ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2000) 4 ΑΑΔ 198

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Υπόθεση αρ. 623/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

Αναφορικά με τα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος

Μεταξύ -

1. C.M.P. Αρχιτέκτονες & Σύμβουλοι Μηχανικοί Λτδ.

2. Seymour Harris Partnership

Αιτητών

- και -

Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου

Καθής η αίτηση

----------------------

Ημερομηνία: 22 Μαρτίου, 2000

Για τους αιτητές: Ν. Χ"Ιωάννου

Για την καθής η αίτηση: Γ. Κακογιάννης

Για το ενδιαφερόμενο μέρος 1: Ν. Ιωάννου (κα)

--------------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Στις 3/9/95 η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (η Αρχή) προκήρυξε δημόσιο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την ανέγερση των νέων κεντρικών της γραφείων στη Δασούπολη, περιοχή Αθαλάσσας. Η Αρχή, ως εργοδότης, είχε συντάξει τους όρους προκήρυξης. Περιλαμβάνονται σε ογκώδες έγγραφο, που καλύπτει ευρύ φάσμα θεμάτων. Υιοθετήθηκε το σύστημα δημοπρασίας σε δύο στάδια, που είναι διακεκριμένα.

Κρίνω σκόπιμο να αναφερθώ σε βασικούς όρους οι οποίοι οριοθετούν το πλαίσιο του διαγωνισμού. Η Αρχή όρισε ad hoc Κριτική Επιτροπή (στο εξής Κ.Ε.) αποτελούμενη από τον Πρόεδρο της Αρχής - που θα εκτελούσε χρέη προέδρου - και το Γενικό Διευθυντή της, πλαισιούμενους από 5 αρχιτέκτονες ως μέλη (όρος 2). Αντικείμενο του διαγωνισμού ήταν η βράβευση των τριών καλύτερων αρχιτεκτονικών μελετών (όρος 4.2.2.). Θα μπορούσε να απονεμηθεί πρώτο, δεύτερο και τρίτο βραβείο, που θα συνοδευόταν από χρηματικό ποσό £20.000, £10.000 και £5.000 αντίστοιχα (όρος 4.2.4). Η Κ.Ε. δεν ήταν υποχρεωμένη να απονέμει πρώτο ή οποιοδήποτε άλλο από τα βραβεία εφόσο δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις που έθεσε η Αρχή, δηλαδή, οι μελέτες δεν πληρούσαν τις απαιτήσεις της Αρχής και/ή δεν ήταν ψηλού επιπέδου. Ούτε δεσμεύθηκε να ανεγείρει το μέγαρο της σύμφωνα με τις βραβευθείσες ή άλλες μελέτες (όροι 1.12 και 1.13).

Περαιτέρω είχε προβλεφθεί ότι ο διαγωνισμός θα διεξαγόταν με βάση τους όρους προκήρυξης που, όπως διακηρύχθηκε, είναι δεσμευτικοί όχι μόνο για τους διαγωνιζόμενους, αλλά και την Αρχή (όρος 1.8). Εκτός όπου καθορίστηκε διαφορετικά, θα έπρεπε να τηρούνται οι Κανονισμοί του Συνδέσμου Πολιτικών Μηχανικών και Αρχιτεκτόνων Κύπρου (όρος 1.9). Συστάθηκε επίσης Τεχνική Συμβουλευτική Επιτροπή (εφεξής Τ.Σ.Ε.) απαρτιζόμενη από τεχνοκράτες και προεδρευόμενη επίσης από αξιωματούχο της Αρχής, που είχε σαν σκοπό να βοηθήσει την Κ.Ε. στο έργο της (όρος 3). Ευθύνη του οργάνου αυτού ήταν "να επιβεβαιώνει ότι οι μελέτες των διαγωνιζομένων είναι σύμφωνες στη γενικότητα τους με τους όρους του διαγωνισμού και ειδικότερα στις απαιτήσεις του Κτιριολογικού Προγράμματος και να γνωστοποιεί στην Κ.Ε. οποιαδήποτε παρεκτροπή από την ορθή διαδικασία του διαγωνισμού" (όρος 3.1). Η Επιτροπή αυτή δεν είχε την ευχέρεια απόρριψης οποιασδήποτε μελέτης, ενώ η αξιολόγηση και η επιλογή των μελετών αφέθηκε στην ίδια την Κ.Ε.

Ρυθμίστηκαν επίσης από τους όρους της προκήρυξης τόσο η διαδικασία υποβολής μελέτης στο διαγωνισμό όσο και η έναντι της Αρχής και μεταξύ των κοινοπρακτούντων ευθύνη τους στο διαγωνισμό (όροι 1.5 και 5.1). Συμμετείχαν 24 μελέτες. Με βάση τη διαδικασία αξιολόγησης, που προδιαγράφει ο όρος 4, η Κ.Ε., που μπορούσε να επιλέξει μέχρι και 7 μελέτες, περιόρισε σε 5 την εκλογή της, τις οποίες έστειλε για έλεγχο στην Τ.Σ.Ε. Στην επόμενη φάση, και αφού η Κ.Ε. πήρε και είχε υπόψη την έκθεση της πρώτης, ημερ. 29/4/96, αποφάσισε κατά πλειοψηφία στις 15/5/96, να μην απονείμει πρώτο βραβείο. Ομόφωνα όμως έδωσε το δεύτερο βραβείο στο ενδιαφερόμενο μέρος 1 Αρχιτέκτονες Α. Γαβριηλίδη, που συμμετέσχε σε σύμπραξη με δύο άλλους οίκους αρχιτεκτονικών μελετών, από τους οποίους ο ένας εδρεύει στην Αθήνα. Τρίτο βραβείο απονεμήθηκε σε δύο κοινοπραξίες από ντόπιους και ξένους αρχιτέκτονες και/ή πολιτικούς μηχανικούς.

Η Αρχή γνωστοποίησε το αποτέλεσμα του διαγωνισμού στους αιτητές με επιστολή της ημερ. 14/5/96. Με την προσφυγή τους οι τελευταίοι επιζητούν ακύρωση: (α) της βράβευσης που έγινε (απονομή δεύτερου και τρίτου βραβείου). και (β) του αποτελέσματος του διαγωνισμού γενικά. Σε αδρές γραμμές οι αιτητές πήραν ως βάση της επιχειρηματολογίας τους τον όρο 32, ο οποίος διείπε το ύψος του προϋπολογισμού δαπάνης του κτιρίου, που, ομολογουμένως, υπερέβη κατά 26% το ενδιαφερόμενο μέρος 1 (εφεξής ενδιαφερόμενο μέρος). Γιαυτό άλλωστε, όπως ρητά αναφέρει η Κ.Ε. στην απόφαση της, δεν του απονεμήθηκε πρώτο βραβείο. Οι αιτητές επιδιώκουν την ακύρωση της επίδικης πράξης επικαλούμενοι γενικά την ύπαρξη λαθών στα συμπεράσματα της Κ.Ε. και την έκθεση της Τ.Σ.Ε. αναφορικά με τη δική τους μελέτη τα οποία, όπως ισχυρίζονται, επηρέασαν δυσμενώς την κατάταξη τους. Ας σημειωθεί ότι πήραν την τέταρτη θέση.

Η Αρχή με την ένσταση της έθεσε δύο προδικαστικά θέματα, που επιβάλλεται να εξετάσουμε κατά προτεραιότητα. Το πρώτο έχει δικαιοδοτικό χαρακτήρα. Κατά τους ισχυρισμούς της Αρχής η Κ.Ε. δεν είναι πρόσωπο δημόσιου δικαίου που ασκεί εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία κατά τις διατάξεις του άρθρ. 146.1 του Συντάγματος. Έτσι η επίδικη απόφαση δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο της προσφυγής. Επικαλείται συναφώς και τον όρο 1.10 του διαγωνισμού που προσδίδει τελεσιδικία στην απόφαση της Κ.Ε. Το δεύτερο αφορά την εκτελεστότητα της. Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι απουσιάζει το στοιχείο αυτό, που καθιστά προσβλητή την πράξη με αίτηση ακύρωσης, γιατί, όπως προβλέπει ο όρος 1.13, δεν υφίσταται η υποχρέωση από μέρους της Αρχής να προχωρήσει σε ανέγερση του κτιρίου σύμφωνα με τις μελέτες που βραβεύθηκαν. Στην απουσία λοιπόν τέτοιας δέσμευσης, η απόφαση της Κ.Ε. "δεν έχει επιφέρει οποιαδήποτε μεταβολή στην υφιστάμενη νομική κατάσταση του Αιτητή".

Ο δικηγόρος της Αρχής υποστήριξε ότι η επίδικη απόφαση δεν υπόκειται σε προσφυγή. Γιατί οι όροι 1.8 και 1.10 της προκήρυξης την καθιστούν τελεσίδικη. Οι αιτητές, που τους αποδέχθηκαν, δεν νομιμοποιούνται τώρα να προσβάλουν την κρίση της Κ.Ε. Υποστήριξε περαιτέρω ότι την απόφαση πήρε η Κ.Ε. και όχι η Αρχή, που απλώς τη γνωστοποίησε αφού δεν είχε δικαίωμα να την απορρίψει. Η δε Κ.Ε. δεν είναι πρόσωπο δημοσίου δικαίου και δεν ασκεί διοικητική ή εκτελεστική λειτουργία. Ούτε η Αρχή, όταν κοινοποιούσε την επίδικη απόφαση στους ενδιαφερόμενους, άσκησε τέτοια λειτουργία. Δεν πρέπει επίσης να λησμονείται ότι τα πλείστα μέλη της Κ.Ε. δεν είχαν κανένα άλλο σύνδεσμο με την Αρχή. Οι προμνησθέντες κανονισμοί του Συνδέσμου Πολιτικών Μηχανικών και Αρχιτεκτόνων Κύπρου, που όφειλε να εφαρμόσει η Αρχή, περιέχουν πρόβλεψη για διορισμό ανεξάρτητης κριτικής επιτροπής, της οποίας οι αποφάσεις δεν μπορούν να προσβληθούν με αίτηση ακύρωσης. Τέτοιες αποφάσεις στερούνται εκτελεστότητας, γιατί δεν πρόκειται περί πράξεων οργάνου που ασκεί δημόσια διοικητική εξουσία.

Ο αντίλογος βασίστηκε στο συλλογισμό ότι η Κ.Ε. ενεργούσε εκ μέρους και κατ' εξουσιοδότηση της Αρχής, που είναι πρόσωπο δημοσίου δικαίου και που είχε την ιδιότητα του εργοδότη. Είναι αδιάφορο αν η Αρχή δεσμευόταν από τους παραπάνω κανονισμούς και από τις επιλογές της Κ.Ε. Αναφορικά με τη σύνθεση της, τα μέλη της ενεργούσαν ως μέλη οργάνου που καθιδρύθηκε από την Αρχή για συγκεκριμένο σκοπό. Ούτε, όπως λέχθηκε γενικά, είναι δυνατό με τον όρο περί τελεσιδικίας της κρίσης της Κ.Ε. να αποκλεισθεί η προσφυγή στο δικαστήριο.

Ας στρέψουμε πρώτα την προσοχή μας στο τελευταίο επιχείρημα που αφορά την τελεσιδικία της απόφασης της Κ.Ε. σύμφωνα με τους προμνησθέντες όρους. Υπάρχει νομολογία ότι όροι δημόσιου διαγωνισμού που αντιστρατεύονται βασικές αρχές του διοικητικού δικαίου και έχουν σαν αποτέλεσμα την εξουδετέρωση του ακυρωτικού ελέγχου είναι ανίσχυροι. Για παράδειγμα η ευχέρεια ανάκλησης τέτοιου διαγωνισμού δεν είναι πάντοτε θεμιτή. Η νομιμότητα της συναρτάται με την άσκηση της ακυρωτικής εποπτείας του δικαστηρίου. Θα μπορούσε στο σημείο αυτό να επαναλάβω όσα ανέφερα στην υπόθεση 116/89 G.D.L. Constructions Ltd. v. Δημοκρατίας ημερ. 25/4/90:

"Η ελευθερία ανάκλησης πράξεων της που έχει η διοίκηση σ' αυτό τον τομέα δεν είναι απόλυτη ούτε μπορεί να ασκείται αυθαίρετα. Οι γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και άρα το ενδεχόμενο να υπάρξει δικαστικός έλεγχος δημιουργούν φραγμό στις οποιεσδήποτε τάσεις που μπορεί να διακατέχουν τους φορείς της διοίκησης να ασκήσουν την εξουσία τους ανεξέλεγκτα........."

Στη Leisureland Hotel Enterprises Ltd. v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 538, 547, η Ολομέλεια αποδέχθηκε την παραπάνω αρχή. Η υπόθεση αφορούσε, επίσης, όρο που έδινε δικαίωμα ανάκλησης της δημοπρασίας:

"Πέραν τούτου θα πρέπει να ειπωθεί πως ο όρος 14 των προσφορών και συμφωνούμε σε αυτό με το δικηγόρο της εφεσείουσας, δεν δίδει στη διοίκηση δικαίωμα να ενεργήσει κατ' αρέσκεια και να προβαίνει στην ανάκληση του διαγωνισμού κατά το δοκούν. Αντίθετα, η άσκηση μιας τέτοιας εξουσίας υπόκειται στους περιορισμούς που θέτουν οι γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και της νομολογίας και ειδικά οι αρχές της καλής πίστης."

Η υπόθεση 1148/91 Γεώργιος Τσουρή ν. Σχολικής Εφορείας Α΄Περιφερειακού Γυμνασίου Λευκωσίας, ημερ. 24/3/94, ήταν περίπτωση πλειοδοτικού διαγωνισμού για την εκμετάλλευση του κυλικείου του σχολείου. Υπήρχε όρος στην προκήρυξη ότι η Εφορεία δε δεσμευόταν από την ψηλότερη ή οποιαδήποτε άλλη προσφορά και περαιτέρω ότι δεν υπάρχει υποχρέωση αιτιολόγησης της απόφασης της. Επικαλούμενη τον όρο αυτό η Εφορεία παραγνώρισε την προσφορά του αιτητή με τιμή μονάδας £12,25 κατά μαθητή και ανέθεσε απευθείας σε τρίτο την εκμετάλλευση στη μισή τιμή. Έκρινα πως ο όρος δεν ήταν δεσμευτικός για τον προσφοροδότη. Ακυρώνοντας την απόφαση αναφέρθηκα στις προσφ. 675/92 και 690/92 Success Advertising Co. Ltd. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 30/12/93, όπου οι όροι του διαγωνισμού περιείχαν ταυτόσημη πρόνοια, το οποτέλεσμα της οποίας σχολίασα ως εξής:

"Το δικαστήριο θεώρησε τον όρο ανίσχυρο για δύο λόγους: (1) ότι αντιστρατεύεται τη θεμελιακή αρχή ότι η απόφαση για ακύρωση προσφορών υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο και (2) ότι παραβιάζει την υποχρέωση για αιτιολόγηση της διοικητικής πράξης που αποτελεί τη βάση λειτουργίας της διοικητικής δικαιοσύνης."

Επομένως δεν είναι δυνατό, με όρους που προβλέπουν για την τελεσιδικία απόφασης μιας κριτικής επιτροπής, να αποκλεισθεί η δικαιοδοσία του άρθρ. 146.1 του Συντάγματος.

Είναι αναμφισβήτητο ότι η Αρχή, νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου που ασκεί διοικητική λειτουργία, προκήρυξε, με την ιδιότητα του εργοδότη, το διαγωνισμό για ανέγερση μεγάρου που θα στέγαζε τις υπηρεσίες της. Με άλλα λόγια για σκοπό δημόσιου ενδιαφέροντος. Η ίδια η Αρχή υιοθέτησε, σύμφωνα με τους όρους που προκήρυξε, τους παραπάνω κανονισμούς, που θέσπισε η επαγγελματική οργάνωση αρχιτεκτόνων και πολιτικών μηχανικών. Προδεσμεύτηκε μάλιστα, σύμφωνα με τη διαδικασία που θεσμοθέτησε, να δεχθεί την οποιαδήποτε απόφαση της Κ.Ε. Και στο τέλος την ανακοίνωσε και πρόβαλε τα αποτελέσματα της. Η Κ.Ε. ήταν όργανο που συνέστησε για την επίτευξη του στόχου της, η οποία άντλησε την εξουσία της από την Αρχή, που είχε προκηρύξει το διαγωνισμό.

Η απόφαση της Κ.Ε. κατέστη απόφαση της Αρχής και απέκτησε έτσι εκτελεστότητα. Το θέμα αυτό απασχόλησε τη νομολογία που έκρινε ανεπιφύλακτα ότι μια τέτοια πράξη είναι φορτισμένη με το στοιχείο της εκτελεστότητας για σκοπούς προώθησης προσφυγής κάτω από το άρθρ. 146 του Συντάγματος. Παραπέμπω, μεταξύ άλλων, στις αποφάσεις: 148/95 Τάκης Σοφοκλέους ν. Δήμου Λάρνακας κ.α., ημερ. 12/9/96 και 150/95 Μίλτος Κολιανδρής ν. Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων κ.α. ημερ. 29/7/97.

Στην υπόθεση αρ. 1014/71 του Στ.Ε., στην οποία αναφέρθηκα στην ενδιάμεση απόφαση μου στην προσφυγή αυτή, ημερ. 16/12/98, η προσφυγή στρεφόταν και κατά της

"..... αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης, διά της οποίας ενεκρίθη η δημοσίευσις των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού τούτου, συμφώνως προς το συμπροσβαλλόμενον επίσης και ενσωματωθέν εις την υπουργικήν ταύτην απόφασιν τελικόν ........πρακτικόν της Κριτικής Επιτροπής, περί απονομής των προκηρυχθέντων βραβείων και επαίνων......"

Η παραπάνω νομολογία όσο και τα περιστατικά της υπόθεσης με οδηγούν σε απόρριψη των προδικαστικών ενστάσεων.

Είναι τώρα ανοικτό το πεδίο για εξέταση της ουσίας της προσφυγής. Με σημείο εκκίνησης τις θέσεις των αιτητών, που στρέφονται κατά της απονομής του δεύτερου βραβείου στο ενδιαφερόμενο μέρος. Μπορεί να λεχθεί πως η έκβαση ολόκληρης της υπόθεσης συναρτάται με τη βασιμότητα τους. Οι ισχυρισμοί αυτοί έχουν κοινό παρονομαστή το γεγονός ότι η μελέτη του ενδιαφερόμενου μέρους υπερβαίνει κατά πολύ (26%) την προϋπολογισθείσα δαπάνη του έργου. Ισχυρίστηκαν ότι αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις πρόνοιες του όρου 32 των Όρων της Προκήρυξης του διαγωνισμού που ρυθμίζουν τη δαπάνη και περιορίζουν την αυξομείωση της μόνο σε 10%.

Έχω αναφέρει ήδη την ουσιαστική πρόνοια του όρου 32. Θα την παραθέσω όμως αυτούσια για πλήρη ενημέρωση:

"32.1 Ο προϋπολογισμός της κεφαλαιουχικής δαπάνης του προτεινόμενου κτιρίου/ων και τοπιοτέχνησης ανέρχεται στα 10 εκ. Λ.Κ., συν 2 εκ. Λ.Κ. για επίπλωση, διακόσμηση και επαγγελματικές αμοιβές. Στα πιο πάνω ποσά δεν συμπεριλαμβάνονται τα έξοδα του κτιρίου και εξοπλισμού του υποσταθμού μεταφοράς.

32.2 Αν κατά την κρίση της Τεχνικής Συμβουλευτικής Επιτροπής το κόστος κατασκευής οποιασδήποτε μελέτης που θα υποβληθεί θα υπερβαίνει τον προϋπολογισμό δαπάνης, η Κριτική Επιτροπή θα απαιτήσει την παρουσίαση αναγκαίων δικαιολογητικών (π.χ. χαμηλότερο κόστος χρήσης), που θα πρέπει να συμπεριληφθούν στην έκθεση κατά το Δεύτερο Στάδιο υποβολής.

32.3 Επιτρέπεται αύξηση 10% και μείωση 5% στα εμβαδά που δίδονται στην εμβαδική ανάλυση."

Ο όρος 4 αποτελεί το δεύτερο άξονα της εισήγησης. Ορίζει ότι:

"4.2 Η αξιολόγηση στο Δεύτερο Στάδιο θα γίνει ως ακολούθως -

4.2.1 Η Τεχνική Συμβουλευτική Επιτροπή θα ετοιμάσει και παρουσιάσει στην Κριτική Επιτροπή έκθεση, για κάθε μία υποβληθείσα μελέτη, με τις ακόλουθες επικεφαλίδες -

Προϋπολογισμός δαπάνης κτιρίου

Προϋπολογισμός δαπάνης εξωτερικών εργασιών (εξαιρουμένου του υποσταθμού)

Συμμόρφωση προς εμβαδικήν ανάλυση του Κτιριολογικού Προγράμματος

Ενεργειακή αποδοτικότητα (Απόδοση σε σχέση με αρχικό κατασκευαστικό κόστος)

Άλλα θέματα ενδιαφέροντος."

Οι αιτητές επεσήμαναν ότι δύο από τους παράγοντες που αναφέρει η έκθεση της Τ.Σ.Ε. για κάθε μελέτη αφορά τον προϋπολογισμό δαπάνης. Η αποδοχή όμως της μελέτης του ενδιαφερόμενου μέρους από την Κ.Ε. ουδέποτε δικαιολογήθηκε. Ούτε ζητήθηκε η προσκόμιση πρόσθετων δικαιολογητικών, όπως προβλέφθηκε (π.χ. χαμηλότερο κόστος χρήσης). Τέτοια δικαιολογητικά δεν περιλήφθηκαν στην έκθεση της Τ.Σ.Ε. για τη συγκεκριμένη μελέτη στο δεύτερο στάδιο, κατά παράβαση του όρου 32.2, ανωτέρω. Υποστηρίζουν επίσης ότι η ενέργεια της Κ.Ε. απέληξε σε άνιση μεταχείριση τους γιατί τους στερήθηκε η δυνατότητα να προτείνουν και εκπονήσουν καλύτερες λύσεις, αν υπερέβαιναν τη δαπάνη στον ίδιο βαθμό με το ενδιαφερόμενο μέρος (η δική τους υπέρβαση ήταν της τάξης του 8,7%). Τέλος, θεωρούν αυθαίρετη τη σκέψη της Κ.Ε. ότι το κόστος της μελέτης του ενδιαφερόμενου μέρους θα μπορούσε να μειωθεί σε σχέση μόνο με το χώρο στάθμευσης, λαμβανομένου υπόψη του ύψους της υπέρβασης.

Ο δικηγόρος της Αρχής υπέβαλε πως το θέμα της δαπάνης δεν είναι τόσο ουσιώδες. Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με τον όρο 1.13, δεν αναλήφθηκε δέσμευση για ανέγερση του μεγάρου σύμφωνα με τη μελέτη που θα κέρδιζε το διαγωνισμό. Ο σκοπός του, όπως το έθεσε, δεν ήταν κατ' ανάγκη η απόκτηση τελικών αρχιτεκτονικών σχεδίων, αλλά η απονομή βραβείων για τις καλύτερες λύσεις. Η παρέκκλιση από τη δαπάνη, όπως καθορίστηκε από τους παραπάνω όρους, δεν έμεινε χωρίς συνέπεια. Ήταν η αιτία για την οποία η Κ.Ε. δεν έδωσε το πρώτο βραβείο στο ενδιαφερόμενο μέρος. Κατά την εισήγηση της Αρχής αυτός ήταν και ο ορθός χειρισμός του θέματος.

Χρειάζεται εδώ μια διευκρίνηση. Σχετίζεται με τις διαδικασίες αξιολόγησης από την Τ.Σ.Ε. Αυτή ετοιμάζει, σε πρώτη φάση, έκθεση για κάθε μελέτη που υποβλήθηκε με γνώμονα τη συμμόρφωση με τους γενικούς όρους και ειδικότερα το κτιριολογικό πρόγραμμα. Ας σημειωθεί ότι στο κεφάλαιο με τίτλο Αρχιτεκτονικό και Κτιριολογικό Πρόγραμμα περιλαμβάνεται και ο όρος 32. Στην έκθεση της Τ.Σ.Ε. για την επίδικη μελέτη αναφέρεται (παράγραφοι 2.0 και 2.1) ότι η μελέτη συμμορφώνεται με το κτιριολογικό πρόγραμμα. Και επίσης με τον προϋπολογισμό δαπάνης. Συγκεκριμένα ότι "Η αναμενόμενη δαπάνη του προτεινόμενου έργου θεωρείται ότι θα είναι μέσα στα πλαίσια των απαιτήσεων του διαγωνισμού" (παράγραφος 2.4). Φαίνεται πως είναι στη δεύτερη φάση που η Τ.Σ.Ε. εντόπισε τη διαφορά στη δαπάνη. Συμπληρώνω, αναφέροντας πως η Κ.Ε. δε ζήτησε δικαιολογητικά για την παρέκκλιση αυτή.

Έχει επανειλημμένα διακηρυχθεί ότι η παράβαση ουσιώδους όρου δημόσιου διαγωνισμού επιφέρει ακυρότητα της απόφασης με την οποία εγκρίθηκε το αποτέλεσμα του: βλ. Tamassos Tobacco Suppliers & Co. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, Χρύσανθος Κυριάκου Λτδ. ν. Α.ΤΗ.Κ. (1995) 3 Α.Α.Δ. 178 και 455/92 Colakides & Associates κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 15/9/95. Η προκήρυξη του διαγωνισμού σιωπά ως προς τις συνέπειες παρέκκλισης από τους όρους. Το κριτήριο όμως είναι αντικειμενικό όπως φαίνεται καθαρά από την απόφαση του Πική, Δ. (όπως ήταν τότε) στην Tamassos, ανωτέρω. Η σύνοψη του σχετικού σκεπτικού είναι στη σελ. 62:

"4. Είναι θεμελιωμένο ότι όρος της προσφοράς συνιστά, ανάλογα με τη σημασία του, ουσιώδη ή επουσιώδη προδιαγραφή για συμμετοχή στο διαγωνισμό. Προσφορά η οποία δεν πληροί και δεν αναταποκρίνεται σε ουσιώδη όρο του διαγωνισμού, είναι άκυρη και κατ' επέκταση, δε μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης. Συμμόρφωση με τις ουσιώδεις πρόνοιες του πλειοδοτικού διαγωνισμού αποτελεί προϋπόθεση για συμμετοχή σε αυτόν. Η παράλειψη προσδιορισμού των συνεπειών μη συμμόρφωσης με όρο του διαγωνισμού, δεν καθιστά αφεαυτής τον όρο επουσιώδη.

.................................. ................................................. ....... Παρόλο που δεν προδιαγράφονται οι συνέπειες παρέκκλισης από τις πρόνοιες του όρου 8.2 εν προκειμένω, η υποχρέωση για συμμόρφωση διατυπώνεται επιτακτικά με τη χρήση του όρου "shall"."

Έχω υπογραμμίσει ό,τι ενδιαφέρει - και εφαρμόζεται - στην προκείμενη περίπτωση. Τέλος, σημειώνω από τον όρο 32.2 το επιτακτικό "θα".

Η Αρχή επιχείρησε να πείσει ότι, αφού δε δεσμεύτηκε να κτίσει σύμφωνα με οποιαδήποτε μελέτη, η παράβαση δεν υπήρξε ουσιώδης και αντιμετωπίστηκε σωστά από την Κ.Ε. με τη μη απονομή πρώτου βραβείου. Ωστόσο η δαπάνη συνδέεται άμεσα και με τις προοπτικές επιτυχίας εκείνων που έλαβαν μέρος σε αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Όπως είπαμε δύο από τα 4 θέματα της αξιολόγησης από την Τ.Σ.Ε. αφορούσαν τον παράγοντα αυτό. Το πόση σημασία είχε το ζήτημα προκύπτει από τον όρο 1.8. Αξίζει να τον μεταφέρουμε αυτούσιο:

"1.8 Ο διαγωνισμός θα διεξαχθεί με βάση τους όρους του παρόντος εγγράφου που θα είναι δεσμευτικοί τόσο για τον Εργοδότη όσο και για τους διαγωνιζόμενους. Οι απαιτήσεις του νέου κτιρίου όπως αυτές περιγράφονται στο Κτιριολογικό Πρόγραμμα Αναγκών, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των όρων του διαγωνισμού στους οποίους δε θα επιτραπεί οποιαδήποτε παρέκκλιση, εκτός αν ο Εργοδότης δώσει άλλες εντολές κατά τη διαδικασία των απαντήσεων."

Η τελική εκπόνηση μιας αρχιτεκτονικής μελέτης δεν μπορεί παρά να επηρεάζεται άμεσα από την προϋπολογιζόμενη δαπάνη. Γιαυτό υποθέτω, κρίθηκε αναγκαία η περίληψη των σχετικών όρων, που κατέστησαν αναπόσπαστο μέρος της προκήρυξης του διαγωνισμού. Εδώ σημειώθηκε, κατά την αντίληψη μου, ουσιαστική παρέκκλιση από ουσιώδη όρο, για την οποία έπρεπε να ζητηθεί δικαιολογία από την Τ.Σ.Ε. ή τουλάχιστον από την Κ.Ε. Ο χειρισμός της τελευταίας, που δεν έδωσε πρώτο βραβείο, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να άρει τόσο σοβαρή παράβαση των όρων και να θεωρηθεί συμμόρφωση με αυτούς.

Η Κ.Ε. είχε συνειδητοποιήσει το μέγεθος της παρεκτροπής και παρατήρησε ότι μπορούσαν να γίνουν αναπροσαρμογές των σχεδίων για να παραμείνει η δαπάνη σε επιτρεπτό επίπεδο. Αντιγράφω από την επίδικη απόφαση:

"The Assessors find themselves unable to award the scheme a First Prize because, primarily, of its cost which as estimated by the Technical Panel, exceeds the budjeted cost by too wide a margin, and also for reasons given in the comments above. The Assessors are however convinced that adjustments can be made to the design which would bring it within the allowable tolerances. One of those concerns the car-parking provision, where the designers, through consistency with a reasoned approach, have placed all cars underground, but have incurred a large cost penalty."

Δε θα εξετάσω τη βαρύτητα της γενικής παρατήρησης περί αναπροσαρμογών (adjustments). Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι οι συμμετέχοντες δεν είχαν την ευκαιρία να διαγωνισθούν πάνω σε ισότιμη βάση. Η εκτεταμένη και σοβαρή υπέρβαση της δαπάνης από τη βραβευθείσα, που έγινε δεκτή, έθεσε τους άλλους διαγωνιζόμενους σε υποδεέστερη μοίρα. Με αποτέλεσμα την παραβίαση και της αρχής της ίσης μεταχείρισης.

Για τους λόγους που εξήγησα, χωρίς να παρίσταται ανάγκη να εξετάσω οποιονδήποτε άλλο λόγο ακύρωσης, ακυρώνω την επίδικη απόφαση. Με έξοδα σε βάρος της Αρχής.

 

Σ. Νικήτας, Δ.

 

/ΚΑΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο