ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ.: 199/2019) 

                           30 Οκτωβρίου 2024


[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

1. ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΑΒΑΣ

2. ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΑΛΑΒΑ, 

Εφεσείοντες/Ενάγοντες,

-και-


ΧΡΥΣΟΥΛΛΑΣ ΚΑΝΘΕΡ,

Εφεσίβλητης/Εναγόμενης.

                ____________________
Γ. Τρίγγας για Θ. Μ. Ιωαννίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες/Ενάγοντες.
Α. Χάσικος, για την Εφεσίβλητη/Εναγόμενη.

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Τουμαζή, Δ..

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

    Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ: Στις 21.12.2017 η εφεσίβλητη δέχθηκε απόφαση εναντίον της σε αγωγή, με την οποία διατάχθηκε να καταβάλει στους εφεσείοντες το ποσό των €632.772,00 πλέον τόκους και έξοδα, με αναστολή εκτέλεσης της απόφασης. Η εφεσίβλητη δεν πλήρωσε κανένα ποσό έναντι του εξ' αποφάσεως χρέους της και δεν συμμορφώθηκε με τους όρους αναστολής της απόφασης. Ακολούθησε η καταχώριση εντάλματος κατάσχεσης της κινητής περιουσίας της εφεσίβλητης, το οποίο επεστράφη ανεκτέλεστο.

 

    Οι εφεσείοντες, στη συνέχεια, καταχώρισαν αίτηση έρευνας με την οποία επεδίωξαν την εξέταση της οικονομικής κατάστασης της εφεσίβλητης, με σκοπό τη διαπίστωση της ικανότητας της να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος της, με μηνιαίες δόσεις. Ήτο η θέση των εφεσειόντων ότι η εφεσίβλητη είχε κινητή περιουσία που μπορούσε να εκποιηθεί, καθώς και εισοδήματα από την εργασία της τέτοια ώστε να μπορεί να καταβάλλει το ποσό των €5.000,00 μηνιαίως για την πληρωμή του εξ' αποφάσεως χρέους της.

 

    Η εφεσίβλητη καταχώρισε ειδοποίηση περί προθέσεως ενστάσεως, συνοδευόμενη με ένορκο δήλωση της ιδίας, στην οποία ανέφερε ότι δεν εργαζόταν και δεν είχε εισοδήματα από οποιανδήποτε εργασία, ούτε από οποιανδήποτε άλλη πηγή, εκτός της σύνταξης των Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύψους €770,00, η οποία, κατά την ίδια, δεν αρκούσε για να έχει μια αξιοπρεπή διαβίωση. Η ίδια ήταν τότε ηλικίας 67 ετών, παντρεμένη και διέμενε με τον σύζυγο της, επίσης συνταξιούχο. Το πιο πάνω ποσό της σύνταξης της, ήτο απολύτως αναγκαίο για την αντιμετώπιση των ουσιωδών αναγκών της ιδίας και της οικογένειας της και ήτο κάτω του ορίου της φτώχειας. Όπως ισχυρίστηκε, κατέβαλλε μηνιαίως διάφορα ποσά για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας της, όπως για την κατανάλωση ηλεκτρισμού €80,00, νερού €30,00, ειδών διατροφής €500,00, μεταφορά των εγγονιών της στα σχολεία τους €30,00, ένδυση και υπόδηση €40,00, ιατρική περίθαλψη €20,00 και για άλλα απολύτως αναγκαία και έκτακτα έξοδα €100,00.  Ως εκ τούτου, εξήγησε ότι δεν είχε την οικονομική δυνατότητα και τα μέσα να πληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος της, ούτε να καταβάλλει οποιαδήποτε  δόση.

  

    Κατά την ημερομηνία της ακροαματικής διαδικασίας, η εφεσίβλητη, η οποία έγινε τότε 68 ετών,  εξετάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ως προς την οικονομική της κατάσταση. Ανέφερε ότι από τα 63 της έπαιρνε τη σύνταξη των Κοινωνικών Ασφαλίσεων και ότι προηγουμένως εργαζόταν ως νοσηλεύτρια, όμως δεν έπαιρνε την κυβερνητική σύνταξη γιατί δεν ήταν μόνιμη δημόσιος υπάλληλος.  Όταν εκδόθηκε η απόφαση εναντίον της, είχε ήδη συνταξιοδοτηθεί.  Το χρέος προέκυψε όταν της ζήτησε ο σύζυγος της να τον εγγυηθεί, παρότι η ίδια γνώριζε τότε ότι δεν είχε τη δυνατότητα να το πληρώσει. Δεν είχε ακίνητη περιουσία και διέμενε σε ενοικιαζόμενο διαμέρισμα για το οποίο κατέβαλλε €550,00 μηνιαίως.  Ανέφερε ότι είχε καθίζηση σπονδύλου και αυχενικό σύνδρομο και ότι έκανε φυσιοθεραπείες.  Επεξήγησε ότι η εταιρεία Zena Company Ltd ανήκε στην πεθερά της και ότι η ίδια ανέλαβε με τον σύζυγο της την εταιρεία όταν η πεθερά της δεν μπορούσε να τη διαχειριστεί, λόγω  ασθένειας της. Όταν η πεθερά της απεβίωσε, ανέλαβαν άλλοι τη διαχείριση. Σε υποβολή ότι στους τελευταίους λογαριασμούς για το 2012 φαινόταν ότι η εταιρεία αυτή είχε κέρδος €990.935,00 και ότι η ίδια έπαιρνε μισθό ως διευθύντρια, απάντησε ότι δέχθηκε να οριστεί τυπικά διευθύντρια για να βοηθήσει την πεθερά της, χωρίς να έχει εισόδημα.

 

Οι εφεσείοντες κάλεσαν, επίσης, ως μάρτυρα την Γ. Ι., βοηθό εξεταστή στο τμήμα του Εφόρου Εταιρειών, η οποία ανέφερε ότι από τον φάκελο της εταιρείας Zena Company Ltd προέκυπτε ότι η εφεσίβλητη ήτο, μαζί με ακόμα 2 άτομα, διευθύντρια της εταιρείας. Η εταιρεία υπέβαλε τις ετήσιες εκθέσεις μαζί με τις οικονομικές καταστάσεις μέχρι και το 2012, κατέβαλε τα ετήσια τέλη της και ήτο ενεργή. Κατέθεσε δε ως τεκμήριο 8, τις οικονομικές καταστάσεις για τα έτη 2009 έως 2012.

 

    Η αίτηση έρευνας στηρίχθηκε, μεταξύ άλλων, στο Άρθρο 82 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής προέβη σε εκτενή ανάλυση της σχετικής νομολογίας. Αναφέρθηκε στη νομολογιακή αρχή ότι η διαδικασία εξέτασης της οικονομικής κατάστασης εξ αποφάσεως οφειλέτη  λαμβάνει ουσιαστικά ανακριτικό χαρακτήρα και αποβλέπει στην παροχή ευχέρειας στο Δικαστήριο να κρίνει, μετά τη διεξαγωγή της δέουσας έρευνας σχετικά με τα οικονομικά μέσα του χρεώστη, κατά πόσο ο χρεώστης είναι σε θέση να αποπληρώσει το χρέος του με δόσεις, ή μέσω άλλου προβλεπόμενου διατάγματος. Ο επακριβής καθορισμός του ποσού επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (βλ. Φλαγκοφάς v. Αταλέζα Λτδ (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 686).  Ο εξ αποφάσεως χρεώστης καλείται ο ίδιος να εκθέσει και εξηγήσει τις πηγές εισοδημάτων του και το ύψος τους, καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία του με αποδεικτικά στοιχεία που ο ίδιος οφείλει να προσκομίσει στο Δικαστήριο (βλ. Gesico Photographics Ltd v. J.K. Video Art Co Ltd (1991) 1 Α.Α.Δ. 134). Η οικονομική ευχέρεια για την αποπληρωμή χρέους με δόσεις συναρτάται άμεσα με τις ανάγκες του χρεώστη και της οικογένειας του για αξιοπρεπή διαβίωση. Αυτές περιλαμβάνουν τη στέγαση, τη διατροφή, την ιατρική περίθαλψη, τη μόρφωση των παιδιών εάν υπάρχουν, κάποια ευχέρεια για την κοινωνική διακίνηση του χρεώστη και κάποιο περιθώριο για την αντιμετώπιση έκτακτων δαπανών (βλ. Φλαγκοφάς v. Αταλέζα Λτδ (ανωτέρω), Παναγιώτου v. Μιχαήλ (1998) 1 Α.Α.Δ. 422, Lacey v. Παναγιώτου Σιήκ, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 85/2015, ημερομηνίας 28.09.2023, ECLI:CY:AD:2023:A208).

 

    Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, στην εκκαλούμενη απόφαση, απεφάνθη ότι η επιδίκαση οιουδήποτε ποσού για μηνιαίες δόσεις θα επιβάρυνε ακόμα περισσότερο την κακή οικονομική κατάσταση της εφεσίβλητης και θα της στερούσε τη δυνατότητα αντιμετώπισης των άμεσων αναγκών της ιδίας και της οικογένειάς της και απέρριψε την αίτηση, με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

 

    Την πιο πάνω απόφαση αμφισβητούν οι εφεσείοντες με δύο λόγους έφεσης. Με τον πρώτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση έρευνας και λανθασμένα αποφάσισε ότι η καταβολή μηνιαίων δόσεων θα στερούσε τη δυνατότητα, στην εφεσίβλητη, αντιμετώπισης των αναγκών της ιδίας και της οικογένειάς της. Με τον δεύτερο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το Δικαστήριο, ενώ αποδέχθηκε ότι στην αίτηση έρευνας η διαδικασία είχε ανακριτικό χαρακτήρα και ενώ παρέθεσε την ορθή νομολογία, την ανέτρεψε και έριξε απόλυτο βάρος απόδειξης στους εφεσείοντες και κατέληξε σε συμπεράσματα, αντίθετα με τη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του. Θα εξετάσουμε τους δύο λόγους έφεσης σε κοινό πλαίσιο, λόγω της συνάφειας τους.

 

    Το πρωτόδικο Δικαστήριο επεσήμανε ότι οι εφεσείοντες δεν αμφισβήτησαν ότι το ποσό που έπαιρνε η εφεσίβλητη από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη για σκοπούς εξόφλησης του εξ' αποφάσεως χρέους και κατέληξε στο εύρημα ότι το ποσό των €770,00 που ελάμβανε η εφεσίβλητη ως σύνταξη, δεν ήτο ικανοποιητικό από μόνο του για την εξασφάλιση της αξιοπρεπούς διαβίωσης της, με δεδομένα τα έξοδα της και ειδικότερα το γεγονός ότι κατέβαλλε το ποσό των €550,00 μηνιαίως για ενοίκιο μαζί με τον συνταξιούχο σύζυγο της.

 

    Το Δικαστήριο απέρριψε, με το ακόλουθο σκεπτικό, τους ισχυρισμούς των εφεσειόντων ότι εφόσον η εφεσίβλητη επικαλέστηκε μηνιαία έξοδα που ξεπερνούσαν το ποσό της σύνταξης που έπαιρνε από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις, είχε επιπλέον εισοδήματα πέραν της σύνταξης της:

 

«Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω θέση. Η εναγομένη εξήγησε κατά την εξέταση της ενώπιον του Δικαστηρίου ότι τα μηνιαία έξοδα της οικογένειας, τα μοιράζεται με τον σύζυγο της που είναι επίσης συνταξιούχος. Το γεγονός ότι αναφέρθηκε σε έξοδα πέραν των €770,00 μηνιαίως δεν σημαίνει ότι τα επωμίζεται όλα η ίδια. Ούτε βέβαια το γεγονός αυτό αποδεικνύει από μόνο του ότι η εναγομένη έχει έσοδα, άλλα από την σύνταξη της.

................................

Όμως είναι γεγονός ότι στους εν λόγω λογαριασμούς δεν υπάρχει σαφής αναφορά για τι ποσά εισέπραξε η εναγομένη, αν εισέπραξε οιαδήποτε ποσά ως διευθύντρια αφού εμφανίζονται και άλλα πρόσωπα ως διευθυντές. Επιπλέον, στην αμοιβή διευθυντών αναφέρεται η φράση "ως εκτελεστικοί διευθυντές" χωρίς να ξεκαθαρίζει ποιοι είναι αυτοί και αν η εναγομένη συγκαταλέγεται μεταξύ τους. Αυτό, σε συνδυασμό με την θέση της εναγομένης ότι ο διορισμός της ήταν τυπικός μετά το θάνατο της πεθεράς της, στην οποία ανήκε η εταιρεία.

 

Περαιτέρω, οι εν λόγω οικονομικές καταστάσεις δεν συνιστούν κατά την κρίση μου επαρκή μαρτυρία, προκειμένου να καταδείξουν ότι η εναγομένη έχει σήμερα έσοδα από την εν λόγω εταιρεία. Κατ' αρχάς, οι οικονομικές καταστάσεις είναι μέχρι το 2012. Δεν υπάρχει καμία μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου ότι η εταιρεία αυτή έχει σήμερα κέρδη. Πολύ δε περισσότερο δεν υπάρχει μαρτυρία ότι η εναγομένη έχει σήμερα οιονδήποτε εισόδημα ως διευθύντρια της εν λόγω εταιρείας. Τυχόν εισοδήματα του 2011 και 2012 δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να αποδείξουν τα σημερινά εισοδήματα της εναγομένης κατά την ημερομηνία εξέτασης της από το Δικαστήριο.

 

Κρίνω ενόψει των πιο πάνω και από το σύνολο του υλικού που τέθηκε ενώπιον μου, ότι δεν έχει αποδειχθεί ο ισχυρισμός των εναγόντων ότι η εναγομένη έχει σήμερα έσοδα ως διευθύντρια της εταιρείας Zena Company Ltd, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για εξόφληση του εξ' αποφάσεως χρέους.

 

Περαιτέρω, δεν συμφωνώ με την θέση της συνηγόρου για τους ενάγοντες ότι η εναγομένη θα μπορούσε να διεξάγει οιανδήποτε άλλη εργασία προκειμένου να είναι σε θέση να εξοφλήσει το πολύ μεγάλο χρέος της, το οποίο υπερβαίνει τις €600.000,00. Η ενάγουσα είναι σήμερα συνταξιούχος ηλικίας 68 ετών. Ούτε η ηλικία της ούτε τα προβλήματα υγείας που επικαλέστηκε, της επιτρέπουν να διεξαγάγει οιανδήποτε εργασία από αυτές που η συνήγορος των εναγόντων εισηγήθηκε.

 

Είναι σαφές από όλα τα πιο πάνω, ότι σύμφωνα με το υλικό που τέθηκε ενώπιον μου, η εναγομένη δεν έχει ούτε θα μπορούσε να αποκτήσει από οποιαδήποτε εργασία επιπλέον έσοδα, πέραν από την σύνταξη των €770,00 που παίρνει από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις. Όπως έχει δε προαναφερθεί, η εν λόγω σύνταξη δεν μπορεί δυνάμει του άρθρου 67 του Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου 59(Ι)/2010 να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς εκτέλεσης δικαστικής απόφασης, στην βάση των μέτρων εκτέλεσης που προβλέπει ο Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμος.

 

Αλλά ακόμη και να μπορούσε να χρησιμοποιηθεί το ποσόν των €770,00 της σύνταξης της εναγομένης για σκοπούς εκτέλεσης, βρίσκω ότι αυτό είναι τόσο χαμηλό που δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή διαβίωση για την εναγομένη με δεδομένα τα μηνιαία έξοδα της, όπως αυτά παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο και ειδικότερα το γεγονός ότι πληρώνει μαζί με τον επίσης συνταξιούχο σύζυγο της, €550,00 μηνιαίως για ενοίκιο.

 

Υπό τας περιστάσεις, η επιδίκαση οιουδήποτε ποσού για μηνιαίες δόσεις θα επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την κακή οικονομική κατάσταση της εναγομένης και θα της στερήσει κατά την κρίση μου, την δυνατότητα αντιμετώπισης των άμεσων αναγκών της ιδίας και της οικογένειας της.»

 

 

Το εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν αποδείχθηκε πως η εφεσίβλητη είχε εισοδήματα από την εταιρεία Zena Company Ltd ως διευθύντρια, με βάση την ενώπιον του μαρτυρία ήτο εύλογο, εφόσον οι οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας οι οποίες κατατέθηκαν ως Τεκμήριο, αφορούσαν καταστάσεις μέχρι το 2012, επομένως δεν αποδείκνυαν τα εισοδήματα της κατά την ημερομηνία εξέτασης της, τον Μάρτιο του 2019. Ορθώς, επίσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε στις οικονομικές καταστάσεις οι οποίες κατατέθηκαν σαφής αναφορά κατά πόσο η εφεσίβλητη εισέπραξε οποιαδήποτε ποσά ως διευθύντρια.  Εφόσον ο πρωτόδικος Δικαστής κατέληξε στο εύλογο εύρημα ότι η εφεσίβλητη δεν είχε επιπλέον εισοδήματα, εκτός από τη σύνταξη της ύψους €770,00 μηνιαίως από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις, εύλογο ήτο, υπό τις περιστάσεις και το συμπέρασμα ότι η επιδίκαση οποιουδήποτε ποσού, θα επιβάρυνε ακόμα περισσότερο την κακή οικονομική κατάσταση της εφεσίβλητης.

 

Όπως λέχθηκε στην Σωκράτους v. Παναγιώτου, Πολιτική Έφεση Αρ. 253/2015, ημερομηνίας 29.11.2023:

 

«Η σχετική νομολογία επιβεβαιώνει ότι ο εξ αποφάσεως χρεώστης δικαιούται να έχει ο ίδιος και η οικογένεια του μια αξιοπρεπή διαβίωση, (βλ. Αντώνης Φλαγκοφάς ν. Αταλέζα Λτδ (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 686).  Τούτο, ενίοτε, οδηγεί στο να δικαιολογείται η μη έκδοση διατάγματος για καταβολή του εξ αποφάσεως χρέους με περιοδικές δόσεις, για όσο χρόνο υφίσταται η συγκεκριμένη κατάσταση του εξ αποφάσεως χρεώστη.»

 

Κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε ορθά τις νομολογιακές αρχές και λειτούργησε στη βάση ορθής καθοδήγησης ως προς το βάρος απόδειξης.  Δεν συντρέχει κανένας λόγος που να δικαιολογεί την επέμβαση μας. 

 

Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 απορρίπτονται.

 

Συνακόλουθα, η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα ύψους €5.100,00, πλέον Φ.Π.Α. εάν υπάρχει, υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον των εφεσειόντων.

 

 

                                                                   Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο