ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 2 ΑΑΔ 65

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 6920

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΟΝΙΔΗ δ/στών

Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας

Εφ εσείοντας

και

(1) Μιχαλάκη Βασιλειάδη

(2) Rainbow Bleaching and Dyeing Company Ltd

Εφ εσιβλήτων

--------------------

 

 

2 Φεβρουαρίου 2001

Για τον εφεσείοντα: Γ. Παπαϊωάννου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄ και Ελ. Πλατρίτου.

Για τους εφεσίβλητους: Α. Χαβιαράς.

------------------

 

 

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δοθεί από το δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι, οι δεύτεροι ως οι ιδιοκτήτες και ο πρώτος ως ο διευθυντής τους, παραδέκτηκαν ενοχή σε κατηγορία για απόρριψη υγρών αποβλήτων του εργοστασίου βαφής ρούχων με την επωνυμία Rainbow Bleaching and Dyeing Company Ltd στην τοποθεσία "Κάτω Απλός" στο Παλιομέτοχο της Επαρχίας Λευκωσίας, χωρίς την άδεια του αρμόδιου Υπουργού. Η δημιουργία αποβλήτων και η απόρριψη τους ήταν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της λειτουργίας του εργοστασίου και είχαν εγκαταστήσει αγωγό που τα μετέφερε σε γειτονικά χωράφια, όπου τα απέρριπτε υπό μορφή τεχνητής βροχής. Για όσο λειτουργούσε το εργοστάσιο, με δοσμένη την έλλειψη της αναγκαίας άδειας, διαπράτεται το αδίκημα και το κατηγορητήριο κάλυπτε το μεγάλο διάστημα της 30.6.95 και 29.4.99. Σημειώνουμε πως και για την προγενέστερη περίοδο μεταξύ της 1.1.95 και 29.6.95 καταδικάστηκαν σε άλλη υπόθεση, για όμοια κατηγορία, και τους επιβλήθηκε ποινή προστίμου.

Το πρωτόδικο δικαστήριο επέβαλε στους εφεσίβλητους ποινή προστίμου £1000 και £1500 αντιστοίχως και εφεσιβάλλει την ποινή ο Γενικός Εισαγγελέας. Η εισήγησή του δεν αφορά στο ύψος ή στο είδος της κύρωσης. Αφορά στην επιλογή της μή έκδοσης διατάγματος για αναστολή της λειτουργίας του εργοστασίου, για την οποία θεσπίστηκε ειδική εξουσία με το άρθρο 29Α του περι Ελέγχου της Ρύπανσης των Νερών Νόμου του 1991 (Ν. 69/91 όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 76 (Ι)/92). Όπως προβλέπεται, σε περίπτωση καταδίκης, το Δικαστήριο δύναται, επιπρόσθετα με την επιβολή ποινής,

"να διατάξει τον άμεσο τερματισμό ή την αναστολή της λειτουργίας της επιχείρησης στην οποία ανήκει η βιομηχανική πηγή σε σχέση με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα για όσο χρόνο και με τέτοιους άλλους όρους που το Δικαστήριο ήθελε κρίνει σκόπιμο να καθορίσει στο διάταγμα."

 

 

Το θέμα είχε συζητηθεί πρωτοδίκως και το Δικαστήριο κατέληξε σε διαφορετική εκτίμηση αναφορικά με τον τρόπο άσκησης της διακριτικής του εξουσίας. Θεώρησε ότι υπήρχαν ιδιαίτερα περιστατικά. Το εργοστάσιο λειτούργησε και τα απόβλητα απορρίπτονταν στον ίδιο χώρο, αρχικά με την αναγκαία άδεια. Αυτή όμως ήταν, όπως σημειώνεται, εξάμηνης διάρκειας, έληξε στις 31.12.94 και το αίτημα για την ανανέωση της απορρίφθηκε. Εξακολούθησε εν τούτοις να λειτουργεί το εργοστάσιο και να απορρίπτονται τα απόβλητα στον ίδιο χώρο και το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε πως, παρόλον τούτο, "η συγκεκριμένη υπόθεση δεν είναι η κλασσική περίπτωση που οι κατηγορούμενοι περιφρονούν τις σχετικές διαδικασίες και ενσυνείδητα παρανομούν". Είχαν έκτοτε, με την ενθάρρυνση ή και με παροτρύνσεις των αρμοδίων αρχών, υποβάλει 6 διαδοχικές αιτήσεις για διαζευκτικές λύσεις, δηλαδή για την απόρριψη των αποβλήτων σε άλλους χώρους. Αυτό προκάλεσε δαπάνες δεκάδων χιλιάδων λιρών και στο τέλος οι αιτήσεις απορρίφθηκαν, η μια μετά την άλλη, για λόγους, όπως αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση, που "παραμένουν γενικά αόριστοι στο Δικαστήριο". Ο δεύτερος παράγοντας που φαίνεται ότι επέδρασε, ήταν η διαφαινόμενη διαφωνία με όσα τονίστηκαν από την κατηγορούσα αρχή σε σχέση με την ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος. Είχε προσαφθεί κατά των κατηγο-ρουμένων και δεύτερη κατηγορία για πράγματι ρύπανση των νερών και η μαρτυρία που προσάχθηκε κρίθηκε ανεπαρκής για την στοιχειοθέτηση εκ πρώτης όψεως υπόθεσης. Ανέφερε, λοιπόν, το πρωτόδικο Δικαστήριο:

"Προσυπογράφω όσα ανάφερε ο κ. Παπαδόπουλος για την ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος, θα ήθελα όμως να επισημάνω ότι η δεύτερη κατηγορία που αφορούσε ρύπανση των νερών της Κύπρου από την απόρριψη των υγρών αποβλήτων του εργοστασίου απορρίφθηκε από το Δικαστήριο καθότι δεν στοιχειοθετήθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση."

 

 

΄Ηταν η πρώτη θέση του Γενικού Εισαγγελέα πως υποτιμήθηκε η δυσμενής επίδραση στο περιβάλλον από τη διάπραξη του αδικήματος. ΄Εγινε αναφορά στη μαρτυρία που προσάχθηκε και ο κ. Παπαϊωάννου επικαλέστηκε τις υποθέσεις Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών (1996) 3 ΑΑΔ 503, και Παντελής Κυνηγού κ.α. ν. Δημοκρατίας ΑΕ 2111 ημερομηνίας 18.6.1998 για τη σημασία της προστασίας του περιβάλλοντος, την Treaty on European Union, αρ. 130r (2) αναφορικά με την ανάγκη στήριξης της περιβαλλοντικής πολιτικής στην αρχή της πρόληψης και τον Α.Ι. Τάχο, Δίκαιο Προστασίας του Περιβάλλοντος, 3η έκδοση, σελ. 84 και 156 αναφορικά με την απαγόρευση της δημιουργίας επιχειρήσεων ως μέτρου για την αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος. Επίσης, τις υποθέσεις Τσουλόφτας ν. Αστυνομίας (1990) 2 ΑΑΔ 391 και Επαρχιακός Λειτουργός Εργασίας Λεμεσού ν. Sedora Enterprises Ltd κ.α. (1992) 2 ΑΑΔ, 332, αναφορικά με την αυστηρότητα με την οποία πρέπει να αντιμετωπίζονται τα αδικήματα που πλήττουν το περιβάλλον. Ως προς τη στάση της διοίκησης, ενώ δέκτηκε τελικά ό κ. Παπαϊωάννου πως παρατηρήθηκε, κακώς όπως τόνισε, για μεγάλο χρονικό διάστημα ανοχή της παρανομίας, εισηγήθηκε πως ούτως ή άλλως, το προεξάρχον ήταν η αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου. ΄Ηταν ενσυνείδητη η παρανομία που εκδηλωνόταν καθημερινά επί χρόνια, οι κατηγορούμενοι είχαν ήδη τιμωρηθεί με τιμή προστίμου που αποδείχθηκε αναποτελεσματική και, κάτω από τέτοιες περιστάσεις, η μή έκδοση διατάγματος αναστολής ισοδυναμεί με αναγνώριση δυνατότητας συνέχισης της παρανομίας. Επικαλέστηκε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου και προτιθέ-μεθα να αναφερθούμε στην κάθε μια από αυτές γιατί είναι ορθό, αντίθετα προς τη διαφορετική άποψη των εφεσιβλήτων, πως άπτονται θεμάτων ευθέως σχετικών προς την παρούσα υπόθεση.

Στην Α/φοί Λαμπριανίδη ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου (1989) 2 ΑΑΔ 390, οικοδομήθηκαν κτιριακές εγκαταστάσεις κατά παράβαση των όρων της άδειας οικοδομής και χρησιμοποιούνταν χωρίς πιστοποιητικά έγκρισης. Κρίθηκε πρωτοδίκως αναπόφευκτη η έκδοση διατάγματος κατεδάφισης και κατ΄έφεση συζητήθηκε, ως το κεντρικό σημείο, η ενθάρρυνση της οποίας οι εφεσείοντες, σύμφωνα με την υπόθεσή τους, έτυχαν από κρατικούς λειτουργούς. Αποφασίστηκε πως ήταν πράγματι αναπόφευκτη η έκδοση διατάγματος κατεδάφισης, ακόμα και σε τέτοια περίπτωση. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του Εφετείου που εξέδωσε ο Πικής Δ., όπως ήταν τότε:

"Aποτελεί θεμελιώδη κανόνα του κράτους δικαίου ότι κανένας, όσο ψηλά κι αν βρίσκεται, δε μπορεί να εξουσιοδοτήσει εκτροπή από τη νομιμότητα. Πρέπει να γίνει κατανοητό, τόσο από τους εφεσείοντες όπως και από κάθε πολίτη, στον προγραμματισμό των πράξεων του ότι ο νόμος δεν είναι μόνο η υπέρτατη αρχή αλλά και η μόνη πηγή για την απόκτηση δικαιωμάτων. Η προσδοκία για την ανοχή της παρανομίας δεν αποτελεί λόγο για τη διαιώνισή της. Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην οποία έγινε εκτεταμένη αναφορά από το πρωτόδικο Δικαστήριο* υποστηρίζει ότι ο πρωτρχικός παράγοντας στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου ως προς την έκδοση διατάγματος κατεδάφισης είναι η διασφάλιση της εγκυρότητας της πολεοδομικής νομοθεσίας (Περί Οδών και Οικοδομών Νόμος και Κανονισμοί) και η αποκατάσταση της νομιμότητας. Η έκδοση διατάγματος για την κατεδάφιση παράνομων οικοδομών μπορεί να αποφευχθεί μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που η παρέκκλιση από τους όρους οικοδομής είναι ασήμαντη σε τέτοιο βαθμό που η κατεδάφιση του συνόλου της οικοδομής θα συνιστούσε τιμωρία δυσανάλογη προς τη βαρύτητα του πταίσματος. ΄Ομως και στην περίπτωση που η παρέκκλιση από τους όρους είναι ασήμαντη, και το μέρος της οικοδομής το οποίο συνιστά την παρανομία διαχωρίζεται από το υπόλοιπο και σ΄εκείνη την περίπτωση δικαιολογείται έκδοση διατάγματος καταδάφισης του συγκεκριμένου μέρους που συνιστά την παράβαση. Στην προκείμενη περίπτωση οι όροι της άδειας όχι μόνο δεν τηρήθηκαν αλλά ουσιαστικά αγνοήθηκαν. Μόνο μικρό μέρος των εγκαταστάσεων κτίστηκε σύμφωνα με την άδεια οικοδομής. ΄Ομως και το μέρος αυτό δε μπορεί να διαχωριστεί από την υπόλοιπη οικοδομή οπόταν δικαιολογημένα το Δικαστήριο διέταξε την κατεδάφιση του συνόλου."

 

Στην Φωτίου & άλλη ν. Δήμου Πάφου (1991) 2 ΑΑΔ 294 και πάλιν σε σχέση με διάταγμα κατεδάφισης οικοδομής ο Α. Λοϊζου Π. τόνισε την ανάγκη να μή ματαιώνει η μή έκδοσή του το σκοπό του νόμου και, εν πάση περιπτώσει, "να μην ισοδυναμεί στην ουσία με έγκριση της παρανομίας και συνέχισης αυτής ώστε ένας που αδικοπραγεί να αισθάνεται ότι μπορεί να διαπράττει τέτοια αδικήματα και να απολαμβάνει τους καρπούς της παρανομίας του καταβάλλοντας μόνο μια χρηματική ποινή". Στην Ηλία Χρίστου Ηλιάδη ν. Δήμου Λάρνακος Ποινική ΄Εφεση 6212 ημερομηνίας 30.3.98 το θέμα ήταν και πάλιν η έκδοση διατάγματος κατεδάφισης και σε σχέση με την ανοχή που επέδειξε η αρμόδια αρχή, στην απόφαση του Εφετείου που εξέδωσε ο Αρτεμίδης Δ. τονίστηκαν τα ακόλουθα:

"Γεγονός είναι πως η αρμόδια δημοτική αρχή ανέχθηκε για κάποιο χρόνο την παρανομία. Τούτο όμως δεν δίδει δικαίωμα στον παρανομούντα. Αντίθετα, αναμένεται λόγω της επίδειξης ανοχής ή επιείκειας εκ μέρους της αρμόδιας αρχής, ο παραβάτης να άρει την παρανομία".

 

 

Ο κ. Χαβιαράς υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση. Διέκρινε το αδίκημα που διεπράχθη από εκείνο για το οποίο αθωώθηκαν οι εφεσίβλητοι και στάθηκε ιδιαίτερα στο ιστορικό της υπόθεσης. Κυρίως στις μεγάλες προσπάθειες που επί χρόνια κατέβαλλαν οι εφεσίβλητοι, με την ενθάρρυνση των αρχών, για την εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων και την άρση της παρανομίας. Προσπάθειες οι οποίες, όπως σημείωσε και το πρωτόδικο δικαστήριο, επάγονταν μεγάλο κόστος το οποίο ματαίως υπέστησαν. Υποστήριξε πως πρέπει να βρεί την έκφραση του στο αποτέ-λεσμα της έφεσης το γεγονός ότι δεν είναι υποχρεωτική αλλά δυνητική η έκδοση διατάγματος αναστολής και επικαλέστηκε την απόφαση του Κληρίδη Π.Ε.Δ. στο πλαίσιο της προηγούμενης ποινικής δίωξης των εφεσιβλήτων με την οποία απέρριψε αίτημα για προσωρινό διάταγμα αναστολής, ακριβώς εξ αιτίας της στάσης της διοίκησης. Σημειώνουμε, όμως, ως προς αυτό το τελευταίο, πως στην ίδια απόφαση έγινε αναφορά στον Kerr on Injunctions 6η έκδοση σελ. 22 και στην Βacardi and Co., Ltd v. Vinco Ltd Πολιτική ΄Εφεση 9295 ημερομηνίας 18.7.96 σε σχέση με τη διαφορετική αντιμετώπιση του θέματος της έκδοσης τελικού και όχι παρεμπίπτοντος διατάγματος.

Δεν μπορούμε να δούμε πως θα ήταν δυνατό να αποσυνδεθεί το αδίκημα από επιπτώσεις στο περιβάλλον. Υπήρχε ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου μαρτυρία αναφορικά με τον επηρεασμό του εδάφους εξαιτίας της ψηλής περιεκτικότητας των αποβλήτων σε θειικό νάτριο αλλά και ο ίδιος ο Νόμος, όπως το υποδηλοί και ο πλήρης τίτλος του, επιβάλλει υποχρεώσεις και δημιουργεί αδικήματα ακριβώς με στόχο την προστασία ευρύτερα του περιβάλλοντος. Το ίδιο δε το άρθρο 20(1) που παρέβησαν οι εφεσίβλητοι, αποβλέπει, όπως δείχνει ο παράτιτλος του, στην "προ-στασία υπόγειων νερών". ΄Ηταν, επομένως, ιδιαιτέρως σοβαρό και από αυτή την άποψη το αδίκημα που διαπράχθηκε αλλά, σε κάθε περίπτωση, η ενέργεια στην οποία προέβησαν οι εφεσίβλητοι ήταν απολύτως απαγορευμένη από το Νόμο. Ποιά, λοιπόν είναι η προοπτική της αντίδρασης, στην έκδοση διατάγματος αναστολής; Είναι αυτόδηλη και δεν την απέκρυψαν οι εφεσίβλητοι. Δεν έχουν σκοπό να τερματίσουν την παρανομία παρά και αυτή τη δεύτερη καταδίκη τους. Εφόσον δε θα προσάγονταν εκ νέου ενώπιον του Δικαστηρίου, θα είχαν να αντιμε τωπίσουν όμοια κατηγορία, για παράβαση του Νόμου, υπό τις ίδιες συνθήκες. Ενώ η έκδοση διατάγματος αναστολής θα σήμαινε υποχρέωση συμμόρφωσης που αν δεν εκπληρωνόταν θα επαγόταν τις δραστικές κυρώσεις που κατά κανόνα επιβάλλονται σε τέτοιες περιπτώσεις. Δεν έχουμε, βέβαια, εδώ παράνομες οικοδομές αλλά είναι φανερή η αντιστοιχία των αρχών που τέθηκαν στις πιο πάνω υποθέσεις με όσα αφορούν στην παρούσα υπόθεση.

Η δημιουργία και απόρριψη αποβλήτων είναι αναπόσπαστο στοιχείο της λειτουργίας του εργοστασίου των εφεσιβλήτων. Η λειτουργία του εργοστασίου τους κατ΄ανάγκην θα σημαίνει διάπραξη του αδικήματος κατ΄εξακολούθηση, για όσο δεν εξασφαλίζεται η αναγκαία άδεια. Η έκδοση διατάγματος αναστολής, κάτω από τέτοιες περιστάσεις, αποτελεί το αυτονόητο νομίζουμε παρακολούθημα της εφαρμογής του Νόμου. Είναι αδιανόητο να συζητούμε άρνηση έκδοσής του όταν η δυσμενής για τους εφεσίβλητους επίδρασή του συνίσταται στην αποτροπή της εκ μέρους τους συνέχισης της παρανομίας. Το δήλωσε και ο κ. Παπαϊωάννου και το τονίζουμε και εμείς πως κακώς επιδείχθηκε ανοχή ενώ διαπραττόταν το αδίκημα. Αλλά και στην έκταση που αυτό θα μπορούσε να ερμηνευθεί και ως είδος ενθάρρυνσης, αποτελεί καθήκον του Δικαστηρίου η αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου. Στην προκειμένη περίπτωση η ποινή έπρεπε να περιλαμβάνει και διάταγμα αναστολής και η έφεση πρέπει να επιτύχει.

Επιπρόσθετα προς την χρηματική ποινή που επέβαλε το πρωτόδικο δικαστήριο, διατάσσουμε την αναστολή της λειτουργίας του εργοστασίου Rainbow Bleaching and Dyeing Company Ltd για όσο χρόνο η λειτουργία του θα επάγεται την, χωρίς την άδεια του αρμόδιου Υπουργού, απόρριψη υγρών αποβλήτων.

 

 

 

Κωνσταντινίδης Δ.

Καλλής Δ.

Κρονίδης Δ.

 

 

/MΣι.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο