ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 4 ΑΑΔ 498
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 59/04)
29 Mαΐου, 2006
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος
ΑΝΝΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Αιτήρια
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
2. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
Μ. Καλλιγέρου για την αιτήτρια.
Ε. Παπαγεωργίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση 1.
Κ. Κενεβέζος για τους καθ' ων η αίτηση 2.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Αντικείμενο της προσφυγής είναι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, με αριθμό 58768 ημερομηνίας 15.10.03, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της αιτήτριας για αναγνώριση του πτυχίου της με σκοπό την εγγραφή της στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ στη Γεωλογία.
Εν τούτοις, προστέθηκε ως καθ' ου η αίτηση, εκτός από την Κυπριακή Δημοκρατία και το ίδιο το ΕΤΕΚ, το οποίο, βέβαια, διαδραμάτισε απλώς γνωμοδοτικό ρόλο, σύμφωνα με τον περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμο του 1990 (Ν. 224/90 όπως τροποποιήθηκε)[1]. Ενώ και το ΕΤΕΚ, με την ένστασή του και την αρχική του αγόρευση, ενέπλεξε στη διαδικασία τα αφορώντα σε προγενέστερη αίτηση της αιτήτριας προς το ΕΤΕΚ, για εγγραφή της στο Μητρώο Μελών. Η αίτηση εκείνη είχε απορριφθεί γιατί έλειπε η προϋπόθεση του άρθρου 7(1)(α) του Νόμου για προγενέστερη αναγνώριση του πτυχίου της από το Υπουργικό Συμβούλιο και η απορριπτική απόφαση επικυρώθηκε στην προσφυγή 1586/00 ημερομηνίας 18.4.02, στη βάση της απόφασης της Ολομέλειας στη Μουζουρίδης ν. ΕΤΕΚ (1999) 3 ΑΑΔ 189. Ενώ, στην έκταση που η απορριπτική απόφαση αναφερόταν και σε γνώμη αναφορικά με το πτυχίο της, όπως κρίθηκε, ήταν απλώς πληροφοριακή, εκτός της αρμοδιότητας του ΕΤΕΚ που τότε είχε ενώπιόν του αίτηση για εγγραφή. Όπως εν τέλει αναγνωρίστηκε, εκείνη η διαδικασία ήταν άσχετη και η προδικαστική ένσταση πως η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται, οφειλόμενη σε παρανόηση, ορθά αποσύρθηκε ως αβάσιμη. Όπως άσχετες ήταν και οι αναφορές των καθ' ων η αίτηση σε άλλη αίτηση της αιτήτριας για αναγνώριση πτυχίου της από το Υπουργικό Συμβούλιο με σκοπό την εγγραφή της στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ στον κλάδο της Αρχιτεκτονικής, σε σχέση με την οποία αναφέρεται ότι ασκήθηκε η προσφυγή 658/04.
Παρανόηση όμως εκδηλώθηκε και κατά τη διαδικασία διερεύνησης του θέματος. Το ΕΤΕΚ, κατά αναλογία προς τις ρυθμίσεις αναφορικά με αιτήσεις εγγραφής προς το ίδιο, καθιέρωσε ως πρακτική, τη νομιμότητα της οποίας υπεραμύνθηκαν κατά τα άλλα οι καθ' ων η αίτηση, τη λήψη γνώμης και από την Υποεπιτροπή Κλάδου, εν προκειμένω, της Γεωλογίας. Με προφανή στόχο η εν τέλει δική του γνωμοδότηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με το νόμο, να είναι το αποτέλεσμα του συνυπολογισμού και των απόψεων εκείνων που διατηρούν στενότερη επαφή με τις ιδιαιτερότητες της περίπτωσης. Όμως, η Υποεπιτροπή Κλάδου, δεν ασχολήθηκε με την ουσία του θέματος και δεν διατύπωσε οποιαδήποτε γνώμη αναφορικά με το κατά πόσο πτυχίο όπως εκείνο της αιτήτριας, από την άποψη του περιεχομένου ή και του επιπέδου του, δικαιολογούσε ή όχι τη ζητηθείσα αναγνώριση. Σημείωσε τα ακόλουθα:
«Η αιτήτρια υπέβαλε και στο παρελθόν αίτηση και απορρίφθηκε λόγω περιεχομένου σπουδών. Στη συνέχεια προσέφυγε στο Δικαστήριο κατά της απόφασης του ΕΤΕΚ και το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της. Οι λόγοι απόρριψης της πρώτης αίτησης εξακολουθούν να ισχύουν αφού τα πιστοποιητικά σπουδών της εξακολουθούν να είναι τα ίδια».
Αυτά όμως κατά προφανή πλάνη. ΄Εχω σημειώσει ήδη το αντικείμενο της αναφερθείσας προσφυγής και την κατάληξή της. Με την τότε διοικητική απόφαση δεν απορρίφθηκε το αίτημα «λόγω περιεχομένου σπουδών», όσο και αν πληροφοριακά έγινε συναφής αναφορά. Ούτε και η απόφαση του Δικαστηρίου επικύρωσε οτιδήποτε προς τέτοια κατεύθυνση. Ο λόγος της απόρριψης ήταν άλλος και δεν μπορούσε κατά νόμο να ήταν διαφορετικός αφού η εγγραφή στο ΕΤΕΚ προϋποθέτει αναγνώριση του πτυχίου όχι από το ΕΤΕΚ αλλά από το Υπουργικό Συμβούλιο και τέτοια αναγνώριση δεν υπήρχε. Θα μπορούσε, βέβαια, να λεχθεί πως, ανεξάρτητα από αυτά, η εισήγηση της Υποεπιτροπής Κλάδου ουσιαστικά είναι στην εκφρασθείσα τότε γνώμη που παραπέμπει όσο και αν εκείνη, νομοτυπικά, δεν έπρεπε να είχε διατυπωθεί. Αλλά και κάτω από τέτοιο πρίσμα αν δούμε το θέμα, η απουσία γνώμης διαμορφωθείσας από την ίδια την Υποεπιτροπή Κλάδου, μετά από δική της έρευνα και συλλογισμό, είναι πρόδηλη αφού περιορίστηκε στην επισήμανση πως τα πιστοποιητικά σπουδών της αιτήτριας εξακολουθούσαν να είναι τα ίδια.
Η Επιτροπή Εγγραφής Μελών αναφέρθηκε στο επίπεδο και στο περιεχόμενο του πτυχίου της αιτήτριας και ήταν με αναφορά σ' αυτά που εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης. Όπως ήταν και η εισήγηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο το οποίο και την υιοθέτησε, χωρίς αναφορά στην εισήγηση της Υποεπιτροπής Κλάδου. Εισηγούνται, λοιπόν, οι καθ' ων η αίτηση πως το σφάλμα της Υποεπιτροπής Κλάδου, αφού δεν μεταφέρθηκε στην τελική απόφαση, χάνει την όποια σημασία του.
Διαπιστώνεται όμως άλλο, όχι λιγότερο σοβαρό σφάλμα. Όπως ορθά υποστήριξε στο τέλος η αιτήτρια, το ΕΤΕΚ διαμόρφωσε την εισήγησή του, που ήταν το αιτιολογικό στήριγμα της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, χωρίς να έχει, επί της ουσίας, τη γνώμη της Υποεπιτροπής Κλάδου, την οποία το ίδιο έκρινε, στο πλαίσιο της πρακτικής που καθιέρωσε, ότι έπρεπε να έχει. Το γεγονός ότι δεν ήταν από το Νόμο ή τους Κανονισμούς υποχρεωτική η εμπλοκή της Υποεπιτροπής Κλάδου, δεν μπορεί να έχει σημασία. Το ΕΤΕΚ αυτοδεσμεύτηκε, για καλό λόγο μάλιστα, όπως προηγουμένως σημείωσα. Τα πιο κάτω από το Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων του Μιχ. Δ. Στασινόπουλου, έκδοση 1951 σελ. 333, όπως υιοθετήθηκαν από τον Α. Λοΐζου, Δ., όπως ήταν τότε, στην CYTECHNO Ltd ν. Republic (1976) 3 CLR 407 και από τον Καλλή, Δ., στη HYDROTECH WATER AND ENVIRONMENTAL ENGINEERING ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 806/01 κ.α. ημερομηνίας 31.10.02, είναι σχετικά:
«Η περίπτωσις της αυτοδεσμεύσεως της διακριτικής εξουσίας, ήτοι η οικειοθελής υπαγωγή αυτής εις τύπους και δεσμεύσεις, μη επιβαλλομένας, αλλ' ουδ' απαγορευμένας υπό του νόμου, δεν αποκλείεται, ως συνιστώσα εκλογήν μέσων προς μόρφωσιν κρίσεως. Συνέπεια όμως της αυτοδεσμεύσεως ταύτης είναι ότι δεν δύναται εφεξής ν' αγνοηθεί αύτη αυθαιρέτως υπό του προκαλέσαντος αυτήν οργάνου, διότι τούτο θ' απετέλει απόδειξιν ασυνεπούς και αυθαιρέτου, ήτοι πλημμελούς ασκήσεως της διακριτικής εξουσίας.»
Καταλήγω, επομένως, πως όφειλε το ΕΤΕΚ να παραπέμψει το θέμα πίσω στην Υποεπιτροπή Κλάδου για να έχει και τη δική της εισήγηση αναφορικά με την ουσία του θέματος. Η παράλειψη αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο πλάνης και στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας. Τούτου δοθέντος δεν θα επεκταθώ στα επιχειρήματα των μερών αναφορικά με όσα συνθέτουν την αιτιολογία της Επιτροπής Εγγραφής Μελών.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
ΜΣι.
[1] Ο τροποποιητικός Νόμος 221(Ι)/2002 δεν είχε ακόμα τεθεί σε ισχύ.