ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 2 ΑΑΔ 294
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Σύνθεση Δικαστηρίου:
ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΔΔ.
Ποινική Έφεση αρ. 6741.
Μεταξύ:
Ιερόθεου Χριστοδούλου άλλως ΡΟΠΑ,
Εφεσείοντος,
- ν -
Δημοκρατίας,
Εφεσίβλητης.
- - -
Ποινική Έφεση αρ. 6751.
Μεταξύ:
Ara Edward Harutyunian,
Eφ εσείοντος,
- ν -
Δημοκρατίας,
Εφεσίβλητης.
- - -
Ποινική Έφεση αρ. 6742.
Μεταξύ:
Νίκου Νικολάου,
Εφεσείοντος,
- ν -
Δημοκρατίας,
Εφεσίβλητης.
- - -
25 Μαΐου 2000.
Ποινική Έφεση 6741
.Για τον εφεσείοντα: Λ. Κληρίδης, με Ε. Ευσταθίου και Κ. Ευσταθίου.
Για την εφεσίβλητη: Π. Κληρίδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εκ
μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
- - -
Ποινική Έφεση 6751
.Εφεσείων (Ara Edward Harutyunian), αυτοπροσώπως.
Για την εφεσίβλητη: Π. Κληρίδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εκ
μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
- - -
Ποινική Έφεση 6742
.Για τον εφεσείοντα: Ε. Ευσταθίου με Κ. Ευσταθίου και Ντ. Καψάλη.
Για την εφεσίβλητη: Π. Κληρίδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εκ
μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
- - -
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.
- - -
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
ΠΙΚΗΣ, Π.:
Πριν ξεκινήσει η ακρόαση, ο κ. Π. Κληρίδης υπέβαλε προφορικό άτυπο αίτημα για την παροχή άδειας προσαγωγής μαρτυρίας στο πλαίσιο της έφεσης. Η μαρτυρία όπως γίνεται κατανοητό, συνίσταται στο περιεχόμενο επιστολής την οποία ο εφεσείων Χαρουτουνιάν απέστειλε στο Γενικό Εισαγγελέα στις 28.2.2000, μετά την καταδίκη του. Υπήρξε κάποια ταλάντευση στην υποβολή του αιτήματος διότι, όπως ανέφερε ο κ. Π. Κληρίδης, ανέμενε ότι ο ίδιος ο εφεσείων Χαρουτουνιάν θα υπέβαλλε το αίτημα για την κατάθεση της επιστολής του.Η προσαγωγή μαρτυρίας είναι σχετική με την έφεση τόσο του εφεσείοντος Χαρουτουνιάν όσο, όπως είπε:
«Το άλλο σκέλος είναι αν πράγματι ο Χαρουτουνιάν θα μπορούσε να διαφωτίσει το Δικαστήριο για την ενοχή των άλλων δύο, θα έπρεπε ο ίδιος να απευθυνθεί στο Δικαστήριο και παρόλο που δεν έχει δικηγόρο να ζητήσει οδηγίες από το Δικαστήριο.»
Ο κ. Π. Κληρίδης αναγνώρισε ευθέως ότι παρεμβάλλεται εμπόδιο στην αποδοχή της μαρτυρίας την οποία προτείνει, από την απόφαση στη
Geoffrey Michael John Pernell, κ.ά. ν. Δημοκρατίας Ποινικές Εφέσεις αρ. 6148, 6149, 6150, - 9.7.1998. Στην υπόθεση εκείνη αίτημα, για την προσαγωγή μαρτυρίας αναφορικά με δηλώσεις ενός των καταδικασθέντων για ανθρωποκτονία σε τρίτο πρόσωπο το οποίο τελούσε, όπως και ο ίδιος υπό κράτηση στις κεντρικές φυλακές, σχετικά με τα γεγονότα της υπόθεσης, απορρίφθηκε ως απαράδεκτο. Μετά τη θεώρηση των σχετικών συνταγματικών διατάξεων όπως και της Κυπριακής και Αγγλικής νομολογίας που διαφωτίζει επί του θέματος, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είναι παραδεκτή κατ΄ έφεση η προσαγωγή μαρτυρίας η οποία προκύπτει μετά τη δίκη. Στην απόφαση επισημαίνεται ότι:«Μαρτυρία, η οποία προκύπτει μετά τη δίκη, εξ αντικειμένου, δε θα μπορούσε να επηρεάσει το αποτέλεσμά της, εφόσο ήταν αδύνατη η προσαγωγή της ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου που έκρινε την ποινική ευθύνη του κατηγορουμένου.»
Περαιτέρω επεξηγείται ότι:
«Η κατάθεση μαρτυρίας, κατ΄ έφεση, στις εξαιρετικές περιπτώσεις που είναι παραδεκτή, έχει ως λόγο την πλήρωση κενού κατά τη δίκη και την πιθανολόγηση των επιπτώσεων στην απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου. Ο ρόλος του εφετείου, σ΄ εκείνη την περίπτωση περιορίζεται στην αποτίμηση των επιπτώσεων που θα μπορούσε να έχει στην ετυμηγορία του πρωτόδικου δικαστηρίου η προσαγωγή της μαρτυρίας ενώπιόν του.»
Στην ίδια απόφαση υποδεικνύεται ότι η προσαγωγή ενοχοποιητικής μαρτυρίας κατά την έφεση προς το σκοπό υποστύλωσης της καταδίκης με αναφορά σε μεταγενέστερα γεγονότα θα ισοδυναμούσε με την εκ δευτέρου δίκη του κατηγορουμένου κατ΄ αντίθεση προς την αρχή την οποία κατοχυρώνει το Άρθρο 12.2 του Συντάγματος αφενός, και την αρχή του κοινού δικαίου η οποία απαγορεύει την έκθεση του κατηγορουμένου σε δίκη για περισσότερες φορές της μιας αφετέρου.
Στην προκείμενη υπόθεση θα είχε και την παράδοξη προέκταση να επιτραπεί σ΄ ένα των καταδικασθέντων να προσάγει μαρτυρία κατ΄ έφεση η οποία πηγάζει από τον ίδιο εναντίον των συγκατηγορουμένων του. Στην ίδια απόφαση Pernell (ανωτέρω), γίνεται εκτεταμένη αναφορά στο θεσμικό πλαίσιο της έφεσης και τη νομολογία η οποία πραγματεύεται τον προσδιορισμό του. (Βλ. μεταξύ άλλων Zevedheos v. Republic (1978)2 C.L.R 47. Aγαπίου ν. Δημοκρατίας (1989)2 Α.Α.Δ. 396.)
Οι εφεσείοντες 1 και 3 αντιτίθενται στο αίτημα της εφεσίβλητης το οποίο θεωρούν νομικά απαράδεκτο. Ο εφεσείων 2, (Χαρουτουνιάν), συναινεί στο αίτημα.
Το αίτημα απορρίπτεται, θα προχωρήσουμε στην ακρόαση της έφεσης.
Πικής, Π.
Ηλιάδης, Δ.
ΧατζηΧαμπής, Δ.
/ΑυΦ.