ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ.: 453/2019)
21 Μαΐου, 2024
[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Πρόεδρος]
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στές]
ΜΕΛΠΩΜΕΝΗ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ή ΑΛΛΩΣ ΜΕΛΠΩ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Εφεσείουσα
και
1. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
2. CNP ASFALISTIΚI LIMITED
Εφεσίβλητοι
-----------------------------
Ανδρέας Πολυδώρου, για την Εφεσείουσα.
Νικόλας Μάντης για Mantis & Athinodorou LLC, για τους Εφεσίβλητους.
-----------------------------
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Η oμόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την κα Χριστοδουλίδου-Μέσσιου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.: Το αυτοκινητιστικό δυστύχημα που συνέβηκε στις 30.6.2014 και περί ώρα 03:30 στη Λεωφ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ στην Πάφο με κατεύθυνση το χωριό Κισσόνεργα, απασχόλησε πρωτόδικα το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου. Όπως αναφέρει το πρωτόδικο Δικαστήριο, με βάση τα μη αμφισβητούμενα γεγονότα τα οποία αποτέλεσαν και ευρήματα του, το δυστύχημα συνέβηκε μεταξύ των αυτοκινήτων τύπου Pajero ιδιοκτησίας της ενάγουσας-εφεσείουσας, το οποίο τη δεδομένη στιγμή οδηγείτο από τον γιο της, και Toyota που οδηγείτο από τον εναγόμενο - εφεσίβλητο 1 και το οποίο ήταν ασφαλισμένο από την εναγόμενη 2 - εφεσίβλητη 2.
Από το δυστύχημα προκλήθηκαν ζημιές και στα δύο οχήματα, ενώ τραυματίστηκε ο εφεσίβλητος - εναγόμενος 1, o οποίος και καταχώρισε άλλη αγωγή για αποζημιώσεις για σωματικές και άλλες βλάβες ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου εναντίον του οδηγού του οχήματος τύπου Pajero. Αντικείμενο της αγωγής στην οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε την εκκαλούμενη απόφαση, ήταν η αξίωση της ενάγουσας - εφεσείουσας για τις ειδικές ζημιές που υπέστη το όχημα της, οι οποίες δηλώθηκαν εκ συμφώνου στο Δικαστήριο, ότι επί πλήρους ευθύνης ανέρχονται στο ποσό των €2.284,79. Συνεπώς, το μόνο επίδικο θέμα που παρέμεινε προς εξέταση από το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν αυτό της ευθύνης.
Όπως σημειώνει το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του, η υπόθεση είχε εκδικαστεί με βάση τις πρόνοιες της Δ.30 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, όπως είχε τροποποιηθεί και ίσχυε τη δεδομένη στιγμή εκδίκασης της αγωγής. Ακολουθήθηκε συνεπώς η διαδικασία ταχείας εκδίκασης, αφού η χρηματική διαφορά των μερών δεν υπέρβαινε το ποσό των €3.000.
Η ακρόαση της υπόθεσης διεξήχθηκε αποκλειστικά στη βάση της γραπτής μαρτυρίας που κατατέθηκε από πλευράς ενάγουσας-εφεσείουσας και εναγομένων-εφεσιβλήτων. Ουδείς από τους μάρτυρες αντεξετάστηκε και οι συνήγοροι των μερών παρέδωσαν επίσης στο Δικαστήριο γραπτές τελικές αγορεύσεις.
Ειδικότερα, η ενάγουσα-εφεσείουσα προς απόδειξη της απαίτησης της καταχώρισε έγγραφη μαρτυρία υπό μορφή ένορκης δήλωσης από την ίδια, την Αστ. 74 Λ. Κ., τον γιο της και οδηγό του αυτοκινήτου τη δεδομένη στιγμή Θ. Α. και τον εκτιμητή ζημιών Μ. Α., του οποίου βεβαίως η μαρτυρία τελικά δεν αξιολογήθηκε, αφού, όπως έχει αναφερθεί προηγουμένως, συμφωνήθηκε το ύψος των ειδικών ζημιών από τους διάδικους και δηλώθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Εκ πλευράς Υπεράσπισης των εφεσιβλήτων κατατέθηκε επίσης έγγραφη μαρτυρία υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων από τον εφεσίβλητο - εναγόμενο 1, τον Κ. Θ., o οποίος υπηρέτησε στην αστυνομική υπηρεσία για 37 χρόνια, ήταν Διευθυντής της Τροχαίας Πάφου και του οποίου η μαρτυρία έγινε προσπάθεια να κατατεθεί από πλευράς Υπεράσπισης ως μαρτυρία εμπειρογνώμονα και τον Δ. Χ., επίσης εκτιμητή ζημιών, του οποίου επίσης η μαρτυρία, ορθά, δεν έτυχε αξιολόγησης με το δεδομένο ότι είχε συμφωνηθεί το ποσό των ζημιών που υπέστη το όχημα της εφεσείουσας επί πλήρους ευθύνης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τόσο την εκδοχή της ενάγουσας - εφεσείουσας όσο και των εναγομένων - εφεσιβλήτων, αναφέροντας ότι με βάση αυτή την απόφαση του δεν του επιτρέπεται να καταλήξει σε οποιοδήποτε ασφαλές συμπέρασμα αναφορικά με τις συνθήκες πρόκλησης του δυστυχήματος και εφόσον η εφεσείουσα δεν απέσεισε το καθήκον που είχε να αποδείξει την υπόθεση της στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, δεν του παρέχετο άλλη επιλογή από το να απορρίψει την αγωγή, την οποία και απέρριψε, επιδικάζοντας και ένα σετ εξόδων υπέρ των εφεσιβλήτων - εναγομένων 1 και 2 και εναντίον της ενάγουσας - εφεσείουσας, όπως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η ενάγουσα - εφεσείουσα καταχώρισε την υπό κρίση έφεση εναντίον της πρωτόδικης απόφασης επικαλούμενη τρεις λόγους έφεσης. Με τον πρώτο λόγο έφεσης προβάλλεται η θέση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε ότι η μαρτυρία που προσκόμισε η εφεσείουσα βρίσκεται σε διάσταση με τις δικογραφημένες θέσεις της. Αντικείμενο του δεύτερου λόγου έφεσης είναι η θέση της εφεσείουσας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε λανθασμένα σύμφωνα με τα ευρήματα του ότι δεν αποδείχθηκε αμέλεια των εναγομένων ‑ εφεσίβλητων και με τον τρίτο λόγο έφεσης αμφισβητείται η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν μπορεί να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα ως προς τον τρόπο πρόκλησης του δυστυχήματος.
Όπως έχουμε προαναφέρει, σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το δυστύχημα συνέβηκε στις 30.6.2014 και περί ώρα 03:30 στη Λεωφ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ. Και τα δύο οχήματα οδηγούνταν κατά τον επίδικο χρόνο επί της πιο πάνω λεωφόρου με κατεύθυνση το χωριό Κισσόνεργα. Από τη σύγκρουση το αυτοκίνητο τύπου Pajero υπέστη ζημιές στην πίσω δεξιά γωνιά προφυλαχτήρα, στο δεξιό πίσω τροχό και στο φτερό. Το εν λόγω όχημα είναι ιδιοκτησίας της εφεσείουσας και οδηγείτο από το γιο της Θ. Α.. Το αυτοκίνητο τύπου Toyota, κατά τον επίδικο χρόνο οδηγείτο από τον εφεσίβλητ0 - εναγόμενο 1 και ήταν ασφαλισμένο από την εφεσίβλητη -εναγόμενη 2. Ο δρόμος που έγινε το δυστύχημα είναι ευθύς, ασφαλτοστρωμένος, αποτελείται από δύο λωρίδες κυκλοφορίας, μία για κάθε κατεύθυνση, οι οποίες διαχωρίζονται με άσπρη συνεχόμενη γραμμή. Η κάθε λωρίδα κυκλοφορίας έχει πλάτος 3.10 μέτρα στην αριστερή πλευρά του δρόμου σύμφωνα με την πορεία των ενεχόμενων αυτοκινήτων. Υπάρχει ασφάλτινη διαπλάτυνση και πεζοδρόμιο πλάτους 1.30 και 2.30 αντίστοιχα, ενώ στη δεξιά πλευρά ο δρόμος συνεχίζεται με πλατύ χωμάτινο παγκέττο.
Περαιτέρω αποτελούν ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι σε κάποιο σημείο εντός της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας της Λεωφ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου 1 χτύπησε το όχημα της εφεσείουσας στο δεξί πίσω μέρος του, το σημείο σύγκρουσης των οχημάτων βρίσκεται εντός της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας της λεωφόρου σε απόσταση 1.70 μέτρων από τη δεξιά άκρη της. Σε απόσταση 0.60 από το σημείο σύγκρουσης, ξεκινά το μαύρισμα από τον δεξιό πίσω τροχό του αυτοκινήτου της εφεσείουσας, το οποίο έχει μήκος 8 μέτρα και είναι σε ευθεία γραμμή. Σε απόσταση 2.70 μέτρων από το σημείο που σταματά το μαύρισμα του τροχού, ξεκινούν τα ίχνη γδαρσίματος από τη δεξιά ζάντα του οχήματος της εφεσείουσας. Τα ίχνη έχουν μήκος 7.60 μέτρα και ξεκινούν από τη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας και καταλήγουν στην άκρη της ασφάλτινης διαπλάτυνσης που βρίσκεται στην άσπρη λωρίδα κυκλοφορίας. Μετά τη σύγκρουση, το όχημα του εφεσίβλητου - εναγόμενου 1 εκτράπηκε στον δρόμο προς τα δεξιά σύμφωνα με την πορεία του και ανατράπηκε στο χωμάτινο παγκέττο. Από τη σύγκρουση προκλήθηκαν στο αυτοκίνητο της εφεσείουσας ζημιές στην πίσω δεξιά γωνιά προφυλαχτήρα, στον δεξιό πίσω τροχό και στο φτερό. Στο όχημα του εφεσίβλητου - εναγόμενου 1 οι ζημιές εντοπίστηκαν στην αριστερή μπροστινή γωνιά προφυλαχτήρα, καπό, φανάρι, ανεμοθώρακα, καμπίνα και δεξιές θύρες. Το ύψος των ζημιών του οχήματος της ενάγουσας - εφεσείουσας ανέρχεται στο ποσό των €2.284,79.
Το Δικαστήριο κατέληξε στα πιο πάνω ευρήματα του αφού έκανε αποδεκτή τη μαρτυρία της εφεσείουσας, όχι όμως το μέρος των ισχυρισμών της που αφορούσαν τον τρόπο πρόκλησης του δυστυχήματος, και της Αστ. 74 σημειώνοντας το γεγονός ότι όταν η ίδια επισκέφθηκε τη σκηνή του δυστυχήματος, το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο εφεσίβλητος - εναγόμενος 1 βρισκόταν στην τελική του θέση, ενώ το αυτοκίνητο το οποίο οδηγούσε ο γιος της εφεσείουσας είχε μετακινηθεί. Δέχτηκε επίσης τη θέση της Αστ. 74 ως προς το σημείο σύγκρουσης, ότι δηλαδή αυτό είναι το Χ3 επί του πρόχειρου σχεδιαγράμματος το οποίο η εν λόγω μάρτυρας κατήρτισε στη σκηνή, απορρίπτοντας τις υποδείξεις του σημείου σύγκρουσης από τον γιο της εφεσείουσας (σημείο Χ επί του σχεδιαγράμματος) και του εφεσίβλητου - εναγόμενου 1 (σημεία Χ1 και Χ2 επί του σχεδιαγράμματος).
Τα ευρήματα της Αστ. 74 στη σκηνή του δυστυχήματος, όπως σημειώνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν αμφισβητήθηκαν, αλλά ούτε και καταδείχτηκε ότι είναι εσφαλμένα δεδομένου του ότι το μαύρισμα από τον δεξιό πίσω τροχό του οχήματος της εφεσείουσας που ανευρέθηκε στη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας της λεωφόρου, τα ίχνη γδαρσίματος από τη δεξιά ζάντα του αυτοκινήτου της εφεσείουσας τα οποία ξεκινούν από τη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας και καταλήγουν στην ασφάλτινη διαπλάτυνση που βρίσκεται στην αριστερή πλευρά του δρόμου σύμφωνα με την πορεία των οδηγών των ενεχόμενων αυτοκινήτων, ότι εντός της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας και σε απόσταση 0.30 εκατοστών από την άκρη του δρόμου εντοπίστηκε ζάντα από το αυτοκίνητο της εφεσείουσας και ότι η τελική θέση του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου - εναγόμενου 1 βρίσκεται εντός του χωμάτινου παγκέττου στη δεξιά πλευρά της λεωφόρου σύμφωνα με την πορεία των οδηγών.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε επίσης το σχέδιο της σκηνής του δυστυχήματος το οποίο έγινε από την εν λόγω μάρτυρα, σημειώνοντας ότι ουσιαστικά δεν έχει αμφισβητηθεί το περιεχόμενο του.
Οι οδηγοί των ενεχόμενων αυτοκινήτων έδωσαν διιστάμενες εκδοχές στη μαρτυρία τους για το πώς έγινε το επίδικο δυστύχημα. Ο οδηγός του οχήματος της εφεσείουσας προέβαλε τον ισχυρισμό ότι ενώ οδηγούσε το όχημα της μητέρας του τύπου Pajero στη Λεωφ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ στη Χλώρακα με κατεύθυνση το χωριό Κισσόνεργα και φορούσε ζώνη ασφαλείας και είχε τα φώτα του αυτοκινήτου του χαμηλά και οδηγούσε με χαμηλή ταχύτητα, σε κάποια στιγμή αντιλήφθηκε ένα αυτοκίνητο πίσω του που τον ακολουθούσε. Ενώ συνέχιζε την πορεία του, ένιωσε ένα δυνατό χτύπημα στην πίσω δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου του και το αυτοκίνητο του ακινητοποιήθηκε στο αριστερό πεζοδρόμιο. Είδε στη δεξιά πλευρά του το αυτοκίνητο που τον χτύπησε να αναποδογυρίζεται.
Ο εφεσίβλητος - εναγόμενος 1 αναφέρει στη γραπτή του δήλωση ότι στις 30.6.2014 οδηγούσε το όχημα τύπου Toyota νόμιμα και με τη δέουσα προσοχή στη Λεωφ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ στη Χλώρακα με κατεύθυνση προς Κισσόνεργα και το όχημα τύπου Pajero, το οποίο οδηγούσε ο γιος της εφεσείουσας, προπορευόταν του οχήματος του. Ο οδηγός του Pajero οδηγούσε το όχημα του με υπερβολικά χαμηλή ταχύτητα, αναγκάζοντας τον με αυτό τον τρόπο να εισέλθει στη δεξιά λωρίδα για να τον προσπεράσει. Ενώ ήταν στην προσπάθεια του να προσπεράσει το Pajero και ξεκίνησε την προσπάθεια του να το προσπεράσει, ο οδηγός του Pajero εισήλθε και αυτός στη δεξιά λωρίδα με αποτέλεσμα να αποκόψει την πορεία του οχήματος του και να προκαλέσει τη σύγκρουση.
Σημειώνουμε ότι στην Έκθεση Απαίτησης της ενάγουσας - εφεσείουσας και στις λεπτομέρειες αμέλειας που αποδίδονται στον εναγόμενο 1 - εφεσίβλητο 1, περιλαμβάνεται η θέση ότι ο εναγόμενος 1 παρέλειψε να τηρεί ασφαλή απόσταση από το αυτοκίνητο της ενάγουσας, οδηγούσε στη λανθασμένη και/ή δεξιά πλευρά του δρόμου σύμφωνα με την πορεία του, παρέλειψε να δώσει οποιαδήποτε ή επαρκή προειδοποίηση για την πρόθεση του να προσπεράσει, προσπάθησε να προσπεράσει το αυτοκίνητο της εφεσείουσας σε τόπο που απαγορεύεται το προσπέρασμα παραβιάζοντας συνεχόμενη λευκή γραμμή. Προβάλλεται επίσης η θέση ότι ο οδηγός του αυτοκινήτου της εφεσείουσας εισήλθε προς το κέντρο του δρόμου για να αποφύγει λακκούβα και/ή εμπόδιο και/ή ελάττωμα του δρόμου όταν ο εφεσίβλητος - εναγόμενος 1 χωρίς προειδοποίηση και με υπερβολική ταχύτητα προσπάθησε να προσπεράσει το αυτοκίνητο της εφεσείουσας με αποτέλεσμα να συγκρουστεί βίαια στο πίσω δεξιό μέρος του. Η θέση περί λακκούβας στο δρόμο την οποία προσπάθησε να αποφύγει, δεν προβλήθηκε από τον γιο της εφεσείουσας κατά τη γραπτή μαρτυρία του προς προώθηση της αξίωσης της εφεσείουσας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του Μ.Υ.2, θεωρώντας ότι αυτός δεν μπορεί να κριθεί ως εμπειρογνώμονας, ούτε και να βασιστεί στα ευρήματα του, αναφέροντας με λεπτομέρεια τους λόγους για τους οποίους κατέληξε στο συμπέρασμα του αυτό. Η απόφαση και/ή το συμπέρασμα αυτό του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δεν αμφισβητείται με τους λόγους έφεσης, ούτε και καταχωρήθηκε αντέφεση εκ πλευράς εναγομένων - εφεσιβλήτων. Η μαρτυρία του εφεσίβλητου - εναγόμενου 1 επίσης απορρίφθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο με βάση την πραγματική μαρτυρία, αλλά και την αποδοχή της μαρτυρίας της Μ.Ε.2 Αστ. 74. Εντόπισε επίσης το πρωτόδικο Δικαστήριο διαφοροποίηση των εκδοχών του εφεσίβλητου - εναγόμενου 1 στην κατάθεση που έδωσε στον Μ.Ε.2 στις 17.7.2014 και η οποία είχε κατατεθεί ως Τεκμήριο, και στην εκδοχή που προέβαλε στη γραπτή του μαρτυρία. Ούτε η απόρριψη της μαρτυρίας του Μ.Υ.1 προσβάλλεται με την υπό κρίση έφεση και όπως έχει σημειωθεί δεν έχει κατατεθεί αντέφεση.
Είναι γνωστή η αρχή ότι η αξιολόγηση μαρτυρίας αποτελεί πρωταρχικό έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου και το Εφετείο δεν επεμβαίνει σε αυτή, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Όπως χαρακτηριστικά έχει νομολογηθεί: «Η αξιολόγηση ενός μάρτυρα αν είναι αξιόπιστος ή όχι, είναι καθαρά θέμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου και κατά κανόνα το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει στο να αποφασίσει περί της αξιοπιστίας ενός μάρτυρα». Σχετική είναι η απόφαση Θεοδώρου v. Θεοδώρου (1992) 1Α.Α.Δ. 353. Όπως έχει σαφέστατα αποφασιστεί σε πληθώρα υποθέσεων, η αξιολόγηση μαρτυρίας είναι έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο έχει ενώπιόν του τους μάρτυρες και μέσα από τη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης καταλήγει στα συμπεράσματα του και επαναλαμβάνουμε τον νομολογιακό κανόνα ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει με ευκολία στην πρωτόδικη αξιολόγηση μαρτύρων και μαρτυρίας. Παραπέμπουμε στην πρόσφατη απόφαση Πολιτική Έφεση 366/18 AUTOMIND ENTERPRISES LIMITED v. ΚΥΘΡΟΜΑΚ (ΑΣΦΑΛΤΙΝΚ) ΛΤΔ ημερ.31.1.2024, όπου έχουν αναφερθεί τα ακολούθα:
«Όπως έχει λεχθεί στις υποθέσεις Tekinder Pal κ.α. v. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 551:
«Η εντύπωση που αποκομίζει από τους μάρτυρες το πρωτόδικο Δικαστήριο φέρει μαζί της το ευεργέτημα της επισταμένης παρακολούθησης των όσων οι μάρτυρες καταθέτουν, τον τρόπο με τον οποίο καταθέτουν, τη λογική που η μαρτυρία τους εκπέμπει και όλα αυτά σε συνδυασμό με την ανάλογη αντιπαραβολή με τη δικογραφία στις πολιτικές υποθέσεις ή τις καταθέσεις στις ποινικές υποθέσεις και τα εν γένει τεκμήρια. Η ανθρώπινη εμπειρία εν πολλοίς είναι οδηγός ως προς τη λογική των πραγμάτων. (Δέστε Baloise Insurance Co Ltd v. Κατωμονιάτη κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 1275).»
Επέμβαση είναι δυνατή σε πολύ περιορισμένες περιπτώσεις όταν τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου είτε αντιστρατεύονται τη λογική των πραγμάτων, είτε συγκρούονται με άλλη αποδεκτή από το ίδιο το Δικαστήριο μαρτυρία, είτε διαπιστώνεται πλημμελής αξιολόγηση των δεδομένων. Παραπέμπουμε στις αποφάσεις Bullows v. Νεοφύτου (1994) 1 Α.Α.Δ. 41, Χατζηπαύλου ν. Κυριάκου (2006) 1 Α.Α.Δ. 236 και Οργανισμός Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας ν. Κώστα Α. Ζαχαρία Λτδ (2006) 1 Α.Α.Δ. 705).»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αιτιολόγησε τους λόγους για τους οποίους δεν έκανε αποδεκτή τη μαρτυρία των δύο εμπλεκομένων οδηγών, αλλά και του Μ.Υ.2, ενώ αντίθετα αποδέχτηκε ως ορθή και μη αμφισβητούμενη τη μαρτυρία της Μ.Ε.2, Αστ. 74. Όπως φαίνεται από το τελικό σχέδιο που κατέθεσε η Μ.Ε.2, το σημείο σύγκρουσης των οχημάτων είναι το Χ3, το οποίο βρίσκεται στη δεξιά λωρίδα της Λεωφ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στη Χλώρακα. Υπάρχει δε συνεχόμενη άσπρη γραμμή, την οποία και οι δύο οδηγοί των εμπλεκομένων οχημάτων έχουν παραβιάσει. Ο μεν οδηγός του οχήματος Toyota στην προσπάθεια του να προσπεράσει το προπορευόμενο Pajero από τα δεξιά, ολοφάνερα παραβίασε την άσπρη συνεχόμενη γραμμή που δηλώνει απαγόρευση προσπεράσματος, ενώ επίσης ο οδηγός του Pajero με τη σειρά του παραβίασε την άσπρη γραμμή, κινούμενος δεξιότερα σε σχέση με την πορεία του, με αποτέλεσμα να γίνει η σύγκρουση των δύο οχημάτων. Πέραν του ότι δεν υπάρχει σχετικός λόγος έφεσης, κρίνουμε ότι δεν υπάρχει λόγος παρέμβασης μας στην αξιολόγηση των μαρτύρων και τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Σχετικά με το θέμα της ευθύνης πρόκλησης τροχαίου ατυχήματος, είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι η αμέλεια είναι θέμα γεγονότος το οποίο αποφασίζεται με βάση τις συνθήκες και περιστάσεις της κάθε υπόθεσης (βλ. Patsalides v. Yiapani (1969) 1 CLR 84 και Panayiotou v. Mavrou (1970) 1 CLR 215).
Στα πλαίσια εκδίκασης μιας τέτοιας υπόθεσης, το Δικαστήριο θα πρέπει πρώτα να αποφασίσει εάν έχει αποδειχθεί αμέλεια σε βάρος των εναγομένων και εάν η απάντηση είναι καταφατική, τότε θα πρέπει να εξετάσει εάν η ενάγουσα έχει συντρέχουσα αμέλεια και ακολούθως να καθορίσει τα εκατέρωθεν ποσοστά ευθύνης (βλ. Φοίβος Μαυρίδης ν. Rima J. Dharaghji κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 1013).
Η ευθύνη αποφασίζεται στη βάση του συνόλου της μαρτυρίας που έχει προσκομιστεί ανεξάρτητα εάν είναι μαρτυρία που έχει προσαχθεί από τον ενάγοντα ή την εναγόμενη (βλ. Fabrey and another v. Demetriou (1976) 1 CLR 1).
Αποτελεί θεμελιωμένη αρχή ότι η αμέλεια ως πραγματικό γεγονός συνίσταται στην παράλειψη επίδειξης εύλογης προσοχής κάτω από τις συγκεκριμένες περιστάσεις της κάθε υπόθεσης (βλ. Φοινικαρίδης κ.ά. ν. Γεωργίου κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 475).
Η συμπεριφορά ενός οδηγού εξετάζεται και κρίνεται με βάση το επίπεδο του μέσου συνετού ανθρώπου, δηλαδή με βάση την αντίληψη ενός συνηθισμένου οδηγού και όχι του ενεχόμενου οδηγού (βλ. Μαρκαντώνης ν. Δημάκη (1989) 1 CLR 387), ο δε προσδιορισμός του καθήκοντος ποικίλει ανάλογα με τα αντικειμενικά δεδομένα που επικρατούν στη σκηνή.
Όπως προκύπτει από τη σχετική νομολογία η εξέταση της αμέλειας των εμπλεκομένων οδηγών αποτελεί ζήτημα πραγματικό υπό την έννοια ότι η εφαρμογή των αρχών της νομολογίας θα τύχει επί των πραγματικών γεγονότων κάθε υπόθεσης.
Είναι φανερό από τα ευρήματα που έχουν αναφερθεί πιο πάνω, ότι και οι δύο οδηγοί έχουν εκπέσει από την ευθύνη που είχαν να οδηγούν με βάση τους κανονισμούς της Τροχαίας. Η ευθύνη, όπως έχει νομολογηθεί, μπορεί να αποφασιστεί στη βάση του συνόλου της μαρτυρίας που έχει προσκομιστεί ανεξάρτητα από ποιος από τους δύο διάδικους έχει προσαχθεί. Ειδικά σε ό,τι αφορά την αμέλεια, έχει θεμελιωθεί ότι η αμέλεια ως πραγματικό γεγονός συνίσταται στην παράλειψη επίδειξης εύλογης προσοχής κάτω από τις συγκεκριμένες περιστάσεις της κάθε υπόθεσης. Η συμπεριφορά ενός οδηγού εξετάζεται και κρίνεται με βάση το επίπεδο του μέσου συνετού οδηγού. Δηλαδή με βάση την αντίληψη ενός συνηθισμένου οδηγού και όχι του ενεχόμενου οδηγού. Ο δε προσδιορισμός του καθήκοντος ποικίλει ανάλογα με τα πραγματικά και αντικειμενικά δεδομένα που επικρατούν στη σκηνή.
Η δικογραφημένη θέση της εφεσείουσας είναι ότι ενώ το αυτοκίνητο της οδηγείτο από τον γιο της στη Λεωφ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στη Χλώρακα με κατεύθυνση την Κισσόνεργα, και ακολουθείτο από το άλλο εμπλεκόμενο όχημα το οποίο οδηγούσε ο εφεσίβλητος - εναγόμενος 1 με την ίδια κατεύθυνση σε σχέση με το όχημα της, επιχείρησε να το προσπεράσει οδηγώντας στη δεξιά πλευρά του δρόμου και/ή το οδήγησε τόσο αμελώς κατά παράβαση των εκ του νόμου και κανονισμών απορρεόντων καθηκόντων του με αποτέλεσμα να συγκρουστεί με το αυτοκίνητο της εφεσείουσας και να χτυπήσει στην πίσω δεξιά γωνιά αυτού, προκαλώντας εκτεταμένες ζημιές.
Δικογραφημένη θέση της επίσης είναι ότι το όχημα που οδηγούσε πίσω από το δικό της παρέλειψε να τηρεί ασφαλή απόσταση από το όχημα της, οδηγήθηκε στη λανθασμένη και/ή δεξιά πλευρά του δρόμου σύμφωνα με την πορεία του, αποπειράθηκε να προσπεράσει το αυτοκίνητο της σε τόπο που απαγορεύεται το προσπέρασμα και/ή παραβίασε συνεχόμενη λευκή γραμμή και δεν ειδοποίησε για αυτή του την πρόθεση προηγουμένως τον οδηγό του οχήματος της εφεσείουσας. Θέση της είναι επίσης ότι ο οδηγός του οχήματος της εφεσείουσας οδηγούσε κανονικά στην πορεία του και εισήλθε προς το κέντρο του δρόμου για να αποφύγει εμπόδιο.
Η δικογραφημένη θέση των εφεσίβλητων είναι ότι ο εφεσίβλητος 1 αναγκάστηκε να εισέλθει στη δεξιά λωρίδα για να προσπεράσει τον οδηγό του οχήματος της εφεσείουσας, o οποίος οδηγούσε με υπερβολικά χαμηλή ταχύτητα, όταν ο οδηγός του οχήματος της εφεσείουσας εισήλθε και αυτός στη δεξιά λωρίδα με αποτέλεσμα να αποκόψει την πορεία του εφεσίβλητου - εναγόμενου 1 και να προκαλέσει τη σύγκρουση.
Από τη μαρτυρία που δέχτηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποτελούν αδιαμφισβήτητα γεγονότα ότι:
· Ο εφεσίβλητος 1 επιχείρησε να προσπεράσει το όχημα της εφεσείουσας σε σημείο που δεν επιτρεπόταν το προσπέρασμα, παραβιάζοντας άσπρη συνεχόμενη γραμμή.
· Δεν υπάρχει ισχυρισμός από πλευράς εφεσίβλητου 1 ότι έδωσε οποιαδήποτε προειδοποίηση στον οδηγό του οχήματος για την πρόθεση του αυτή, αντίθετα το μόνο που αναφέρει είναι ότι ο τρόπος που οδηγείτο το όχημα της εφεσείουσας, με υπερβολικά χαμηλή ταχύτητα, τον ανάγκασε να εισέλθει στη δεξιά λωρίδα του δρόμου για να το προσπεράσει.
· Ο οδηγός του οχήματος της εφεσείουσας κινήθηκε δεξιότερα σε σχέση με την πορεία του. Με βάση το σημείο σύγκρουσης Χ3 που αποτελεί και εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, και ορθά κατά την άποψη μας, το σημείο σύγκρουσης βρίσκεται στη δεξιά λωρίδα του δρόμου, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι και ο οδηγός του οχήματος της εφεσείουσας, παραβίασε την άσπρη γραμμή.
· Δεν υπάρχει δικαιολογία για την κίνηση αυτή του οδηγού του οχήματος της εφεσείουσας.
· Η δικογραφημένη θέση της εφεσείουσας ότι το αυτοκίνητο της οδηγείτο κανονικά σε σχέση με την πορεία του στη λωρίδα του δρόμου, απορρίπτεται.
· Και οι δύο οδηγοί έχουν παραβιάσει συνεχόμενη άσπρη γραμμή.
· Και οι δύο οδηγοί δεν έχουν τηρήσει τον κώδικα οδικής ασφάλειας και τους σχετικούς κανονισμούς και οδήγησαν τα οχήματα τους αμελώς.
· Ο εφεσίβλητος 1 υπέπεσε του καθήκοντος του μέσου συνετού οδηγού και έχει ευθύνη για την πρόκληση του δυστυχήματος. Αντίστοιχα και ο οδηγός του οχήματος της εφεσείουσας, έχει με τη σειρά του ευθύνη για την πρόκληση του δυστυχήματος, αφού χωρίς δικαιολογία κινήθηκε δεξιότερα της πορείας του και παραβίασε και o ίδιος άσπρη γραμμή.
Είναι η θέση μας ότι με τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης και τα πραγματικά δεδομένα, και ο εφεσίβλητος 1 και ο οδηγός του οχήματος της εφεσείουσας υπέχουν ευθύνη για την πρόκληση του δυστυχήματος και λαμβάνοντας υπόψη τα πραγματικά δεδομένα όπως έχουν αναφερθεί πιο πάνω και τις θέσεις που προβλήθηκαν, αλλά κυρίως την πραγματική μαρτυρία που τέθηκε ενώπιόν του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ευθύνονται εξίσου σε ποσοστό 50% έκαστος για την πρόκληση του δυστυχήματος. Δεν βρίσκουμε ότι υπάρχει διάσταση των δικογραφημένων θέσεων της εφεσείουσας σε συνάρτηση με τη μαρτυρία που προσκόμισε. Κρίνουμε ότι αποδείχθηκε αμέλεια και ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο μπορούσε να καταλήξει σε ευρήματα για τον τρόπο πρόκλησης του δυστυχήματος από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του και οι τρεις λόγοι έφεσης επιτυγχάνουν. Επομένως, η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου και το αποτέλεσμα της απόφασης του ακυρώνονται και η απόφαση αντικαθίσταται με εύρημα ευθύνης 50% έκαστος στον οδηγό του οχήματος της εφεσείουσας αλλά και τον εφεσίβλητο - εναγόμενο 1.
Δυνάμει των προνοιών του Μέρους 41.12 (1) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, σύμφωνα με τις οποίες το Εφετείο έχει όλες τις εξουσίες του κατώτερου δικαστηρίου, είμαστε σε θέση να καθορίσουμε τις αποζημιώσεις που η εφεσείουσα δικαιούται δυνάμει των πιο πάνω διαπιστώσεων μας. Σχετική είναι κατ' αναλογία η πρόσφατη απόφαση Zilha Ozay Oguz κ.α. v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α. Πολ. Έφεση 271/18, ημ. 15.3.2024 όπου αυξήθηκαν από το Εφετείο οι αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση σε ακίνητο, στη βάση μαρτυρίας που έγινε αποδεκτή πρωτοδίκως.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πραγματικές ζημιές του οχήματος της εφεσείουσας έχουν δηλωθεί εκ συμφώνου επί πλήρους ευθύνης ότι ανέρχονται στο ποσό των €2.284,79, εκδίδεται απόφαση υπέρ της ενάγουσας-εφεσείουσας και εναντίον των εναγομένων 1 και 2 -εφεσίβλητων αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα για το ποσό των €1.142,39. Επί του πιο πάνω ποσού επιδικάζεται τόκος από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής και όχι από την ημέρα του δυστυχήματος, αφού δεν προβάλλεται καμία δικαιολογία για την καθυστέρηση στην καταχώριση της αγωγής. Το επίδικο δυστύχημα σημειώθηκε στις 30.6.2014, ενώ η αγωγή καταχωρήθηκε στις 07.01.2016.
Επιδικάζονται επίσης υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον των εφεσίβλητων 1 και 2 αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα το 1/2 του ποσού των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Η πρωτόδικη διαταγή για έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων ακυρώνεται.
Με βάση το ότι η παρούσα έφεση επιτυγχάνει, επιδικάζεται επίσης υπέρ της εφεσείουσας‑ενάγουσας και εναντίον των εφεσίβλητων ‑ εναγομένων 1 και 2, το ποσό των €1.400 πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, έξοδα της παρούσας έφεσης.
ΑΛ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.
ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.
Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.