ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Πασχαλίδης, Ανδρέας Λούκα Παρπαρίνος, Λεωνίδας Λ. Βραχίμης, για τον Αιτητή-Καθ'ου η αίτηση. CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2014-05-07 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΑΡΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ν. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ, Αίτηση Αρ. 2/2013, 7/5/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2014:7

(2014) 1 ΑΑΔ 910

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

 

(Αίτηση Αρ. 2/2013)

 

 

7 Μαίου, 2014

 

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στές]

 

 

ΜΑΡΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

 

Αιτήτρια,

 

ν.

 

ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ,

 

Καθ'ου η αίτηση.

 

 

Αίτηση ημερομηνίας 13/11/2013

 

Λ. Βραχίμης, για τον Αιτητή-Καθ'ου η αίτηση.

 

Μ. Χαραλαμπίδου, για την Καθ'ης η αίτηση-Αιτήτρια.

 

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Πασχαλίδης.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας είναι το κατά πόσο ενδείκνυται η παράταση του προβλεπόμενου για σκοπούς καταχώρισης έφεσης κατά απόφασης Οικογενειακού Δικαστηρίου, χρόνου (14 μέρες) και συγκεκριμένα κατά της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία διατάχθηκε η φυλάκιση του αιτητή για ένα χρόνο λόγω παράλειψης του να καταβάλει τη διατροφή των ανήλικων τέκνων του για συγκεκριμένους μήνες.

 

Για να γίνουν καλύτερα κατανοητές οι εκατέρωθεν θέσεις, θεωρούμε σκόπιμο να αναφερθούμε στο ιστορικό της παρούσας αίτησης, το οποίο και συνοψίζουμε.

 

Στις 30/7/2013 το Οικογενειακό Δικαστήριο, κατόπιν ακρόασης και για λόγους που παρατίθενται στη σχετική απόφασή του, διέταξε τη φυλάκιση του αιτητή για ένα χρόνο, εκτός και αν αυτός κατέβαλλε αμέσως το συνολικό ποσό των €1.296,84, το οποίο αφορούσε καθυστερημένα ποσά διατροφής των ανήλικων τέκνων του, για τους μήνες Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο 2013.

 

Με στόχο την ανατροπή της εν λόγω απόφασης, ο αιτητής επέλεξε, αντί να αμφισβητήσει την ορθότητα της με έφεση, να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της, καταχωρώντας προς τούτο αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο για εξασφάλιση άδειας, για να καταχωρίσει αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος, τύπου Certiorari. Η αίτηση του για άδεια απορρίφθηκε στις 9/8/2013, βασικά γιατί ο αδελφός μας Δικαστής που εκδίκασε την αίτηση έκρινε ότι, στον αιτητή, παρείχετο εναλλακτικό ένδικο μέσο και δη αυτό της έφεσης και ότι δεν υπήρχαν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν παράκαμψη της αναγκαιότητας χρήσης του συγκεκριμένου εναλλακτικού ένδικου μέσου. Ούτε η απόφαση του αδελφού μας Δικαστή εφεσιβλήθηκε.

 

Πριν η προθεσμία έφεσης εναντίον της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου, με την οποία διατάχθηκε η φυλάκιση του, εκπνεύσει, ο αιτητής, καταχωρώντας προς τούτο δύο αιτήσεις, μια στο Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο και μια στο Οικογενειακό Δικαστήριο, ζήτησε, από μεν το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο όπως του παρασχεθεί νομική αρωγή με σκοπό την καταχώριση έφεσης εναντίον της εν λόγω απόφασης (Αίτηση ημερομηνίας 9/8/2013), από δε το Οικογενειακό Δικαστήριο, παράταση της προθεσμίας καταχώρισης έφεσης (Αίτηση ημερομηνίας 13/8/2013).

 

Η αίτηση του ημερομηνίας 9/8/2013 ορίστηκε για εξέταση, αρχικά στις 3/9/2013, που ήταν η ημερομηνία κατά την οποία θα συνεδρίαζε το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο και ακολούθως στις 7/1/2014, προκειμένου να αποφανθεί πρώτα το Οικογενειακό Δικαστήριο επί του αιτήματος του για παράταση του χρόνου καταχώρισης έφεσης.

 

Η αίτηση του για παράταση, ημερομηνίας 13/8/2013, εκδικάστηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο και απορρίφθηκε με απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου στις 25/10/2013.

 

Κάμνοντας χρήση των προνοιών της Δ.35, Θ. 2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, ο αιτητής επανέφερε το αίτημα του για παράταση του χρόνου καταχώρισης έφεσης εναντίον της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου ημερομηνίας 30/7/2013, αυτή τη φορά ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, καταχωρώντας προς τούτο, στις 13/11/2013, την παρούσα αίτηση.

 

Η αίτηση του αιτητή για νομική αρωγή ημερομηνίας 9/8/2013, εγκρίθηκε στις 5/2/2014, ημερομηνία στην οποία είχε στο μεταξύ αναβληθεί για να δοθεί χρόνος στο Γραφείο Ευημερίας να ετοιμάσει τη σχετική έκθεσή του, ενώ η παρούσα αίτηση αντιμετώπισε την ένσταση της άλλης πλευράς.

 

Είναι η θέση του κ. Βραχίμη, θέση η οποία απορρίπτεται από την άλλη πλευρά, ότι η μη καταχώριση έφεσης από πλευράς αιτητή, εμπρόθεσμα, συναρτάται απόλυτα με την οικονομική αδυναμία του τελευταίου να επωμισθεί τα έξοδα που η άσκηση έφεσης συνεπάγεται. Συνεπώς, εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος, το αίτημα του αιτητή για παράταση του χρόνου καταχώρισης έφεσης θα πρέπει να εξεταστεί υπό το φως της εκκρεμότητας του αιτήματος του για νομική αρωγή. Εφόσον και οι δύο αιτήσεις καταχωρήθηκαν εντός της προθεσμίας που προνοείται για καταχώριση έφεσης και ο λόγος για τον οποίο η έφεση δεν καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα είναι επειδή εκκρεμούσε η αίτηση για νομική αρωγή.

 

Η έγκριση της αίτησης για παράταση, σύμφωνα με το συνήγορο, ο οποίος επί του προκειμένου παρέπεμψε στο Practice Direction (Service of Notice of Appeal Act of Time) (1958) 1 W.L.R. 761, του Αγγλικού Εφετείου[1], θεωρείται «αυτονόητη».

 

Το αίτημα του αιτητή για παράταση, συζητήθηκε ενώπιον μας από τον ευπαίδευτο συνήγορο του και με αναφορά στη φύση της διαδικασίας στα πλαίσια της οποίας διατάχθηκε η φυλάκιση του αιτητή. Χαρακτηρίζοντας την εν λόγω διαδικασία οιονεί ποινική, ο κ. Βραχίμης υποστήριξε, θέση η οποία επίσης απορρίπτεται από την άλλη πλευρά, ότι το αίτημα του αιτητή συναρτάται αποκλειστικά με το δικαίωμα πρόσβασης του στο Δικαστήριο, καθώς και με το δικαίωμα του για δίκαιη δίκη, δικαίωμα που διασφαλίζεται από τα άρθρα 11 και 30 του Συντάγματος, όπως και από το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το ζήτημα «δεν είναι πλέον», σύμφωνα με την εισήγηση, «ζήτημα διακριτικής ευχέρειας αλλά ζήτημα σεβασμού των Συνταγματικών δικαιωμάτων του Αιτητή».

 

Κατά πρώτον θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι εκείνο που αβίαστα προκύπτει από τη συνδυασμένη εφαρμογή των προνοιών των Θεσμών 2 και 19 της Δ.35 είναι πως, σε περίπτωση όπως η παρούσα, όπου η αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρισης έφεσης καταχωρήθηκε μετά που το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε παρόμοια αίτηση, το Ανώτατο Δικαστήριο, στην περίπτωση μας το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο, ασκεί πρωτογενή διακριτική εξουσία. Όπως έχει πολύ εύστοχα επισημανθεί στην υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Τρύφωνος (1996) 1 Α.Α.Δ. 652, σελ. 654-655, «Από το συνδυασμό των δύο διατάξεων αναπόφευκτα προκύπτει πως η κρίση του Εφετείου πάνω στο θέμα εξασφαλίζεται όχι με έφεση αλλά με δεύτερη αίτηση .... Στο πλαίσιο δεύτερης αίτησης το Ανώτατο Δικαστήριο ασκεί πρωτογενώς διακριτική εξουσία ενώ στο πλαίσιο έφεσης θα ελεγχόταν η διακριτική εξουσία όπως την άσκησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, υπό το πρίσμα των περιοριστικών αρχών που διέπουν αυτό το ζήτημα».

 

Κατά δεύτερο, θα πρέπει να επισημάνουμε την πολύ καλά γνωστή βασική αρχή που αβίαστα προκύπτει από την ομολογουμένως πλούσια επί του θέματος νομολογία μας, που δεν είναι άλλη από την αρχή ότι, η προθεσμία που τίθεται από τη Δ.35, Θ. 2 για την άσκηση έφεσης, ούσα συνυφασμένη με την τελεσιδικία και τις αρχές της δικαιοσύνης που ταυτίζονται με αυτή, αυτή πρέπει να τηρείται. Δεν είναι δυνατό από τη μια να τάσσονται προθεσμίες και από την άλλη αυτές να παρακάπτονται αβασάνιστα και χωρίς αποχρώντα λόγο. Παράκαμψη των προβλεπόμενων για σκοπούς καταχώρισης έφεσης, προθεσμιών είναι δυνατό μόνο εκεί όπου διαπιστώνεται η ύπαρξη καλών λόγων οι οποίοι, κρινόμενοι υπό το φως των περιστάσεων, δικαιολογούν την εφαρμογή της εξαίρεσης του κανόνα. Σε μια τέτοια περίπτωση μάλιστα, η δυνατότητα που παρέχεται στο Δικαστήριο να εφαρμόσει την εξαίρεση, μετατρέπεται σε υποχρέωση του να εγκρίνει την παράταση. Οδηγός για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, γιατί για άσκηση διακριτικής ευχέρειας πρόκειται, είναι το συμφέρον της δικαιοσύνης. Εκεί και όπου το συμφέρον της δικαιοσύνης το απαιτεί, το αίτημα για παράταση πρέπει να εγκρίνεται. (Μιχαηλίδης ν. Τρύφωνος (πιο πάνω), Θεόδωρος Χόππης ν. Ιάκωβου Παναγή (1993) 1 Α.Α.Δ. 140 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ. ν. Σκυροποιϊα Λεωνίκ Λτδ. κ.ά., Πολιτική Αίτηση Αρ. 12/13, ημερομηνίας 15/4/2013).

 

Στην κρινόμενη περίπτωση δεν αμφισβητείται, στην ουσία αποτελεί κοινό έδαφος, ότι ο αιτητής αρχικά επέλεξε, επιλογή η οποία, ως εκ των υστέρων διεφάνη ήταν λανθασμένη, να αποταθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο με στόχο την εξασφάλιση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με απώτερο σκοπό την ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 30/7/2013. Ωστόσο, στην ένορκη δήλωση του η οποία συνοδεύει την παρούσα αίτηση, δεν κάμνει οποιαδήποτε μνεία ή αναφορά στους λόγους που τον ώθησαν αντί να εφεσιβάλει την απόφαση, να προβεί στη συγκεκριμένη επιλογή, η οποία, αν μη τι άλλο, ήταν αποκλειστικά δική του.

 

Στην ενώπιον μας αγόρευση του βέβαια, ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, εκπροσώπησε τον αιτητή και στη διαδικασία του Certiorari, απέδωσε την επιλογή του αιτητή σε λανθασμένη νομική συμβουλή. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι, σε περιπτώσεις όπως                η παρούσα περίπτωση, πηγή, για σκοπούς άντλησης στοιχείων συνιστά αποκλειστικά η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση και τα οποιαδήποτε κενά ενδεχομένως αυτή παρουσιάζει, δεν μπορούν να πληρωθούν με           την αγόρευση του δικηγόρου. Οι λανθασμένες νομικές συμβουλές δεν προσφέρουν, ως είναι η θέση του κ. Βραχίμη, ασφαλές καταφύγιο για σκοπούς αποφυγής των συνεπειών που η συγκεκριμένη επιλογή συνεπάγεται, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου, ως αποτέλεσμα λανθασμένης νομικής συμβουλής, αφήνεται να παρέλθει η περίοδος καταχώρισης έφεσης. Το συγκεκριμένο στοιχείο, εκεί όπου τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου με τον ορθό τρόπο, θα τύχει αξιολόγησης μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία.

 

Στην εδώ περίπτωση βέβαια, ο αιτητής καταχώρισε τόσο την αίτηση για νομική αρωγή, όσο και την αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρισης έφεσης στο Οικογενειακό Δικαστήριο, πριν η προθεσμία για έφεση εκπνεύσει. Εκκρεμούσης της αίτησης του για νομική αρωγή, η οποία υπενθυμίζουμε αρχικά ανεβλήθη για να δοθεί χρόνος στο Οικογενειακό Δικαστήριο να αποφανθεί επί της αίτησης για παράταση του χρόνου έφεσης και στη συνέχεια για να διενεργηθεί από το Γραφείο Ευημερίας η απαιτούμενη έρευνα,  απορρίφθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο η αίτηση του για παράταση του χρόνου καταχώρισης έφεσης. Αντιδρώντας ο αιτητής και προτού το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο αποφανθεί επί της αιτήσεως του για νομική αρωγή, καταχώρισε την παρούσα αίτηση. Η αίτηση του για νομική αρωγή ενεκρίθη πριν την ακρόαση της παρούσας αίτησης.

 

Δεν μας διαφεύγει, εξάλλου αυτό είναι προφανές, ότι, απόρριψη της παρούσας αίτησης αναπόφευκτα θα εξαφανίσει το σκοπό για τον οποίο το αίτημα του για νομική αρωγή εγκρίθηκε και το οποίο υπενθυμίζουμε είναι για να καταχωρίσει έφεση εναντίον της απόφασης ημερομηνίας 30/7/2013. Ωστόσο, αυτό δεν αρκεί από μόνο του για να κλίνει την πλάστιγγα υπέρ της έγκρισης της παρούσας αίτησης. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με περιορισμό, σε μεγάλο μάλιστα βαθμό, του πεδίου εντός του οποίου το Δικαστήριο λειτουργεί στα πλαίσια άσκησης της επί του προκειμένου διακριτικής του ευχέρειας. Στην ουσία, θα προκαταλάμβανε και θα προκαθόριζε το αποτέλεσμα. Πράγμα ανεπίτρεπτο. Το γεγονός αυτό θα πρέπει να συναξιολογηθεί με όλα τα άλλα γεγονότα. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης διαδραματίζουν, όχι απλά ουσιαστικό, αλλά κυριαρχικό ρόλο στην άσκηση της επί του προκειμένου διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου (Βαρδιάνος ν. Richards (1998) 1 Α.Α.Δ. 698 και Ρολάνδος Ευαγόρου ν. Lapertas Fisheries Ltd. (2005) 1 Α.Α.Δ. 1505).

 

Ένα από αυτά τα άλλα γεγονότα, με βαρύνουσα, στην προκείμενη περίπτωση, σημασία, το οποίο δεν μπορεί να αγνοηθεί, είναι και το εξής γεγονός, το οποίο ο αιτητής, θα πρέπει να πούμε, δεν αποκαλύπτει με την ένορκη δήλωση του, πλην όμως δεν το αρνείται.

 

Με αίτημα του αιτητή και αφού η σύζυγος του έδωσε τη συγκατάθεση της, ο Γενικός Εισαγγελέας ανέστειλε την εκτέλεση του εντάλματος φυλάκισης ημερομηνίας 30/7/2013, υπό όρους, οι οποίοι αφορούν στον τρόπο εξόφλησης του καθυστερημένου ποσού διατροφής. Η συμμόρφωση του αιτητή με τους όρους αυτούς απέτρεψε την εκτέλεση του εντάλματος φυλάκισης του.

 

Ζητήσαμε τις απόψεις των συνηγόρων επί του κατά πόσο αν καταχωρείτο έφεση αυτή θα μπορούσε να προωθηθεί, ενόψει της συγκεκριμένης συμπεριφοράς του αιτητή.

 

Ο κ. Βραχίμης περιορίστηκε να αναφέρει στο Δικαστήριο ότι εκκρεμούν και άλλες αιτήσεις φυλάκισης εναντίον του αιτητή και συνεπώς «αυτός θα πρέπει να γνωρίζει τι θα πράξει». Εξάλλου, αυτός δεν μπορεί να στερηθεί της δυνατότητας να εφεσιβάλει την απόφαση ημερομηνίας 30/7/2013, εφόσον του παρέχει αυτό το δικαίωμα ο Νόμος και εφόσον για το σκοπό αυτό του έχει χορηγηθεί νομική αρωγή.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος της άλλης πλευράς δεν τοποθετήθηκε, αφήνοντας ουσιαστικά το θέμα στο Δικαστήριο.

 

Κρίνουμε ότι δεν πρέπει να εγκρίνουμε την παρούσα αίτηση για τους εξής λόγους: Η διαταγή του Δικαστηρίου για φυλάκιση του αιτητή, ποτέ δεν εκτελέστηκε. Και δεν εκτελέστηκε διότι ο αιτητής συμμορφώνεται με τους όρους εξόφλησης του καθυστερημένου ποσού διατροφής που ο Γενικός Εισαγγελέας έθεσε, για σκοπούς αναστολής εκτέλεσης του διατάγματος φυλάκισης, η οποία αναστολή δόθηκε στα πλαίσια αιτήματος που ο ίδιος ο αιτητής υπέβαλε, αφού πρώτα εξασφάλισε τη σύμφωνη γνώμη της συζύγου του, καταργώντας έτσι την εκτέλεση του εντάλματος φυλάκισης. Με αυτά τα δεδομένα θεωρούμε, όπως πολύ εύστοχα επισημαίνεται στην υπόθεση Γεώργιος Αθανασίου ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 325, όπου απορρίφθηκε έφεση του κατηγορουμένου εναντίον της καταδίκης, επειδή κατά την πρωτόδικη διαδικασία αυτός εξασφάλισε έκπτωση στην ποινή με την έκφραση μεταμέλειας, η οποία εξυπακούει την παραδοχή της κατηγορίας, ότι η σκοπούμενη να καταχωρηθεί σε περίπτωση έγκρισης της παρούσας αίτησης, έφεση και η συνέχιση της θα ήταν όχι μόνο αντινομική, αλλά θα συνιστούσε και κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου εφόσον θα επέτρεπε στον αιτητή, αφού πρώτα πέτυχε κατάργηση του διατάγματος φυλάκισης του, αποσπώντας μάλιστα για το σκοπό αυτό και τη συγκατάθεση της συζύγου του, να προχωρήσει, αμφισβητώντας εκ του ασφαλούς πλέον, την ορθότητα του επίμαχου διατάγματος.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της καθ'ης η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

 

 

                                    ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.

 

 

 

 

                                    ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.

 

 

 

 

                                    ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ

 



[1]                                        PRACTICE DIRECTION.

 

Court of Appeal-Notice of appeal-Service-Notice served out of time.

   Where for any reason notice of appeal in any case is not served in due time (eg. Because an application for a certificate under the Legal Aid and Advice Act 1949, is pending) if the respondents' solicitors by letter accept service out of time, the "proper officer" defined by R.S.C., Ord. 58, r. 5 (5) has authority, on production of the letter accepting such service, to direct the appeal to be set down without requiring a formal application to the court for an extension of time under R.S.C., Ord. 64, r. 7.

 

                                                                        By direction of the        

                                                                                                MASTER OF THE ROLLS.

June 19, 1958.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο