ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 3 ΑΑΔ 414
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 38/2011
6 Ιουνίου, 2013
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΜΕΣΩ EΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Εφεσείουσα/Καθ'ης η αίτηση
- ΚΑΙ -
1. AΦΡΟΔΙΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ
2. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Εφεσιβλήτων/Αιτητές
.....................................
Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την εφεσείουσα
Μ. Καλλιγέρου, για τις εφεσίβλητες
..........
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Λ. Παρπαρίνος
.....................................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ: Με δυο λόγους έφεσης η εφεσείουσα προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη. Ο πρώτος αφορά την κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι οι εφεσίβλητες είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σε αντίθεση με τέσσερα από τα πέντε ενδιαφερόμενα μέρη που δεν είναι κάτοχοι διπλωμάτων δευτέρου επιπέδου, χωρίς ενδιάμεσο πρώτο καταληκτικό τίτλο. Ο δεύτερος προβάλλει ότι λανθασμένα κρίθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο ότι το σχέδιο υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης δεν απαιτεί ακαδημαϊκά προσόντα ώστε να τίθεται θέμα πρόσθετων σχετικών προσόντων και εφόσον ο Διευθυντής και η Επιτροπή αποφάσισαν να ασχοληθούν με αυτά «όφειλαν να είχαν λάβει υπόψη και συσταθμίσουν τα ανάλογα προσόντα και των υπόλοιπων υποψηφίων».
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) σε συνεδρία της ημερ. 16/10/08 αποφάσισε, δυνάμει του άρθρου 29(3) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 2006, να πληρώσει πεντε κενές μόνιμες θέσεις Τεχνικού Μηχανικού Χωρομετρίας, 1ης τάξης, θέσεις προαγωγής στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.
Σε συνεδρία της ΕΔΥ ημερ. 8/12/08 ο Διευθυντής του Τμήματος σύστησε τα τέσσερα από τα πέντε ενδιαφερόμενα μέρη. Στη συνεδρία της που ακολούθησε στις 9/12/08 η ΕΔΥ επέλεξε ως καταλληλότερους για προαγωγή τους τέσσερεις από τους πέντε συστηθέντες από το Διευθυντή ενώ στη θέση του πέμπτου επέλεξε άλλο υποψήφιο, τον κ. Κώστα Κωνσταντίνου.
Οι εφεσίβλητες με την προσφυγή τους, αρ. 249/09 προσέβαλαν την άνω απόφαση της ΕΔΥ προβάλλοντας ότι υπερέχουν και στα τρία κριτήρια αξιολόγησης, ήτοι αξία, προσόντα και αρχαιότητα.
Το πρωτόδικο δικαστήριο με την απόφαση του ημερ. 28/2/11 δικαίωσε τις εφεσίβλητες. Κατά το μέρος που ενδιαφέρει την παρούσα έφεση αποφάσισε τ' ακόλουθα:
«Πράγματι ως προς τα προσόντα, διαπιστώνεται υπεροχή των αιτητριών έναντι των ενδιαφερομένων μερών, πλην του Ε.Μ., Χρ. Μακρομάλλη, εφ' όσον αυτές είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σε αντίθεση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, οι οποίοι είναι κάτοχοι διπλωμάτων δεύτερου επιπέδου, χωρίς ενδιάμεσο πρώτο καταληκτικό τίτλο.
Η προσφυγή θα πρέπει να επιτύχει. Εφ' όσον ο Διευθυντής κατά τη σύστασή του υπέρ των ενδιαφερομένων μερών, όπως και η Επιτροπή στη συνέχεια, ασχολήθηκαν και έλαβαν υπ' όψιν επιπρόσθετα προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης, θεωρώντας ότι μόνο το Ε.Μ.5 Μακρομάλλης και ένας άλλος υποψήφιος είναι κάτοχοι τέτοιων προσόντων, προκύπτει ότι η εισήγηση των αιτητριών ότι δεν διεξήχθη δέουσα έρευνα ως προς τα ακαδημαϊκά προσόντα τους και συνεπώς τόσο ο Διευθυντής, όσο και η Επιτροπή, ενήργησαν πεπλανημένα ως προς το θέμα των προσόντων, είναι βάσιμη (Χριστάκης Χαραλαμπίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 327/06 κ.ά. ημερ. 6.7.2007).
Είναι αξιοσημείωτο ότι τα σχέδια υπηρεσίας δεν απαιτούν ακαδημαϊκά προσόντα ώστε να τίθεται και θέμα πρόσθετων σχετικών προσόντων, πλην όμως, τόσο ο Διευθυντής, όσο και η Επιτροπή, αποφάσισαν να ασχοληθούν με αυτά. Όπως επισημαίνεται στην υπόθεση Χαραλαμπίδης, ανωτέρω, εφ' όσον ο Διευθυντής και η Επιτροπή επέλεξαν να επεκταθούν και σε άλλα στοιχεία, εκτός των απαιτουμένων από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντων, όφειλαν να είχαν λάβει υπ' όψιν και συνσταθμίσει τα ανάλογα προσόντα και των υπόλοιπων υποψηφίων.»
Ο συνήγορος της εφεσείουσας τόνισε με έμφαση ότι η εφεσίβλητη 1 ενημέρωσε την ΕΔΥ περί της αναγνώρισης του τίτλου της ως μεταπτυχιακού επιπέδου Master από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. την 24/9/09. Συνεπώς ο Διευθυντής και η ΕΔΥ, κατά τον ουσιώδη χρόνο που ήταν η 8/12/08 και 9/12/08 ότε έγιναν οι σχετικές συνεδριάσεις της ΕΔΥ δεν είχαν υπόψη τους το θέμα αυτό. Ακόμη η δημοσίευση των προαγωγών στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας έγινε στις 23/1/09. Διερωτάται συνεπώς ο συνήγορος πως μπορούσε η ΕΔΥ να λάβει υπόψη της, την εν λόγω αναγνώριση του ΚΥΣΑΤΣ εφόσον δεν ήταν ενώπιον της κατά το χρόνο που λάμβανε την προσβαλλόμενη απόφαση. Ήταν περαιτέρω η θέση του ότι η ΕΔΥ δεν είχε υποχρέωση ν' αποταθεί στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.
Όσον αφορά την εφεσίβλητη 2 εισηγήθηκε τα ίδια λαμβάνοντας υπόψη ότι γι' αυτήν δεν υπάρχει καμιά απολύτως αναγνώριση από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.
Αντίθετη ήταν η τοποθέτηση της συνηγόρου των εφεσίβλητων. Σύμφωνα με αυτή στο φάκελο αμφοτέρων υπήρχαν οι τίτλοι τους, η εφεσίβλητη 1 με επιστολή της ημερ. 8/10/08 ενημέρωσε την ΕΔΥ ότι είχε ζητήσει την αναγνώριση του τίτλου της, που να σημειωθεί είναι παρόμοιος με αυτόν της εφεσίβλητης 2, ως μεταπτυχιακού επιπέδου Master. Παρόλα ταύτα η ΕΔΥ δεν ασχολήθηκε καθόλου με το θέμα, γεγονός που την οδήγησε να λειτουργήσει με πλάνη περί τα πράγματα.
Όπως διαπιστώνεται στους προσωπικούς φακέλους των εφεσίβλητων υπάρχουν πιστοποιητικά ότι αυτές έτυχαν του διπλώματος του Τμήματος «Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών», η μεν πρώτη της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η δε δεύτερη του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου. Αμφότερες αποφοίτησαν το 1990.
Η έρευνα του διοικητικού οργάνου κρίνεται επαρκής εφόσον επεκτείνεται στην διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Μotorways Ltd. v. Υπουργού Οικονομικών κ.α. (1993) 3 ΑΑΔ 47, 52). Η υποχρέωση αυτή είναι, sine qua non προϋπόθεση για την εγκυρότητα της διοικητικής πράξης (βλ. άρθρο 45(Ι) του Ν. 158(Ι)/99, Δημοκρατία ν. Πανταζή (1991) 3 ΑΑΔ 47, 52). Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και δειρεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα. (Βλ. Ευαγόρας Νικολαϊδης και Άλλοι ν. Δρα Μιχαλάκη Μηνά κ.α. (1994) 3 ΑΑΔ 321, ΕΕΥ ν. Ζάμπογλου (1997) 3 ΑΑΔ 270, 276). Παρόλο που θεωρητικά είναι σχεδόν πάντα πιθανή η αναζήτηση περαιτέρω στοιχείων για ένα συμβάν, αυτό δεν είναι το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας που διεξάγεται αλλά η δυνατότητα εξαγωγής ασφαλών ευρημάτων απ' αυτά, εφόσον γίνονται δεκτά (βλ. Νικολαϊδης κ.α. ν. Μηνά (ανωτέρω) και ΕΕΥ ν. Ζάμπογλου (ανωτέρω).
Η έκταση της έρευνας εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Σύμφωνα με το τεκμήριο της κανονικότητας, τεκμαίρεται ότι η διοίκηση, η οποία είχε ενώπιον της τους διοικητικούς φακέλους, έκανε την αναγκαία έρευνα. Όμως το τεκμήριο της κανονικότητας παραμερίζεται αν τα γεγονότα της υπόθεσης δεικνύουν προς την αντίθετη κατεύθυνση (βλ. Μουρούζης ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 543, 548).
Στην παρούσα υπόθεση όπως έχει λεχθεί οι τίτλοι των εφεσιβλήτων βρίσκονταν στους αντίστοιχους προσωπικούς φακέλους τους και η εφεσίβλητη 1, την 8/10/08, ήτοι πριν τον ουσιώδη χρόνο που ήταν η 8/12/08, πληροφόρησε μέσω του Διευθυντή την ΕΔΥ για υποβολή της αίτησης της γι' αναγνώριση του τίτλου της ως ισότιμου με μεταπτυχιακό Δίπλωμα επιπέδου Master. Για χάρη πληρότητας αναφέρεται ότι η αναγνώριση του από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. κοινοποιήθηκε στις 21/9/09 στην εφεσίβλητη 1 και αυτή με τη σειρά της την κοινοποίησε στην ΕΔΥ την 24/9/09.
Η νομολογία στην οποία αναφέρθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας υποστηρίζει τη θέση ότι η πιστοποίηση προσόντος δεν βαρύνει το διοικητικό όργανο, πλην όμως η θέση αυτή δεν βοηθά την εφεσείουσα. Το εξεταζόμενο θέμα είναι κατά πόσο ο Διευθυντής και η ΕΔΥ κατά τη σύσταση και εξέταση αντίστοιχα προέβησαν στη δέουσα έρευνα ως προς τα ακαδημαϊκά προσόντα των εφεσιβλήτων. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά των συνεδριάσεων της Επιτροπής, αυτή ουδόλως ασχολήθηκε με αυτά. Έπεται πως συμφωνούμε με την κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου «ότι δεν διεξήχθη δέουσα έρευνα ως προς τα ακαδημαϊκά προσόντα τους και συνεπώς τόσο ο Διευθυντής, όσο και η Επιτροπή, ενήργησαν πεπλανημένα ως προς το θέμα των προσόντων ..».
Τα πιο πάνω λαμβάνουν ακόμη μεγαλύτερη διάσταση έχοντας υπόψη ότι τόσο ο Διευθυντής αλλά και η Επιτροπή σε σχέση με το Ε.Μ.5, κ. Χρ. Μακρομάλλη, αναφέρθηκαν σε κατοχή από αυτό επιπρόσθετου προσόντος παρόλο που δεν απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας. Το θεώρησαν δε ως πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν με αποτέλεσμα η Επιτροπή να τον κρίνει ότι «υπερέχει όλων των υπόλοιπων μη επιλεγέντων υποψηφίων σε προσόντα».
Ως αποτέλεσμα ο πρώτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Αναφορικά με τον δεύτερο λόγο έφεσης, αφού εξετάσαμε όλα όσα ανέφερε ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας κρίνουμε ότι είναι εντελώς ανεδαφικός. Το πρακτικό της Επιτροπής ημερ. 9/12/08 όπως και το σχέδιο υπηρεσίας που επισυνάφθηκε στην ένσταση ως Παράρτημα 5, δεν υποστηρίζουν το λόγο αυτό.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Π. Αρτέμης, Π.
Ε. Παπαδοπούλου, Δ.
Κ. Παμπαλλής, Δ.
Κ. Κληρίδης, Δ.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
/ΚΑΣ