Όπως τέθηκε στην Rozhkov v. Russia, ανωτέρω, η οποία αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση:
«However, Article 3 cannot be construed as laying down a general obligation to release detainees on health grounds. It rather imposes an obligation on the State to protect the physical well-being of persons deprived of their liberty». (Βλ. επίσης, R (VC) v. SSHD [2018] EWCA Civ.57)».
Σημαντική είναι και η επισήμανση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Στυλιανού ν. Διευθυντής Τμήματος Κεντρικών Φυλακών (ανωτέρω) ότι «[τ]ο επίπεδο της απόδειξης παραβίασης του Άρθρου είναι ψηλό, προφανώς γιατί η υποχρέωση που εναποτίθεται στο Κράτος, σε αντιδιαστολή με υποχρεώσεις που προβλέπονται από κάποια άλλα άρθρα της ΕΣΔΑ, είναι απόλυτη». Συμφώνως της νομολογίας του ΕΔΑΔ το επίπεδο απόδειξης των γεγονότων είναι πέραν λογικής αμφιβολίας (βλ. Occalan v. Turkey [2005] ECHR 28 [GC] παρ. 180, Guide on Article 3 of ECHR (updated 31.8.24) παρ. 32).
Οι αρχές της νομολογίας οι οποίες αναφέρονται στην Κώστα ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) εν σχέσει με τις εξαιρετικές περιστάσεις κάτω από τις οποίες δικαιολογείται η απόλυση φυλακισθέντος για λόγους υγείας βάσει του Άρθρου 3 της ΕΣΔΑ, ισχύουν κατ' αναλογία (mutatis mutandis) και για την κράτηση υποδίκου (βλ. Khudobin v. Russia, Application No 59696/00, ημερ. 26.1.2007, παρ. 90-93, Law of the European Convention on Human Rights, 5η έκδοση (2023) των Harrys, O'Boyle and Warbrick, σελ. 270 - 272).
Υπό το φως των ανωτέρω νομολογιακών αρχών συμφωνούμε με την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του προκειμένου, το οποίο μάλιστα δεν είχε ενώπιον του την προαναφερθείσα επιστολογραφία του Τμήματος Φυλακών. Τόσον από την έκθεση του ιδιώτη ιατρού όσον και της ιατρικής λειτουργού του Τμήματος Φυλακών οι οποίοι εξέτασαν τον Εφεσείοντα, προκύπτει ότι η γενική κατάσταση της υγείας του είναι αρκετά καλή, και απουσιάζει κάτι επείγον ή ιδιαίτερα οξύ. Η δε ενδεχόμενη ψυχιατρική διαταραχή ή νοσοφοβία από την οποία πάσχει είναι ελάσσονος μορφής. Το Τμήμα Φυλακών φαίνεται να έχει επιδείξει ιδιαίτερη σπουδή για τη διασφάλιση της καλής υγείας του Εφεσείοντος. Γεγονός είναι ότι στην επιστολογραφία του Τμήματος Φυλακών δεν αναφέρεται οτιδήποτε εν σχέσει με την αντιμετώπιση της νοσοφοβίας, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί καταλλήλως. Σε επιστολή της συνηγόρου του ημερομηνίας 2.9.2024 προς το Τμήμα Φυλακών μεταφέρεται εισήγηση του Δρος Στεφάνου όπως προς αντιμετώπιση της νοσοφοβίας του Εφεσείοντος τού «δοθεί μια κενή συσκευασία της φαρμακευτικής αγωγής που λαμβάνει για να έχει επίγνωση της αγωγής του». Σε κάθε περίπτωση η υπό αναφορά νοσοφοβία δεν εμπίπτει στις εξαιρετικές εκείνες περιστάσεις όπου για λόγους υγείας η συνέχιση της κράτησης συνιστά απάνθρωπη μεταχείριση ώστε να επιβάλλεται η απόλυση του Εφεσείοντος. Η δε ελάσσονος μορφής ψυχιατρική διαταραχή από την οποία ενδεχομένως πάσχει ο Εφεσείων, ουδόλως συγκρίνεται σε έκταση ή βαθμό σοβαρότητας με την κατάσταση της ψυχικής και σωματικής υγείας της αιτήτριας στην υπόθεση Rafray Taddei v. France, Application no 36435/07, ημερ. 21.12.2010, στην οποία μας παρέπεμψε η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσείοντος.
Στρεφόμαστε στους υπόλοιπους λόγους για τους οποίους ο Εφεσείων παραπονείται ότι η κράτηση του συνιστά απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση, ήτοι: (α) στα μειωμένα τετραγωνικά μέτρα προσωπικού χώρου στο κελί στο οποίο διαμένει, (β) στο ότι ουρεί σε δοχείο το βράδυ, και (γ) στην έκθεση του σε παθητικό κάπνισμα.
Η υποχρέωση για αποτελεσματική θεραπεία για παραβίαση του Άρθρου 3 της ΕΣΔΑ πηγάζει από το Άρθρο 13 Σύμβασης, η οποία αποτελεί μέρος του ημεδαπού δικαίου βάσει του Κυρωτικού Νόμου 39/62. Πηγάζει επίσης από το Άρθρο 35 του Συντάγματος το οποίο επιβάλλει σε κάθε μια από τις τρεις λειτουργίες της Πολιτείας την υποχρέωση για αποτελεσματική εφαρμογή των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών που κατοχυρώνει το Μέρος ΙΙ (βλέπε Γιάλλουρου ν. Νικολάου (2001) 1 Α.Α.Δ. 558). Ανάλογη υποχρέωση απορρέει από το Άρθρο 1 της ΕΣΔΑ. Τα συμβαλλόμενα κράτη δεν έχουν μόνο αρνητικές αλλά και θετικές υποχρεώσεις να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτωνv (βλ. Ζ and Others ν. The United Kingdom [GC], Application No 29392/95, ημερ. 10.5.2001, παρ. 73, Ilascu and Others v. Moldova and Russia, Application, No 48787/99, ημερ. 8.7.2004, παρ. 313).
Στην υπόθεση Ananyev a.o. v. Russia, Applications no 42525/07, 60800/08, ημερ. 10.4.2012, παρ. 97, επισημαίνεται ότι υπάρχουν δυο είδη θεραπειών τις οποίες η νομολογία αναγνωρίζει σχετικά με παράπονα για απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση: (α) βελτίωση των ουσιαστικών συνθηκών κράτησης, και (β) αποζημίωση για την ζημία ή βλάβη την οποία ο κρατούμενος υπέστη. Εάν ο προσφεύγων έχει κρατηθεί σε συνθήκες οι οποίες παραβιάζουν το Άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, εγχώρια θεραπεία ικανή να θέσει τέρμα στη συνεχιζόμενη παραβίαση είναι ιδιαίτερης σημασίας. Στην ίδια υπόθεση αναφέρεται (παρ. 106) ότι ο Επίτροπος Διοικήσεως δεν μπορεί να παρέχει ικανοποιητική θεραπεία καθότι δεν κέκτηται εξουσίας έκδοσης νομικά δεσμευτικής απόφασης η οποία να επιφέρει βελτίωση των συνθηκών κράτησης ή να αποτελέσει τη βάση για επιδίκαση αποζημιώσεων. Οι ίδιες αρχές επαναλαμβάνονται στην υπόθεση Danilczuk v. Cyprus, Application no 21318/12, ημερ. 3.4.2018, παρ. 39, 44. Η σημασία της βελτίωσης των συνθηκών κράτησης ως μέσου αποτελεσματικής θεραπείας τονίζεται στο κάτωθι απόσπασμα από την υπόθεση Mandic and Jovic v. Slovenia, Applications no 5775/10, 5985/10, ημερ. 20.1.2012, η οποία αφορούσε κράτηση υποδίκων, παρ. 111:
"To be considered effective, the remedy should therefore have been able to lead to the improvement of the situation and not only to compensation for the damage sustained (Orchowski, cited above, § 108)".
Στην παρ. 128 της ίδιας απόφασης αναφέρεται:
".. the Court would, in addition to the measures aimed at reducing the occupancy level in cells in Ljubljana prison, encourage the State to develop an effective instrument which would provide a speedy reaction to complaints concerning inadequate conditions of detention and ensure that, when necessary, a transfer of a detainee is ordered to Convention compatible conditions (see Orchowski, cited above, § 154)".
Από την έρευνα μας δεν έχουμε εντοπίσει νομολογία του ΕΔΑΔ η οποία να υποστηρίζει ότι οποτεδήποτε διαπιστωθεί ότι οι συνθήκες συνεχιζόμενης κράτησης παραβιάζουν το Άρθρο 3 της Σύμβασης, η άρση της παραβίασης επιβάλλει την άμεση απόλυση ή αποφυλάκιση του κρατούμενου. Αντίθετα εκείνο το οποίο φαίνεται να προκύπτει από τη νομολογία του ΕΔΑΔ είναι ότι η άρση της παραβίασης είναι συνυφασμένη με τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης. Τούτο επιτυγχάνεται με την καθιέρωση από το Κράτος μέλος κατάλληλου μηχανισμού προσφυγής για τέτοιου είδους παραβιάσεις, εφοδιασμένου με ανάλογο εύρος εξουσιών ώστε να δύναται να διατάξει τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης είτε σε ατομικό είτε σε συλλογικό επίπεδο, περιλαμβανομένης της εξουσίας επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης (βλ. Guide on Article 13 of ECHR (updated 31.9.2024), σελ. 32, παρ. 111, Ananyev a.o. v. Russia, Applications no 42525/07, 60800/08, ημερ. 10.4.2012, παρ. 214, 215, 219, Harachiev and Tolumov v. Bulgaria, Applications no 15018/11, 61199/12, ημερ. 8.7.2014, παρ. 228, Neshkova a.o. v. Bulgaria, Applications no 36925/10, etc., ημερ. 27.1.2015, παρ. 281, 282, 284).
Το Δικαστήριο κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας για την κράτηση ή απόλυση υποδίκου υπό όρους εγγύησης βάσει του Άρθρου 157 της Ποινικής Δικονομίας, δεν περιβάλλεται γενικά με τέτοιο εύρος εξουσιών. Παρά ταύτα σε περίπτωση που κατά την ενώπιον του διαδικασία διαφανεί ότι οι συνθήκες κράτησης παραβιάζουν το Άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, το γεγονός αυτό δεν μπορεί να αγνοηθεί από το Δικαστήριο αλλά θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και να συνυπολογιστεί κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας ένεκα του θεμελιακού χαρακτήρα και φύσης του δικαιώματος.
Διαφωνούμε επομένως με τη σχετική προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο εσφαλμένα δεν εξέτασε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής του εξουσίας, κατά πόσο προέκυπτε θέμα απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ένεκα των συνθηκών κράτησης του Εφεσείοντος στις Κεντρικές Φυλακές.
Παρέχεται η ευχέρεια στη συνέχεια να εξετάσουμε κατά πόσο οι συνθήκες κράτησης του Εφεσείοντος παραβιάζουν το Άρθρο 3 της ΕΣΔΑ και σε περίπτωση που η απάντηση επί τούτου είναι θετική, κατά πόσο δικαιολογείται υπό τις περιστάσεις η απόλυση του υπό όρους.
Η απόφαση της Μείζονος Σύνθεσης (του Grand Chamber) του ΕΔΑΔ στην υπόθεση Mursic v. Croatia, Application No 7334/13, ημερ. 20.10.2016, είναι η κύρια αυθεντία για τον ελάχιστο προσωπικό χώρο στον οποίο δικαιούται ο κρατούμενος βάσει του Άρθρου 3 της ΕΣΔΑ και 8 του Συντάγματος και τις περιβάλλουσες συνθήκες κράτησης οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για να αποφασιστεί κατά πόσον υφίσταται παραβίαση. Σχετικό είναι το κάτωθι απόσπασμα στο οποίο συνοψίζονται οι εφαρμοστέες αρχές:
"(c) Summary of relevant principles and standards for the assessment of prison overcrowding
136. In the light of the considerations set out above, the Court confirms the standard predominant in its case-law of 3 sq. m of floor surface per detainee in multi-occupancy accommodation as the relevant minimum standard under Article 3 of the Convention.
137. When the personal space available to a detainee falls below 3 sq. m of floor surface in multi-occupancy accommodation in prisons, the lack of personal space is considered so severe that a strong presumption of a violation of Article 3 arises. The burden of proof is on the respondent Government which could, however, rebut that presumption by demonstrating that there were factors capable of adequately compensating for the scarce allocation of personal space (see paragraphs 126-128 above).
138. The strong presumption of a violation of Article 3 will normally be capable of being rebutted only if the following factors are cumulatively met:
(1) the reductions in the required minimum personal space of 3 sq. m are short, occasional and minor (see paragraph 130 above):
(2) such reductions are accompanied by sufficient freedom of movement outside the cell and adequate out-of-cell activities (see paragraph 133 above);
(3) the applicant is confined in what is, when viewed generally, an appropriate detention facility, and there are no other aggravating aspects of the conditions of his or her detention (see paragraph 134 above).
139. In cases where a prison cell - measuring in the range of 3 to 4 sq. m of personal space per inmate - is at issue the space factor remains a weighty factor in the Court's assessment of the adequacy of conditions of detention. In such instances a violation of Article 3 will be found if the space factor is coupled with other aspects of inappropriate physical conditions of detention related to, in particular, access to outdoor exercise, natural light or air, availability of ventilation, adequacy of room temperature, the possibility of using the toilet in private, and compliance with basic sanitary and hygienic requirements (see paragraph 106 above).
140. The Court also stresses that in cases where a detainee disposed of more than 4 sq. m of personal space in multi-occupancy accommodation in prison and where therefore no issue with regard to the question of personal space arises, other aspects of physical conditions of detention referred to above (see paragraphs 48, 53, 55, 59 and 63-64 above) remain relevant for the Court's assessment of adequacy of an applicant's conditions of detention under Article 3 of the Convention (see, for example, Story and Others v. Malta, nos. 56854/13, 57005/13 and 57043/13, §§ 112-113, 29 October 2015).
141. Lastly, the Court would emphasise the importance of the CPT's preventive role in monitoring conditions of detention and of the standards which it develops in that connection. The Court reiterates that when deciding cases concerning conditions of detention it remains attentive to those standards and to the Contracting States' observance of them (see paragraph 113 above)".
[Ιδία έμφαση]
(βλ. και Law of the European Convention on Human Rights, 5η έκδοση (ανωτέρω), σελ. 266 - 269, Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, 2η έκδοση (2017), του Λίνου-Αλέξανδρου Σισιλιάνου, σελ. 130 - 134).
Στην προκείμενη περίπτωση λαμβανομένων υπόψη όλων όσων έχουν τεθεί ενώπιον μας σχετικά με τον διαθέσιμο προσωπικό χώρο του Εφεσείοντος και τις περιβάλλουσες συνθήκες κράτησης, είμαστε της γνώμης ότι δεν προκύπτει παραβίαση του Άρθρου 3 της ΕΣΔΑ και του αντίστοιχου Άρθρου 8 του Συντάγματος. Υπογραμμίζεται ότι σήμερα ο Εφεσείων διαμένει σε κελί εμβαδού 8 τ.μ. με ένα συγκάτοικο ενώ του δόθηκε η επιλογή να μείνει μόνος του στο κελί. Πέραν τούτου λαμβάνονται σωρευτικά υπόψη και οι υπόλοιπες συνθήκες διαβίωσης, ήτοι: (α) η πρόσβαση σε αυλή και καθαρό αέρα από τις 7 π.μ. μέχρι τις 5 μ.μ., (β) το κελί στο οποίο διαμένει διαθέτει παράθυρο, και (γ) υπάρχει κλιματισμός επί 24ώρου βάσεως καθώς και ψύκτης αέρος.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό για μη πρόσβαση του Εφεσείοντος σε αποχωρητήριο κατά τις βραδινές ώρες μετά που κλειδώνουν τα κελιά, δεν αμφισβητήθηκε ενώπιον μας η θέση της Εφεσίβλητης ότι υπάρχει κουδούνι το οποίο ο Εφεσείων μπορεί να κτυπήσει για να του ανοίξει το προσωπικό το κελί και να οδηγηθεί στο αποχωρητήριο. Δεν ευσταθεί επομένως η θέση του Εφεσείοντος διατυπωθείσα σε επιστολές της συνηγόρου του προς το Τμήμα Φυλακών (ημερομηνίας 12.8.2024 και 27.8.2024) ότι το βράδυ έχει ως μόνη επιλογή να ουρεί σε μπουκάλι επειδή δεν του επιτρέπεται η πρόσβαση σε αποχωρητήριο και πως τούτο είναι αποτέλεσμα της «πολιτικής της φυλακής». Από την άλλη στην έκθεση της CPT την οποία επικαλείται η συνήγορος του Εφεσείοντος στην αιτιολογία του πρώτου λόγου έφεσης, επισημαίνεται νυχτερινό πρόβλημα πρόσβασης των κρατουμένων στο αποχωρητήριο. Ειδικότερα η παράγραφος 33 αναφέρει ότι πολλοί κρατούμενοι από τους οποίους λήφθηκαν συνεντεύξεις από όλες τι πτέρυγες των φυλακών, το βράδυ δεν ήθελαν να «ενοχλήσουν το προσωπικό» ("bother or disturb the stuff") χτυπώντας το κουδούνι για να τους ανοίξουν να πάνε στο αποχωρητήριο καθότι γνώριζαν ότι υπάρχει περιορισμένος αριθμός προσωπικού, με αποτέλεσμα πολλοί να ουρούν σε μπουκάλια. Επίσης η αντιπροσωπεία έγινε δέκτης πολλών παραπόνων ότι το βράδυ δεν υπήρχε έγκαιρη ανταπόκριση του προσωπικού στο κουδούνι με αποτέλεσμα οι πλείστοι κρατούμενοι να προτιμούν να ουρούν σε μπουκάλι παρά να περιμένουν να τους ανοίξουν το κελί για να πάνε στο αποχωρητήριο.
Όμως, το συγκεκριμένο παράπονο το οποίο διατυπώνει ο Εφεσείων μέσω της εν λόγω επιστολογραφίας της συνηγόρου του δεν είναι ότι το προσωπικό δεν ανταποκρίνεται εγκαίρως το βράδυ στο κάλεσμα του για χρήση του αποχωρητηρίου, αλλά ότι η χρήση του αποχωρητηρίου δεν του επιτρέπεται. Δεν υπάρχει ενώπιον μας ισχυρισμός για μη έγκαιρη ανταπόκριση του προσωπικού των φυλακών, ως ήταν τα παράπονα τα οποία κρατούμενοι διατύπωσαν στην CTP. Ούτε κάτι τέτοιο προβλήθηκε από μέρους της συνηγόρου του κατά τις ενώπιον μας αγορεύσεις η οποία γενικώς προς υποστήριξη των θέσεων της, επικαλέστηκε τα όσα αναφέρονται στην επιστολογραφία της προς το Τμήμα Φυλακών. Επομένως θεωρούμε ότι δεν έχει τεκμηριωθεί ο ισχυρισμός περί αποστέρησης πρόσβασης του Εφεσείοντος στο αποχωρητήριο κατά τις βραδινές ώρες.
Εν σχέσει με το παθητικό κάπνισμα, πέραν των 10 ωρών καθημερινής πρόσβασης στην αυλή των φυλακών με καθαρό αέρα, αλλά και της άρνησης του να μεταφερθεί σε άλλη πτέρυγα με πολύ λιγότερο αριθμό κρατουμένων και καπνιστών, επισημαίνουμε ότι ο Εφεσείων δεν διαμένει σε κελί με καπνιστή ούτε έχει διαπιστωθεί ότι πάσχει από σοβαρή πνευμονολογική ή καρδιακή πάθηση καθιστούσα την έκθεση του σε παθητικό κάπνισμα ιδιαίτερα επικίνδυνη για την υγεία. Όπως για παράδειγμα ήταν τα γεγονότα στην Eleftheriadis v. Romania, Application no 38427/05, ημερ. 25.1.2011, στην οποία μας παρέπεμψε η συνήγορος του Εφεσείοντος, όπου ο Αιτητής έπασχε από χρόνια αποφρακτική βρογχίτιδα, ενώ η παραμονή του σε κελί με μη καπνιστή θεωρήθηκε ως μέτρο προσωρινής διάρκειας. Στη δε υπόθεση Florea v. Romania, Application no 37186/03, ημερ. 14.9.2010, όπου διαπιστώθηκε παραβίαση του Άρθρου 3 της ΕΣΔΑ, ο Αιτητής ήταν περιορισμένος σε κελί με καπνιστές 23 ώρες το 24ωρο, το οποίο κελί χρησιμοποιείτο για φαγητό και ύπνο, και έπρεπε να ανέχεται το κάπνισμα των συγκρατούμενων του ακόμη και στο ιατρείο και στο νοσοκομείο των φυλακών ενάντια στη συμβουλή του ιατρού του. Εν προκειμένω οι περιστάσεις παθητικού καπνίσματος διαφέρουν ουσιωδώς από τα γεγονότα στις πιο πάνω υποθέσεις, με αποτέλεσμα στο σύνολο να μην ξεπερνούν το ελάχιστο επίπεδο σοβαρότητας που απαιτείται για την ύπαρξη παραβίασης του Άρθρου 3 της ΕΣΔΑ (βλ. και Baru v. Romania, Application no 19730/10, ημερ. 10.3.2013, Pinion a.o. v. Malta, Applications no 71645/13, etc, ημερ. 19.3.2018, παρ. 115).
Τέλος, σε ό,τι αφορά την προαναφερθείσα επίθεση την οποία δέχτηκε ο Εφεσείων από άλλο κρατούμενο, η οποία φαίνεται να ήταν μεμονωμένο γεγονός, δεν τέθηκε οτιδήποτε το οποίο να δεικνύει καθ' οιονδήποτε τρόπο την ανοχή τέτοιων συμπεριφορών από το Τμήμα Φυλακών ή ότι δεν λαμβάνονται τα δέοντα μέτρα για την ασφάλεια των κρατούμενων (βλ. Law of the European Convention on Human Rights, 5η έκδοση (ανωτέρω), σελ. 278 - 281).
Υπό το φως των ανωτέρω δεν έχει καταδειχθεί ότι οι συνθήκες κράτησης του Εφεσείοντος συνιστούν απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση.
Συνακόλουθα οι λόγοι έφεσης 1 - 4 απορρίπτονται ως αβάσιμοι.
(ΙΙ) Κίνδυνος φυγοδικίας
Ο πέμπτος λόγος έφεσης άπτεται της κράτησης του Εφεσείοντος λόγω του κινδύνου φυγοδικίας. Είναι η θέση της συνηγόρου του ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στη σοβαρότητα των αδικημάτων αποφασίζοντας ότι η έλλειψη μόνιμης κατοικίας συνιστά επαρκή λόγο για τη διαταγή της κράτησης, χωρίς να εξετάσει τη δυνατότητα εξασφάλισης της παρουσίας του στη δίκη με τη χρήση ενός προληπτικού μέτρου, και χωρίς να αναφέρει τον λόγο για τον οποίο οι προτεινόμενοι όροι εγγύησης δεν ήταν ικανοποιητικοί για να αρθεί ο κίνδυνος φυγοδικίας.
Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, το πεδίο επέμβασης του Εφετείου στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου να διατάξει την κράτηση ή την απόλυση υποδίκου υπό όρους είναι περιορισμένο. Το κριτήριο αναθεώρησης της διακριτικής εξουσίας είναι καθαρά αντικειμενικό. Δεν εξαρτάται από την υποκειμενική κρίση των μελών του Εφετείου για την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης (βλ. Μαυρομιχάλης ν. Αστυνομίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 256). Επέμβαση δικαιολογείται μόνο σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι πρωτοδίκως η διακριτική εξουσία δεν ασκήθηκε δικαστικά ή παραγνωρίστηκαν καθιερωμένα νομολογιακά κριτήρια ή εμφιλοχώρησαν εξωγενή στοιχεία (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Bourel κ.ά., Ποιν. Έφ. 206/21 κ.ά., ημερ. 28.12.2021, Γενικός Εισαγγελέας ν. Γ.Ν., Ποιν. Έφ. 145/23, ημερ. 21.3.2023).
Αναμφίβολα τα αδικήματα τα οποία αντιμετωπίζει ο Εφεσείων είναι πολύ σοβαρά. Αντιμετωπίζει 242 κατηγορίες αφορώσες αδικήματα δόλιας συναλλαγής σε ακίνητη περιουσία, παράνομη κατοχή και χρήση γης, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος. Η ακίνητη περιουσία που αφορούν τα υπό κατηγορία αδικήματα ευρίσκεται στα κατεχόμενα χωρία των Επαρχιών Αμμοχώστου και Κερύνειας. Με βάση το μαρτυρικό υλικό το οποίο τέθηκε ενώπιον του Κακουργοδικείου, κρινόμενο στην όψη του, οι παραπονούμενοι ιδιοκτήτες των ακινήτων περιουσιών ουδέποτε πώλησαν, δώρισαν ή εξουσιοδότησαν οποιοδήποτε πρόσωπο να τις εκμεταλλευτεί. Η δε εκτίμηση της αξίας των επίδικων περιουσιών φαίνεται να ξεπερνά το ποσό των Є43.500.000.
Με την έφεση δεν αμφισβητείται η ύπαρξη των αντικειμενικών κριτηρίων βάσει των καθιερωμένων αρχών για την κράτηση υποδίκου, ήτοι η σοβαρότητα των αδικημάτων, η πιθανότητα καταδίκης και η αυστηρότητα της επιβληθησομένης ποινής. Ούτε αμφισβητείται η έλλειψη ουσιαστικών δεσμών με την Κυπριακή Δημοκρατία βάσει των υποκειμενικών κριτηρίων που καθορίζει η νομολογία, σε πλήρη ευθυγράμμιση με τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ (βλ. Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48, Cazanjian v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 326, Adnan v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 183, Γ.Ν. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 145/23, ημερ. 21.7.2023).
Πλην της ιδιοκτησίας ακίνητης περιουσίας στις ελεύθερες περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας - το οποίο ορθώς δεν θεωρήθηκε ως ισχυρός δεσμός - ο Εφεσείων δεν κατοικεί και δεν εργάζεται στις ελεύθερες περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας, ούτε έχει οποιουσδήποτε άλλους ουσιαστικούς δεσμούς οι οποίοι δύνανται να λειτουργήσουν αποτρεπτικά στον κίνδυνο φυγοδικίας. Αντιθέτως, από το μαρτυρικό υλικό το οποίο τέθηκε ενώπιον του Κακουργοδικείου κρινόμενο στην όψη του, ο Εφεσείων φαίνεται να είναι πρόσωπο το οποίο δραστηριοποιείται οικονομικά στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, είναι κάτοχος ταυτότητας του ψευδοκράτους και κάτοχος διαβατηρίων τριών άλλων χωρών. Το Κακουργοδικείο ορθώς επισημαίνει ότι σε περίπτωση απόλυσης και διαφυγής του στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές «η δυσκολία να εξασφαλιστεί η παρουσία του στο Δικαστήριο θεωρείται δεδομένη» (βλ. Adnan v. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 183, Γενικός Εισαγγελέας ν. G. Yenigun, Ποιν. Έφ. 104/22, ημερ. 31/5/2022, ECLI:CY:AD:2022:B220, Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 1/22, ημερ. 10.1.2022).
Συνυπολογίζοντας και συσταθμίζοντας προσεκτικά όλα τα ενώπιον του δεδομένα βάσει των καθιερωμένων αρχών, το Κακουργοδικείο έκρινε ότι η απόλυση του Εφεσείοντος με την επιβολή των προτεινόμενων όρων περιλαμβανομένης της καταβολής χρηματικής εγγύησης ύψους ενός εκατομμυρίου ευρώ, δεν μπορούσε υπό τις περιστάσεις να εξαλείψει τον κίνδυνο φυγοδικίας. Σε τέτοια περίπτωση, ως είναι παγίως νομολογημένο, «[ο]ι επιπτώσεις της κράτησης στην προσωπική, οικογενειακή ή επαγγελματική ζωή του υποδίκου έστω και αν είναι δυσμενείς δεν υπερφαλαγγίζουν το γενικό δημόσιο συμφέρον για την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης» (βλ. μεταξύ άλλων Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7, Α.Κ. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 74/23, ημερ. 10.05.23).
Υπό το φως των ανωτέρω δεν συντρέχει οποιοδήποτε λόγος επέμβασης μας στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Ο πέμπτος λόγος έφεσης κρίνεται αβάσιμος.
Η έφεση απορρίπτεται.
Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.
Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.