ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 242/2022)
18 Σεπτεμβρίου, 2023
[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στές]
YIANNOPLAST LIMITED, μέσω του Εκκαθαριστή της Χριστάκη Ιακωβίδη
Εφεσείοντα,
v.
1. CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD
2. ΛΑΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ
3. ΜΙΧΑΛΗ ΣΙΑΗΛΗ
Εφεσίβλητων.
-----------------------------
Αίτηση ημερ. 10.2.2023 για Ασφάλεια Εξόδων
-----------------------------
Γιολάντα Ζαχαρίου (κα), για την Αιτήτρια - Εφεσίβλητη αρ. 1.
Σάββας Βασιλείου, για την Καθ' ης η Αίτηση - Εφεσείουσα.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα απαγγελθεί από την Δικαστή Μ. Παπαδοπούλου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Έφεση καταχωρίστηκε στις 31.8.2022 στο πλαίσιο της οποίας η Εφεσίβλητη αρ. 1 καταχώρισε την υπό κρίση Αίτηση ζητώντας την έκδοση Διατάγματος με το οποίο η Εφεσείουσα εταιρεία να διατάσσεται διά μέσου του Εκκαθαριστή της να καταθέσει στο Δικαστήριο ποσό 10.000 πλέον Φ.Π.Α. ως ασφάλεια και/ή εγγύηση για τα έξοδα της Εφεσίβλητης αρ. 1. Ταυτόχρονα επιδιώκεται η έκδοση Διατάγματος που να αναστέλλει κάθε διαδικασία στην Έφεση μέχρι της κατάθεσης της εγγύησης για τα έξοδα και όπως, με την εκπνοή της προθεσμίας που θα τεθεί χωρίς κατάθεση της εγγύησης, η Έφεση θεωρηθεί απορριφθείσα. Η Αίτηση στηρίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.60 Θ.Θ. 1, 2, 5 και 6, Δ.35 Θ.Θ. 1 - 8 και Δ.48 Θ.Θ. 1 - 4, 8 και 92, στον περί Εφέσεων (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) Διαδικαστικό Κανονισμό του 1964, στους περί Εφέσεων (Προδικασία, Περιγράμματα Αγορεύσεων, Περιορισμός του Χρόνου των Προφορικών Αγορεύσεων και Συνοπτική Διαδικασία για την Απόρριψη Προδήλως Αβάσιμων Εφέσεων) Διαδικαστικό Κανονισμό του 1996, στα ’ρθρα 232 και 382 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113 και επί των συμφυών εξουσιών του Δικαστηρίου. Σημειώνουμε ότι κατά την ημερομηνία εκδίκασης της υπό κρίση Έφεσης είχαν ήδη τεθεί σε εφαρμογή οι Νέοι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας, γεγονός στο οποίο θα γίνει αναφορά πιο κάτω.
Η Αίτηση συνοδεύεται από Ένορκη Δήλωση του κ. Μάκη Αδάμου, υπαλλήλου της Εφεσίβλητης αρ. 1 ο οποίος αναφέρει ότι η Εφεσείουσα είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης εναντίον της οποίας εξεδόθη στις 13.9.2011 Διάταγμα Εκκαθάρισης στο πλαίσιο της Αίτησης με αρ. 407/2010 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Από 16.1.2012 Εκκαθαριστής της Εφεσίβλητης αρ. 1 είναι ο κ. Χ. Ιακωβίδης. Με Απόφαση ημερ. 29.7.2022 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού η αγωγή απορρίφθηκε και η Εφεσείουσα διατάχθηκε όπως καταβάλει τα έξοδα της αγωγής στους Εφεσίβλητους. Παρά το ότι τα έξοδα υπολογίστηκαν στο ποσό των 37.219 πλέον νόμιμο τόκο και Φ.Π.Α. και την αποστολή σχετικής ειδοποίησης στην Εφεσείουσα, καμία ανταπόκριση υπήρξε. Η Εφεσίβλητη αρ. 1 υπολογίζει ότι τα έξοδα της Έφεσης σε περίπτωση που αυτή αποτύχει θα ανέλθουν κοντά στο ποσό για το οποίο ζητείται η παροχή ασφάλειας εξόδων.
Η Αίτηση προσέκρουσε στην Ένσταση της Εφεσείουσας η οποία στηρίζεται στην ίδια νομική βάση με την Αίτηση καθώς και στο ’ρθρο 30.2 του Συντάγματος και στο ’ρθρο 6.1 της ΕΣΔΑ. Προβάλλονται οι εξής λόγοι ένστασης:
«1. Το πραγματικό και/ή νομικό υπόβαθρο στο οποίο στηρίζεται η Αίτηση δεν δικαιολογεί την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων και/ή τα αιτούμενα διατάγματα δεν ευρίσκουν έρεισμα στις νομικές αρχές και/ή τη νομολογία και/ή δεν συντρέχουν ικανοποιητικοί λόγοι, για να ασκηθεί η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου υπέρ της έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων και/ή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης αυτών και ως εκ τούτου η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο ενδιάμεση Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.
2. Η πραγματική πρόθεση των Αιτητών έγκειται στη χρήση μέσων δικαίου κατά τρόπο καταχρηστικό της διαδικασίας (manipulation of the procedure) και/ή οι Αιτητές προωθούν την παρούσα δικαστική διαδικασία καταχρηστικά (abuse of process) και/ή η Αίτηση είναι κακόπιστη και/ή κακόβουλη (mala fides) και/ή προωθείται για αλλότριους και/ή αθέμιτους σκοπούς στοχεύοντας στην άσκηση πίεσης στην Καθ'ης η Αίτηση και/ή με σκοπό να αποτρέψουν την Καθ'ης η Αίτηση από την άσκηση του δικαιώματος της να ασκήσει έφεση επί της πρωτόδικης απόφασης.
3. Υπάρχει αδυναμία της Εταιρείας να ανταποκριθεί στο αίτημα για παροχή ασφάλειας εξόδων σε μετρητά χρήματα, και ως εκ τούτου δεν δικαιολογείται η έκδοση διαταγής για παροχή ασφάλειας εξόδων ως όρος συνέχισης εκδίκασης της πιο πάνω Αίτησης.
4. Οι Αιτητές απέτυχαν και/ή παρέλεψαν να προβούν σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των γεγονότων που αφορούν στην παρούσα διαδικασία αφού απέκρυψαν από το Δικαστήριο ουσιαστικά γεγονότα που δυνατόν να επηρεάσουν την κρίση του Δικαστηρίου και/ή οι Αιτητές παραπλανούν το Δικαστήριο με αναληθείς και/ή αβάσιμους ισχυρισμούς.
5. Έστω και αν ήθελε φανεί στο Σεβαστό Δικαστήριο ότι η Καθ'ης η Αίτηση θα είναι ανίκανη να πληρώσει τα έξοδα των Αιτητών, αν η Καθ'ης η Αίτηση δεν επιτύχει στην υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό πολιτική έφεση, άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου υπέρ της έκδοσης διατάγματος στο παρόν στάδιο θα απολήξει σε ουσιαστική στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο δικαστήριο ως αυτό διασφαλίζεται από το ’ρθρο 30 του Συντάγματος και το ’ρθρο 6.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Θεμελιωδών Ελευθεριών (Ε.Σ.Δ.Α.).
6. Το αιτούμενο ποσό για παροχή ασφάλειας σύμφωνα με τον Κατάλογο Εξόδων που έχουν καταρτίσει οι Αιτητές και επισυνάπτουν ως Τεκμήριο Ε, ερείδεται σε εσφαλμένους υπολογισμούς και/ή είναι διογκωμένο και/ή υπερβολικό και/ή δεν ανταποκρίνεται στην συνήθη πρακτική υπολογισμού των δικαστικών εξόδων από τον Πρωτοκολλητή.
7. Με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά την παρούσας, το ισοζύγιο της δικαστικής ευχέρειας κλίνει ξεκάθαρα υπέρ της μη έκδοσης των αιτούμενων, καθ' ότι τυχόν έκδοση θα απολήγει κατ' ουσίαν στη χρήση μέσων δικαίου για αλλότριους σκοπούς μέσω της χειραγώγησης των εξουσιών του Σεβαστού Δικαστηρίου.
8. Οποιαδήποτε επιτυχία για ασφάλεια εξόδων θα επιβάρυνε την υπό εκκαθάριση Εταιρεία με έξοδα που θα αδυνατούσε σε πραγματικό χρόνο να τα πληρώσει, αφού μετά την υποβολή της αίτησης για εκκαθάριση καμία επιβάρυνση επί της περιουσίας της Εταιρείας μπορεί να δημιουργηθεί βάση του άρθρου 218 του Νόμου.
9. Αφού τεθεί μια Εταιρεία σε εκκαθάριση κανένας μη εξασφαλισμένος πιστωτής δεν μπορεί να αποκτήσει πλεονέκτημα έναντι των άλλων πιστωτών της Εταιρείας, ούτε να αποκτήσει προνομιακή εξόφληση της απαίτησης του, κάτι το οποίο θα συμβεί εάν επιτύχει η υπό κρίση Αίτηση.
10. Σε περίπτωση επιτυχίας της Αίτησης, οι Αιτητές θα αποκτήσουν προβάδισμα και πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων πιστωτών της Καθ'ης η Αίτηση, για το ενδεχόμενο χρέος (έξοδα) που θα προκύψουν στο μέλλον.
11. Τόσο κατά την πρωτόδικη διαδικασία όσο και κατ' έφεση (εναντίον ενδιάμεσης Απόφασης) εξετάστηκε το ζήτημα κατά πόσον η εδώ Εφεσείουσα θα πρέπει να διαταχθεί να καταθέσει ασφάλεια εξόδων και το εν λόγω αίτημα των Αιτητών απορρίφθηκε και/ή υπάρχει δεδικασμένο ως προς το επίδικο ζήτημα πλήρωσης των προϋποθέσεων να διαταχθεί η εδώ Εφεσείουσα να καταθέσει ασφάλεια εξόδων».
Η Ένσταση συνοδεύεται από Ένορκη Δήλωση του κ. Μάριου Παπαδόπουλου εκ των υπαλλήλων της εταιρείας Corporate Recovery & Insolvency Group, διευθυντής της οποίας είναι ο Εκκαθαριστής της Εφεσείουσας. O κ. Παπαδόπουλος προβάλλει την θέση ότι η Εφεσίβλητη αρ. 1 επιδιώκει την παροχή ασφάλειας εξόδων στη βάση μόνο του γεγονότος ότι η Εφεσείουσα τελεί υπό εκκαθάριση και του ότι δεν έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της ως προς την καταβολή εξόδων της Πρωτόδικης διαδικασίας. Εκφράζει την πεποίθηση ότι η πραγματική πρόθεση της Εφεσίβλητης αρ. 1 έγκειται στην χρήση μέσων δικαίου κατά τρόπο καταχρηστικό της διαδικασίας και πως η υπό εκδίκαση Αίτηση προωθείται με σκοπό να αποτρέψει την Εφεσείουσα από του να προβάλει τις θέσεις της, είναι δε κακόπιστη και κακόβουλη. Εισηγείται ότι το γεγονός πως η Εφεσείουσα τελεί υπό εκκαθάριση δεν καταδεικνύει από μόνο του έλλειψη οικονομικής δυνατότητας κάλυψης των εξόδων αντιδίκου, επισημαίνοντας ότι είναι ιδιοκτήτρια ακίνητης ιδιοκτησίας. Αναφέρει, όμως, ότι στον Λογαριασμό Εκκαθάρισης της Εφεσείουσας υπάρχει ποσό 2,78 πράγμα που δείχνει αδυναμία της να ανταποκριθεί στο αίτημα για παροχή ασφάλειας εξόδων. Θέση του είναι, συναφώς, ότι η έκδοση διαταγής για παροχή τέτοιας ασφάλειας ως όρο για συνέχιση εκδίκασης της παρούσας Έφεσης θα παραβιάσει τις Συνταγματικές διατάξεις που κατοχυρώνουν το δικαίωμα πρόσβασης στην Δικαιοσύνη. Αποτελεί περαιτέρω εισήγηση του Ομνύοντα ότι σε περίπτωση επιτυχίας της Αίτησης η Εφεσίβλητη θα αποκτήσει προβάδισμα και πλεονέκτημα έναντι των λοιπών πιστωτών της Εφεσείουσας Εταιρείας.
Πέραν των πιο πάνω οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους με γραπτές αγορεύσεις αλλά και δια ζώσης κατά την ακροαματική διαδικασία της Αίτησης.
Ενόψει της πρόσφατης υιοθέτησης των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 κρίνουμε χρήσιμη μια αναφορά στο δικονομικό πλαίσιο που διέπει την Αίτηση. Δυνάμει του Μέρους 60 αυτών οι Νέοι Κανονισμοί τίθενται σε ισχύ σε σχέση με το Εφετείο από την 3.7.2023. Το Μερος 60.2(1) αναφέρει ότι:
« Όταν ασκείται διακριτική ευχέρεια από το δικαστήριο σε διαδικασία η οποία άρχισε πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των παρόντων κανονισμών, το δικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη του τις αρχές οι οποίες καθορίζονται στους παρόντες κανονισμούς και, συγκεκριμένα, στο Μέρος 1 (ο πρωταρχικός σκοπός και καθήκον του δικαστηρίου να διαχειρίζεται υποθέσεις) και στο Μέρος 30 (Συνήθεις Απαιτήσεις)».
Η υπό εκδίκαση Αίτηση καταχωρίστηκε πριν από την 3.7.2023 πλην όμως εκδικάστηκε και επιφυλάχθηκε μετά που οι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας του 2023 είχαν τεθεί σε ισχύ αναφορικά με το Εφετείο. Tο δε Εφετείο που εγκαθιδρύθηκε δυνάμει του ’ρθρου 3Α του περί Απονομής Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμων του 1964 (με τον Τροποποιητικό Νόμο Ν.145(Ι)/2022) διέπεται δικονομικά από τις πρόνοιες του Μέρους 41 των Νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας.
Μελέτη της ουσίας του ζητήματος, όμως, οδηγεί στο ότι οι παράγοντες που ισχύουν για την άσκηση της κρίσης του Δικαστηρίου κατά την εξέταση αιτήσεως για παροχή ασφάλειας εξόδων δεν έχουν διαφοροποιηθεί ουσιαστικά με την εισαγωγή των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, εφόσον οι πρόνοιες του Μέρους 26.1 εδάφια (1) και (5) είναι ταυτόσημες με τις πρόνοιες της παλαιάς Δ.60. Εκεί που εντοπίζεται η διαφορά είναι στο λεκτικό της παλαιάς Δ.35 Θ.2 η οποία προβλέπει ότι:
«...such deposit or other security for the costs to be occasioned by any appeal shall be made or given as may be directed under special circumstances by the Court of Appeal».
Είχε τότε εισαχθεί, δηλαδή, με την πιο πάνω πρόνοια το γενικότερο κριτήριο των ειδικών περιστάσεων που, όπως λέχθηκε στην Λεμονιάτης ν Δήμου Λεμεσού, Πολ. Εφ. 436/17, ημερ. 13.9.2019, ECLI:CY:AD:2019:A364:
«Όπως έχει η διατύπωση της υπό εξέταση πρόνοιας της Δ.35 Κ.2 των Κανονισμών ο κανόνας είναι ότι κατά το στάδιο της έφεσης δεν δίδονται οδηγίες για την παροχή ασφάλειας εξόδων. Τέτοιες οδηγίες δίδονται όταν υπάρχουν «ειδικές περιστάσεις οι οποίες δικαιολογούν την άσκηση από το Εφετείο της διακριτικής του ευχέρειας προς τούτο»».
Ενώ αναφορά σε «ειδικές περιστάσεις» δεν υπάρχει στα Μέρη 26 και 41 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, τα Δικαστήρια επιδιώκουν πλέον την υλοποίηση του πρωταρχικού σκοπού που προβλέπεται στο Μέρος 1 των Νέων Κανονισμών κατά την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας τους παρέχεται από τους Κανονισμούς αλλά και κατά την ερμηνεία οποιουδήποτε Κανονισμού. Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει την εξουσία να πραγματοποιεί οποιοδήποτε άλλο βήμα ή να εκδίδει οποιοδήποτε διάταγμα με σκοπό την προαγωγή του πρωταρχικού σκοπού ως προβλέπεται στο Μέρος 3.1(μ). Δυνάμει του Μέρους 1.2(γ)(iv) το Δικαστήριο έχει υποχρέωση να χειριστεί την υπόθεση με τρόπο αναλογικό προς τις οικονομικές συνθήκες κάθε διαδίκου.
Έχοντας τα πιο πάνω κατά νου θεωρούμε ότι η μέχρι σήμερα Νομολογία με βάση την οποία είχε κριθεί πως το κριτήριο των «ειδικών περιστάσεων» περιλάμβανε την έλλειψη περιουσίας ή την οικονομική ανικανότητα, παρέχει καθοδήγηση κατά την εξέταση αίτησης για παροχή ασφάλειας εξόδων στο πλαίσιο των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023.
Τονίζουμε, όμως την ουσιαστική διαφοροποίηση της παρούσας που έγκειται στο ότι πρόκειται για Εταιρεία με αποτέλεσμα να τυγχάνει εφαρμογής η ειδική πρόνοια του ’ρθρου 382 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113 το οποίο προβλέπει τα εξής:
«Έξοδα σε αγωγές από ορισμένες εταιρείες
382. Όταν εταιρεία είναι ενάγουσα σε οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία, κάθε δικαστής που έχει δικαιοδοσία στο θέμα δύναται, αν φαίνεται με αξιόπιστη μαρτυρία ότι υπάρχει λόγος να πιστεύει ότι η εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα έξοδα του εναγομένου αν αυτός επιτύχει στην υπεράσπιση του, να ζητήσει να δοθεί ικανοποιητική εγγύηση για τα έξοδα εκείνα, και δύναται να αναστείλει όλες τις διαδικασίες μέχρι να δοθεί η εγγύηση».
Το πιο πάνω άρθρο παρέχει την ευχέρεια στο Δικαστήριο να εκδώσει διάταγμα για παροχή ασφάλειας εξόδων με ταυτόχρονη αναστολή των διαδικασιών, όπου διαφαίνεται ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι εταιρεία δεν θα μπορεί να καταβάλει τα έξοδα (Genemp Trading Ltd v Λαϊκή Τράπεζα (2011) 1 Α.Α.Δ.1314, Λεωνίδας Κίμωνος ως Εκκαθαριστής της Blue Seal Shoes Ltd ω Χρ. Ιωάννου & Υιοι (Υποδήματα) Λτδ (2015) 1 Α.Α.Δ.147). Όπως προκύπτει από την Northampton Goal, Iron & Waggon Co. v Midland Waggon Co [1878] 7 Ch. D. 500 το γεγονός ότι εταιρεία τελεί υπό εκκαθάριση αποτελεί prima facie μαρτυρία περί τέτοιας αδυναμίας καταβολής των εξόδων.
Στην υπό κρίση περίπτωση, όχι μόνο δεν τέθηκε κάτι από πλευράς Εφεσείουσας που να ανατρέπει το εκ πρώτης όψεως τεκμήριο αυτό, αλλά αντιθέτως η ίδια η Εφεσείουσα δηλώνει στην Ένσταση της ότι υπάρχει αδυναμία να ανταποκριθεί στο αίτημα για ασφάλεια εξόδων και ότι στον Λογαριασμό Εκκαθάρισης υπάρχει μόνο το ποσό των 2,78. Το ακίνητο στο οποίο γίνεται αναφορά, όπως φαίνεται από το Πιστοποιητικό Έρευνας που επισυνάπτεται στην Ένσταση, υπόκειται σε επιβαρύνσεις και δεν υπάρχει ισχυρισμός από πλευράς Εφεσείουσας ότι η αξία του ακινήτου υπερβαίνει το ποσό των επιβαρύνσεων. Ούτε και αμφισβητείται το γεγονός ότι η Εφεσείουσα δεν έχει καταβάλει οποιοδήποτε ποσό έναντι των ήδη επιδικασθέντων εναντίον της εξόδων στην Πρωτόδικη διαδικασία.
Τα πιο πάνω οδηγούν σε ενεργοποίηση των διατάξεων του ’ρθρου 382 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113, αφού η Εφεσείουσα φαίνεται να είναι εταιρεία που δεν είναι σε θέση να καλύψει τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας.
Όπως λέχθηκε στην Φάρμα Ρένος Χατζηιωάννου Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν Ρένου Παντελή, Πολ. Εφ. 229/15 ημερ. 13.2.2017, ECLI:CY:AD:2017:A42 με αναφορά στο ’ρθρο 382 του περί Εταιρειών Νόμου:
«...όταν αποδειχθεί η αδυναμία της εταιρείας να πληρώσει, συνήθως το Δικαστήριο εκδίδει το αιτούμενο διάταγμα για παροχή ασφάλειας για έξοδα, εκτός αν καταλήξει ότι υπάρχουν ειδικές περιστάσεις που συνηγορούν υπέρ της μη έκδοσης του (βλ. F.K. & S. (VAROSIA) PROPERTIES LIMITED V. SIMON GEORGE PENNEY κ.α. (ανωτέρω)]».
Στην αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την Εφεσείουσα προβάλλεται η θέση πως τυχόν διαταγή για παροχή ασφάλειας εξόδων θα λειτουργήσει με τρόπο που να της αποστερήσει το δικαίωμα πρόσβασης στο Δικαστήριο. Προωθείται η εισήγηση ότι η κατοχή από μέρους της Εφεσείουσας ακίνητης περιουσίας θα πρέπει να οδηγήσει σε απόρριψη του αιτήματος. Η εισήγηση αυτή δεν λαμβάνει, όμως, υπόψη το γεγονός ότι η εν λόγω ακίνητη ιδιοκτησία της Εφεσείουσας είναι επιβαρυμένη και άρα δεν είναι «...κατά κοινή λογική διαθέσιμη προς εκτέλεση...» (βλ. Genemp Trading Ltd v Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (πιο πάνω)).
Το ζήτημα έχει ήδη απαντηθεί στην υπόθεση Y. Liasides Developers Ltd v Μιχαήλ Μιχαήλ, Πολ. Εφ. 123/2012 ημερ. 2.6.2017, ECLI:CY:AD:2017:A211 από την οποία και παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα:
«Θα πρέπει, κατ΄αρχάς, να λεχθεί ότι, σε αντιδιαστολή προς τη γενική ρύθμιση περί παροχής ασφάλειας εξόδων δια της Διαταγής 60 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, το εν λόγω άρθρο 382 αποτελεί ειδική πρόνοια, με την οποία ρυθμίζεται το ζήτημα της παροχής ασφάλειας εξόδων από εταιρείες.
Αναφορικά ΅ε φυσικά πρόσωπα, αποκρυσταλλωμένη είναι η αρχή ότι δεν εκδίδεται διάταγ΅α για παροχή ασφάλειας εξόδων εναντίον ενάγοντα ο οποίος στερείται ΅έσων. Όπως ετέθη στην Cowell ν. Taylor (1885) 31 Ch D 34, 38 «the general rule is that poverty is no bar to a litigant, that, from time immemorial, has been the rule at common law, and also, in equity». ’λλως η διαταγή για παροχή ασφάλειας εξόδων θα απέληγε σε στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο (Conway v. Ηλία (2002) 1 ΑΑΔ 1653).
Τέτοια αρχή, όμως, δεν ισχύει προκει΅ένου περί εταιρειών περιορισ΅ένης ευθύνης, όπου ο κανόνας αντιστρέφεται. Το ζήτη΅α εξηγείται από τον Megarry V-C στην υπόθεση Pearson ν. Naydler [1977] 3 ΑΙΙ ER 531, 532, ΅ε αναφορά στο ’ρθρο 447 του Companies Act 1948, το οποίο αντιστοιχούσε στο ’ρθρο 382 του δικού ΅ας Νό΅ου:
"In the case of a limited company, there is no basic rule conferring immunity from any liability to give security for costs. The basic rule is the opposite; section 447 applies to all limited companies, and subjects them all to the liability to give security for costs. The whole concept of the section is contrary to the rule developed by the cases that poverty is not to be made a bar to bringing an action. There is nothing in the statutory language (the substance of which goes back at least as far as the Companies Act 1862, section 69) to indicate that there are any exceptions to what is laid down as a broad and general rule for all limited companies. Nor is it surprising that there should be such a rule. A man may bring into being as many limited companies as he wishes, with the privilege of limited liability; and section 447 provides some protection for the community against litigious abuses by artificial persons manipulated by natural persons. One should be as slow to whittle away this protection as one should be to whittle away a natural person's right to litigate despite poverty."»
(βλ. Επίσης G.K. Theonell Building & Construction Limited, Πολ. Εφ. 98/17 ημερ. 3.6.2019).
Κατάληξη μας αποτελεί ότι θα πρέπει να εκδοθεί διάταγμα για παροχή ασφάλειας εξόδων από την Εφεσείουσα αναφορικά με τα έξοδα της Έφεσης.
Η Εφεσίβλητη αρ. 1 επισύναψε κατάλογο προϋπολογισμού των εξόδων με την εισήγηση ότι αυτά αναμένεται να ανέλθουν σε ποσό 12.261,76. Έχοντας υπόψη μας τα έξοδα που συνήθως επιδικάζονται σε Πολιτικές Εφέσεις θεωρούμε εύλογο όπως η ασφάλεια καθοριστεί στο ποσό των 6.000.
Κατά συνέπεια εκδίδεται διάταγμα με το οποίο η Εφεσείουσα καταθέσει στον Πρωτοκολλητή Εφετείου μέσα σε 30 ημέρες από σήμερα ποσό 6.000 ως ασφάλεια για τα έξοδα της Εφεσίβλητης αρ. 1.
Εκδίδεται επίσης διάταγμα που αναστέλλει κάθε διαδικασία στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Έφεση αναφορικά με την Εφεσίβλητη αρ. 1 μέχρι κατάθεσης του πιο πάνω ποσού. Σε περίπτωση που η προθεσμία των 30 ημερών παρέλθει χωρίς την κατάθεση του ποσού της ασφάλειας εξόδων η Έφεση αναφορικά με την Εφεσίβλητη αρ. 1 θα θεωρείται απορριφθείσα.
Τα έξοδα εκδίκασης της παρούσας Αίτησης επιδικάζονται υπέρ της Εφεσίβλητης αρ. 1 και εναντίον της Εφεσείουσας όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Αλ. Παναγιώτου, Δ.
Μ. Παπαδοπούλου, Δ.
Ι. Στυλιανίδου, Δ.