ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Παναγή, Περσεφόνη Λιάτσος, Αντώνης Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Ο Εφεσείων παρουσιάζεται προσωπικά. Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-03-13 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΧΑΡΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ν. ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 224/2009, 13/3/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:C189

(2014) 3 ΑΑΔ 81

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ.  224/2009)

 

13 Μαρτίου, 2014

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]

 

ΧΑΡΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,

Εφεσείοντας

ΚΑΙ

 

ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ,

Εφεσίβλητη.

______________________

 

Ο Εφεσείων παρουσιάζεται  προσωπικά.

Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.

________________________


 Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει  ο Δικαστής Νικολάτος.

___________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:   Ο εφεσείων-αιτητής υπέβαλε αίτηση για πρόσληψη του σε μία από έξι θέσεις Εκτάκτου Λειτουργού στο Γραφείο της Επιτρόπου Διοικήσεως, οι οποίες προκηρύχθηκαν τον Ιούλιο του 2004.   Στις 2.9.2004 κλήθηκε σε συνέντευξη που θα λάμβανε χώρα την 27.9.2004.  Ο εφεσείων την 24.9.2004 απηύθυνε επιστολή προς την Επίτροπο Διοικήσεως (εφεσίβλητη) πληροφορώντας την ότι δεν θα παραστεί στη συνέντευξη, προβάλλοντας διάφορους ισχυρισμούς αναφορικά με γεγονότα που συνέβησαν όταν αυτός υπηρετούσε στη θέση Λειτουργού στο Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως πριν το 2000.  Επιπρόσθετα ο εφεσείων, στην προαναφερόμενη επιστολή του, αμφισβήτησε την αντικειμενικότητα της Επιτροπής ενώπιον της οποίας θα γίνονταν οι προφορικές συνεντεύξεις.    Κατέληξε ότι η συνέντευξη δεν μπορεί να είναι αντικειμενική αλλά ούτε και δίκαιη.  Ως εκ τούτου, επιφυλάσσοντας τα δικαιώματα του, δήλωσε ότι δεν θα παραστεί στη συνέντευξη της 27.9.2004.  

 

Δεν  υπήρξε απάντηση στην επιστολή του εφεσείοντα ημερ. 24.9.2004 παρά μόνο αυτή καταχωρήθηκε στο σχετικό φάκελο.  Ο εφεσείων καταχώρησε την Προσφυγή 10/2005 για παράλειψη απάντησης στην επιστολή του, η οποία τελικά απεσύρθη.  Δόθηκε απάντηση, τελικά, από την εφεσίβλητη με επιστολή ημερ. 2.5.2008, στην οποία αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι, δεδομένου ότι με την επιστολή του (ημερ. 24.9.2004) ο εφεσείων δήλωσε κατηγορηματικά ότι δεν θα παραστεί στη συνέντευξη, η Επιτροπή που συνεστήθη για τους σκοπούς των προσλήψεων, αφού μελέτησε το περιεχόμενο της επιστολής, αποφάσισε να προχωρήσει στην ολοκλήρωση της όλης διαδικασίας πρόσληψης.

 

Ο εφεσείων, στη συνέχεια, καταχώρησε την Προσφυγή με αρ. 1229/2008 ζητώντας δήλωση του δικαστηρίου ότι η προαναφερόμενη επιστολή, ημερ. 2.5.2008, «συνιστά παράλειψη οφειλομένης ενεργείας εν τη εννοία του Άρθρου 146 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και δέον όπως παν το παραληφθέν έδει να είχε εκτελεσθεί».

 

Η εφεσίβλητη-καθ΄ ης η αίτηση ήγειρε δύο προδικαστικές ενστάσεις: 

 

(α)  Ότι δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική  πράξη, και

 

(β)  Ότι ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον.

 

Ο αδελφός Δικαστής που επιλήφθηκε της προσφυγής ανέφερε ότι αδυνατούσε να εντοπίσει εκτελεστή διοικητική  πράξη αλλά και να αντιληφθεί τι επιδιώκει να προσβάλει η προσφυγή, ως παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας.  Πρόσθεσε ότι ως παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας ο εφεσείων προσδιόριζε την επιστολή της εφεσίβλητης ημερ. 2.5.2008, η επιστολή όμως εκείνη δεν μπορεί να συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας κατά την έννοια του Άρθρου 146.  Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής έκρινε επίσης ότι ο εφεσείων-αιτητής, επιλέγοντας να μην προσέλθει στη συνέντευξη, δεν θα μπορούσε να παραπονείται για οποιαδήποτε παρανομία στη διαδικασία πρόσληψης αφού ο ίδιος έθεσε τον εαυτό του εκτός εννόμου συμφέροντος ως προς τη διαδικασία εκείνη.   Τελικά απέρριψε την προσφυγή, αποδεχόμενος τις προδικαστικές ενστάσεις, με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντα-αιτητή.                

 

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με τέσσερις λόγους έφεσης:

 

1.     Ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι οι δύο προδικαστικές ενστάσεις ήταν βάσιμες.

2.    Ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων, μη προσερχόμενος στη συνέντευξη έθεσε εαυτόν εκτός εννόμου συμφέροντος ως προς τη διαδικασία και την κατάληξη της.

3.    Ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η προσφυγή δεν αποκάλυπτε παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας, και

4.    Ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο περιορίστηκε στο ζήτημα της αίτησης του εφεσείοντα για την πλήρωση μιας των θέσεων εκτάκτων λειτουργών στο Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως και δεν σχολίασε τα παράπονα του, όπως φαίνονται στην επιστολή του ημερ. 24.9.2004.

 

Από την επιχειρηματολογία του εφεσείοντα φαίνεται ότι το κύριο παράπονο του είναι ότι η Επίτροπος Διοικήσεως ουδέποτε εξέτασε τους ισχυρισμούς και τα παράπονα του που φαίνονται στην επιστολή του 24.9.2004.   Πράγματι στην επιστολή εκείνη ο εφεσείων, εκτός του ότι πληροφορεί την Επίτροπο Διοικήσεως ότι δεν θα παραστεί στη συνέντευξη στις 27.9.2004, προχωρεί και αμφισβητεί την αντικειμενικότητα της Επιτροπής ενώπιον της οποίας θα γίνουν οι προφορικές συνεντεύξεις, και εκφράζει παράπονα για προκατάληψη εναντίον του, κατά το χρόνο που αυτός εργαζόταν, από το 1998 μέχρι το 2000, στο Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως ως υπό δοκιμασία υπάλληλος.  Τα παράπονα του συνίστανται σε απειλές που δέχθηκε εναντίον του, συνεχή ηθική παρενόχληση, κακή συμπεριφορά και ψυχολογικό πόλεμο εντός του Γραφείου Επιτρόπου Διοικήσεως, υπεξαίρεση επιστολών του από το διοικητικό του φάκελο και άρνηση να του δοθούν στοιχεία για την απόδοση του στην εργασία, τα οποία οδήγησαν σε αρνητική αξιολόγηση για τον ίδιο.   Επίσης παραπονείται και για ένα περιστατικό που συνέβηκε έξω από το σπίτι του στις 12.7.2000. 

 

Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τον εφεσείοντα για τους εξής λόγους:   Ο εφεσείων υπέβαλε αίτηση για διορισμό στην προαναφερόμενη θέση.  Με επιστολή ημερ. 2.9.2004, κλήθηκε σε προφορική εξέταση στις 27.9.2004, αναφορικά με την προαναφερόμενη αίτηση του.     Στις 24.9.2004, με τρισέλιδη επιστολή του, πληροφόρησε την εφεσίβλητη ότι δεν θα παραστεί στη συνέντευξη για τους λόγους που εξηγούσε στην επιστολή, προχωρώντας  και στην υποβολή διαφόρων παραπόνων.  Στην επιστολή ημερ. 2.5.2008, της εφεσίβλητης προς τον εφεσείοντα, η οποία συνιστά και το αντικείμενο της προαναφερόμενης προσφυγής του, αναγράφεται, σε απάντηση στην επιστολή του ημερ. 24.9.2004, ότι σημειώθηκε το περιεχόμενο της επιστολής του, η οποία καταχωρήθηκε και στο σχετικό διοικητικό φάκελο, και ότι η εφεσίβλητη και η Επιτροπή που συνεστήθη για σκοπούς προσλήψεων αποφάσισε να προχωρήσει στην ολοκλήρωση της όλης διαδικασίας προσλήψεων.  Όσον αφορά το ερώτημα του εφεσείοντα αναφορικά με τη σύνθεση της Επιτροπής Προσλήψεων, η εφεσίβλητη πληροφορούσε τον εφεσείοντα ότι αυτή απαρτιζόταν από την ίδια την Επίτροπο Διοικήσεως κα. Ηλιάνα Νικολάου και δύο Ανώτερους Λειτουργούς του Γραφείου της, την κα. Ελίζα Σαββίδου και τον κ. Άριστο Τσιάρτα.

 

Όπως αναφέρθηκε, με την προαναφερόμενη προσφυγή του ο εφεσείων ζητούσε δήλωση του δικαστηρίου ότι η επιστολή της καθ΄ ης η αίτηση ημερ. 2.5.2008 συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος και ότι πάν το παραληφθέν θα πρέπει να εκτελεσθεί.  Συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι η επιστολή ημερ. 2.5.2008 δεν συνιστά αλλά ούτε και περιέχει οτιδήποτε που να φανερώνει παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας εκ μέρους της εφεσίβλητης-καθ΄ ης η αίτηση.   Τι συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας επεξηγήθηκε στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δήμος Λάρνακας ν. Mobil Oil Ltd (1995) 3 ΑΑΔ 400.   Στην υπόθεση εκείνη ο τότε Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Πικής, αφού αναφέρθηκε στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είπε ότι παράλειψη διοικητικού οργάνου να εκπληρώσει καθήκον, υπόκειται σε αναθεώρηση μόνο όπου αυτή συνίσταται στη μή εκπλήρωση θετικής υποχρέωσης την οποίαν επιβάλλει ο Νόμος.  Πρόσωπο του οποίου το συμφέρον επηρεάζεται δυσμενώς από παράλειψη της Διοίκησης να εκπληρώσει υποχρέωση την οποία επιτάσσει ο Νόμος, νομιμοποιείται να αξιώσει την αναθεώρηση της, προς το σκοπό εξαφανισμού της, με την έκδοση διαταγής βάσει του Άρθρου 146.4 (γ) του Συντάγματος «. ό,τι  παν το παραληφθέν έδει να είχεν εκτελεσθή».   

 

Στην προκείμενη περίπτωση ο εφεσείων έκαμε αναφορά στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990, Ν 1/90, και συγκεκριμένα στα άρθρα 81 και 83, και εισηγήθηκε ότι η εφεσίβλητη παρέβηκε το καθήκον της να εξετάσει τα παράπονα του, όπως διατυπώθηκαν στην προαναφερόμενη επιστολή του ημερ. 24.9.2004.   Καταρχάς παρατηρούμε ότι ο Ν 1/90 και τα συγκεκριμένα άρθρα 81 και 83 καμιά σχέση δεν έχουν με τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα της Επιτρόπου Διοικήσεως.  Επιπρόσθετα με την προσφυγή του ο εφεσείων δεν προσέβαλε τη μη εξέταση των παραπόνων του, τα οποία εκφράζονται στην προαναφερόμενη επιστολή του, από την Επίτροπο Διοικήσεως.   Προσέβαλε, αντίθετα, την επιστολή της Επιτρόπου Διοικήσεως ημερ. 2.5.2008, η οποία αφορά απλά στο ζήτημα της αίτησης του εφεσείοντα για πρόσληψη στην προαναφερόμενη θέση, στη διαδικασία πρόσληψης, στην απόφαση του εφεσείοντα να μην παραστεί στην προφορική συνέντευξη στην οποία κλήθηκε και στη σύνθεση της Επιτροπής Προσλήψεων.  Κατά συνέπεια συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι με την προσφυγή του ο εφεσείων-αιτητής δεν προσέβαλε οποιαδήποτε παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος,  και επομένως ορθά η προσφυγή του απορρίφθηκε, με έξοδα εις βάρος του.

 

Ενόψει των προαναφερομένων η έφεση απορρίπτεται με €1.000.- έξοδα εις βάρος του εφεσειόντα.

 

                                                        Δ.

                                                        Δ.

                                                        Δ.

                                                        Δ.

/ΕΑΠ.                                              Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο