ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε59/2019)
2 Φεβρουαρίου 2024
[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]
ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΙΑΠΑΤΗ,
Εφεσείων
v.
THEMIS PORTFOLIO MANAGEMENT HOLDINGS LIMITED,
Εφεσιβλήτων
Μ. Κιτρομηλίδης για Μ. Κιτρομηλίδης Δικηγόροι ΔΕΠΕ με Χρ. Χριστοδούλου (κα) για Παπαντωνίου & Παπαντωνίου ΔΕΠΕ για Εφεσείοντα
Π. Μακρίδης για Χρυσαφίνης & Πολυβίου ΔΕΠΕ για Εφεσίβλητους
------------------------
ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.
----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ: Οι εφεσίβλητοι έχουν καταστεί μέρος της διαδικασίας ως συνέπεια μεταβίβασης σ' αυτούς εξ αποφάσεως χρέους πέντε εναγομένων προς την Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ. Η εν λόγω απόφαση, υπέρ της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, είχε εκδοθεί, εκ συμφώνου, την 9.10.1991. Ένας εκ των εξ αποφάσεως χρεωστών είναι ο εφεσείων/ εναγόμενος 4 στην αγωγή.
Επί ακίνητης περιουσίας του εφεσείοντα, οι εξ αποφάσεως πιστωτές ενέγραψαν δύο memo δυνάμει του Άρθρου 53 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. Ό,τι ενδιαφέρει, για σκοπούς της παρούσας απόφασης, είναι ότι αίτηση του εφεσείοντα για ακύρωση και παραμερισμό των εν λόγω δύο εγγραφών memo, απερρίφθη από το πρωτόδικο Δικαστήριο, με απόφασή του ημερομηνίας 31.1.2019. Την απόφαση αυτή είναι που ο εφεσείων προσβάλλει με την παρούσα έφεση.
Την απόφαση αυτή, το πρωτόδικο Δικαστήριο τιτλοφόρησε ως ενδιάμεση απόφαση, ενώ, με την καταχώρηση της παρούσας έφεσης, αυτή εντάχθηκε στο μητρώο εφέσεων επί ενδιάμεσων αποφάσεων. Δεδομένου του χρόνου κατά τον οποίο η παρούσα έφεση καταχωρήθηκε, ήτοι μετά την παρέλευση 14 ημερών από την ημερομηνία της απόφασης και πριν από την παρέλευση 42 ημερών από την ημερομηνία της απόφασης, κατά την καταχώρηση της, στις 5.3.2019, ως επιμαρτυρείται από σχετική σημείωση στην Ειδοποίηση Έφεσης, ιδίας ημερομηνίας, υπεδείχθη στο συνήγορο του εφεσείοντα ότι αυτή είναι εκπρόθεσμη,
Με αυτά τα δεδομένα, κατά την ημερομηνία ορισμού της παρούσας έφεσης για προδικασία, θέσαμε το θέμα στους συνηγόρους. Διαπιστώθηκε η εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη από τις δύο πλευρές, με την πλευρά του εφεσείοντα να υποστηρίζει ότι η έφεση είναι εμπρόθεσμη, ως στρεφόμενη εναντίον απόφασης αυτοτελούς αίτησης, και την πλευρά των εφεσιβλήτων να υποστηρίζει ότι αφορά ενδιάμεση απόφαση και, συνεπώς, είναι εκπρόθεσμη και απορριπτέα. Συνακόλουθα, δώσαμε την ευκαιρία στις δύο πλευρές να ακουστούν επί του προκειμένου, ώστε να κριθεί το θέμα προτού η έφεση προχωρήσει, ενδεχομένως αχρείαστα και αντικανονικά, με την προδικασία.
Είναι χρήσιμο να λεχθεί ότι ο χαρακτηρισμός της πρωτόδικης απόφασης, από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ως ενδιάμεσης, αποτελεί ξεχωριστό λόγο έφεσης (5ος λόγος). Προς άρση οποιασδήποτε παρεξήγησης, στο στάδιο αυτό δεν εξετάζεται οτιδήποτε αφορά την ουσία της έφεσης, περιλαμβανομένου και του ως άνω πέμπτου λόγου, κάτι το οποίο θα γίνει κατά την ακρόαση, εάν η έφεση κριθεί εμπρόθεσμη. Το αντικείμενο της παρούσας απόφασης περιορίζεται στο εμπρόθεσμο ή μη της έφεσης.
Αμφότερες οι πλευρές παρέπεμψαν στη νομολογία, χωρίς να διαφωνούν ως προς τις αρχές που αφορούν το υπό κρίση θέμα. Η επιχειρηματολογία του εφεσείοντα μπορεί να συνοψιστεί στο ότι η φύση της αίτησης για ακύρωση memo, την κατατάσσει στην κατηγορία αιτήσεων που έχουν πρωτογενή χαρακτήρα και είναι αυτοτελής και όχι ενδιάμεση αίτηση, όπως, άλλωστε, και κάθε αίτηση με βάση το Κεφ. 6. Το ζήτημα της ακύρωσης memo δεν έχει προκύψει από την αγωγή, αλλά έχει αυτοτέλεια, υπό την έννοια ότι ακολουθείται διάβημα εναρκτήριου χαρακτήρα για να μπορεί, το Δικαστήριο, να δώσει λύση. Επομένως, η προθεσμία που προβλέπεται είναι αυτή των έξι εβδομάδων και, ως καταχωρηθείσα εντός αυτής, η έφεση είναι εμπρόθεσμη.
Από την πλευρά τους, οι εφεσίβλητοι εισηγούνται ότι η ορθή ερμηνεία είναι ότι αιτήσεις που καταχωρούνται στα πλαίσια ήδη υφιστάμενης διαδικασίας εκτέλεσης, δεν είναι και δεν πρέπει να θεωρηθούν ως αυτοτελείς διαδικασίες, αλλά ενδιάμεσες. Η εγγραφή memo αποτελεί, σύμφωνα με τη νομολογία, μια ενδιάμεση και προκαταρκτική διαδικασία, στάδιο του μέτρου εκτέλεσης μίας δικαστικής απόφασης μέσω πώλησης ακίνητης περιουσίας εξ αποφάσεως οφειλέτη και, συνεπώς, και η αίτηση για παραμερισμό ενός memo θα πρέπει να θεωρηθεί ενδιάμεση διαδικασία η οποία καταχωρήθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτέλεσης δικαστικής απόφασης μέσω πώλησης ακίνητης ιδιοκτησίας. Συνεπώς, η προθεσμία για καταχώρηση έφεσης είναι 14 ημέρες από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης, με την παρούσα έφεση να καθίσταται εκπρόθεσμη και να πρέπει να απορριφθεί.
Η επί του θέματος νομολογία αναλύεται με σαφήνεια στην Άντρη Ιωακείμ κ.α. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (Αρ. 1), (2003) 1 ΑΑΔ 198:
«Η προθεσμία για την άσκηση έφεσης διέπεται από τις διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού 35, Θεσμός. 2. Σε μετάφραση έχει ως εξής:
«Τηρουμένης και χωρίς βλάβη της εξουσίας του Εφετείου σύμφωνα με τη Διαταγή 57, Κανονισμός 2, καμιά έφεση εναντίον οποιουδήποτε ενδιάμεσου διατάγματος, είτε εναντίον διατάγματος, είτε τελικού είτε ενδιάμεσου, σε οποιονδήποτε θέμα που δεν αποτελεί αγωγή, θα ασκείται μετά την πάροδο δεκατεσσάρων ημερών, και καμιά άλλη έφεση θα ασκείται μετά την πάροδο έξι εβδομάδων, εκτός εάν το Δικαστήριο ή ο Δικαστής, κατά το χρόνο έκδοσης του διατάγματος η καθ' οιονδήποτε μεταγενέστερο χρόνο, ή το Εφετείο επεκτείνει την προθεσμία.»
Στην υπόθεση Κωνσταντίνος Σπηταλιώτης, ανωτέρω, κρίθηκε ότι απόφαση που λήφθηκε σε αγωγή κατ' επίκληση και εφαρμογή των διατάξεων της Διαταγής 18 είναι ενδιάμεση. Ο λόγος γι αυτό είναι ότι η σχετική αίτηση «μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα είτε τη διεκπεραίωση της αγωγής είτε τη συνέχιση της». Επομένως ο χρόνος υποβολής έφεσης περιορίζεται στις 14 ημέρες.
Προτού καταλήξει, το Εφετείο αναφέρθηκε στην υπόθεση White ν. Brunton [1984] 2 All E.R. 606. Tο οριστικό κριτήριο που έθεσε η απόφαση, μετά από μια αντιφατική νομολογία, για τη διάκριση μεταξύ ενδιάμεσης απόφασης (ή διατάγματος) και τελικής είναι το αποκληθέν application approach και όχι το order approach, που ίσχυε μέχρι τότε. Δηλαδή το επίκεντρο είναι η φύση της αίτησης και όχι η φύση αυτού τούτου του διατάγματος.
Αναλύοντας την White ν. Brunton στην Wilfrid Wortham κ.ά. ν. Ντίνας Κώστα Τσίμον κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1442, ο Κωνσταντινίδης, Δ. τονίζει ότι:
«Με αναφορά στην προηγούμενη νομολογία εξηγείται πως, όπως διαμορφώθηκαν τα πράγματα, εκείνο που μετρά είναι όχι αυτή καθ΄ εαυτή η φύση του διατάγματος που εκδόθηκε αλλά η αίτηση ή η διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε. Για το συζητούμενο σκοπό, τελικό είναι το διάταγμα που εκδίδεται στο πλαίσιο αίτησης ή διαδικασίας που θα απέληγε σε τελική επίλυση του επίδικου θέματος, όποιος από τους διαδίκους και αν κέρδιζε.»
Στην Σπηταλιώτης, ανωτέρω, λοιπόν η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης σε πρωτογενή αίτηση των εφεσειόντων καταχωρήθηκε σε 36 ημέρες. Γεννήθηκε το ερώτημα αν αυτή ήταν ενδιάμεση ή τελική απόφαση. Εφαρμόζοντας την προσέγγιση που δίνει το βάρος στη φύση της αίτησης (application approach), το Δικαστήριο θεώρησε την απόφαση τελικής μορφής και την έφεση εμπρόθεσμη. Με την ίδια ευκαιρία υπογράμμισε - και αναφέρθηκε σε προηγούμενο - ότι η πρωτογενής αίτηση, για τους σκοπούς της Διαταγής 35, θεσμός 2, «ταξινομείται ως αγωγή με την έννοια των θεσμών». Ας λεχθεί εδώ ότι ο όρος «αγωγή» δεν περιορίζεται στη διαδικασία που ξεκινά με κλητήριο ένταλμα. Η έννοια έχει ευρύτερο νοηματικό περιεχόμενο. Σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις της Διαταγής 1, Θεσμός 2:
«αγωγή» σημαίνει πολιτική διαδικασία που αρχίζει με ένταλμα ή οποιοδήποτε άλλο τρόπο, όπως μπορεί να καθορίζεται από οποιοδήποτε νόμο ή διαδικαστικούς κανονισμούς.»
Η υπόθεση Μιχαλάκης Κιταλίδης, είναι ακόμη πιο κοντά στην κρινόμενη. Από τη σκοπιά που θα εξηγήσουμε. Επρόκειτο για αίτηση σε αγωγή από εξ αποφάσεως δανειστή. Ζήτησε διάταγμα κατάσχεσης χρημάτων κατατεθειμένων στην εφεσίβλητη Τράπεζα. Το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι η αίτηση ήταν ενδιάμεση και για τους λόγους που έδωσε την απέρριψε. Το ερώτημα, όπως το έθεσε ο Γαβριηλίδης Δ, που εξέδωσε την απόφαση του Εφετείου, ήταν:
«Υπό το φως των πιο πάνω διατάξεων (σημ. των δικαιοδοτικών διατάξεων του άρθρ. 22 του ν. 14/60, όπως τροποποιήθηκε) είναι, κατά την άποψή μας, πρόδηλο, ότι το κατά πόσο η επίδικη αίτηση είναι ενδιάμεση ή αυτοτελής, εξαρτάται από το κατά πόσο το συνεπακόλουθο διάταγμα μπορεί να θεωρηθεί διάταγμα «που δεν διαγιγνώσκει την ουσία της αγωγής» ή όχι [(άρθρ. 22 (4)(β)]. Με ευρεία και κατ΄ αναλογία έννοια βέβαια.»
Το δικαστήριο έκρινε ότι η αίτηση για κατάσχεση, όπως και κάθε άλλη αίτηση με βάση τις διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, «είναι αυτοτελής και όχι ενδιάμεση». Τη γνώμη του βάσισε στις αποφάσεις Pilavachi & Co., Ltd. ν. International Chemical Co. Ltd. (1965) 1 C.L.R. 97 και Central Co-operative Bank v. C.Y.E.M.S. (1984) 1 C.L.R. 435. Tελικά, επειδή το ζήτημα συσχετιζόταν με τη δικαιοδοσία Επαρχιακού Δικαστή, το Εφετείο παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση και διέταξε επανεκδίκαση από δικαστήριο που είχε δικαιοδοσία να επιλαμβάνεται υποθέσεων, η αξία του αντικειμένου των οποίων, υπερέβαινε τις £25.000.
Κατά τη γνώμη μας η αίτηση κάτω από τις διατάξεις του Κεφ. 62 ανήκει στην κατηγορία αιτήσεων που έχουν πρωτογενή χαρακτήρα. Και για την οποία ισχύει η προθεσμία καταχώρησης έφεσης των έξι εβδομάδων. Παρόλο που δικονομικά τέτοια αίτηση είναι ενταγμένη στο πλαίσιο της αγωγής, εντούτοις ο ομφάλιος λώρος με αυτή έχει αποκοπεί. Πρόκειται για αυτόνομη διαδικασία, που στοχεύει σε άλλης μορφής θεραπεία και που κατατάσσεται, όπως προελέχθη, για το σκοπό που συζητούμε, στην ευρύτερη κατηγορία των αγωγών.»
Η επιβάρυνση γης με εγγραφή απόφασης προβλέπεται και ρυθμίζεται στο Κεφ. 6, Άρθρα 53 - 71. Σαφώς αποτελεί μέρος μιας διαδικασίας εκτέλεσης απόφασης και η νομολογία και ο νόμος την αναγνωρίζει ως τέτοιο. Δεν πρόκειται, όμως, για μία διαδικασία σε εκκρεμότητα ενώπιον του Δικαστηρίου, με την αίτηση για ακύρωση της εγγραφής να εντάσσεται σ' αυτήν ως μία ενδιάμεση αίτηση, ως τα παραδείγματα που υπέδειξε ο κ. Μακρίδης.
Το τι μπορεί να διαγνωστεί είναι ότι, με δεδομένη την ύπαρξη των memo στο μητρώο του Κτηματολογικού Γραφείου, ο εφεσείων, για τους λόγους που προέβαλε, αναζήτησε την ακύρωση τους, ενεργώντας στη βάση της πρόνοιας του Άρθρου 71 του Κεφ. 6. Όπως δε και στην Ιωακείμ (ανωτέρω), παρόλο που δικονομικά τέτοια αίτηση είναι ενταγμένη στο πλαίσιο της αγωγής, πρόκειται για αυτόνομη διαδικασία, που στοχεύει σε άλλης μορφής θεραπεία και που κατατάσσεται, για το σκοπό του υπό κρίση ζητήματος, στην ευρύτερη κατηγορία των αγωγών. Αποτελεί μία αυτοτελή διαδικασία με πρωτογενή χαρακτήρα, στην οποία ζητούμενο ήταν η ακύρωση των συγκεκριμένων memo, με την ετυμηγορία του Δικαστηρίου να είναι τελική, αφού θα απέληγε σε τελική επίλυση του επίδικου θέματος, όποιος από τους διαδίκους και αν κέρδιζε.
Καταλήγοντας ως ανωτέρω, η παρούσα έφεση κρίνεται εμπρόθεσμη. Ο Πρωτοκολλητής να προχωρήσει με τον ορισμό της έφεσης για προδικασία και να ειδοποιήσει τους συνηγόρους.
Τα έξοδα που αφορούν το υπό εξέταση ζήτημα να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της έφεσης, σε καμία, όμως, περίπτωση δεν θα επιβαρύνουν τον εφεσείοντα.
Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.
Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.
Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.