ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 65/2019)
22 Noεμβρίου, 2023
[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΤΤΙΜΕΡΗ
Εφεσείων,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Εφεσίβλητης.
--------------------
E. Πουλλά-Μακαρούνα (κα), για Εφεσείοντα.
Θ. Χ" Λούκα, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Εφεσίβλητη.
--------------------
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την υποφαινόμενη.
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕYΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας Έφεσης, είναι η Απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην Προσφυγή Aρ. 812/2015, με την οποία επικυρώθηκε η απόφαση της Εφεσίβλητης ημερoμηνίας 31/03/2015, να απορρίψει την ένσταση που ο Εφεσείων υπέβαλε κατά της απορριπτικής απόφασης ημερομηνίας 2/02/2015 στην αίτησή του για χορήγηση ενίσχυσης στα πλαίσια του Προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης 2007-2013, Μέτρο 1.5 του Καθεστώτος 1.5.1 Εκσυγχρονισμός των Γεωργικών και Κτηνοτροφικών Εκμεταλλεύσεων (εφεξής το «Μέτρο»).
Τα βασικότερα γεγονότα, όπως αυτά καταγράφονται στην πρωτόδικη Απόφαση και προκύπτουν μέσα από τον διοικητικό φάκελο, είναι τα ακόλουθα:
Ο Εφεσείων υπέβαλε αίτηση για συμμετοχή στο Μέτρο στις 14/03/2012. Η αίτηση εγκρίθηκε και στις 12/08/2014 εστάλη στον Εφεσείοντα επιστολή προκαταρκτικής έγκρισης από τον Τομέα Εξουσιοδότησης Πληρωμών. Στις 17/11/2014, ο Εφεσείων, αφού υλοποίησε μέρος των εγκεκριμένων δράσεων, υπέβαλε αίτημα πληρωμής για τις δράσεις που είχαν υλοποιηθεί. Διενεργήθηκε έλεγχος και ζητήθηκαν περαιτέρω διευκρινίσεις και δικαιολογητικά, που εν τέλει είχαν σαν αποτέλεσμα την απόρριψη του αιτήματος πληρωμής του. Ο Εφεσείων πληροφορήθηκε σχετικά με επιστολή της Εφεσίβλητης ημερομηνίας 02/02/2015 και εναντίον της πιο πάνω απόφασης υπέβαλε ένσταση στην Επιτροπή Ενστάσεων, η οποία στη συνεδρία της ημερομηνίας 09/03/2015 ομόφωνα αποφάσισε την απόρριψή της, αφού είχε διαπιστώσει υπερτιμολόγηση των δράσεων. Ο Εφεσείων ενημερώθηκε για την πιο πάνω απόφαση με σχετική επιστολή ημερομηνίας 31/03/2015.
Απορρίπτοντας τους προβαλλόμενους από τον Εφεσείοντα λόγους ακύρωσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έκρινε ότι η Εφεσίβλητη ενήργησε νόμιμα και εντός των πλαισίων της άσκησης της διακριτικής της εξουσίας, επικύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.
Η πρωτόδικη απόφαση βάλλεται με πέντε Λόγους Έφεσης.
Με τον Λόγο Έφεσης 1, ο Εφεσείων προβάλλει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι ο διορισμός του Προέδρου της Επιτροπής Ενστάσεων ήτο νομότυπος, προερχόμενος από τη Διευθύντρια του Τμήματος Γεωργίας ως προϊσταμένης του αναδόχου, εφόσον η συμφωνία ανάθεσης της εφαρμογής του Μέτρου μεταξύ ΚΟΑΠ και Τμήματος Γεωργίας, δεν παρουσιάστηκε από την Εφεσίβλητη. Με τον Λόγο Έφεσης 2, προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε τον ισχυρισμό του Εφεσείοντα περί της αμεροληψίας προσώπων που συμμετείχαν στη σύνθεση και στη λειτουργία της Επιτροπής Ενστάσεων. Αντικείμενο του Λόγου Έφεσης 3, είναι το εσφαλμένο της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι η Εφεσίβλητη ενήργησε νόμιμα και εντός του πλαισίου της άσκησης της διακριτικής της εξουσίας. Με τον Λόγο Έφεσης 4, ο Εφεσείων μέμφεται το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν έλαβε υπόψη όλους τους λόγους ακύρωσης και με τον Λόγο Έφεσης 5, ότι εσφαλμένα αποφάσισε την καταδίκη του Εφεσείοντα σε έξοδα, ενόψει των περιστατικών της υπόθεσης.
Έχουμε εξετάσει τους εγερθέντες Λόγους Έφεσης και την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία.
Αναφορικά με τον Λόγο Έφεσης 1, διαπιστώνουμε ότι είναι ορθή η παρατήρηση της Εφεσίβλητης στο περίγραμμα αγόρευσής της, ότι πρωτόδικα δεν είχε εγερθεί από τον Εφεσείοντα αμφισβήτηση σε σχέση με τη μη παρουσίαση της συμφωνίας ανάθεσης της εφαρμογής του Μέτρου και της εξουσιοδότησης των πληρωμών από τον ΚΟΑΠ στο Τμήμα Γεωργίας. Αυτό που είχε αμφισβητήσει ο Εφεσείων, όπως εξάλλου κατεγράφη και στην πρωτόδικη Απόφαση, είναι ότι ο διορισμός του Προέδρου της Επιτροπής Ενστάσεων είναι παράτυπος και παράνομος και η Διευθύντρια του Τμήματος δεν είναι το πρόσωπο που μπορούσε να εξουσιοδοτήσει τον Πρόεδρο της Επιτροπής. Ο ισχυρισμός όπως προβάλλεται κατ' έφεση, ούτε διευκρινίζεται, ούτε εξειδικεύεται, αλλά ούτε και στην Αίτηση Ακυρώσεως του ο Εφεσείων θέτει οποιοδήποτε συναφή λόγο ακύρωσης ή αναφέρει οτιδήποτε σχετικό στα γεγονότα της Αίτησής του.
Αποτελεί βασική αρχή στη σφαίρα του διοικητικού δικαίου, ότι το βάρος ανατροπής ή κάμψης του τεκμηρίου της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων (βλ. Kousoulides v. Republic (1967) 3 C.L.R 438, Kolokotroni v. Republic (1980) 3 C.L.R. 419), το φέρει αυτός που το επικαλείται, έτσι ώστε να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για την αναγκαιότητα παρέμβασής του.
Αποτελεί επίσης αρχή του διοικητικού δικαίου, ότι όχι μόνο η Αίτηση Ακυρώσεως, αλλά και οι λόγοι ακύρωσης θα πρέπει να προβάλλονται μετ' εννόμου συμφέροντος (βλ. Αναστασίου ν. Δήμου Παραλιμνίου (2000) 3 Α.Α.Δ. 389) και ότι, με εξαίρεση ζητήματα δημόσιας τάξης, δεν μπορούν να προβάλλονται κατ' έφεση λόγοι ακύρωσης διαφορετικοί από εκείνους που στοιχειοθετούν την προσφυγή και προεβλήθησαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου (βλ. Κυπριανού ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 510).
Εν προκειμένω, ο Εφεσείων αφενός δεν δικογράφησε και δεν προέβαλε πρωτόδικα το ζήτημα υπό τη διάσταση που επιχειρεί σήμερα κατ' έφεση και αφετέρου, ο Εφεσείων, ο οποίος θέτει την αμφισβήτηση και έχει το βάρος απόδειξης, δεν έχει θέσει οτιδήποτε ικανό για να ανατρέψει το τεκμήριο της κανονικότητας, έτσι ώστε να παρείχετο η δυνατότητα παρέμβασής μας. Κατ' επέκταση απορρίπτεται ο Λόγος Έφεσης 1.
Εξετάζοντας τον Λόγο Έφεσης 2, ο οποίος αφορά στην παρουσία δύο Λειτουργών του Τμήματος Γεωργίας στη επίδικη συνεδρία της Επιτροπής Ενστάσεων, των κ.κ. Αλεξάνδρου και Κληρίδη, οι οποίοι κατά τον Εφεσείοντα, δεν εδικαιούντο να παρακάθηνται και θα έπρεπε να εξαιρεθούν, σημειώνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε τα εξής:
«Όσον αφορά τον ισχυρισμό για συμμετοχή προσώπου και συγκεκριμένα του κ. Α. Αλεξάνδρου ο οποίος δεν είχε, σύμφωνα με τον αιτητή, δικαίωμα να παρευρίσκεται προκύπτει με σαφήνεια από το περιεχόμενο του πρακτικού ημερομηνίας 9.3.2015 ότι τόσο ο κ. Αλεξάνδρου όσο και ο κ. Κληρίδης παρευρίσκοντο ως παρακαθήμενοι χωρίς δικαίωμα ψήφου και αποχώρησαν πριν τη λήψη απόφασης από την επιτροπή.
Κατ' επέκταση, αυτός ο λόγος ακύρωσης απορρίπτεται».
Υποστηρίζει ο Εφεσείων, ότι ο κ. Αλεξάνδρου είχε τη σχετική αλληλογραφία με τον Εφεσείοντα και έλαβε μέρος στην απόρριψη της αίτησής του και ότι είχε προβάλει ισχυρισμούς για πιθανή παρατυπία και υπόνοια απάτης εκ μέρους του Εφεσείοντα, κατά τρόπο ώστε να δημιουργείται αμφιβολία ως προς το αμερόληπτο της κρίσης του. Η δε συμμετοχή των πιο πάνω Λειτουργών του Τμήματος στην επίδικη συνεδρία, παρά την αποχώρησή τους, επηρεάζει τη νομιμότητα της λειτουργίας του οργάνου. Στο περίγραμμα αγόρευσής της, η συνήγορος του Εφεσείοντα προβάλλει πρόσθετα, ότι θα έπρεπε να είχε εξαιρεθεί και ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ενστάσεων, καθότι είχε παρακαθήσει σε συνάντηση προηγουμένως, με τον κ. Αλεξάνδρου, τον Εφεσείοντα και τον Λογιστή και Δικηγόρο του.
Σύμφωνα με τη νομολογία, ισχυρισμοί περί έλλειψης αμεροληψίας και προκατάληψης, πρέπει να αποδεικνύονται αυστηρά, το δε βάρος το φέρει ο επικαλούμενος την προκατάληψη (βλ. Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ.8). Πρόσθετα, όπως υπεδείχθη στη Δημοκρατία ν. Χατζηχάννα (2007) 3 Α.Α.Δ.116 (βλ. επίσης Συμβούλιο Εφέσεων Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης κ.ά. ν. Παναγή κ.ά., ΑΕ Αρ. 47/14 ημερομηνίας 25/2/2021, ECLI:CY:AD:2021:C71), αυτός που επιθυμεί να προβάλει ισχυρισμό για προκατάληψη, θα πρέπει να τον θέσει ενώπιον του διοικητικού οργάνου με την πρώτη ευκαιρία, ώστε αυτό να τον εξετάσει.
Πλην των πιο πάνω αιτιάσεων του Εφεσείοντα και της αναφοράς στο περίγραμμα αγόρευσής του (σελ.6), σε επιστολή της δικηγόρου του ημερομηνίας 19/01/2015, στην οποία, κατά την εισήγηση «Ενυπήρχε μομφή για μεροληψία υπαλλήλων του αρμόδιου τμήματος σε βάρος» του Εφεσείοντα, που λόγω της γενικότητάς τους δεν επαρκούν για να καταδειχθεί με βεβαιότητα η έλλειψη αμεροληψίας των συγκεκριμένων Λειτουργών, δεν έχουν τεθεί ικανά στοιχεία, κατά κανόνα, επίσημα (βλ. Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437), που να καταδεικνύουν με βεβαιότητα την προκατάληψη των συγκεκριμένων Λειτουργών σε βάρος του Εφεσείοντα. Η σχετική αλληλογραφία των Λειτουργών ή μερικών εξ αυτών, καθηκόντως, με τον Εφεσείοντα σε σχέση με την αίτησή του, δεν μπορεί να αποτελέσει το υπόβαθρο για την εξαγωγή συμπερασμάτων περί προκατάληψης.
Η δε παρουσία τους στην επίδικη συνεδρία, ως αρμόδιων υπηρεσιακών με σκοπό την παροχή κατατοπιστικών πληροφοριών και στοιχείων, δεδομένης της αποχώρησής τους, η οποία αποτελεί αποδεκτό γεγονός από τον Εφεσείοντα, δεν συνιστά κακή σύνθεση του οργάνου, στη βάση των προνοιών του Άρθρου 21(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/1999). Στη βάση των πιο πάνω απορρίπτεται ο Λόγος Έφεσης 2.
Ο Λόγος Έφεσης 3, αφορά το εσφαλμένο της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με το νόμιμο και εντός των πλαισίων της διακριτικής ευχέρειας, ενεργειών, της Εφεσίβλητης. Όπως το ζήτημα εξειδικεύθηκε στο περίγραμμα αγόρευσης του Εφεσείοντα, η προσβαλλόμενη απόφαση βασίστηκε σε «πιθανή παρατυπία-υπόνοια απάτης» και όχι «υπερτιμολόγηση», αφού προϋπήρχε προέγκριση για τις επιλέξιμες δαπάνες στις οποίες προέβη ο Εφεσείων, οι οποίες δεν υπερέβαιναν τα ποσά της προέγκρισης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο καταλήγοντας στη διαπίστωση για το νόμιμο και εντός της διακριτικής ευχέρειας, ενεργειών της Εφεσίβλητης, ανέφερε τα εξής
«Ο καθ' ου η αίτηση αναφέρει τα ακόλουθα στο πρακτικό ημερομηνίας 9.3.2015:
«Η Επιτροπή Ενστάσεων αφού μελέτησε τα στοιχεία της αίτησης και της ένστασης ομόφωνα αποφάσισε την απόρριψη της ένστασης αφού διαπιστώνει υπερτιμολόγηση των δράσεων. Ο αιτητής θα μπορούσε να προχωρήσει με την απευθείας εισαγωγή των μηχανημάτων στο όνομα του όπου θα του στοίχιζαν 17.060 ευρώ πλέον ΦΠΑ. Με αυτό το ποσό θα κατέβαλλε ο ίδιος 8.530 και το ΦΠΑ που θα αντιστοιχούσε στις 17060 ευρώ (3241,40 ευρώ) και θα λάμβανε ως ενίσχυση 8.530 ευρώ (δικαιούχος 50%). Με την παρεμβολή της εταιρείας η οποία δεν είναι μια εντελώς ανεξάρτητων συμφερόντων εταιρεία (η σύζυγος κατέχει το 50%) ουσιαστικά θα πληρώσει ο ίδιος 12.575 ευρώ και αυξημένο ΦΠΑ που θα αντιστοιχεί στις 25.150 ευρώ (4778,50 ευρώ) και θα λάβει ενίσχυση 12.575 ευρώ. Με βάση την πιο πάνω ανάλυση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι κάποιος θα επιλέξει αντί της πρώτης πιο οικονομικά συμφέρουσας αγοράς, τη δεύτερη επιλογή που θα επιβαρύνει τον ίδιο με 5.582,10 ευρώ επιπρόσθετα. Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η πρώτη επιλογή του ήταν άγνωστη, αφού η εταιρεία είναι μια ιδιωτική εταιρεία με μετόχους 2 μόνο άτομα εκ των οποίων το 1 είναι η σύζυγος του που κατέχει το 50% των μετοχών και είναι ταυτόχρονα και μία εκ των 2 Διευθυντών σε αυτή. Το περιθώριο κέρδους που υπολογίζεται με βάση τα έγγραφα που υπέβαλαν οι ίδιοι, κρίνεται ιδιαίτερα υψηλό γενικότερα, αλλά και ειδικότερα όταν η πώληση αφορά πελάτη, το σύζυγο βασικής μετόχου (50%) και εκ των διευθυντών της εταιρείας. Η αναφορά στην ένσταση ότι οι τιμές που χρησιμοποιήθηκαν αφορούν τιμές της αγοράς δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, αφού η αγορά των μηχανημάτων / εξοπλισμού δεν έγινε από μια εταιρεία που δραστηριοποιείται ειδικά στην πώληση μηχανημάτων και εξοπλισμού, με καμία άμεση ή έμμεση σχέση σε σχέση με τον αγοραστή. Η αγορά έγινε από εταιρεία με άλλο κύριο κλάδο δραστηριοποίησης η οποία έχει άμεση σχέση με τη σύζυγο του αιτητή μέσω της οποίας έγινε εισαγωγή των μηχανημάτων από την Ελλάδα. Σημειώνεται ότι οι τιμές που καθορίζονται στον κατάλογο επιλέξιμων δράσεων της β' προκήρυξης του Καθεστώτος 1.5.1, για κάθε δράση, αφορούν τη μέγιστη τιμή για την οποία μπορεί να διεκδικηθεί ενίσχυση και καθορίστηκαν σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο.»
Όπως εξηγεί ο καθ' ου η αίτηση στη γραπτή του αγόρευση, το νομικό πλαίσιο ελέγχου των χορηγιών είναι ο Κανονισμός 65/2011. Σύμφωνα με το άρθρο 4(8):
«8. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων, δεν πραγματοποιούνται πληρωμές σε δικαιούχους για τους οποίους έχει αποδειχθεί ότι δημιούργησαν τεχνητά τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την καταβολή τέτοιων ενισχύσεων, με στόχο να αποκομίσουν οφέλη αντίθετα με τους στόχους του καθεστώτος στήριξης.»
Στην παρούσα υπόθεση, όπως προκύπτει από το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, ο καθ' ου η αίτηση θεώρησε, για τους λόγους που εξηγεί και καταγράφει, ότι ο αιτητής δημιούργησε τεχνητά τις προϋποθέσεις για καταβολή της ενίσχυσης και συνεπώς απέρριψε το αίτημα πληρωμής.
Συνεπώς, θεωρώ ότι ο καθ' ου η αίτηση ενήργησε νόμιμα και εντός του πλαισίου της άσκησης της διακριτικής του εξουσίας».
Έχουμε ανατρέξει τόσο στο πρακτικό της επίδικης συνεδρίας της Επιτροπής Ενστάσεων ημερομηνίας 09/03/2015 (Παράρτημα VII στην Ένσταση), όσο και στην επιστολή ημερομηνίας 31/03/2015 που εστάλη στον Εφεσείοντα (Παράρτημα VIIΙ στην Ένσταση) και η οποία αποτελεί την προσβαλλόμενη απόφαση. Η αίτηση του Εφεσείοντα απερρίφθη επειδή διαπιστώθηκε υπερτιμολόγηση των δράσεων και αιτιολογείται η διαπίστωση αυτή με παράθεση σχετικού πίνακα (επιστολή ημερομηνίας 31/03/2015), στον οποίο παρουσιάζεται το κόστος των μηχανημάτων προς την εταιρεία Α & Ι Ευρωεκτυπωτική Λτδ και το περιθώριο κέρδους που επιβλήθηκε με βάση την τιμολόγηση της εταιρείας προς τον Εφεσείοντα. Στη συνέχεια δε, αναλύεται το σκεπτικό της κατάληξης για υπερτιμολόγηση.
Από το πρακτικό της επίδικης συνεδρίας ημερομηνίας 09/03/2015, το οποίο μεταφέρθηκε και στην πρωτόδικη Απόφαση (ανωτέρω), διαπιστώνεται ότι εξετάστηκαν οι λόγοι για τους οποίους ο Εφεσείων ενίστατο στην απόρριψη της αίτησής του και αιτιολογήθηκε με επάρκεια η απόρριψή τους. Υπογραμμίστηκε δε, ότι οι τιμές που καθορίζονται στον κατάλογο επιλέξιμων δράσεων για κάθε δράση, αφορούν τη μέγιστη τιμή για την οποία μπορεί να διεκδικηθεί ενίσχυση. Το δε περιθώριο κέρδους που υπολογίστηκε με βάση τα έγγραφα που υποβλήθηκαν με την υπερτιμολόγηση των δράσεων, διαπιστώθηκε ότι αντιστοιχούσε στο 47,42% και κρίθηκε ιδιαίτερα υψηλό. Σημειώνονται επ' αυτού οι πρόνοιες του Κανονισμού (ΕΕ) της Επιτροπής Αρ. 65/2011, που η πλευρά της Εφεσίβλητης παραπέμπει και ιδιαίτερα το Άρθρο 24 παρ.2 (δ), το οποίο προβλέπει ειδικές διατάξεις για τους διοικητικούς ελέγχους που διενεργούν τα κράτη μέλη για τον «εύλογο χαρακτήρα του κόστους». Συναφώς ευλόγως διερευνήθηκε το ζήτημα της υπερτιμολόγησης υπό αυτό το πρίσμα.
Συνεπώς δεν ευσταθεί η θέση του Εφεσείοντα ότι η αίτηση του απερρίφθη λόγω υπόνοιας απάτης. Η δε παραπομπή του Εφεσείοντα στο Παράρτημα ΙΧ στην Ένσταση προς ενίσχυση της θέσης του, δεν μεταβάλλει την κατάσταση, αφού πρόκειται για έγγραφο ημερομηνίας 14/5/2015, μεταγενέστερο του ουσιώδους χρόνου λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης ημερομηνίας 09/03/2015, που κοινοποιήθηκε στον Εφεσείοντα στις 31/03/2015 και αφορά την προβλεπόμενη διαδικασία υποβολής έγγραφης διερεύνησης πιθανής παρατυπίας/απάτης προς την Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης του ΚΟΑΠ.
Ούτε μπορεί να γίνει αποδεκτή η θέση του Εφεσείοντα κατά της ακρόαση της Έφεσης, ότι με την προέγκριση δημιουργήθηκε η εντύπωση στον Εφεσείοντα ότι θα ελάμβανε τη χορηγία. Όπως διευκρινίστηκε στην επιστολή προέγκρισης ημερομηνίας 12/08/2014 (Παράρτημα Ι στην Ένσταση), αν κατά την ολοκλήρωση του ελέγχου «διαπιστωθεί ότι τα στοιχεία που έχουν δηλωθεί στην αίτησή δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα ή/και ότι δεν τηρούνται οι όροι και τα κριτήρια του Καθεστώτος για την υλοποίηση των δράσεων, τότε θα εφαρμοστούν οι πρόνοιες και οι κυρώσεις που προνοούνται με βάση τους Κοινοτικούς και Εθνικούς Κανονισμούς που ισχύουν».
Στη βάση των πιο πάνω ο Λόγος Έφεσης 3 απορρίπτεται.
Απορριπτέος είναι και ο Λόγος Έφεσης 4 που μέμφεται το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν ασχολήθηκε με όλους τους λόγους που του τέθηκαν για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης. Αυτό που διαπιστώνουμε είναι ότι οι λόγοι ακύρωσης που ο Εφεσείων προώθησε και ανέπτυξε στη γραπτή του αγόρευση, εξετάστηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο κατέληξε σε συγκεκριμένα ευρήματα. Πρόσθετα, στην Ειδοποίηση Έφεσης ο πιο πάνω ισχυρισμός τίθεται κατά τρόπο γενικό και χωρίς εξειδίκευση και χωρίς να υποστηρίζεται στο περίγραμμα αγόρευσης κατά τρόπο συγκεκριμένο. Επομένως, θεωρούμε ότι αυτοί οι λόγοι ακύρωσης, αν υπήρχαν, έχουν εγκαταλειφθεί (βλ. Ευστάθιος Στυλιανού Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ΑΕ Αρ. 167/2008, ημερομηνίας 17/3/2012).
Τέλος, χωρίς έρεισμα και απορριπτέος είναι και ο Λόγος Έφεσης 5, ο οποίος αφορά τα επιδικασθέντα έξοδα. Θεωρούμε ότι η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να απορρίψει την Προσφυγή δικαιολογούσε τη συγκεκριμένη διαταγή αναφορικά με τα έξοδα, εφόσον δεν τέθηκε οτιδήποτε ικανό για απόκλιση από τον κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο, ο επιτυχών διάδικος δικαιούται και τα έξοδά του (βλ. Λέκτον Συμβουλευτική Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 317)
Ενόψει όλων των πιο πάνω, η Έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα.
Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.
Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.