ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2013) 1 ΑΑΔ 1

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 2/2013

 

 

4 Ιανουαρίου, 2013

 

[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

-        ΚΑΙ -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ DALEMONT LIMITED, ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI

 

-        ΚΑΙ -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙKΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 28.12.2012 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ 1466/2011 ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΕΘΝΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ (TREATY) ΠΟΥ ΥΠΕΓΡΑΦΗ ΜΕΤΑΞΥ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚΩΝ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΩΝ ΗΜΕΡ. 14ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1986 ΓΙΑ ΝΟΜΙΚΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΣΕ ΑΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΚΥΡΩΘΗΚΕ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ 172/86

 

-        ΚΑΙ -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ MECHANSKY ΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ (MECHANSKY COURT OF MOSCOW) ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ  ΗΜΕΡ. 26/6/2010 ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ (CIVIL CASE) ΑΡ. 2-2580/10 ΜΕΤΑΞΥ DALEMONT  LIMITED ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ ALEXANDER GENNADIEVICH SENATOROV ΕΚ ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ MECHANSKY ΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ (MECHANSKY COURT OF MOSCOW) ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΗΜΕΡ. 26/5/2010 ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ (CIVIL CASE) ΑΡ. 2-2119/10 ΜΕΤΑΞΥ DALEMONT LIMITED ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ ALEXANDER GENNADIEVICH SENATOROV ΕΚ ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ DALEMONT  LIMITED ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ ΚΑΙ ALEXANDER GENNADIEVICH SENATOROV, ΕΚ ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ, ΚΑΘΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ

 

..........

 

Χρ. Μελίδης και Π.  Νεοκλέους, για την αιτήτρια

........

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ:  Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις 28/12/12, στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης 1466/11, η οποία αφορούσε αίτημα για εγγραφή 2 δικαστικών αποφάσεων του Δικαστηρίου MESCHANSKY της Μόσχας της Ρωσικής Ομοσπονδίας με ημερομηνία 26/5/2010 στις υποθέσεις 2-2580/10 και 2-2119/10, έκρινε ότι η αιτήτρια, κυπριακή εταιρεία με εγγεγραμμένο γραφείο στη Λευκωσία, δεν ακολούθησε την ορθή διαδικασία και εν πάση περιπτώσει ότι αυτή δεν είχε δικαίωμα να καταχωρήσει τη γενική αίτηση και το δικαστήριο στερείτο εξουσία να της επιληφθεί.

 

Με την εξεταζόμενη αίτηση η αιτήτρια αιτείται άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού διατάγματος certiorari και/ή prohibition για ακύρωση της απόφασης ημερ. 28/12/12 στην πιο πάνω αίτηση, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση certiorari με το οποίο να διατάσσεται η μεταφορά του φακέλου της διαδικασίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πιο πάνω στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση της απόφασης και όπως ανασταλεί η ισχύς της εν λόγω απόφασης μέχρι την ολοκλήρωση της εκδίκασης δια κλήσεως που θα καταχωρηθεί αν δοθεί η άδεια.

 

Οι λόγοι επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση είναι υπέρβαση της δικαιοδοσίας και εξουσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου και νομικό σφάλμα ή έκδηλη πλάνη νόμου που προκύπτει από το φάκελο της διαδικασίας.

 

Απ' ό,τι προκύπτει από την έκθεση γεγονότων σε σχέση με την ισχυριζόμενη υπέρβαση δικαιοδοσίας και εξουσίας του πρωτόδικου δικαστηρίου, νομικό σφάλμα και έκδηλη πλάνη του νόμου είναι ότι λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο εφάρμοσε την νομοθεσία και συγκεκριμένα τους νόμους Ν. 121(Ι)/2000 και Ν. 172/86 που ρύθμιζαν τη Γενική Αίτηση αρ. 1466/11.

 

Επίσης με την αίτηση προβάλλεται ότι παραβιάσθησαν οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης καθότι με την απόφαση του το δικαστήριο παρεμπόδισε την αιτήτρια να απολαύσει των δικαιωμάτων που της παρέχονται από τη ρηθείσα νομοθεσία.  Τέλος αναφέρονται στην έκθεση οι εξαιρετικές περιστάσεις και το κατεπείγον του θέματος προκειμένου να δικαιολογηθεί το αίτημα.  Είναι αρκετό να λεχθεί ότι στην παράγραφο Δ(δ) αναφέρεται ότι η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας συμπαρασύρει και ακυρώνει ενδιάμεσα διατάγματα, δραστικότατης φύσης, που είχαν σκοπό τη διαφύλαξη περιουσιακών στοιχείων.  Οποιαδήποτε καθυστέρηση θα έχει ως αποτέλεσμα την ανυπαρξία μελλοντικά επαρκής θεραπείας είτε με έφεση είτε με άλλο ένδικο μέσο. 

 

Οι δικηγόροι της αιτήτριας υποστήριξαν σήμερα την αίτηση με αναφορά στο νόμο και νομολογία παραθέτοντας σχετικά την υπόθεση Alfred c. Toepler International GMBH v. Broda Agro Trade (Cyprus) Ltd, Π.Ε. 141/11 ημερ. 2/7/12.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, βλ.  Άνθιμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, 46, 48.

 

«Για την υποβολή αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος είναι αναγκαία η άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Ο λόγος είναι προφανής:  Η δικαιοδοσία αυτή είναι το κατάλοιπο της εξουσίας του Δικαστηρίου και ασκείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, για καθορισμένους λόγους που έχουν αναφερθεί πιο πάνω.

 

Για την χορήγηση άδειας ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Ανώτατο Δικαστήριο ότι έχει «εκ πρώτης όψεως» υπόθεση και/ή ότι υπάρχει «συζητήσιμο ζήτημα», στην έννοια που δόθηκε στις φράσεις αυτές στις Αγγλικές υποθέσεις Sidnell v. Wilson (1966) 1 All E.R. 681 και Land Securities v. Metropolitan Police (1983) 2 All E.R. 254, 258, οι οποίες υιοθετήθηκαν στην υπόθεση In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250Η πλάνη περί το νόμο πρέπει να είναι έκδηλη στο πρακτικό.  Το πρακτικό είναι η ελεγχόμενη απόφαση και το πρακτικό του Δικαστηρίου χωρίς προσθήκες ή ενόρκους ομολογίες - (Rex v. Nat Bell Liquors Ld. (1922) 2 A.C. 128, στη σελ. 159 Baldwin and Francis v. Patent Appeal Tribunal (1959) 2 All E.R. 433, In re Argyrides (1987) 1 C.L.R. 23).  Πλάνη νόμου, (error of law), όπως ειπώθηκε στην υπόθεση R. v. Preston Appeal Tribunal (1975) 2 All E.R. 807, στη σελ. 810 από τον Λόρδο Denning MR., περιλαμβάνει εσφαλμένη ερμηνεία νόμου, ή εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου στα γεγονότα της υπόθεσης.

.................................

.........................

 

Και αν ακόμα ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως ή/και συζητήσιμο ζήτημα, αυτό δεν είναι αρκετό από μόνο του για να του δοθεί η αναγκαία άδεια.  Πρέπει, επίσης, να αποδείξει ότι υπάρχουν εξαιρετικές συνθήκες.  Όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και, ειδικά, διαδικασία έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις, δίδει άδεια."

 

Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης ο περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή και Εκτέλεση Δυνάμει Συμβάσεως) Νόμος του 2000 (Ν. 121(Ι)/2000) προβλέπει στο ερμηνευτικό άρθρο 2 ότι «απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 3 του παρόντος Νόμου.  Στο άρθρο 3 αναφέρεται:

 

«3. (1)  Απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου σημαίνει απόφαση δικαστηρίου ή διαιτητικού σώματος ή οργάνου ξένης χώρας με την οποία η Κυπριακή Δημοκρατία έχει συνομολογήσει ή συνδέεται με συνθήκη για αμοιβαία αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών και διαιτητικών αποφάσεων και η οποία είναι εκτελεστή στη χώρα στην οποία εκδίδεται.»

 

Επίσης το άρθρο 2 (ανωτέρω) προβλέπει:

«Διαδικασία» σημαίνει οποιαδήποτε μη ποινική διαδικασία ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου επί οποιουδήποτε αστικού θέματος»

 

«Αστικό θέμα» περιλαμβάνει διαφορές σχετικά με οικογενειακές σχέσεις, κληρονομικά, εμπορικά και άλλα θέματα.»

 

«Δικαστήριο» σημαίνει το Επαρχιακό Δικαστήριο της επαρχίας όπου ο καθ' ου η αίτηση διαμένει και προκειμένου για διαφορές σε οικογενειακές σχέσεις, το Οικογενειακό Δικαστήριο της Επαρχίας όπου διαμένει ο καθ' ου η αίτηση.  Σε περίπτωση διαμονής του καθ' ου η αίτηση στο εξωτερικό ή σε περίπτωση όπου στη διαδικασία κατά την οποία έχει εκδοθεί η απόφαση δεν υπήρχε αντίδικος. 

«δικαστήριο» σημαίνει το Επαρχιακό Δικαστήριο ή το Οικογενειακό Δικαστήριο της επαρχίας όπου διαμένει ο αιτητής».

 

«Συνθήκη» σημαίνει σύμβαση, συμφωνία, πρωτόκολλο και περιλαμβάνει οποιαδήποτε συνθήκη που δέσμευε την Κύπρο πριν από την ανεξαρτησία και που συνεχίζει να τη δεσμεύει μετά την ανακήρυξη της σε Δημοκρατία.»

 

Στην παράγραφο 4 του Νόμου αναφέρεται το «Πεδίο εφαρμογής» του Νόμου:

 

«Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις όπου ζητείται η αναγνώριση, εγγραφή ή εκτέλεση απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου.»

 

Στο άρθρο 5 αναφέρεται η ακολουθητέα διαδικασία.  Συγκεκριμένα αναφέρεται:

 

«(α)  Η διαδικασία αρχίζει με καταχώριση στο δικαστήριο αίτησης δια κλήσεως που συνοδεύεται από ένορκη δήλωση, σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, με τις ανάλογες προσαρμογές, στην οποία εμφαίνεται ως αιτητής η αρμόδια αρχή ή το πρόσωπο προς όφελος του οποίου εξεδόθη η απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου, αναλόγως της περιπτώσεις, και ως καθ' ου η αίτηση το πρόσωπο εναντίον του οποίου ζητείται η αναγνώριση, εγγραφή ή εκτέλεση της απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου.»

 

Το Κεφάλαιο V του Κυρωτικού της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών και Παροχή Νομικής Συνδρομής σε θέματα Αστικού και ποινικού Δικαίου Νόμου του 1986, Ν. 172/86 είναι το σχετικό για την αναγνώριση και εκτέλεση Δικαστικών Αποφάσεων.  Στα άρθρα 26 και 27 αναφέροντα τα ακόλουθα:

 

«Άρθρο 27

 

Διαδικασία Αναγνώρισης και Εκτέλεσης Δικαστικών Αποφάσεων

 

1. Για το σκοπό εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων που αναφέρονται στο Άρθρο 23, τα δικαστήρια του Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του οποίου επιδιώκεται να εκτελεσθεί η δικαστική απόφαση θα εκδίδουν απόφαση που να επιτρέπει τέτοια εκτέλεση.  Η παραγγέλλουσα αρχή πρέπει να ενημερώνεται για την έκδοση τέτοιας απόφασης.

 

2. Κατά τη χορήγηση της άδειας εκτέλεσης το δικαστήριο θα περιορίζεται στο να διαπιστώσει κατά πόσο ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις των Άρθρων 24 και 25 καθώς και οι απαιτήσεις του Άρθρου 28.

 

3. Η διαδικασία εξασφάλισης της άδειας για εκτέλεση, καθώς η διαδικασία της εκτέλεσης θα διέπεται από το δίκαιο του Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του οποίου επιδιώκεται η εκτέλεση της δικαστικής απόφασης.

 

Άρθρο 28

 

1. Η αίτηση για την εκτέλεση δικαστικής απόφασης θα υποβάλλεται σε δικαστική αρχή του τόπου της έκδοσης της.  Η αρχή αυτή θα διαβιβάζει την αίτηση στο αρμόδιο δικαστήριο του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.

 

2.  Αν το πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση για εκτέλεση διατηρεί μόνιμη ή προσωρινή διαμονή στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Μέρους όπου επιδιώκεται να εκτελεσθεί η δικαστική απόφαση, η αίτηση μπορεί επίσης να υποβάλλεται απ' ευθείας στο αρμόδιο δικαστήριο του Συμβαλλόμενου τούτου Μέρους.»

 

Από το συνδυασμό των Άρθρων αυτών φαίνεται ότι είναι δυνατή η παρουσίαση αιτήσεις γι' αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικής απόφασης είτε από δικαστική αρχή του τόπου της έκδοσης της δικαστικής απόφασης - άρθρο 27(1) είτε απευθείας από το πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση νοουμένου ότι διατηρεί μόνιμη ή προσωρινή διαμονή στο έδαφος του συμβαλλόμενου μέρους που επιδιώκεται να εκτελεσθεί η δικαστική απόφαση (άρθρο 27(2)).  Εδώ σύμφωνα με το υλικό ενώπιον του δικαστηρίου, η αιτήτρια είναι κυπριακή εταιρεία με έδρα τη Λευκωσία.

 

 Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω και τα γεγονότα όπως αυτά αναφέρονται στην αίτηση, είναι η κρίση μου ότι δημιουργείται συζητήσιμο θέμα ώστε να ενεργοποιηθεί η διαδικασία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Περαιτέρω λαμβάνω υπόψη και τη δραστικότητα που έχει η απόφαση ημερ. 28/12/12 του Επαρχιακού Δικαστηρίου με την ταυτόχρονη κατάργηση των προσωρινών διαταγμάτων που έχουν αναφερθεί ενωρίτερα. 

 

Ως αποτέλεσμα παρέχεται άδεια για καταχώρηση αίτησης για την έκδοση εντάλματος της φύσης certiorari.  Η αίτηση να καταχωρηθεί σε 7 ημέρες και να οριστεί από το Πρωτοκολλητείο για οδηγίες στις 21/1/13 και ώρα 8.30 π.μ.  Η ισχύς της απόφασης που αποτελεί αντικείμενο της διαδικασίας αναστέλλεται  μέχρι την καταχώρηση της αίτησης και εφόσον αυτή καταχωρηθεί μέσα το χρόνο που προσδιορίστηκε μέχρι την αποπεράτωση της.  Η διαδικασία στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας σε σχέση με την προσβαλλόμενη απόφαση αναστέλλεται για την ίδια περίοδο.  Τα έξοδα επιφυλάσσονται.

 

 

                                                                            Λ. Παρπαρίνος

                                                                                      Δ.

 

/ΚΑΣ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο