ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2013) 1 ΑΑΔ 2410

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

 

(Έφεση Αρ.  4/2012)

 

22 Νοεμβρίου, 2013

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ,   Δ/στές]

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΛΑ  ΤΖΙΕΠΡΑ,

Εφεσείουσα,

ΚΑΙ

 

1.     ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ  ΣΑΒΒΑ,

2.    CH. SAVVA FARMING AND NUTRITION LIMITED,

Εφεσίβλητοι.

_________________________

 

Δ. Παπαχρυσοστόμου, για την Εφεσείουσα.

Ν. Κληρίδου (κα.), για τους Εφεσίβλητους.

__________________________

 

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:    Η προσβαλλόμενη πρωτόδικη απόφαση είχε ως αντικείμενο της την αίτηση, ημερ. 12.7.2011, για ακύρωση μεταβίβασης, την οποίαν είχε καταχωρήσει η αιτήτρια-εφεσείουσα.   

 

Τα ουσιώδη γεγονότα, σε συντομία, έχουν ως εξής:

 

Η εφεσείουσα καταχώρισε εναρκτήρια αίτηση την 21.5.2007 με την οποία ζητούσε απόφαση για ρύθμιση των περιουσιακών διαφορών της με τον καθ΄ ου η αίτηση-εφεσίβλητο, με βάση τον περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμο του 1991 (Ν 232/91).  Είχε προηγηθεί διάσταση του ζεύγους την 31.3.2007, σύμφωνα με παραδεκτά γεγονότα που οι διάδικοι υπέγραψαν στις 29.11.2010 και τα παρουσίασαν στο δικαστήριο.  Στις 7.7.2011 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση υπέρ της εφεσείουσας και εις βάρος του εφεσίβλητου 1 για το ποσό των €330.000.-, πλέον νόμιμο τόκο από την καταχώριση της αίτησης και €25.000.-, επίσης με νόμιμο τόκο, έξοδα εις βάρος του εφεσίβλητου 1.  Με την εκ συμφώνου απόφαση δηλώθηκε ότι όλες οι περιουσιακές διαφορές των διαδίκων, ως συζύγων, επιλύθηκαν με βάση τον προαναφερόμενο νόμο.

 

Πέντε μέρες μετά την έκδοση της εκ συμφώνου απόφασης η εφεσείουσα καταχώρισε, στις 12.7.2011, την προαναφερόμενη αίτηση για ακύρωση της μεταβίβασης του ενός τρίτου μεριδίου του ακινήτου  με αριθμό εγγραφής 6170, που βρίσκεται στο χωριό Σπήλια της επαρχίας Λευκωσίας και η οποία έγινε από τον εφεσίβλητο 1 στην εταιρεία Ch. Savva Farming and Nutrition Ltd-εφεσίβλητη 2.  Η μεταβίβαση του προαναφερόμενου μεριδίου έγινε στις 13.9.2006, η διάσταση στην έγγαμη συμβίωση των διαδίκων επήλθε την 31.3.2007 και η εκ συμφώνου απόφαση υπέρ της εφεσείουσας εκδόθηκε στις 7.7.2011.  Με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον της ευπαίδευτης πρωτόδικης δικαστού, αυτή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν προέκυπτε πως η δωρεά του ενός τρίτου μεριδίου του προαναφερόμενου ακινήτου, από τον εφεσίβλητο στην προαναφερόμενη εταιρεία, έγινε με πρόθεση να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει την εφεσείουσα να ικανοποιήσει το λαβείν της, δυνάμει της εκ συμφώνου εκδοθείσας δικαστικής απόφασης.  Το πρωτόδικο δικαστήριο, στην απόφασή του, έλαβε υπόψιν του ότι η εφεσείουσα γνώριζε για την επίδικη μεταβίβαση κατά την έκδοση της εκ συμφώνου απόφασης, ότι καταχώρισε την αίτηση για ακύρωση της μεταβίβασης μόλις πέντε μέρες μετά την έκδοση της εκ συμφώνου απόφασης και χωρίς να αναφέρει οποιεσδήποτε τυχόν δυσκολίες αντιμετώπισε στην εκτέλεση της απόφασης.  Η δικαιολογία την οποία πρόβαλε η εφεσείουσα ότι ο εφεσίβλητος προέβηκε στην επίδικη μεταβίβαση, τον Σεπτέμβριο του 2006, επειδή το καλοκαίρι του 2006 δημιουργήθηκαν προβλήματα στην έγγαμη σχέση τους θεωρήθηκε, από το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι δεν οδηγούσε στο συμπέρασμα πως η επίδικη μεταβίβαση ήταν «δόλια» με βάση το άρθρο 3 του περι Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου Κεφ. 62.  Έκρινε, το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι δεν προέκυπτε από τα ενώπιον του στοιχεία πρόθεση του εφεσίβλητου 1 να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει την εφεσείουσα,  με την επίδικη μεταβίβαση, στην ικανοποίηση της, προς όφελος της, δικαστικής απόφασης που εκδόθηκε στις 7.7.2011.

 

Στην πρωτόδικη απόφαση αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι, σύμφωνα με τα παραδεκτά γεγονότα, το μεταβιβασθέν μερίδιο δεν ήταν η μόνη περιουσία του εφεσίβλητου 1 επί της οποίας η εκ συμφώνου απόφαση θα μπορούσε να εκτελεσθεί.  Ο εφεσίβλητος 1 ήταν ιδιοκτήτης και ακινήτου που είχε χρησιμοποιηθεί ως ο συζυγικός οίκος, στη Λευκωσία και είχε διάφορα ποσά κατατεθειμένα εις πίστη του σε λογαριασμούς της Τράπεζας Κύπρου, του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Πιτσιλιάς και της Ελληνικής Τράπεζας.   Περαιτέρω είχε και 9.999 μετοχές (από τις 10.000) στην εφεσίβλητη 2, στην οποία μεταβίβασε το ένα τρίτο μερίδιο του προαναφερόμενου ακινήτου, δια δωρεάς.

 

Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται ως εσφαλμένη με τρεις λόγους έφεσης:

 

 

 

1.     Καθότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε πως η πρόθεση του εφεσίβλητου 1, όταν προέβη στην προαναφερόμενη μεταβίβαση, δια δωρεάς, δεν ήταν να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει την εφεσείουσα να ικανοποιήσει την υπέρ της απόφαση.

2.    Καθότι ήταν λανθασμένο το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι το εν λόγω μερίδιο του προαναφερόμενου ακινήτου δεν ήταν η μόνη περιουσία του εφεσίβλητου 1 στην οποίαν μπορούσε να γίνει εκτέλεση.  Τούτο διότι στη δήλωση παραδεκτών γεγονότων αναφέρονταν τα περιουσιακά στοιχεία των διαδίκων και συγκεκριμένα του εφεσίβλητου 1 κατά την 31.3.2007, ημερομηνία της διάτασης τους και όχι κατά την 29.11.2010 που έγιναν τα παραδεκτά γεγονότα, ή ακόμα κατά την 7.7.2011 που εκδόθηκε η εκ συμφώνου απόφαση υπέρ της εφεσείουσας ή την 12.7.2011 που καταχωρίστηκε η αίτηση ακύρωσης της μεταβίβασης.

3.    Καθότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα αρνήθηκε να εκδώσει το διάταγμα ακύρωσης της μεταβίβασης, ασκώντας λανθασμένα τη διακριτική του ευχέρεια.

 

Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία.  Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι, παρόλον  που το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε ως προς το ότι εξέλαβε τη δήλωση παραδεκτών γεγονότων ως προς τα περιουσιακά στοιχεία του εφεσίβλητου 1, ως ισχύουσα και κατά την ημερομηνία έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης (18.1.2012), ενώ δεν προηγήθηκε οποιαδήποτε εξέταση ως προς το κατά πόσον τα όσα ίσχυαν την 31.3.2007 ίσχυαν και κατά την 18.1.2012, εντούτοις θεωρούμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε ορθή απόφαση και ορθά άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια επί των γεγονότων της υπόθεσης.   

 

Το Κεφ. 62, και ειδικά το άρθρο 4, παρέχει εξουσία στο δικαστήριο να ακυρώσει, μεταξύ άλλων, οποιαδήποτε μεταβίβαση ή διάθεση ακίνητης περιουσίας που θεωρείται ως «δόλια» βάσει των διατάξεων του άρθρου 3 του Νόμου.  Το άρθρο 3(1) του Κεφ. 62 προνοεί, μεταξύ άλλων, ότι κάθε μεταβίβαση ή διάθεση ακίνητης περιουσίας, που γίνεται από οποιοδήποτε πρόσωπο, με πρόθεση να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει τους πιστωτές του ή οποιοδήποτε απ΄ αυτούς να ανακτήσουν απ΄ αυτόν τα χρέη τους, θα θεωρείται ότι είναι δόλια και θα είναι άκυρη εναντίον του εν λόγω πιστωτή ή πιστωτών. 

 

Στην παλιά, αλλά καθοδηγητική απόφαση, Lymperopoulou v. Christodoulou and Others (1957) Vol. 22 C.L.R., 184 αποφασίστηκε ότι   μια δόλια μεταβίβαση είναι άκυρη εναντίον πιστωτή ή πιστωτών τους οποίους, ο μεταβιβάζων και ο δεχόμενος τη μεταβίβαση είχαν πρόθεση να παρεμποδίσουν ή να καθυστερήσουν να ανακτήσουν τα χρέη τους.   Δόλια  μεταβίβαση δυνάμει των προνοιών του άρθρου 3(1) του περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου, Κεφ. 62 μπορεί ν΄ ακυρωθεί μόνον εάν ο πιστωτής, που υποβάλλει την αίτηση ακύρωσης, συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών που ο μεταβιβάζων (χρεώστης), κατά το χρόνο της μεταβίβασης, είχε πρόθεση να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει, στην ανάκτηση του οφειλόμενου, προς αυτόν, χρέους του.   Ο Νόμος δεν παρέχει θεραπεία για «μεταγενέστερο πιστωτή», δηλαδή πιστωτή ο οποίος δεν βρισκόταν στη σκέψη του χρεώστη κατά το χρόνο της δόλιας μεταβίβασης.

 

Η απόφαση Lymperopoulou (ανωτέρω) υιοθετήθηκε πρόσφατα στην υπόθεση Pampos Zenios Trading Ltd and Others v. Χατζηπαύλου & Υιός Λτδ κ.α., Πολιτική Έφεση 381/08, ημερ. 28.12.2011.  

 

Έχοντας υπόψιν τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και ιδιαίτερα το ότι η επίδικη μεταβίβαση έγινε στις 13.9.2006, ότι η διάσταση των συζύγων επήλθε στις 31.3.2007, ότι η εκ συμφώνου απόφαση υπέρ της εφεσείουσας εκδόθηκε στις 7.7.2011 και ότι ο εφεσίβλητος 1 ήταν, κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης, τουλάχιστον ιδιοκτήτης του ακινήτου D4540 στην τοποθεσία Μακεδονίτισσα του Δήμου Έγκωμης, Λευκωσία, του οποίου η αξία κατά το χρόνο της διάστασης (31.3.2007) ανερχόταν σε €475.000.-, θεωρούμε ότι ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να αποδοθεί πρόθεση στον εφεσίβλητο 1 να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει την εφεσείουσα στην εκτέλεση της απόφασης που αργότερα εκδόθηκε υπέρ της, με τη μεταβίβαση του προαναφερόμενου ενός τρίτου μεριδίου, πέντε χρόνια προηγουμένως και πριν επέλθει η διάσταση των συζύγων.   Επομένως, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η συγκεκριμένη μεταβίβαση δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως δόλια δυνάμει του άρθρου 3(1) του Κεφ. 62 και άρα δεν μπορούσε να ακυρωθεί δυνάμει του άρθρου 4 του Κεφ. 62.  Το σφάλμα του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με την περιουσία της οποίας ο εφεσίβλητος 1 ήταν ιδιοκτήτης, κατά το  χρόνο της εξέτασης της αίτησης για ακύρωση της μεταβίβασης, δεν  ήταν καθοριστικό για την έκβαση της υπόθεσης.  Σ΄ αυτό το συμπέρασμα καταλήξαμε αφού λάβαμε υπόψιν τα προαναφερόμενα γεγονότα και ημερομηνίες αλλά και το ότι, τουλάχιστον το (σημαντικής αξίας) προαναφερόμενο ακίνητο (πρώην συζυγικός οίκος) ήταν στην ιδιοκτησία του εφεσίβλητου 1, κατά τον ουσιώδη χρόνο, κατά παραδοχή της εφεσείουσας η οποία, στη σχετική της ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης ακύρωσης της μεταβίβασης, λέγει ότι θα καταθέσει memo στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λευκωσίας γι΄ αυτό το ακίνητο (Δέστε την ένορκη δήλωση της εφεσείουσας ημερ. 12.7.2011, παρ. 3). 

 

Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση απορρίπτεται και η πρωτόδικη απόφαση επιβεβαιώνεται. 

 

 

 

 

Επειδή όμως ο λόγος έφεσης 2 ήταν μερικώς βάσιμος θεωρούμε ορθό και δίκαιο να επιδικάσουμε μόνον το ένα δεύτερο των εξόδων της παρούσας έφεσης υπέρ των εφεσιβλήτων και εις βάρος της εφεσείουσας.  Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να υποβληθούν για έγκριση από το δικαστήριο.

 

 

                                                        Δ.

 

 

                                                        Δ.

 

 

                                                        Δ.

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο