ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Μιχαηλίδου, Δέσπω Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Π. Αριστοτέλους, για τον εφεσείοντα. Ε. Παπαλοΐζου (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2016-06-14 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΙΧΑΛΗ ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση 288/2015, 14/6/2016 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2016:D279

(2016) 2 ΑΑΔ 497

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Ποινική Έφεση 288/2015

 

14 Iουνίου 2016

 

 

(ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΔ.)

 

 

ΜΙΧΑΛΗ ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ

Εφεσείοντα

ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσίβλητης

---------

 

Π. Αριστοτέλους, για τον εφεσείοντα.

Ε. Παπαλοΐζου (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την εφεσίβλητη.

 

-----------

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:    Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο

                                 Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

-----------

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Στις 27.10.2015, μετά από παραδοχή του εφεσείοντα, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού του επέβαλε συντρέχουσες, μεταξύ τους, ποινές φυλάκισης έξι, εννέα και ενός μηνός (σύνολο 9 μήνες) σε κατηγορίες κατοχής 17.5969 γραμ. κοκαΐνης, κατοχής της ίδιας ποσότητας με σκοπό την προμήθεια και χρήσης κοκαΐνης, αντιστοίχως.  Το Δικαστήριο όρισε όπως η έκτιση της παραπάνω ποινής αρχίσει μετά τη λήξη ποινής φυλάκισης 3 ½ ετών που ήδη εξέτιε και συνεχίζει να εκτίει, η οποία του είχε επιβληθεί στις 28.7.2015 από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στην υπόθεση υπ΄αρ. 31903/2014.  Στην υπόθεση εκείνη καταδικάστηκε για τα αδικήματα της συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος, ήτοι προμήθειας ελεγχομένου φαρμάκου και της πραγματικής σωματικής βλάβης που προκάλεσε σε αστυνομικό της ΥΚΑΝ στην προσπάθειά του να διαφύγει τη σύλληψη. 

 

Το Δικαστήριο διέταξε τη διαδοχική έκτιση των ποινών προφανώς χάριν σαφήνειας, εφόσον ήδη δια του άρθρου 117(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 ορίζεται ότι η ποινή φυλάκισης που επιβάλλεται σε πρόσωπο που ήδη καταδικάστηκε σε φυλάκιση, αρχίζει να εκτίεται μετά τη λήξη της προηγούμενης ποινής, εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά.  H απόφαση του Δικαστηρίου για διαδοχική έκτιση των ποινών βασίστηκε επί της θέσης που προώθησε ρητά και ο συνήγορος υπεράσπισης ότι οι δύο υποθέσεις αφορούσαν διαφορετικά αδικήματα.  Ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου δε, δεν είχε τεθεί ότι το σκοπούμενο, υπό συνομωσία, κακούργημα ήταν η προμήθεια ελεγχομένου φαρμάκου, ούτε και πως η σωματική βλάβη αφορούσε αστυνομικό της ΥΚΑΝ, όπως αναφέρεται ανωτέρω. Έγινε απλώς αναφορά σε συνομωσία και πρόκληση σωματικής βλάβης.

 

Οι περαιτέρω λεπτομέρειες τέθηκαν  στα πλαίσια της παρούσας έφεσης με την οποία ο εφεσείοντας προσβάλλει το διαδοχικό της έκτισης των δύο ποινών ως αποτέλεσμα εσφαλμένης άσκησης διακριτικής ευχέρειας.  Τέτοια όμως εισήγηση είναι μετέωρη, εφόσον δεν τέθηκαν ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου τα γεγονότα που επικαλείται τώρα ο εφεσείοντας για να εισηγηθεί εσφαλμένη άσκηση διακριτικής ευχέρειας.

 

Εφόσον όμως τίθεται θέμα παραβίασης της αρχής της συνολικότητας της ποινής, επίκεντρο της οποίας είναι, όπως παρατηρήθηκε στην Σάββας Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας (2004) 2 ΑΑΔ 443, η αποφυγή υπέρμετρης ή δυσανάλογης ποινής στα πλαίσια της αναλογικότητας της τιμωρίας προς το έγκλημα, ασχέτως αν το ποινικό μέτρο επιβάλλεται από το ίδιο ή από διαφορετικό Δικαστήριο[1], έννοιας που έχει έρεισμα στις θεμελιακές αρχές του δικαίου και αναγνώριση στο Σύνταγμα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, θα εξετάσουμε το παράπονο του εφεσείοντα, όχι υπό την έννοια της διόρθωσης σφάλματος του πρωτοδίκου Δικαστηρίου, αλλά υπό την έννοια ενδεχομένου αναθεώρησης με βάση τα στοιχεία που τώρα τέθηκαν ενώπιον μας.

 

Αλλά ακόμα και έτσι, παρά τον ισχυρισμό ότι πρόκειται για αδικήματα της ίδιας φύσεως, ο εφεσείων δεν έχει στοιχειοθετήσει ότι παραβιάστηκε η αρχή της συνολικότητας της ποινής.  Δεν έχει τεθεί ενώπιον μας η απόφαση του Κακουργιοδικείου, όπως είχε τεθεί στην υπόθεση Χριστοφόρου, ούτε τέθηκαν λεπτομέρειες των αδικημάτων της άλλης υπόθεσης.  Όταν εγείρεται ζήτημα παραβίασης της αρχής της συνολικότητας της ποινής, τίθεται θέμα εκτίμησης της συνολικής ποινής ως υπέρμετρης, διεργασία που προϋποθέτει επίγνωση της συνολικής εικόνας όπως αποκαλύπτεται από το ιστορικό και των δύο υποθέσεων.  Το υπέρμετρο ή το δυσανάλογο της ποινής ως προς τη συνολική ποινική ευθύνη του δράστη, δεν μπορεί να αξιολογηθεί χωρίς το Δικαστήριο να έχει υπόψη του τη συνολική εικόνα.

 

Ο εφεσείων είχε δικαίωμα, με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 81 του Κεφ. 155 να ζητήσει όπως η παρούσα ληφθεί υπόψη από το Κακουργιοδικείο στην ποινή που του επέβαλε στις 28.7.2015, σε χρόνο που η παρούσα εκκρεμούσε.  Δεν το έπραξε, εφόσον τη δεύτερη και σοβαρότερη κατηγορία την παραδέχθηκε αργότερα, στις 13.10.2015.  Στην υπόθεση Χριστοφόρου, ανωτέρω, ελέχθη ότι το γεγονός πως η υπόθεση, ήσσονος βαρύτητας, θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη κατά την επιβολή ποινής από το Κακουργιοδικείο, δεν μπορούσε να επενεργήσει εις βάρος του κατηγορούμενου όταν αυτός, όπως εν προκειμένω, τιμωρήθηκε με διαδοχικές ποινές.  Εκεί όμως προκύπτει πως η αρχική μη παραδοχή του μπορεί να μην ήταν ασύνδετη με το γεγονός ότι στο τέλος απεσύρθηκαν δύο από τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε λόγω ανεπαρκούς μαρτυρίας και παραδέχτηκε τότε τις άλλες δύο που παρέμειναν. 

 

Εν προκειμένω, απλώς ο κατηγορούμενος επέλεξε να παραδεχθεί την δεύτερη κατηγορία σε χρόνο τέτοιο που δεν μπορούσε πλέον η παρούσα υπόθεση να ληφθεί υπόψη στην άλλη.  Τούτο έχει τη σημασία ότι ο εφεσείων δεν αξιοποίησε την πραγματική δυνατότητα που υπήρχε να ληφθεί υπόψη η παρούσα, αφήνοντας, κατ΄επιλογή του όπως προκύπτει, τα πράγματα να κριθούν εκ των υστέρων με βάση τον υποθετικό συλλογισμό για το πώς θα ενεργούσε το Κακουργιοδικείο στην περίπτωση που θα του εζητείτο να λάβει υπόψη και την παρούσα υπόθεση.  Όπως υπεδείχθη, με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία, στην υπόθεση Βέλιου ν. Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 76, ενώ είναι δυνατό να αποτελέσει λόγο για μείωση της ποινής το γεγονός ότι η μεταγενέστερη υπόθεση δεν λήφθηκε υπόψη σε προηγούμενη ποινή, ωστόσο «δεν είναι βέβαιο σε μια τέτοια περίπτωση ποια θα ήταν η ποινή που θα επιβαλλόταν στην προηγούμενη υπόθεση αν είχε ζητηθεί μεταγενέστερη υπόθεση να ληφθεί υπόψη και δεν λήφθηκε».  Εν προκειμένω το Δικαστήριο θα επέβαλλε την ίδια ποινή, ή θα την επαύξανε ουσιωδώς;  Γι΄αυτό το καίριο ερώτημα δεν μπορούμε να τοποθετηθούμε με τον τρόπο που ο εφεσείων εισηγείται εφόσον, ως άνω, δεν έθεσε ενώπιον μας και πολύ περισσότερο ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου, τη συνολική εικόνα.  Υπ΄αυτή την έννοια δεν έχει στοιχειοθετήσει το παράπονό του. 

 

Εν πάση περιπτώσει, με κριτήριο τα όσα τέθηκαν ενώπιόν μας από την υπόθεση του Κακουργιοδικείου και τη σοβαρότητα των αδικημάτων της παρούσας που αφορούν σε κατοχή ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Α, κοκαΐνης, με σκοπό την προμήθεια, δεν έχει πείσει ότι η συνολική ποινική μεταχείρισή του είναι υπέρμετρη.  Κριτήριο για παρέμβαση του Εφετείου παραμένει το εκδήλως υπερβολικό της ποινής θεωρούμενης εν προκειμένω συνολικά.  Αυτή ήταν η προσέγγιση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Θεοδώρου ν. Δημοκρατίας (2011) 2 ΑΑΔ 376,  όπου ο εφεσείων εξέτιε ήδη ποινή φυλάκισης 6 ετών για σοβαρά αδικήματα, που είχε διαπράξει μετά τη διάπραξη των αδικημάτων, παρομοίας φύσεως, που αφορούσαν την υπό εξέταση περίπτωση.  Προηγήθηκε η εκδίκαση πρώτα της άλλης υπόθεσης, μετά από αίτημα του εφεσείοντα.  Ακολούθως, όταν μετά από ακροαματική διαδικασία του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 5 ετών για τη δεύτερη υπόθεση, το Κακουργιοδικείο διέταξε όπως η έκτιση της ποινής αυτής αρχίσει από την ημέρα επιβολής της και όχι από το χρόνο κράτησής του.    Η διαταγή αυτή προσεβλήθη κατ΄έφεση ως αντίθετη προς την αρχή της συνολικότητας της ποινής.  Το Εφετείο, όμως, αναφερόμενο στη φύση των αδικημάτων, έκρινε ότι η ποινή δεν ήταν έκδηλα υπερβολική ώστε να παραβιάζεται η αρχή της συνολικότητας.  Τέτοια είναι, εν πάση περιπτώσει, η κατάληξή μας και εν προκειμένω.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

 

                                                                   Στ. Ναθαναήλ, Δ.

 

                                                                   Δ. Μιχαηλίδου, Δ.

 

                                                                   Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ»Π



[1] Φράγκου ν. Αστυνομίας (2011) 2 ΑΑΔ 13 και Ν.Ν. ν. Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ 762.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο