ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 1178
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 128/2002
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
ΜΕΤΑΞΥ:
1. Παναγιώτας Ευγενίου)
2. Ελλης Ευγενίου ) από την Πλατανιστάσα,
Αιτητριών
και
Υπουργείου Συγκοινωνιών και Εργων,
Τμήμα Δημοσίων Εργων,
Καθ'ων η αίτηση
----------------------------
16 Δεκεμβρίου 2002
Για τις Αιτήτριες: κα Κ. Γεωργιάδου.
Για τους Καθ'ων η αίτηση: κ. Μαππουρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτήτριες είναι ιδιοκτήτριες ενός τεμαχίου στο χωριό Πλατανιστάσα, πάνω στο οποίο υπάρχουν δύο οικοδομές και αριθμός δέντρων. Στις 21/9/2001 δημοσιεύθηκε Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης του πιο πάνω τεμαχίου όπως επίσης και Διάταγμα Επίταξης για τη βελτίωση του κύριου δρόμου που διέρχεται μέσα από το χωριό. Η σκοπούμενη επέμβαση θα επηρέαζε μέρος της αυλής, της βεράντας και το υπόγειο των αιτητριών, με πιθανότητα επηρεασμού της υφιστάμενης κατοικίας. Οι αιτήτριες υπέβαλαν στις 28/11/2001 ένσταση στη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης. Την 1/2/2002 οι καθ'ων η αίτηση μέσα στα πλαίσια της βελτίωσης του δρόμου εισήλθαν στην πιο πάνω ακίνητη ιδιοκτησία και προέβησαν στην εκτέλεση συγκεκριμένων εργασιών.
Με την παρούσα προσφυγή, που καταχωρήθηκε στις 7/2/2002, οι αιτήτριες ζητούν δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πιο πάνω επέμβαση είναι άκυρη και παράνομη. Προς υποστήριξη της πιο πάνω θέσης οι αιτήτριες υπέβαλαν ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 29 του Συντάγματος, παραβίαση των αρχών καλής πίστης και χρηστής διοίκησης, όπως επίσης και έλλειψη δέουσας έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ'ων η αίτηση ισχυρίστηκε προδικαστικά ότι η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί γιατί δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης από το Ανώτατο Δικαστήριο. Και τούτο γιατί η επέμβαση καλύπτεται από το Διάταγμα Επίταξης, η εγκυρότητα του οποίου δεν έχει αμφισβητηθεί από τις αιτήτριες με προσφυγή. Η θέση των αιτητριών είναι ότι αντικείμενο της προσφυγής είναι εκτελεστή διοικητική πράξη που συνίσταται στην παράλειψη των καθ'ων η αίτηση να απαντήσουν στην ένσταση τους που υποβλήθηκε στις 28/11/2001 μετά τη δημοσίευση της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης. Η παράλειψη απάντησης εκ μέρους των αρμοδίων οδηγεί, σύμφωνα με την εισήγηση της δικηγόρου των αιτητριών, στο συμπέρασμα ότι "υπάρχει σιωπηρή αρνητική απάντηση στις ενστάσεις τους" και ως εκ τούτου υφίσταται στη συγκεκριμένη περίπτωση εκτελεστή διοικητική πράξη που υπόκειται σε ακυρωτικό έλεγχο.
Σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες τασσόταν προθεσμία 30 ημερών από τη δημοσίευση της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης για την υποβολή ενστάσεων από τους ιδιοκτήτες. Η δημοσίευση έγινε στις 21/9/2001 και η ένσταση υποβλήθηκε στις 28/11/2001, δηλαδή εκπρόθεσμα. Επεται ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν είχαν υποχρέωση να εξετάσουν την ένσταση. Οπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 1166/91 της 10/6/91,
"Σύμφωνα με το άρθρο 6(1) του Νόμου η απαλλοτριούσα αρχή έχει υποχρέωση να εξετάζει ενστάσεις που υποβάλλονται εμπρόθεσμα. Δεν έχει υποχρέωση όμως να εξετάζει εκπρόθεσμες ενστάσεις. Ο αιτητής δεν μπορεί να παραπονείται για τη δική του παράλειψη, ανεξάρτητα από το λόγο του εκπροθέσμου της ένστασής του. (Βλ.
Οι αιτήτριες, προσπαθώντας να θέσουν το θέμα σε άλλη βάση, επικαλέστηκαν το άρθρο 29 του Συντάγματος υποβάλλοντας ότι η "παράλειψη" των καθ'ων η αίτηση να απαντήσουν στην ένσταση, που όπως επισημάνθηκε υποβλήθηκε εκπρόθεσμα, συνιστά παραβίαση η οποία σύμφωνα με την παράγραφο (2) της ίδιας Συνταγματικής διάταξης, παρέχει τη δυνατότητα προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η παράλειψη απάντησης στην ένσταση δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη όπως ισχυρίζονται οι αιτήτριες. Με βάση το άρθρο 29 του Συντάγματος παρέχεται στους πολίτες η δυνατότητα να ζητήσουν την έκδοση μιας διοικητικής πράξης ή την ανάκληση ή τροποποίηση της. Ενόψει όμως των όσων προαναφέρθηκαν είναι προφανές ότι η παρούσα περίπτωση δεν καλύπτεται από το άρθρο 29 του Συντάγματος.
Οπως τονίσθηκε από τη διευρυμένη Ολομέλεια στην υπόθεση Σταυρίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 303, 314,
"Η προσφυγή καταχωρίστηκε την 2α Ιουλίου 1988 και θα ήταν εν πάση περιπτώσει εκπρόθεσμη και γι' αυτό το λόγο απαράδεκτη. Το θέτουμε υποθετικά γιατί στην περίπτωση της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης δε βρισκόμαστε καν μπροστά σε εκτελεστή διοικητική πράξη. Το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστή Γ.Μ.
"Η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης περιορίζεται στην εκδήλωση πρόθεσης για τη λήψη εκτελεστής απόφασης σε μελλοντικό στάδιο και αποβλέπει κυρίως στην επέκταση της έρευνας θέματος με τη λήψη των απόψεων των προσώπων που μπορεί να επηρεασθούν από την τελική πράξη. Αφήνει το καθεστώς ιδιοκτησίας της γης και τα δικαιώματα των ιδιοκτητών ανεπηρέασταΧ ούτε δημιουργεί οποιαδήποτε δέσμευση για την εκμετάλλευση ή τη διάθεση της περιουσίας τους. Η παροχή ευχέρειας στους ιδιοκτήτες να ακουστούν δεν έχει άλλο σκοπό από την ολοκλήρωση της έρευνας με τη συμπερίληψη των απόψεών τους στο φάσμα των γεγονότων που εξετάζονται. Η απόρριψη της ένστασης δεν μεταβάλλει το καθεστώς της γνωστοποίησης ούτε περιορίζει τη διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας αρχής ως προς τις μελλοντικές της ενέργειες. Επισημαίνεται ότι η γνωστοποίηση ατονεί εάν δεν απαλλοτριωθεί η γη με διάταγμα μέσα σε 10 μήνες από τη γνωστοποίηση της (άρθρο 7(2) του Ν. 15/62 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του Ν. 84/88)."
Στην παρούσα υπόθεση αυτοτελή διοικητική πράξη συνιστούσε το Διάταγμα Επίταξης που δημοσιεύθηκε την ίδια μέρα με τη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης. Οι αιτήτριες δεν αμφισβήτησαν το κύρος του Διατάγματος Επίταξης και ως εκ τούτου αυτό τεκμαίρεται νόμιμο για κάθε σκοπό. Από τη στιγμή δε, που παρήλθε η προβλεπόμενη από το Σύνταγμα προθεσμία των 75 ημερών, δεν μπορεί να ελεγχθεί στην παρούσα διαδικασία οποιοσδήποτε ισχυρισμός, που αφορά τη νομιμότητα του Διατάγματος Επίταξης. Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια η ισχυριζόμενη επέμβαση αποτελεί πράξη εκτέλεσης του Διατάγματος Επίταξης.
Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω η προδικαστική ένσταση ότι δεν προσβάλλεται διοικητική πράξη, ευσταθεί. Ούτε η παράλειψη απάντησης στην εκπρόθεσμη ένσταση, ούτε η Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης, ούτε και οι πράξεις εκτέλεσης του Διατάγματος θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο προσβολής μέσα στα πλαίσια της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η μόνη
εκτελεστή διοικητική πράξη ήταν το Διάταγμα Επίταξης, η εγκυρότητα του οποίου δεν έχει αμφισβητηθεί.Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των αιτητριών.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.