ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 4 ΑΑΔ 102
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 816/95
Ενώπιον
: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:-
George D. Lordos and Sons Ltd, από τη Λεμεσό
Αιτήτριας
και
Εφόρου Φόρου Εισοδήματος
Καθ΄ ου η Αίτηση
_ _ _ _ _ _ _ _
19 Φεβρουαρίου, 1998
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για την Αιτήτρια: Κος. Ι. Νικολάου για κα. Ερμ. Μαρκίδου.
Για τους Καθ΄ ων η Αίτηση: Κα. Ελ. Κλεόπα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
_ _ _ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 17/1/1986 η αιτήτρια εταιρεία George Lordos and Sons Ltd πώλησε στην εταιρεία G.D.L. Constructions Ltd., για το ποσό του £1.650.000, 1.500.000 μετοχές που κατείχε στην εταιρεία Lordos Hotels (Holdings) Ltd.
Στις 4/7/1994 ο καθ΄ ου η αίτηση απέστειλε στην αιτήτρια Ειδοποίηση Επιβολής Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών στην οποία αναφερόταν ότι, αφού λογίστηκε ως προϊόν διάθεσης το ποσό του £1.650.000 και ως κόστος απόκτησης, σύμφωνα με τους λογαριασμούς Φόρου Εισοδήματος που υποβλήθηκαν από την εταιρεία Lordos Hotels (Holdings) Ltd, το ποσό των £956.019, προέκυψε ως φορολογητέο κεφαλαιουχικό κέρδος το ποσό των £693.981 με αποτέλεσμα να είναι πληρωτέο από την αιτήτρια, ως Φόρος Κεφαλαιουχικών Κερδών, το ποσό των £138.796,20σ..
Αυθημερόν, μέσω των ελεγκτών της, η αιτήτρια υπέβαλε γραπτή ένσταση ισχυριζόμενη ότι η διάθεση δεν ενέπιπτε στις διατάξεις της Περί Κεφαλαιουχικών Κερδών Νομοθεσίας. Ταυτόχρονα, ζήτησε να πληροφορηθεί τους λόγους πάνω στους οποίους στηρίχθηκε η φορολογία.
Στις 25/1/1995, σε συνάντηση μεταξύ εκπροσώπων του καθ΄ ου η αίτηση και της αιτήτριας, εξηγήθηκε ότι, κατά την κρίση του καθ΄ ου η αίτηση, η διάθεση των μετοχών υπέκειτο σε φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών διότι, από τους λογαριασμούς Φόρου Εισοδήματος της εταιρείας Lordos Hotels (Holdings) Ltd, προέκυπτε καθαρά ότι η περιουσία της συνίστατο, κατά κύριο λόγο, από ακίνητη ιδιοκτησία (τα ξενοδοχεία Golden Bay και Golden Coast), η δε αξία της γης και των κτιρίων ανήρχετο στο ποσό των £4.769.603 ενώ η αξία της "άλλης περιουσίας" της, δηλαδή της μη ακίνητης, ανήρχετο στο ποσό των £4.249.236.
Στις 11/4/1995 οι ελεγκτές της αιτήτριας, με επιστολή τους προς τον καθ΄ ου η αίτηση, ανάφεραν ότι, αν και στους λογαριασμούς Φόρου Εισοδήματος δεν επαρουσιάζετο κανένα ποσό για καλή φήμη ή εμπορική εύνοια (goodwill), εν τούτοις, στην πραγματικότητα, υπήρχε καλή φήμη αξίας £2.016.168 και, επομένως, η αξία της "άλλης περιουσίας" της εταιρείας Lordos Hotels (Holdings) Ltd, ανήρχετο στο ποσό των
£6.265.404 και όχι στο ποσό των £4.249.236, όπως υπολόγισε ο καθ΄ ου η αίτηση. Για το λόγο αυτό, και για άλλους λόγους που πρόβαλαν, με τους οποίους θα ασχοληθώ αργότερα, οι ελεγκτές ζήτησαν την ακύρωση της φορολογίας.Αφού μελέτησε το περιεχόμενο της επιστολής των ελεγκτών της αιτήτριας, ο καθ΄ ου η αίτηση απέρριψε την ένσταση και κοινοποίησε την απόφασή του στην αιτήτρια με τελική Ειδοποίηση Επιβολής Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών ημερομηνίας 5/7/1995. Ταυτόχρονα, με συνοδευτική επιστολή εξήγησε τους λόγους της απόφασής του.
Η απόφαση αυτή του καθ΄ ου η αίτηση είναι το αντικείμενο της προσφυγής.
Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι παράνομα και/ή κατά νομική πλάνη επιβλήθηκε στην αιτήτρια Φόρος Κεφαλαιουχικών Κερδών. Ο λόγος αυτός έχει δύο σκέλη. Το πρώτο σκέλος είναι ότι εσφαλμένα και /ή κατά νομική πλάνη ο καθ΄ ου η αίτηση εθεώρησε ότι στην εξεταζόμενη περίπτωση ήταν εφαρμοστέος ο Περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμος του 1980 (Νόμος 52/80) και όχι ο Περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών
Κερδών (Τροποποιητικός) Νόμος του 1990 (Νόμος 135/90). Το δεύτερο σκέλος είναι ότι, αν πράγματι εφαρμοστέος ήταν ο Νόμος 52/80, τότε ο καθ΄ ου η αίτηση, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τον όρο "ιδιοκτησία" στο άρθρο 2 με αποτέλεσμα να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, κατά το χρόνο της διάθεσης, η "ιδιοκτησία" της εταιρείας Lordos Hotels (Holdings) Ltd συνίστατο "κατά κύριο λόγο" από ακίνητη ιδιοκτησία.΄Οσον αφορά το πρώτο σκέλος, η θέση που προβάλλεται είναι εμφανώς εσφαλμένη. ΄Οπως ρητά προβλέπεται στο άρθρο 16 του Νόμου 135/90, οι τροποποιήσεις που επιφέρει στο Νόμο 52/80, με την εξαίρεση των άρθρων 12 και 14 που δεν συνδέονται με την υπόθεση, εφαρμόζονται μόνο σε σχέση με διάθεση "ιδιοκτησίας" που πραγματοποιείται μετά την 1/1/1989. Στην παρούσα υπόθεση η διάθεση των μετοχών έγινε στις 7/1/1986. Ορθά, επομένως, εφαρμόσθηκε ο Νόμος 52/80.
Το δεύτερο σκέλος. Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου 52/80 ο όρος "ιδιοκτησία" σημαίνει:-
"(α) εις την περίπτωσιν προσώπου διαμένοντος ή συνήθως διαμένοντος εν τη Δημοκρατία πάσαν ακίνητον ιδιοκτησίαν οπουδήποτε ευρισκομένην καθώς επίσης και μετοχάς εταιρειών η ιδιοκτησία των οποίων συνίσταται κατά κύριον λόγον εξ ακινήτου ιδιοκτησίας
(β) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ."
Το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσον η διαπίστωση του καθ΄ ου η αίτηση ότι, κατά το χρόνο της διάθεσης, η "ιδιοκτησία" της εταιρείας Lordos Hotels (Holdings) Ltd συνίστατο "κατά κύριο λόγο" από ακίνητη ιδιοκτησία, ώστε να είναι πληρωτέος φόρος κεφαλαιουχικών κερδών, είναι ορθή.
Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η αναθεωρητική του δικαιοδοσία περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων της διοίκησης. Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει για να ελέγξει την ορθότητα της ουσιαστικής κρίσης του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, αν η απόφασή του ήταν εύλογα επιτρεπτή μέσα στα πλαίσια του νόμου. Επεμβαίνει μόνον αν διαφανεί ότι εμφιλοχώρησε πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο ή ότι το διοικητικό όργανο έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής εξουσίας που του χορήγησε ο νομοθέτης (βλ., μεταξύ άλλων, Γεωργιάδης ν
. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 659, Ανδρέας Καμηλάρης ν. της Κυπριακής Δημοκρατίας [Προσφυγή Αρ. 496/90, απόφαση δόθηκε στις 15/2/1991], και Γεώργιος Σαββίδης ν. Διευθυντού Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων και Κυπριακής Δημοκρατίας [Προσφυγή Αρ. 556/90, απόφαση δόθηκε στις 17/4/1992]).Στην προκείμενη περίπτωση διαπιστώθηκε ότι, κατά το χρόνο της διάθεσης των μετοχών, το 53% περίπου της "ιδιοκτησίας" της εταιρείας συνίστατο από ακίνητη ιδιοκτησία, τα δύο ξενοδοχεία. Η διαπίστωση αυτή οδήγησε τον καθ΄ ου η αίτηση στη θέση ότι η ιδιοκτησία της εταιρείας συνίστατο "κατά κύριο λόγο" από ακίνητη ιδιοκτησία. Κατά την κρίση μου, η θέση αυτή του καθ΄ ου η αίτηση ήταν εύλογα επιτρεπτή γι΄ αυτόν μέσα στα πλαίσια της διακριτικής εξουσίας που του παρέχει ο νόμος. Τούτου δοθέντος, δεν ευρίσκω να δικαιολογείται η επέμβαση του Δικαστηρίου.
΄Ενας άλλος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι παράνομα και/ή κατά νομική πλάνη ο καθ΄ ου η αίτηση παρέλειψε να υπολογίσει την καλή φήμη που αποκτήθηκε από τη δραστηριότητα της εταιρείας ως στοιχείο της "ιδιοκτησίας" σύμφωνα, πάντοτε, με την έννοια που δίδεται στον όρο από το άρθρο 2 του Νόμου 52/80.
Δεν συμφωνώ με αυτή τη θέση. ΄Οπως ορθά παρατήρησε ο Δικαστής Πικής, όπως ήταν τότε, στην απόφασή του στην Προσφυγή Αρ. 585/93 μεταξύ Χρίστου Ορφανίδη και της Κυπριακής Δημοκρατίας (δόθηκε στις 9/9/1994):-
"Και δεκτή αν γίνει η θέση του αιτητή ότι ο όρος "ιδιοκτησία" στο πλαίσιο του Ν 52/80 (όπως ίσχυε πριν την τροποποίηση με το Ν 135/90) περιλαμβάνει και την εμπορική εύνοια, και πάλι η αξία των ακινήτων των δυο εταιρειών θα υπερέβαινε το 50% των περιουσιακών τους στοιχείων, όπως αυτά καθορίστηκαν από τον ΄Εφορο. Κρίνω όμως ότι η εμπορική εύνοια δεν περιλαμβάνεται στον όρο "ιδιοκτησία", όπως αυτός απαντάται στο πλαίσιο του ΄Αρθρου 2 του Ν 52/80, το οποίο εκτείνει τον όρο "ιδιοκτησία" και σε "... μετοχάς εταιρειών η ιδιοκτησία των οποίων συνίσταται κατά κύριον λόγον εξ ακινήτου ιδιοκτησίας".
Η λέξη "ιδιοκτησία" είναι σύνθετη. προέρχεται από το συνδυασμό των λέξεων "ίδιος" και "κτώμαι" (βλ. ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ-ΦΥΤΡΑΚΗΣ, ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ). Εννοιολογικά, ο όρος "ιδιοκτησία" υποδηλώνει την κυριότητα επί ακινήτου ή κινητού αντικειμένου και, εξυπακούει τη δυνατότητα διάθεσής τους (βλ. ΠΡΩΙΑ, ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Τόμος 1, σ.1178 και ΓΕΩΡΓΟΠΑΠΑΔΑΚΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ, ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ, σ.471). Η εμπορική εύνοια συνιστά εμπορικό στοιχείο με την ευρύτερη έννοια του όρου αλλά δεν περιλαμβάνεται στον όρο "ιδιοκτησία". Πρόκειται για περιουσιακό στοιχείο που δε διαχωρίζεται από τον κύκλο εμπορικών δραστηριοτήτων της εταιρείας το οποίο δεν επιδέχεται μεταβίβαση ως αυτοτελές περιουσιακό στοιχείο. επομένως δεν περιλαμβάνεται στον όρο "ιδιοκτησία"."
Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος ακυρώσεως ότι παράνομα και/ή κατά νομική πλάνη ο καθ΄ ου η αίτηση επέβαλε στην αιτήτρια Φόρο Κεφαλαιουχικών Κερδών επί του συνολικού κέρδους που προέκυψε από τη διάθεση των μετοχών. Είναι η θέση του συνηγόρου της αιτήτριας ότι η φορολογία θα έπρεπε να περιοριστεί στο ποσοστό κέρδους που προέκυψε από τη διάθεση της ακίνητης ιδιοκτησίας μόνο.
Η θέση αυτή δεν ευσταθεί. Θα ευσταθούσε αν η διάθεση είχε πραγματοποιηθεί μετά την 1/1/1989, οπότε, σύμφωνα με το άρθρο 16 του Νόμου 135/90, θα ήταν εφαρμοστέα η δεύτερη πρόνοια (proviso) του άρθρου 9(1) του Νόμου 52/80, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 5 του Νόμου 135/90. Στην εξεταζόμενη περίπτωση, η διάθεση έγινε στις 7/1/1986 και, σύμφωνα με το τότε εφαρμοστέο άρθρο 9(1) σε συνδυασμό με το άρθρο 2 του Νόμου 52/80, ο καταβλητέος φόρος υπολογίζεται πάνω στο σύνολο του κέρδους που προκύπτει από τη διάθεση των μετοχών και όχι μόνον πάνω σ΄ εκείνο το ποσοστό του κέρδους που προκύπτει με βάση την ακίνητη ιδιοκτησία της εταιρείας.
Ο τελευταίος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι παράνομα και/ή κατά νομική πλάνη ο καθ΄ ου η αίτηση επέβαλε στην αιτήτρια τόκο προς 9% ετησίως από την 7/4/1986, δηλαδή από την πάροδο τριών μηνών από την ημερομηνία της διάθεσης των μετοχών, μέχρι την ημερομηνία πληρωμής του φόρου. Είναι ο ισχυρισμός του συνηγόρου της αιτήτριας ότι, εφ΄ όσον συμφωνηθεί ότι το τίμημα θα καταβάλλεται με δόσεις, όπως στην προκείμενη περίπτωση, η υποχρέωση καταβολής τόκου δεν γεννάται τρεις μήνες μετά την ημερομηνία της διάθεσης, αλλά κατά την ημερομηνία που είναι καταβλητέα η κάθε δόση.
Ευρίσκω ότι ούτε αυτή η θέση ευσταθεί.
Η ορθή ερμηνεία των άρθρων 20 και 22 του Νόμου 52/80 είναι η ακόλουθη:-
(α) Ο φόρος είναι καταβλητέος κατά το χρόνο της διάθεσης της ιδιοκτησίας (άρθρο 20),
(β) Επί του καταβλητέου φόρου καταβάλλεται απλούς τόκος προς 9% από την πάροδο τριών μηνών από την ημερομηνία της διάθεσης της ιδιοκτησίας (άρθρο 22),
(γ) Σε περίπτωση πώλησης ιδιοκτησίας με δόσεις, ο από την ημερομηνία της διάθεσης οφειλόμενος φόρος, μαζί με τον μετά τρίμηνο οφειλόμενο τόκο καταβάλλεται, δηλαδή εξοφλείται, κατά την αναλογία των δόσεων (πρόνοια στο άρθρο 20).
Στο βαθμό που το παράπονο της αιτήτριας είναι, διαζευκτικά, ότι ο καθ΄ ου η αίτηση κακώς εθεώρησε ότι η πώληση των μετοχών ήταν τοις μετρητοίς ενώ, στην πραγματικότητα, ήταν με δόσεις σημειώνω ότι από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν φαίνεται ότι ο καθ΄ ου η αίτηση ενημερώθηκε ότι το τίμημα ήταν καταβλητέο με δόσεις.
΄Οσον αφορά, τέλος, το σημείο ότι ο καθ΄ ου η αίτηση έσφαλε αναφορικά με την ακριβή ημερομηνία της διάθεσης, φαίνεται ότι η ημερομηνία 7/1/1986 λογίστηκε με βάση το πληροφοριακό δελτίο που δόθηκε προς το αρμόδιο Τμήμα Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών. Η ημερομηνία αυτή δεν αμφισβητήθηκε με την ένσταση της αιτήτριας της 4/7/1994. Εν πάση περιπτώσει, η διαφορά των οκτώ ημερών από τη 15/1/1986 (ημερομηνία μεταβίβασης των μετοχών) δεν επηρεάζει με οποιοδήποτε τρόπο τη φορολογία που επιβλήθηκε.
Υπό το φως των όσων έχω αναφέρει, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει, ως εβαρύνετο, οποιοδήποτε λόγο που να δικαιολογεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η προσφυγή απορρίπτεται.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του ΄Αρθρου 146(4)(α) του Συντάγματος.
Δεν εκδίδεται διαταγή για τα έξοδα.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΜΝ