ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:B891
(2014) 2 ΑΑΔ 821
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 254/2014)
24 Νοεμβρίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]
Κ. Κ.,
Εφεσείοντας
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Εφεσίβλητης
_________
Α. Αλεξάνδρου, για τον Εφεσείοντα.
Σ. Συμεού, Δημόσιος Κατήγορος, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Εφεσείων παρών.
_________________
Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Ex-Tempore)
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων, ηλικίας σήμερα 17 ετών, μαθητής της δευτέρας τάξης της Τεχνικής Σχολής, κρίθηκε ένοχος από το πρωτόδικο δικαστήριο, μετά από δική του παραδοχή, για το αδίκημα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2, 3 και 10 του Νόμου 87(Ι)/07 και των συναφών αυτού τροποποιήσεων, καταδικάστηκε δε σε άμεση φυλάκιση 12 μηνών.
Με την παρούσα έφεση, αμφισβητείται η ορθότητα της ποινής ως υπερβολικής και παράλληλα, η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου, να απορρίψει την εισήγηση για αναστολή της ποινής, ως εσφαλμένη.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν τη διάπραξη του αδικήματος, εκτίθενται με λεπτομέρεια, στην πρωτόδικη απόφαση, κρίνουμε δε σκόπιμο να τα συνοψίσουμε προτού ενδιατρίψουμε στις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα, οι οποίες αποτέλεσαν και τον κεντρικό άξονα γύρω από τον οποίο περιστράφηκε ο πυρήνας της αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου του.
Σ' αυτό το στάδιο κρίνουμε σκόπιμο να αναφέρουμε πως μαζί με τον εφεσείοντα κατηγορούντο ακόμα δύο ανήλικα πρόσωπα, για τα οποία, επειδή δεν παραδέχθηκαν ενοχή, η πρωτόδικη υπόθεση προχώρησε σε ακρόαση, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Επίσης, κρίνουμε σκόπιμο να αναφέρουμε πως ο εφεσείων, όπως και οι δύο πρώην συγκατηγορούμενοι του, αντιμετώπιζαν και την κατηγορία της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος και συγκεκριμένα του αδικήματος της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιού, κατηγορία όμως που στα πολύ αρχικά στάδια της πρωτόδικης διαδικασίας, με την άδεια του Δικαστηρίου, αποσύρθηκε. Τέλος, κρίνουμε σκόπιμο να αναφέρουμε ότι, εφεσείων και πρώην συγκατηγορούμενοι του, είναι μεταξύ τους φίλοι.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν το αδίκημα, έχουν συνοπτικά ως πιο κάτω.
Σε μια από τις συναντήσεις που είχε τον Ιούνιο του 2012 με ένα από τα δύο άλλα πρόσωπα στο προαύλιο εκκλησίας στην Πάφο, η παραπονούμενη, προ της επιμονής του εν λόγω προσώπου να του κάμει στοματικό έρωτα και ως αποτέλεσμα βίας που το εν λόγω πρόσωπο χρησιμοποίησε, παρά την άρνηση που αρχικά πρόβαλε, υπέκυψε τελικά στις ορέξεις του. Το επεισόδιο έλαβε χώρα σε μικρό δωμάτιο της ΑΗΚ, που βρισκόταν στον περίβολο της εκκλησίας.
Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, το δεύτερο από τα εν λόγω δύο πρόσωπα, συναντήθηκε με την παραπονούμενη στον ίδιο χώρο. Το εν λόγω πρόσωπο, απειλώντας την παραπονούμενη ότι θα αποκάλυπτε στη μητέρα της τα όσα διεμήφθησαν τον προηγούμενο μήνα με το πρώτο πρόσωπο, την ανάγκασε να κάμει και στον ίδιο στοματικό έρωτα. Και το δεύτερο συμβάν έλαβε χώρα στο μικρό δωμάτιο της ΑΗΚ.
Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου, η παραπονούμενη, τελώντας υπό το κράτος απειλής του πρώτου προσώπου ότι θα έδειχνε στη μητέρα της βίντεο και φωτογραφίες που την έδειχναν να του κάνει στοματικό έρωτα, δέχθηκε να τον συναντήσει στο γήπεδο συγκεκριμένου Δημοτικού Σχολείου στην Πάφο. Εκεί μετέβη συνοδευόμενη από μια φίλη της. Στη σκηνή και στην παρουσία του πρώτου και του δεύτερου προσώπου, καθώς και του εφεσείοντα και της φίλης της, αρχικά έκαμε στοματικό έρωτα στο πρώτο πρόσωπο και στη συνέχεια στο δεύτερο. Ακολούθως, εξαναγκαζόμενη από το πρώτο πρόσωπο, το οποίο φέρεται να είχε απαιτήσει κάτι τέτοιο από την παραπονούμενη, κατά τρόπο επιτακτικό, η τελευταία έκαμε στοματικό έρωτα και στον εφεσείοντα.
Η εμπλοκή του εφεσείοντα στο επεισόδιο, ήλθε στο φως όταν το πρώτο πρόσωπο πληροφόρησε τη Διευθύντρια του γυμνασίου στο οποίο φοιτούσε η παραπονούμενη ότι είχε στην κατοχή του βίντεο που απεικόνιζε την παραπονούμενη να προβαίνει στις πιο πάνω πράξεις. Η παραπονούμενη, σε γνώση της οποίας η Διευθύντρια έφερε τη σχετική πληροφορία, παραδέχθηκε τα όσα της καταλογίζονταν. Στα πλαίσια διερεύνησης της υπόθεσης από την Αστυνομία, στην οποία έγινε σχετική καταγγελία από λειτουργό του Γραφείου Ευημερίας, κλήθηκε για κατάθεση ο εφεσείων, ο οποίος παραδέχθηκε τα όσα του καταλογίζονταν, ισχυρίστηκε όμως ότι η παραπονούμενη προέβη στη συγκεκριμένη πράξη με τη θέληση της.
Η παραπονούμενη γεννήθηκε το 1999. Είναι παιδί με ήπια νοητική στέρηση και κατά τη σχολική χρονιά 2011-2012 φοίτησε σε ειδική μονάδα γυμνασίου στην Πάφο, ενώ κατά τη σχολική χρονιά 2012-2013, κατόπιν εισήγησης των αρμοδίων του σχολείου, τοποθετήθηκε κανονικά σε τάξη ως ακροάτρια.
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, με την παρούσα έφεση του, ο εφεσείων προσβάλλει την ορθότητα της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης, ισχυριζόμενος ότι η ποινή της 12μηνης φυλάκισης είναι, ως ζήτημα αρχής, εσφαλμένη, καθώς επίσης ότι είναι έκδηλα υπερβολική. Ισχυρίζεται επίσης ότι η έκτιση της ποινής που του επιβλήθηκε, θα έπρεπε να είχε ανασταλεί.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα επικέντρωσε την επιχειρηματολογία του στις προσωπικές περιστάσεις του τελευταίου. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην ηλικία του εφεσείοντα και ιδιαίτερα στο γεγονός ότι κατά το χρόνο διάπραξης του αδικήματος ήταν μόλις 15 ετών, στο λευκό ποινικό μητρώο του, στο χρόνο που παρήλθε από τη διάπραξη του αδικήματος μέχρι την ημερομηνία επιβολής της ποινής ενώ, τονίζοντας το γεγονός ότι πρόκειται για ένα μεμονωμένο συμβάν, παρέπεμψε στην άμεμπτη διαγωγή του εφεσείοντα στο διάστημα που μεσολάβησε μετά τη διάπραξη του αδικήματος. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε επίσης στο γεγονός της μεταβολής προς το καλύτερο των προσωπικών συνθηκών του εφεσείοντα, ο οποίος στο διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της διάπραξης του αδικήματος και της καταδίκης του, τέθηκε από το Γραφείο Ευημερίας, στο οποίο είχε στο μεταξύ ανατεθεί η νομική φροντίδα του, σε ανάδοχη οικογένεια, με πολύ θετικά αποτελέσματα.
Τα κύρια προσωπικά, οικογενειακά και οικονομικά περιστατικά του εφεσείοντα, τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου με τη μορφή έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας, το περιεχόμενο της οποίας αποτέλεσε τον κεντρικό άξονα γύρω από τον οποίο περιστράφηκαν τόσο κατά την πρωτόδικη διαδικασία, όσο και, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, κατά την έφεση, οι αγορεύσεις των συνηγόρων του, συνοψίζεται δε με επαρκή λεπτομέρεια στην πρωτόδικη απόφαση. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:
"Λόγω της σοβαρότητας του αδικήματος το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες για ετοιμασία έκθεσης από το Γραφείο Ευημερίας. Σύμφωνα με το περιεχόμενο της, ο κατηγορούμενος 2 είναι ηλικίας 17 ετών, μαθητής στη Β΄ Τάξη Τεχνικής Σχολής, ο οποίος διαμένει σε ανάδοχη εξαμελή οικογένεια σε ισόγειο κατοικία τεσσάρων υπνοδωματίων όπου υπάρχει ο απαραίτητος εξοπλισμός και επίπλωση. Οι βιολογικοί γονείς του κατηγορουμένου χώρισαν όταν αυτός βρισκόταν σε πολύ μικρή ηλικία ακολουθώντας διάφορες πορείες. Έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια χωρίς ουσιαστικά να είχε μόνιμη κατοικία. Ο κατηγορούμενος 2 διέμενε εκ περιτροπής και στους δύο γονείς χωρίς κανένας ουσιαστικά να αναλαμβάνει την ευθύνη και τη φροντίδα του. Η μητέρα του τον έδιωχνε και ο πατέρας του δεν επιδείκνυε οποιοδήποτε ενδιαφέρον και ούτε αναλάμβανε οποιαδήποτε ευθύνη. Στις 13.06.13 ο κατηγορούμενος λήφθηκε υπό τη νομική φροντίδα της διευθύντριας Κοινωνικών Υπηρεσιών όταν μετά από σύγκρουση με τη μητέρα του απείλησε ότι θα αυτοκτονούσε. Τότε ήταν που τοποθετήθηκε σε ανάδοχους γονείς από τους οποίους στηρίζεται αποκλειστικά οικονομικά. Όπως επίσης σημειώνεται στην έκθεση, η ανάδοχη οικογένεια στηρίζει και συμπαραστέκεται στον κατηγορούμενο 2, ο οποίος φέρεται να ανάφερε ότι νοιώθει επιτέλους την οικογενειακή θαλπωρή που στερήθηκε. Σύμφωνα ακόμη με την έκθεση, ο κατηγορούμενος 2 είναι παιδί με σοβαρές ψυχοσυναισθηματικές ελλείψεις που νιώθει ανασφάλεια και γενικά πολύ άσχημα για την παιδική του ηλικία λόγω των αρνητικών του εμπειριών."
Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού έκαμε ευρεία αναφορά στη σοβαρότητα του αδικήματος και στις αρχές που διέπουν την επιβολή ποινής σε περιπτώσεις διάπραξης τέτοιων αδικημάτων και αφού επεσήμανε το γεγονός ότι ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα του αδικήματος το καθήκον για εξατομίκευση δεν ατονεί, επέβαλε στον εφεσείοντα ποινή άμεσης φυλάκισης 12 μηνών.
Στην επιμέτρηση της ποινής, το πρωτόδικο δικαστήριο, μεταξύ των άλλων επιβαρυντικών παραγόντων που έλαβε υπόψη, έλαβε, ορθά κατά τη γνώμη μας, υπόψη και τις συνέπειες που η συγκεκριμένη συμπεριφορά του εφεσείοντα, αναμφίβολα, θα έχει στη σωματική αλλά και ψυχική υγεία της παραπονούμενης. Όμως, το πρωτόδικο δικαστήριο, αξιολογώντας τις εν λόγω συνέπειες, δεν περιορίστηκε ως όφειλε στη συμπεριφορά του εφεσείοντα, αλλά επεκτάθηκε και στις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων από τους άλλους δύο πρώην συγκατηγορουμένους του και γενικά στη συμπεριφορά των τελευταίων, με την οποία μάλιστα συνάρτησε τη συμπεριφορά του εφεσείοντα. Κοντολογίς, το πρωτόδικο δικαστήριο, καθόρισε την έκταση και το εύρος των συνεπειών από τη συμπεριφορά του εφεσείοντα, με αναφορά και στη συμπεριφορά των πρώην συγκατηγορουμένων του και στις συνθήκες διάπραξης από αυτούς των κατ' ισχυρισμό αδικημάτων με τα οποία κατηγορούνται, με τις οποίες και τις συνάρτησε. Αυτό είναι σφάλμα και μάλιστα τέτοιου βαθμού, που καθιστά την ποινή τρωτή. Εν ολίγοις, πρόκειται για σφάλμα αρχής.
Πέραν όμως τούτου, είναι η πεποίθηση μας, μετά που διεξήλθαμε την πρωτόδικη απόφαση πολύ προσεκτικά, ότι η ποινή πάσχει και γιατί κρινόμενη υπό το φως του συνόλου των περιστάσεων, είναι υπερβολική. Πρόκειται για ένα σοβαρό μεν, πλην όμως μεμονωμένο συμβάν, το οποίο ας μην μας διαφεύγει, ο εφεσείων διέπραξε σε ηλικία μόλις 15 ετών. Επίσης, ενώ το συμβάν ήλθε στο φως σχεδόν αμέσως μετά τη διάπραξη του και συγκεκριμένα το Νοέμβριο του 2012, το κατηγορητήριο δεν καταχωρήθηκε παρά 18 περίπου μήνες αργότερα, ενώ ποινή επεβλήθη στον εφεσείοντα έξι μήνες μετά και συγκεκριμένα στις 30/10/2014, δηλαδή, δύο περίπου χρόνια μετά τη διάπραξη του αδικήματος και όταν ο εφεσείων ήταν ήδη 17 ετών. Πρόσθετα, μετά τη διάπραξη και την αποκάλυψη του αδικήματος, πριν όμως την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον του, η ζωή του εφεσείοντα μεταβλήθηκε θεμελιακά προς το καλύτερο. Συγκεκριμένα, ο εφεσείων, λόγω απόρριψης του και από τους δύο γονείς του σε πολύ νεαρή ηλικία, τέθηκε υπό τη νομική φροντίδα της υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας, με πρωτοβουλία της οποίας τοποθετήθηκε σε ανάδοχους γονείς, την υποστήριξη των οποίων απολαμβάνει ανεπιφύλακτα και χωρίς οποιουσδήποτε περιορισμούς σε όλη της την έκταση.
Σ' αυτό το στάδιο, θεωρούμε σκόπιμο να αναφερθούμε στην υπόθεση Κέρκης ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 433, στην οποία παραπέμπει η πρωτόδικη απόφαση και την οποία επικαλέστηκε σήμερα και ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσίβλητης, για να στηρίξει τη θέση του ότι η ποινή δεν είναι υπερβολική. Η θέση αυτή δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Η εν λόγω υπόθεση, διαφοροποιείται ουσιωδώς από την παρούσα ως προς τα γεγονότα της. Είναι πιστεύουμε αρκετό να επισημανθεί ότι στην υπόθεση Κέρκης τα θύματα ήταν ένα κοριτσάκι ηλικίας 8 ετών και ένα αγοράκι ηλικίας 9 ετών. Και στις δύο περιπτώσεις, οι οποίες δεν διασυνδέοντο με οποιοδήποτε τρόπο, ο κατηγορούμενος διέπραξε τα αδικήματα αφού πρώτα φρόντισε να απομονώσει τα δύο ανήλικα θύματα του.
Ενόψει όλων όσων έχουμε προαναφέρει κρίνουμε ότι η επιβληθείσα ποινή θα πρέπει να παραμεριστεί, τόσο γιατί πάσχει λόγω σφάλματος αρχής, όσο και γιατί είναι έκδηλα υπερβολική. Με δεδομένο ότι ο εφεσείων έχει ήδη εκτίσει ένα μέρος της ποινής του, κρίνουμε, και αυτό στη βάση της νομολογίας, δίκαιο, υπό τις περιστάσεις, όπως μειώσουμε την επιβληθείσα ποινή κατά έξι μήνες. (N. Mavros and Others v. The Police (1975) 2 C.L.R. 171, Κυριάκος Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (2009) 2 A.A.Δ. 583).
Ως αποτέλεσμα, η ποινή της 12μηνης φυλάκισης που έχει επιβληθεί στον εφεσείοντα παραμερίζεται και αντικαθίσταται με ποινή φυλάκισης 6 μηνών.
Επίσης, ενόψει όλων των πιο πάνω και ιδιαίτερα του πολύ νεαρού της ηλικίας του εφεσείοντα, αλλά και των θεμελιακών μεταβολών στις προσωπικές περιστάσεις του οι οποίες έλαβαν χώρα μετά τη διάπραξη του αδικήματος, πριν όμως την επιβολή της ποινής, αποφασίσαμε, χωρίς, τονίζουμε, να υποβιβάζουμε τη σοβαρότητα των αδικημάτων στα οποία ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος, η οποία είναι δεδομένη, όπως ασκήσουμε τη διακριτική μας ευχέρεια υπέρ της αναστολής έκτισης της ποινής. Ως εκ τούτου, η επιβληθείσα ποινή φυλάκισης 6 μηνών αναστέλλεται με βάση το σχετικό Νόμο (Νόμος 87(Ι)/07) για περίοδο τριών χρόνων.
(Η ποινή επεξηγείται στον εφεσείοντα και συγκεκριμένα οι συνέπειες της τυχόν διάπραξης από αυτόν κατά την περίοδο εφαρμογής του διατάγματος, αδικήματος τιμωρούμενου με φυλάκιση).
Η έφεση επιτυγχάνει και η επιβληθείσα ποινή τροποποιείται ως ανωτέρω.
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.