ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 3 ΑΑΔ 589
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 140/2005 και 144/2005).
(Υπόθεση Αρ. 720/2004)
18 Δεκεμβρίου, 2007
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ,
ΦΩΤΙΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στών]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Εφεσείουσα/Καθ'ης η αίτηση
ν.
ΠΑΝΙΚΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ
Εφεσίβλητου/Αιτητή
ΣΑΒΒΑΣ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ
Εφεσείοντας/Ενδιαφερόμενο Μέρος
ν.
ΠΑΝΙΚΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ
Εφεσιβλήτου/Αιτητή
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ' ης η αίτηση
Ε. Παπαγεωργίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για την εφεσείουσα.
Ξ. Ευγενίου για Α.Σ. Αγγελίδη για τον εφεσείοντα.
Α. Κωνσταντίνου για τον εφεσίβλητο.
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης Ανώτερου Λειτουργού Επιθεώρησης Εργασίας, Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας, απαιτεί και πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) έκρινε πως ο Σ. Κλεάνθους (ο ενδιαφερόμενος) κατέχει το προσόν επειδή είχε «πιστοποιητικό επιτυχίας σε σχετικές εξετάσεις» και, μετά από σύγκριση, αφού κατέληξε πως ήταν ο καταλληλότερος, αποφάσισε την προαγωγή του. Το πιστοποιητικό που η ΕΔΥ είχε υπόψη της ήταν το ΤΟΕFL και πρωτοδίκως κρίθηκε πως, υπό τα δεδομένα, δεν εξαγόταν από αυτό τεκμήριο γνώσης στο απαιτούμενο επίπεδο. Οπότε, εξαιτίας της παράλειψης διεξαγωγής της οφειλόμενης έρευνας, η προαγωγή ακυρώθηκε. Αυτό είναι και τώρα το θέμα των εφέσεων που άσκησαν η Δημοκρατία και ο ενδιαφερόμενος.
Η ΕΔΥ είχε καλό λόγο να στρέψει την προσοχή της προς την κατεύθυνση διεξαγωγής επί τούτου έρευνας και, αναλόγως, σε περαιτέρω χειρισμό. Εννοούμε τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως την παραθέτει και ο συνάδελφός μας στην πρωτόδικη απόφαση. Στην Χατζηγιάννη και άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 317, η Ολομέλεια εξήγησε την ανάγκη να στοιχειοθετείται η απαιτούμενη γνώση στο γραπτό και στον προφορικό λόγο. Και στη Συμεωνίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 145, πως ακριβώς το πιστοποιητικό TOEFL στο οποίο αναγραφόταν και πως δεν είχε γίνει γραπτή δοκιμασία, (writing test not administered), δεν δικαιολογείτο να στηρίξει, χωρίς άλλη έρευνα, τεκμήριο γνώσης. Επίσης και τη Μαρία Αντωνίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Προσφυγή 162/00, ημερομηνίας 20.9.01 σε σχέση με το ίδιο ακριβώς πιστοποιητικό, που επιπρόσθετα επικαλέστηκε ο εφεσίβλητος.
Αντ' αυτού η ΕΔΥ περιορίστηκε σε ό,τι θεώρησε ότι κατά τεκμήριο προέκυπτε από το πιστοποιητικό το οποίο, μάλιστα, αποκτήθηκε το 1989, δηλαδή πολλά χρόνια πριν τον ουσιώδη χρόνο, και σ' αυτό αναγράφεται ότι «scores more than two years old cannot be verified». Αυτή η κρίση συζητήθηκε με παραπομπή και σε Εγκύκλιο της ΕΔΥ πως εξασφάλιση αυτού του πιστοποιητικού με τουλάχιστον 550 μονάδες - ο ενδιαφερόμενος εξασφάλισε ακριβώς 550 μονάδες - σημαίνει πολύ καλή γνώση. Για να αναπτυχθούν και επιχειρήματα ως προς τη δυνατότητα καθιέρωσης τεκμηρίου με εγκύκλιο. Το θέμα όμως δεν είναι αυτό. Όπως επισημάνθηκε και πρωτοδίκως, με παραπομπή και στην Μακρίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 581, ασφαλώς είναι δυνατό να προκαθοριστεί, με εγκύκλιο, η γενική στάση του διοικητικού οργάνου. Αυτό όμως δεν παράγει και εξωτερική δέσμευση ώστε εκείνο που ενδεχομένως δεν αρκεί όταν διαπιστώνεται με κρίση ad hoc, να προσλαμβάνει αυξημένη ή, πολύ λιγότερο, απόλυτη ισχύ, επειδή διατυπώθηκε από το ίδιο όργανο, εκ των προτέρων.
Τα μέρη συζήτησαν την επάρκεια του πιστοποιητικού, από τη συζητούμενη άποψη, με αναφορά και σε όσα το καθένα θεωρούσε ότι οδηγεί στην απόκτηση του πιστοποιητικού με τις όποιες μονάδες. Μάλιστα, με αναφορά και σε έγγραφα που επισυνάφθηκαν στις αγορεύσεις και που δεν ήταν ενώπιον της ΕΔΥ. Είναι, όμως, στοιχειώδες πως το Ανώτατο Δικαστήριο δεν προβαίνει επί τέτοιων θεμάτων σε πρωτογενείς διαπιστώσεις και, βεβαίως, εδώ λείπει οποιοδήποτε στοιχείο που να δικαιολογεί απόδοση στην ΕΔΥ διαπίστωσης όσων προτείνονται ως γεγονότα αλλά και ως συναφείς σκέψεις. Και εν προκειμένω αναγράφεται στο πιστοποιητικό του ενδιαφερομένου, μάλιστα πάνω από την ένδειξη «test of written English» η ένδειξη «writing test not administered» και, στο πλαίσιο του συνόλου, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε πως, χωρίς περαιτέρω έρευνα, ήταν ευλόγως επιτρεπτό να θεωρηθεί ότι από αυτό προέκυπτε η απαιτούμενη γνώση.
Ο ενδιαφερόμενος επικαλείται και τεκμήριο κατοχής της πολύ καλής γνώσης ενόψει της θέσης που ήδη κατέχει. Χωρίς όμως καμιά τεκμηρίωση, ιδιαίτερα και ενόψει της ρητής αναφοράς στην πρωτόδικη απόφαση πως δεν προέκυπτε τεκμήριο κατοχής του απαιτούμενου προσόντος εκ των προηγούμενων θέσεων που κατείχε. Σημειώνουμε, συναφώς πως ο εφεσίβλητος είχε επικαλεστεί τα σχετικά σχέδια υπηρεσίας από τα οποία προέκυπτε πως, όπως αυτά ίσχυαν όταν ο ενδιαφερόμενος κατέλαβε τις προηγούμενες θέσεις, δεν απαιτείτο πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας. Επίσης πως ούτε καν η ΕΔΥ θεώρησε πως προέκυπτε τεκμήριο τέτοιας φύσης και πως, βεβαίως, η Δημοκρατία δεν προώθησε τέτοιο θέμα.
Καταλήγουμε πως η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή και οι εφέσεις απορρίπτονται με £400 έξοδα η κάθε μια εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ του εφεσιβλήτου.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
Γ. Νικολάου, Δ.
Ρ. Γαβριηλίδης, Δ.
Μ. Φωτίου, Δ.
Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
ΜΣι.