ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 63/2019)
8 Δεκεμβρίου, 2023
[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1.ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑ-ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ
2. ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Εφεσίβλητη.
--------------------
Μ. Θεράποντος (κα), για Η. Χρήστου Δ.Ε.Π.Ε, για Εφεσείοντα.
Π. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Εφεσίβλητη.
--------------------
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Δ. Λυσάνδρου.
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων/Αιτητής υπέβαλε επιτυχή αίτηση στην Υπηρεσία Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών (εφεξής «η Υπηρεσία»), με σκοπό να του παραχωρηθεί το δικαίωμα χρήσης κατοικίας η οποία κτίστηκε από Ελληνοκύπριο επί Τ/Κ περιουσίας, μετά την τουρκική εισβολή του 1974.
Κατά προέκταση, ο Υπουργός Εσωτερικών (εφεξής «ο Υπουργός»), ως κηδεμόνας των Τ/Κ περιουσιών (εφεξής «ο Κηδεμόνας») βάσει των περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και Άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμων (εφεξής «ο Νόμος 139 του 1991»), συνομολόγησε σύμβαση μίσθωσης ημερ. 10.12.2012 με τον Εφεσείοντα/Αιτητή, διά της οποίας η προρρηθείσα κατοικία παραχωρείτο στον τελευταίο για τον σκοπό της ιδιοκατοίκησης. Η σύμβαση προέβλεπε, μεταξύ άλλων, ότι ο Εφεσείων/Αιτητής δεν εδύνατο να προβεί σε προσθηκομετατροπές/βελτιώσεις χωρίς την προηγούμενη άδεια του Κηδεμόνα και ότι ο τελευταίος εδικαιούτο να τερματίσει τη σύμβαση λόγω οποιασδήποτε παράβασής της από πλευράς του Εφεσείοντα/Αιτητή.
Εν συνεχεία, μετά από επιτυχή αίτηση του Εφεσείοντα/Αιτητή, η Υπηρεσία ενέκρινε την επιδιόρθωση της εν λόγω οικίας με δαπάνη 22.285 ευρώ (υπό την έννοια ότι, για κάλυψη μέρους των επιδιορθώσεων, η Διοίκηση θα δαπανούσε αυτό το ποσό) οι οποίες εργασίες επιδιόρθωσης προγραμματίζονταν να συμπληρωθούν εντός του 2013. Οι εν λόγω εργασίες έλαβαν χώρα κατά τον Ιούλιο του 2013 και είχαν ως αποτέλεσμα, όχι την επιδιόρθωση, αλλά την κατεδάφιση του υπάρχοντος υποστατικού και την έναρξη κατασκευής νέου στη θέση του.
Με επιστολή ημερ. 1.8.2014, η Υπηρεσία πληροφόρησε τον Εφεσείοντα/Αιτητή πως ο Κηδεμόνας αποφάσισε την ακύρωση της σύμβασης μίσθωσης και την ανάκτηση του χώρου, καταλογίζοντας στον Εφεσείοντα/Αιτητή ότι αυθαίρετα, χωρίς την έγκριση του Κηδεμόνα, δεν περιορίστηκε στην συμφωνηθείσα επιδιόρθωση του υποστατικού, αλλά το κατεδάφισε προχωρώντας άμεσα στην ανέγερση νέου.
Κατά της προρρηθείσας απόφασης του Κηδεμόνα, ο Εφεσείων/Αιτητής καταχώρησε (μέσω δικηγόρου) ιεραρχική προσφυγή ημερ. 1.9.2014 βάσει του Άρθρου 10 του Νόμου 139 του 1991.
Στις 24.6.2015, η εξ Υπουργών Επιτροπή αποφάσισε επί της ιεραρχικής προσφυγής, αναφέροντας μεταξύ άλλων τα εξής:
«7. Λαμβανομένων υπόψη των πιο πάνω εξάγεται το συμπέρασμα ότι η Επαρχιακή Λάρνακας δεν έχει χεριστεί κατάλληλα την εν λόγω υπόθεση. Από τη στιγμή που συνεργείο της συμμετείχε στην ανοικοδόμηση όχι απλώς στην επιδιόρθωση της οικίας έδιδε σίγουρα το μήνυμα ότι δεν θα προέκυπτε οποιοδήποτε πρόβλημα στην παραχώρηση της οικίας στον αιτητή. Το γεγονός δε της ύπαρξης σημειώματος του μηχανικού με εισήγηση για κατεδάφιση της ενισχύει τους ισχυρισμούς του δεν είχε σκοπό να την κατεδαφίσει, αλλά αυτό προέκυψε στη πορεία των εργασιών. Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι δεν τίθεται πλέον θέμα παραχώρησης οικίας, αφού αυτή έχει κατεδαφιστεί, αλλά θέμα αυτοστέγασης σε Τ/Κ περιουσία το οποίο αφορά την Υπηρεσία Μερίμνης και Αποκατάστασης Εκτοπισθέντων, όπως δε μας ενημερώνει η Επαρχιακή Διοίκηση Λάρνακας η χρήση Τ/Κ γης για σκοπούς αυτοστέγασης εκτοπισμένων έχει τερματιστεί προ πολλού για πολιτικούς λόγους.
Ενόψει των πιο πάνω η εξ Υπουργών Επιτροπή εισηγείται όπως το θέμα επανεξεταστεί από τον Κηδεμόνα Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών, ο οποίος να μελετήσει το θέμα επιστροφής στον κ. Χρίστου των χρημάτων τα οποία εξόδεψε προσωπικά μέχρι σήμερα αφού δεν τίθεται θέμα κατοικίας, η οποία ουσιαστικά δεν υπάρχει. Αν δε ο κ. Χρίστου επιθυμεί να αποταθεί στην Υπηρεσία Μερίμνης και Αποκαταστάσεων Εκτοπισθέντων επαφίεται στον ίδιο».
Μετά την ενημέρωσή του για την προαναφέρομενη απόφαση της εξ Υπουργών Επιτροπής, ο Εφεσείων/Αιτητής, με επιστολή δικηγόρου του ημερ. 27.8.2015, ζήτησε από τον Υπουργό Εσωτερικών να του καταβληθούν τα προσωπικά του έξοδα ύψους 15.000 ευρώ (για την επιχειρούμενη επιδιόρθωση της επίδικης οικίας και για τα ενοίκια τα οποία κατέβαλλε για διαμονή του σε άλλο ακίνητο) ή να του επιτραπεί να συνεχίσει και ολοκληρώσει τις εργασίες στη συγκεκριμένη οικία με την κρατική συνεισφορά ύψους 22.285 ευρώ ως είχε αρχικά αποφασιστεί.
Με επιστολή του ημερ. 16.2.2016, ο Αν. Γενικός Διευθυντής Υπουργείου Εσωτερικών ενημέρωσε τον δικηγόρο του Εφεσείοντα/Αιτητή για το ότι ο Αν. Διευθυντής της Υπηρεσίας, δυνάμει εκχωρήσεως αρμοδιοτήτων από τον Κηδεμόνα, επανεξέτασε το θέμα -σε συνέχεια της απόφασης της εξ Υπουργών Επιτροπής- και, αφενός, απέρριψε την εισήγηση επιστροφής των χρημάτων τα οποία ξόδεψε ο Εφεσείων/Αιτητής για την ανέγερση νέας κατοικίας και, αφετέρου, αποφάσισε ακύρωση της σύμβασης μίσθωσης και ανάκτηση του χώρου ελεύθερου κατοχής, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Εφεσείων/Αιτητής, πρώτον, αυθαίρετα και άνευ κρατικής άδειας κατεδάφισε το παλαιό υποστατικό που του είχε παραχωρηθεί για σκοπούς ιδιοκατοίκησης και, δεύτερον, προχώρησε αμέσως στην ανέγερση νέας οικίας, ενέργεια που θεωρείται ως αυθαίρετη αυτοστέγαση σε Τ/Κ γη που δεν εμπίπτει πλέον στην πολιτική του Κηδεμόνα.
Κατά της προρρηθείσας απόφασης του Αν. Διευθυντή της Υπηρεσίας, ο Εφεσείων/Αιτητής καταχώρησε την Προσφυγή Αρ. 575/2016 την οποία το Διοικητικό Δικαστήριο απέρριψε με την εφεσιβαλλόμενη απόφαση ημερ. 27.2.2019, με το σκεπτικό ότι η Προσφυγή ήταν δικονομικά απαράδεκτη επειδή η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη, είτε διότι, δεν ενέπιπτε στο δημόσιο δίκαιο είτε διότι, ακόμα και αν ήθελε θεωρηθεί ότι ενέπιπτε, ήταν βεβαιωτική.
Kατά της ορθότητας της άνω απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου, ο Εφεσείων/Αιτητής καταχώρησε την ενώπιόν μας έφεση, προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους έφεσης και έχοντας αποσύρει τους λοιπούς λόγους έφεσης κατά την ενώπιόν μας ακρόαση.
Πρώτος Λόγος Έφεσης:
Κατά τον Εφεσείοντα/Αιτητή, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου, θεωρώντας την Προσφυγή απαράδεκτη.
Έχοντας δεόντως εξετάσει τον πρώτο λόγο έφεσης, κρίνουμε ότι ευσταθεί και τον αποδεχόμαστε, για τους ακόλουθους λόγους:
Ο Εφεσείων/Αιτητής προσέβαλε με ιεραρχική προσφυγή την απόφαση του Κηδεμόνα (όπως παρατίθεται στην επιστολή ημερ. 1.8.2014 της Υπηρεσίας) να ακυρώσει τη μεταξύ τους μίσθωση ημερ. 10.12.2012 του Τ/Κ ακινήτου και να ανακτήσει το χώρο, ζητώντας από τον Εφεσείοντα/Αιτητή να εκκενώσει το Τ/Κ ακίνητο. Με την προσβαλλόμενη απόφαση (ως παρατίθεται στην επιστολή ημερ. 16.2.2016), ο Αν. Διευθυντής της Υπηρεσίας, αποφάσισε πρώτον, να μην αποζημιώσει τον Εφεσείοντα/Αιτητή για τα λεφτά τα οποία ξόδεψε προς ανέγερση νέας κατοικίας και, δεύτερον, να ακυρώσει τη σύμβαση μίσθωσης και να ανακτήσει το επίδικο Τ/Κ ακίνητο ελεύθερο κατοχής από τον Εφεσείοντα/Αιτητή.
Κατά τη νομολογία (Κολοκάσης ν. Δημοκρατίας, (2008) 3 Α.Α.Δ. 373), η ακύρωση άδειας κατοχής Τ/Κ ακινήτου, η οποία άδεια χορηγήθηκε μέσω συνομολογούμενης σύμβασης μεταξύ του Κηδεμόνα (ως εκμισθωτή) και του προσφεύγοντα (ως μισθωτή), εμπίπτει στο δημόσιο δίκαιο επειδή η εκ του Κηδεμόνα διαχείριση τέτοιου ακίνητου εξυπηρετεί δημόσιο σκοπό, ήτοι την προστασία των Τ/Κ περιουσιών αλλά και την εξυπηρέτηση των αναγκών των προσφύγων.
Βάσει των ανωτέρω, κρίνουμε ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως η προσβαλλόμενη απόφαση (ως παρατίθεται στην επιστολή ημερ. 16.2.2016) ενέπιπτε στο ιδιωτικό δίκαιο.
Πέμπτος Λόγος Έφεσης:
Κατά τον Εφεσείοντα/Αιτητή, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, ακόμα και αν ενέπιπτε στο δημόσιο δίκαιο, ήταν βεβαιωτική της προηγηθείσας απόφασης του Κηδεμόνα η οποία παρατίθεται στην επιστολή της Υπηρεσίας ημερ. 1.8.2014.
Έχοντας δεόντως εξετάσει το ζήτημα, κρίνουμε και αυτόν τον λόγο έφεσης βάσιμο και τον αποδεχόμαστε, για τους εξής λόγους:
Ο χαρακτηρισμός διοικητικής απόφασης ως βεβαιωτικής προϋποθέτει την ταυτοσημία Διοίκησης και παραλήπτη, αιτιολογίας και περιεχομένου (Δήμος Λευκωσίας ν. Γρηγορίου, (1996) 3 Α.Α.Δ. 191), το τελευταίο υπό την έννοια ότι η Διοίκηση δεν πρέπει να έχει λάβει υπόψη νέα ουσιώδη δεδομένα (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 60/2012 Δημοκρατία ν. Αντρέου, απόφαση ημερ. 29.3.2019). Εν προκειμένω, η (ληφθείσα δυνάμει εκχωρήσεως αρμοδιοτήτων από τον Κηδεμόνα) προσβαλλόμενη απόφαση του Αν. Διευθυντή της Υπηρεσίας (ως παρατίθεται στην επιστολή ημερ. 16.2.2016 του Υπουργείου Εσωτερικών) δεν είναι βεβαιωτική της απόφασης του Κηδεμόνα (ως παρατίθεται στην επιστολή ημερ. 1.8.2014 της Υπηρεσίας), διότι-
(α) η αιτιολογία τους είναι διαφορετική,
(β) η προσβαλλόμενη μεταγενέστερη απόφαση έχει ληφθεί μετά από την ιεραρχική προσφυγή του Εφεσείοντα/Αιτητή και την συναφή απόφαση της εξ Υπουργών Επιτροπής, η οποία εξ ορισμού συνιστά νέο ουσιώδες στοιχείο το οποίο ο εκδίδων την προσβαλλόμενη απόφαση έλαβε υπόψη,
(γ) εκ της διατύπωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, είναι σαφές ότι ο εκδίδων αυτήν αποφασίζει εκ νέου την ακύρωση της σύμβασης μίσθωσης και επανάκτηση του επίδικου Τ/Κ ακινήτου και
(δ) ο εκδίδων την προσβαλλόμενη απόφαση αποφασίζει και επί νέου θέματος το οποίο δεν εγειρόταν στην προγενέστερη απόφαση του Κηδεμόνα, ήτοι τη μη αποζημίωση του Εφεσείοντα/Αιτητή για τα έξοδα τα οποία ο τελευταίος κατέβαλε ως προς την ανέγερση νέας οικίας, που είναι το θέμα το οποίο η εξ Υπουργών Επιτροπή αποφάσισε να παραπέμψει στον Κηδεμόνα προς εξέταση.
Ενόψει των ανωτέρω, κρίνουμε ως εσφαλμένη την πρωτόδικη κρίση περί του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι βεβαιωτική.
Καταληκτική κρίση του Δικαστηρίου:
Λόγω της εξ ημών αποδοχής του πρώτου και του πέμπτου λόγου έφεσης, η έφεση επιτυγχάνει και παραμερίζεται ως εσφαλμένη (περιλαμβανομένου του σκέλους της ως προς τα έξοδα) η εφεσιβαλλόμενη απόφαση ημερ. 27.2.2019, διά της οποίας το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η Προσφυγή Αρ. 575/2016 είναι δικονομικά απαράδεκτη. Επιδικάζουμε το ποσό των 3000 ευρώ (επιπλέον Φ.Π.Α, αν υπάρχει) υπέρ του Εφεσείοντα/Αιτητή και κατά της Εφεσίβλητης/Καθ'ης η Αίτηση, ως συνολικό ποσό εξόδων κατ' έφεση.
Δεδομένης της κρίσης μας περί του ότι η Προσφυγή Αρ. 575/2016 προσβάλλει εκτελεστή διοικητική πράξη, η εν λόγω Προσφυγή παραπέμπεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο για κατά προτεραιότητα εκδίκαση (από την ίδια Δικαστή) των λόγων ακύρωσης οι οποίοι προβάλλονται σε αυτή, αφού το Εφετείο (ως Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο ) δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάζει πρωτογενώς λόγους ακύρωσης (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 123/2016 Πασιούλη ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, απόφαση ημερ. 9.10.2023).
Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της διαδικασίας.
Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.
Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.