ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 3 ΑΑΔ 427
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπoθέσεις Αρ. 551/2013, 553/2013, 555/2013, 556/2013, 557/2013, 558/2013, 559/2013,
560/2013, 561/2013, 562/2013, 563/2013, 564/2013. 565/2013, 566/2013, 567/2013, 569/2013, 570/2013, 571/2013, 575/2013, 581/2013, 582/2013, 583/2013, 586/2013,
587/2013, 590/2013, 591/2013, 592/2013, 593/2013, 594/2013, 595/2013, 596/2013,
597/2013, 598/2013, 599/2013, 600/2013, 601/2013, 602/2013, 603/2013, 604/2013,
605/2013, 606/2013, 607/2013, 609/2013, 610/2013, 611/2013, 612/2013, 613/2013,
614/2013, 615/2013, 616/2013, 617/2013, 618/2013, 619/2013, 620/2013, 670/2013)
7 Ιουνίου 2013
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ,
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
ΠΑΝΑΓΗ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δικαστές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 551/2013)
1. ΜΥΡΤΩΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
2. ΑΝΤΩΝΙΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
3. ΜΕΛΑΝΘΩ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Αιτητριών
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 553/2013)
1. ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΚΛΩΚΛΑΣ
2. ΕΛΕΝΗ ΜΑΚΛΩΚΛΑ
3. ΟΜΝΙ MEDIKA LTD
Αιτητών
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 555/2013)
YIANNOS DEMETRIOU INVESTMENTS LIMITED
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 556/2013)
LAKELIGHT ENTERPRISES LTD
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 557/2013)
REN JIANJUN
Αιτητής
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ
ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 558/2013)
1. Λ. ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.
2. Λ. ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ & ΣΙΑ
Αιτητών
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ
ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 559/2013)
1. Λ. ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.
2. Λ. ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ & ΣΙΑ
Αιτητών
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ
ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 560/2013)
REN JIANJUN
Αιτητή
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ
ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 561/2013)
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΣΤΑΥΡΑΚΗΣ
Αιτητής
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 562/2013)
FAIRHOPE FINANCE S.A.
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 563/2013)
MAINSTREAM INTERNATIONAL LIMITED
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 564/2013)
ΚΙΣΣΟΝΕΡΓΗΣ ΚΥΠΡΟΣ
Αιτητής
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 565/2013)
1. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΜΙΧΑΛΗΣ
2. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΝΙΚΗΣ
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 566/2013)
ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΑΤΖΗΑΡΓΥΡΟΥ
Αιτητή
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 567/2013)
PICABO INTERNATIONAL LIMITED
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 569/2013)
WATLMP CO LIMITED
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 570/2013)
PELECANOS & PELECANOU LLC
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 571/2013)
DAZZLECAST ENTERPRISES LTD
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 575/2013)
ΜΑΡΙΝΕΛΛΑΣ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ
Αιτήτριας
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 581/2013)
KRYPTO SECURITY (CYPRUS) LTD
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 582/2013)
SLPI SWISS LINE PROPERTY INVESTMENT HOLDING LIMITED
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 583/2013)
VORNESTO HOLDINGS LIMITED
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 586/2013)
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΖΑΝΟΥ
Αιτητή
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΩΣ ΑΡΧΗ
ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 587/2013)
1. ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΑΒΒΑ ΚΑΦΦΑ
2. ΚΟΥΛΛΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗ ΚΑΦΦΑ
3. N.P.P. BETOMIX LTD
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ.590/2013)
1. MIKIS HADJIKKOS PAINTS LTD
2. ΜΙΚΗΣ ΧΑΤΖΗΚΚΟΣ
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΩΣ ΑΡΧΗ
ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 591/2013)
M.I. MARITIME LTD
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 592/2013)
PNS HOLDINGS LTD
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 593/2013)
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΦΦΑ
Αιτητής
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 594/2013)
ΑΝΤΡΕΑΣ ΤΣΙΑΚΚΑΡΙΑΣ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 595/2013)
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Αιτήτριας
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 596/2013)
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΠΑΝΑΓΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Αιτητής
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 597/2013)
1. ΙΩΑΝΝΗΣ ΟΚΚΑΣ
2. ΑΝΤΡΙΑ ΟΚΚΑ
Αιτητών
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 598/2013)
ΧΡΥΣΟΥΛΑ Ν. ΣΙΑΚΟΛΑ
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 599/2013)
ΕΛΕΝΗ Ν. ΣΙΑΚΟΛΑ
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 600/2013)
1. IACOVOU-ZEMCO JOINT VENTURE
2. IACOVOU BROTHERS (CONSTRUCTIONS) LTD
3. ZEMCO CONSTRUCTION LTD
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 601/2013)
NOBEL TRUST LTD
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΩΣ ΑΡΧΗ
ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 602/2013)
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δ.Ε.Π.Ε.
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΩΣ ΑΡΧΗ
ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 603/2013)
ΜΑΡΙΝΑ ΣΙΑΚΟΛΑ
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 604/2013)
1. SEFA CONTRACTORS JV
2. ATLASPANTOU CO LTD
3. CYBARCO PLC
4. GENERAL CONSTRUCTIONS COMPANY LTD
5. IACOVOU BROTHERS (CONSTRUCTIONS) LTD
6. ZEMCO CONSTRUCTION LTD
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 605/2013)
IACOVOU BROTHERS (CONSTRUCTIONS) LTD
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 606/2013)
ΣΚΥΡΑ ΛΙΜΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 607/2013)
1. ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ
2. ΙΩΑΝΝΑ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 609/2013)
1. ΑΝΔΡΕΟΥ ΝΙΚΟΣ
2. ΑΝΔΡΕΟΥ ΙΣΜΗΝΗ
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 610/2013)
1. BIOTRONICS LTD
2. ΒΑΡΝΑΒΑ ΒΑΡΝΑΒΑΣ
3. ΒΑΡΝΑΒΑ ΘΕΟΠΙΣΤΗ
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 611/2013)
DAINVILLE INVESTMENTS LIMITED
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 612/2013)
I.V. EDUCATIONAL MANAGEMENTS SERVICES LIMITED
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 613/2013)
GELADES LTD
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 614/2013)
VYSHNEVSKYY VADYM
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 615/2013)
STEELWAY ALLIANCE LIMITED
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΩΣ ΑΡΧΗ
ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
(Υπόθεση Αρ. 616/2013)
GOODWAY ALLIANCE LIMITED
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΩΣ ΑΡΧΗ
ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 617/2013)
1. ΧΟΒΧΑΝΝΕΣ ΤΑΤΑΡΙΑΝ
2. ΠΑΙΛΑΚ ΤΑΤΑΡΙΑΝ
3. ΒΤΑΚ ΤΑΤΑΡΙΑΝ
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 618/2013)
1. ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΝΤΕΛΗ ΞΙΟΥΡΟΥΠΠΑΣ
2. ΕΛΕΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΞΙΟΥΡΟΥΠΠΑ
3. PANTELIS D. XIOUROUPPAS & SONS LIMITED
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 619/2013)
1. ΣΩΤΗΡΟΥΛΑ ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
2. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
3. ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
4. ΜΑΡΩ ΣΩΤΗΡΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
5. G & S TELEMACHOU BAKERIES LTD
Αιτητές
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 620/2013)
XΡΙΣΤΙΝΑ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ
Αιτήτρια
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
(Υπόθεση Αρ. 670/2013)
1. ΑΝΔΡΕΑ ΛΑΜΠΗ
2. ΜΑΡΙΤΣΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ
Αιτητές
ν.
1. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
ΕΜΦΑΝΊΣΕΙΣ:
Κ. Μιχαηλίδου (κα) για Μιχαηλίδη και Κωνσταντίνου, για τους Αιτητές στην 551/2013.
Μ. Ορφανίδης και Χρ. Πουτζουρής με Χρ. Σιακαλλή (κα), για τους Αιτητές στις 553/2013, 581/2013, 596/2013, 597/2013, 607/2013, 609/2013, 610/2013, 617-620/2013.
Α. Δημητρίου με Ε. Μιχαήλ (κα) και Α. Χρίστου (κα), Κ. Καλλής και Στ. Αμερικάνος με Σ. Κώστα, για τους Αιτητές στις 555/2013, 556/2013, 561-566/2013, 582/2013, 583/2013, 598-606/2013, 611-614/2013.
Κ. Χαβιαράς, για τους Αιτητές στην 567/2013.
Λ. Παπαφιλίππου με Χρ. Χριστοφίδη, Γ. Βαλιαντή και Π. Χριστοφίδη, για τους Αιτητές στις 557/2013, 558/2013, 559/2013 και 560/2013.
Α. Πελεκάνος, Χρ. Ιωάννου και Γ. Πολυχρόνης, για τους Αιτητές στις 569/2013, 570/2013, και 571/2013.
Ρ. Ερωτοκρίτου με Α. Κυπρίζογλου, για τους Αιτητές στη 575/2013.
Κ. Χατζηϊωάννου με Ν. Χατζηϊωάννου (κα), για τους Αιτητές στις 586/2013 και 590/2013.
Α. Τσάρκατζης, για τους Αιτητές στις 587/2013, 592/2013 και 593/2013.
Χρ. Κληρίδης με Ξ. Ξενοφώντος, για τους Αιτητές στην 591/2013.
Γ. Ιωάννου, για τους Αιτητές στις 594/2013 και 595/2013.
Στ. Αμερικάνος με Σ. Κώστα, για τους Αιτητές στις 615/2013 και 616/2013.
Π. Αγγελίδης, για τους Αιτητές στην 670/2013.
A. Ευαγγέλου με Μ. Φράγκου (κα), για τους Καθ΄Ων η Αίτηση Κεντρική Τράπεζα Κύπρου και Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου και για Ενδιαφερόμενο Μέρος 2 στην 591/2013.
Π. Κληρίδης, Γενικός Εισαγγελέας, με Κ. Λυκούργο, Ανώτερο Δικηγόρο της Δημοκρατίας, Ρ. Παπαέτη (κα), Ανώτερη Δικηγόρο της Δημοκρατίας, Ε. Συμεωνίδου (κα), Δικηγόρο της Δημοκρατίας, Μ. Λοΐζου (κα), Δικηγόρο της Δημοκρατίας, Μ. Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρο της Δημοκρατίας και Ε. Γαβριήλ (κα), δικηγόρο της Δημοκρατίας, για την Καθ΄Ης η Αίτηση Κυπριακή Δημοκρατία.
Ε. Ρήγα (κα) για Α. Νεοκλέους, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1 στην 591/2013.
Μ Αντωνίου (κα) για Χρυσαφίνη και Πολυβίου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Τράπεζα Κύπρου.
___________
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η απόφαση δεν είναι ομόφωνη. Με την απόφαση που θα αναγνώσω συμφωνούν οι Δικαστές Ναθαναήλ, Παμπαλλής, Κληρίδης, Πασχαλίδης, Παναγή και Μιχαηλίδου. Η Δικαστής Παπαδοπούλου θα δώσει τη δική της διϊστάμενη απόφαση. Διϊστάμενη απόφαση έχει ετοιμάσει και ο Δικαστής Ερωτοκρίτου.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Από το Μάϊο του 2011 η Δημοκρατία, μετά από αλλεπάλληλες υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της από διεθνείς οίκους αξιολόγησης, απεκλείσθη από τις διεθνείς αγορές για σκοπούς δανειοδότησης. Τον Οκτώβριο του 2011 επήλθε η απομείωση των ομολόγων της Ελλάδος, η οποία επηρέασε την κεφαλαιακή βάση τόσο της Τράπεζας Κύπρου όσο και της Λαϊκής Τράπεζας, κατάσταση η οποία επεδεινώθη ως εκ της δυσμενούς εξέλιξης των χαρτοφυλακίων τους στην Ελλάδα και μεγάλης εκροής καταθέσεων, αλλά και ως εκ της συνεχούς υποβάθμισης των Ελληνικών και Κυπριακών ομολόγων. Εδόθη μάλιστα και κρατική στήριξη στη Λαϊκή ύψους €1.800.000.000 το Μάϊο του 2012.
Την 25.6.2012 η Δημοκρατία, αντιμετωπίζοντας τα σοβαρότατα προβλήματα τα οποία προέκυψαν το τελευταίο έτος ως εκ της αδυναμίας της να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της και να επιλύσει τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και δη της Λαϊκής Τράπεζας και της Τράπεζας Κύπρου, σε συνδυασμό και με χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας και των δημοσιονομικών, απεφάσισε και απευθύνθηκε για οικονομική βοήθεια στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης των χωρών του Ευρώ - Eurogroup - (EFSM&/ESM) και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Πολύμηνες διαπραγματεύσεις οδήγησαν σε προκαταρκτικό Μνημόνιο Συναντίληψης το Νοέμβριο του 2012. Στην πορεία των πραγμάτων όμως, και εφ΄όσον δεν επήρχετο οριστική κατάληξη, τα προβλήματα συνεχώς επιδεινώνοντο, με αυξημένες ανάγκες και πιέσεις κάλυψης των τρεχουσών υποχρεώσεων ως προς τα κρατικά δάνεια και τα δημοσιονομικά και με σοβαρή επιδείνωση των αφορώντων τις εν λόγω Τράπεζες λόγω μειωμένης ρευστότητας και συνεχιζομένων μεγάλων εκροών καταθέσεων όπως και μεγάλων κεφαλαιακών ελλειμμάτων τα οποία κατεδείχθησαν και σε μελέτη του οίκου PIMCO την 1.2.2013. Η ήδη από καιρού αναληφθείσα προσφυγή στην έκτακτη ρευστότητα που παρέχεται από την Κεντρική Τράπεζα, με τη συμφωνία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στο Emergency Liquidity Assistance (ELA) για σκοπούς στήριξης της Λαϊκής Τράπεζας συνεχίσθηκε και επεκτάθηκε το Φεβρουάριο του 2013 και στην Τράπεζα Κύπρου.
Ήταν με το ούτω συνολικά διαμορφωθέν υπόβαθρο, που την 16.3.2013 η Κυβέρνηση κατέληξε σε πολιτική συμφωνία με το Eurogroup στη βάση προγράμματος οικονομικής προσαρμογής που περιλάμβανε, αφ΄ενός την παροχή οικονομικής βοήθειας €10.000.000.000 από το Eurogroup με ενδεχόμενη συνεισφορά και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, και αφ΄ετέρου τη λήψη μέτρων από τη Δημοκρατία στη βάση ιδίων πόρων και δημοσιονομικών πολιτικών, περιλαμβανομένου ενός one-off stability levy επί όλων των καταθέσεων, ανασφάλιστων όσο και ασφαλισμένων. Νομοσχέδιο όμως, το οποίο η Κυβέρνηση παρουσίασε στη Βουλή προς υλοποίηση της εν λόγω συμφωνίας, απερρίφθη από τη Βουλή την 19.3.2013. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απεφάσισε τότε την 21.3.2013 να διατηρήσει την έκτακτη παροχή ρευστότητας μέσω του ELA μόνο μέχρι την 25.3.2013, εκτός αν ετίθετο σε ισχύ πρόγραμμα της Ε.Ε. και του Δ.Ν.Τ. που θα διασφάλιζε τη φερεγγυότητα των εν λόγω τραπεζών. Να σημειωθεί ότι η Λαϊκή Τράπεζα είχε ήδη αξιοποιήσει όλα τα ενέχυρα της για απορρόφηση έκτακτης ρευστότητας και μάλιστα η Δημοκρατία της παρείχε και συνολική κρατική εγγύηση €1.000.000.000 για έκδοση ομολόγων για το σκοπό αυτό. Η εικόνα που προέκυπτε ήταν λοιπόν εκείνη του βεβαίου κινδύνου άμεσης χρεοκοπίας της Λαϊκής Τράπεζας και κατά συνέπεια και της Δημοκρατίας ως εγγυητού της σε σχέση με τα εν λόγω ομόλογα αλλά και ως υπόχρεας δυνάμει των δικών της κρατικών ομολόγων, με αλυσιδωτές επιπτώσεις στην Τράπεζα Κύπρου αλλά και σε ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα και το κράτος. Οι επιπτώσεις θα αντανακλούσαν όχι μόνο στις ανασφάλιστες αλλά και στις ασφαλισμένες καταθέσεις, αφού δεν θα υπήρχαν τα διαθέσιμα κρατικά ποσά προς κάλυψη των, δυνάμει των σχετικών Σχεδίων Προστασίας Καταθέσεων.
Οι εξελίξεις ακολούθησαν αμέσως. Την επομένη 22.3.2013 η Βουλή ψήφισε νόμους που αφορούσαν προσπάθεια διάσωσης της οικονομίας και περιλάμβαναν τον περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και άλλων Ιδρυμάτων Νόμο του 2013 (Ν. 17(Ι)/2013) (εν τοις εφεξοίς «ο Νόμος»), δημοσιευθέντα την ίδια ημέρα. Την 25.3.2013 επετεύχθη νέα πολιτική συμφωνία της Κυβέρνησης με το Eurogroup στη βάση προγράμματος οικονομικής προσαρμογής που περιλάμβανε, αφ΄ενός την παροχή της ίδιας οικονομικής βοήθειας των €10.000.000.000, και αφ΄ετέρου τη λήψη μέτρων από τη Δημοκρατία στη βάση ίδιων πόρων και πολιτικών, περιλαμβανομένων των ακολούθων, περιεχομένων στο σχετικό εκδοθέν Eurogroup Statement on Cyprus:
"1. Laiki will be resolved immediately - with full contribution of equity shareholders, bond holders and uninsured depositors - based on a decision by the Central Bank of Cyprus, using the newly adopted Bank Resolution Framework.
2. Laiki will be split into a good bank and a bad bank. The bad bank will be run down over time.
3. The good bank will be folded into Bank of Cyprus (BoC), using the Bank Resolution Framework, after having heard the Boards of Directors of BoC and Laiki. It will take 9 bn Euros of ELA with it. Only uninsured deposits in BoC will remain frozen until recapitalisation has been effected, and may subsequently be subject to appropriate conditions.
4. The Governing Council of the ECB will provide liquidity to the BoC in line with applicable rules.
5. BoC will be recapitalised through a deposit/equity conversion of uninsured deposits with full contribution of equity shareholders and bond holders.
6. The conversion will be such that a capital ratio of 9% is secured by the end of the programme.
7. All insured depositors in all banks will be fully protected in accordance with the relevant EU legislation.
8. The programme money (up to 10bn Euros) will not be used to recapitalize Laiki and Bank of Cyprus."
Ήταν σε αυτή τη βάση που η Κεντρική Τράπεζα, ως Αρχή Εξυγίανσης δυνάμει του Νόμου 17(Ι)/2013, εξέδωσε τα ακόλουθα διατάγματα:
- Το περί Πώλησης Εργασιών της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ Διάταγμα του 2013 (ΚΔΠ 93/2013, 25.3.2013).
- Το περί Πώλησης Εργασιών της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd Διάταγμα του 2013 (ΚΔΠ 94/2013, 25.3.2013).
- Το περί της Πώλησης Εργασιών των εν Ελλάδι Εργασιών της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ Διάταγμα του 2013 (ΚΔΠ 96/2013, 26.3.2013).
- Το περί Πώλησης Εργασιών των εν Ελλάδι Εργασιών της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd Διάταγμα του 2013 (ΚΔΠ 97/2013, 26.3.2013).
- Το περί Διάσωσης με ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ Διάταγμα του 2013 (ΚΔΠ 103/2013, 29.3.2013).
- Το περί της Πώλησης Ορισμένων Εργασιών της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd Διάταγμα του 2013 (ΚΔΠ 104/2013, 29.3.2013).
- Το περί της Πώλησης Ορισμένων Εργασιών στο Ηνωμένο Βασίλειο της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd Διάταγμα του 2013 (ΚΔΠ 105/2013, 1.4.2013).
Να εξηγηθεί ότι τα Διατάγματα 93 και 94 προνοούν γενικώς ότι εφαρμόζεται το μέτρο της πώλησης εργασιών της Τράπεζας Κύπρου και της Λαϊκής Τράπεζας αντιστοίχως. Το Διάταγμα 96 προνοεί για την πώληση των εργασιών της Τράπεζας Κύπρου στην Ελλάδα προς την Τράπεζα Πειραιώς. Το Διάταγμα 97 προνοεί για την πώληση των εργασιών της Λαϊκής Τράπεζας στην Ελλάδα προς την Τράπεζα Πειραιώς. Το Διάταγμα 105 προνοεί για την πώληση των εργασιών της Λαϊκής Τράπεζας στην Αγγλία προς την Bank of Cyprus UK Limited. Το Διάταγμα 104 προνοεί για την πώληση ορισμένων εργασιών της Λαϊκής Τράπεζας στην Κύπρο προς την Τράπεζα Κύπρου. Το Διάταγμα 103 προνοεί για την με ίδια μέσα διάσωση της Τράπεζας Κύπρου.
Αμέσως μετά, άρχισε η καταχώρηση προσφυγών καταθετών των εν λόγω Τραπεζών κατά των εν λόγω διαταγμάτων, στα πλαίσια των οποίων κατεχωρήθησαν και αιτήσεις για ενδιάμεσα διατάγματα. Κρίναμε ορθό, ως εκ της φύσεως του θέματος, να επιληφθούμε αυτών ως Πλήρης Ολομέλεια και, εφ΄όσον υπήρξε συναντίληψη για μη προώθηση των αιτήσεων για ενδιάμεσα διατάγματα, να επισπεύσουμε την ακρόαση των προσφυγών εξετάζοντας κατά πρώτον, ως αρμόζει, προδικαστική ένσταση της Δημοκρατίας ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν συνιστούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις αλλά Πράξεις Κυβερνήσεως ώστε να μην υπόκεινται στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ενώπιον μας ετέθησαν τελικώς οι ήδη καταχωρηθείσες προσφυγές, που εντάσσονται σε δύο κατηγορίες. Η μια κατηγορία αφορά τα διατάγματα τα οποία συναρτώνται προς τα της Λαϊκής, και δη το Διάταγμα 104. Μερικές από αυτές τις προσφυγές αφορούν και τα Διατάγματα 94 (575/2013, 586/2013, 590/2013, 670/2013), 97 (586/2013, 590/2013, 670/2013) και 105 (590/2013) και την Α.Δ.Π. 197/2013 (586/2013, 590/2013), η οποία αφορά το διορισμό από την Κεντρική Τράπεζα, ως Αρχή Εξυγίανσης, της Άντρης Αντωνιάδου ως Ειδικού Διαχειριστή της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd. Η άλλη κατηγορία αφορά το διάταγμα 103 το οποίο συναρτάται προς τα της Τράπεζας Κύπρου. Τα Διατάγματα 93 και 96 τα οποία αφορούν την Τράπεζα Κύπρου δεν προσβάλλονται.
Πριν υπεισέλθουμε στην προδικαστική ένσταση, η οποία τίθεται ως προς όλα τα διατάγματα, να παρατηρήσουμε ότι, ως προς το Διάταγμα 94, το οποίο αναφέρεται στις προσφυγές 575/2013, 586/2013, 590/2013 και 670/2013, ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Κεντρική Τράπεζα εισηγήθηκε ότι αυτό εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να προσβάλλεται διότι δεν επηρεάζει ευθέως δικαιώματα καταθετών, καθ΄όσον δεν ρυθμίζει την πώληση εργασιών της Λαϊκής όπως τα Διατάγματα 97, 104 και 105, παρά μόνο θέτει τη Λαϊκή υπό καθεστώς εξυγίανσης δια της εξαγγελίας της εφαρμογής του μέτρου πώλησης εργασιών της. Αυτό είναι ορθό, αφού, πέραν της πρόνοιας ότι «Δυνάμει του παρόντος Διατάγματος η Αρχή Εξυγίανσης εφαρμόζει το μέτρο της πώλησης εργασιών της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd», ουδέν εξειδικεύεται το οποίο να μπορούσε να συσχετισθεί προς τον επηρεασμό συγκεκριμένων συμφερόντων των καταθετών, δεν είναι δε τυχαίο που το μεν Διάταγμα 94 αναφέρεται ως «Το περί Πώλησης Εργασιών ...» δηλαδή γενικώς, ενώ τα Διατάγματα 97, 104 και 105 ως «Το περί της Πώλησης Εργασιών .,», καταδεικνύοντας έτσι το συγκεκριμένο του πράγματος. Το ίδιο βεβαίως ισχύει ως προς το Διάταγμα 93 το οποίο αφορά αντιστοίχως την Τράπεζα Κύπρου, το οποίο όμως δεν προσβάλλεται σε οποιαδήποτε προσφυγή. Το θέμα όμως δεν χρειάζεται να μας απασχολήσει περαιτέρω.
Περαιτέρω προδικαστικές ενστάσεις ως προς τα Διατάγματα 94, 97 και 105, τα οποία αναφέρονται στις προσφυγές 586/2013, 590/2013 και 670/2013, εγείρονται από τη Δημοκρατία στη βάση ότι τα Διατάγματα αυτά δεν συνιστούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις ούτε έχουν ως προς τούτα έννομο συμφέρον οι καταθέτες.
Ότι είπαμε σε σχέση με την προδικαστική ένσταση του κ. Ευαγγέλου όσον αφορά το Διάταγμα 94 ισχύει και σε σχέση με την προδικαστική ένσταση της Δημοκρατίας όσον αφορά το Διάταγμα 94 αλλά και όσον αφορά την ΑΔΠ 197/2013 η οποία περιορίζεται στο διορισμό Ειδικού Διαχειριστή.
Ως προς τα Διατάγματα 97 και 105, η θέση της Δημοκρατίας είναι ότι τα εν λόγω Διατάγματα δεν αφορούν και δεν επηρεάζουν τους Αιτητές αφού δεν επιφέρουν διαφοροποιήσεις στα δικά τους δικαιώματα και υποχρεώσεις. Η θέση των Αιτητών είναι ότι επηρεάζονται και έχουν έννομο συμφέρον ιδιαιτέρως κατά το ότι, με την πώληση των εργασιών της Λαϊκής στην Ελλάδα και στην Αγγλία, παραβιάζεται η αρχή, η οποία αναγνωρίζεται και στο άρθρο 3(2)(γ) του Νόμου, ότι οι πιστωτές της Τράπεζας που είναι στην ίδια τάξη, όπως είναι οι καταθέτες, τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης, αφού οι καταθέτες της Ελλάδας και της Αγγλίας τίθενται σε ευνοϊκότερη θέση από ότι οι καταθέτες της Κύπρου, μη υφιστάμενοι τις συνέπειες της εξυγίανσης της Τράπεζας.
Ότι οι Αιτητές μπορεί να επηρεάζονται από την πώληση των εργασιών της Ελλάδας και της Αγγλίας με τον τρόπο που εισηγούνται είναι ορθό. Η πώληση αυτή θέτει σε προνομιακή θέση τους καταθέτες της Ελλάδας και της Αγγλίας, οι οποίοι δεν θα υποστούν έτσι τις συνέπειες της εξυγίανσης της Λαϊκής τις οποίες θα υποστούν οι καταθέτες της Κύπρου, με ευθέως ανάλογο επηρεασμό της θέσης τους κατά την εξυγίανση αφού, αν σε αυτή συμμετείχαν και οι καταθέτες της Ελλάδας και της Αγγλίας, ασφαλώς οι συνέπειες για τους καταθέτες της Κύπρου θα ήσαν, κατ΄αναλογία της συνεισφοράς των καταθετών της Ελλάδας και της Αγγλίας, πιο περιορισμένες. Βεβαίως, έναντι αυτού, θα πρέπει να σταθμισθεί το όφελος από το τίμημα της πώλησης και την απαλλαγή της Λαϊκής των υποχρεώσεων της σε σχέση με τις πωλούμενες εργασίες, με το ζητούμενο να είναι κατά πόσο το εν λόγω όφελος είναι τουλάχιστον ίσο με τη συνεισφορά που θα είχαν οι καταθέτες της Ελλάδας και της Αγγλίας αν συμμετείχαν στην εξυγίανση. Δεν είναι όμως αυτή η κατεύθυνση των εν λόγω προσφυγών.
Δεν χρειάζεται όμως να επεκταθούμε περαιτέρω, διότι το εγειρόμενο θέμα του εννόμου συμφέροντος και της εκτελεστότητας ως προς τα Διατάγματα 97 και 105 δεν μπορεί παρά να αφορά - και πρωτίστως μάλιστα - και το Διάταγμα 104 (που προσβάλλεται σε όλες τις προσφυγές της Λαϊκής), το οποίο επίσης ρυθμίζει τα της πώλησης εργασιών της Λαϊκής. Το θέμα εντάσσεται έτσι στα συνολικά πλαίσια της ευρύτερης θεώρησης του εννόμου συμφέροντος και της εκτελεστότητας, όπως και της διάκρισης μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, όπως ετέθησαν κατά την ακρόαση από το ίδιο το Δικαστήριο.
Δεν μπορεί να λησμονείται ότι το Διάταγμα 104 δεν ρυθμίζει σχέσεις της Πολιτείας και του πολίτη αλλά σχέσεις αφορώσες τις εργασίες της Λαΐκής και δη τα της πώλησης ορισμένων εργασιών της Λαϊκής στην Τράπεζα Κύπρου, πράξη που η ίδια εμπίπτει στο ιδιωτικό δίκαιο, εξ ου και υλοποιείται μέσω συμφωνίας στην οποία το Διάταγμα παραπέμπει. Είναι λοιπόν την ίδια τη Λαϊκή Τράπεζα που το Διάταγμα αφορά, ως πωλητή, όπως βεβαίως και την Τράπεζα Κύπρου, προς την οποία γίνεται η πώληση, ως αγοραστή, και δεν αφορά τους Αιτητές οι οποίοι μόνο συμβατική σχέση έχουν με τη Λαϊκή Τράπεζα ως πιστωτές καταθέτες, όπως ακριβώς δεν αφορά τους όποιους άλλους (μη καταθέτες) πιστωτές της Λαϊκής που ευρίσκονται επίσης σε συμβατική σχέση μαζί της. Η ίδια δε η Λαϊκή Τράπεζα δεν έχει καταχωρήσει προσφυγή, αλλά ούτε και η Τράπεζα Κύπρου (και δεν εξετάζουμε κατά πόσο θα μπορούσαν). Τα ίδια ισχύουν ως προς τα Διατάγματα 97 και 105, τα οποία επίσης αφορούν πώληση εργασιών της Λαϊκής προς άλλους αγοραστές (και βεβαίως αντιστοίχως ως προς το Διάταγμα 96 το οποίο αφορά την πώληση εργασιών της Τράπεζας Κύπρου στην Ελλάδα και το οποίο δεν προσβάλλεται). Δεν θίγεται λοιπόν ευθέως άμεσο συμφέρον των καταθετών της Λαϊκής το οποίο να τους δίδει το δικαίωμα προσφυγής κατά της νομιμότητας των Διαταγμάτων, όπως δεν θα είχαν δικαίωμα προσφυγής οποιοιδήποτε άλλοι (μη καταθέτες) συμβατικοί πιστωτές της Λαϊκής. Ο όποιος επηρεασμός των καταθετών της Λαϊκής διέρχεται μέσα από τις καταληκτικές ενέργειες της ίδιας της υπό εξυγίανση τράπεζας και απευθύνεται στην ανταπόκριση της ή όχι στις συμβατικές υποχρεώσεις της έναντι των καταθετών. Οι συνέπειες της παρέμβασης της Πολιτείας, μέσω του Διατάγματος, στη σχέση της Λαϊκής με τους καταθέτες της παραπέμπουν σε αιτιάσεις που οι καταθέτες μπορούν να έχουν εναντίον της Πολιτείας σε αστικές διαδικασίες.
Αυτή είναι δε και η ουσία του θέματος, σε συμφωνία με την ορθόδοξη θεώρηση των πραγμάτων. Τα όποια δικαιώματα των καταθετών της Λαϊκής, αν αυτοί επηρεάζονται δυσμενώς από την πώληση των εργασιών της, δεν εμπίπτουν στα πλαίσια του αναθεωρητικού ελέγχου της νομιμότητας των εν λόγω Διαταγμάτων αλλά στα πλαίσια αστικών διαδικασιών εναντίον της ίδιας της Λαϊκής στη βάση της συμβατικής σχέσης ή στα πλαίσια της διαδικασίας εξυγίανσης και κατ΄επέκταση και της Δημοκρατίας ως έχουσας, δια της παρέμβασης της αυτής μέσω της Κεντρικής Τράπεζας στα της Λαϊκής, ενδεχομένως προκαλέσει ζημία στους καταθέτες. Είναι σε εκείνα τα πλαίσια που θα μπορεί να ελεγχθεί η νομιμότητα των ενεργειών της Δημοκρατίας δυνάμει των Διαταγμάτων και η όποια ζημία έχει ενδεχομένως προκληθεί στους καταθέτες από τις ενέργειες εκείνες, περιλαμβανομένων των θεμάτων που αφορούν τον όποιο επηρεασμό των προτεραιοτήτων και εξασφαλίσεων, τον επηρεασμό ως εκ της ενδεχομένως μη συμφέρουσας αποξένωσης περιουσιακών στοιχείων (με αναφορά και στα τρία Διατάγματα 97, 105 και 103), τον επηρεασμό ως εκ της ανισότητας μεταχείρισης που μπορεί να προκύπτει ως εκ της επιλεκτικής μεταβίβασης υποχρεώσεων (με ιδιαίτερη αναφορά στις μη μεταβιβαζόμενες υποχρεώσεις δυνάμει του Παραρτήματος ΙΙ) και την πιστότητα της αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων της Λαϊκής. Και είναι στα ίδια εκείνα πλαίσια που θα μπορούν να κριθούν οι όποιες άλλες αστικές ευθύνες ήθελαν αποδοθεί από προηγούμενες ενέργειες είτε στη Δημοκρατία είτε στην ίδια τη Λαϊκή, στις οποίες και σε τελευταία ανάλυση παραπέμπουν προσφυγές με αναφορά στα γεγονότα στα οποία βασίζονται, περιλαμβανομένης της όποιας προηγηθείσας ευθύνης για την κατάληξη των τραπεζών στην κατάσταση που ευρέθησαν και της όποιας αποτυχίας κάλυψης των ασφαλισμένων καταθέσεων δυνάμει των σχετικών Σχεδίων Προστασίας Καταθέσεων, που ενδεχομένως να αντανακλούν στην έκταση των μέτρων εξυγίανσης.
Ως προς τούτο δε, είναι σημαντικό να τονισθεί και η θεμελιακή διάσταση του άρθρου 3(2)(δ) του Νόμου ότι οι πιστωτές (και τούτο αναφέρεται σε όλους τους πιστωτές, περιλαμβανομένων των καταθετών) του υποκείμενου σε εξυγίανση ιδρύματος (εδώ της Λαϊκής) «δεν βρίσκονται σε δυσμενέστερη οικονομική θέση ως αποτέλεσμα της εφαρμογής μέτρων εξυγίανσης συγκριτικά με τη θέση που θα βρίσκονταν εάν το εν λόγω ίδρυμα ετίθετο εναλλακτικά σε εκκαθάριση». Η πρόνοια αυτή, ουσιαστικά κατοχυρώνοντας και στο Νόμο πάγιες νομικές αρχές όσον αφορά την πρόκληση ζημίας και την απόδειξη και αποτίμηση της έκτασής της, διασφαλίζει τα δικαιώματα των καταθετών στις αστικές διαδικασίες στις οποίες και παραπέμπονται και καταδεικνύει το ουσιαστικό ζητούμενο, που είναι κατά πόσο ο καταθέτης έχει, ως εκ των συνεπειών των μέτρων εξυγίανσης, ζημιώσει περισσότερο από όσο θα εζημίωνε αν τα μέτρα εξυγίανσης δεν ελαμβάνοντο. Στα πλαίσια των αστικών διαδικασιών θα μπορούν να αποτιμηθούν όλα τα στοιχεία της μαρτυρίας που ήθελε προσκομισθεί και που θα αφορά την κατάσταση της Λαϊκής κατά την έκδοση των Διαταγμάτων και κατ΄επέκταση και τη θέση των καταθετών της.
Το θέμα λοιπόν, όσον αφορά εν πάση περιπτώσει τους καταθέτες, δεν είναι θέμα δημοσίου αλλά ιδιωτικού δικαίου. Τόσο ο Γενικός Εισαγγελέας και ο κ. Ευαγγέλου όσο και οι ευπαίδευτοι συνήγοροι παρουσίασαν τις θέσεις τους στη βάση ότι το Διάταγμα 104 εμπεριέχει τόσες ατομικές διοικητικές πράξεις όσοι είναι και οι καταθέτες της Λαϊκής, ώστε έκαστος να έχει δικαίωμα να καταχωρήσει προσφυγή. Δεν μας βρίσκει σύμφωνους η θεώρηση αυτή. Ούτε είναι το θέμα κατά πόσο μία κανονιστική πράξη μπορεί να θεωρηθεί ως ατομική καθ΄όσον στην εφαρμογή της απευθύνεται σε συγκεκριμένα πρόσωπα, όπως στην αναφερθείσα κατά την ακρόαση περίπτωση Τοπικού Σχεδίου ή ρυμοτομίας, η οποία σαφώς διαφέρει από την προκειμένη αφού εκεί υποκείμενα του Σχεδίου είναι τα ίδια τα ακίνητα προς τα οποία αυτό απευθύνεται. Το Διάταγμα 104, χαρακτηριζόμενο ως Κανονιστική Διοικητική Πράξη, δεν απευθύνεται, όπως είπαμε, ούτε ως προς το ρητώς αναφερόμενο υποκείμενο του πρόσωπο (τη Λαϊκή) ούτε ως προς το αντικείμενο του (την πώληση εργασιών της Λαϊκής), παρά μόνο στη Λαϊκή. Η αντίληψη ότι αναλύεται σε ατομικές πράξεις ως προς τους καταθέτες θα ήταν πλασματική, ως παραγνωρίζουσα ότι οι ίδιοι οι καταθέτες ουδόλως καθίστανται υποκείμενα του Διατάγματος και μόνον εμμέσως «επηρεάζονται» - αν επηρεάζονται δυσμενώς - ως εκ του καθεστώτος εξυγίανσης στο οποίο η Λαϊκή τίθεται και το οποίο η Λαϊκή εφαρμόζει. Η Λαϊκή είναι το νομικό πρόσωπο που τίθεται σε εξυγίανση και είναι οι δικές της εργασίες που πωλούνται. Οι εργασίες αυτές δεν είναι εργασίες των καταθετών (ούτε καν των μετόχων της Λαϊκής), η μόνη σχέση των οποίων είναι εκείνη του πιστωτή της τράπεζας, ώστε η ίδια η φύση του συμφέροντος τους να είναι διαφορετική.
Η σχέση καταθέτη και Λαϊκής είναι εκείνη πιστωτή και οφειλέτη. Ο καταθέτης ουσιαστικά παραδίδει τα χρήματά του στην τράπεζα, τα οποία και απορροφούνται στο όλο ενεργητικό της ως δικά της πλέον περιουσιακά στοιχεία, και η τράπεζα οφείλει στον καταθέτη το ποσό της κατάθεσής του, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης κατάθεσης. Ο λογαριασμός του με την Τράπεζα δεν του δίδει δικαίωμα σε συγκεκριμένα χρήματα παρά μόνο συνιστά ακριβώς το δούναι και λαβείν του, ως λογαριασμού, με την τράπεζα, υπό τη μορφή της καταγεγραμμένης κατάστασης της συμβατικής τους σχέσης. Η θέση του καταθέτη σε θυρίδα της τράπεζας είναι εντελώς διαφορετική, αφού εκείνος διατηρεί την ιδιοκτησία του στα συγκεκριμένα χρήματα ή άλλα αντικείμενα που ευρίσκονται στη θυρίδα. Ο μέτοχος της τράπεζας διαφέρει βεβαίως από τον καταθέτη κατά το ότι είναι ιδιοκτήτης αναλόγου μεριδίου της περιουσίας της τράπεζας, ο όποιος δικός του όμως επηρεασμός θα μπορούσε να συναρτάτο μόνο προς επηρεασμό των ίδιων των μετοχών του.
Η περίπτωση του καταθέτη διαφέρει εντελώς από την περίπτωση απαλλοτρίωσης, στην οποία έγινε αναφορά κατά την ακρόαση, αφού εκεί επηρεάζεται ευθέως ο ίδιος ο ιδιοκτήτης του απαλλοτριωθέντος ακινήτου το οποίο και αποτελεί το αντικείμενο της απαλλοτρίωσης, εξ ου και έχει άμεσο έννομο συμφέρον σε προσφυγή εναντίον της ατομικής διοικητικής πράξης που αφορά το ακίνητό του. Σαφώς όμως δεν θα είχε έννομο συμφέρον ο όποιος πιστωτής του ιδιοκτήτη ακινήτου το οποίο απαλλοτριώνεται, π.χ. ως δανειστής προς τον ιδιοκτήτη σε σχέση με προτιθέμενη επιχείρηση σε αυτό, έστω και αν «επηρεάζεται» δυσμενώς αν η επιχείρηση δεν υλοποιηθεί, ή ο πιστωτής του ιδιοκτήτη εστιατορίου, ως τράπεζα παραχωρήσασα δάνειο, ως προς απόφαση για ανάκληση της άδειας λειτουργίας του, έστω και αν «επηρεάζεται» δυσμενώς από αυτή αν η επιχείρηση καταρρεύσει και το δάνειο δεν μπορεί να αποπληρωθεί.
Ο κ. Χρ. Κληρίδης έχει ιδιαιτέρως απευθυνθεί στο θέμα του επηρεασμού των καταθετών της Λαϊκής από το Διάταγμα 104, υποδεικνύοντας ότι αυτό αφορά τόσο τις προτεραιότητες όσο και τα της ενδεχόμενης διαδικασίας εκκαθάρισης. Οι υποδείξεις του όντως αναδεικνύουν αξιόλογα θέματα, δεν διαφοροποιούν όμως τα πράγματα ως προς το έννομο συμφέρον. Ο επηρεασμός των καταθετών στον οποίο αναφέρεται εμπίπτει στα πλαίσια αστικών σχέσεων και θα υπόκειται σε κρίση στις αστικές διαδικασίες όπου μπορεί να εγερθεί, με αναφορά σε όποια παράμετρο θα διέπει το θέμα. Τα ίδια ισχύουν ως προς παρατηρήσεις για τις προτεραιότητες και διασφαλίσεις καταθετών εκ μέρους και άλλων ευπαιδεύτων συνηγόρων, όπως και ως προς τα εγερθέντα από τον κ. Χατζηϊωάννου σε σχέση με τις επιπτώσεις των πωλήσεων δυνάμει των διαταγμάτων 97 και 105 (ομοίως και του Διατάγματος 96).
Το Διάταγμα 103 το οποίο αφορά την Τράπεζα Κύπρου διαφέρει από το Διάταγμα 104 το οποίο αφορά τη Λαϊκή και το οποίο εφαρμόζει το μέτρο της πώλησης εργασιών δυνάμει των άρθρων 7(1)(β) και 9 του Νόμου, κατά το ότι εφαρμόζει άλλο μέτρο εξυγίανσης, εκείνο της διάσωσης με ίδια μέσα δυνάμει των άρθρων 7(1)(ε) και 12 του Νόμου προς το σκοπό αποκατάστασης της κεφαλαιακής επάρκειας της τράπεζας. Γίνονται προς τούτο πρόνοιες για μετατροπή ποσοστού 37.5% των καταθέσεων πέραν των €100.000 σε μετοχές τάξης Α, δέσμευση ποσοστού 22.5% των καταθέσεων πέραν των €100.000 για σκοπούς ενδεχόμενης μετατροπής του σε μετοχές τάξης Α εντός 90 ημερών, και δέσμευση του υπολοίπου ποσοστού 40% των καταθέσεων πέραν των €100.000 με όρους ως προς επιτόκια, αποπληρωμή σε περίπτωση εκκαθάρισης, προτεραιότητα ως προς άλλες υποχρεώσεις της τράπεζας και μετατροπή σε κατάθεση.
Η εφαρμογή του άλλου αυτού μέτρου εξυγίανσης όμως, δεν διαφοροποιεί την κατάσταση ως προς το θέμα του εννόμου συμφέροντος των καταθετών και την εκτελεστότητα της πράξης ως προς αυτούς. Η φύση της σχέσης των καταθετών της Τράπεζας Κύπρου με την Τράπεζα Κύπρου είναι ακριβώς η ίδια με εκείνη που έχει εξηγηθεί ως προς τη σχέση των καταθετών της Λαϊκής με τη Λαϊκή. Ισχύουν λοιπόν και ως προς τους καταθέτες της Τράπεζας Κύπρου όσα ελέχθησαν ως προς τους καταθέτες της Λαϊκής, με τη διαπίστωση ότι ούτε αυτοί έχουν έννομο συμφέρον για σκοπούς προσφυγής και ότι και ως προς αυτούς το θέμα είναι ιδιωτικού και όχι δημοσίου δικαίου. Ο «επηρεασμός» των καταθέσεών τους από τις πρόνοιες του Διατάγματος ανάγεται στα μέτρα εξυγίανσης, και προς όφελος, της ίδιας της τράπεζας προς την οποία και απευθύνεται το Διάταγμα και διέρχεται επίσης μέσα από τις ενέργειες της τράπεζας και την αποτυχία της να ανταποκριθεί στις συμβατικές υποχρεώσεις της ως εκ των μέτρων εξυγίανσής της. Καθ΄όσον η συμβατική οφειλή της τράπεζας προς τον καταθέτη επηρεάζεται, ο καταθέτης είναι πρωτίστως προς την τράπεζα που θα πρέπει να στραφεί σε αστική διαδικασία, ως παραβαίνουσα τις συμβατικές υποχρεώσεις της για αποπληρωμή της κατάθεσης, με ενδεχόμενη περαιτέρω επέκταση της αστικής διαδικασίας στη Δημοκρατία, ως προκαλέσασα τον επηρεασμό της συμβατικής οφειλής δια του Διατάγματος. Στα πλαίσια εκείνα τότε είναι που θα κριθεί η νομιμότητα της όποιας παράβασης των συμβατικών υποχρεώσεων της τράπεζας, διερχόμενης μέσα από την παρέμβαση δια των ενεργειών της Πολιτείας αλλά και ενδεχομένως ευρύτερα των εμπλεκομένων Ευρωπαϊκών οργάνων και άλλων, με αναφορά και σε συνταγματικές διαστάσεις αλλά και σε διαστάσεις Ευρωπαϊκού δικαίου. Και ο έλεγχος θα περιλαμβάνει όλα όσα έχουν ήδη λεχθεί αναφορικά με τους καταθέτες της Λαϊκής, αλλά και όλα όσα έχουν ιδιαίτερη σημασία (ως εκ της διαφοράς του μέτρου εξυγίανσης) αναφορικά με τους καταθέτες της Τράπεζας Κύπρου, και δη το υποχρεωτικό της μετατροπής καταθέσεων σε μετοχές, το αιτιολογημένο της έκτασης του και την επάρκεια του ανταλλάγματος, το κατά πόσο ήταν συμφέρουσα η αποξένωση των εργασιών της Ελλάδος (Διάταγμα 96), τις προτεραιότητες και εξασφαλίσεις, το άνισο ως εκ της εξαίρεσης καταθέσεων (με ιδιαίτερη αναφορά στο Παράρτημα Δ), και την πιστότητα της αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων της Τράπεζας Κύπρου. Και, ευρύτερα, την όποια προηγηθείσα ευθύνη για την κατάληξη των τραπεζών στην κατάσταση που ευρέθησαν και την όποια αποτυχία κάλυψης των ασφαλισμένων καταθέσεων δυνάμει των σχετικών Σχεδίων Προστασίας Καταθέσεων, που ενδεχομένως να αντανακλούν στην έκταση των μέτρων εξυγίανσης.
Ουδόλως λοιπόν επηρεάζονται τα ουσιαστικά δικαιώματα των καταθετών της Λαϊκής και της Τράπεζας Κύπρου από τη θεώρηση ότι, ως προς αυτούς εν πάση περιπτώσει, δεν υφίσταται έννομο συμφέρον για σκοπούς αναθεωρητικού ελέγχου και ότι οι αιτιάσεις τους εμπίπτουν όχι στο δημόσιο αλλά στο ιδιωτικό δίκαιο. Απεναντίας, ενώ ο αναθεωρητικός έλεγχος, ως έλεγχος νομιμότητας, έχει αναλόγως περιορισμένη εμβέλεια, οι αστικές διαδικασίες προσφέρονται ιδιαιτέρως προς διάγνωση κάθε θέματος που μπορεί να είναι σχετικό και απευθύνονται στην ουσία του πράγματος. Και σαφώς δεν πρέπει να συγχίζεται ο καθορισμός της ορθής δικαιοδοσίας με την ουσία των δικαιωμάτων.
Βεβαίως, δεν πρέπει να λησμονείται ότι το αντικείμενο των αστικών διαδικασιών δεν μπορεί να είναι άλλο παρά η όποια χρηματική ζημία στους καταθέτες κατέστη προκύπτουσα από ενέργειες των τραπεζών, της Πολιτείας ή των εμπλεκομένων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων. Και το ζητούμενο θα είναι, σε τελευταία ανάλυση, αυτό που το ίδιο το άρθρο 3(2)(δ) του Νόμου προνοεί, εκφράζοντας, όπως είπαμε, πάγιες νομικές αρχές - το κατά πόσο η ζημία στους καταθέτες είναι μεγαλύτερη από αυτή που θα υφίσταντο αν τα διατάγματα δεν είχαν εκδοθεί και οι τράπεζες είχαν αφεθεί στην πορεία τους. Δεν θα μπορούσαν δηλαδή οι καταθέτες να ευρίσκονται σε δυσμενέστερη εκείνης θέση, όπως όμως δεν θα μπορούσαν να ευρίσκοντο ποτέ και σε ευνοϊκότερη - και τούτο πρέπει να είναι συνεχώς υπ΄όψη, διότι είναι τα δεδομένα που αφορούν την κατάσταση των τραπεζών κατά το χρόνο των Διαταγμάτων που καθορίζουν και την πραγματική αξία των καταθέσεων κατά το χρόνο εκείνο, με κυρίαρχο στοιχείο ότι οι καταθέτες δεν είναι παρά πιστωτές της τράπεζας.
Ούτε θα διέφερε καθόλου η κατάληξη αυτή από την κατάληξη που θα είχαν οι προσφυγές, αν το Δικαστήριο ανελάμβανε δικαιοδοσία, σε περίπτωση επιτυχίας τους. Δεδομένου ότι, όπως ετόνισε ιδιαιτέρως ο Γενικός Εισαγγελέας, οι πράξεις που περιέχονται στα Διατάγματα έχουν ήδη εκτελεσθεί, ακόμα και στην περίπτωση εκείνη το μόνο που θα μπορούσαν οι καταθέτες Αιτητές να είχαν ως μέτρο ικανοποίησής τους θα ήταν, σύμφωνα με το Άρθρο 146 και τη νομολογία, το δικαίωμα αγωγής ως προς τη ζημία που θα είχαν υποστεί λόγω των Διαταγμάτων που θα ακυρώνοντο. Και η αποτίμηση της ζημίας αυτής δεν θα μπορούσε παρά να αναδείκνυε, ως το ζητούμενο, και πάλι το κατά πόσο, με την έκδοση των Διαταγμάτων, οι καταθέτες Αιτητές ευρέθησαν σε δυσμενέστερη θέση από εκείνη που θα ευρίσκοντο αν τα Διατάγματα δεν είχαν ακυρωθεί και οι τράπεζες είχαν αφεθεί στην πορεία τους.
Οι παρατηρήσεις μας έχουν επέκταση και στο θέμα της κυβερνητικής πράξης που κυρίως απασχόλησε τους ευπαιδεύτους συνηγόρους ως η βάση της προδικαστικής ένστασης της Δημοκρατίας. Πρόδηλο είναι από τα λεχθέντα ότι το θέμα δεν χρειάζεται να αποφασισθεί είτε εδώ είτε στις αστικές διαδικασίες, όχι τόσο διότι δεν είναι αναγκαίο ως εκ της βασικής κατάληξης μας επί του αρμόδιου της δικαιοδοσίας, αλλά πρωτίστως διότι απόφανση επ΄αυτού ουδεμία πρακτική συνέπεια έχει. Η έγερση θέματος κυβερνητικής πράξης θα είχε νόημα μόνον εφ΄όσον ο χαρακτηρισμός πράξης ως κυβερνητικής θα απέκλειε τόσο τον έλεγχο της νομιμότητας της όσο και οποιαδήποτε ευθύνη της πολιτείας για τις συνέπειες της. Ο Γενικός Εισαγγελέας, ερωτηθείς από το Δικαστήριο κατά πόσον θεωρεί ότι η αποδοχή πράξης ως κυβερνητικής αποκλείει τέτοια ευθύνη, δεν τοποθετήθηκε. Η απάντηση όμως στο ερώτημα αυτό είναι κρίσιμη, εφ΄όσον καταδεικνύει και την πρακτική σημασία του θέματος. Και η απάντηση δίδεται από το ίδιο το Νόμο, ο οποίος συνάδει με τη σύγχρονη αντίληψη ότι η Πολιτεία δεν είναι υπεράνω του Νόμου και δεν δικαιούται προνόμια ως προς ζημιογόνες πράξεις της. Η πρόνοια του άρθρου 3(2)(δ), η θεμελιακή σημασία της οποίας έχει ήδη τονισθεί, ότι οι πιστωτές της τράπεζας δεν θα ευρεθούν σε δυσμενέστερη οικονομική θέση ως εκ της εφαρμογής των μέτρων εξυγίανσης από ότι θα ευρίσκοντο αν τα μέτρα δεν ελαμβάνοντο, απευθύνεται στην υποχρέωση τόσο των τραπεζών όσο και της Πολιτείας, με συνέπεια την αστική ευθύνη της Πολιτείας προς εφαρμογή του Νόμου. Ούτως εχόντων όμως των πραγμάτων, και εφ΄όσον η αρχή είναι η διασφάλιση της διατήρησης της οικονομικής κατάστασης των καταθετών ως εάν τα μέτρα εξυγίανσης που προνοούνται στα διατάγματα δεν είχαν ληφθεί, ουδεμία πρακτική σημασία θα είχε η απόφανση επί του κατά πόσο τα Διατάγματα συνιστούν κυβερνητική πράξη ή όχι αφού, ακόμα και στην περίπτωση που θα συνιστούσαν, το άρθρο 3(2)(δ) θα είχε εφαρμογή. Η πρόνοια του άρθρου 3(2)(δ) λοιπόν υπερβαίνει το όλο θέμα της κυβερνητικής πράξης και καταδεικνύει την ούτως ανεγνωρισμένη ευθύνη των τραπεζών και της Πολιτείας για τις όποιες ζημιογόνες συνέπειες της. Το μόνο θέμα που μπορεί λοιπόν να απασχολήσει σε οποιαδήποτε διαδικασία είναι το ήδη διατυπωθέν, κατά πόσο, και, αν ναι, σε ποία έκταση, ο οποιοσδήποτε καταθέτης έχει ζημιωθεί από τα μέτρα εξυγίανσης περισσότερο από όσο θα εζημίωνε αν τα μέτρα εξυγίανσης δεν είχαν ληφθεί.
Οι προσφυγές απορρίπτονται ως απαράδεκτες. Ως εκ του πρωτοτύπου του θέματος, δεν θα γίνει διαταγή για έξοδα.
Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΉΣ, Δ.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Κ. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΚΧ»Π