ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:B517
(2015) 2 ΑΑΔ 502
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Εφεση Αρ. 44/2014)
10 Ιουλίου, 2015
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
FOTIOU BROS SHIPPING LTD,
Εφεσείουσα,
ν.
EXANTAS MARINE ENTERPRISES LTD,
Εφεσίβλητης.
_ _ _ _ _ _
Χ. Φωτίου, για την Εφεσείουσα/Αιτήτρια.
Αδ. Πετρίδης, για την Εφεσίβλητη/Καθ΄ ης η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Αίτηση ημερ. 18.7.2014 γι΄ αναστολή εκτέλεσης χρηματικής ποινής και διατάγματος αποζημίωσης που επιβλήθηκαν από το πρωτόδικοΔικαστήριο στην Ποινική Υπόθεση 27459/2008, Ε.Δ. Λευκωσίας στις 11.2.2014
_ _ _ _ _ _
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τον Παρπαρίνο, Δ.
_ _ _ _ _ _
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η εφεσείουσα/αιτήτρια στις 31.10.2013 στην ποινική υπόθεση 27459/2008 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας κρίθηκε ένοχη, μαζί με δύο άλλους συγκατηγορούμενούς της, που ήταν Διευθυντές και μέτοχοι της, σε τρεις κατηγορίες για πρόκληση μη εξόφλησης επιταγής χωρίς εύλογη αιτία, κατά παράβαση των άρθρων 305Α(2) και 20 του Ποινικού Κώδικα. Στις 11.2.2014 το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε και επέβαλε στην αιτήτρια/κατηγορούμενη χρηματικές ποινές ύψους €700, €850 και €850 αντίστοιχα στις τρεις κατηγορίες. Περαιτέρω εξέδωσε εναντίον της Διάταγμα Αποζημίωσης και συγκεκριμένα όπως καταβάλει στην παραπονούμενη, αποζημίωση ύψους €6000 σε έκαστη κατηγορία, ήτοι συνολικά €18000. Διά χάριν πληρότητας αναφέρεται ότι στους δύο συγκατηγορούμενους επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης.
Η αιτήτρια εφεσίβαλε τόσο την καταδίκη όσο και τις ποινές που της επιβλήθηκαν. Η έφεση φέρει τον αριθμό 44/2014 και εκκρεμεί ενώπιόν μας. Με την υπό εξέταση αίτηση αιτείται την αναστολή εκτέλεσης τόσο των χρηματικών ποινών που της επιβλήθηκαν όσο και των Διαταγμάτων αποζημίωσης.
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη ο εκ των συγκατηγορουμένων της αιτήτριας στην πρωτόδικη ποινική διαδικασία και Διευθυντής της κ. Χάρης Φωτίου. Σύμφωνα με αυτόν η αιτήτρια στις 7.7.2008 εξέδωσε και παρέδωσε στην εφεσίβλητη τις ακόλουθες πέντε επιταγές:
(1) Την υπ΄ αριθμό 98681051 για το ποσό των €17000.
(2) Την υπ΄ αριθμό 98681052 για το ποσό των €17000.
(3) Την υπ΄ αριθμό 98681053 για το ποσό των €16000.
(4) Την υπ΄ αριθμό 98681054 για το ποσό των €22000.
(5) Την υπ΄ αριθμό 98681055 για το ποσό των €22000.
Στις 21.8.2008 η αιτήτρια με επιστολή της προς την τράπεζα στην οποία απευθύνοντο οι πέντε επιταγές «απαγόρευσε την πληρωμή τους». Ως αποτέλεσμα διά την πρώτη επιταγή που ήταν πληρωτέα την 25.8.2008 καταχωρήθηκε εις το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας η ποινική υπόθεση 16981/2008, η οποία κατέληξε στην καταδίκη της αιτήτριας και εν συνεχεία απόρριψη έφεσής της που ακολούθησε. Διά τη δεύτερη επιταγή καταχωρήθηκε επίσης στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας η ποινική υπόθεση 19531/2008 από την οποία αθωώθηκε η αιτήτρια, όχι διά λόγους ουσίας της κατηγορίας που αντιμετώπιζε αλλά διότι κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η καταχώρηση και προώθηση περισσότερων της μιας ποινικής υπόθεσης δημιουργούσε καταπίεση στους κατηγορούμενους και εγκυμονούσε κινδύνους έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων. Διά τις υπόλοιπες τρεις επιταγές καταχωρήθηκαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας οι ποινικές υποθέσεις υπ΄ αριθμό 27459/2008, 1365/2010 και 1422/2010 αντίστοιχα. Οι δύο εξ αυτών ανεστάλησαν από το Γενικό Εισαγγελέα, κατόπιν αιτήματος της εφεσίβλητης ημερ. 14.9.2011, και οι κατηγορίες που αντιμετώπιζαν οι κατηγορούμενοι προσετέθησαν στην ποινική υπόθεση 27459/2008 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, καθ΄ ότι αφορούσαν την ίδια σειρά γεγονότων και τους ίδιους κατηγορούμενους, ήτοι την αιτήτρια και τους δύο Διευθυντές της. Όπως αναφέρθηκε στην αρχή της απόφασής μας το πρωτόδικο Δικαστήριο στην υπόθεση αυτή καταδίκασε και τους τρεις κατηγορούμενους και επέβαλε στην αιτήτρια χρηματικές ποινές και εξέδωσε περαιτέρω εναντίον της Διάταγμα αποζημίωσης της παραπονούμενης εταιρείας/εφεσίβλητης.
Ακολούθως ο ομνύων προβάλλει τα ακόλουθα, τα οποία συνιστούν και το νομικό πυρήνα του αιτήματος της αιτήτριας. Σύμφωνα λοιπόν με αυτόν, επειδή οι πέντε επιταγές εξεδόθησαν την ίδια ημέρα για ένα και μόνο λόγο και επειδή και οι πέντε ανακλήθηκαν για τους ίδιους λόγους και επειδή στις τρεις ποινικές υποθέσεις (αρ. 16981/2008, 19531/2008 και 27459/2008) τα γεγονότα που κατατέθηκαν από την παραπονούμενη/κατήγορο ήταν τα ίδια και ακόμη τα γεγονότα που περιβάλλουν τις πιο πάνω ποινικές υποθέσεις αλλά και εφέσεις που ακολούθησαν είναι ακριβώς τα ίδια είναι της γνώμης ότι:
(α) Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην υπ΄ αριθμό 27459/2008 αγνόησε παντελώς ότι τα γεγονότα ήταν τα ίδια σ΄ όλες τις διαδικασίες και λανθασμένα θεώρησε ότι μπορούσε να επανακαταδικάσει επί των ιδίων γεγονότων για το ίδιο αδίκημα που η αιτήτρια και Διευθυντές της καταδικάστηκαν και τους επιβλήθηκε ποινή στην υπ΄ αριθμό 16981/2008.
(β) Καταδικάστηκαν στην ποινική υπόθεση 27459/2008 κατά παράβαση της ειδικής υπεράσπισης autrefois convict.
Στήριξε τα πιο πάνω και στα άρθρα 12.2 του Συντάγματος, άρθρο 19 του Ποινικού Κώδικα, άρθρο 35 της Ποινικής Δικονομίας και άρθρο 4 του 7ου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.
Περαιτέρω είναι η θέση του ότι τα εκδοθέντα στην υπόθεση 27459/2008 Διατάγματα αποζημίωσης είναι παράνομα καθ΄ ότι εξεδόθησαν χωρίς την συγκατάθεση της αιτήτριας.
Στις 14.7.2014 επιδόθηκε στην αιτήτρια διάταγμα κατάσχεσης και εκποίησης κινητής περιουσίας προς εξόφληση των παρανόμως εκδοθέντων Διαταγμάτων αποζημίωσης και παρανόμως επιβληθέντων χρηματικών ποινών παρά τη γνωστοποίηση της εκκρεμοδικίας της παρούσης έφεσης (αρ. 44/2014).
Διά τους πιο πάνω λόγους αιτείται την αναστολή της χρηματικής ποινής και Διαταγμάτων αποζημίωσης μέχρι την εκδίκαση της πιο πάνω έφεσης.
Η εφεσίβλητη με την ένστασή της προβάλλει ότι η αίτηση είναι αβάσιμη υποστηριζόμενη από ελλιπή και παραπλανητική ένορκο δήλωση και η καταχώρηση έφεσης δεν δικαιολογεί αναστολή εκτέλεσης της πρωτόδικης απόφασης. Επίσης προβάλλεται ότι δεν είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης η αιτούμενη αναστολή λαμβάνοντας υπ΄ όψη ότι εκκρεμούν και άλλα εντάλματα κινητών υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας. Η αίτηση κατεχωρήθη καθυστερημένα χωρίς δικαιολόγηση και θα ήταν ορθότερο αυτή να καταχωρείτο στο πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο εξέδωσε και την προσβαλλόμενη απόφαση. Διαζευκτικά γίνεται εισήγηση ότι σε περίπτωση που εγκριθεί η αίτηση θα πρέπει να συνοδεύεται με όρους που θα εξασφαλίζουν την εκτέλεση της απόφασης μετά το πέρας της απόφασης.
Την ένσταση συνοδεύει ένορκος δήλωση του κ. Παντελή Αναστάση, Διευθυντή της εφεσίβλητης, ο οποίος με αναφορά σε γεγονότα και άλλο υλικό στηρίζει και διασαφηνίζει τους λόγους ένστασης. Δεν κρίνεται απαραίτητη η καταγραφή της με λεπτομέρειες.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι ανέπτυξαν ενώπιόν μας τις θέσεις των διαδίκων που εκπροσωπούν και υποστήριξαν με θέρμη το δίκαιο των πελατών τους, όπως αυτοί έκριναν ότι ήταν ορθό.
Η αίτηση στηρίζεται στο άρθρο 47 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν. 14/60 όπως τροποποιήθηκε και στο άρθρο 147(3) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155. Η τελευταία νομοθετική διάταξη δεν προσφέρεται στον αιτητή καθ΄ ότι αυτή ρυθμίζει άλλη κατάσταση πραγμάτων και συγκεκριμένα την περίπτωση όπου το Ανώτατο Δικαστήριο διατάσσει την επανεκδίκαση της υπόθεσης ότε κέκτηται την εξουσία εκτός των άλλων να διατάξει και την αναστολή πληρωμής οποιασδήποτε χρηματικής ποινής είχε επιβληθεί (βλ. Ποινική Δικονομία, 2η αναθεωρημένη έκδοση του Γ. Πική, σελ. 339). Το άρθρο 47 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60 επίσης δεν παρέχει πρόσβαση στην αιτούμενη θεραπεία. Το άρθρο 47 έχει ως ακολούθως:
«47. Η απόφασις οιουδήποτε δικαστηρίου, επιφυλασσομένης οιασδήποτε εν αυτή περιεχομένης αντιθέτου διαταγής και ασχέτως του γεγονότος ότι αύτη έχει ληφθή επί παραλείψει υποβολής εγγράφων προτάσεων ή εμφανίσεως οιουδήποτε διαδίκου, θα είναι δεσμευτική δι΄ όλους τους διαδίκους ευθύς ως αύτη εκδοθή, ασχέτως προς οιανδήποτε έφεσιν κατ΄ αυτής, αλλά το δικαστήριον υπό του οποίου εκδίδεται η τοιαύτη απόφασις, ή οιονδήποτε δικαστήριον έχον δικαιοδοσίαν να εκδικάση κατ΄ έφεσιν την τοιαύτην απόφασιν δύναται καθ΄ οιονδήποτε χρόνον, εάν θεωρήση τούτο πρέπον, και ασχέτως προς το εάν εξεδόθη ή μη διάταγμα προς εκτέλεσιν αυτής, να διατάξη όπως ανασταλή η εκτέλεσις της τοιαύτης αποφάσεως, διά τοσούτον χρονικόν διάστημα και υπό τοιούτους όρους ή άλλως, ως ήθελε κρίνει ορθόν το τοιούτον δικαστήριον.»
Σύμφωνα με το πιο πάνω άρθρο, αναστολή χωρεί σε σχέση μόνο με την εκτέλεση απόφασης Δικαστηρίου που ασκεί πολιτική δικαιοδοσία. Το λεκτικό του άρθρου δεν επιτρέπει την εφαρμογή του σε απόφαση επιβολής χρηματικής ποινής ή Διατάγματος αποζημίωσης από Ποινικό Δικαστήριο.
Ενόψει του ότι το νομικό υπόβαθρο στο οποίο βασίζεται η αίτηση, δεν δικαιολογεί τη ζητούμενη θεραπεία, αυτή δεν μπορεί να επιτύχει.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΣΦ.