ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D296
(2015) 1 ΑΑΔ 939
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΙΑΟΔΟΣΙΑ
(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 29/15)
4 Μαΐου, 2015
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ BISHUSAL RAI, ΝΥΝ Εις ΤΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΝΟΓΕΙΑΣ, ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΥΠΟΥ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΛΑΣΗ ΤΟΥ BISHUSAL RAI, ΑΠΟ ΤΟ ΝΕΠΑΛ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΓΕΝΙΚΟ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ Ως ΤΟΝ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ ΥΠΕΥΘΥΝΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΘΕΣΜΩΝ ΩΣ ΚΑΘ΄ ΟΥ Η ΑΊΤΗΣΗ
-----
Σ. Αργυρού, για τον αιτητή.
B. Καρλεττίδου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ ων η αίτηση.
Αιτητής παρών.
-----
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: O αιτητής, με καταγωγή από το Νεπάλ, επιζητεί την έκδοση διατάγματος της φύσεως Habeas Corpus, ώστε να αφεθεί ελεύθερος από την αστυνομική κράτηση, ως και αναστολή της απέλασης του μέχρι την αποπεράτωση της παρούσας αίτησης.
Τα γεγονότα όπως προβάλλονται μέσα από την ένορκη δήλωση του αιτητή αποτελούν κοινό έδαφος και δεν τίθεται ζήτημα επ΄ αυτών. Ουσιαστικά, ό,τι προβάλλεται με την ένορκη δήλωση του αιτητή, αλλά και από την αγόρευση του συνηγόρου του, ο αιτητής κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, ΚΕΦ. 105, καθότι παρέμεινε στην Κύπρο παρανόμως, αφού διαπιστώθηκε προηγουμένως ότι ο γάμος του με Ευρωπαία πολίτη ήταν εικονικός. Κατ΄ ακολουθίαν εξεδόθηκαν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης, ημερομηνίας 12.1.2014. Εναντίον της απόφασης κήρυξης του γάμου ως εικονικού ο αιτητής καταχώρισε προσφυγή, (υπ΄ αρ. 892/14) στις 26.6.2014. Προβάλλεται με την ένορκη δήλωση, ότι η σύλληψη του παραβιάζει κατάφορα τα δικαιώματα του όπως αυτά κατοχυρώνονται από τα Άρθρα 11, 12, 15 και 30 του Συντάγματος. Τυχόν απέλαση του μεσούσης της εκκρεμοδικίας της διαδικασίας στην ως άνω προσφυγή, ιδιαιτέρως παραβιάζει κατάφορα το Άρθρο 15, δικαίωμα σεβασμού στην ιδιωτική και οικογενειακή του ζωή με παραπομπή στην απόφαση του ΕΔΑΔ Beldjudi v. France, A 234 - A para (1992).
Ο συνήγορος του αιτητή αναγνωρίζοντας τις δυσκολίες που εγείρει το ζήτημα εν όψει της πλούσιας νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέχεται ότι η απόφαση για σύλληψη και απέλαση στη βάση του Άρθρου 11.2(στ) μπορεί να προσβληθεί με προσφυγή και όχι με προνομιακό ένταλμα τύπου Habeas Corpus. Εν τούτοις με παραπομπή στην Kalash Jafar (2011) 1 A.A.Δ. 279, προσπαθεί να εντάξει την υπόθεση στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου όπου ανήκει το ένταλμα υπό κρίση, βάσει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος. Ουσιωδώς προσπαθεί να διακριθεί η περίπτωση του αιτητή από το προ πολλού και επανειλημμένα ξεκάθαρου νομικού πλαισίου, επί τω ότι παραβιάζονται τα συνταγματικά δικαιώματα του αιτητή, Άρθρο 15 του Συντάγματος. Συνεπικουρείται η προσπάθεια από το επιχείρημα ότι καταχώριση προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος προς παραμερισμό των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, θα συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας, εν όψει της ήδη καταχωρηθείσας προσφυγής, υπ΄ αρ. 892/14 (ανωτέρω).
Η Δημοκρατία εγείρει δύο προδικαστικές ενστάσεις: (α) ότι το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει και να επιληφθεί της παρούσας αίτησης: η νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης δεν ελέγχεται στα πλαίσια του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, (β) ο αιτητής κωλύεται να αιτηθεί την έκδοση προνομιακού εντάλματος εφόσον κρατείται δυνάμει διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, διοικητικών πράξεων των οποίων τη νομιμότητα παραλείπει να προσβάλει με προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146. Ως προς το ζήτημα της αναστολής απέλασης μέχρι την αποπεράτωση της παρούσας αίτησης εγείρεται ένσταση ότι επιζητείται θεραπεία σε σχέση με ανασταλτικό μέτρο παρακουληθητικού χαρακτήρα, συναρτώμενο με την αίτηση ακυρώσεως διοικητικής πράξης και όχι με αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος.
Το Δικαστήριο εξετάζει την νομιμότητα της κράτησης του αιτητή, οι οποιεσδήποτε αιτιάσεις του για έλεγχο της κατ΄ ισχυρισμόν παραβίασης των δικαιωμάτων του εκφεύγει της αρμοδιότητας του και δεν παρέχουν το δικαιοδοτικό υπόβαθρο προς εξέταση της αίτησης για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, Άρθρο 155.4 του Συντάγματος.
Από τη στιγμή που τα διατάγματα κράτησης και απέλασης δεν προσβλήθηκαν με προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος τεκμαίρονται νόμιμα και κατ΄ ακολουθίαν και η κράτηση του αιτητή με σκοπό την απέλαση του. Η προσπάθεια ένταξης του αιτήματος στη σφαίρα του ιδιωτικού είναι απέλπιδα και αντίθετη με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η ταχεία διαδικασία του Habeas Corpus δεν νομιμοποιεί τον αιτητή να επιδιώκει παρακάμψει την εκ του Νόμου προβλεπόμενη διαδικασία προσβολής των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης μέσω προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος (Βondar (2004) 1 A.A.Δ. 2075).
Η πρώτη προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει.
Η κατάχρηση, που ο συνήγορος του αιτητή φραστικά και μόνο επιθυμεί να αποφύγει, επιτελείται με την καταχώριση της υπό κρίση αίτησης. Φαινόμενο συχνά επαναλαμβανόμενο το τελευταίο χρονικό διάστημα όπου αιτήσεις της φύσης προνομιακών ενταλμάτων καταχωρούνται με τη μεγαλύτερη ευκολία εκτός της εμβέλειας του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος και του νομολογιακού πλαισίου.
Η αίτηση προωθείται απαραδέκτως (Άρθρο 155.4 του Συντάγματος) και απορρίπτεται.
/ΦΚ Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.