ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ. 80/2021)

 

10 Νοεμβρίου, 2023

 

[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στές]

       

ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

Εφεσείοντα / Αιτητή

v.

 

1.       ΣΩΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

2.       G. MAK CONSTRUCTION LTD

 

Εφεσιβλήτων / Καθ' ων η Αίτηση

 

-----------------------------

 

Μ. Κωνσταντίνου (κα), για Γενικό Εισαγγελέα, για Εφεσείοντα.

Α. Χαβιαράς, για Χαβιαράς & Φιλίππου ΔΕΠΕ, για Εφεσίβλητη αρ. 2.

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα απαγγελθεί από την Παπαδοπούλου, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Μετά την κατακύρωση προσφοράς, στις 9.10.2001 υπεγράφη Συμβόλαιο μεταξύ της Εφεσείουσας Κυπριακής Δημοκρατίας και της Εφεσίβλητης αρ. 2 για την διεκπεραίωση εργασιών βελτίωσης στον Δρόμο Λατσιών - Γερίου (πιο κάτω αναφερόμενου ως το «Έργο»). Ως ημερομηνία έναρξης των εργασιών καθορίστηκε η 21.1.2002 και ως ημερομηνία συμπλήρωσης η 19.1.2003. Κατά την εκτέλεση του Έργου προέκυψαν καθυστερήσεις και η Εφεσείουσα Δημοκρατία την 19.5.2003 προχώρησε με λύση του Συμβολαίου και κατάσχεση του Έργου, ενώ προχώρησε και σε κατάσχεση 2 Εγγυητικών Επιστολών που είχε καταθέσει η Εφεσίβλητη αρ. 2. Η Εφεσίβλητη αρ. 2 καταχώρισε εναντίον της Δημοκρατίας την αγωγή με αρ. 5277/2003 στο πλαίσιο της οποίας υπεγράφη Συμφωνία για Παραπομπή των διαφορών των διαδίκων σε Διαιτησία ενώπιον του Εφεσίβλητου αρ. 1 (πιο κάτω αναφερόμενου ως ο «Διαιτητής»).

Ο Διαιτητής εξέδωσε την Διαιτητική Απόφαση με την οποία η Δημοκρατία διαφώνησε, και καταχώρισε Εναρκτήρια Κλήση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αιτούμενη τον παραμερισμό της Διαιτητικής Απόφασης λόγω κακής συμπεριφοράς ή χειρισμού από μέρους του Διαιτητή καθώς και ως παράτυπα εκδοθείσας. Αποδίδεται επιπλέον στον Διαιτητή υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας, παράβαση της Συμφωνίας Διαιτησίας αλλά και αντικανονική και μεροληπτική διεξαγωγή της Διαιτησίας. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την Εναρκτήρια Κλήση και κατά της Πρωτόδικης Απόφασης αυτής καταχωρίστηκε η υπό κρίση Έφεση.

 

Tο αρ. 20 (2) του περί Διαιτησίας Νόμου Κεφ. 4 αναφέρει τα ακόλουθα:

 

«20 (2) Όταv o διαιτητής ή o επιδιαιτητής επέδειξε κακή συμπεριφoρά ή χειρίστηκε κακώς τηv υπόθεση ή όταv η διαιτησία διεξάχθηκε παράτυπα ή η διαιτητική απόφαση εκδόθηκε παράτυπα, τo Δικαστήριo δύvαται vα ακυρώσει τη διαιτητική απόφαση».

 

   Το έργο του διαιτητή είναι οιωνεί δικαστικό. Όπως αναφέρεται στο Halsbury's Laws of England, 3η έκδοση τόμος 2 στη σελ. 57 παρ. 126, είναι δύσκολο να δοθεί εξαντλητικός ορισμός του τι συνιστά ανάρμοστη συμπεριφορά («misconduct») εκ μέρους Διαιτητή. Όπως λέχθηκε και στην απόφαση Τράπεζα Κύπρου Λτδ ν Dynacon Ltd κ.α. (1999) 1 Α.Α.Δ. 717, στον όρο "misconduct", ανάρμοστη συμπεριφορά, αποδίδεται ευρεία ερμηνεία και περιλαμβάνει κάθε μορφή  συμπεριφοράς, η οποία τείνει να διασαλεύσει και να καταστρέψει την εμπιστοσύνη την οποία οι διάδικοι ή εκάτερος από αυτούς πρέπει να έχει στους διαιτητές ότι θα προέλθουν σε δίκαιη απόφαση.

  

   Η εν λόγω νομοθετική πρόνοια έτυχε εξέτασης στην απόφαση Νεόφυτος Σολωμού ν. Laiki Cyprialife Ltd (2010) 1 Α.Α.Δ. 687, όπου αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Εγείρεται προς απάντηση θεμελιακό ερώτημα ως προς τη νομική εμβέλεια του Άρθρου 20 και ιδιαίτερα της φράσης «ανάρμοστη συμπεριφορά» («misconduct»).

 

Ενδιαφέρει εδώ το εδάφιο (2), εφόσον είχε επιδιωχθεί πρωτοδίκως η ακύρωση ή παραμερισμός της διαιτητικής απόφασης. Στο πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο, ο όρος που χρησιμοποιείται στο Αρθρο 23(1) του Arbitration Act 1950 απ' όπου λήφθηκε το Κεφ. 4, είναι «misconduct», και έχει πλειστάκις ερμηνευτεί να περιλαμβάνει διάφορες κατηγορίες που δυνατόν να αφορούν στη συμπεριφορά του ιδίου του διαιτητή ή τον τρόπο διεξαγωγής της διαιτησίας («.... has misconducted himself or the proceedings ....». Στον Russell on Arbitration 16η έκδ. σελ. 307, θεωρείται λανθασμένη συμπεριφορά η εκ μέρους του διαιτητή ακρόαση μαρτύρων ή εξέταση εγγράφων στην απουσία των διαδίκων, η απόδοση στον εαυτόν του ενός συνολικού ποσού για τα έξοδα του, ώστε να αποκλείει τους διαδίκους από του να ενστούν στις χρεώσεις του, (δέστε την απόφαση K/S Norjarl A/S v. Hyundai Heavy Industries Co. Ltd [1991] 3 W.L.R. 1025, για κατεύθυνση ως προς τον τρόπο χρέωσης αμοιβής από ένα διαιτητή), η εκ μέρους του παράλειψη να εξασκήσει όλες τις εξουσίες του ή η λανθασμένη άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Στη δε σελ. 309, αναφέρεται σε σχέση με τη διεξαγωγή της διαιτησίας, ότι οι κύριοι άξονες επί των οποίων μπορεί να υποβληθεί επιτυχώς αίτηση για παραμερισμό, είναι η εκ μέρους του διαιτητή διεξαγωγή της διαιτησίας ex parte χωρίς ουσιώδη λόγο, ο αποκλεισμός ατόμων που έχουν δικαίωμα να είναι παρόντα, η λανθασμένη απόρριψη ή αποδοχή μαρτυρίας και η λανθασμένη μετακύλιση καθηκόντων.

 

Η κλασσική αντιμετώπιση της έννοιας του «misconduct», έχει βέβαια αναφορά στη δωροδοκία του διαιτητή ή στην ύπαρξη εκ μέρους του μυστικού συμφέροντος στην ενώπιον του διαφορά. Επεκτείνεται όμως και σε θέματα πέραν αυτών, ώστε ακόμη και στην απουσία ηθικά ή δεοντολογικά ανάρμοστης συμπεριφοράς, να ελέγχονται και οι περιπτώσεις λανθασμένης λήψης ή αποκλεισμού μαρτυρίας ή η αποδοχή εξωγενούς μαρτυρίας για την ερμηνεία συμβολαίου, (Paniccos Harakis Ltd v. The Official Receiver as administrator of the estate of the bankrupt Takis Vryonides (1978) 1 C.L.R. 15, σελ. 23, τις εκεί αναφερόμενες υποθέσεις, καθώς και την πρόσφατη απόφαση στη ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. ΛΤΔ v. Lakis Georghiou Constructions Ltd (2010) 1 A.A.Δ. 223, ή, η έκδοση απόφασης επί παρανόμου συμφωνίας (David Taylor & Son v. Barnett [1953] 1 W.L.R. 562). Όπως έχει αποφασιστεί και στην A.N. Stasis Estates Co. Ltd v. G.M.P. Katsambas Ltd (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2006), (που αφορούσε περίπτωση παραπομπής τεχνικών θεμάτων σε διαιτησία, εν μέσω δικαστικής αγωγής), «Η πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων του διαιτητή συνιστά λόγο ακύρωσης του τελικού του πορίσματος» ενώ «.... παράβαση βασικού δικονομικού κανόνα .... κλονίζει το θεμέλιο της όλης διαδικασίας» (εκεί ο διαιτητής είχε λανθασμένα υιοθετήσει, έξω από τους όρους εντολής του, τη μαρτυρία που είχε προηγηθεί στο Δικαστήριο)».

 

   Στην ίδια απόφαση λέχθηκε και το ότι η Νομολογία έχει σταδιακά περιορίσει τις περιστάσεις που θα αποτελούσαν «misconduct». Παραθέτουμε, επίσης, απόσπασμα από την απόφαση Κλεοβούλου ν Συνεργατικό Ταμιευτήριο Επαγγελματικού Κλάδου και Επιχειρηματιών Κύπρου (ΣΤΕΚΕΚ) Λτδ (2015) 1 Α.Α.Δ.1675:

 

«Η παραπομπή διαφοράς σε διαιτησία και η όλη φιλοσοφία του μηχανισμού επίλυσης διαφορών στα πλαίσια διαδικασίας διαιτητικής μορφής, συνίσταται ακριβώς στην ανάγκη για ταχεία και τελεσίδικη επίλυση της διαφοράς. Τα Δικαστήρια είναι κατά κανόνα απρόθυμα να επεμβαίνουν στις διαιτητικές διαδικασίες, εκτός όπου νομοθετικά παρέχεται ειδικά τέτοια δυνατότητα. Οι αποφάσεις των διαιτητών ανατρέπονται δικαστικά στις περιπτώσεις όπου ο διαιτητής υπερέβη τη δικαιοδοσία του ή ενήργησε κατά τρόπο εμφανώς ενάντια στις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης. Όπως εντοπίζεται στην απόφαση Σολωμού ν. Laiki Cyprialife Ltd (2010) 1 Α.Α.Δ.687, ο διαιτητής βαρύνεται με την υποχρέωση να ενεργήσει στα πλαίσια των όρων εντολής του και το ζητούμενο είναι η συμμόρφωσή του με τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης σε όλη την πορεία της οιονεί δικαστικής αποστολής του. Πέραν της υποχρέωσης αυτής ο διαιτητής είναι δεσμευμένος να συμμορφώνεται και με τις βασικές αρχές του δικαίου. Άλλωστε η διαιτησία διεξάγεται πάντοτε σύμφωνα με τις καθιερωμένες νομικές αρχές και ο κάθε διαιτητής είναι υποχρεωμένος να τηρεί τους δικονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στις δικαστικές διαδικασίες, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ισονομία, βασική αρχή του δικαίου. Η πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων του διαιτητή συνιστά λόγο ακύρωσης του τελικού πορίσματός του και η κατάλληλη θεραπεία εξαρτάται από τη φύση της πλημμέλειας και τις περιστάσεις της υπόθεσης (Halsbury's Laws of England, 4η έκδοση, τόμος 2, παράγραφοι 670, 692, 693)».

 

 

     Έχοντας τα πιο πάνω κατά νου προχωρούμε με την εξέταση των Λόγων Έφεσης. Ενόψει του ότι με την Έφεση προσβάλλονται 3 διακριτά σημεία της Πρωτόδικης Απόφασης κρίνουμε χρήσιμο να εξετάσουμε αυτά ξεχωριστά.

 

   Πρώτος Λόγος Έφεσης

 

Με τον πρώτο Λόγο Έφεσης η Δημοκρατία εισηγείται ότι ο Διαιτητής ενήργησε εκτός του συμφωνηθέντος πλαισίου ή υπερέβη την αρμοδιότητα, δικαιοδοσία και όρους εντολής του με το να εξετάσει και επιδικάσει παράταση χρόνου που ενέπιπτε σε χρόνο πριν την έναρξη των εργασιών, και συγκεκριμένα για περίοδο 59 ημερών.  Ισχυρίζεται ότι πεπλανημένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο απεφάνθη ότι ο Διαιτητής δεν είχε επιδικάσει παράταση χρόνου για την περίοδο των 59 ημερών.

 

   Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, με παραπομπή στην μαρτυρία του Μ.Υ.1, επεξήγησε ότι ο Διαιτητής είχε εκ λάθους συμπεριλάβει στην πρόσθεση του τις 59 ημέρες, καταλήγοντας σε αριθμό 159 αντί 100. Θα συμφωνήσουμε με το Πρωτόδικο Δικαστήριο ότι το γεγονός ότι πρόκειται απλώς για λανθασμένη μαθηματική πράξη από μέρους του Διαιτητή, προκύπτει από το ότι στην παρ. 8.2.11.4 της Διαιτητικής Απόφασης ο Διαιτητής καταγράφει τα εξής:

 

«Οι Απαιτητές δικαιούνται αποζημίωση για 159 (175 - 16) ημερολογιακές ημέρες ή 14,82 βδομάδες».

 

   Επισημαίνουμε ότι, όπως κατέγραψε και το Πρωτόδικο Δικαστήριο, ο Διαιτητής τελικώς επιδίκασε αποζημιώσεις για 100 μέρες και όχι για 159, οι οποίες 100 μέρες ισούνται με 14,28 βδομάδες (οδηγώντας στο ότι υπάρχει και επιπλέον τυπογραφικό λάθος στον αριθμό «14,82»).

 

   Όπως λέχθηκε στην Panicos Harakis (πιο πάνω):

 

«Moreover, it is well-settled that the party seeking to impeach an award must have been injured by what he complains regarding the conduct of the arbitration proceedings; a Court will not exercise its discretionary powers of interfering with an award if the complaining party has not, in fact, been injured (see Russell on Arbitration, 18th ed., p. 353)».

 

   Η Εφεσείουσα δεν επηρεάστηκε δυσμενώς από την πιο πάνω εσφαλμένη μαθηματική και τυπογραφική καταγραφή του Διαιτητή όσον αφορά στο ποσό που επιδικάστηκε, εφόσον δεν επιδικάστηκαν εναντίον της αποζημιώσεις σε σχέση με τις 59 ημέρες που αφορούσαν σε καθυστέρηση πριν την έναρξη των εργασιών.

  

   Η Εφεσείουσα στο περίγραμμα της προωθεί και την θέση ότι το πιο πάνω σφάλμα του Διαιτητή είχε ως συνέπεια την κήρυξη της κατάσχεσης του Έργου ως παράνομης εφόσον ο Διαιτητής έκρινε ότι αυτή ενέπιπτε σε χρόνο δικαιολογημένης παράτασης χρόνου. Η θέση αυτή, όμως, δεν είχε περιληφθεί στους λόγους έφεσης που προβλήθηκαν στην Εναρκτήρια Κλήση και άρα δεν μπορεί να εξεταστεί στο στάδιο αυτό.

 

   Έπεται ότι ο πρώτος Λόγος Έφεσης αποτυγχάνει.

 

   Δεύτερος Λόγος Έφεσης

 

   Η Εφεσείουσα με τον δεύτερο Λόγο Έφεσης προβάλλει την θέση ότι ο Διαιτητής επέδειξε μεροληπτική και κακή συμπεριφορά αφού έλαβε υπόψη του μαρτυρία η οποία ουδέποτε τέθηκε κανονικά ενώπιον του. Συγκεκριμένα προβάλλεται ότι από πλευράς της Εφεσίβλητης αρ. 2 προσκομίστηκε η γραπτή δήλωση του Διευθυντή της Εφεσίβλητης αρ. 2 (Τεκμήριο 13), το οποίο Τεκμήριο όμως στάληκε στον Διαιτητή και στον Τεχνικό του Σύμβουλο προτού συμφωνηθεί ότι η διαδικασία θα διεξάγετο στην βάση εγγράφων μόνο και άρα κακώς και λανθασμένα λήφθηκε υπόψη από τον Διαιτητή.

 

   Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδεχόμενο την μαρτυρία του Μ.Υ.1 επί τούτου, διαπίστωσε ότι αρχικά είχε συμφωνηθεί η διεξαγωγή της διαδικασίας της Διαιτησίας με προφορική μαρτυρία και μετά συμφωνήθηκε όπως αυτή διεξαχθεί «documents only». Επισημαίνουμε ότι το Τεκμήριο 12 αποτελεί πρακτικό ημερ. 3.3.2010 που λήφθηκε στο πλαίσιο της Διαιτησίας στην παρουσία των εκπροσώπων όλων των διαδίκων και σε αυτό καταγράφεται ότι «Συμφωνήθει να διεξαχθεί η διαδικασία "documents only" τα οποία είναι ήδη ενώπιον του διαιτητή και να προσαφθεί μαρτυρία μόνο εάν οι διαιτητές θέλουν διευκρινίσεις από τα μέρη». Όπως προκύπτει από το περίγραμμα αγόρευσης της Εφεσέιουσας στην σελ. 24, το Τεκμήριο 13 απεστάλη με ηλεκτρονικό μήνυμα του δικηγόρου της Εφεσίβλητης αρ. 2 ημερ. 14.2.2008 «...τόσο στον Διαιτητή και στον Τεχνικό του Σύμβουλο, όσο και στην πλευρά της Δημοκρατίας...». Η δε ημερομηνία του Τεκμηρίου 13 οδηγεί στο ότι κατά την 3.3.2010 αυτό συγκαταλέγετο στα έγγραφα που βρίσκονταν ήδη ενώπιον όλων των παραγόντων της Διαιτησίας.

 

   Εύλογη, συναφώς, ήταν η κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου πως καταρρίπτεται η θέση της Εφεσείουσας ότι είχε ληφθεί μαρτυρία παράνομα ή αντίθετα με την συμφωνηθείσα διαδικασία.

 

   Ο δεύτερος Λόγος Έφεσης απορρίπτεται.

   Τρίτος Λόγος Έφεσης

 

   Με τον τρίτο Λόγο Έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένο το συμπέρασμα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το Συμβόλαιο ήταν ενιαίο χωρίς να χωρίζεται σε τρία διαδοχικά Τμήματα και πως ο χρόνος εκτέλεσης του Έργου ήταν ένας κι ενιαίος.

 

Επισημαίνουμε ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αξιολογώντας την μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του, κατέληξε στο προσβαλλόμενο συμπέρασμα αποδεχόμενο την μαρτυρία του Μ.Υ.1 περί του ενιαίου του Συμβολαίου με μία συμβατική ημερομηνία συμπλήρωσης και παραλαβή με την ολοκλήρωση του Έργου. Αποδέχτηκε την μαρτυρία του Μ.Υ.1 επιπλέον όσον αφορά στην διάκριση μεταξύ της παράδοσης τμήματος στην κυκλοφορία και της μερικής παραλαβής του Έργου.

 

   Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί η αξιολόγηση της μαρτυρίας επαφίεται στο Πρωτόδικο Δικαστήριο και το Εφετείο παρεμβαίνει μόνο όπου ευρήματα αξιοπιστίας είναι εξ αντικειμένου ανυπόστατα, παράλογα ή αυθαίρετα ή δεν υποστηρίζονται από την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία. Όπως λέχθηκε στην πρόσφατη απόφαση Love Island Travel & Tours Limited v. Άννας Κωνσταντινίδου κ.α., Πολ. Εφ. 52/15 ημερ. 22.9.2023:

 

« Έχει επανειλημμένα τονισθεί πως το Εφετείο επεμβαίνει μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις στον τρόπο αξιολόγησης από το πρωτόδικο Δικαστήριο της αξιοπιστίας των μαρτύρων. Το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Εργοληπτική Εταιρεία Αμφιάραος Λτδ v. Mikeilov, Πολ. Έφ. Αρ. 173/12, ημερ. 28.9.2018, ECLI:CY:AD:2018:A421, ECLI:CY:AD:2018:A421, είναι διαφωτιστικό:

 

«Αποτελεί πάγια θέση της νομολογίας ότι ο τρόπος που αξιολογούνται οι μάρτυρες, αποτελεί ένα από τα πρωταρχικά καθήκοντα του πρωτόδικου δικαστηρίου, το οποίο είναι σε πλεονεκτική θέση να παρακολουθεί τους μάρτυρες στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δικαστικής αίθουσας με όλα τα συνακόλουθα ευεργετήματα (βλ. Μάρκαρη ν. Παρασκευά (2012) 1 (Β) ΑΑΔ 1493, Τσιαττές ν. Κ. Solomonides (Cartridges Industries) Ltd (2009) 1B ΑΑΔ 974 και Γρηγόρης Ιωαννίδης ν. Γεώργιου Χαραλαμπίδη, Πολ. Εφ. 336/2012, ημ. 10/7/2018), ECLI:CY:AD:2018:A352, ECLI:CY:AD:2018:A352Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις στον τρόπο που το δικαστήριο αξιολογεί την αξιοπιστία των μαρτύρων (βλ. Πίτσιλλος ν. Ευγενίου (1989) 1ΑΑΔ 691 και Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν. Πολυβίου (2009) 1ΑΑΔ 339). Αυτό γίνεται όταν το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου για την αξιοπιστία των μαρτύρων, αντικειμενικά κρίνοντας, δεν είναι ευλόγως επιτρεπτά, αντιστρατεύονται την κοινή λογική, δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία, είναι εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν διαπιστώνονται αντιφάσεις ουσιαστικής μορφής. (βλ. Γιάλλουρος ν. Ψύλλου (2009) 1 ΑΑΔ 1552 και Δήμος Παπαδόπουλος ν. Σωτήρη Παναγιώτου Κο Λίμιτεδ, Πολ. Έφ. 399/11, ημ. 15/11/17), ECLI:CY:AD:2017:A402.»

 

 

   Οι ίδιες αρχές υιοθετήθηκαν στην πιο πρόσφατη υπόθεση SKMaster Developments Ltd v. Κυρατζή κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. 49/15, ημερ. 22.6.2023, ECLI:CY:AD:2023:A215, ECLI:CY:AD:2023:A215.

 

   Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Τριφταρίδης v. Liu (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2349«από τη στιγμή που η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί της αξιοπιστίας των διαδίκων και των μαρτύρων τους δεν μολύνεται από λογικές ανακολουθίες ή αντιφατικές κρίσεις, το εύλογο ή μη των συμπερασμάτων και ευρημάτων του κρίνεται στην ολότητα της  αξιολόγησης και όχι κατά απομονωμένο ή αποσπασματικό τρόπο».

 

   Έχοντας εξετάσει με προσοχή τους ισχυρισμούς της Εφεσείουσας ως προς την αξιολόγηση της μαρτυρίας από το Πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρουμε ότι δεν διαπιστώνουμε οποιοδήποτε σφάλμα σε αυτήν. Πρόκειται για πλήρως αιτιολογημένη, λεπτομερή καταγραφή των λόγων για τους οποίους το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε την μαρτυρία του Μ.Υ.1 επί του επίμαχου σημείου, χαρακτηρίζοντας αυτήν ως απόλυτα σαφή και τεκμηριωμένη.

 

   Εν όψει των πιο πάνω ούτε και ο τρίτος Λόγος Έφεσης επιτυγχάνει.

 

  

   Η Έφεση απορρίπτεται και η Πρωτόδικη Απόφαση επικυρώνεται.

 

   Επιδικάζονται έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης αρ. 2 και εναντίον της Εφεσείουσας €5.400.

 

 

 

 

                                                        Αλ. Παναγιώτου, Δ.

 

 

                                                        Μ. Παπαδοπούλου, Δ.

 

 

                                                        Ι. Στυλιανίδου, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο